Θέμα
Αιτιολογίας ανεπάρκεια, Φθορά ξένης ιδιοκτησίας.
Περίληψη:
Διακεκριμένη φθορά ξένης ιδιοκτησίας. Επαρκής αιτιολογία καταδικαστικής αποφάσεως με την οποία κηρύχθηκε ένοχος ο κατηγορούμενος γιατί έβαλε φωτιά και έκαψε αυτοκίνητο. Δεδικασμένο. Απαράδεκτη προβολή σχετικής ενστάσεως. Απορρίπτει.
Αριθμός 1794/2008
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ε' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Κούκλη, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη (κωλυομένου του Αντιπροέδρου Αρείου Πάγου Ηρακλή Κωνσταντινίδη), ως αρχαιότερο μέλος της συνθέσεως, Λεωνίδα Ζερβομπεάκο (ο οποίος ορίσθηκε, προς συμπλήρωση της συνθέσεως, με τη με αριθμό 54/2008 Πράξη του Προέδρου του Αρείου Πάγου), Ελευθέριο Νικολόπουλο - Εισηγητή, Αναστάσιο Λιανό και Βιολέττα Κυτέα, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 18 Απριλίου 2008, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα Αρείου Πάγου Αντωνίου Μύτη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και της Γραμματέως Ευδοκίας Φραγκίδη, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος-κατηγορουμένου Χ1, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Μιχαήλ Παναγιωτόπουλο, για αναίρεση της με αριθμό 3.657/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Με πολιτικώς ενάγουσα την ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία "ΠΟΤΟΕΜΠΟΡΙΚΗ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΙΑ", που εδρεύει στο Λάκκωμα Χαλκιδικής και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο. Το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος ζητά την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 12 Φεβρουαρίου 2008 αίτησή του, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 337/2008.
Α φ ο ύ ά κ ο υ σ ε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα Αρείου Πάγου, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναιρέσεως.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει το λόγο αναίρεσης από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ίδιου Κώδικα, όταν αναφέρονται σ' αυτή με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν, από τη διαδικασία στο ακροατήριο, σχετικά με τα αντικειμενικά και υποκειμενικά στοιχεία του εγκλήματος, οι αποδείξεις που θεμελίωσαν τα περιστατικά αυτά και οι νομικοί συλλογισμοί με τους οποίους το δικαστήριο υπήγαγε τα περιστατικά που αποδείχθηκαν στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφάρμοσε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό, που αποτελούν ενιαίο σύνολο και αρκεί να αναφέρονται τα αποδεικτικά μέσα γενικώς κατά το είδος τους χωρίς να εκτίθεται τι προέκυψε χωριστά από το καθένα από αυτά, πρέπει όμως, να συνάγεται από την απόφαση ότι όλα τα αποδεικτικά μέσα έχουν ληφθεί υπόψη και εκτιμηθεί. Δεν αποτελούν όμως λόγους αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα η εσφαλμένη εκτίμηση εγγράφων, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολόγησης κάθε αποδεικτικού στοιχείου χωριστά και η παράλειψη της μεταξύ τους αξιολογικής συσχέτισης, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές πλήττεται η αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας. Στην προκειμένη περίπτωση, το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, με την κατ' είδος μνεία των αναφερομένων αποδεικτικών μέσων και κατά την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν τα επόμενα:"....Ο κατηγορούμενος στις 11.6.2001 ήταν μέλος του Δ.Σ. της πρωτοβάθμιας συνδικαλιστικής οργάνωσης με την επωνυμία "ΣΥΝΔΙΚΑΤΟ .......", συντομογραφικά ".....". Το εν λόγω σωματείο είχε εργασιακές διαφορές με την πολιτικώς ενάγουσα εταιρία με την επωνυμία "ΠΟΤΟΕΜΠΟΡΙΚΗ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ ΑΕ", που έχει την έδρα της στο Λάκκωμα Χαλκιδικής στη θέση "Κρυονέρι" και αντικείμενο την εμπορία ποτών και αναψυκτικών και συγκεκριμένα με τον ........, Πρόεδρο και Διευθύνοντα Σύμβουλο και κύριο μέτοχο αυτής. Ο τελευταίος αρχικά ήταν μέλος του ως άνω σωματείου, αλλά το έτος 1994 αποχώρησε από αυτό λόγω διαφωνιών του. Από την αποχώρηση του τελευταίου και μετά άρχισε μεταξύ του σωματείου αυτού και αυτού σφοδρή αντιδικία με αποτέλεσμα να γίνουν πολλές μηνύσεις, διώξεις, αγωγές και γενικά πολλές δίκες. Στο προαύλιο της εν λόγω εταιρίας στις 11-6-2001 ήταν, μεταξύ άλλων, σταθμευμένο το υπ' αριθμ. κυκλ. ...... παλιό φορτηγό αυτοκίνητο της, το οποίο κυκλοφόρησε το έτος 1995 και ήταν αξίας 4.200 ευρώ. Ο κατηγορούμενος με πρόθεση, μαζί με άλλα τουλάχιστον τέσσερα άτομα, των οποίων η ταυτότητα δεν εξακριβώθηκε μέχρι σήμερα, περί ώρα 03.50 της ως άνω ημερομηνίας (11-6-2001) εισήλθαν στο προαύλιο χώρο της εν λόγω εταιρίας, αφού προηγουμένως έκοψαν με κοπτικό εργαλείο το συρματόπλεγμα της περίφραξης αυτής από τη δυτική πλευρά του εργοστασίου της, και αφού έριξαν εύφλεκτο υγρό στην καμπίνα του άνω φορτηγού αυτοκινήτου, στη συνέχεια έβαλαν με γυμνή φλόγα φωτιά, συνεπεία της οποίας καταστράφηκε ολοσχερώς αυτό (φορτηγό). Από την αποτέφρωση του φορτηγού αυτοκινήτου της η ζημία της εγκαλούσας εταιρίας ανέρχεται στο ισόποσο ποσό της αξίας του των 4200 ευρώ. Τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά προκύπτουν από το σύνολο του αποδεικτικού υλικού και κυρίως από την σαφή κατάθεση του μάρτυρα αποδείξεως Γ1, ο οποίος ο οποίος με βεβαιότητα κατέθεσε ότι είδε τον κατηγορούμενο, μαζί με άλλα άτομα, σε απόσταση 5-10 μέτρων, να εξέρχονται του προαυλίου, όταν αυτός βγήκε για να ιδεί γιατί φώναζαν τα σκυλιά που υπήρχαν στο εργοστάσιο. Με βάση τα ως άνω αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά στοιχειοθετείται τόσο αντικειμενικά όσο και υποκειμενικά σε βάρος του κατηγορουμένου η νομοτυπική μορφή της αποδιδομένης σ' αυτόν πράξης (διακεκριμένης φθοράς ξένης ιδιοκτησίας και συγκεκριμένα του αυτοκινήτου, δια πυρός από δύο ή περισσότερους) (άρθρο 382 παρ.2 περ.γ', 3 σε συνδυασμό με 381 παρ.1 ΠΚ). Άρα ο κατηγορούμενος πρέπει να κηρυχθεί ένοχος αυτής.
Περαιτέρω από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά στοιχεία δεν αποδείχθηκε ότι το προαναφερθέν ως άνω αυτοκίνητο κατά τη στιγμή της φθοράς του (11-6-2001, που ήταν ημέρα Σάββατο) ήταν φορτωμένο με εμπορεύματα και ότι συνεπεία της φωτιάς καταστράφηκαν και αυτά.
Συνεπώς ο κατηγορούμενος πρέπει να κηρυχθεί αθώος της φθοράς των εμπορευμάτων, με τα οποία φέρεται ότι το ως άνω αυτοκίνητο ήταν φορτωμένο....". Ακολούθως, με βάση τις παραδοχές αυτές, το Δικαστήριο κήρυξε ένοχο τον αναιρεσείοντα - κατηγορούμενο για την πράξη της διακεκριμένης φθοράς ξένης ιδιοκτησίας η οποία έγινε με τη χρήση φωτιάς και του επέβαλε ποινή φυλάκισης δέκα (10) μηνών την οποία ανέστειλε επί τριετία. Με αυτά που δέχθηκε το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ επιβαλλόμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, εφόσον εκτίθενται σ' αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία και θεμελιώνουν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του άνω εγκλήματος για το οποίο ο κατηγορούμενος κηρύχθηκε ένοχος καθώς και τα αποδεικτικά μέσα τα οποία το δικαστήριο έλαβε υπόψη και στα οποία στήριξε την ανέλεγκτη για τα αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά κρίση του, όπως και οι σκέψεις, με τις οποίες υπήγαγε τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ως αποδειχθέντα στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 382 παρ. 2γ και 3 σε συνδ. με εκείνη του άρθρου 381 παρ.1 του ΠΚ, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε και δεν τις παραβίασε ευθέως ή εκ πλαγίου, με ασαφείς ή αντιφατικές παραδοχές ώστε να στερήσει την απόφασή του νομίμου βάσεως. Η αιτίαση ότι η απόφαση αναφέρεται μόνο στην κατάθεση του μάρτυρα Γ1 και δεν αξιολογείται η κατάθεση των λοιπών μαρτύρων είναι αβάσιμη. Από το γεγονός ότι εξαίρεται η κατάθεση του ανωτέρω, δεν συνάγεται ότι αγνοήθηκαν οι καταθέσεις των άλλων μαρτύρων και δεν αξιολογήθηκαν τα λοιπά αποδεικτικά μέσα. Περαιτέρω ουδεμία αντίφαση δημιουργείται από το ότι το δικαστήριο, δέχεται ότι στον ίδιο τόπο και χρόνο το φορτηγό αυτοκίνητο το οποίο ο κατηγορούμενος και οι άγνωστοι συνεργοί του πυρπόλησαν, δεν ήταν φορτωμένο με εμπορεύματα, κατά τούτο δε διαφοροποιούμενο από την πρωτόδικη απόφαση, περιέλαβε στο διατακτικό του αντίστοιχη απαλλακτική διάταξη.
Συνεπώς, ο από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ' λόγος αναιρέσεως για ελλειπή αιτιολογία της αποφάσεως είναι αβάσιμος και απορριπτέος.
ΙΙ. Κατά τη διάταξη του άρθρου 57 παρ. 1 και 3 ΚΠοινΔ, αν, κάποιος έχει καταδικαστεί αμετάκλητα ή αθωωθεί ή έχει παύσει ποινική δίωξη εναντίον του, δεν μπορεί να ασκηθεί και πάλι εις βάρος του δίωξη για την ίδια πράξη, ακόμη και αν δοθεί σ' αυτή διαφορετικός χαρακτηρισμός. Αν παρά την απαγόρευση αυτή ασκηθεί ποινική δίωξη, κηρύσσεται απαράδεκτη λόγω δεδικασμένου. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι για την ύπαρξη δεδικασμένου, που ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. ΣΤ' ΚΠΔ λόγο αναίρεσης, πρέπει, να συντρέχουν α) αμετάκλητη απόφαση (ή βούλευμα) που αποφαίνεται για τη βασιμότητα ή μη της κατηγορίας ή παύει οριστικά την ποινική δίωξη για μια αξιόποινη πράξη, β) ταυτότητα προσώπου και γ) ταυτότητα πράξης ως ιστορικού γεγονότος στο σύνολό του, που περιλαμβάνει όχι μόνο την ενέργεια ή παράλειψη του δράστη αλλά και το αξιόποινο αποτέλεσμα που προσκλήθηκε από αυτή. Εξάλλου η από τις προαναφερθείσες διατάξεις επιβαλλόμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία απαιτείται για την απόρριψη των αυτοτελών ισχυρισμών του κατηγορουμένου, δηλαδή των ισχυρισμών που προτείνονται, είτε από τον ίδιο, είτε από τον συνήγορό του και τείνουν στην άρση του άδικου χαρακτήρα της πράξης ή της ικανότητας προς καταλογισμό ή στην εξάλειψη του αξιοποίνου ή στη μείωση της ποινής, εφόσον βεβαίως είναι σαφείς και ορισμένοι, δηλαδή, αναφέρονται τα πραγματικά περιστατικά που είναι αναγκαία για την κατά νόμο θεμελίωσή τους, διότι αλλιώς είναι απαράδεκτοι οπότε δεν υπάρχει υποχρέωση του δικαστηρίου να αιτιολογήσει ειδικώς την απόρριψή τους. Τέτοιος αυτοτελής ισχυρισμός είναι και εκείνος περί υπάρξεως δεδικασμένου που προβλέπεται από το άρθρο 57 παρ. 1 του ΚΠΔ. Στην προκείμενη περίπτωση, ενώπιον του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου ο κατηγορούμενος πρόβαλε την ένσταση του δεδικασμένου επικαλούμενος ότι α) κατά του Ζ1 είχε ασκηθεί ποινική δίωξη για ηθική αυτουργία στην ίδια πράξη για την οποία και αυτός κατηγορείται και β) επί αιτήσεως αναιρέσεως του ανωτέρω, εκδόθηκε η υπ' αριθμ. 1648/2006 απόφαση του Αρείου Πάγου (σε Συμβούλιο) με την οποία έπαυσε ως προς αυτόν οριστικά την ποινική δίωξη λόγω παραγραφής. Με τα περιστατικά αυτά ζήτησε να κηρυχθεί απαράδεκτη λόγω δεδικασμένου η κατ' αυτού ποινική δίωξη κατ' εφαρμογή της διατάξεως του άρθρου 469 ΚΠΔ. Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα, η περί δεδικασμένου ένσταση απαραδέκτως προβλήθηκε, αφού ο αναιρεσείων κατηγορούμενος δεν επικαλέσθηκε αμετάκλητη και ως προς αυτόν δικαστική απόφαση ή βούλευμα για την ίδια πράξη ή ότι η προαναφερθείσα απόφαση του Αρείου Πάγου επεξέτεινε και ως προς αυτόν τα αποτελέσματα εκ της ασκήσεως αναιρέσεως από τον Ζ1. Εξάλλου, δεν συνέτρεχε περίπτωση και το εκδόν την προσβαλλόμενη απόφαση δικαστήριο δεν είχε εξουσία να εφαρμόσει τη διάταξη του άρθρου 469 ΚΠΔ αφού έκρινε επί της δικής του εφέσεως.
Συνεπώς, κατ' ορθή εφαρμογή του νόμου, έστω και με άλλη αιτιολογία, το Εφετείο Θεσσαλονίκης απέρριψε την περί δεδικασμένου ένσταση του αναιρεσείοντος και είναι αβάσιμος ο από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. ΣΤ του ΚΠΔ σχετικός πρώτος λόγος αναιρέσεως. Κατόπιν των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί η ένδικη αίτηση αναιρέσεως και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ.1 ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την υπ' αριθμ. 12/12-2-2008 αίτηση του Χ1, για αναίρεση της υπ' αριθμ. 3.657/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Και,
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, τα οποία ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 5 Ιουνίου 2008.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του στις 9 Ιουλίου 2008.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ