Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 2702 / 2008    (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Ψευδής υπεύθυνη δήλωση, Υφαρπαγή ψευδούς βεβαίωσης, Πολιτική αγωγή, Παραβίαση κανόνων οικοδομικής.




Περίληψη:
Παραβίαση κανόνων οικοδομικής. Ψευδής δήλωση. Υφαρπαγή ψευδούς βεβαιώσεως. Νομότυπη άσκηση πολιτικής αγωγής, αφού στην έγκληση περιλαμβάνεται λεκτική διατύπωση, που έχει το νόημα της άμεσης και ανεπιφύλακτης, κατά την υποβολή της, παραστάσεως του δηλούντος ως πολιτικώς ενάγοντος. Διακοπή με την υποβολή της παραπάνω έγκλησης του χρόνου της παραγραφής. Νόμιμη η παράσταση της πολιτικής αγωγής για την πράξη της παραβίασης των κανόνων οικοδομικής. Ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της απόφασης. Ειδική αιτιολογία ως προς τη μη αποδοχή του περιεχομένου της πραγματογνωμοσύνης. Απορρίπτει.




Αριθμός 2702/2008

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Εμμανουήλ καλούδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Αιμιλία Λίτινα, Ανδρέα Τσόλια, Ιωάννη Παπουτσή και Ανδρέα Δουλγεράκη-Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 21 Οκτωβρίου 2008, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Νικολάου Μαύρου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος-κατηγορουμένου Χ, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Ηλία Ζαρναβέλη, για αναίρεση της 7659/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών, με πολιτικώς ενάγουσα την Ψ, που δεν παρέστη στο ακροατήριο. Το Τριμελές Εφετείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος, ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 4 Φεβρουαρίου 2008 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 394/2008.

Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 63, 64, 82, 83 παρ. 1 και 84 ΚΠοινΔ προκύπτει ότι για να είναι παραδεκτή η άσκηση, της πολιτικής αγωγής πρέπει η σχετική δήλωση του πολιτικώς ενάγοντος ή η έγκλησή του, στην οποία περιλαμβάνεται η δήλωση αυτή, να περιέχει, πρωτίστως, συνοπτική έκθεση της υποθέσεως και τα στοιχεία της νομιμοποιήσεώς του, δηλαδή τους γενεσιουργούς λόγους του δικαιώματός του να αξιώσει, κατά τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα, την επιδίκαση αποζημιώσεως για την περιουσιακή ζημία ή χρηματικής ικανοποιήσεως για την ηθική Βλάβη ή την ψυχική οδύνη, που υπέστη από την αξιόποινη πράξη του κατηγορουμένου. Επιπλέον, η δήλωση αυτή πρέπει να διατυπώνεται κατά τρόπο σαφή, βέβαιο και ανεπιφύλακτο, να μην τελεί υπό αναβλητική αίρεση ή προθεσμία, και να μην αναφέρεται στο μέλλον αλλά στο παρόν. Σε αντίθετη περίπτωση, είναι απαράδεκτη και δεν προσδίδει στον δηλούντα την, ιδιότητα του πολιτικώς ενάγοντος, με συνέπεια να μην παρέχεται σ' αυτόν το δικαίωμα ασκήσεως ενδίκων μέσων κατά του βουλεύματος. Δεν είναι όμως απαραίτητη κατά νόμο, η χρήση στην ως άνω διατύπωση συγκεκριμένου τρόπου εκφράσεως, αλλά αρκεί, από το κείμενο της δηλώσεως ή και της διαλαμβάνουσας αυτή εγκλήσεως, να μη δημιουργείται αμφιβολία για τη νομιμοποίηση του πολιτικώς ενάγοντος και να προκύπτει ότι το νόημα της διατυπωθείσας δηλώσεώς του ήταν η άμεση παράσταση αυτού κατά την προδικασία με σκοπό την απόκτηση των δικαιωμάτων που παρέχει ο νόμος στον πολιτικώς ενάγοντα. Έτσι η περιεχόμενη στην έγκληση λεκτική διατύπωση "δηλώνω ότι θα παρασταθώ ως πολιτικώς ενάγων νια χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, την οποία υπέστην από την αξιόποινη συμπεριφορά του (δηλ. του μηνυομένου), για το ποσό των 44 ευρώ με επιφύλαξη του υπολοίπου" έχει το νόημα της άμεσης και ανεπιφύλακτης, κατά την υποβολή της εγκλήσεως, παραστάσεως του δηλούντος ως πολιτικώς ενάγοντος. Το νόημα δε αυτό γίνεται εναργέστερο αν συντρέχουν και άλλα στοιχεία, όπως είναι ο διορισμός, με την έγκληση, δικηγόρου ως πληρεξουσίου και αντικλήτου του δηλούντος ή η συνυποβολή του γραμματίου καταθέσεως παραβόλου πολιτικής αγωγής (Ολ. ΑΠ 7/2006). Περαιτέρω κατά τη διάταξη της παρ.2 του άρθρου 171 του ΚΠΔ, η οποία προστέθηκε με το άρθρο 34 παρ.3 του Ν.2172/1993, αν ο πολιτικώς ενάγων παρέστη παράνομα στη διαδικασία του ακροατηρίου επέρχεται απόλυτη ακυρότητα, που λαμβάνεται υπόψη από το Δικαστήριο και αυτεπαγγέλτως σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και στον Άρειο Πάγο ακόμη. Η ακυρότητα όμως αυτή, που δημιουργεί, λόγο αναίρεσης, κατά το άρθρο 510 παρ.1 στοιχείο Α' ΚΠΔ., επέρχεται μόνο όταν υπάρχει έλλειψη ενεργητικής ή παθητικής νομιμοποίησης του πολιτικώς ενάγοντος ή όταν δεν τηρήθηκε η επιβαλλόμενη από το άρθρο 68 του ίδιου κώδικα διαδικασία, ως προς τον τρόπο και το χρόνο άσκησης και υποβολής της πολιτικής αγωγής. Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 63 του ΚΠΔ, η πολιτική αγωγή για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης μπορεί να ασκηθεί και ενώπιον του ποινικού δικαστηρίου από τους δικαιούμενους κατά τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα. Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 261 ΑΚ την παραγραφή διακόπτει η έγερση της αγωγής και η παραγραφή που διακόπηκε με τον τρόπο αυτό αρχίζει και πάλι από την τελευταία διαδικαστική πράξη των διαδίκων ή του δικαστηρίου. Κατά δε το άρθρο 270 παρ.1 του ίδιου κώδικα αν η παραγραφή διακόπηκε, ο χρόνος που πέρασε ως τότε δεν υπολογίζεται και αφότου περατώθηκε η διακοπή αρχίζει, νέα παραγραφή. Τέτοια άσκηση αγωγής, που διακόπτει την παραγραφή, συνιστά και η κατά την ποινική διαδικασία με τη δήλωση παραστάσεως, πολιτικής αγωγής εισαγωγή προς δικαστική κρίση της αξιώσεως για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, ήτοι η εισαγωγή της απαιτήσεως αυτής ως πολιτικής αγωγής ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων κατά οποιοδήποτε στάδιο της ποινικής διαδικασίας. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως, προκύπτει από την 15404/2007 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, που δίκασε σε πρώτο βαθμό και τα ενσωματωμένα σ' αυτή, πρακτικά, που παραδεκτώς επισκοπούνται για την έρευνα του λόγου αυτού της αναιρέσεως, πριν από την έναρξη της αποδεικτικής διαδικασίας εμφανίστηκε η Ψ και δήλωσε ότι παρίσταται ως πολιτικώς ενάγουσα κατά του κατηγορουμένου-εναγομένου και ζήτησε να υποχρεωθεί να της καταβάλει 44 ευρώ με επιφύλαξη, ως χρηματική ικανοποίηση για, την ηθική βλάβη που της προκάλεσε το αδίκημα και διόρισε ως πληρεξούσιο δικηγόρο της τον παρευρισκόμενο στο ακροατήριο Παπαγιάννη Δημήτριο. Κατά, της παραστάσεως αυτής, όπως αναφέρεται στα ως άνω πρακτικά, "δεν προβλήθηκε αντίρρηση". Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο δέχθηκε την παράσταση της πολιτικής αγωγής για την επικληθείσα αιτία και επιδίκασε στην πολιτικώς ενάγουσα, μετά την καταδίκη του αναιρεσείοντος για τα εγκλήματα της παραβίασης κανόνων οικοδομικής ψευδούς υπεύθυνης δήλωσης και υφαρπαγής ψευδούς βεβαιώσεως, ολόκληρο το αιτηθέν χρηματικό ποσό. Κατά την εκδίκαση της υπόθεσης ενώπιον του τριμελούς Εφετείου Αθηνών (5-11-2007), όπου ήχθη η υπόθεση κατόπιν εφέσεως του, καταδικασθέντος αναιρεσείοντος, όπως προκύπτει από την προσβαλλομένη απόφαση και τα ενσωματωμένα σ' αυτήν πρακτικά, που επίσης επισκοπούνται παραδεκτώς, εμφανίστηκε και πάλι η Ψ και δήλωσε ότι. παρίσταται ως πολιτικώς ενάγουσα για χρηματική ικανοποίηση 44 ευρώ, με επιφύλαξη, από την ηθική βλάβη που της προκάλεσε η κρινόμενη πράξη και ζήτησε να καταδικαστεί ο κατηγορούμενος και στη δικαστική της δαπάνη, διόρισε δε ως πληρεξούσιο δικηγόρο της το Δημήτριο Παπαγιάννη. Κατά της παραστάσεως αυτής αντέλεξε ο κατηγορούμενος-αναιρεσείων με ένσταση του που κατέθεσε εγγράφως και. καταχωρήθηκε στα πρακτικά της προσβαλλομένης απόφασης, περί αποβολής της πολιτικής αγωγής, για το λόγο ότι η πολιτικώς ενάγουσα δεν νομιμοποιείται ενεργητικά στην άσκηση της, αφού δεν είναι αμέσως παθούσα από τις αξιόποινες πράξεις που προαναφέρθηκαν, αλλά και γιατί το δικαίωμα της, έχει παραγραφεί, λόγω παρόδου, πενταετίας από την τέλεση των και την πρόκληση της επικαλούμενης ηθικής βλάβης. Το Τριμελές Εφετείο Αθηνών απέρριψε την ένσταση του κατηγορουμένου διότι έκρινε ότι η φερομένη ως παθούσα νόμιμα παρέστη πρωτοδίκως ως πολιτικώς ενάγουσα, αιτούμενη το ποσό των 44 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση για τις αποδιδόμενες στον κατηγορούμενο αξιόποινες πράξεις, επιφυλασσόμενη για, το επιπλέον ποσό το οποίο της επιδικάστηκε και για το οποίο παρέστη και ενώπιον του Εφετείου. Ειδικότερα, το Τριμελές Εφετείο, προκειμένου να απορρίψει, την ένσταση του κατηγορουμένου δέχθηκε ότι, 1)εφόσον με βάση την αποδιδόμενη στο κλητήριο θέσπισμα κατηγορία, ο κατηγορούμενος, πολιτικός μηχανικός, φέρεται ότι κατά την απ' αυτόν κατάρτιση της μελέτης και εκτέλεση του έργου αποκαταστάσεως των ζημιών οικοδομής, που είχε υποστεί ζημίες από τους σεισμούς της 7-9-1999, με πρόθεση ενήργησε παρά τους κοινώς αναγνωρισμένους τεχνικούς κανόνες με συνέπεια την πρόκληση κινδύνου για τη ζωή ή υγεία των ενοίκων του κτιρίου, το οποίο παρέμεινε ακατάλληλο, στη συνέχεια δε με βάσει ψευδή υπεύθυνη δήλωση του προς το Γ.Δ.Σ/Τ.Α.Σ Περιστερίου, ότι δήθεν είχαν εκτελεστεί στο σύνολο τους οι εργασίες επισκευών, επέτυχε την έκδοση της με αριθμό 1218/8-5-2001 βεβαιώσεως αποχαρακτηρισμού του πιο πάνω κτιρίου, αμέσως ζημιωθείσα και συνεπώς νομιμοποιούμενη ενεργητικώς προς άσκηση πολιτικής αγωγής είναι και η εγκαλούσα, μισθώτρια του πιο πάνω κτιρίου, στο ισόγειο του οποίου εκμεταλλευόταν ψησταριά-ταβέρνα, η οποία κινδυνεύει να υποστεί ζημία στην ζωή ή την υγεία της, από την κατάπτωση του πλημμελώς επισκευασθέντος κτιρίου, τα δε ψευδώς ως άνω βεβαιωθέντα αφορούν και τις έννομες σχέσεις της ιδίας και 2)δεν έχει παρέλθει ο επικαλούμενος από τον κατηγορούμενο χρόνος παραγραφής, αφού με την υποβολή της σχετικής εγκλήσεως της παθούσας στον εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών, όπου η τελευταία είχε νομοτύπως δηλώσει παράσταση πολιτικής αγωγής, στις 13-9-2002, διακόπηκε η παραγραφή, έκτοτε δε μέχρι τις 5-3-2007, οπότε η σχετική δήλωση επαναλήφθηκε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου δεν παρήλθε χρόνος μεγαλύτερος της πενταετίας. Περαιτέρω, όπως προκύπτει από την παραπάνω έγκληση, την οποία παραδεκτώς επισκοπεί ο Άρειος Πάγος, η δήλωση της πολιτικώς ενάγουσας διαλαμβάνει τα εξής "δηλώνω ότι θα παρασταθώ ως πολιτικώς ενάγουσα για το ποσό των 43 ευρώ, το οποίο πρέπει να μου επιδικασθεί ως εύλογη χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που έχω υποστεί από τις παραπάνω παράνομες και άδικες πράξεις του μηνυομένου, με τη ρητή επιφύλαξη για το πέραν αυτού, το οποίο θα ζητήσω από το αρμόδιο αστικό δικαστήριο" συνοδεύεται δε από το με αριθμό 1611126 παράβολο Δημοσίου για την άσκηση πολιτικής αγωγής και το διορισμό αντικλήτου δικηγόρου. Επομένως η δήλωση αυτή έχει την έννοια της άμεσης και ανεπιφύλακτης, κατά την υποβολή της εγκλήσεως της δηλούσας, παραστάσεως αυτής ως πολιτικώς ενάγουσας και δεν αναφέρεται στο μέλλον. Κατ' ακολουθίαν, από τις παράνομες πράξεις του αναιρεσείοντος η πολιτικώς ενάγουσα είναι αμέσως ζημιωθείσα, σύμφωνα δε με όσα προεκτέθηκαν, το δικαίωμα της δεν παραγράφηκε και νομίμως παρέστη στο δικαστήριο, για τους λόγους δε αυτούς είναι απορριπτέος ο εκ του άρθρου 510 παρ.1 στοιχ.Α ΚΠΔ, πρώτος λόγος, αναιρέσεως, ως αβάσιμος. Κατά το άρθρο 286 παρ. 1 του ΠΚ, όποιος κατά την εκπόνηση μελέτης ή τη διεύθυνση ή την εκτέλεση οικοδομικού ή άλλου έργου ή μιας κατεδάφισης, με πρόθεση ή από αμέλεια ενεργεί παρά τους κοινώς αναγνωρισμένους τεχνικούς κανόνες και έτσι προξενεί κίνδυνο για τη ζωή ή την υγεία ανθρώπου, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι, για τον απαρτισμό της εννοίας του εγκλήματος της παραβάσεως των κανόνων της οικοδομικής, το οποίο είναι έγκλημα συγκεκριμένης διακινδυνεύσεως, απαιτείται, αντικειμενικώς, παραβίαση των κοινώς παραδεδεγμένων τεχνικών κανόνων κατά την εκπόνηση της μελέτης ή τη διεύθυνση ή την εκτέλεση οικοδομικού ή άλλου έργου ή μιας κατεδάφισης, από την οποία δημιουργείται κίνδυνος για τη ζωή ή την υγεία ανθρώπου, υποκειμενικώς δε δόλος ή αμέλεια, συνισταμένων του μεν δόλου στο ότι ο δράστης γνωρίζει, έστω και με την έννοιά του ενδεχόμενου δόλου (της αμφιβολίας), ότι, κατά την εκπόνηση μελέτης ή τη διεύθυνση ή την εκτέλεση οικοδομικού ή άλλου έργου ή μιας κατεδάφισης, παραβαίνει τους κοινώς παραδεδεγμένους τεχνικούς κανόνες και ότι προκαλείται από την παράβαση των κανόνων αυτών κίνδυνος για τη ζωή ή την υγεία ανθρώπου και περαιτέρω, θέλει ή αποδέχεται με την πράξη του (την ενέργεια ή την παράλειψή του) να παραβεί τους παραπάνω κανόνες, της δε αμελείας, στο ότι ο δράστης πράττει (ενεργεί ή παραλείπει) παρά τους τεχνικούς κανόνες, λόγω ελλείψεως της προσήκουσας προσοχής, την οποία όφειλε από τις περιστάσεις και μπορούσε να καταβάλει και επιπλέον, λόγω ελλείψεως της ίδιας προσοχής προξενεί τοιουτοτρόπως κίνδυνο για τη ζωή ή την υγεία ανθρώπου. Εξάλλου κατά τη διάταξη του άρθρου 8 παρ.1 του Ν.1599/1986 "Σχέσεις κράτους - πολίτη, καθιέρωση νέου τύπου δελτίου ταυτότητας και άλλες διατάξεις" γεγονότα ή στοιχεία που δεν αποδεικνύονται με το δελτίο ταυτότητας ή τα αντίστοιχα έγγραφα του άρθρου 6, μπορούν ν' αποδεικνύονται ενώπιον κάθε αρχής ή υπηρεσίας του δημόσιου τομέα με υπεύθυνη δήλωση του ενδιαφερομένου, που συντάσσεται σε ειδικό σφραγιστό χαρτί. Κατά δε το άρθρο 22 παρ.6 του ίδιου νόμου, όποιος εν γνώσει του δηλώνει ψευδή γεγονότα ή αρνείται ή αποκρύπτει τα αληθινά με έγγραφη υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 τιμωρείται με φυλάκιση. Κατά τη σαφή έννοια των διατάξεων αυτών για τη θεμελίωση της αντικειμενικής υποστάσεως του πιο πάνω εγκλήματος απαιτείται 1)Δήλωση ψευδών γεγονότων ως αληθών ή άρνηση ή απόκρυψη αληθών γεγονότων, τα οποία αφορούν το δηλούντα και έχουν άμεσες συνέπειες γι' αυτόν και 2)Η δήλωση να έχει συνταχθεί σε ειδικό σφραγιστό χαρτί και να απευθύνεται, δηλαδή να υποβάλλεται, σε αρχή ή υπηρεσία του δημόσιου τομέα. Περαιτέρω, η απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της δικαστικής αποφάσεως, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ίδιου Κώδικα λόγο αναιρέσεως, υπάρχει, προκειμένου για καταδικαστική απόφαση, όταν περιέχονται σ' αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελίωσαν και οι σκέψεις με τις οποίες έγινε η υπαγωγή των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόστηκε. Η αιτιολογία αυτή μπορεί να συμπληρώνεται από το διατακτικό της αποφάσεως, με το οποίο το σκεπτικό αποτελεί ενιαίο όλο. Ως προς τα αποδεικτικά μέσα ειδικότερα, αρκεί ο προσδιορισμός τους κατ' είδος, χωρίς να απαιτείται αναλυτική παράθεσή τους και μνεία του τι προκύπτει από το καθένα χωριστά. Πρέπει όμως να προκύπτει ότι το δικαστήριο έλαβε υπόψη και συνεκτίμησε όλα τα αποδεικτικά μέσα και όχι μόνο μερικά από αυτά, προκειμένου να μορφώσει την καταδικαστική για τον κατηγορούμενο κρίση του. Τέλος, εσφαλμένη εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης, η οποία ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' του ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως, υπάρχει, όχι μόνον, όταν το δικαστήριο της ουσίας δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε, ως αποδεδειγμένα, στη διάταξη που εφαρμόστηκε, αλλά και όταν η διάταξη αυτή παραβιάστηκε εκ πλαγίου, για το λόγο ότι στο πόρισμα της απόφασης, που περιλαμβάνεται σε συνδυασμό του αιτιολογικού με το διατακτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος από τον Άρειο Πάγο της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσης. Στην υπό κρίση περίπτωση, το Τριμελές Εφετείο Αθηνών, που δίκασε, ως Δευτεροβάθμιο Δικαστήριο, αφού κήρυξε τον κατηγορούμενο αθώο ορισμένης μερικότερης πράξεως του εγκλήματος της παραβίασης κανόνων οικοδομικής κατ' εξακολούθηση, στη συνέχεια, τον κήρυξε ένοχο 1) για τις υπόλοιπες επιμέρους πράξεις της εκ προθέσεως παραβίασης κανόνων οικοδομικής 2) για την πράξη της ψευδούς υπεύθυνης δήλωσης και 3) της υφαρπαγής ψευδούς βεβαιώσεως, του επέβαλε δε συνολική ποινή, ποινή φυλακίσεως έξι (6) μηνών, την οποία ανέστειλε επί τριετία. Αιτιολογώντας την παραπάνω κρίση του, το Τριμελές Εφετείο, διέλαβε στο σκεπτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεώς του, τα εξής: Επειδή από την ανώμοτη κατάθεση της πολιτικώς ενάγουσας και τις καταθέσεις των μαρτύρων της κατηγορίας και της υπεράσπισης, που εξετάστηκαν ενόρκως στο Δικαστήριο τούτο τα πρακτικά της πρωτοβάθμιας δίκης, που αναγνώσθηκαν, καθώς και τα έγγραφα, ου αναγνώσθηκαν και αναφέρονται στα πρακτικά, την απολογία του κατηγορουμένου και την όλη αποδεικτική διαδικασία αποδείχθηκε ότι: Κατά την διάρκεια του σεισμού της 7 Σεπτεμβρίου 1999, τριώροφη οικοδομή, αποτελουμένη από ισόγειο κατάστημα το οποίο είχε μισθώσει η πολιτικώς ενάγουσα από την εκμισθώτρια αυτού ... και εχρησιμοποιείτο, ως ψησταριά - ταβέρνα, πρώτο υπέρ το ισόγειο όροφο, που εχρησιμοποιείτο ως σχολή γυμναστικής και δεύτερο υπέρ το ισόγειο όροφο, που εχρησμοποιείτο ως κατοικία, η οποία είχε ανεγερθεί στην ... επί της οδού ... και ..., υπέστη σοβαρές βλάβες στον φέροντα αγροτικό αυτής, με συνέπεια να χαρακτηρισθεί από την αρμόδία υπηρεσία, κατόπιν διενεργηθείσας αυτοψίας, προσωρινά ακατάλληλη για χρήση (κίτρινο χρώμα). Η ως άνω οικοδομή, η οποία είχε ανεγερθεί τμηματικά μεταξύ των ετών 1970 και 1977, είχε υποστεί σημαντικές φθορές στην τοιχοποιία της κυρίως, κατά την διάρκεια του σεισμού του 1981, οι οποίες στην συνέχεια είχαν επισκευασθεί. Το έργο της μελέτης και εν συνεχεία επιβλέψεως της επισκευής των πιο πάνω ζημιών, ούτως ώστε το κτήριο να καταστεί κατάλληλο προς χρήση, ανατέθηκε περί τα τέλη του έτους 1999 στον κατηγορούμενο, πολιτικό μηχανικό, από την .... Στα πλαίσια αυτά ο κατηγορούμενος συνέταξε τον Ιανουάριο του έτους 2000 σχετική τεχνική έκθεση και υπέβαλε σχετική μελέτη, αφορώσα την επισκευή εννέα συνολικά υποστηλωμάτων (κολωνών) του φέροντα οργανισμού της οικοδομής μη κρατική χρηματοδότηση μέρους του κόστους αυτών, από τις οποίες εγκρίθηκε η επισκευή επτά συνολικά υποστηλωμάτων και ειδικότερα την υπό στοιχεία Κ6, Κ7, Κ10, Κ-11, Κ-12, Κ-13 και ΚΚΓ. Δεν αποδείχθηκε όμως ότι η ανωτέρω μελέτη είχε συνταγεί, παρά τους γενικώς αναγνωρισμένους τεχνικούς κανόνες της οικοδομικής, για την επισκευή κτηρίου, που είχε υποστεί βλάβες στον φέροντα οργανισμό του από σεισμό. Πέραν του ότι η ανωτέρω μελέτη ενεκρίθη από τις αρμόδιες υπηρεσίες και βάσει αυτής εκδόθηκε στο ... η με αρ. 199/29-6-2000 άδεια επισκευής - ενίσχυσης σεισμοπλήκτου κτίσματος από την Υπηρεσία αποκαταστάσεως σεισμοπλήκτων, είναι χαρακτηριστικό ότι στο με αρ. 9372/30-1-2004 μεταγενέστερο έγγραφο της αυτής υπηρεσίας δεν συγκεκριμενοποιούνται οι ελλείψεις και ασάφειες της υποβληθείσας μελέτης, ούτε άλλωστε αυτές προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία. Επομένως κατά το σκέλος του κατηγορητηρίου που αφορά την κατά παράβαση των κοινώς αναγνωρισμένων τεχνικών κανόνων σύνταξη της μελέτης επισκευής και ενίσχυσης του πιο πάνω κτηρίου από τον κατηγορούμενο, με συνέπεια την πρόκληση κινδύνου για την ζωή ή την υγεία των ενοίκων αυτού, πρέπει αυτός να κηρυχθεί αθώος. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι κατά την εκτέλεση των οικοδομικών εργασιών ενισχύσεως και επισκευής του πιο πάνω κτηρίου και ειδικότερα του φέροντος οργανισμού του που παρουσίαζε φθορές, οι οποίες έλαβαν χώρα κατά το χρονικό διάστημα από 29 Ιουνίου 2000 έως 20 Απριλίου 2001 και σε μη εξακριβωθείσες ημερομηνίες, υπό την επίβλεψη του κατηγορουμένου, ο κατηγορούμενος με πρόθεση και με προφανή σκοπό την μείωση του κόστους και την συντόμευση των εργασιών, ενήργησε παρά τους κοινώς αναγνωρισμένους τεχνικούς κανόνες. Ειδικότερα, ενώ με βάση τους κοινώς αναγνωρισμένους τεχνικούς κανόνες, για τους οποίους είχαν δοθεί και σχετικές οδηγίες του ΥΠΕΧΩΔΕ, κατά την επισκευή υποστηλωμάτων που είχαν υποστεί φθορές στον φέροντα οπλισμό και κατά την επισκευή ρηγματώσεων στους κόμβους (ήτοι στα σημεία συνδέσεως των υποστηλωμάτων με τους οριζόντιους δοκούς), πρέπει το τοποθετούμενο δομικό πλέγμα (μανδύας) που περιβάλλει το βλαβέν υποστήλωμα, όπου θα εγχυθεί στην συνέχεια σκυρόδεμα, να συνδέεται με συνδετήρες με τον παλαιό οπλισμό (βλήτρα) ούτως ώστε ο καινούργιος οπλισμός να συνεργάζεται με τον παλαιό του υποστηλώματος, το δε ύψος του μανδύα να εκτείνεται πέραν του κόμβου (και στον επόμενο όροφο), ο οποίος (κόμβος) πρέπει να ενισχύεται με εξωτερικούς συνδετήρες χιαστί γύρω από τον κόμβο και οριζόντιους εκατέρωθεν του υποστηλώματος (σε περίπτωση που δεν προτιμηθεί η μέθοδος καθαιρέσεως μέρους της πλάκας γύρω από τον κόμβο για την διέλευση των μεταλλικών γωνιών του υποστηλώματος) ο κατηγορούμενος με πρόθεση δεν προέβη στην τοποθέτηση βλήτρων στα με αρ. Κ11, Κ12, Κ13, Κ10, Κ6 και Κ7 υποστηλώματα, και στο τοιχείο Τ14 (του ανελκυστήρα), όπως άλλωστε προέκυψε και μετά διενεργηθείσα αυτοψία με ενδεικτικές τομές στα πιο πάνω υποστηλώματα, ενώ το ύψος των υποστηλωμάτων που επισκευάσθηκαν και έπρεπε να επεκταθούν και στον άνω όροφο, έφθασαν μέχρι την υπάρχουσα στον ίδιο όροφο ψευδοροφή. Τα ανωτέρω προκύπτουν σαφώς από όλα τα ανωτέρω αποδεικτικά στοιχεία και δεν αναιρούνται από την από 21-10-2004 πραγματογνωμοσύνη της μηχανικού Κ..., η οποία περιορίζεται στην επισήμανση ότι, μετά την αποπεράτωση των εργασιών και την σκυροδέτηση του στατικού φορέα από τον νέο μηχανικό Ζ, ο οποίος προέβη στην εκτέλεση εργασιών επισκευής και ενίσχυσης του φέροντος οργανισμού του πιο πάνω κτηρίου, δυνάμει των με αρ. 1144/22-6-2004 αναθεωρήσεως της με αρ. 199/2000 αδείας, δεν μπορεί να βεβαιωθούν τυχόν ελλείψεις επί του οπλισμού. Αντιθέτως η κρίση αυτή του Δικαστηρίου ενισχύεται από το γεγονός ότι απατήθηκαν νέες εργασίες ενισχύσεως-επισκευής του πιο πάνω κτηρίου, που διενεργήθηκαν από τον μηχανικό Ζ. Αποδείχθηκε επίσης ότι εξ αιτίας της εκ μέρους του κατηγορουμένου πλημμελούς κατά τα ανωτέρω εκτελέσεως των εργασιών ενισχύσεως και επισκευής του πιο πάνω κτηρίου, η στατική εντολή αυτού παρέμεινε μειωμένη και μη προβλέψιμη η συμπεριφορά του σε περίπτωση νέας σεισμικής δονήσεως, με συνέπεια να προκύψει κίνδυνος για την ζωή ή την υγεία των ενοίκων του σε περίπτωση χρησιμοποιήσεως του κτηρίου, κατά τον προορισμό του. Για τον λόγο αυτό άλλωστε η πιο πάνω υπηρεσία αποκαταστάσεως σεισμών, κατόπιν αναφοράς της πολιτικώς ενάγουσας, με το με αρ. 9752/30-1-2004 έγγραφο της ανακάλεσε, κατόπιν διενεργείας αυτοψίας στις 15-1-2004 από τριμελή επιτροπή πολιτικών μηχανικών, το προηγούμενο με αρ. 1210/8-5-2001 έγγραφο αποχαρακτηρισμού του κτηρίου, το οποίο έτσι παρέμεινε ακατάλληλο προς χρήση μέχρι την ολοκλήρωση των νέων εργασιών επισκευής και ενισχύσεως του φέροντος από τον μηχανικό Ζ. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι ο κατηγορούμενος, πολιτικός μηχανικός, μετά την ολοκλήρωση κατά τα ανωτέρω των πιο πάνω εργασιών επισκευής και ενισχύσεως του φέροντος οργανισμού του πιο πάνω κτηρίου, υπό την δική του επίβλεψη, στις 20 Απριλίου 2001 υπέβαλε προς την Υπηρεσία αποκατάστασης σεισμοπλήκτων τομέας αποκατάστασης σεισμοπλήκτων Περιστερίου (ΥΑΣ/ΤΑΣ Περιστερίου) την κατά το άρθρο 8 Ν. 1599/1986 υπεύθυνη δήλωση, προκειμένου να αποδείξει, στα πλαίσια της πιο πάνω, ιδιότητας του ως πολιτικού μηχανικού, ότι οι ανωτέρω εργασίες είχαν περαιωθεί όπως έπρεπε, στην οποία εν γνώσει του δήλωνε ψευδώς ότι έχουν εκτελεσθεί οι εργασίες επισκευής σε ποσοστό 100% σύμφωνα με την μελέτη επισκευής που έχει κατατεθεί στο αρμόδιο ΤΑΣ με αριθμό αδείας επισκευής ..., οικοδομής ιδιοκτησίας και ...υ, αν και γνώριζε αφού ο ίδιος είχε επιβλέψει τις πιο πάνω εργασίες επισκευής και ενισχύσεως του φέροντος οργανισμού του πιο πάνω κτηρίου, ότι τούτο δεν ήταν αληθές κατά τα προεκτεθέντα. Με τον τρόπο αυτό πέτυχε με εξαπάτηση των αρμοδίων υπαλλήλων της πιο πάνω υπηρεσίας να εκδοθεί η υπ' αρ. 1210/8-5-2001 βεβαίωση περαιώσεως εργασιών-αποχαρακτηρισμού της πιο πάνω υπηρεσίας, με την οποία το κτήριο κρίθηκε κατάλληλο προς χρήση, ενώ στην πραγματικότητα δεν είχαν εκτελεσθεί πλήρως και κατά τους κοινώς αναγνωρισμένους τεχνικούς κανόνες οι πιο πάνω εργασίες επισκευής και ενισχύσεως του φέροντος οργανισμού του κτηρίου, με συνέπεια το κτήριο να παραμένει ακατάλληλο προς χρήση, όπως αρχικώς είχε χαρακτηρισθεί. Σημειωτέον ότι ο έλεγχος που έγινε από τους υπαλλήλους της πιο πάνω υπηρεσίας ήταν μόνον μακροσκοπικός και δεν μπορούσε επομένως να διαπιστώσει τις πιο πάνω αναφερόμενες πλημμέλειες στην επισκευή και ενίσχυση του φέροντος οργανισμού, όταν δε αυτό τελικώς διαπιστώθηκε μετά νεώτερη αυτοψία διενεργηθείσα στις 15-1-2004 ανακλήθηκε η με αρ. 1210/2001 βεβαίωση περαιώσεως εργασιών-αποχαρακτηρισμού με την με αρ. 9352/30-1-2004 πράξη της ιδίας υπηρεσίας. Επομένως ο κατηγορούμενος πρέπει να κηρυχθεί ένοχος από πρόθεση παραβιάσεως των κανόνων της οικοδομικής, ψευδούς υπεύθυνης δηλώσεως του άρθρου 8 Ν. 1599/1986 και υφαρπαγής ψευδούς βεβαιώσεως. Με αυτά που δέχτηκε το Τριμελές Εφετείο, διέλαβε στην απόφασή του την κατά τα ανωτέρω επιβαλλόμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση όλων των αναφερομένων σ' αυτήν αποδεικτικών μέσων, τα οποία κατά κατηγορίαν εξειδικεύει, αφού εκθέτει σ' αυτήν με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση των εγκλημάτων, της παραβιάσεως των κανόνων οικοδομικής με πρόθεση, της ψευδούς υπεύθυνης δήλωσης και της υφαρπαγής ψευδούς βεβαιώσεως, για τα οποία καταδικάστηκε ο αναιρεσείων, καθώς επίσης και τους συλλογισμούς υπαγωγής τους στις διατάξεις των άρθρων 286 παρ. 1, 220 παρ.1 ΠΚ και άρθ.22 παρ.6 Ν1599/1986, τις οποίες ούτε ευθέως αλλ' ούτε και εκ πλαγίου παραβίασε με ελλιπείς, ασαφείς ή αντιφατικές παραδοχές ή διατάξεις. Ειδικότερα, αναφέρει με σαφήνεια και πληρότητα, τους αναγνωρισμένους τεχνικούς κανόνες για την τήρηση των οποίων είχαν δοθεί στον κατηγορούμενο σχετικές οδηγίες από το ΥΠΕΧΩΔΕ και τη μη τήρηση των συγκεκριμένων κανόνων απ' αυτόν, αιτιολογεί ειδικά την κρίση του γιατί δεν αποδέχεται το περιεχόμενο της από 21-10-2004 εκθέσεως "πραγματογνωμοσύνης της πολιτικού μηχανικού ..., δέχεται, εμμέσως πλην όμως κατά τρόπο σαφή, ότι η υπεύθυνη δήλωση περιλαμβάνει γεγονότα ψευδή που αφορούν τον ίδιο, αφού δέχεται ότι με αυτήν επεδίωξε να αποδείξει, ότι ο ίδιος είχε εκτελέσει τις εργασίες επισκευής σε ποσοστό 100% σύμφωνα με τη μελέτη επισκευής και ακόμη ότι στο πρόσωπο του κατηγορουμένου υπάρχει και το στοιχείο του δόλου τον οποίο καl αιτιολογεί, δεν ήταν δε αναγκαίο, για την πληρότητα της αιτιολογίας να γίνει αναλυτική παράθεση των αποδεικτικών μέσων και ειδική μνεία τι προκύπτει από καθένα απ' αυτά, ενώ η αναφορά στο σκεπτικό της αποφάσεως των καταθέσεων ορισμένων μαρτύρων και του περιεχομένου ορισμένων εγγράφων δεν σημαίνει ότι τα λοιπά έγγραφα και οι καταθέσεις των μαρτύρων δεν λήφθηκαν υπόψη, αλλά απλώς, ότι εξαίρονται οι καταθέσεις αυτές και το αντίστοιχο περιεχόμενο των εγγράφων, λόγω της βαρύνουσας, προδήλως, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, σημασίας τους. Τέλος, από την αθώωση του αναιρεσείοντος για την μερικότερη πράξη της παραβίασης των κανόνων της οικοδομικής, κατά τη σύνταξη της μελέτης των εργασιών επισκευής, δεν δημιουργείται καμμιά ασάφεια ή αντίφαση στο σκεπτικό της προσβαλλόμενης απόφασης και τούτο γιατί ο κατηγορούμενος κηρύχθηκε ένοχος για την παραβίαση κανόνων οικοδομικής κατά την εκτέλεση των εργασιών επισκευής του κτιρίου δηλαδή για διαφορετικές πράξεις και παραλείψεις του. Τέλος οι αιτιάσεις του κατηγορουμένου που αναφέρονται στη 1) μη θεμελίωση των εγκλημάτων της ψευδούς υπεύθυνης δήλωσης και της υφαρπαγής ψευδούς βεβαιώσεως και επικουρικά 2) τη μεταβολή της κατηγορίας από αυτουργία σε απλή συνέργεια, λόγω της ελλείψεως του υποκειμενικού στοιχείου του δόλου, συνιστούν άρνηση της κατηγορίας και όχι αυτοτελείς ισχυρισμούς και συνεπώς δεν είναι αναγκαίο να αιτιολογείται η απόρριψη των. Ενόψει των όσων εκτέθηκα ανωτέρω, είναι αβάσιμοι και πρέπει να απορριφθούν οι από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' και Ε' προβαλλόμενοι λόγοι αναιρέσεως, με τους οποίους υποστηρίζονται τα αντίθετα, συνακολούθως δε να απορριφθεί και η κρινόμενη αίτηση, εφόσον δεν υπάρχει άλλος παραδεκτός λόγος αναιρέσεως προς εξέταση και να καταδικαστεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα, (άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 4-2-2008 αίτηση του Χ, για αναίρεση της υπ' αριθ. 7659/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα εκ διακοσίων είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 4 Νοεμβρίου 2008.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 19 Δεκεμβρίου 2008.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή