Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 818 / 2009    (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Υπέρβαση εξουσίας, Δυσφήμηση συκοφαντική, Απαράδεκτο ποινικής δίωξης.




Περίληψη:
Άσκηση ποινικής διώξεως κατά των κατηγορουμένων για συκοφαντική δυσφήμηση από κοινού εις βάρος της εγκαλούσας δικηγόρου Θεσσαλονίκης για τα διαλαμβανόμενα στην από 24-10-05 αναφορά τους κατ’ αυτής, που υποβλήθηκε στο Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης. Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης με την προσβαλλόμενη απόφασή του κήρυξε απαράδεκτη την ασκηθείσα κατά των κατηγορουμένων ποινική δίωξη για την άνω πράξη, λόγω ελλείψεως της απαιτούμενης, κατ’ άρθρο 10 παρ. 2 του Συντάγματος 54 ΚΠΔ, άδειας της πιο πάνω αρχής. Όμως η άνω έγγραφη καταγγελία των κατηγορουμένων δεν έφερε το χαρακτήρα αναφοράς με την έννοια των διατάξεων του άρθρου 10 του Συντάγματος και των άρθρων 2 και 3 του ν.δ. 796/1971 και εντεύθεν δεν απαιτείτο εν προκειμένω για την άσκηση της ποινικής διώξεως η προηγούμενη άδεια του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης. Δεκτός ο μοναδικός από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Η΄ περ. δ΄ του ΚΠΔ λόγος αναιρέσεως της κρινόμενης αιτήσεως του Εισαγγελέα Εφετών Θεσσαλονίκης.




Αριθμός 818/2009

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Ζ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Μιχαήλ Δέτση, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Γρηγόριο Μάμαλη-Εισηγητή, Θεοδώρα Γκοΐνη, Βασίλειο Κουρκάκη και Ελευθέριο Μάλλιο, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 12 Δεκεμβρίου 2007, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αντωνίου Μύτη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Χριστίνας Σταυροπούλου, για να δικάσει την αίτηση του Εισαγγελέως Εφετών Θεσσαλονίκης, περί αναιρέσεως της 2826/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης. Με κατηγορούμενους τους 1) Χ1 και 2) Χ2, κατοίκους ......, οι οποίοι δεν παρέστησαν στο ακροατήριο.
Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων Εισαγγελέας Εφετών Θεσσαλονίκης, ζητεί τώρα την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην με αριθμό και ημερομηνία 16/20-2-2007 έκθεση αναιρέσεως, η οποία συντάχθηκε ενώπιον της Γραμματέως του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης Αικατερίνης Κακάλη και καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 432/2007.

Αφού άκουσε Τον Αντεισαγγελέα, που ζήτησε να γίνει δεκτή η προκείμενη έκθεση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Κατά το άρθρο 10 παρ. 1 του Συντάγματος "καθένας ή πολλοί μαζί έχουν το δικαίωμα, τηρώντας τους νόμους του Κράτους, να αναφέρονται εγγράφως στις αρχές, οι οποίες είναι υποχρεωμένες να ενεργούν σύντομα κατά τις κείμενες διατάξεις και να απαντούν αιτιολογημένα σε εκείνον που υπέβαλε την αναφορά, σύμφωνα με το νόμο". Κατά δε την :παράγραφο 2 του ίδιου πιο πάνω άρθρου "μόνο μετά την κοινοποίηση της τελικής αποφάσεως της αρχής, στην οποίαν απευθύνεται η αναφορά, και με την άδεια της, επιτρέπεται η δίωξη εκείνου που την υπέβαλε για παραβάσεις που τυχόν υπάρχουν σ' αυτή". Εξάλλου, κατά την παρ. 1 του άρθρου 2 του ν.δ. 796/1971, που διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 7 του από 18-1-1975 Δ' ψηφίσματος της Ε' Αναθεω-ρητικής Βουλής των Ελλήνων και στη συνέχεια με το άρθρο 112 παρ. 1 του Συντάγματος, αναφορά κατά την έννοια του άρθρου 20 του κειμένου Συντάγματος του 1968, που είχε διατύπωση όμοια με αυτή του πιο πάνω άρθρου 10 του ισχύοντος Συντάγματος του 1975/1986/2001 θεωρείται το έγγραφο που διαλαμβάνει αιτιάσεις κατά ενέργειας ή παραλείψεως κάποιας αρχής ή οργάνου της, εκτός από εκείνες που αφορούν κυβερνητικές πράξεις, και το οποίο περιέχει αμέσως ή εμμέσως αίτηση για επανόρθωση ή αποτροπή ηθικής ή υλικής βλάβης. Κατά την παράγραφο δε 2 του ίδιου πιο πάνω άρθρου, δεν θεωρείται οπωσδήποτε αναφορά: α)αίτηση για παροχή απλών πληροφοριών β)ένδικο μέσο ή δικαστική πράξη ενώπιον κάθε Δικαστηρίου και γ)ενδικοφανής προσφυγή προβλεπόμενη από το νόμο. Και τέλος, κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 3 του αυτού ν.δ. 796/1971, η αναφορά απευθύνεται στην αρμόδια αρχή ή στην προϊσταμένη της αρχή ή σ' αυτήν που την εποπτεύει. Από το συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων σαφώς συνάγεται ότι, τότε μόνο ορισμένο έγγραφο έχει, κατά την έννοια αυτών, το χαρακτήρα αναφοράς, ώστε η ποινική δίωξη εκείνου που την υποβάλλει να υπόκειται στις προϋποθέσεις της παρ. 2 του άρθρου 10 του Συντάγματος, όταν: α) περιλαμβάνει αιτιάσεις κατά ενέργειας ή παραλείψεως κάποιας αρχής ή οργάνου της, β) περιέχει συγχρόνως, αμέσως ή εμμέσως, αίτημα για επανόρθωση ή αποτροπή ηθικής ή υλικής βλάβης και γ) απευθύνεται σε αρχή, η οποία ασκεί διοικητική εξουσία και είναι από το νόμο αρμόδια και υπόχρεη να επανορθώσει ή να αποτρέψει τις επιζήμιες συνέπειες που επήλθαν από την ενέργεια ή την παράλειψη (Ολ. ΑΠ 1241/1984, 1245/1986 ΑΠ 526/2004). Αν λείπει οποιαδήποτε από τις πιο πάνω προϋποθέσεις, δεν έχουν εφαρμογή οι περί απαραδέκτου της ποινικής διώξεως διατάξεις των άρθρων 41, 5 και 370 εδάφ. γ' του Κ.Ποιν.Δ, λόγω μη συνδρομής των όρων του άρθρου 10 παρ. 2 του Συντάγματος, το δε Δικαστήριο που, παρόλα αυτά, κηρύσσει απαράδεκτη την ασκηθείσα ποινική δίωξη κατ' εκείνου που υπέβαλε αναφορά, η οποία δεν απολαμβάνει την άνω προστασία, υποπίπτει σε αρνητική υπέρβαση εξουσίας, ιδρύουσα, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Η' περίπτ. δ' του KΠοινΔ, λόγο αναιρέσεως. Στην προκείμενη περίπτωση, οι κατηγορούμενοι α) Χ1 και β) Χ2 υπέβαλαν την υπ' αριθ. 9076/24-10-2005 έγγραφη αναφορά τους, που ως έγγραφο της δικογραφίας επιτρεπτώς λαμβάνεται υπόψη από τον Άρειο Πάγο προς διαπίστωση της βασιμότητας ή μη του παρακάτω ερευνωμένου λόγου αναιρέσεως, απευθυνόμενη προς τον Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, με το εξής περιεχόμενο: "Κύριε Πρόεδρε, Στις 26 Μαΐου 2005 σαν εκπρόσωποι 53 από τους 56 συνολικά ιδιοκτήτες του παραθεριστικού συγκροτήματος "......", που βρίσκεται στην ......, είχαμε υποβάλει έγγραφη καταγγελία κατά της Δικηγόρου κ. Α, ΑM ..., κατοίκου ......, οδός ......, η οποία κάνοντας κατάχρηση της Δικηγορικής της ιδιότητας προσπαθεί με κάθε μέσον να παρακωλύσει την προσπάθεια μας για τη σύνταξη κανονισμού λειτουργίας του συγκροτήματός μας.
Στη συνέχεια στις 30-05-2005, τέσσερις μέρες δηλαδή αργότερα, θεωρήσαμε επιβεβλημένο να προβούμε στην ανάκληση της καταγγελίας μας, όταν πληροφορηθήκαμε από άλλο μέλος του συγκροτήμάτος, και συγκεκριμένα από τον σημερινό Διαχειριστή, κύριο Β, ότι είχε αναληφθεί πρωτοβουλία και σχετική προσπάθεια να πεισθεί η ανωτέρω Δικηγόρος να άρει τις αντιρρήσεις της και στην εκδίκαση της Αγωγής μας, σε λίγες μέρες (15-06-2005) αυτή να συζητηθεί, μετά από δύο αναβολές, για να καταλήξουμε επιτέλους στο επιθυμητό αποτέλεσμα. Σκεφτήκαμε τότε ότι θα ήταν ανεπίτρεπτο, κατά το στάδιο των συνεννοήσεων να υπάρχει ταυτόχρονα και μια καταγγελία. Δυστυχώς όμως οι ελπίδες και οι προσδοκίες μας διαψεύσθηκαν, όταν διαπιστώσαμε, οι 15 και πλέον συνιδιοκτήτες που είχαμε παρευρεθεί στις 15-06-2005 στο Πρωτοδικείο Χαλκιδικής στον ...... για να παρακολουθήσουμε την εκδίκαση, ότι η Δικηγόρος, κ. Α, μετά της στενής της φίλης και επίσης συνιδιοκτήτριας κ. Γ, που πάντα την ακολουθεί σε όλες τις ενέργειές της, με την αυτοπρόσωπη παρουσία τους στο Δικαστήριο, όχι μόνο δεν διευκόλυναν την ομαλή εκδίκαση, αλλά απεναντίας έκαναν ότι ήταν δυνατόν για να επηρεάσουν αρνητικά την Δικηγόρο Χαλκιδικής κ. Δ, η οποία εκτάκτως μας εκπροσωπούσε κατ' αυτήν την δικάσιμο, λόγω σοβαρού και έκτακτου κωλύματος του τακτικού μας Δικηγόρου, κ. Ε, με την επαπειλούμενη υποβολή ενστάσεως για έλλειψη πληρεξουσιότητας από μέρους μας. Η Δικηγόρος, κ. Δ, φοβούμενη τις συνέπειες "όπως μας δικαιολογήθηκε" που θα προέκυπταν σε βάρος της στην περίπτωση που υποβάλλονταν η ένσταση, προτίμησε να παραιτηθεί του Δικογράφου και έτσι οδηγηθήκαμε παρά τη θέλησή μας στην ματαίωση της δεύτερης αγωγής μας, αφού δεν υπήρχε δυνατότης και τρίτης αναβολής. Όλα τα ανωτέρω έλαβαν χώρα κάτω από τα βλέμματα και την απογοήτευση των 15 συνιδιοκτητών που άφωνοι παρακολουθούσαν τις δυσάρεστες εξελίξεις. Θα θέλαμε όμως εδώ να προσθέσουμε ότι μια βαριά σκιά καλύπτει τις σκέψεις των περισσοτέρων από τους παρευρεθέντες στο Δικαστήριο συνιδιοκτήτες σε ότι αφορά την αιφνίδια αλλαγή της συμπεριφοράς και τις ενέργειες της Δικηγόρου Χαλκιδικής, κ. Δ, την τελευταία κυριολεκτικά στιγμή. Η Δικηγόρος, κ. Α, τόσο πριν όσο και μετά τη λήξη της συνεδριάσεως του Δικαστηρίου, προκειμένου να αντιμετωπίσει τις δικαιολογημένες διαμαρτυρίες των συνιδιοκτητών, που είχαν προσέλθει στο Δικαστήριο για να πανηγυρίσουν, όπως πίστευαν, το τέλος της ταλαιπωρίας μας, για να δικαιολογήσει τη συμπεριφορά της, δήλωσε ότι έχει δικό της σχέδιο κανονισμού με ορισμένες μικροτροποποιήσεις στο δικό μας σχέδιο, το οποίο μάλιστα το έχει έτοιμο στην τσάντα της και υποσχέθηκε ότι στην αμέσως προσεχή Γενική Συνέλευση, θα το παρουσίαζε και έτσι θα έπαιρνε τέλος το θέμα και θα οδηγούμασταν απ' ευθείας σε συμβολαιογράφο, αφού δε θα υπήρχε πλέον ζήτημα Δικαστικής παρεμβολής. Στη Γενική Συνέλευση της 10-07-2005, που ακολούθησε, παρευρέθηκαν 26 ιδιοκτήτες, που το ποσοστό συνιδιοκτησίας και ψήφων κάλυπτε τα 730 χιλιοστά της συνολικής περιουσίας. Όμως, οι τρεις αντίθετες και εναγόμενες στο θέμα του Κανονισμού κ. Α, που εκπροσωπούσε την ιδιοκτήτρια μητέρα της κ. ΣΤ, και οι αδελφές κ. Γ και κ. Ζ, δεν προσήλθαν εξαπατώντας για μια ακόμη φορά τους υπόλοιπους ιδιοκτήτες. Αλλά η κ. Α δεν αρκέσθηκε μόνο σ' αυτό. Αρνήθηκε να παραλάβει την συστημένη επιστολή που της απέστειλε η συσταθείσα από τη Γενική Συνέλευση επιτροπή για να την ενημερώσει σε όσα ομόφωνα αποφασίστηκαν σε αυτή (Γ.Σ.). Τούτο δε παρά το γεγονός ότι από το αρμόδιο γραφείο των ΕΛΤΑ, της εστάλησαν τρεις διαδοχικές προσκλήσεις και είχε τηλεφωνικά ενημερωθεί, για την αποστολή της Συστημένης επιστολής, από τους εκπροσώπους μας. Μετά τα ανωτέρω βρισκόμαστε δυστυχώς στην ανάγκη να ασκήσουμε για τρίτη φορά αγωγή για το απλούστατο αυτό θέμα, αφού οι δυο προηγούμενες, λόγω των απίθανων ενεργειών της κ. Α, δεν κατέστη δυνατόν ούτε καν να συζητηθούν. Η περιγραφή αναλυτικά των διαφόρων τεχνασμάτων που κατά καιρούς χρησιμοποίησε η ανωτέρω, θα απαιτούσε πολύ χρόνο και θα κάλυπτε αμέτρητες σελίδες και γι' αυτό θα θεωρούσαμε τους εαυτούς μας υποχρεωμένους κ. Πρόεδρε, οι υπογράφοντες την παρούσα καταγγελία, αν κρίνατε σκόπιμο και απαραίτητο να κληθούμε για να σας αναπτύξουμε προφορικά και με στοιχεία. Κατά την γνώμη όλων σχεδόν των συνιδιοκτητών, ο μοναδικός λόγος της απαράδεκτης συμπεριφοράς της κ. Α στο θέμα του Κανονισμού, είναι η επιθυμία της να υπάρχει αναρχία στο συγκρότημα, αφού έτσι μπορούν να μην συμμορφώνονται στις αποφασίσεις των Γενικών Συνελεύσεων και να μη μετέχουν στις δαπάνες των κοινοχρήστων. Ήδη οι ανωτέρω τρεις και άλλοι τόσοι, που οι ίδιες παροτρύνουν, χρωστούν τα κοινόχρηστα των τελευταίων τριών ετών. Σαν δικαιολογία μεταξύ άλλων, επικαλούνται και την μη ύπαρξη Κανονισμού για τη σύνταξη του οποίου πεισμόνως και κατ' εξακολούθηση αντιδρούν. Συνημμένα σας στέλνουμε τις πρώτες και τελευταίες σελίδες των δύο αγωγών μας που έχουμε ασκήσει, το κυρίως μέρος του σχεδίου του κανονισμού, φωτοαντίγραφο του φακέλου των ΕΛΤΑ με τη συστημένη επιστολή της επιτροπής προς την κ. Α, καθώς και φωτοαντίγραφο της διαμαρτυρίας του Δικηγόρου Χαλκιδικής, κ. Η, ο οποίος είχε αναλάβει την υπόθεση και την άσκηση της δεύτερης αγωγής μας, προς τον Δικηγορικό Σύλλογο Χαλκιδικής, τον οποίο για αρκετές μέρες, όπως πληροφορηθήκαμε, είχε απασχολήσει το θέμα, λόγω γενικότερου ενδιαφέροντος.
Κύριε πρόεδρε, Παίρνουμε το θάρρος να σας απασχολήσουμε για ακόμη μια φορά, γνωρίζοντας ότι τα θέματα που απασχολούν τον δεύτερο σε κύρος και μέγεθος Δικηγορικό Σύλλογο της χώρας, είναι και πολλά και ασφαλώς πολύ σοβαρότερα από το θιγόμενο. Όμως πιστέψτε μας, η πικρία μας είναι πολύ μεγάλη και η αγανάκτηση μας δεν περιγράφεται, όταν με τόση απερισκεψία, με τόση κακία και πείσμα, ένα μέλος του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, χωρίς να προτείνει εναλλακτικές προτάσεις ή διαφοροποιήσεις στο περιεχόμενο του σχεδίου του Κανονισμού, ενεργεί καταστροφικά και συνεχώς τορπιλίζει την προσπάθεια 50 και πλέον συνανθρώπων της, συνιδιοκτητών της, τρία και πλέον χρόνια, με αναβολές που ζητά και παράλογες αμφισβητήσεις. Πώς είναι δυνατόν να παραδεχτούμε εμείς οι 53 από τους 56 συνολικά συνιδιοκτήτες, ότι ένα και μόνο άτομο, έστω και αν το άτομο αυτό είναι Δικηγόρος, έχει τη δυνατότητα επί τρία και πλέον χρόνια, να παρεμποδίζει την έγκριση ενός κανονισμού λειτουργίας του συγκροτήματος, όχι με Δικαστικές αποφάσεις, αλλά με αναβολές και την ματαίωση συζητήσεων στα Δικαστήρια, που επιτυγχάνει με ανέντιμες και αντιδεοντολογικές μεθόδους, που βέβαια δεν συνάδουν προς την σωστή άσκηση του Δικηγορικού επαγγέλματος, αφού, όπως είναι γενικά παραδεκτό, o Δικηγόρος δεν ασκεί μόνο επάγγελμα, αλλά κυρίως ασκεί λειτούργημα. Πώς είναι ακόμη δυνατόν ένα άτομο, μια έστω Δικηγόρος, που δεν χαίρει ιδιαίτερης εκτιμήσεως από την μεγάλη πλειοψηφία των συνιδιοκτητών, να μπορεί να επηρεάζει αρνητικά την λειτουργία της μικρής κοινωνίας του παραθεριστικού μας Συγκροτήματος. Δεν είναι καταχρηστική η άσκηση των δικαιωμάτων της ως Δικηγόρου, η υποβολή τεσσάρων μηνύσεων κατά ευυπόληπτων συνιδιοκτητών της τα τελευταία χρόνια για μικροπαρεξηγήσεις που όπως είναι φυσικό δημιουργούνται μερικές φορές, και μάλιστα, κατά κοινή ομολογία, από υπαιτιότητα της ιδίας". Η μνημονευόμενη στην πιο πάνω έγγραφη αναφορά δικηγόρος Α, που είναι μέλος του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, θεώρησε ότι το περιεχόμενο της αναφοράς αυτής ήταν ψευδές και συκοφαντικό γι' αυτήν γι' αυτό το λόγο υπέβαλε σχετική έγκληση κατά των άνω κατηγορουμένων, που υπογράφουν την ειρημένη αναφορά τους ως εκπρόσωποι του άνω παραθεριστικού συγκροτήματος "......" για τη σύνταξη του κανονισμού. Στη συνέχεια ασκήθηκε από τον αρμόδιο Εισαγγελέα ποινική δίωξη εις βάρος των κατηγορουμένων για συκοφαντική δυσφήμηση από κοινού και παραπέμφθηκαν αυτοί για να δικασθούν για την εν λόγω πράξη στο ακροατήριο του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης, το οποίο με την προσβαλλόμενη υπ' αριθ. 2826/2007 απόφασή του κήρυξε απαράδεκτη την ασκηθείσα κατά των κατηγορουμένων για την ανωτέρω πράξη ποινική δίωξη με την εξής αιτιολογία: "Στη συγκεκριμένη περίπτωση, οι κατηγορούμενοι κατηγορούνται σύμφωνα με το περιεχόμενο της από 24-1-2006 εγκλήσεως της Α, δικηγόρου Θεσσαλονίκης, για το ότι υπέβαλαν εναντίον της τελευταίας την από 24-10-2005 αναφορά τους προς τον Δ.Σ. Θεσσαλονίκης (ο οποίος είναι Ν.Π.Δ.Δ. (βλ. αρθρ. 194 του Κωδ. περί Δικηγόρων) με το περιεχόμενο που αναφέρεται στο διατακτικό της παρούσης και το αίτημα σ' αυτή (αναφορά) των συστάσεων προς αυτή προς αποτροπή της βλάβης τους από την επικαλούμενη σ' αυτή (αναφορά) συμπεριφορά της αναφερόμενης- νυν εγκαλούσης. Η εν λόγω αναφορά ενέχει, σύμφωνα με τα παραπάνω, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, τα στοιχεία της κλασικής αναφοράς που προβλέπεται από την παραπάνω διάταξη του Συντάγματος και για την πρόοδο της ποινικής δίκης απαιτείται η από το άρθρο 54 του ΚΠΔ προβλεπόμενη άδεια αρχής. Όμως από κανένα στοιχείο της δικογραφίας δεν προκύπτει ότι υπήρχε αυτή η άδεια για την άσκηση κατά των κατηγορουμένων της ποινικής δίωξης για το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμησης από κοινού (αρθρ. 363 σε συνδ. 362, 45 Π.Κ.) και γι' αυτό πρέπει κατ' αυτεπάγγελτο έρευνα, να κηρυχθεί απαράδεκτη η εν λόγω ασκηθείσα ποινική δίωξη, σημειωμένου ότι νομότυπα υποβλήθηκε η έγκλησή της ως άνω εγκαλούσης, αφού, όπως προειπώθηκε, για την υποβολή της δεν απαιτείται άδεια της αρχής".
Με το μοναδικό λόγο της υπό κρίση αιτήσεως αναιρέσεως του Εισαγγελέα Εφετών Θεσσαλονίκης υποστηρίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης, που έκρινε ως ανωτέρω, είναι αναιρετέα για αρνητική υπέρβαση εξουσίας, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Η' περ. δ' του Κ.Ποιν.Δ. Ο λόγος αυτός αναιρέσεως της κρινόμενης αιτήσεως είναι βάσιμος, καθόσον το πιο πάνω έγγραφο των κατηγορουμένων, που υποβλήθηκε απ' αυτούς στον Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, διαλαμβάνει απλώς καταγγελία και αιτιάσεις αυτών κατά της εγκαλούσας, που ήταν πληρεξούσια δικηγόρος της μητέρας της και άλλων συνιδιοκτητών του άνω παραθεριστικού συγκροτήματος, για ανάρμοστη και αντιδεοντολογικής συμπεριφορά της έναντι των λοιπών συνιδιοκτητών που συνίσταται στην εκ μέρους της παρεμβολή, με διάφορες δικαιολογίες, δυσχερειών στην σύνταξη σχετικού κανονισμού λειτουργίας του άνω συγκροτήματος ή σε κάθε περίπτωση περιέχει επί πλέον το έγγραφο αυτό, κατ' εκτίμηση του περιεχομένου του, και αίτημα των κατηγορουμένων για την επιβολή πειθαρχικών κυρώσεων κατά της άνω δικηγόρου ένεκα πειθαρχικού παραπτώματός της. Όμως, η ανωτέρω έγγραφη καταγγελία των κατηγορουμένων δεν διαλαμβάνει συγχρόνως, αμέσως ή εμμέσως, και αίτημα για επανόρθωση ή αποτροπή της ηθικής ή υλικής βλάβης από τις καταγγελόμενες πράξεις ή παραλείψεις αυτής. Άλλωστε, ο Δικηγορικός Σύλλογος, ως προϊσταμένη αρχή της καταγγελλομένης πιο πάνω δικηγόρου, δεν έχει από καμιά διάταξη του Δικηγορικού Κώδικα (ν.δ 3026/1954) την αρμοδιότητα εκδόσεως πράξεων εις βάρος των μελών του δικηγόρων με περιεχόμενο τις συμβάσεις ή υποδείξεις ή υπενθυμήσεις προς αυτούς και εν προκειμένω προς την εγκαλούσα για επίδειξη αξιοπρεπούς συμπεριφοράς κατά την άσκηση των καθηκόντων της και καταβολή προσπάθειας προς συμβιβαστική επίλυση της διαφοράς και μη παρέλκυση των δικών, υποχρέωση που επιβάλλεται στην τελευταία από το νόμο (άρθρο 46 ν.δ. 3026/1954), προς ικανοποίηση του αιτήματος των κατηγορουμένων, ώστε να υφίσταται υποχρέωση του άνω Συλλόγου προς ανόρθωση ή αποτροπή της επικαλούμενης βλάβης. Έτσι, η ανωτέρω έγγραφη καταγγελία των κατηγορουμένων δεν έχει το χαρακτήρα της αναφοράς κατά την έννοια των προαναφερθεισών διατάξεων του Συντάγματος και του ν.δ. 796/1971, και κατά συνέπεια δεν απαιτείτο για την άσκηση της ποινικής διώξεως, ένεκα παραβάσεων που τυχόν έχουν τελεσθεί με αυτή, η προηγούμενη άδεια του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης. Επομένως, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης, που δέχθηκε, κατά τα ανωτέρω, τα αντίθετα και κήρυξε με την προσβαλλόμενη πιο πάνω απόφασή του απαράδεκτη την κατά των κατηγορουμένων α) Χ1 και β) Χ2 ασκηθείσα Ποινική δίωξη για συκοφαντική δυσφήμηση από κοινού εις βάρος της εγκαλούσας, δικηγόρου Θεσσαλονίκης, Α, υπερέβη την απονεμηθείσα σ' αυτό εξουσία προς εκδίκαση της πιο πάνω υποθέσεως. Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, είναι βάσιμος ο σχετικός από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Η' περ. δ' Κ.Ποιν.Δ πιο πάνω λόγος αναιρέσεως της κρινόμενης αιτήσεως του Εισαγγελέα Εφετών Θεσσαλονίκης και πρέπει, κατά παραδοχή αυτού, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, αφού είναι δυνατή η συγκρότησή του από άλλους Δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως (άρθρο 519 Κ.Ποιν.Δ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΑΝΑΙΡΕΙ την υπ' αριθ. 2826/2007 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης. Και

ΠΑΡΑΠΕΜΠΕΙ την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, συντιθέμενο από άλλους Δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 19 Ιουνίου 2008.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 23 Μαρτίου 2009.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή