Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 656 / 2008    (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας ανεπάρκεια, Έγγραφα, Ελαφρυντικές περιστάσεις, Ισχυρισμός αυτοτελής, Ποινή, Ναρκωτικά, Αναίρεση μερική, Συνέργεια.




Περίληψη:
Ναρκωτικά (κατοχή, αγορά, άμεση συνέργεια σε πώληση). Άρθρο 5 παρ. 1 εδ. β, ζ του Ν. 1729/1987, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 10 του Ν. 2161/1993 (άρθρο 20 παρ. 1 περ. β, ζ του Κώδικα Νόμων για τα Ναρκωτικά - ΚΝΝ - Ν. 3459/ 2006). Στοιχεία αδικήματος. Αιτιολογία άμεσης συνέργειας. Έγγραφα. Προσδιορισμός ταυτότητας. Προϋποθέσεις αναστολής εκτέλεσης της ποινής κατά το άρθρο 31 παρ. 6 και 6 του Κ.Ν. 3459/2006 (άρθρο 21 παρ. 1ε ν.2331/1995). Πρέπει να συντρέχουν α) ιδιότητα του κατηγορουμένου ως εξαρτημένου ατόμου από τα ναρκωτικά, και β) τέλεση πράξεως που εμπίπτει στο άρθρο κωδ. Ν. 3459/06 (βασικά εγκλήματα, ήτοι αγορά, πώληση, κατοχή κτλ). Απορρίπτει ισχυρισμό διότι δεν αποδείχθηκε ότι, τα εγκλήματα για τα οποία ο αναιρεσείων καταδικάστηκε, τελέστηκαν για να διευκολυνθεί η εκ μέρους του χρήση ναρκωτικών ουσιών, αλλά ούτε και ότι αυτός κατά το χρόνο τελέσεως των εγκλημάτων ήταν τοξικομανής. Απόρριψη όλων των πιο πάνω ισχυρισμών ως αβασίμων. Αιτιολογία αυτοτελών ισχυρισμών για ελαφρυντικά. Αυτοτελής ισχυρισμός περί αναγνωρίσεως κατά το άρθρο 31 παρ. 11 ΚΝΝ (ν. 3459/2006), ελαφρυντικής περιστάσεως επιτυχούς ολοκληρώσεως θεραπευτικού προγράμματος απεξαρτήσεως. Ελλιπής η αιτιολογία απορρίψεως ότι η συνδρομή περισσοτέρων λόγων άπαξ επιφέρει την μείωση της ποινής. Βάσιμος ο σχετικός λόγος από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ΄ και Ε΄ του ΚΠΔ. Αναιρεί, ως προς τη διάταξή της, με την οποία απορρίφθηκαν οι ισχυρισμοί του αναιρεσείοντος για την αναγνώριση των παραπάνω ελαφρυντικών περιστάσεων, κατ’ ανάγκη δε και ως προς τις διατάξεις της για την επιβολή ποινών.





Αριθμός 656/2008


ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ


ΣΤ' Ποινικό Τμήμα


Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γεώργιο Σαραντινό, Αντιπρόεδρο, Βασίλειο Λυκούδη - Εισηγητή, Ανδρέα Τσόλια, Ιωάννη Παπουτσή και Νικόλαο Ζαΐρη, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 15 Ιανουαρίου 2008, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Νικολάου Μαύρου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ1, που παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Νικόλαο Τσώλη, περί αναιρέσεως της 363-364/2007 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Με συγκατηγορούμενους τους: 1) Χ2 και 2) Χ3.
Το Πενταμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του, διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 3 Μαΐου 2007 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 859/2007.

Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει εν μέρει δεκτή η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 329, 331, 333, 358, 364 παρ. 2 και 369 του ΚΠΔ, προκύπτει ότι η λήψη υπόψη και η συνεκτίμηση από το δικαστήριο της ουσίας, ως αποδεικτικού στοιχείου, εγγράφου που δεν αναγνώσθηκε κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο, συνιστά απόλυτη ακυρότητα και ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α' ΚΠΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 171 παρ. 1 περίπτωση δ του ίδιου Κώδικα, λόγο αναίρεσης, διότι έτσι παραβιάζεται η άσκηση του κατά το άρθρο 358 του ίδιου Κώδικα δικαιώματος του κατηγορουμένου να προβαίνει σε δηλώσεις, παρατηρήσεις και εξηγήσεις σχετικά με το αποδεικτικό μέσο. Στα πρακτικά της δημόσιας συζήτησης, που συντάσσονται, δεν είναι απαραίτητο να αναφέρεται σε ποιο αποδεικτικό θέμα αφορά το έγγραφο, ούτε να καταχωρίζεται το περιεχόμενο του εγγράφου που αναγνώσθηκε. Αρκεί να αναφέρονται στα πρακτικά τα στοιχεία που προσδιορίζουν την ταυτότητά του σε τρόπο που μπορεί να διαγνωσθεί ότι αναγνώσθηκε όλο το περιεχόμενό του και ο κατηγορούμενος, γνωρίζοντας πλήρως την ταυτότητά του, να έχει κάθε ευχέρεια να ασκήσει τα από τα άρθρο 358 ΚΠΔ πιο πάνω δικαιώματά του, δεδομένου μάλιστα ότι, εφόσον συντελείται η ανάγνωση των εγγράφων αυτών, παρέχεται η δυνατότητα στον κατηγορούμενο να προβεί σε δηλώσεις και εξηγήσεις που είναι σχετικές με το περιεχόμενό του, αφού η δυνατότητα αυτή λογικώς δεν εξαρτάται μόνο από τον τρόπο με τον οποίο αναφέρονται στα πρακτικά τα αναγνωσθέντα έγγραφα. Διαφορετικό είναι το ζήτημα, εάν, από την αόριστη αναφορά της ταυτότητας ενός εγγράφου που αναγνώσθηκε, δημιουργείται ασάφεια από το αιτιολογικό της απόφασης ως προς το αν το δικαστήριο της ουσίας έλαβε υπόψη του το έγγραφο αυτό και αν στήριξε ή όχι σ' αυτό την κρίση του, οπότε όμως δημιουργείται ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ΚΠΔ λόγος αναίρεσης για έλλειψη αιτιολογίας. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το σκεπτικό της προσβαλλόμενης 1476/2006 απόφασης, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης, που την εξέδωσε, στήριξε την περί ενοχής του αναιρεσείοντος κρίση του, εκτός από άλλες αποδείξεις και σε όλα τα έγγραφα, τα οποία αναγνώσθηκαν και αναφέρονται στα πρακτικά, προσδιοριζόμενα κατ' αύξοντα αριθμό, ως εξής "1) Δεκατρείς (13) εκθέσεις εξέτασης δειγμάτων. 2) Τα από ..... οκτώ (8) πρακτικά ζυγίσεως. 3) Τις από ..... δύο εκθέσεις παράδοσης παραλαβής κατάσχεσης και γνωστοποίησης........ 5) Τις από ..... τρεις εκθέσεις τοξικολογικής εξέτασης......... 7) Την από ...... έκθεση σωματικής έρευνας κατάσχεσης και γνωστοποίησης....... 9) Το με αριθμ. πρωτ. ..... Πιστοποιητικό της Ιεράς Μητρόπολης Θεσσαλονίκης......... 14) Το από ........Ιδιωτικό συμφωνητικό. 15) Την από ..... βεβαίωση Απογραφής Ασφαλισμένου του Ι.Κ.Α...... 19) Την από ..... βεβαίωση της Δικαστικής Φυλακής Θεσσαλονίκης......... 21) Την από ..... βεβαίωση της Βιοτεχνίας-Εμπορίας Ετοίμων ενδυμάτων "....". 22) Βεβαίωση της Βιοτεχνίας-Εμπορίας Ετοίμων ενδυμάτων ".......". 23) Την από ..... βεβαίωση εργοδότη. 24) Την από ....... Υπεύθυνη Δήλωση του Γ1. 25) Την από ...... βεβαίωση της "ΣΠΗΝΤΕΞ Α.Ε." ("SΡΕΕDEX"). 26) Την από ....... Αναγγελία οικειοθελούς Αποχώρησης Μισθωτού. 27) Τέσσερα (4) εκκαθαριστικά σημειώματα οικ. ετών 1996, 1997, 1999, 2000. 28) Την από ...... βεβαίωση αποδοχών ή συντάξεων...... 31) Την από .... βεβαίωση έναρξης εργασιών φυσικού προσώπου επιτηδευματία. 32) Την από ...... ιατρική βεβαίωση της Υγειονομικής Υπηρεσίας της Δικαστικής Φυλακής Θεσσαλονίκης. 33) Την από .... Ιατρική βεβαίωση του Ψυχιάτρου-ψυχοθεραπευτή ....... 34) Το από .... Πιστοποιητικό του Νομαρχιακού γενικού Θεσσαλονίκης "Γ. ΓΕΝΝΗΜΑΤΑΣ". 35) Το από ..... Πιστοποιητικό του Β' Στρατολογικού Γραφείου Θεσσαλονίκης. 36) Τις από ..... και ..... δύο (2) άδειες εκτέλεσης εσωτερικών ηλεκτρικών εγκαταστάσεων. 37) Την από ..... έκθεση Τοξικολογικής εξέτασης...... 39) Το υπ' αριθμ. ...... Πιστοποιητικό Τύπου Α' του Στρατολογικού Γραφείου Θεσσαλονίκης............ 41) Την υπ' αριθμ. 3613/1987 Απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης. 42) Δύο αποσπάσματα ατομικού λογαριασμού ασφάλισης του ΙΚΑ ..........44)Την υπ' αριθμ. ...... Ληξιαρχική Πράξη Γάμου 45)Την από ........ Απόφαση του Δημάρχου Αγίου Παύλου Θεσσαλονίκης. 46) Τέσσερα (4) Εκκαθαριστικά Σημειώματα οικ. ετών 2003, 2004, 2005, 2006. 47) Πέντε (5) Δηλώσεις Φορολογίας Εισοδήματος οικ. ετών 2002, 2003, 2004, 2005, 2006. 48) Οκτώ (8) φύλλα Αναλυτικής Περιοδικής Δήλωσης του ΙΚΑ. 49) Δώδεκα (12) Αποδείξεις Πληρωμής προς το ΤΕΒΕ....". Με την πιο πάνω αναφορά των εγγράφων αυτών, ενόψει και της αριθμήσεώς τους, επαρκώς προσδιορίζεται η ταυτότητά τους και δεν ήταν αναγκαία ειδικότερη αναφορά πρόσθετων στοιχείων προσδιορισμού τους, αφού ειδικότερα με την ανάγνωση του κειμένου τους κατέστησαν γνωστά και κατά το περιεχόμενό τους στον αναιρεσείοντα, οπότε αυτός είχε πλήρη δυνατότητα να προβεί σε δηλώσεις και εξηγήσεις αναφορικά με το περιεχόμενο καθενός από τα έγγραφα αυτά, γεγονός που δεν εξαρτήθηκε από τον τρόπο προσδιορισμού τους στα πρακτικά της δίκης, ενόψει και του ότι δεν υπήρχαν άλλα έγγραφα με τα στοιχεία αυτά. Ειδικότερα, δεν ήταν απαραίτητο να αναφέρονται τα επιπλέον προσδιοριστικά στοιχεία που αναφέρει ο αναιρεσείων στην αίτησή του (ημερομηνίες συντάξεως των εκθέσεων, πρακτικών, βεβαιώσεων και λοιπών εγγράφων, οι συντάκτες και το περιεχόμενο αυτών, το βεβαιούμενο γεγονός, προκειμένου περί πιστοποιητικών, τα συμβαλλόμενα μέρη, το αντικείμενο και οι ουσιώδεις όροι της συμβάσεως προκειμένου περί συμβάσεων κλπ). Ως εκ τούτου, το Πενταμελές Εφετείο, ορθώς έλαβε υπόψη του τα ως άνω αριθμούμενα έγγραφα. Επομένως, ο πρώτος, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α ΚΠΔ, λόγος αναίρεσης της αίτησης του αναιρεσείοντος, με τον οποίο προβάλλεται η πλημμέλεια της κατά το άρθρο 171 παρ. 1 Δ ΚΠΔ απόλυτης ακυρότητας κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο, με την αιτίαση ότι το Δικαστήριο της ουσίας, προς στήριξη της περί ενοχής του αναιρεσείοντος κρίσης του, έλαβε υπόψη του τα πιο πάνω αριθμούμενα έγγραφα που αναγνώσθηκαν, χωρίς να προσδιορίζεται η ταυτότητά τους και κατά τα πιο πάνω επιπλέον στοιχεία, είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί.

ΙΙ. Κατά το άρθρο 5 παρ. 1 εδ. β και ζ του Ν. 1729/1987, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 10 του Ν. 2161/1993 (άρθρο 20 παρ. 1 περ. β και ζ του Κώδικα Νόμων για τα Ναρκωτικά -ΚΝΝ- Ν. 3459/2006), με κάθειρξη δέκα τουλάχιστον ετών και με χρηματική ποινή 1.000.000 μέχρι 100.000.000 δραχμών (ήδη 2900 έως 290.000 ευρώ) τιμωρείται, όποιος, εκτός των άλλων, πωλεί, αγοράζει και κατέχει ναρκωτικά. Ως πώληση και αγορά ναρκωτικών θεωρείται η κατά τους όρους του άρθρου 513 του ΑΚ μεταβίβαση της κυριότητας στον αγοραστή, που γίνεται με την προς αυτόν παράδοσή τους αντί του συμφωνηθέντος τιμήματος. Με τον όρο κατοχή νοείται η φυσική εξουσίαση των ναρκωτικών από τον δράστη, ώστε να μπορεί κάθε στιγμή να διαπιστώσει την ύπαρξή τους και κατά τη δική του βούληση να τα διαθέτει πραγματικά. Επίσης, από την διάταξη του άρθρου 46 παρ. 1β' ΠΚ, στην οποία ορίζεται, ότι με την ποινή του αυτουργού τιμωρείται όποιος με πρόθεση παρέσχε άμεση συνδρομή στον δράστη κατά τη διάρκεια αυτής της πράξης και στην εκτέλεση της κύριας πράξης, συνάγεται, ότι άμεσος συνεργός είναι εκείνος, που, με πρόθεση, παρέχει άμεση συνδρομή στον αυτουργό κατά την εκτέλεση και την διάρκεια της κύριας πράξης κατά τέτοιο τρόπο, ώστε, χωρίς αυτήν την συνδρομή, δεν θα ήταν με βεβαιότητα δυνατή η τέλεση του εγκλήματος υπό τις περιστάσεις που διαπράχθηκε, ενώ ο δόλος του άμεσου συνεργού περιλαμβάνει την θέληση ή αποδοχή για άμεση υποστήριξη του εκτελούντος την κύρια πράξη και την γνώση της συγκεκριμένης πράξης, στην οποία παρέχει την συνδρομή του, καθώς και ότι η τελευταία παρέχεται κατά την εκτέλεση της ίδιας πράξης. Εξάλλου, η καταδικαστική απόφαση έχει την από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 ΚΠΔ απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγο αναιρέσεως από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ, όταν αναφέρονται σ' αυτήν, με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελίωσαν και οι νομικοί συλλογισμοί, με τους οποίους έγινε η υπαγωγή των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόστηκε. Ειδικότερα, ως προς την έκθεση των αποδείξεων, αρκεί η γενική, κατά το είδος τους, αναφορά τους, χωρίς να είναι απαραίτητο να διευκρινίζεται από ποιο ή ποια αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε κάθε παραδοχή. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό, που αποτελούν ενιαίο σύνολο. Δεν αποτελούν όμως λόγο αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα η εσφαλμένη εκτίμηση των εγγράφων, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολόγησης κάθε αποδεικτικού στοιχείου χωριστά και η παράλειψη της αξιολογικής συσχετίσεως μεταξύ των αποδεικτικών στοιχείων, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές πλήττεται η αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας. Η απλή επανάληψη στην αιτιολογία της απόφασης (σκεπτικό) του διατακτικού, καθ' εαυτή, δεν συνιστά ελλιπή αιτιολογία, εφόσον το διατακτικό είναι λεπτομερές και εκτίθεται στο περιεχόμενό του με σαφήνεια και πληρότητα τα πραγματικά περιστατικά που συνιστούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος, για το οποίο εκδόθηκε η καταδικαστική απόφαση. Η ύπαρξη του δόλου που απαιτείται, κατά το άρθρο 26 παρ. 1 ΠΚ, για τη θεμελίωση της υποκειμενικής υποστάσεως του εγκλήματος, δεν είναι καταρχήν ανάγκη να αιτιολογείται ιδιαιτέρως, αφού ο δόλος ενυπάρχει στη θέληση παραγωγής των περιστατικών που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος και εξυπακούεται ότι προκύπτει από την πραγμάτωση των περιστατικών τούτων, εκτός αν αξιώνονται από τον νόμο πρόσθετα στοιχεία, για την υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος. Λόγο αναιρέσεως, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 περιπτ. Ε του ΚΠΔ, συνιστά και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία τέτοιας διατάξεως υπάρχει όταν το δικαστήριο αποδίδει σ' αυτή διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υφίσταται όταν το δικαστήριο δεν υπήγαγε σωστά τα περιστατικά, που δέχθηκε, στη διάταξη που εφαρμόστηκε. Περίπτωση εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως υπάρχει και όταν η παραβίαση αυτής γίνεται εκ πλαγίου, γιατί δεν αναφέρονται στην απόφαση με σαφήνεια, πληρότητα και ορισμένο τρόπο τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν, κατά την κρίση του δικαστηρίου, από την ακροαματική διαδικασία, ή κατά την έκθεση αυτών υπάρχει αντίφαση είτε στην ίδια αιτιολογία είτε μεταξύ της αιτιολογίας και του διατακτικού, ώστε να μην είναι εφικτός ο έλεγχος από τον Άρειο Πάγο για την ορθή ή μη εφαρμογή του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσης. Στην προκειμένη περίπτωση το Πενταμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη 363-364/2007 απόφασή του, με συνδυασμό σκεπτικού και διατακτικού, που παραδεκτώς συμπληρώνουν την αιτιολογία της, και μετά από αξιολόγηση των αναφερομένων σε αυτό κατ' είδος αποδεικτικών μέσων, δέχθηκε, κατά την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: "... Ο 1ος κατηγορούμενος Χ2 εξακολουθητικά στη ....... κατά το χρονικό διάστημα από 14-10-99 μέχρι 14-4-2000 που συνελήφθη, 1) διέθεσε στον συγκατηγορούμενό του Χ1 τρία πλαστικά κύπελλα που περιείχαν χασισέλαιο βάρους 95, 12 και 8 γρ., αντίστοιχα και συνολικά 115 γρ. και ένα σακουλάκι με χασισέλαιο βάρους 5, 3 γρ., 2) πώλησε στον συγκατηγορούμενό του Χ3 ένα πλακίδιο χασίς βάρους 93 γρ. αντί τιμήματος 70.000 δρχ., ποσότητα χασισελαίου βάρους 5, 5 γρ. καθώς και οκτώ σακουλάκια με χασισέλαιο, συνολικού βάρους 8 γρ. αντί τιμήματος 100.000 δρχ., το οποίο εισέπραξε για λογαριασμό του από τον ως άνω αγοραστή ο Χ1 ο οποίος και το απέδωσε σ' αυτόν, καθώς και ανεξακρίβωτη ποσότητα χασίς αντί τιμήματος 130.000 δρχ. Ο εν λόγω κατηγορούμενος, με τον Χ2, ένα μέρος από τις πιο πάνω ποσότητες χασισελαίου και συγκεκριμένα ένα πλαστικό κύπελλο το είχε αγοράσει προηγουμένως από άγνωστο άτομο αντί τιμήματος 70.000 δρχ. Περαιτέρω, σε νομότυπη έρευνα που έγινε από αρμόδια αστυνομικά όργανα την 14-4-2000 στην επί της οδού ........, ..... οικία του 2 κατηγορούμενου Χ3 βρέθηκαν να κατέχει, δηλαδή είχε στη φυσική του εξουσία και μπορούσε να διαθέσει κατά την πραγματική βούληση του, τρία σακουλάκια χασίς σε φούντα βάρους 18, 17 και 7,5 γρ. αντίστοιχα, ένα δέμα με χασίς σε πλακίδιο βάρους 93 γρ., ένα μικροδέμα με χασίς σε σκόνη βάρους 13 γρ., ένα μικροδέμα με χασισέλαιο βάρους 5,5 γρ., οκτώ σακουλάκια με χασισέλαιο βάρους 8 γρ., ένα μικροδέμα κοκαΐνης βάρους 1 γρ., τρία δισκία του ναρκωτικού "έκσταση", τρία μικροτεμάχια χάρτου εμποτισμένα με 180, τα οποία κατασχέθηκαν (βλ. σχετ. εκθέσεις κατ' οίκον έρευνας και κατάσχεσης). Από τις παραπάνω ποσότητες ναρκωτικών, ο εν λόγω κατηγορούμενος Χ3 είχε αγοράσει, κατά το χρονικό διάστημα από 14-10-99 έως 14-4-2000, 1) το πλακίδιο χασίς βάρους 93 γρ., την ποσότητα χασισελαίου βάρους 5,5 γρ., τα οκτώ σακουλάκια με χασισέλαιο βάρους 8 γρ. και ανεξακρίβωτη ποσότητα χασίς από τον συγκατηγορούμενό του Χ2, αντί των χρηματικών ποσών που προαναφέρθηκαν, 2) τις πιο πάνω ποσότητες χασίς σε φούντα και κοκαΐνη, καθώς και τα δισκία "έκσταση" και LSD αγόρασε από άγνωστο άτομο στην ...... αντί συνολικού τιμήματος 50.000 δρχ. Επίσης, από τα ίδια παραπάνω αποδεικτικά μέσα, αποδείχθηκε ότι σε νομότυπη έρευνα που έγινε την ίδια ημέρα (14-4-2000) στην επί της οδού ....., οικία του 3ου κατηγορουμένου Χ1 βρέθηκαν να κατέχει και κατασχέθηκαν (βλ. σχ. έκθεση έρευνας - κατάσχεσης), τρία πλαστικά κύπελλα με χασισέλαιο βάρους 95,12 και 8 γρ., αντίστοιχα, ένα σακουλάκι με χασισέλαιο βάρους 5,3 γρ., επτά δισκία "έκσταση" και ένα μικροτεμάχιο χάρτου εμποτισμένο με LSD. Τα δισκία "έκσταση" και το μικροτεμάχιο χάρτου εμποτισμένο με LSD τα είχε αγοράσει αυτός προηγουμένως από άγνωστο άτομο, αντί τιμήματος 50.000 δρχ. Επίσης αποδείχθηκε ότι ο κατηγορούμενος Χ1, κατά τον ως άνω τόπο και χρόνο, παρέσχε άμεση συνδρομή στον συγκατηγορούμενό του Χ2 κατά την εκτέλεση της πράξης πώλησης από τον τελευταίο προς τον Χ3 του ως άνω μικροδέματος με χασισέλαιο βάρους 5, 3 γρ. και των ως άνω 8 γρ. χασισελαίου, που περιείχαν τα οκτώ σακουλάκια, καθ' όσον, αφενός δέχθηκε να αποκρύψει στην οικία του την ποσότητα αυτή του χασισελαίου, και αφετέρου εισέπραξε από τον Χ3 και παρέδωσε στον πωλητή Χ2 το τίμημα της πώλησης αυτής εκ δραχμών 100.000. Ο 2ος κατηγορούμενος Χ3 ισχυρίζεται ότι τις πιο πάνω ποσότητες ναρκωτικών ουσιών τις κατείχε για αποκλειστικά δική του χρήση. Ο ισχυρισμός του αυτός δεν αποδείχθηκε βάσιμος στην ουσία και πρέπει να απορριφθεί. Και αυτό γιατί το μεγάλο ύψος των ποσοτήτων αυτών, που υπερβαίνουν τις ανάγκες του ως χρήστη, δεδομένης της μη τοξικομανίας του (σύμφωνα με την αναγνωσθείσα κατά τα άνω ........ ιατροδικαστική εξέταση του καθηγητή ιατροδικαστικής και τοξικολογίας του ΑΠΘ....., δεν είναι τοξικομανής), η μεγάλη ποικιλία τους και η μεγάλη αξία τους, αλλά και η κατανομή τους σε δόσεις, υποδηλώνει ότι αποκλείεται το ενδεχόμενο να προορίζονταν για αποκλειστικά δική του χρήση, αλλά βασίμως μπορεί να υποστηριχθεί ότι προοριζόταν και προς διάθεση προς τρίτους. Επίσης απορριπτέος ως αβάσιμος στην ουσία τυγχάνει και ο ισχυρισμός του 3ου κατηγορουμένου Χ1 περί τοξικομανίας (13 § 1 Ν. 1729/87, ήδη άρθρο 30 § 1 Ν. 3459/06) καθόσον στην αναγνωσθείσα κατά τα άνω ......... ιατροδικαστική εξέταση του ίδιου ως άνω καθηγητή βεβαιώνεται ότι αυτός τυγχάνει απλός χρήστης ναρκωτικών ουσιών και όχι τοξικομανής κατά την έννοια του νόμου. Για τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά είναι σαφείς οι καταθέσεις των αστυνομικών της Δίωξης Ναρκωτικών Θεσσαλονίκης ....... και Αστ. ......, οι καταθέσεις των οποίων δεν αναιρούνται ούτε τίθενται σε αμφιβολία από αυτές των λοιπών μαρτύρων, αλλά απεναντίας ενισχύονται από τα αναγνωσθέντα έγγραφα (εκθέσεις κατάσχεσης, ζύγισης - εξέτασης ναρκωτικών, ιατροδικαστικές εξετάσεις κτλ) σε συνδυασμό και με τις απολογίες των κατηγορουμένων, ξεχωριστά και μεταξύ τους, ούτε από καμία διάταξη του ΚΠΔ προκύπτει ότι δεν αξιολογούνται αποδεικτικά οι καταθέσεις των μαρτύρων αστυνομικών στους οποίους ο κατηγορούμενος αμέσως μετά τη σύλληψη του ελευθέρως ομολόγησε την πράξη του και ενοχοποίησε τον συγκατηγορούμενό του (βλ. και ΑΠ 1166/2006). Με βάση τα παραπάνω περιστατικά το Δικαστήριο κρίνει ότι Α) ο 1ος κατηγορούμενος Χ2 διέπραξε τις αποδιδόμενες σ' αυτόν αξιόποινες πράξεις της εξακολουθητικής διάθεσης, πώλησης και αγοράς ναρκωτικών (και οι τρεις πράξεις αφορούν τις ίδιες ποσότητες ναρκωτικών ουσιών και με βάση την αρχή της ενιαίας ποινής άρθρο 5 § 2 Ν. 1729/87, ήδη 20 § 2 κωδ. Ν. 3459/06, θα επιβληθεί μία ποινή, Β) ο 2ος κατηγορούμενος Χ3 ετέλεσε τις αποδιδόμενες σ' αυτόν αξιόποινες πράξεις της κατοχής και εξακολουθητικής αγοράς ναρκωτικών ουσιών (και οι δύο πράξεις αφορούν την ίδια ποσότητα ναρκωτικών επίσης 5 § 2 Ν. 1729/87, ήδη 20 § 2 κωδ. Ν. 3459/06) και Γ) ο 3ος κατηγορούμενος Χ1 ετέλεσε τις αποδιδόμενες σ' αυτόν αξιόποινες πράξεις της κατοχής και αγοράς ναρκωτικών ουσιών (και οι δύο πράξεις αφορούν την ίδια ποσότητα ναρκωτικών επίσης, δ § 2 Ν. 1729/87, ήδη 20 § 2 κωδ. Ν. 3459/06) και της άμεσης συνέργειας στην πώληση ναρκωτικών ουσιών.....". Με τις σκέψεις αυτές, ο κατηγορούμενος αναιρεσείων κρίθηκε ένοχος, με τα ελαφρυντικά του πρότερου έντιμου βίου, της καλής συμπεριφοράς για σχετικά μεγάλο διάστημα και της ειλικρινούς μεταμέλειας (άρ. 84 § 2 α, δ' και ε ΠΚ), για τις πράξεις της κατοχής και αγοράς ναρκωτικών ουσιών της ίδιας ποσότητας, καθώς και της άμεσης συνέργειας στην πώληση ναρκωτικών ουσιών, ενώ οι συγκατηγορούμενοί του κρίθηκαν ένοχοι, με ελαφρυντικά, για τις προαναφερόμενες στο σκεπτικό της απόφασης πράξεις.
Για τις πράξεις δε αυτές του αναιρεσείοντος κατηγορουμένου, που συνιστούν παραβάσεις της νομοθεσίας περί ναρκωτικών (άρθρα 26 § 1α, 27 § 1, 46 § 1β, 84 παρ. 2 α', δ' και ε', 94 § 1, του Π. Κ. και αρθρ. 4 §§ 1-3 Πίν. Α6-Β3-Γ1-Δ, 5 § 1 β-ζ και 2 του Ν. 1729/1987 όπως κωδικοποιήθηκε με το Ν. 3459/06), το Δικαστήριο επέβαλε σε αυτόν ποινή κάθειρξης πέντε ετών για την πρώτη πράξη και ποινή φυλάκισης δύο ετών για την δεύτερη και καθόρισε συνολική ποινή κάθειρξης έξι ετών. Με τις παραδοχές του αυτές, το Πενταμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την απαιτούμενη από τις αναφερόμενες διατάξεις του Συντάγματος και του Κ.Π.Δ. ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ' αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση των διωκόμενων πιο πάνω εγκλημάτων για τα οποία καταδικάσθηκε ο εν λόγω αναιρεσείων κατηγορούμενος, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά, καθώς επίσης και τους συλλογισμούς, με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις πιο πάνω ουσιαστικές ποινικές διατάξεις του άρθρου 5 παρ. 1 περ. β και ζ του ν. 1729/1987, όπως αυτές ισχύουν, τις οποίες εφάρμοσε και τις οποίες δεν παραβίασε ευθέως ή εκ πλαγίου. Ειδικότερα, η προσβαλλόμενη απόφαση, με τις αλληλοσυμπληρούμενες στο σκεπτικό και διατακτικό παραδοχές της, κατά τις οποίες ο αναιρεσείων, υπό τις αναφερόμενες στο σκεπτικό συνθήκες, "κατείχε, ήτοι είχε εξουσίαση και μπορούσε να διαθέσει πραγματικά και κατά βούληση ναρκωτικά", που αναφέρονται στο σκεπτικό και το διατακτικό της απόφασης, "τα οποία βρέθηκαν στην επί της οδού ..... αρ. .. (.......) οικία του, από τα αρμόδια αστυνομικά όργανα της ΥΔΝ/ΔΑΘ, υπό των οποίων και κατασχέθηκαν", διέλαβε πλήρη αιτιολογία ως προς την πράξη της κατοχής, για την οποία καταδικάστηκε ο αναιρεσείων, χωρίς να είναι αναγκαία για την πληρότητα της αποφάσεως να εκθέτει όσα επιπλέον στοιχεία αυτός αναφέρει στην αίτησή του και συγκεκριμένα τον τρόπο περιελεύσεως του χασισέλαιου και τον προορισμό των ναρκωτικών ουσιών για περαιτέρω διακίνηση, λαμβανομένου μάλιστα υπόψη, ως προς το τελευταίο, ότι ο αναιρεσείων κατηγορούμενος, ο οποίος κατέθεσε και εγγράφως τους αυτοτελείς ισχυρισμούς του, δεν προέβαλε (σε αντίθεση με τον συγκατηγορούμενό του Χ3), σαφή και ορισμένο ισχυρισμό ότι οι ναρκωτικές ουσίες που βρέθηκαν στην κατοχή του προορίζονταν αποκλειστικά για δική του χρήση. Προέβαλε μόνο -κατά την απολογία του- κατά τρόπο ασαφή και αντιφατικό, ότι το χασισέλαιο του το έδωσε ο συγκατηγορούμενός του Χ3, για να το φυλάει και για προσωπική του χρήση (συνεπώς σε κάθε περίπτωση όχι αποκλειστικά για δική του χρήση). Επομένως, οι αιτιάσεις του αναιρεσείοντος ότι η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται, κατά το σκέλος της κατοχής, της απαιτούμενης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, είναι αβάσιμες και ο σχετικός από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ, δεύτερος λόγος της κρινόμενης αιτήσεως, είναι αβάσιμος και απορριπτέος.

ΙΙΙ. Ο αναιρεσείων, περαιτέρω, προβάλλει τις αιτιάσεις, ότι στην προσβαλλόμενη απόφαση "δεν μνημονεύεται ο ακριβής χρόνος τελέσεως της πράξεως της πωλήσεως, ώστε να κριθεί αν η επίμαχη συνδρομή δόθηκε πριν, κατά ή μετά το χρόνο αυτό και άρα αν είναι η συνδρομή απλή ή άμεση συνεργεία ή μη αξιόποινη συμμετοχική πράξη", επίσης δεν διευκρινίζεται, αν η τέλεση της κυρίας πράξεως της πωλήσεως ήταν ή όχι εφικτή χωρίς τη συγκεκριμένη συνδρομή και δεν γίνεται αναφορά περί του δόλου του δράστη. Οι αιτιάσεις αυτές είναι αβάσιμες. Στο διατακτικό της αποφάσεως, που συμπληρώνει το σκεπτικό αυτής, γίνεται δεκτό, επιπλέον των όσων εκτίθενται στο πιο πάνω αναφερόμενο σκεπτικό, ότι ο αναιρεσείων κατηγορούμενος "Στη ......., σε ανεξακρίβωτη ημερομηνία του τελευταίου προ της συλλήψεως του (14.4.2000) εξαμήνου, παρέσχε άμεση συνδρομή σε άλλον, κατά τη διάρκεια και στην εκτέλεση της πράξης πώλησης ναρκωτικών που εκείνος διέπραξε. Συγκεκριμένα, ο συγκατηγορούμενός του Χ2, κατά τον ως άνω τόπο και χρόνο, πώλησε στον συγκατηγορούμενό του Χ3, ένα μικρόδεμα με χασισέλαιο βάρους (5,5) γραμμαρίων και οκτώ (8) σακουλάκια περιέχοντα χασισέλαιο βάρους ενός γραμμαρίου έκαστο, ήτοι συνολικού βάρους οκτώ (8) γραμμαρίων, έναντι συνολικού τιμήματος (100.000) δραχμών. Αυτός παρέσχε άμεση συνδρομή στην πώληση αυτή, διότι αφενός μεν δέχθηκε ν' αποκρύψει την προαναφερθείσα ποσότητα χασισέλαιου στην οικία, του, αφετέρου δε, ενεργώντας για λογαριασμό του Χ2, του παρέδωσε το χασισέλαιο αυτό και εισέπραξε το συμφωνηθέν τίμημα των (100.000) δραχμών, το οποίο κατέβαλε στον ανωτέρω πωλητή.....". Με αυτά που δέχθηκε το Εφετείο και όσα πιο πάνω αναφέρονται στο σκεπτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως, διέλαβε, στην πληττόμενη απόφασή του, με σαφήνεια και πληρότητα, τα προκύψαντα πραγματικά περιστατικά, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του για την συνδρομή της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος της άμεσης συνέργειας στην πράξη της πώλησης ναρκωτικών ουσιών. Επιπλέον, κατά τις πιο πάνω παραδοχές, η συνδρομή του αναιρεσείοντος στον δράστη δόθηκε κατά τη διάρκεια της πράξης και στην εκτέλεση της κύριας πράξης της πώλησης, αφού αυτός προέβη στην πώληση των ναρκωτικών, για λογαριασμό του δράστη συγκατηγορουμένου του, στον οποίο και απέδωσε το τίμημα της πωλήσεως. Υπό τις εκτιθέμενες δε στην απόφαση περιστάσεις, χωρίς την πιο πάνω συνδρομή του αναιρεσείοντος δεν ήταν εφικτή η διάπραξη του εν λόγω εγκλήματος. Περαιτέρω ειδική αιτιολόγηση του δόλου του αναιρεσείοντος ως άμεσου συνεργού, που περιλαμβάνει την θέληση ή αποδοχή για άμεση υποστήριξη του εκτελούντος την κύρια πράξη και την γνώση της συγκεκριμένης πράξης, στην οποία παρέχει την συνδρομή του, καθώς και ότι η τελευταία παρέχεται κατά την εκτέλεση της ίδιας πράξης, ενόψει των πιο πάνω περιστατικών που έγιναν δεκτά από το Πενταμελές Εφετείο, δεν απαιτείται, καθόσον αυτός ενυπάρχει στη θέληση παραγωγής των περιστατικών που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος της άμεσης συνέργειας πωλήσεως ναρκωτικών ουσιών, και εξυπακούεται ότι προκύπτει από την πραγμάτωση των περιστατικών τούτων.
Συνεπώς το Εφετείο διέλαβε την απαιτούμενη αιτιολογία ως προς την πράξη της άμεσης συνέργειας στην πράξη της πωλήσεως ναρκωτικών ουσιών, για την οποία κρίθηκε ένοχος ο αναιρεσείων και ούτε ευθέως, ούτε και εκ πλαγίου παραβίασε την υπό τούτου εφαρμοσθείσα ουσιαστική ποινική διάταξη του άρθρου 46 παρ. 1β, γι' αυτό και πρέπει να απορριφθεί, ως αβάσιμος, ο από το άρθρο 510 παρ. 1 Δ Ε' ΚΠΔ τρίτος λόγος αναίρεσης, που υποστηρίζει το αντίθετο.
IV. Κατά το άρθρο 31 παρ. 6 και 8 του Κ.Ν. 3459/2006 (άρ. 21 παρ. 1ε ν. 2331/1995), "ανεξάρτητα από τους όρους που θέτουν οι διατάξεις του ΣΤ' Κεφαλαίου του Γενικού Μέρους του ΠΚ, αν κάποιος ολοκλήρωσε με επιτυχία το εγκεκριμένο κατά νόμο θεραπευτικό πρόγραμμα συντήρησης και απεξάρτησης και καταδικαστεί για εγκλήματα από αυτά που προσδιορίζονται στην παρ. 1, που έχουν σχέση με το πάθος της τοξικομανίας και τελέστηκαν πριν από την εισαγωγή του στο θεραπευτικό πρόγραμμα, η εκτέλεση της ποινής αναστέλλεται υποχρεωτικά για ορισμένο χρονικό διάστημα, που δεν μπορεί να είναι κατώτερο από τρία (3) και ανώτερο από έξι (6) έτη, σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται από το δικαστήριο, οι οποίοι πρέπει να σχετίζονται με τη διαπίστωση της διατήρησης της απεξάρτησης. Μοναδική απόδειξη της σταθεροποίησης και βελτίωσης είναι η βεβαίωση που εκδίδεται από το εγκεκριμένο κατά νόμο θεραπευτικό πρόγραμμα συντήρησης και απεξάρτησης. Όσοι έχουν καταδικαστεί και εκτίουν την ποινή τους μπορούν να υποβάλουν στο δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση σχετική αίτηση. Η παραπάνω αναστολή ανακαλείται μόνο αν δεν τηρηθούν οι όροι που ορίζει η απόφαση......... 8. Όποιος έχει βεβαίωση ολοκλήρωσης με επιτυχία εγκεκριμένου κατά νόμο θεραπευτικού προγράμματος συντήρησης και απεξάρτησης, θεωρείται ότι κατά την εισαγωγή του για θεραπεία είχε αποκτήσει την έξη της χρήσης ναρκωτικών ουσιών". Όπως προκύπτει από τις πιο πάνω διατάξεις, μεταξύ των προϋποθέσεων που πρέπει να συντρέχουν για να χορηγηθεί το πιο πάνω ευεργέτημα της αναστολής εκτελέσεως της ποινής, περιλαμβάνονται, αφενός, η καταδίκη για έγκλημα από αυτά που προσδιορίζονται στο εδ. α', δηλαδή για έγκλημα που τελέστηκε για να διευκολυνθεί η εκ μέρους του δράστη χρήση ναρκωτικών ουσιών, και, αφετέρου, αυτός κατά το χρόνο τελέσεως του εγκλήματος να ήταν τοξικομανής, δηλαδή πρόσωπο που απέκτησε την έξη της χρήσεως ναρκωτικών ουσιών και δεν μπορεί να την αποβάλει με τις δικές του δυνάμεις. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της δίκης επί της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, ο συνήγορος του ήδη αναιρεσείοντος κατηγορουμένου, μετά την κήρυξη ενόχου του τελευταίου για τις πράξεις που του αποδίδονταν, ζήτησε να ανασταλεί η εκτέλεση της ποινής του με βάση την πιο πάνω διάταξη του εδ. ε' της παρ. 1 του άρ. 21 του Ν. 2331/1995 (ήδη άρθρο 31 παρ. 6 ΚΝΝ). Το Εφετείο απέρριψε το αίτημα αυτό με την ακόλουθη ειδική αιτιολογία "...... Από τις παραπάνω διατάξεις (δηλαδή των παρ. 6 και 8 του άρθρου 31 του ΚΝΝ) συνάγεται ότι για την αναστολή εκτέλεσης της ποινής που είναι υποχρεωτική για το Δικαστήριο, πρέπει να συντρέχουν οι δύο προϋποθέσεις που ορίζει η ως άνω παράγραφος 6, που συνίστανται η μία στην ιδιότητα του κατηγορουμένου ως εξαρτημένου ατόμου από τα ναρκωτικά, δηλαδή ατόμου που έχει αποκτήσει την έξη της χρήσης ναρκωτικών και δεν μπορεί να την αποβάλει με τις δικές του δυνάμεις, κατά την έννοια του άρθρου 30 κωδ. Ν. 3459/06, και η άλλη στην τέλεση πράξεως που εμπίπτει στο άρθρο 20 κωδ. 3459/06 (βασικά εγκλήματα, ήτοι αγορά, πώληση, κατοχή κτλ). Στην προκειμένη περίπτωση, οι πράξεις για τις οποίες κηρύχθηκε ένοχος ο 3ος κατηγορούμενος Χ1 και καταδικάστηκε κατά τα άνω, και που εμπίπτουν στο άρθρο 20 κωδ. 3459/06, τελέστηκαν από 10-4-1999 έως και την 10-4-2000 που συνελήφθη να κατέχει τις προαναφερθείσες ποσότητες ναρκωτικών (115 γρ. χασισέλαιο κτλ). Ο κατηγορούμενος, εξετασθείς τρεις ημέρες μετά τη σύλληψη του, ήτοι την 17-4-2000 από τον ιατρό ........, αναπλ. καθηγητή στο εργαστήριο ιατροδικαστικής και τοξικολογίας του ΑΠΘ, διαπιστώθηκε ότι δεν ήταν τοξικομανής, κατά την έννοια του ως άνω άρθρου 30 κωδ. 3459/06 (βλ. την αναγνωσθείσα ....... ιατροδικαστική εξέταση αυτού), γι' αυτό εξάλλου και το Δικαστήριο τούτο απέρριψε τον αυτοτελή ισχυρισμό του περί τοξικομανίας (ο κατηγορούμενος δηλαδή δεν καταδικάστηκε ως τοξικομανής). Και ναι μεν ο κατηγορούμενος μετά την διάπραξη των πράξεων αυτών και κατά το χρονικό διάστημα από 15-7-04 έως και 21-2-05 παρακολούθησε το θεραπευτικό πρόγραμμα του ΚΕ.ΘΕ.Α. στο Κέντρο Υποδοχής και Επανένταξης Θεσσαλονίκης, το οποίο και ολοκλήρωσε, αποφοιτήσας επίσημα την ....., όπως αυτό βεβαιώνεται στην αναγνωσθείσα κατά τα άνω ........ Βεβαίωση του ΚΕ.ΘΕ.Α., όμως, εφόσον ο κατηγορούμενος δεν καταδικάστηκε ως τοξικομανής κατά τα άνω (δεν ήταν τοξικομανής κατά τον χρόνο τελέσεως των πράξεων του), δηλαδή δεν συνέτρεχε στο πρόσωπό του η ιδιότητα αυτή, που αποτελεί την μία από τις δύο προϋποθέσεις που ορίζει η ως άνω παράγραφος 6 για να ανασταλεί υποχρεωτικά η εκτέλεση της ποινής του, το αίτημα του είναι απορριπτέο ως μη νόμιμο. Το τεκμήριο δε της εξαρτήσεως, που ορίζει η παράγραφος 8 του ως άνω άρθρου 30 κωδ. 3459/06 δεν έχει εφαρμογή κατά την άποψη του παρόντος Δικαστηρίου και σε περιπτώσεις παρωχημένων πράξεων, κατά την τέλεση των οποίων ο κατηγορούμενος δεν είχε την ιδιότητα του τοξικομανούς". Με αυτά που δέχθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, ενόψει του ότι, κατά τις παραδοχές της, δεν αποδείχθηκε ότι τα εγκλήματα, για τα οποία ο αναιρεσείων καταδικάστηκε, τελέστηκαν για να διευκολυνθεί η εκ μέρους του χρήση ναρκωτικών ουσιών, αλλ' ούτε και ότι αυτός κατά το χρόνο τελέσεως των εγκλημάτων ήταν τοξικομανής, πράγματι δεν συνέτρεχε περίπτωση εφαρμογής της προαναφερόμενης διατάξεως, την οποία έτσι το Εφετείο δεν παραβίασε. Επομένως, ο από το άρ. 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' του ΚΠΔ τέταρτος λόγος αναιρέσεως (στοιχ.

ΙΙΙ2), με τον οποίο υποστηρίζεται το αντίθετο, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.

ΙV. Η επιβαλλόμενη από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της δικαστικής αποφάσεως, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως, πρέπει να εκτείνεται και στον περί συνδρομής ορισμένης ελαφρυντικής περιστάσεως του άρθρου 84 παρ.2 του ΠΚ, αυτοτελή ισχυρισμό του κατηγορουμένου, αφού η παραδοχή του οδηγεί στην επιβολή μειωμένης ποινής, κατά το μέτρο του άρθρου 83 του ίδιου Κώδικα. Όταν δε συντρέχουν περισσότερες ελαφρυντικές περιστάσεις, σύμφωνα με το άρθρο 85 ΠΚ, ναι μεν η μείωση της ποινής γίνεται μόνο μια φορά, το δικαστήριο όμως, προκειμένου να προβεί στην επιμέτρηση της ποινής, θα λάβει υπόψη του, μέσα στα όρια της ελαττωμένης ποινής, και το εν λόγω γεγονός της συνδρομής των περισσοτέρων ελαφρυντικών περιστάσεων. Ως ελαφρυντική περίσταση, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 21 παρ. 1 περ. ι του ν. 2331/1995 (άρθρο 31 παρ. 11 ΚΝΝ) δύναται να αναγνωρισθεί, κατά τη επιμέτρηση της ποινής, και η επιτυχής ολοκλήρωση του εγκεκριμένου, σύμφωνα με το νόμο, θεραπευτικού προγράμματος συντήρησης και απεξάρτησης. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την παραδεκτή επισκόπηση της προσβαλλόμενης απόφασης και των ενσωματωμένων σε αυτήν πρακτικών, ο αναιρεσείων, ο οποίος καταδικάστηκε για τις πράξεις που προαναφέρθηκαν στις πιο πάνω ποινές, κατέθεσε εγγράφως και ανέπτυξε και προφορικώς αυτοτελή ισχυρισμό περί αναγνωρίσεως, κατά το άρθρο 31 παρ. 11 ΚΝΝ (ν. 3459/2006), στο πρόσωπό του της ελαφρυντικής περιστάσεως της από μέρους του επιτυχούς ολοκληρώσεως του εγκεκριμένου σύμφωνα με το νόμο θεραπευτικού προγράμματος συντηρήσεως και απεξαρτήσεως του ΚΕ.ΘΕ.Α. Η προσβαλλόμενη απόφαση, δέχθηκε μεν τους προβληθέντες ισχυρισμούς του αναιρεσείοντος για την αναγνώριση ελαφρυντικών του άρθρου 84 παρ. 2 περ. α και ε του ΠΚ, απέρριψε όμως τον ισχυρισμό αυτού για την αναγνώριση ελαφρυντικών, "λόγω επιτυχούς ολοκλήρωσης εγκεκριμένου κατά νόμο θεραπευτικού προγράμματος, όπως τούτο βεβαιώνεται στην αναγνωσθείσα κατά τα άνω ......, βεβαίωση του ΚΕ.ΘΕ.Α. κατ' άρθρο 31 § 11 κωδ. Ν. 3459/06", με την αιτιολογία ότι "τούτο εναπόκειται στην διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου και κατά την κρίση του δεν πρέπει να χορηγηθεί, ενόψει και της χορηγήσεως των λοιπών ως άνω ελαφρυντικών η συνδρομή περισσοτέρων λόγων των οποίων εξάλλου άπαξ επιφέρει την μείωση της ποινής". Η αιτιολογία, όμως, αυτή δεν είναι η, κατά τα παραπάνω, απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη, διότι δεν εκτίθενται σε αυτήν με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία και οδήγησαν το Δικαστήριο στην πιο πάνω, απορριπτική των ισχυρισμών του προαναφέρθηκαν κρίση, δεδομένου ότι δέχεται ότι ο αναιρεσείων κατηγορούμενος ολοκλήρωσε επιτυχώς εγκεκριμένο κατά νόμο θεραπευτικό πρόγραμμα, κατ' άρθρο 31 § 11 κωδ. Ν. 3459/06, σύμφωνα με την ......, βεβαίωση του ΚΕ.ΘΕ.Α. Περαιτέρω, με την επάλληλη σκέψη, κατά την οποία δεν γίνεται δεκτό το αίτημά του "ενόψει και της χορηγήσεως των λοιπών ως άνω ελαφρυντικών η συνδρομή περισσοτέρων λόγων των οποίων εξάλλου άπαξ επιφέρει την μείωση της ποινής", το εν λόγω Δικαστήριο προέβη σε εσφαλμένη ερμηνεία των άρθρων 85 και 79 του Π.Κ. Επομένως, είναι βάσιμος ο σχετικός, τρίτος, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' και Ε' του ΚΠΔ, όπως εκτιμάται, λόγος της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης, κατά παραδοχή δε αυτού, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, ως προς τη διάταξή της, με την οποία απορρίφθηκαν οι ισχυρισμοί του αναιρεσείοντος για την αναγνώριση των παραπάνω ελαφρυντικών περιστάσεων, κατ' ανάγκη δε και ως προς τις διατάξεις της για την επιβολή ποινών. Ακολούθως, πρέπει να παραπεμφθεί η υπόθεση, κατά το πιο πάνω μέρος της, ως προς το οποίο αναιρείται η προσβαλλόμενη απόφαση, στο ίδιο Δικαστήριο, αφού είναι δυνατή η σύνθεσή του από άλλους δικαστές από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως, για να κριθεί, αν, στο πρόσωπο του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου και μόνο, συντρέχει και η ελαφρυντική περίσταση του άρθρου 31 § 11 κωδ. Ν. 3459/06, και, σε καταφατική περίπτωση, να συνεκτιμηθεί και αυτή κατά την επιμέτρηση των ποινών που θα του επιβληθούν.




ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί εν μέρει - και μόνο ως προς τον αναιρεσείοντα Χ1 - την 363-364/2007 απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης, κατά το μέρος που απέρριψε τον αυτοτελή αυτού ισχυρισμό για τη αναγνώριση της αναφερόμενης στο σκεπτικό ελαφρυντικής περιστάσεως, καθώς και τις περί των ποινών που επιβλήθηκαν στον αναιρεσείοντα διατάξεις της.
Παραπέμπει την υπόθεση, κατά το μέρος που αναιρέθηκε, για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, που θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως.

Απορρίπτει κατά τα λοιπά την 7/3-5-2007 αίτηση (έκθεση) του Χ1, ήδη κρατουμένου στις Δικαστικές Φυλακές Λάρισας, κατά της 363-364/23-2-2007 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 5 Φεβρουαρίου 2008. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 14 Μαρτίου 2008.





Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή