Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Βούλευμα παραπεμπτικό, Σωματική βλάβη επικίνδυνη, Εξύβριση, Εισαγγελική Πρόταση, Φθορά ξένης ιδιοκτησίας, Σωματική βλάβη βαριά.
Περίληψη:
Βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη, επικίνδυνη σωματική βλάβη κατά συρροή, διακεκριμένη περίπτωσης φθοράς ξένης ιδιοκτησίας και εξύβριση. Λόγοι αναίρεσης για έλλειψη αιτιολογίας. Η επιβαλλόμενη αιτιολογία, υπάρχει και όταν το Συμβούλιο αναφέρεται εξ ολοκλήρου στην ενσωματωμένη στο βούλευμα εισαγγελική πρόταση. Είναι επιτρεπτή και η συμπληρωματική παραπομπή στο πρωτόδικο βούλευμα. Δεν είναι επιτρεπτό να αναφέρεται το Συμβούλιο Εφετών εξ ολοκλήρου στα πραγματικά περιστατικά, τις αποδείξεις και τις σκέψεις του πρωτόδικου βουλεύματος ή (και) στην ενσωματωμένη σ’ αυτό (πρωτόδικο βούλευμα) εισαγγελική πρόταση. Άλλως στερείται αιτιολογίας και παραβιάζονται επιπλέον οι διατάξεις των άρθρων 20 παρ. 1 του Συντάγματος, 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ (Ν.Δ. 53/ 1973) και 2 παρ. 1 του Έβδομου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ (Ν. 1705/ 1987). Απορρίπτει αναίρεση.
ΑΡΙΘΜΟΣ 2649/2008
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ε' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ - ΣΕ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Κούκλη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Βασίλειο Λυκούδη-Εισηγητή και Ελευθέριο Νικολόπουλο, Αρεοπαγίτες.
Με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Βασιλείου Μαρκή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Ευδοκίας Φραγκίδη.
Συνήλθε σε Συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 21 Νοεμβρίου 2008, προκειμένου να αποφανθεί για την αίτηση του αναιρεσείοντος-κατηγορουμένου Χ, περί αναιρέσεως του υπ' αριθμ. 69/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Κρήτης. Το Συμβούλιο Εφετών Κρήτης, με το ως άνω βούλευμά του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτό, και o αναιρεσείων-κατηγορούμενος ζητεί τώρα την αναίρεση του βουλεύματος τούτου, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 12 Μαΐου 2008 αίτησή του, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 978/2008.
Έπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Βασίλειος Μαρκής εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία μαζί με την υπ'αριθμό 358/4-7-2008 πρότασή του, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα: Εισάγω στο Δικαστήριό σας την προκειμένη ποινική δικογραφία και εκθέτω τα εξής:
Ι. Το Συμβούλιο Πλημ/κών Χανίων με το 512/2007 βούλευμα παρέπεμψε στο ακροατήριο του αρμόδιου Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου τον Χ για να δικαστεί ως υπαίτιος βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης, επικίνδυνης σωματικής βλάβης κατά συρροή, διακεκριμένης περίπτωσης φθοράς ξένης ιδιοκτησίας και εξύβριση (βλ. βούλευμα).
ΙΙ. Κατά του παραπεμπτικού αυτού βουλεύματος ο κατηγορούμενος άσκησε έφεση, όμως το Συμβούλιο Εφετών Κρήτης με το 69/2008 βούλευμα, δέχθηκε τυπικά την έφεση, αλλά την απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμη και επικύρωσε τις παραπεμπτικές διατάξεις του πρωτόδικου, προβαίνοντας παράλληλα σε παραδεκτές και νόμιμες συμπληρώσεις-διορθώσεις (βλ. το 69/2008 βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Κρήτης).
ΙΙΙ. Το βούλευμα αυτό του Συμβουλίου Εφετών επιδόθηκε νομοτύπως στον κατηγορούμενο στις 2-5-2008 (βλ. σχετικό αποδεικτικό). Στις 12-5-2008 ο κατηγορούμενος Χ εμφανίσθηκε στην αρμόδια Γραμματέα του Εφετείου Κρήτης και δήλωσε ότι ασκεί αναίρεση κατά του 69/2008 βουλεύματος, με αποτέλεσμα να συνταχθεί η 5/12-5-2008 έκθεση αναίρεσης, στην οποία ως λόγος αναίρεσης περιλαμβάνεται κατ'εκτίμηση των αναφερομένων η έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας (άρθρο 484 § 1 δ' Κ.Π.Δ.).
Συνεπώς η αναίρεση αυτή πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί ουσιαστικά, αφού πρόκειται για ένδικο μέσο που ασκήθηκε νομοτύπως και εμπροθέσμως από διάδικο που είχε το σχετικό δικαίωμα.
IV. Το παραπεμπτικό βούλευμα έχει την απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγο αναίρεσης από το άρθρο 484 παρ. 1 στοιχ. ε' του ΚΠΔ, όταν αναφέρονται σε αυτό με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά τα οποία προέκυψαν από την ανάκριση ή προανάκριση για τα αντικειμενικά και υποκειμενικά στοιχεία του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελίωσαν και οι σκέψεις με τις οποίες το Συμβούλιο έκρινε ότι υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις για την παραπομπή του κατηγορουμένου στο ακροατήριο. Ως προς τις αποδείξεις, αρκεί αυτές να αναφέρονται στο βούλευμα κατ' είδος, χωρίς να είναι απαραίτητο να διευκρινίζεται από ποίο ή ποία αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε η κάθε παραδοχή. Η μη όμως ορθή εκτίμηση των αποδείξεων από το συμβούλιο, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολόγησης κάθε αποδεικτικού στοιχείου χωριστά και η παράλειψη της μεταξύ τους αξιολογικής συσχέτισης δεν συνιστά λόγο αναίρεσης από τους περιοριστικά αναφερόμενους στο άρθρο 484 παρ. 1 του ΚΠΔ, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές πλήττεται η αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του συμβουλίου. Η επιβαλλόμενη από τις παραπάνω διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠΔ αιτιολογία γίνεται δεκτό ότι υπάρχει και όταν το Συμβούλιο αναφέρεται εξ ολοκλήρου στην ενσωματωμένη στο βούλευμα εισαγγελική πρόταση, αφού η τελευταία αποτελεί τμήμα του ίδιου βουλεύματος και το Συμβούλιο αποδέχεται όλα τα διαλαμβανόμενα σ' αυτή, με την προϋπόθεση ότι εκτίθενται στην πρόταση με σαφήνεια και πληρότητα τα προκύψαντα από την ανάκριση ή την προανάκριση πραγματικά περιστατικά, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία συνάγονται αυτά και οι σκέψεις και οι συλλογισμοί που στηρίζουν την παραπεμπτική πρόταση, με την οποία συντάσσεται και η κρίση του Συμβουλίου, ώστε θα ήταν άσκοπη και τυπολατρική η επανάληψη από το Συμβούλιο των ίδιων περιστατικών, αποδείξεων και συλλογισμών.(ΑΠ 501/2006, ΑΠ 244/2006). V. Στη προκειμένη περίπτωση το Συμβούλιο Εφετών Κρήτης, στήριξε την παραπεμπτική του κρίση, με καθολική αναφορά στην ενσωματωμένη στο βούλευμα πρόταση του αρμόδιου Εισαγγελέα Εφετών και στις παραδοχές αυτής. Σύμφωνα με την πρόταση αυτή από τα αποδεικτικά στοιχεία της δικογραφίας και ειδικότερα από τις καταθέσεις των μαρτύρων, τα έγγραφα, την απολογία του εκκαλούντος - κατηγορουμένου και το απολογητικό του υπόμνημα, προέκυψαν τα εξής πραγματικά περιστατικά: Οι εγκαλούντες Ψ, Κ και Θ είναι υπάλληλοι της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως ...-Διευθύνσεως Δημόσιας Υγείας και ειδικότερα οι δύο πρώτοι επόπτες δημόσιας υγείας και ο τρίτος οδηγός της ως άνω Υπηρεσίας. Την 4-8-2006 στο πλαίσιο των υπηρεσιακών τους καθηκόντων, ο τρίτος εγκαλών μετέφερε με το με αριθμό κυκλοφορίας ... υπηρεσιακό αυτοκίνητο της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως ... του δύο πρώτους στο Δ.Δ. ... για την διενέργεια υγειονομικού ελέγχου στο κατάστημα "καφέ-μπαρ" του Ζ. Δίπλα από το ως άνω κατάστημα ο εκκαλών κατηγορούμενος Χ λειτουργούσε κατάστημα υγειονομικού ενδιαφέροντος και δη κρεοπωλείο χωρίς άδεια λειτουργίας, παρά τις καταγγελίες του οικείου συλλόγου κρεοπωλών και τους ελέγχους των αρμοδίων Υπηρεσιών. Ειδικότερα, προηγούμενες αιτήσεις της συζύγου του ανωτέρω ... για έκδοση άδειας λειτουργίας του κρεοπωλείου στο όνομα της είχαν απορριφθεί, διότι είχαν διενεργηθεί έλεγχοι από αμφότερους τους εγκαλούντες επόπτες δημόσιας υγείας και είχε διαπιστωθεί ότι δεν τηρούντο οι απαιτούμενες υγειονομικής φύσεως προϋποθέσεις και δεν είχε προσληφθεί υπεύθυνος κρεοπώλης για την λειτουργία του καταστήματος. Σημειώνεται ότι, ενώ είχαν εξηγηθεί στον εκκαλούντα, κατ' ουσία υπεύθυνο του καταστήματος, οι ενέργειες και εργασίες στις οποίες όφειλε να προβεί για να εγκριθεί από την Διεύθυνση Δημόσιας Υγείας η λειτουργία του κρεοπωλείου, δεν είχε προβεί στη συμπλήρωση των ελλείψεων, αντίθετα μετέβη στα γραφεία της ως άνω Υπηρεσίας και φωνασκώντας απαιτούσε ο επόμενος έλεγχος να μη γίνει από την πρώτη εγκαλούμενη Ψ, την οποία επιπρόσθετα απειλούσε ότι είχε τη δυνατότητα να διώξει από την υπηρεσία της. Την προμνησθείσα ημέρα (4-8-2006), περί ώρα 13.00, αφού οι εγκαλούντες επόπτες δημόσιας υγείας είχαν περατώσει τον έλεγχο στο κατάστημα του Ζ και εξήρχοντο του καταστήματος για να επιβιβαστούν στο υπηρεσιακό αυτοκίνητο και να αναχωρήσουν, ο εκκαλών, ο οποίος βρισκόταν στο προαύλιο του καταστήματος του με τον τρίτο εγκαλούντα Θ και τον Ζ, μόλις είδε την εγκαλούσα Ψ, σε εξαιρετικά έντονο και προκλητικό ύφος της επιτέθηκε φραστικά, με αφορμή την τελευταία απορριπτική γνωμοδότηση της για την άδεια λειτουργίας του καταστήματος του. Αμέσως μετά, της επιτέθηκε εντελώς αιφνίδια και της κατάφερε με το δεξί του χέρι. ισχυρό πλήγμα στην αριστερή παρειά, με συνέπεια να της προξενήσει οίδημα στην εν λόγω παρειά. Τόση ήταν η δύναμη με την οποία ο εκκαλών έπληξε την εγκαλούσα, ώστε, από την ένταση και τη σφοδρότητα του πλήγματος η τελευταία έπεσε απότομα στο έδαφος και υπέστη κάταγμα δεξιάς πηχεοκαρπικής αρθρώσεως. Η πτώση στο έδαφος, ο σοβαρός τραυματισμός και οι φωνές τρόμου της παθούσας, δεν στάθηκε δυνατό να καταστείλουν τα άγρια ένστικτα εκδικήσεως του εκκαλούντος, ο οποίος πήρε στα χέρια του ένα καδρόνι οικοδομής και με αυτό. ενώ η παθούσα όταν πεσμένη στο έδαφος, άρχισε να την χτυπά ανηλεώς με σφοδρότητα σε όλο το σώμα της, λακτίζοντας της συγχρόνως με τα πόδια του, ενώ παράλληλα της απηύθυνε την εξυβριστική λέξη "πουτάνα" και άλλες ύβρεις που δεν θυμάται η ανωτέρω. Από τα πλήγματα του εκκαλούντος η παθούσα υπέστη εκχυμωτικό μώλωπα οπίσθιας θωρακικής χώρας στο ύψος του δεξιού νεφρού , δύο -τρεις εκχυμωτικούς μώλωπες διαστάσεων τέσσερα έως πέντε εκατοστά επί της δεξιάς γλουτιαίας χώρας και επί της ανώτερης οπίσθιας και έξω πλάγιας επιφάνειας του δεξιού μηρού , εκχυμωτικό μώλωπα διαστάσεων περί τα τρία εκατοστά επί του προσθίου κατωτέρου τμήματος της αριστερής κνήμης, θλάσεις στις ανατομικές του αυχένα και του οσφύ και κήλη αυχένα, οι οποίες κακώσεις της προκάλεσαν κεφαλαλγία, ιλίγγους και άλγη αυχένα, θωρακικής χώρας και άλλων μερών του σώματος της. Την μανία του εκκαλούντος επιχείρησαν να τιθασεύσουν οι συνάδελφοι της ανωτέρω παθούσας, δεύτερος και τρίτος εγκαλούμενοι, οι οποίοι επενέβησαν για να τον συγκρατήσουν από την βάναυση και με ιδιαίτερη σκληρότητα επίθεση του σε βάρος της τελευταίας. Κατά την προσπάθεια τους αυτή ο εκκαλών. επιτέθηκε και εναντίον τους και τους κατάφερε πλήγματα με το ως άνω καδρόνι οικοδομής. Ειδικότερα έπληξε τον Κ στο δεξιό χέρι του και στη μέση και του προξένησε εκχύμωση δεξιού αντιβραχίου και άλγος στη μέση (οσφυαλγία) και τον Θ στην δεξιά πλευρά του σώματος του και του προξένησε κάκωση δεξιού ώμου και κάκωση δεξιάς άκρας χειρός. Τέτοια ήταν η μανία εκδικήσεως του εκκαλούντος, ώστε όταν η παθούσα Ψ επιχείρησε να διαφύγει κυριολεκτικά έρποντας προς το υπηρεσιακό αυτοκίνητο, αυτός συνέχισε να την καταδιώκει κραδαίνοντας σε βάρος της το καδρόνι που κρατούσε. για να εξαντλήσει τελικά το μένος του χτυπώντας με το καδρόνι σε διάφορα σημεία το ως άνω με αριθμό κυκλοφορίας ... αυτοκίνητο, εν γνώσει ότι ανήκε στη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση ... και χρησιμοποιείτο για την εκπλήρωση των σκοπών της μεταφορά υπαλλήλων για εκτέλεση υπηρεσίας κ.ο.κ.) προς εξυπηρέτηση του συμφέροντος του κοινωνικού συνόλου. Ειδικότερα, ο εκκαλών κατέστρεψε (έθραυσε) τους υαλοπίνακες δύο θυρών του αυτοκίνητου, καθώς και τον εμπρόσθιο και οπίσθιο ανεμοθώρακες αυτού, προξενώντας φθορές στο αυτοκίνητο ύψους χιλίων (1000) περίπου ευρώ. Ακολούθως ο εκκαλών πέταξε το^ ξύλο που κρατούσε, κλείδωσε το κατάστημα του και με το ΙΧΦ αυτοκίνητο του διέφυγε προς άγνωστη κατεύθυνση, εξαφανισθείς, με συνέπεια να μην βρεθεί στην οικία του την επομένη (5-3-2006) σε γενομένη νομίμως έρευνα, ούτε να εντοπιστεί στο πλαίσιο του αυτοφώρου των εγκλημάτων που είχε διαπράξει. Οι εγκαλούντες υπάλληλοι μεταφέρθηκαν στο Γενικό Νοσοκομείο ... για την παροχή ιατρικής περιθάλψεως, ενώ η πρώτη από αυτούς (Ψ) την επομένη εξετάστηκε και από τον Ιατροδικαστή .... Στην με αρ. πρωτ. 696/31-8-2006 σχετική ιατροδικαστική έκθεση οι σωματικές κακώσεις χαρακτηρίζονται μεν ως επικίνδυνες με εκτιμώμενο χρόνο αποκαταστάσεως τους δύο μήνες, εκτός επιπλοκής ή υστερογενούς βλάβης, όμως, η παθούσα με την από 6-7-2007 (μεταγενέστερη της ιατροδικαστικής εκθέσεως) κατάθεση της ανέφερε ότι, συνεπεία των σωματικών βλαβών που υπέστη παρέμεινε εκτός υπηρεσίας σε αναρρωτική άδεια επί έξι (6) μήνες, η δε κήλη αυχένα που υπέστη είναι μόνιμη.
Τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά προέκυψαν από τις καταθέσεις των εγκαλούντων και του αυτόπτη μάρτυρα Ζ, καθώς και από τα έγγραφα (αναφορά υπαλλήλων, ιατροδικαστική έκθεση, έγγραφα Νοσοκομείου ..., τιμολόγια και αποδείξεις για την επισκευή του υπηρεσιακού αυτοκινήτου κ.ο.κ.). Ο κατηγορούμενος ισχυρίστηκε ενώπιον του Ανακριτή ότι απλώς χαστούκισε την πρώτη εγκαλούσα και αυτή έπεσε στο έδαφος και τραυματίστηκε, ενώ πήρε το ξύλο για να προστατευθεί επειδή οι λοιποί εγκαλούντες κινήθηκαν εναντίον του. Ο εν λόγω ισχυρισμός του είναι προφανώς αβάσιμος, εν όψει των σαφών καταθέσεων των μαρτύρων, αλλά και των αποτελεσμάτων της πρωτοφανούς συμπεριφοράς του και δη των πολλαπλών σοβαρών κακώσεων που προξένησε ιδιαίτερα στην πρώτη παθούσα.
Υπό τα εκτεθέντα πραγματικά περιστατικά προέκυψαν σοβαρές ενδείξεις ενοχής του εγκαλούντος για τις πράξεις που του αποδίδονται. Ειδικότερα, όσον αφορά την πρώτη πράξη, προέκυψε αποχρώντως ότι, αφ: ενός μεν η σωματική βλάβη που προξένησε στην Ψ Φέρει τον χαρακτήρα βαριάς σωματικής βλάβης, κατά την εκτεθείσα έννοια του άρθρου 310 Π Κ. δεδομένου ότι από το κάταγμα της δεξιάς πηχεοκαρπικής, τις θλάσεις στον αυχένα, τις λοιπές κακώσεις και τις εξ αυτών συνέπειες (κήλη στον αυχένα και άλγη), η παθούσα εμποδίστηκε σημαντικά και επί πολύ χρόνο και συγκεκριμένα επί ένα εξάμηνο, να χρησιμοποιεί το σώμα της, ευρισκόμενη σε αδυναμία κατά τον χρόνο αυτό να χρησιμοποιεί το δεξί χέρι της, να κινεί το κεφάλι της και να εκτελεί την υπηρεσία της, αφ' ετέρου δε ότι ο εκκαλών επιδίωκε το ανωτέρω αποτέλεσμα, δηλαδή τη βαριά σωματική βλάβη της παθούσας. Ο άμεσος δόλος του εκκαλούντος συνάγεται από την ένταση και σφοδρότητα με την οποία έπληξε αρχικά την παθούσα με το χέρι του και ακολούθως με το καδρόνι οικοδομής, μέσο πρόσφορο για την πρόκληση τέτοιας σωματικής βλάβης, τα επανειλημμένα πλήγματα που της επέφερε, την ιδιαίτερη σκληρότητα που ενήργησε και το εναντίον της παθούσας μένος του, ακόμη και όταν αυτή έρποντας προσπαθούσε να διαφύγει, το οποίο μένος ανακόπηκε μόνο με την παρέμβαση των παρευρισκομένων που τον συγκράτησαν. Αν δηλαδή ο εκκαλών δεν επιδίωκε να προξενήσει στην παθούσα βαριά σωματική βλάβη, η πτώση της στο έδαφος θα τον απέτρεπε από την περαιτέρω συμπεριφορά του, ή τουλάχιστον δεν θα επέλεγε πρόσφορο μέσο (καδρόνι) για να συνεχίσει να την πλήττει επανειλημμένα σε όλο το σώμα της με ιδιαίτερη σκληρότητα και δεν θα είχαν προκληθεί οι λοιπές κακώσεις της παθούσας και ιδιαίτερα αυτές στον αυχένα, ούτε θα απαιτείτο η επέμβαση των παρευρισκομένων προσώπων προς συγκράτηση του. Σημειώνεται ότι η παθούσα στην προμνησθείσα από 6-7-2007 κατάθεση της υποστήριξε ότι "...πιθανόν θα την είχε σκοτώσει αν δεν παρενέβαιναν οι συνάδελφοι της.....". Εξ άλλου, οι σωματικές βλάβες που υπέστησαν οι λοιποί εγκαλούντες φέρουν τον χαρακτήρα επικίνδυνης σωματικής βλάβης διότι ο εκκαλών προξένησε αυτές στους παθόντες με πρόθεση και με τρόπο που μπορούσε να τους προκαλέσει βαριά σωματική τους βλάβη, με την έννοια να εμποδιστούν σημαντικά και επί πολύ χρόνο να χρησιμοποιούν το σώμα τους. Σημειώνεται ότι ο δόλος του δράστη περιλαμβάνει, πέραν από την πρόθεση προκλήσεως των σωματικής κακώσεως, τη γνώση και τη θέληση και των περιστάσεων από τις οποίες αντικειμενικά προκύπτει κίνδυνος να υποστούν οι παθόντες βαριά σωματική βλάβη. Η κρίση αυτή στηρίζεται στο μέσον που χρησιμοποίησε, τα σημεία του σώματος των παθόντων που έπληξε την ένταση 'ων πληγμάτων και τις Λοιπές συνθήκες υπό τις οποίες ενήργησε, κατά τα προαναφερθέντα. Τέλος, η με πρόθεση του εκκαλούντος μερική καταστροφή του ανήκοντος στη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση ... αυτοκινήτου και το γεγονός ότι το εν λόγω αυτοκίνητο, εν γνώσει του, χρησιμοποιείτο για την εκπλήρωση των σκοπών της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως, προς εξυπηρέτηση του συμφέροντος του κοινωνικού συνόλου, θεμελιώνει την προβλεπομένη από τα άρθρα 381§ 1 και 382 § 2α Π Κ αξιόποινη πράξη της διακεκριμένης περιπτώσεως φθοράς ξένης ιδιοκτησίας (πράγματος που χρησιμεύει για κοινό όφελος -ΑΠ 944/2005 Ποιν. Xρoν. ΝΣΤ 53, ΑΠ 444/2002 Ποιν. Λογ. 2002 561, ΑΠ 867/1991 Υπέρ. 1992 545-), ενώ την τελευταία πράξη (εξύβριση με λόγο) θεμελιώνει το γεγονός ότι ο εκκαλών, όχι μόνο βιαιοπράγησε βάναυσα εναντίον της εγκαλούσας, αλλά προσέτι πρόσβαλε και την τιμή της με την εξυβριστική λέξη "πουτάνα" και άλλες όμοιες εκφράσεις που της απηύθυνε προς υποτίμηση της προσωπικότητας της.
Κατ' ακολουθία των ανωτέρω, το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Χανίων το οποίο, με το προσβαλλόμενο με αριθμό 512/2007 βούλευμα του, αποφάνθηκε με τις ίδιες παραδοχές και κατ' εφαρμογή των άρθρων 309§1ε και 313 ΚΠΔ την παραπομπή του εκκαλούντος στο ακροατήριο του αρμοδίου Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου (άρθρα 96 και 97 Συντάγματος και 1, 8 §1α, 109 περ. α', 119§1 και 122 ΚΠΔ) για τις πράξεις που του αποδίδονται, οι οποίες προβλέπονται και τιμωρούνται από τα άρθρα 1, 5, 14, 16-19, 26§1, 27, 51, 52, 53, 60, 63, 79, 94§1, 308§1α, 309, 310, 361§1, 381§1, 382 § § 2α-1 ΠΚ, δεν έσφαλε αλλά προέβη σε ορθή ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και σε ορθή εκτίμηση των αποδείξεων και των πραγματικών περιστατικών που προέκυψαν. Κατά συνέπεια η έφεση του εκκαλούντος, με την οποία υποστηρίζει τα αντίθετα, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη κατ' ουσία. Περαιτέρω, εν όψει των διατάξεων των άρθρων 145 § §1,2, 317§2 και 318 ΚΠΔ, πρέπει να συμπληρωθεί-διορθωθεί το ανωτέρω παραπεμπτικό βούλευμα, κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας επειδή από παραδρομή: α) ενώ στο σκεπτικό του ορθά προσδιορίζεται ως μέσο προκλήσεων των σωματικών βλαβών το "καδρόνι οικοδομής", στο διατακτικό αναφέρεται ως "σανίδα οικοδομής", αντικείμενο του οποίου η χρήση για την πρόκληση σωματικών κακώσεων κατά την κοινή αντίληψη και εμπειρία μπορεί να έχει διαφορετικές συνέπειες, β) δεν έχουν παρατεθεί οι διατάξεις των άρθρων 60 και 63 ΠΚ και γ) στην πρώτη πράξη που διαλαμβάνεται στο διατακτικό του δεν έχει περιληφθεί η κήλη αυχένα που υπέστη η παθούσα και δεν προσδιορίστηκε για ποια περίπτωση βαριάς σωματικής βλάβης πρόκειται. Κατά τα Λοιπά το εν λόγω βούλευμα πρέπει να επικυρωθεί, κατ εφαρμογή του άρθρου 319§3 ΚΠΔ. Τέλος, σύμφωνα με το άρθρο 583§1 ΚΠΔ (όπως αντικ. με το άρθ. 55 Ν3160/2003). πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του εκκαλούντος τα δικαστικά έξοδα.
VI. Με αυτά που δέχθηκε το Συμβούλιο Εφετών, διέλαβε στο προσβαλλόμενο βούλευμα την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει με σαφήνεια πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις και λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ενεργηθείσα κυρία ανάκριση και την προηγηθείσα προανάκριση και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση των παραπάνω εγκλημάτων για τα οποία κρίθηκε παραπεμπτέος ο αναιρεσείων, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τις σκέψεις με τις οποίες έκρινε ότι προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις για την παραπομπή του για τις αξιόποινες αυτές πράξεις που προβλέπονται και τιμωρούνται από τις διατάξεις των άρθρων 27 § § 1,2, 94, 310 § § 1,2,3, 309 σε συνδ. με 308 § 1, 361 και 382 Π.Κ., τις οποίες ορθώς εφάρμοσε και δεν παραβίασε ούτε εκ πλαγίου. Είχε δε το δικαίωμα το Συμβούλιο να στηρίξει την παραπεμπτική κρίση του στην παραπάνω ενσωματωμένη Εισαγγελική πρόταση, αβασίμως δε ισχυρίζεται ο αναιρεσείων και διαμορφώνει ως αναιρετικό λόγο έλλειψης αιτιολογίας τον ισχυρισμό, ότι το Συμβούλιο Εφετών στήριξε την κρίση του στην Εισαγγελική πρόταση, που είχε ενσωματωθεί στο πρωτόδικο βούλευμα, πράγμα που δεν προκύπτει από το περιεχόμενο του προσβαλλομένου βουλεύματος. Περαιτέρω είναι απαράδεκτος ως λόγος αναίρεσης, λόγω αοριστίας ο ισχυρισμός που διαλαμβάνεται στην έκθεση αναίρεσης, ότι το Συμβούλιο δεν έλαβε υπόψη του έγγραφα που κατέθεσε ο ήδη αναιρεσείων μαζί με την έφεσή του, αφού δεν προσδιορίζονται τα έγγραφα αυτά. Τέλος απαραδέκτως προβάλλονται ως λόγος αναίρεσης, οι αιτιάσεις κατά του βουλεύματος, με τις οποίες πλήττεται η αναιρετικώς ανέλεγκτη εκτίμηση των αποδείξεων και οι ουσιαστικές παραδοχές του Συμβουλίου Εφετών. Πρέπει συνεπώς να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης και να επιβληθούν στον αναιρεσείοντα τα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 Κ.Π.Δ.).
Για τους λόγους αυτούς ΠροτείνωΙ. Να απορριφθούν η με αριθμό 5/12-5-2008 αίτηση αναίρεσης, που ασκήθηκε από τον κατηγορούμενο Χ, κατά του 69/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Κρήτης και
ΙΙ. Να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα στον αναιρεσείοντα.
Αθήνα 30 Ιουνίου 2008
Ο Αντεισαγγελέας του Αρείου ΠάγουΒασίλειος Μαρκής
Αφού άκουσε τον Αντεισαγγελέα, που αναφέρθηκε στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση και έπειτα αποχώρησε,
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κρινόμενη 5/12-5-2008 έκθεση αναίρεσης, του Χ, κατά του 69/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Κρήτης, με το οποίο απορρίφθηκε κατ'ουσία έφεσή του, κατά του 512/2007 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Χανίων, το οποίο τον παρέπεμψε στο ακροατήριο του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου, που θα ορίσει ο Εισαγγελέας Εφετών Κρήτης, για να δικαστεί ως υπαίτιος βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης, επικίνδυνης σωματικής βλάβης κατά συρροή, διακεκριμένης περίπτωσης φθοράς ξένης ιδιοκτησίας και εξύβρισης (άρ.26 παρ.1, 27, 94 παρ.1, 308 παρ.1, 309, 310 παρ.3-1, 361 παρ.1, 381 παρ.1, 382 παρ. 2α, και 1 του ΠΚ), έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως και από πρόσωπο που δικαιούται προς τούτο και κατά βουλεύματος υποκειμένου σε αναίρεση, γι'αυτό και πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή.
ΙΙ. Κατά το άρθρο 308 παρ. 1α του ΠΚ, όποιος με πρόθεση προξενεί σε άλλον σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας του τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι τριών ετών. Κατά το επόμενο άρθρο 309 με τον υπότιτλο "επικίνδυνη σωματική βλάβη", αν η πράξη του άρθρου 308 τελέστηκε με τρόπο που μπορούσε να προκαλέσει στον παθόντα κίνδυνο για τη ζωή του ή βαριά σωματική του βλάβη (άρ. 310 παρ. 2), επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών. Ακολούθως, το άρ. 310 με τον υπότιτλο "βαριά σωματική βλάβη", ορίζει ότι, αν η πράξη του άρθρου 308 είχε επακόλουθο τη βαριά σωματική ή διανοητική πάθηση του παθόντος, επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών. Βαριά σωματική ή διανοητική πάθηση υπάρχει ιδίως αν η πράξη προξένησε στον παθόντα κίνδυνο ζωής ή βαριά και μακροχρόνια αρρώστια ή σοβαρό ακρωτηριασμό ή αν τον εμπόδισε σημαντικά και για πολύ χρόνο να χρησιμοποιεί το σώμα ή τη διάνοιά του. Αν ο υπαίτιος επιδίωκε το αποτέλεσμα που προξένησε, τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών. Από τις διατάξεις αυτές σε συνδυασμό με εκείνη του άρθρου 308 ΠΚ, που προβλέπει και τιμωρεί την απλή σωματική βλάβη, προκύπτει, ότι το έγκλημα της βαριάς σωματικής βλάβης αποτελεί βαρύτερη περίπτωση της απλής σωματικής βλάβης (άρ. 308 ΠΚ), αλλά και της επικίνδυνης (άρ. 309 ΠΚ) και το βαρύτερο αυτής αποτέλεσμα μπορεί να επέλθει είτε από αμέλεια (άρ. 29 παρ. 1 ΠΚ), είτε με σκοπό επέλευσης αυτού (άρ. 310 παρ. 3 ΠΚ). Για την εφαρμογή της τελευταίας αυτής διάταξης απαιτείται, αντικειμενικά μεν, συνδρομή οποιασδήποτε των πιο πάνω ενδεικτικά μνημονευομένων περιπτώσεων της βαριάς σωματικής βλάβης, υποκειμενικά δε, σκοπός επέλευσης αυτού, δηλαδή άμεσος δόλος προς τέλεση βαριάς σωματικής βλάβης σε άλλον. Είναι δε αναιρετικά ανέλεγκτη η κρίση, αν από τον τρόπο τέλεσης κλπ. μπορούσε στη συγκεκριμένη περίπτωση να προκληθεί κίνδυνος ζωής ή βαριά και μακροχρόνια αρρώστια κλπ.
Επίσης, όπως προκύπτει από το συνδυασμό των διατάξεων των άρ.381 παρ.1 και 382 παρ.2 περ.α του ΠΚ, με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών τιμωρείται όποιος με πρόθεση καταστρέφει ή βλάπτει πράγμα που χρησιμεύει για κοινό όφελος ή με άλλον τρόπο καθιστά ανέφικτη τη χρήση του, ενώ κατά τη διάταξη του άρ. 361 παρ.1 του ίδιου Κώδικα " όποιος, εκτός από τις περιπτώσεις της δυσφήμησης (άρθρα 367 και 363), προσβάλλει την τιμή άλλου με λόγο ή με έργο ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι ενός έτους ή με χρηματική ποινή. Η χρηματική ποινή μπορεί να επιβληθεί και μαζί με την ποινή της φυλάκισης". Εξάλλου, η απαιτούμενη από τα άρθρα 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγο αναιρέσεως, κατά το άρθρο 484 παρ.1 στοιχ. δ' ΚΠΔ, υπάρχει όταν περιέχονται στο βούλευμα με σαφήνεια πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία προέκυψαν από την ανάκριση ή την προανάκριση, τα οποία θεμελιώνουν την ύπαρξη επαρκών ενδείξεων ενοχής του κατηγορουμένου για το έγκλημα για το οποίο ασκήθηκε ποινική δίωξη, οι αποδείξεις από τις οποίες προέκυψαν τα περιστατικά και, τέλος, οι σκέψεις και οι συλλογισμοί, βάσει των οποίων το δικαστικό συμβούλιο έκρινε ότι από τα περιστατικά αυτά προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις ενοχής, ικανές να στηρίξουν την κατηγορία. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό του βουλεύματος, που αποτελούν ενιαίο σύνολο και αρκεί να μνημονεύονται τα αποδεικτικά μέσα γενικώς κατ' είδος, χωρίς να είναι ανάγκη να εκτίθεται τι προέκυψε από το καθένα, αρκεί να συνάγεται ότι το δικαστήριο τα έλαβε υπόψη του και τα συνεκτίμησε όλα ανεξαιρέτως. Δεν αποτελούν όμως λόγο αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα η εσφαλμένη εκτίμηση των εγγράφων, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολόγησης κάθε αποδεικτικού στοιχείου χωριστά και η παράλειψη της αξιολογικής συσχετίσεως μεταξύ των αποδεικτικών στοιχείων, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές πλήττεται η αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του Συμβουλίου. H επιβαλλόμενη από τις παραπάνω διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠΔ αιτιολογία, γίνεται δεκτό ότι υπάρχει και όταν το Συμβούλιο αναφέρεται εξ ολοκλήρου στην ενσωματωμένη στο βούλευμα εισαγγελική πρόταση, αφού η τελευταία αποτελεί τμήμα του ίδιου βουλεύματος και το Συμβούλιο αποδέχεται όλα τα διαλαμβανόμενα σ' αυτή με την προϋπόθεση ότι εκτίθενται στην πρόταση με σαφήνεια και πληρότητα τα προκύψαντα από την ανάκριση ή την προανάκριση πραγματικά περιστατικά, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία συνάγονται και οι σκέψεις που στηρίζουν την παραπεμπτική πρόταση, με την οποία συντάσσεται και η κρίση του Συμβουλίου, ώστε θα ήταν άσκοπη και τυπολατρική η επανάληψη από το Συμβούλιο των ίδιων περιστατικών, αποδείξεων και συλλογισμών. Όταν ασκείται έφεση από τον κατηγορούμενο κατά του πρωτοδίκου παραπεμπτικού βουλεύματος, το δευτεροβάθμιο συμβούλιο έχει τη δυνατότητα, για να στηρίξει τις δικές του σκέψεις, να παραπέμπει συμπληρωματικώς στο πρωτόδικο βούλευμα. Δεν συγχωρείται, όμως, το συμβούλιο εφετών να μη διαλαμβάνει τίποτα για τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν και τις σκέψεις με τις οποίες αποφάνθηκε ότι υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις και υπήγαγε τα πραγματικά περιστατικά στις διατάξεις που εφάρμοσε, αλλά απλώς να αναφέρεται εξολοκλήρου στα πραγματικά περιστατικά, τις αποδείξεις και τις σκέψεις του πρωτόδικου βουλεύματος ή (και) στην ενσωματωμένη σ' αυτό (πρωτόδικο βούλευμα) εισαγγελική πρόταση. Μόνο στην περίπτωση αυτή το βούλευμα του συμβουλίου εφετών στερείται της επιβαλλόμενης από το Σύνταγμα και το νόμο ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και παραβιάζονται επιπλέον οι διατάξεις των άρθρων 20 παρ. 1 του Συντάγματος, 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ (ν.δ 53/1973) και 2 παρ. 1 του Έβδομου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, (ν.1705/1987), καθόσον στην περίπτωση αυτή, ο κατηγορούμενος που άσκησε έφεση κατά πρωτόδικου παραπεμπτικού βουλεύματος, στερείται της ουσιαστικής κρίσεως του συμβουλίου του δεύτερου βαθμού. I
ΙΙ. Στην προκείμενη περίπτωση, το Συμβούλιο Εφετών Κρήτης με το προσβαλλόμενο βούλευμά του, όπως συνάγεται από το σκεπτικό και το διατακτικό του, με καθολική αναφορά του στην ενσωματωμένη σ' αυτό εισαγγελική πρόταση, μετά από την εκτίμηση και την αξιολόγηση των αναφερομένων σ' αυτό κατ' είδος αποδεικτικών μέσων (και ειδικότερα από τις καταθέσεις των μαρτύρων, τα έγγραφα, την απολογία του εκκαλούντος - κατηγορουμένου και το απολογητικό του υπόμνημα), δέχθηκε, κατά την ανέλεγκτη περί των πραγμάτων κρίση του, τα παρακάτω πραγματικά περιστατικά: Οι εγκαλούντες Ψ, Κ και Θ είναι υπάλληλοι της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως ...-Διευθύνσεως Δημόσιας Υγείας και ειδικότερα οι δύο πρώτοι επόπτες δημόσιας υγείας και ο τρίτος οδηγός της ως άνω Υπηρεσίας. Την 4-8-2006 στο πλαίσιο των υπηρεσιακών τους καθηκόντων, ο τρίτος εγκαλών μετέφερε με το με αριθμό κυκλοφορίας ... υπηρεσιακό αυτοκίνητο της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως ... τους δύο πρώτους στο Δ.Δ. ... για την διενέργεια υγειονομικού ελέγχου στο κατάστημα "καφέ-μπαρ" του Ζ. Δίπλα από το ως άνω κατάστημα ο εκκαλών κατηγορούμενος Χ λειτουργούσε κατάστημα υγειονομικού ενδιαφέροντος και δη κρεοπωλείο χωρίς άδεια λειτουργίας, παρά τις καταγγελίες του οικείου συλλόγου κρεοπωλών και τους ελέγχους των αρμοδίων Υπηρεσιών. Ειδικότερα, προηγούμενες αιτήσεις της συζύγου του ανωτέρω ... για έκδοση άδειας λειτουργίας του κρεοπωλείου στο όνομα της είχαν απορριφθεί, διότι είχαν διενεργηθεί έλεγχοι από αμφότερους τους εγκαλούντες επόπτες δημόσιας υγείας και είχε διαπιστωθεί ότι δεν τηρούντο οι απαιτούμενες υγειονομικής φύσεως προϋποθέσεις και δεν είχε προσληφθεί υπεύθυνος κρεοπώλης για την λειτουργία του καταστήματος. Σημειώνεται ότι, ενώ είχαν εξηγηθεί στον εκκαλούντα, κατ' ουσία υπεύθυνο του καταστήματος, οι ενέργειες και εργασίες στις οποίες όφειλε να προβεί για να εγκριθεί από την Διεύθυνση Δημόσιας Υγείας η λειτουργία του κρεοπωλείου, δεν είχε προβεί στη συμπλήρωση των ελλείψεων, αντίθετα μετέβη στα γραφεία της ως άνω Υπηρεσίας και φωνασκώντας απαιτούσε ο επόμενος έλεγχος να μη γίνει από την πρώτη εγκαλούμενη Ψ, την οποία επιπρόσθετα απειλούσε ότι είχε τη δυνατότητα να διώξει από την υπηρεσία της. Την προμνησθείσα ημέρα (4-8-2006), περί ώρα 13.00, αφού οι εγκαλούντες επόπτες δημόσιας υγείας είχαν περατώσει τον έλεγχο στο κατάστημα του Ζ και εξήρχοντο του καταστήματος για να επιβιβαστούν στο υπηρεσιακό αυτοκίνητο και να αναχωρήσουν, ο εκκαλών, ο οποίος βρισκόταν στο προαύλιο του καταστήματος του με τον τρίτο εγκαλούντα Θ και τον Ζ, μόλις είδε την εγκαλούσα Ψ, σε εξαιρετικά έντονο και προκλητικό ύφος της επιτέθηκε φραστικά, με αφορμή την τελευταία απορριπτική γνωμοδότηση της για την άδεια λειτουργίας του καταστήματος του. Αμέσως μετά, της επιτέθηκε εντελώς αιφνίδια και της κατάφερε με το δεξί του χέρι ισχυρό πλήγμα στην αριστερή παρειά, με συνέπεια να της προξενήσει οίδημα στην εν λόγω παρειά. Τόση ήταν η δύναμη με την οποία ο εκκαλών έπληξε την εγκαλούσα, ώστε, από την ένταση και τη σφοδρότητα του πλήγματος η τελευταία έπεσε απότομα στο έδαφος και υπέστη κάταγμα δεξιάς πηχεοκαρπικής αρθρώσεως. Η πτώση στο έδαφος, ο σοβαρός τραυματισμός και οι φωνές τρόμου της παθούσας, δεν στάθηκε δυνατό να καταστείλουν τα άγρια ένστικτα εκδικήσεως του εκκαλούντος, ο οποίος πήρε στα χέρια του ένα καδρόνι οικοδομής και με αυτό, ενώ η παθούσα όταν πεσμένη στο έδαφος, άρχισε να την χτυπά ανηλεώς με σφοδρότητα σε όλο το σώμα της, λακτίζοντας της συγχρόνως με τα πόδια του, ενώ παράλληλα της απηύθυνε την εξυβριστική λέξη "πουτάνα" και άλλες ύβρεις που δεν θυμάται η ανωτέρω. Από τα πλήγματα του εκκαλούντος η παθούσα υπέστη εκχυμωτικό μώλωπα οπίσθιας θωρακικής χώρας στο ύψος του δεξιού νεφρού, δύο -τρεις εκχυμωτικούς μώλωπες διαστάσεων τέσσερα έως πέντε εκατοστά επί της δεξιάς γλουτιαίας χώρας και επί της ανώτερης οπίσθιας και έξω πλάγιας επιφάνειας του δεξιού μηρού, εκχυμωτικό μώλωπα διαστάσεων περί τα τρία εκατοστά επί του προσθίου κατωτέρου τμήματος της αριστερής κνήμης, θλάσεις στις ανατομικές του αυχένα και του οσφύ και κήλη αυχένα, οι οποίες κακώσεις της προκάλεσαν κεφαλαλγία, ιλίγγους και άλγη αυχένα, θωρακικής χώρας και άλλων μερών του σώματος της. Την μανία του εκκαλούντος επιχείρησαν να τιθασεύσουν οι συνάδελφοι της ανωτέρω παθούσας, δεύτερος και τρίτος εγκαλούμενοι, οι οποίοι επενέβησαν για να τον συγκρατήσουν από την βάναυση και με ιδιαίτερη σκληρότητα επίθεση του σε βάρος της τελευταίας. Κατά την προσπάθεια τους αυτή ο εκκαλών επιτέθηκε και εναντίον τους και τους κατάφερε πλήγματα με το ως άνω καδρόνι οικοδομής. Ειδικότερα έπληξε τον Κ στο δεξιό χέρι του και στη μέση και του προξένησε εκχύμωση δεξιού αντιβραχίου και άλγος στη μέση (οσφυαλγία) και τον Θ στην δεξιά πλευρά του σώματος του και του προξένησε κάκωση δεξιού ώμου και κάκωση δεξιάς άκρας χειρός. Τέτοια ήταν η μανία εκδικήσεως του εκκαλούντος, ώστε όταν η παθούσα Ψ επιχείρησε να διαφύγει κυριολεκτικά έρποντας προς το υπηρεσιακό αυτοκίνητο, αυτός συνέχισε να την καταδιώκει κραδαίνοντας σε βάρος της το καδρόνι που κρατούσε, για να εξαντλήσει τελικά το μένος του χτυπώντας με το καδρόνι σε διάφορα σημεία το ως άνω με αριθμό κυκλοφορίας ... αυτοκίνητο, εν γνώσει ότι ανήκε στη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση ... και χρησιμοποιείτο για την εκπλήρωση των σκοπών της (μεταφορά υπαλλήλων για εκτέλεση υπηρεσίας κ.ο.κ.) προς εξυπηρέτηση του συμφέροντος του κοινωνικού συνόλου. Ειδικότερα, ο εκκαλών κατέστρεψε (έθραυσε) τους υαλοπίνακες δύο θυρών του αυτοκίνητου, καθώς και τον εμπρόσθιο και οπίσθιο ανεμοθώρακες αυτού, προξενώντας φθορές στο αυτοκίνητο ύψους χιλίων (1000) περίπου ευρώ. Ακολούθως ο εκκαλών πέταξε το ξύλο που κρατούσε, κλείδωσε το κατάστημα του και με το ΙΧΦ αυτοκίνητο του διέφυγε προς άγνωστη κατεύθυνση, εξαφανισθείς, με συνέπεια να μην βρεθεί στην οικία του την επομένη (5-3-2006) σε γενομένη νομίμως έρευνα, ούτε να εντοπιστεί στο πλαίσιο του αυτοφώρου των εγκλημάτων που είχε διαπράξει. Οι εγκαλούντες υπάλληλοι μεταφέρθηκαν στο Γενικό Νοσοκομείο ... για την παροχή ιατρικής περιθάλψεως, ενώ η πρώτη από αυτούς (Ψ) την επομένη εξετάστηκε και από τον Ιατροδικαστή .... Στην με αρ. πρωτ. 696/31-8-2006 σχετική ιατροδικαστική έκθεση οι σωματικές κακώσεις χαρακτηρίζονται μεν ως επικίνδυνες με εκτιμώμενο χρόνο αποκαταστάσεως τους δύο μήνες, εκτός επιπλοκής ή υστερογενούς βλάβης, όμως, η παθούσα με την από 6-7-2007 (μεταγενέστερη της ιατροδικαστικής εκθέσεως) κατάθεση της ανέφερε ότι, συνεπεία των σωματικών βλαβών που υπέστη παρέμεινε εκτός υπηρεσίας σε αναρρωτική άδεια επί έξι (6) μήνες, η δε κήλη αυχένα που υπέστη είναι μόνιμη. Τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά προέκυψαν από τις καταθέσεις των εγκαλούντων και του αυτόπτη μάρτυρα Ζ, καθώς και από τα έγγραφα (αναφορά υπαλλήλων, ιατροδικαστική έκθεση, έγγραφα Νοσοκομείου ..., τιμολόγια και αποδείξεις για την επισκευή του υπηρεσιακού αυτοκινήτου κ.ο.κ.). Ο κατηγορούμενος ισχυρίστηκε ενώπιον του Ανακριτή ότι απλώς χαστούκισε την πρώτη εγκαλούσα και αυτή έπεσε στο έδαφος και τραυματίστηκε, ενώ πήρε το ξύλο για να προστατευθεί επειδή οι λοιποί εγκαλούντες κινήθηκαν εναντίον του. Ο εν λόγω ισχυρισμός του είναι προφανώς αβάσιμος, εν όψει των σαφών καταθέσεων των μαρτύρων, αλλά και των αποτελεσμάτων της πρωτοφανούς συμπεριφοράς του και δη των πολλαπλών σοβαρών κακώσεων που προξένησε ιδιαίτερα στην πρώτη παθούσα. Υπό τα εκτεθέντα πραγματικά περιστατικά προέκυψαν σοβαρές ενδείξεις ενοχής του εγκαλούντος για τις πράξεις που του αποδίδονται. Ειδικότερα, όσον αφορά την πρώτη πράξη, προέκυψε αποχρώντως ότι, αφ' ενός μεν η σωματική βλάβη που προξένησε στην Ψ φέρει τον χαρακτήρα βαριάς σωματικής βλάβης, κατά την εκτεθείσα έννοια του άρθρου 310 Π Κ. δεδομένου ότι από το κάταγμα της δεξιάς πηχεοκαρπικής, τις θλάσεις στον αυχένα, τις λοιπές κακώσεις και τις εξ αυτών συνέπειες (κήλη στον αυχένα και άλγη), η παθούσα εμποδίστηκε σημαντικά και επί πολύ χρόνο και συγκεκριμένα επί ένα εξάμηνο, να χρησιμοποιεί το σώμα της, ευρισκόμενη σε αδυναμία κατά τον χρόνο αυτό να χρησιμοποιεί το δεξί χέρι της, να κινεί το κεφάλι της και να εκτελεί την υπηρεσία της, αφ' ετέρου δε ότι ο εκκαλών επιδίωκε το ανωτέρω αποτέλεσμα, δηλαδή τη βαριά σωματική βλάβη της παθούσας. Ο άμεσος δόλος του εκκαλούντος συνάγεται από την ένταση και σφοδρότητα με την οποία έπληξε αρχικά την παθούσα με το χέρι του και ακολούθως με το καδρόνι οικοδομής, μέσο πρόσφορο για την πρόκληση τέτοιας σωματικής βλάβης, τα επανειλημμένα πλήγματα που της επέφερε, την ιδιαίτερη σκληρότητα που ενήργησε και το εναντίον της παθούσας μένος του, ακόμη και όταν αυτή έρποντας προσπαθούσε να διαφύγει, το οποίο μένος ανακόπηκε μόνο με την παρέμβαση των παρευρισκομένων που τον συγκράτησαν. Αν δηλαδή ο εκκαλών δεν επιδίωκε να προξενήσει στην παθούσα βαριά σωματική βλάβη, η πτώση της στο έδαφος θα τον απέτρεπε από την περαιτέρω συμπεριφορά του, ή τουλάχιστον δεν θα επέλεγε πρόσφορο μέσο (καδρόνι) για να συνεχίσει να την πλήττει επανειλημμένα σε όλο το σώμα της με ιδιαίτερη σκληρότητα και δεν θα είχαν προκληθεί οι λοιπές κακώσεις της παθούσας και ιδιαίτερα αυτές στον αυχένα, ούτε θα απαιτείτο η επέμβαση των παρευρισκομένων προσώπων προς συγκράτηση του. Σημειώνεται ότι η παθούσα στην προμνησθείσα από 6-7-2007 κατάθεση της υποστήριξε ότι "...πιθανόν θα την είχε σκοτώσει αν δεν παρενέβαιναν οι συνάδελφοι της.....". Εξ άλλου, οι σωματικές βλάβες που υπέστησαν οι λοιποί εγκαλούντες φέρουν τον χαρακτήρα επικίνδυνης σωματικής βλάβης διότι ο εκκαλών προξένησε αυτές στους παθόντες με πρόθεση και με τρόπο που μπορούσε να τους προκαλέσει βαριά σωματική τους βλάβη, με την έννοια να εμποδιστούν σημαντικά και επί πολύ χρόνο να χρησιμοποιούν το σώμα τους. Σημειώνεται ότι ο δόλος του δράστη περιλαμβάνει, πέραν από την πρόθεση προκλήσεως των σωματικής κακώσεως, τη γνώση και τη θέληση και των περιστάσεων από τις οποίες αντικειμενικά προκύπτει κίνδυνος να υποστούν οι παθόντες βαριά σωματική βλάβη. Η κρίση αυτή στηρίζεται στο μέσον που χρησιμοποίησε, τα σημεία του σώματος των παθόντων που έπληξε την ένταση των πληγμάτων και τις λοιπές συνθήκες υπό τις οποίες ενήργησε, κατά τα προαναφερθέντα. Τέλος, η με πρόθεση του εκκαλούντος μερική καταστροφή του ανήκοντος στη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση ... αυτοκινήτου και το γεγονός ότι το εν λόγω αυτοκίνητο, εν γνώσει του, χρησιμοποιείτο για την εκπλήρωση των σκοπών της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως, προς εξυπηρέτηση του συμφέροντος του κοινωνικού συνόλου, θεμελιώνει την προβλεπομένη από τα άρθρα 381§ 1 και 382 § 2α Π Κ αξιόποινη πράξη της διακεκριμένης περιπτώσεως φθοράς ξένης ιδιοκτησίας (πράγματος που χρησιμεύει για κοινό όφελος -ΑΠ 944/2005 Ποιν. Xρoν. ΝΣΤ 53, ΑΠ 444/2002 Ποιν. Λογ. 2002 561, ΑΠ 867/1991 Υπέρ. 1992 545-), ενώ την τελευταία πράξη (εξύβριση με λόγο) θεμελιώνει το γεγονός ότι ο εκκαλών, όχι μόνο βιαιοπράγησε βάναυσα εναντίον της εγκαλούσας, αλλά προσέτι πρόσβαλε και την τιμή της με την εξυβριστική λέξη "πουτάνα" και άλλες όμοιες εκφράσεις που της απηύθυνε προς υποτίμηση της προσωπικότητας της...... . Περαιτέρω, εν όψει των διατάξεων των άρθρων 145 § §1,2, 317§2 και 318 ΚΠΔ, πρέπει να συμπληρωθεί-διορθωθεί το ανωτέρω παραπεμπτικό βούλευμα, κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας επειδή από παραδρομή: α) ενώ στο σκεπτικό του ορθά προσδιορίζεται ως μέσο προκλήσεων των σωματικών βλαβών το "καδρόνι οικοδομής", στο διατακτικό αναφέρεται ως "σανίδα οικοδομής", αντικείμενο του οποίου η χρήση για την πρόκληση σωματικών κακώσεων κατά την κοινή αντίληψη και εμπειρία μπορεί να έχει διαφορετικές συνέπειες, β) δεν έχουν παρατεθεί οι διατάξεις των άρθρων 60 και 63 ΠΚ και γ) στην πρώτη πράξη που διαλαμβάνεται στο διατακτικό του δεν έχει περιληφθεί η κήλη αυχένα που υπέστη η παθούσα και δεν προσδιορίστηκε για ποια περίπτωση βαριάς σωματικής βλάβης πρόκειται......". Με βάση τα περιστατικά αυτά , το Συμβούλιο Εφετών Κρήτης έκρινε ότι υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις για την παραπομπή του αναιρεσείοντος κατηγορουμένου στο ακροατήριο του αρμοδίου Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου για να δικαστεί ως υπαίτιος βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης, επικίνδυνης σωματικής βλάβης κατά συρροή, διακεκριμένης περίπτωσης φθοράς ξένης ιδιοκτησίας και εξύβρισης, πράξεις που προβλέπονται και τιμωρούνται από τα άρθρα 1, 5, 14, 16-19, 26§1, 27, 51, 52, 53, 60, 63, 79, 94§1, 308§1α, 309, 310, 361§1, 381§1, 382 § § 2α-1 ΠΚ. Ακολούθως το Συμβούλιο Εφετών αφού απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμη την έφεση του αναιρεσείοντος κατά του πρωτοδίκου 512/2007 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Χανίων, προέβη στις αναφερόμενες σε αυτό συμπληρώσεις- διορθώσεις του πρωτοδίκου βουλεύματος.
ΙV. Με αυτά που δέχθηκε το Συμβούλιο Εφετών, διέλαβε στο προσβαλλόμενο βούλευμά του την απαιτούμενη από τα άρθρα 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει με σαφήνεια πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία προέκυψαν από την ανάκριση και στοιχειοθετούν τις αποδιδόμενες στον κατηγορούμενο- αναιρεσείοντα πιο πάνω αξιόποινες πράξεις της βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης, επικίνδυνης σωματικής βλάβης κατά συρροή, διακεκριμένης περίπτωσης φθοράς ξένης ιδιοκτησίας και εξύβρισης, και από τα οποία συνήγαγε την κρίση για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων των αξιόποινων αυτών πράξεων, τις αποδείξεις από τις οποίες πείστηκε ότι υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις για την παραπομπή του κατηγορουμένου- αναιρεσείοντος στο ακροατήριο , καθώς και τις σκέψεις με τις οποίες υπήγαγε τα περιστατικά αυτά στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 26 παρ.1, 27 παρ.1β 94§1, 308§1α, 309, 310, 361§1, 381§1, 382 § § 2α-1 ΠΚ , τις οποίες ούτε ευθέως ούτε εκ πλαγίου παραβίασε με ασαφείς και αντιφατικές αιτιολογίες ή με άλλο τρόπο. Εξάλλου, με το προσβαλλόμενο 69/2008 βούλευμά του, το Συμβούλιο Εφετών Κρήτης απέρριψε κατ' ουσία την έφεση του ήδη αναιρεσείοντος με καθολική επιτρεπτή αναφορά στις σκέψεις της εισαγγελικής προτάσεως του Εισαγγελέα Εφετών Αθηνών. Στην εν λόγω όμως ενσωματωμένη στο προσβαλλόμενο βούλευμα εισαγγελική πρόταση, δεν γίνεται καθολική αναφορά στις σκέψεις του πρωτόδικου βουλεύματος ή της πρωτοβάθμιας εισαγγελικής προτάσεως, ούτε το προσβαλλόμενο βούλευμα αποτελεί αντιγραφή του σκεπτικού του πρωτοδίκου 512/2007 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Χανίων . Αντιθέτως, γίνεται πλήρης έκθεση των κρίσιμων γεγονότων και διαλαμβάνονται οι σκέψεις, οι οποίες στηρίζουν τη δευτεροβάθμια κρίση του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, όπως αυτές πιο πάνω έχουν εκτεθεί. Είναι δε αδιάφορο, αν και στο πρωτόδικο βούλευμα ( κατά το οποίου, άλλωστε, δεν στρέφεται η κρινόμενη αναίρεση) γίνεται καθολική αναφορά στην εισαγγελική πρόταση. Επομένως, οι προβαλλόμενες από τον αναιρεσείοντα αιτιάσεις, με τον πρώτο , από το άρθρο 484 παρ.1 στοιχ. δ ΚΠΔ λόγο αναίρεσης, κατά τις οποίες το προσβαλλόμενο βούλευμα στερείται ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, κατά παράβαση των άρ. 139 ΚΠΔ και του άρ.93 παρ.3 του Συντάγματος, αλλά και κατά παράβαση και του άρ. 6 παρ.1 της ΕΣΔΑ και 20 παρ.1 του Συντάγματος, διότι τόσο αυτό όσο και το πρωτόδικο βούλευμα "δεν περιέχει τις δικές του σκέψεις, αλλά αναφέρεται στην ενσωματωμένη σε αυτό Εισαγγελική πρόταση", και ότι, υπό τα δεδομένα αυτά, " ως προς την ουσιαστική κρίση της υπόθεσης, έχουμε μία και μόνο κρίση της πρωτοδίκης εισαγγελικής πρότασης...", είναι αβάσιμες και απορριπτέες.
Ο αναιρεσείων προβάλει ,περαιτέρω, κατά λέξη, με τον δεύτερο λόγο της κρινόμενης αιτήσεώς του, ότι "ειδικότερες ουσιαστικές επισημάνσεις, που προβλήθηκαν νομότυπα από εμένα στην ως άνω έφεση μου κατά του Πρωτοδίκου Βουλεύματος ....και έγγραφα που κατέθεσα ...δεν λήφθηκαν καν υπ' όψη". Οι επισημάνσεις αυτές, όπως στη συνέχεια του δικογράφου εκθέτει ο αιτών, συνίστανται στο ότι η αποδιδόμενη σ' αυτόν κατηγορία της σκοπούμενης βαρείας σωματικής βλάβης είναι "νομικά και ουσιαστικά κραυγαλέα αστήρικτη", δεδομένου ότι η παθούσα "ουδεμία βαρειά σωματική ή διανοητική πάθηση προξενήθηκε από το επίδικο συμβάν, ούτε βεβαίως κάποιος ακρωτηριασμός, παρά μόνο μώλωπες και θλάσεις ..... που δεν προξενήθηκαν από δικό μου κτύπημα αλλά από την πτώση της στο έδαφος.... ούτε κίνδυνος για την ζωή της υπήρξε ........ Άλλωστε από πού προκύπτει ότι εγώ δήθεν αποσκοπούσα να βλάψω την ζωή ή και να της προξενήσω βαριά βλάβη..... τις όποιες ζημίες (του υπηρεσιακού οχήματος) αυτόβουλα και άμεσα αποκατέστησα κλπ". Οι αιτιάσεις αυτές δεν συνιστούν παραδεκτό λόγο αναίρεσης, αφενός μεν, λόγω της αοριστίας του ισχυρισμού, ότι το Συμβούλιο δεν έλαβε υπόψη του έγγραφα που κατέθεσε ο ήδη αναιρεσείων μαζί με την έφεσή του, αφού δεν προσδιορίζονται τα έγγραφα αυτά, αφετέρου δε, με τις πιο πάνω αιτιάσεις και "επισημάνσεις" ο αναιρεσείων πλήττει την αναιρετικώς ανέλεγκτη εκτίμηση των αποδείξεων και την περί τα πράγματα εκτίμηση του Συμβουλίου Εφετών. Πρέπει, συνεπώς, εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος αναιρέσεως, η κρινόμενη αίτηση να απορριφθεί και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (583 παρ.1 ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την 5/12-5-2008 έκθεση αναίρεσης του Χ, για αναίρεση του 69/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Κρήτης. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 12 Δεκεμβρίου 2008. Και
Εκδόθηκε στην Αθήνα στις 18 Δεκεμβρίου 2008.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ