Θέμα
Ποινή συνολική, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Απόλυση υφ' όρο.
Περίληψη:
Αποκλεισμός συγχώνευσης ποινών, εάν ο υφ’ όρο απολυθείς κατάδικος κατά το χρόνο της δοκιμασίας του τελέσει νέο εκ δόλου έγκλημα. Απόρριψη αιτήσεως αναιρέσεως για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου.
Αριθμός 871/2009
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ε' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Κούκλη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Βασίλειο Λυκούδη, Ελευθέριο ΝΙκολόπουλο- Εισηγητή, Αναστάσιο Λιανό και Βιολέττα Κυτέα, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 13 Μαρτίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αναστασίου Κανελλόπουλου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Ευδοκίας Φραγκίδη, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου ... και ήδη κρατούμενου στο Κατάστημα Κράτησης ... που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Σπυρίδωνα Σταματάκη, περί αναιρέσεως της 2958/2008 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών.
Το Τριμελές Εφετείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του, διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 8 Ιανουαρίου 2009 αίτησή του, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 203/2009.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
1.- Κατά τη διάταξη του άρθρου 551 παρ. 1 εδ. α' του ΚΠοινΔ, αν πρόκειται να εκτελεσθούν κατά του ίδιου προσώπου περισσότερες αμετάκλητες καταδικαστικές αποφάσεις, για διαφορετικά εγκλήματα που συρρέουν, εφαρμόζονται οι διατάξεις για τη συρροή και κατά τη διάταξη της παρ. 3 εδ. τελευταίο του ίδιου άρθρου του Κώδικα, κατά της αποφάσεως που εκδίδεται, επιτρέπεται η άσκηση αναίρεσης στον κατηγορούμενο και τον Εισαγγελέα. Η αναίρεση είναι επιτρεπτή, για όλους τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 510 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα, μεταξύ των οποίων και εκείνος της εσφαλμένης εφαρμογής ή ερμηνείας ουσιαστικής ποινικής διατάξεως (άρθ. 510 παρ. 1 περ. Ε' του ΚΠοινΔ). Εσφαλμένη εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως υπάρχει, όταν το δικαστήριο δεν υπήγαγε ορθά τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν, στη διάταξη που εφαρμόσθηκε, ενώ εσφαλμένη ερμηνεία, όταν ο δικαστής αποδίδει στο νόμο διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει. Ουσιαστική ποινική διάταξη είναι και εκείνη του άρθρου 551 του ΚΠοινΔ, κατά το μέρος που αναφέρεται στον καθορισμό συνολικής ποινής. Εξάλλου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 108 του ΠΚ, αν μέσα στο χρονικό διάστημα που προβλέπει το άρθρο 109, εκείνος που απολύθηκε διαπράξει έγκλημα από δόλο, για το οποίο του επιβλήθηκε αμετακλήτως οποτεδήποτε ποινή φυλάκισης ανώτερη από έξι μήνες, εκτίει αθροιστικά και ολόκληρο το υπόλοιπο της προηγούμενης ποινής, το οποίο έπρεπε να εκτίσει κατά το χρόνο της προσωρινής απόλυσης. Ενώ σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 109 εδ. α' του ίδιου Κώδικα, αν από την απόλυση περάσει το χρονικό διάστημα της ποινής το οποίο υπολειπόταν για έκτιση, σε όσες περιπτώσεις αυτό είναι ανώτερο από τρία έτη, ή αν περάσουν τρία έτη χωρίς να γίνει ανάκληση, η ποινή θεωρείται ότι εκτίθηκε.
2.- Στην προκείμενη περίπτωση, από την, επιτρεπτή για τον έλεγχο της βασιμότητας του λόγου αναιρέσεως, επισκόπηση των εγγράφων της δικογραφίας προκύπτουν τα ακόλουθα. Ο αναιρεσείων-αιτών, με την υπ' αριθμ.2757/1999 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών (για κακουργήματα) καθορίσθηκε ότι έπρεπε να εκτίσει συνολική ποινή κάθειρξης είκοσι (20) ετών και χρηματική ποινή 210.000 δραχμών. Με το υπ'αριθμ.42/2002 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Ηρακλείου που εκδόθηκε την 1-2-2002, διατάχθηκε, υπό τον όρο της ανάκλησης, η απόλυση αυτού για το υπόλοιπο της ποινής που καθορίσθηκε με την άνω απόφαση, υπόλοιπο που ανερχόταν την σε 5 έτη 11 μήνες και 29 ημέρες. Κατά τη διάρκεια της δοκιμασίας του και συγκεκριμένα από 20-11-2003 μέχρι 1-12-2003 διέπραξε κακουργηματικές κλοπές κατ' εξακολούθηση και δια τις πράξεις αυτές καταδικάσθηκε με την υπ' αριθμ. 14/2007 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πειραιώς (για κακουργήματα) σε συνολική ποινή κάθειρξης 6 ετών και 6 μηνών, ενώ, προηγουμένως, με το υπ' αριθμ. 328/2006 βούλευμα του ιδίου Συμβουλίου διατάχθηκε η ανάκληση της χορηγηθείσας υφ' όρον απόλυσης. Όμως η ποινή που του επιβλήθηκε με την αμέσως ως άνω τελευταία απόφαση, κατά τις προαναφερεθείσες διατάξεις, δεν μπορεί να συγχωνευθεί με εκείνη που επιβλήθηκε με υπ' αριθμ.2757/1999 απόφαση του τριμελούς Εφετείου Αθηνών γιατί επιβλήθηκε για εγκλήματα που τελέστηκαν από δόλο κατά τη διάρκεια της δοκιμασίας του, υπερβαίνει τους έξι μήνες και εκτίεται αθροιστικά μετά την έκτιση ολόκληρου του υπολοίπου της πρώτης συνολικής ποινής, όταν καταστεί αμετάκλητη η καταδίκη του με την υπ' αριθμ.14/2007 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών.
Συνεπώς, το Τριμελές Εφετείο Αθηνών που με την υπ' αριθμ. 2958/2008 προσβαλλόμενη απόφασή του απέρριψε την αίτηση του αναιρεσείοντος για τη συγχώνευση των άνω αποφάσεων και τον καθορισμό συνολικής ποινής, δεν έσφαλε κατά την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου. Μετά ταύτα πρέπει να απορριφθεί αίτηση αναιρέσεως και καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ.1 ΚΠοινΔ)
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την υπ' αριθμ. 27/8-1-2009 αίτηση του ... για αναίρεση της υπ' αριθμ. 2958/2008 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα τα οποία ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 20 Μαρτίου 2009. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 26 Μαρτίου 2009.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ