Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1077 / 2008    (Ε, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Ανθρωποκτονία από πρόθεση.




Περίληψη:
Απορρίπτει αναίρεση για έλλειψη αιτιολογίας και εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή ουσιαστικών ποινικών διατάξεων καταδικαστικής αποφάσεως για απόπειρα ανθρωποκτονίας κατά συρροή.





Αριθμός 1077/2008


ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ


Ε' Ποινικό Τμήμα


Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ηρακλή Κωνσταντινίδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Κούκλη, Ελευθέριο Νικολόπουλο, Αναστάσιο Λιανό - Εισηγητή και Βιολέττα Κυτέα, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 7 Μαρτίου 2008, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Κυριάκου Καρούτσου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Ευδοκίας Φραγκίδη, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ1 και ήδη κρατουμένου στο Γενικό Κατάστημα Κράτησης Α' Τύπου Μαλανδρίνου, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Φραγκίσκο Ραγκούση, περί αναιρέσεως της 494-497/2007 αποφάσεως του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Αθηνών. Το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του, διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 21 Δεκεμβρίου 2007 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 63/2008.

Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
1. Κατά το άρθρο 299 ΠΚ, όπως ισχύει μετά την κατάργηση της θανατικής ποινής με το άρθρο 33 του ν. 2172/1993, όποιος με πρόθεση σκότωσε άλλον, τιμωρείται με ισόβια κάθειρξη. Αν η πράξη αποφασίστηκε και εκτελέστηκε σε βρασμό ψυχικής ορμής, επιβάλλεται η ποινή της πρόσκαιρης κάθειρξης. Κατά δε το άρθρο 42 παρ. 1 του ίδιου κώδικα, όποιος, έχοντας αποφασίσει να εκτελέσει κακούργημα ή πλημμέλημα, επιχειρεί πράξη που περιέχει τουλάχιστον αρχή εκτελέσεως, τιμωρείται, αν το κακούργημα ή πλημμέλημα δεν ολοκληρώθηκε, με ποινή ελαττωμένη (άρθρο 83). Τέτοια απόπειρα υπάρχει όταν ο δράστης που αποφάσισε να εκτελέσει την ανθρωποκτονία, επιχειρεί πράξη που περιέχει αρχή εκτελέσεως του εγκλήματος αυτού, το οποίο δεν ολοκληρώθηκε από εξωτερικά εμπόδια και όχι από δική του θέληση. Αρχή εκτελέσεως του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας από πρόθεση, υπάρχει όταν έχει αρχίσει η πραγμάτωση της αντικειμενικής υποστάσεώς του, πράγμα που συμβαίνει και όταν η επιχειρούμενη πράξη περιέχει κάποια ενέργεια του δράστη που βρίσκεται σε τέτοια σχέση και συνάφεια με την αποφασισθείσα πράξη, ώστε κατά τη φυσική σειρά των πραγμάτων να θεωρείται εκείνη μέρος της εγκληματικής πράξης που αποφασίστηκε. Εξάλλου, η καταδικαστική απόφαση έχει την ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία που απαιτείται κατά τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ίδιου Κώδικα λόγο αναιρέσεως, όταν σ' αυτήν περιέχονται με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, που προέκυψαν από τη διαδικασία στο ακροατήριο, σχετικά με τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία του εγκλήματος, οι αποδείξεις επί των οποίων θεμελιώνονται τα περιστατικά αυτά, καθώς και οι σκέψεις με τις οποίες το δικαστήριο υπήγαγε τα αποδειχθέντα περιστατικά στην εφαρμοσθείσα ποινική διάταξη. Ειδικά ως προς τα αποδεικτικά μέσα, για την πληρότητα της αιτιολογίας αρκεί να προσδιορίζονται απλώς κατά κατηγορίες, χωρίς να απαιτείται αναλυτική παράθεσή τους και μνεία του τι προκύπτει από το καθένα, ούτε είναι απαραίτητη η αξιολογική συσχέτιση των διαφόρων αποδεικτικών μέσων μεταξύ τους. Ωστόσο πρέπει να συνάγεται ότι το δικαστήριο έλαβε υπόψη του και συνεκτίμησε όλα τα αποδεικτικά μέσα και όχι μόνο μερικά από αυτά για να μορφώσει την κρίση του περί της ενοχής του κατηγορουμένου. Αντίθετα η μη ορθή κρίση και αξιολόγηση των αποδεικτικών μέσων δεν δημιουργεί λόγο αναιρέσεως εφόσον περί αυτών κρίνει κυριαρχικώς το δικαστήριο της ουσίας. Περαιτέρω, εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης, που συνιστά τον από το άρθρο 510 παρ. 1 Ε' ΚΠΔ λόγο αναίρεσης, υφίσταται, όταν ο δικαστής προσδίδει σε αυτή διαφορετική έννοια από εκείνη, που έχει πραγματικά, ή όταν δεν υπήγαγε σωστά τα περιστατικά που δέχθηκε στις εφαρμοσθείσες διατάξεις, περίπτωση δε τέτοιας εφαρμογής συντρέχει και όταν η παράβαση των διατάξεων αυτών γίνεται εκ πλαγίου, όπως όταν έχουν εμφιλοχωρήσει στο πόρισμα της απόφασης, το οποίο περιλαμβάνεται στον συνδυασμό του διατακτικού προς το σκεπτικό της και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να μην είναι εφικτός ο αναιρετικός έλεγχος για την ορθή ή όχι εφαρμογή του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσης.
2. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το σκεπτικό σε συνδυασμό με το διατακτικό της προσβαλλόμενης υπ' αριθμ. 494-497/2007 απόφασης, το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Αθηνών δέχτηκε ότι από τα αποδεικτικά στοιχεία, τα οποία λεπτομερώς κατ' είδος αναφέρει, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: "Στις 14-4-1996 οι Αρχιφύλακες Γ1 και Γ2, είχαν επιληφθεί με το περιπολικό τους σε ένα τροχαίο ατύχημα στην περιοχή ...., όπου είχε σχεδόν σταματήσει η κυκλοφορία και τα οχήματα διήρχοντο με μικρή ταχύτητα. Μεταξύ των οχημάτων που διήλθαν από το συγκεκριμένο σημείο, οι παραπάνω αστυνομικοί εντόπισαν και το με αριθμό κυκλοφορίας ..... μικρό φορτηγό αυτοκίνητο με οδηγό τον κατηγορούμενο, Χ1 και συνοδηγούς δύο άτομα. Ο Γ1 αναγνώρισε, αμέσως, τον οδηγό κατηγορούμενο, ο οποίος είχε αναπτύξει εγκληματική δραστηριότητα στην περιοχή και έφερε το ψευδώνυμο ".....". Αμέσως, οι αστυνομικοί ειδοποίησαν το κέντρο της Άμεσης Δράσης για την παρουσία του κατηγορουμένου και άρχισαν να καταδιώκουν αυτόν, ο οποίος φοβούμενος να μη συλληφθεί, ξαφνικά, ανέπτυξε μεγάλη ταχύτητα κατευθυνόμενος προς το ..... Μετά από λίγα λεπτά της ώρας ενεπλάκη στην καταδίωξη και άλλο περιπολικό, το οποίο οδηγούσε ο Γ3 με συνοδηγό τον Αρχιφύλακα Γ4. Η καταδίωξη συνεχίστηκε με αμείωτη ένταση σε χωματόδρομους του ..... Λίγα μέτρα πίσω από το αυτοκίνητο που οδηγούσε ο κατηγορούμενος, ακολουθούσε το περιπολικό με πλήρωμα τους Γ3 και Γ4και αρκετά μέτρα πιο πίσω βρισκόταν το δεύτερο περιπολικό με πλήρωμα τους Γ1 και Γ2, Ο κατηγορούμενος οδηγός ήταν οπλισμένος με κοντόκανη καραμπίνα με την οποία στόχευε και πυροβολούσε το "παρμπρίζ" του περιπολικού που τον ακολουθούσε. Σε κάποιο σημείο το αυτοκίνητο του κατηγορουμένου εγκλωβίστηκε σε αδιέξοδο. Τότε αυτός, πραγματοποιώντας απότομο ελιγμό, έστρεψε το αυτοκίνητο του προς την αντίθετη κατεύθυνση από το πρώτο περιπολικό που τον ακολουθούσε και πριν ξεκινήσει με μεγάλη ταχύτητα στόχευσε στο εμπρόσθιο παρμπρίζ, του από αντίθετη κατεύθυνση ερχομένου περιπολικού, πυροβολώντας με την καραμπίνα που κρατούσε στα χέρια του, από απόσταση λίγων μέτρων. Τα σκάγια τρύπησαν το τζάμι και τραυμάτισαν στο πρόσωπο και τα χέρια το συνοδηγό του περιπολικού Γ4. Εξαιτίας της υπάρξεως του παρμπρίζ οι βολίδες από τα σκάγια του όπλου, που κρατούσε ο κατηγορούμενος ανακόπηκαν, με συνέπεια να αποτραπεί ο ανθρωποκτόνος σκοπός του κατηγορουμένου. Περαιτέρω, δεν αποδείχθηκε ότι ο κατηγορούμενος είχε τη δυνατότητα να στοχεύσει και να επιφέρει την οποιαδήποτε δυσμενή συνέπεια ή τραυματισμό εναντίον του πληρώματος του δευτέρου περιπολικού που τον κατεδίωκε, με πλήρωμα τους Αρχιφύλακες Γ1 και Γ2, αφού η απόσταση που τον χώριζε από το δεύτερο αυτό περιπολικό ήταν μεγάλη και επιπλέον παρεμβαλλόταν και το άλλο περιπολικό, το οποίο δέχθηκε τα πυρά του. Πρέπει, δε να σημειωθεί, ότι το περιπολικό με πλήρωμα τους αστυνομικούς Γ1 και Γ2, δεν δέχθηκε βολίδες από το όπλο του κατηγορουμένου, σε αντίθεση με το άλλο, "που βλήθηκε κατά επανάληψη". Είναι προφανές ότι ο κατηγορούμενος πυροβολώντας συνεχώς και στοχεύοντας από πολύ μικρή απόσταση εναντίον των αστυνομικών Γ4 και Γ3, ευρισκόμενος σε ήρεμη ψυχική κατάσταση είχε ανθρωποκτόνο σκοπό, ο οποίος δεν επετεύχθη από γεγονός άσχετο της θελήσεως του, δηλαδή αϊτό τη διασπορά των βολίδων κατά την πρόσκρουση τους, στο εμπρόσθιο "παρμπρίζ" του περιπολικού, όπως άλλωστε προαναφέρθηκε. Κατ' ακολουθία των προαναφερθέντων το παρόν Δικαστήριο, άγεται κατά πλειοψηφία (αποτελούμενη από τις ψήφους των: Παναγιώτη Αθανασόπουλου, Προέδρου, Ιωάννας Κατσουλίδη και Αικατερίνης Διακουμάκου, Πλημμελειοδικών, καθώς και των ενόρκων: Αγγελικής Ευθυμίου, Σωτηρίου Γιόκα και Ιωάννη Σπανού), στην κρίση ότι ο κατηγορούμενος πρέπει να κηρυχθεί ένοχος του κακουργήματος της απόπειρας ανθρωποκτονίας κατά συρροή σε βάρος των αστυνομικών Γ4 καιΓ3, όπως οι παραπάνω πράξεις προβλέπονται και τιμωρούνται από τις διατάξεις των άρθρων 1, 14, 16, 26 παρ. 1, 27 παρ. 1, 42 παρ. 1, 51, 52, 53, 57, 60, 63, 94 παρ. 1 και 299 παρ. 1 του Π.Κ. Κατά την άποψη της μειοψηφίας (αποτελούμενη από την ψήφο της ενόρκου Ειρήνης Κέντζη), ο κατηγορούμενος πρέπει να κηρυχθεί αθώος για την παραπάνω πράξη. Πρέπει, επίσης, ομόφωνα, ο κατηγορούμενος να κηρυχθεί αθώος για την αξιόποινη πράξη της απόπειρας ανθρωποκτονίας κατά συρροή σε βάρος των αστυνομικών Γ1 και Γ2".
3. Με αυτά που δέχθηκε το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Αθηνών διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την κατά τα άνω απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού α) παραθέτει, κατά το είδος και την κατηγορία τους, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία προέκυψαν τα παραπάνω δεκτά γενόμενα ως αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά, που, όπως προκύπτει από την απόφαση, ελήφθησαν όλα υπόψη από το δικαστήριο και συνεκτιμήθηκαν για να στηριχθεί η περί ενοχής κρίση του και β) εκθέτει με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, όλα τα πραγματικά περιστατικά που συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση, και τις ενέργειες του δράστη που συνιστούν την αρχή εκτελέσεως του εγκλήματος της απόπειρας ανθρωποκτονίας κατά συρροή, για το οποίο κήρυξε ένοχο τον αναιρεσείοντα, καθώς και τις σκέψεις, με τις οποίες υπήγαγε τα περιστατικά αυτά στις σχετικές ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 299 παρ. 1, 94 και 42 Π.Κ. τις οποίες εφάρμοσε ορθά, χωρίς να τις παραβιάσει εκ πλαγίου και να στερήσει έτσι την απόφαση από νόμιμη βάση. Ειδικότερα, αιτιολογείται πλήρως στην απόφαση, η ανθρωποκτόνος πρόθεση του αναιρεσείοντος, ήτοι η βούλησή του να φονεύσει τους παθόντες αστυνομικούς πυροβολώντας αυτούς με καραμπίνα. Ότι η ενέργειά του αυτή ήταν απολύτως ικανή να επιφέρει το θάνατο των παθόντων, ο οποίος τελικά δεν επήλθε από λόγους ανεξάρτητους της βουλήσεως του δράστη, ήτοι γιατί, τα σκάγια σταμάτησαν στο παρμπρίζ του περιπολικού στο οποίο αυτοί επέβαιναν. Εκτίθεται ακόμη στην απόφαση, ότι ο αναιρεσείων αποφάσισε και εκτέλεσε την πράξη του, ευρισκόμενος σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, παρατίθενται δε τα περιστατικά από τα οποία το δικαστήριο συνήγαγε την κρίση του αυτή. Κατ' ακολουθίαν, οι από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' και Ε' ΚΠΔ, λόγοι αναιρέσεως με τους οποίους προβάλλεται η έλλειψη αιτιολογίας της προσβαλλομένης αποφάσεως και η εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των παραπάνω ουσιαστικών διατάξεων, είναι αβάσιμοι. Κατά τα λοιπά οι ίδιοι λόγοι, με τους οποίους, υπό την επίκληση της έλλειψης αιτιολογίας και νόμιμης βάσης της προσβαλλόμενης απόφασης, επιχειρείται αντίθετη αξιολόγηση των αποδεικτικών μέσων ή αμφισβητείται η κρίση του Δικαστηρίου ως προς τι προκύπτει από κάθε αποδεικτικό στοιχείο, περιέχουν ανεπίτρεπτη προσβολή της αναγόμενης σε πράγματα κρίσης του Δικαστηρίου, και πρέπει να απορριφθούν ως απαράδεκτοι. Με τον τελευταίο λόγο αναιρέσεως κατ' ορθή εκτίμηση αυτού, ο αναιρεσείων πλήττει την προσβαλλόμενη απόφαση, για έλλειψη ακροάσεως, επικαλούμενος ότι το δικαστήριο, αγνόησε το υποβληθέν αίτημά του για επίδειξη των φωτογραφιών του βληθέντος περιπολικού. Και ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, προεχόντως διότι στηρίζεται στην εσφαλμένη προϋπόθεση ότι ζητήθηκε η επίδειξη των φωτογραφιών, ενώ προκύπτει από τα πρακτικά ότι δεν υποβλήθηκε από τον αναιρεσείοντα τέτοιο αίτημα. Μετά από αυτά αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος προς έρευνα πρέπει να απορριφθεί η αίτηση αναιρέσεως και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα αιτούντα (άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠΔ).


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 21 Δεκεμβρίου 2007 αίτηση του Χ1, για αναίρεση της υπ' αριθ. 494-497/2007 αποφάσεως του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Αθηνών. Και,
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) Ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 21 Μαρτίου 2008. Και,
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο, στις 16 Απριλίου 2008.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή