Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 2331 / 2008    (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Ηθική αυτουργία, Δυσφήμηση συκοφαντική, Ψευδορκία μάρτυρα.




Περίληψη:
Ηθική αυτουργία σε ψευδορκία μάρτυρα και συκοφαντική δυσφήμηση. Απορρίπτεται ως αβάσιμος ο μοναδικός λόγος αναιρέσεως για έλλειψη ειδικής αιτιολογίας, γιατί περιέχει όλα τα αναγκαία στοιχεία για την στοιχειοθέτηση της ηθικής αυτουργίας (Α.Π. 236/2008).





Αριθμός 2331/2008

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Z' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γρηγόριο Μάμαλη, Αντιπρόεδρο, Νικόλαο Ζαΐρη, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο, Παναγιώτη Ρουμπή και Κωνσταντίνο Φράγκο - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 15 Οκτωβρίου 2008, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ιωάννη Χρυσού (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Ιωάννη Ψιλογιάννη, περί αναιρέσεως της 5330/2008 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών. Με πολιτικώς ενάγοντα τον Σ, που παρέστη με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Αθανάσιο Θεοδώρου. Το Τριμελές Εφετείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του, διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 12 Σεπτεμβρίου 2008 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1527/2008.

Αφού άκουσε Τους πληρεξουσίους δικηγόρους των διαδίκων, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τη διάταξη του άρθρου 46 παρ, 1 εδ. α' του ΠΚ, κατά την οποία "με την ποινή του αυτουργού τιμωρείται επίσης: α) όποιος με πρόθεση προκάλεσε σε άλλον την απόφαση να εκτελέσει την άδικη πράξη που διέπραξε", προκύπτει, ότι για την ύπαρξη ηθικής αυτουργίας απαιτείται, αντικειμενικώς, η πρόκληση από τον ηθικό αυτουργό σε κάποιον άλλον της αποφάσεως να τελέσει ορισμένη πράξη, η οποία συγκροτεί την αντικειμενική υπόσταση ορισμένου εγκλήματος και την οποία και τέλεσε. Η πρόκληση της αποφάσεως αυτής μπορεί να γίνει, αφού ο νόμος δεν ορίζει, με οποιονδήποτε τρόπο ή μέσο, όπως με προτροπές, με παρακίνηση ή παρόρμηση ή ενθάρρυνση και με παραινέσεις (δηλαδή με συμβουλές κλπ), με πειθώ και φορτικότητα ή με εκμετάλλευση της επιβολής στο φυσικό αυτουργό, λόγω υπηρεσιακής εξαρτήσεως. Υποκειμενικώς δε απαιτείται δόλος του ηθικού αυτουργού, δηλαδή ηθελημένη πρόκληση της αποφάσεως για την διάπραξη από τον άλλο της αντικειμενικής υποστάσεως ορισμένου εγκλήματος με θέληση -και γνώση και αποδοχή της συγκεκριμένης εγκληματικής πράξεως. Εξάλλου, η καταδικαστική απόφαση έχει την ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, που απαιτείται κατά τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠοινΔ λόγο αναιρέσεως, όταν σε αυτή περιέχονται με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν από τη διαδικασία στο ακροατήριο σχετικά, με τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία του εγκλήματος, οι αποδείξεις (αποδεικτικά μέσα) που θεμελίωσαν τα περιστατικά αυτά, καθώς και οι νομικοί συλλογισμοί, με τους οποίους το δικαστήριο υπήγαγε τα περιστατικά που αποδείχθηκαν στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Στην περίπτωση της ηθικής αυτουργίας για την πληρότητα της αιτιολογίας πρέπει να αναφέρονται ο τρόπος και τα μέσα, με τα οποία ο ηθικός αυτουργός προκάλεσε στη συγκεκριμένη περίπτωση στον αυτουργό την απόφαση να εκτελέσει την άδικη πράξη που διέπραξε, καθώς και τα πραγματικά περιστατικά, από τα οποία το Δικαστήριο συνήγαγε ότι ο ηθικός αυτουργός παρήγαγε με τον τρόπο και τα μέσα αυτά στο φυσικό αυτουργό την απόφαση να εκτελέσει την άδικη πράξη που διέπραξε. Ειδικώς, για το δόλο που απαιτείται για τη θεμελίωση της υποκειμενικής υπόστασης της ηθικής αυτουργίας, όταν για τη θεμελίωση του οικείου εγκλήματος αρκεί και ενδεχόμενος δόλος, δεν απαιτείται ιδιαίτερη αιτιολογία, γιατί αυτός ενυπάρχει στη θέληση παραγωγής των πραγματικών περιστατικών που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος, στο οποίο παρακινεί ο ηθικός αυτουργός το φυσικό αυτουργό, και εξυπακούεται ότι υπάρχει στην πραγμάτωση των περιστατικών αυτών. Όσον αφορά τα αποδεικτικά μέσα για την πληρότητα της αιτιολογίας, πρέπει να προκύπτει με βεβαιότητα ότι έχουν ληφθεί υπόψη όλα στο σύνολο τους και όχι ορισμένα μόνο από αυτά. Για τη βεβαιότητα αυτή αρκεί να μνημονεύονται όλα, έστω κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα κλπ), χωρίς ανάγκη ειδικότερης αναφοράς τους και μνείας του τι προέκυψε από καθένα, ενώ το γεγονός ότι εξαίρονται ορισμένα από αυτά, δεν υποδηλώνει ότι δεν λήφθηκαν υπόψη τα άλλα, ούτε ανακύπτει ανάγκη αιτιολόγησης γιατί δεν εξαίρονται τα τελευταία. Η αιτιολογία της αποφάσεως παραδεκτά συμπληρώνεται από το διατακτικό, μαζί με το οποίο αποτελεί ενιαίο σύνολο. Δεν αποτελούν όμως λόγους αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολόγησης κάθε αποδεικτικού στοιχείου χωριστά και η παράλειψη της μεταξύ τους αξιολογικής συσχετίσεως των αποδεικτικών στοιχείων, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές, με την επίφαση της ελλείψεως αιτιολογίας, πλήττεται η αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας. Στην προκείμενη περίπτωση το Τριμελές Εφετείο (Πλημμελημάτων) Αθηνών, που δίκασε ως δευτεροβάθμιο δικαστήριο, με την προσβαλλόμενη με αριθμ. 5330/2008 απόφαση του, όπως προκύπτει από τα πρακτικά αυτής, δέχθηκε, κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, μετά από αξιολόγηση των κατ'είδος αναφερομένων στην ίδια απόφαση αποδεικτικών μέσων, ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: "Ο κατηγορούμενος Χ, έχοντας συμφέρον ως συγγενής και εξ αδιαθέτου κληρονόμος της αποβιωσάσας θείας του Ψ να ακυρωθεί η υπ' αριθμ. ... δημόσια διαθήκη που συνέταξε αυτή ενώπιον του εγκαλούντος και πολιτικώς ενάγοντος συμβολαιογράφου Αθηνών Σ, με την οποία εγκαθιστούσε ως εκ διαθήκης κληρονόμο της τη μνηστή του προαποβιώσαντος γιου της ... και μάρτυρα Θ, με τις από 14-10-1996 και 26-3-1997 μηνύσεις του μήνυσε την ως άνω εγκατασταθείσα με την δημόσια διαθήκη κληρονόμο για πλαστογραφία με σκοπό οφέλους της υπογραφής της διαθέτιδος μετά χρήσεως σε βαθμό κακουργήματος, τον εγκαλούντα συμβολαιογράφο για ψευδή βεβαίωση με σκοπό περιουσιακού οφέλους όσον αφορά την ενώπιον του και ενώπιον μαρτύρων σύνταξη της διαθήκης σε βαθμό κακουργήματος και τους μάρτυρες που συνέπραξαν στη σύνταξη της δημόσιας διαθήκης για άμεση συνδρομή σε ψευδή βεβαίωση με σκοπό περιουσιακού οφέλους σε βαθμό κακουργήματος. Στη συνέχεια, ο κατηγορούμενος, για να επιτύχει την καταδίκη των υπ' αυτού μηνυθέντων και την ακύρωση της ως άνω δημόσιας διαθήκης, ανεξάρτητα από το ότι τελικά απαλλάχθηκαν οι μηνυθέντες για την πλαστογραφία και για τη ψευδή βεβαίωση που αφορούσαν την ως άνω δημόσια διαθήκη της Ψ με το αναγνωσθέν υπ' αριθμ. 4859/2003 αμετάκλητο βούλευμα του Συμβουλίου Πλημ/κων Αθηνών, στην Αθήνα και στις 7-11-2000, ενεργώντας με πρόθεση, προκάλεσε στην Ζ, την απόφαση να εκτελέσει τις άδικες πράξεις της ψευδορκίας και της συκοφαντικής δυσφημήσεως που διέπραξε και συγκεκριμένα, στον ως άνω τόπο και κατά τον ως άνω χρόνο, ενεργώντας με πρόθεση, με φορτικότητα, πειθώ, προτροπές και παραινέσεις κατέπεισε δια λόγων την Ζ και συγκατηγορούμενή του πρωτοδίκως και προκάλεσε σ' αυτήν την απόφαση να τελέσει τις πράξεις της ψευδορκίας μάρτυρα και της συκοφαντικής δυσφημήσεως που διέπραξε και αυτή, αφενός μεν, ενώ εξετάστηκε ενόρκως ως μάρτυρας ενώπιον αρχής αρμόδιας να ενεργεί ένορκη εξέταση, κατέθεσε εν γνώσει της ψέματα και ειδικότερα, στον ως άνω τόπο και χρόνο, εξεταζόμενη ενόρκως ενώπιον του Ανακριτή του 23ου Ανακριτικού Τμήματος του Πρωτοδικείου Αθηνών ως μάρτυρας κατηγορίας κατά την κύρια ανάκριση που διατάχθηκε μετά την υποβολή των ως άνω μηνύσεων, κατέθεσε επί λέξει τα εξής "...Κάποιο καλοκαίρι, δεν θυμάμαι χρόνο, γύρω στις 11:00 τη νύκτα χτύπησε το τηλέφωνο στο σπίτι μου και ήταν η Θ. Μετά από κάποιες κοινότυπες κουβέντες, μου είπε ότι τηλεφωνούσε από την καφετέρια "...", στο ... και ότι ήταν μαζί με τον "κοκκινοτρίχη". Όταν την ρώτησα ποιον εννοεί μου είπε ότι επρόκειτο για τον συμβολαιογράφο Σ που είχε συντάξει τη διαθήκη της Ψ ενώπιον τριών μαρτύρων. Με μια χαρούμενη νότα στη φωνή της, όπως θυμάμαι τώρα που δεν απέκλειε το γεγονός να βρισκόταν σε ευθυμία διότι αλλιώς δεν εξηγώ τι λόγο είχε Θ να μου εκμυστηρευτεί αυτά, η τελευταία μου είπε: "Ξέρεις στο κάτω μέρος της διαθήκης υπάρχει ένα κενό", εννοώντας ότι υπήρχε ένα κενό διάστημα στη σελίδα και συνεχίζοντας μου είπε ότι ο συμβολαιογράφος της ζητούσε κάποια εκατομμύρια, δέκα εάν θυμάμαι, για να δεχθεί να συμπληρώσει εκ των υστέρων ένα πρόσθετο περιουσιακό στοιχείο, κατάστημα αν θυμάμαι στο κενό. Η Θ μου είχε αφήσει επίσης να υπονοηθεί ότι ο συμβολαιογράφος επιδίωκε σχέση μαζί της...", εν γνώσει της ότι ήταν ψευδή, ενώ η αλήθεια που γνώριζε ήταν ότι η Θ δεν την πήρε κανένα τηλέφωνο στις 11 η ώρα τη νύκτα κάποιο καλοκαίρι και δεν της είπε τα ως άνω ψευδή γεγονότα, ο εγκαλών Σ ουδέποτε συναντήθηκε με την Θ σε καφετηρία στο ..., ουδέποτε της ζήτησε οποιοδήποτε χρηματικό ποσό για να συμπληρώσει δήθεν τη δημόσια διαθήκη της Ψ και ουδέποτε επιδίωξε να συνάψει μαζί της ερωτική σχέση και αφετέρου, με την ίδια ως άνω ψευδή κατάθεση της, ισχυρίστηκε ενώπιον τρίτων για κάποιον άλλον γεγονός ψευδές, εν γνώσει της αναλήθειάς του, που μπορούσε να βλάψει την τιμή και την υπόληψη του και ειδικότερα, εξεταζόμενη ενόρκως ως μάρτυρας κατηγορίας ισχυρίστηκε ψευδώς ενώπιον του ανακριτή του 23ου Ανακριτικού Τμήματος του Πρωτοδικείου Αθηνών και της δικαστικής Γραμματέως του ιδίου Ανακριτικού Τμήματος για τον εγκαλούντα μηνυτή Σ τα όσα αναλυτικά κατέθεσε ως μάρτυρας που διαλαμβάνονται ανωτέρω, εν γνώσει της ότι ήταν ψευδή γεγονότα που μπορούσαν να βλάψουν την τιμή και την υπόληψή του. Επομένως, ενόψει όλων των ανωτέρω, αποδεικνύεται ότι ο κατηγορούμενος τέλεσε τις αξιόποινες πράξεις της ηθικής αυτουργίας σε ψευδορκία μάρτυρα και της ηθικής αυτουργίας σε συκοφαντική δυσφήμηση που κατηγορείται και πρέπει να κηρυχθεί ένοχος αυτών, σύμφωνα με το διατακτικό". Στη συνέχεια το ίδιο Δικαστήριο κήρυξε ένοχο τον αναιρεσείοντα κατηγορούμενο για ηθική αυτουργία, στη φυσική αυτουργό Ζ, σε ψευδορκία μάρτυρα και σε συκοφαντική δυσφήμηση του εγκαλούντος πολιτικώς ενάγοντος Σ και του επέβαλε ποινή φυλακίσεως 7 μηνών για καθεμία πράξη και συνολική ποινή φυλακίσεως 10 μηνών, την οποίαν μετέτρεψε σε χρηματική ποινή προς 4, 40 ευρώ για κάθε ημέρα φυλακίσεως. Με βάση τις προαναφερόμενες παραδοχές, το Δικαστήριο της ουσίας διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την απαιτούμενη από τις προαναφερόμενες διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση των άνω εγκλημάτων, για τα οποία καταδικάστηκε ο αναιρεσείων, τις αποδείξεις, από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τους συλλογισμούς, με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 26 παρ. 1 α, 27, 46 παρ. 1α, 94 παρ. 1, 224 παρ. 2 και 362, 363 παρ. 1 του ΠΚ, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε, χωρίς να τις παραβιάσει ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου, με ελλιπή, δηλαδή, ή αντιφατική αιτιολογία. Ειδικότερα, σε σχέση με τις περί του αντιθέτου προβαλλόμενες από τον αναιρεσείοντα αιτιάσεις, αναφέρονται στην αιτιολογία με σαφήνεια τα αποδεικτικά μέσα, κατά το είδος τους (μάρτυρες και έγγραφα), από τα οποία το Δικαστήριο συνήγαγε τα περιστατικά που εκτέθηκαν και οδήγησαν στην καταδικαστική του κρίση, ενώ δεν υπήρχεν, κατά νόμο, ανάγκη να τα παραθέσει αναλυτικά και να εκθέσει τι προκύπτει χωριστά από το καθένα από αυτά. Συγκεκριμένα αναφέρονται τα μέσα και ο τρόπος που χρησιμοποίησε ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος για να πείσει την φυσική αυτουργό Ζ να διαπράξει τις άδικες πράξεις της ψευδορκίας μάρτυρα και της συκοφαντικής δυσφημήσεως και εκτίθεται ότι ο αναιρεσείων, έχοντας έννομο συμφέρον να ακυρωθεί η δημόσια διαθήκη της θείας του Ψ, ενεργώντας με πρόθεση, με προτροπές και παραινέσεις, χρησιμοποιώντας πειθώ και φορτικότητα, έπεισε δια λόγων την Ζ να τελέσει τις ενλόγω πράξεις, (της ψευδορκίας μάρτυρα και της συκοφαντικής δυσφημήσεως), εν γνώσει αυτών, και των δύο, ότι τα κατατεθέντα ήταν ψευδή γεγονότα και ότι μπορούσαν να βλάψουν την τιμή και την υπόληψη του εγκαλούντος πολιτικώς ενάγοντος Σ, αναλύοντας και το σκοπό που επεδίωκε και ο ίδιος ο αναιρεσείων με τη διάπραξη, από την άνω φυσικό αυτουργό, των εν λόγω αξιόποινων πράξεων, αναφέρεται δε ακόμη ο χρόνος και ο τόπος τελέσεως των πράξεων. Κατ' ακολουθίαν όλων των ανωτέρω, ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ΚΠοινΔ μοναδικός λόγος αναιρέσεως της αιτήσεως, με τον οποίο προβάλλονται αιτιάσεις για έλλειψη της επιβαλλόμενης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας της προσβαλλόμενης αποφάσεως, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Όλες οι λοιπές, σε σχέση με τον παραπάνω λόγο, διαλαμβανόμενες στην κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως αιτιάσεις, πλήττουν την ανέλεγκτη αναιρετικά περί τα πράγματα κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων και είναι γι ' αυτό απαράδεκτες. Μετά από αυτά, αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος αναιρέσεως, πρέπει η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως να απορριφθεί και να καταδικαστεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠοινΔ) και στη δικαστική δαπάνη του παραστάντος πολιτικώς ενάγοντος(άρθρα 176, 183 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 12 Σεπτεμβρίου 2008 αίτηση του Χ για αναίρεση της με αριθμ. 5330/2008 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Αθηνών. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ, και στη δικαστική δαπάνη του παραστάντος πολιτικώς ενάγοντος εκ πεντακοσίων (500) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 22 Οκτωβρίου 2008. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 6 Νοεμβρίου 2008.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή