Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1775 / 2008    (Ε, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Αναιρέσεων συνεκδίκαση, Ανθρωποκτονία από πρόθεση, Βιασμός, Απαγωγή ακούσια.




Περίληψη:
Συνεκδίκαση δύο αιτήσεων αναιρέσεως του αυτού αναιρεσείοντος. Απόρριψη της πρώτης ως απαράδεκτης (αόριστης). Έννοια και στοιχεία ανθρωποκτονίας από πρόθεση, βιασμού και ακούσιας απαγωγής με σκοπό την ακολασία. Ορθή ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και αιτιολογημένη καταδίκη.





Αριθμός 1775/2008


ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ


Ε' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ


Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Κούκλη, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη (κωλυομένου του Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου Ηρακλή Κωνσταντινίδη), ως αρχαιότερο μέλος της συνθέσεως, Χαράλαμπο Δημάδη, ορισθέντα με την υπ' αριθμ. 54/2008 πράξη του Προέδρου του Αρείου Πάγου, Ελευθέριο Νικολόπουλο-Εισηγητή, Αναστάσιο Λιανό και Βιολέττα Κυτέα, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 4 Απριλίου 2008, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργίου Βλάσση (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει τις αιτήσεις του αναιρεσείοντος-κατηγορουμένου Χ1 και ήδη κρατούμενου στη Δικαστική Φυλακή Λάρισας, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Θεόδωρο Πανάγο, για αναίρεση της 113-113α-114-115-116-116α/2007 αποφάσεως του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Πειραιώς, με πολιτικώς ενάγοντα τον Ψ1, που δεν παρέστη στο ακροατήριο. Το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Πειραιώς, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος, ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στις από 28 Σεπτεμβρίου 2007 και 22 Οκτωβρίου 2007 δύο αιτήσεις του αναιρέσεως, που καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1857/2007.

Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθούν οι προκείμενες αιτήσεις αναιρέσεως.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 514 εδ.γ'του ΚΠΔ, κατά της ίδιας αποφάσεως δεν επιτρέπεται δεύτερη αίτηση αναιρέσεως. Κατά την αληθή έννοια της διατάξεως αυτής, προϋπόθεση του απαραδέκτου της δεύτερης αίτησης είναι να έχει προηγηθεί κρίση επί της πρώτης. Αν τέτοια κρίση δεν έχει προηγηθεί, παραδεκτώς ασκείται εντός της νόμιμης προθεσμίας δεύτερη αίτηση αναιρέσεως η οποία θεωρείται συμπληρωματική της πρώτης και συνεξετάζεται με αυτήν. Στην προκείμενη περίπτωση, κατά της υπ' αριθμ. 113-113α-114-115-116-116α/2007 αποφάσεως του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Πειραιώς, ο αναιρεσείων εμπροθέσμως άσκησε την από 28-9-2007 αίτηση αναιρέσεως με δήλωση ενώπιον του Διευθυντή της δικαστικής φυλακής Λάρισας. Κατά της αυτής αποφάσεως άσκησε αναίρεση, με την από 22-10-2007 δήλωση που επιδόθηκε στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου την 24-10-2007 και ο δικηγόρος Αθηνών Θεόδωρος Πανάγος ως αντιπρόσωπος του αναιρεσείοντος, δυνάμει της επισυναπτόμενης στην έκθεση αναιρέσεως από 22-10-2007 εξουσιοδοτήσεως του τελευταίου. Από την επισκόπηση των εγγράφων της δικογραφίας δεν προκύπτει ότι έχει συζητηθεί η πρώτη αίτηση και έχει εκδοθεί απόφαση επ' αυτής, αλλά το πρώτον και οι δύο εισάγονται να συζητηθούν στην αναφερόμενη στην αρχή της παρούσης δικάσιμο.
Συνεπώς και η δεύτερη αίτηση είναι παραδεκτή και πρέπει να συνεξετασθεί με την πρώτη. Α.- Επί της από 28-9-2007 πρώτης αιτήσεως.
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 148 έως 153, 473 παρ. 1, 474 παρ. 2, 476 παρ. 1, 509 παρ. 1 και 510 του ΚΠΔ προκύπτει ότι, για το κύρος και κατ' ακολουθία το παραδεκτό της αιτήσεως αναιρέσεως κατά αποφάσεως, πρέπει στη δήλωση ασκήσεώς της να περιέχονται κατά τρόπο σαφή και ορισμένοι οι λόγοι για τους οποίους ασκείται. Αν δεν περιέχεται σ' αυτήν ένας τουλάχιστον λόγος από τους αναφερόμενους περιοριστικά στο άρθρο 510 ΚΠΔ λόγους αναίρεσης, η αίτηση απορρίπτεται ως απαράδεκτη χωρίς άλλη έρευνα, σύμφωνα με το άρθρο 513 του ίδιου Κώδικα. Στην προκείμενη περίπτωση, ο αναιρεσείων πλήττει την παραπάνω απόφαση και ζητεί την αναίρεσή της διαλαμβάνων στην αίτησή του, κατά πιστή αντιγραφή, τα ακόλουθα " Δεν λήφθηκαν υπόψη μαρτυρίες βασικών μαρτύρων τόσον κατά την προανάκριση αλλά κυρίως κατά την ακροαματική διαδικασία στο Μ.Ο.Ε Πειραιά. Και συγκεκριμένα ο μάρτυρας Ψ1 ανέφερε στο δικαστήριο ότι δεν γνωρίζει τον δράστη, εξ αιτίας συμπλοκής ή επίθεσης που έγινε από πολλούς επήλθε ο θάνατος. Δεν λήφθηκε υπόψη το γεγονός ότι κατά το συμβάν στις 4-3-04 βρισκόμουν στη ... . Φιλοξενούμενη με τη θέλησή της όπου έμενε. Στη ..... γυρνώντας μου είπε ότι την βίαζε ο ίδιος ο πατέρας και συγκεκριμένα τα ήξερε και η θεία της. Το έχω πεί και στην κατάθεσή μου όμως δεν λήφθηκε υπόψη.... Στις φυλακές έμαθα ότι 1 μήνα πριν το συμβάν είχε πάει στην Αίγινα με άλλον όπου βρίσκεται και η ταυτότητα που είχε αφήσει..." Με το περιεχόμενο αυτό η αίτηση δεν περιέχει σαφή και ορισμένο λόγο αναιρέσεως κατά της προσβαλλομένης αποφάσεως αλλά πλήττει την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του δικαστηρίου της ουσίας.
Συνεπώς, η αίτηση αυτά είναι απαράδεκτη και πρέπει να απορριφθεί.
Β.- Επί της από 22-10-2007 δεύτερης αιτήσεως Ι.- Κατά το άρθρο 299 του Π.Κ, όποιος με πρόθεση σκότωσε άλλον τιμωρείται με ισόβια κάθειρξη, αν δε η πράξη αποφασίστηκε και εκτελέσθηκε σε βρασμό ψυχικής ορμής επιβάλλεται η ποινή της πρόσκαιρης κάθειρξης. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση της ανθρωποκτονίας από πρόθεση απαιτείται αντικειμενικώς μεν η αφαίρεση ξένης ζωής με θετική ενέργεια ή με παράλειψη ενεργείας που οφείλεται από το νόμο, υποκειμενικώς δε δόλος του δράστη που περιλαμβάνει τη γνώση των αντικειμενικών στοιχείων της πράξης και τη θέληση καταστροφής της ζωής του άλλου ανθρώπου. Εξάλλου, από τη διάταξη του άρθρου 336 παρ. 1 ΠΚ προκύπτει, ότι για τη συγκρότηση του εγκλήματος του βιασμού απαιτούνται: α) εξαναγκασμός κάποιου, ανεξαρτήτως φύλου, σε ακούσια εξώγαμη συνουσία ή επιχείρηση ασελγούς πράξεως που συντρέχει, όταν το πρόσωπο, χωρίς τη θέλησή του υποβάλλεται σε εξώγαμη συνουσία ή επιχείρηση ή ανοχή ασελγούς πράξεως, β) ο εξαναγκασμός του προσώπου αυτού να γίνεται με απειλή σπουδαίου και αμέσου κινδύνου ή με σωματική βία που είναι φυσική δύναμη, η οποία δεν μπορεί να αποκρουσθεί και που αναγκάζει έτσι κάποιον να υποστεί χωρίς τη θέλησή του σαρκική ή να επιχειρήσει ασελγή πράξη. Ο εξαναγκασμός μπορεί να γίνει και με δύο τρόπους, δηλαδή της απειλής και της σωματικής βίας. Ως ασελγής πράξη νοείται η αντικειμενικώς προσβάλλουσα το κοινό αίσθημα της αιδούς και των ηθών, υποκειμενικώς δε κατευθύνεται στην ικανοποίηση ή διέγερση της γενετήσιας επιθυμίας και διακρίνεται από τη συνουσία που είναι η συνένωση των γεννητικών μορίων. Για την εξ υποκειμένου συγκρότηση του εγκλήματος απαιτείται δόλος που συνίσταται στη βούληση του δράστη όπως με σωματική βία ή με απειλή ή και με τις δύο μαζί εξαναγκάζει άλλον σε εξώγαμη συνουσία ή ανοχή ή επιχείρηση ασελγούς πράξεως και περιλαμβάνει τη γνώση ότι ο άλλος δεν συναινεί στη συνουσία ή σε ασελγή πράξη. Τέλος, κατά τη διάταξη του άρθρου 327 παρ.1 του Π.Κ όποιος με σκοπό τον γάμο ή την ακολασία απάγει ή κατακρατεί παράνομα γυναίκα χωρίς τη θέλησή της.... τιμωρείται αν τέλεσε την πράξη αυτή με σκοπό τον γάμο, με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους και αν την διέπραξε με σκοπό την ακολασία, με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών.
ΙΙ.- Η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη από το άρθρο 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγο αναιρέσεώς της από το άρθρο 510 παρ. 1 στ. Δ' του ίδιου Κώδικα, όταν αναφέρονται σ' αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό που αποτελούν ενιαίο σύνολο και αρκεί να αναφέρονται τα αποδεικτικά μέσα γενικώς κατά το είδος τους, χωρίς να εκτίθεται τι προέκυψε από το καθένα από αυτά. Δεν αποτελούν όμως λόγους αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα η εσφαλμένη εκτίμηση εγγράφων, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολόγησης κάθε αποδεικτικού στοιχείου χωριστά και η παράλειψη της μεταξύ τους αξιολογικής συσχετίσεως των αποδεικτικών στοιχείων καθόσον στις περιπτώσεις αυτές πλήττεται η αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας. Εξάλλου, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 Ε' του ΚΠοινΔ λόγο αναιρέσεως αποτελεί και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης. Εσφαλμένη δε ερμηνεία ουσιαστικής ποινικής διάταξης υπάρχει όταν ο δικαστής αποδίδει στο νόμο διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή τέτοιας διάταξης συντρέχει όχι μόνο όταν το δικαστήριο της ουσίας δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ως αληθινά στη διάταξη που εφαρμόσθηκε, αλλά και όταν η διάταξη αυτή παραβιάσθηκε εκ πλαγίου για το λόγο ότι στο πόρισμα της αποφάσεως που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του αιτιολογικού με το διατακτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος από τον Άρειο Πάγο της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσης.


ΙΙΙ.- Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το αιτιολογικό με συνδυασμό με το διατακτικό της προσβαλλόμενης απόφασης, το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Πειραιώς, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση των κατ' είδος αναφερομένων σ' αυτήν αποδεικτικών μέσων, δέχθηκε, κατά την αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: "Η παθούσα Ψ ηλικίας 21 ετών περίπου ζούσε με τον πατέρα της και τον αδελφό της στη Μύκονο. Στις 8-9-2003 γνωρίστηκε με τον κατηγορούμενο και σύνηψε ερωτικό δεσμό μαζί του. Στη συνέχεια και δη: το Νοέμβριο 2003 μετά από έντονες παροτρύνσεις του τελευταίου εγκατέλειψε την οικία της και τον ακολούθησε στην Αθήνα, όπου εγκαταστάθηκε μαζί του σε διάφορα ξενοδοχεία της πόλης αυτής, καθώς και της πόλης του Πειραιώς. Με τις απατηλές υποσχέσεις - παροτρύνσεις του ο κατηγορούμενος διαβεβαίωσε ψευδώς την παθούσα ότι με το να την ακολουθήσει θα έχει μια καλύτερη ζωή μαζί του σε σχέση με εκείνη που ζούσε στο νησί της Μυκόνου κοντά στην οικογένεια της. Έτσι λοιπόν πείστηκε και τον ακολούθησε. Όμως οι πραγματικές του προθέσεις ήταν να την απομακρύνει από τον τόπο που διέμενε και να την θέσει υπό την επιρροή του, με σκοπό να την οδηγήσει στην ακολασία. Πράγματι το σχέδιο του πέτυχε, γιατί η παθούσα μη γνωρίζοντας τις πραγματικές προθέσεις του κατηγορουμένου τον ακολούθησε με τη θέληση της και επικοινωνούσε με τον πατέρα της μόνο τηλεφωνικά κάθε δέκα πέντε ημέρες περίπου, χωρίς να του αναφέρει τον ακριβή τόπο της διαμονής της, γιατί ο κατηγορούμενος δεν της το επέτρεψε. Η παθούσα τηλεφωνούσε στον πατέρα της πάντοτε με την παρουσία του κατηγορουμένου και μόνον όταν είχε ανάγκη χρημάτων, τα οποία ο πατέρας της τα έστελνε δια της Εμπορικής Τράπεζας σε λογαριασμό που αυτή του έδωσε και ανήκε στον κατηγορούμενο. Πρέπει να επισημανθεί ότι ο τελευταίος δεν εργαζόταν και δεν είχε εισοδήματα από καμιά νόμιμη πηγή και ζούσε με τα χρήματα της παθούσας που της έστελνε ο πατέρας της. Όπως προαναφέρθηκε από το μήνα Νοέμβριο 2003 μέχρι και την 8-3-2004 η παθούσα και ο κατηγορούμενος διέμεναν σε διάφορα ξενοδοχεία και ειδικά 4-5 φορές διέμειναν στο ξενοδοχείο"..." στον Πειραιά, που Βρίσκεται στην οδό ...... Στο τελευταίο ξενοδοχείο διέμειναν για προτελευταία φορά περί τα μέσα του μηνός Φεβρουαρίου 2004. Τότε η παθούσα προσήλθε στον υπάλληλο του ξενοδοχείο με μώλωπες στο μάτι, που είχαν προκληθεί από κτυπήματα του κατηγορουμένου. Από τότε η παθούσα διαπίστωσε ότι οι πραγματικές προθέσεις του κατηγορουμένου ήταν η ακολασία σε βάρος της και αμέσως εκδήλωσε την πρόθεση της να φύγει και να επιστρέψει στο σπίτι της. Ο κατηγορούμενος όμως δεν της το επέτρεψε και για να πετύχει τον σκοπό του την κακομεταχειριζόταν και την κρατούσε, χωρίς την θέλησή της και συγχρόνως προέβαινε σε βάρος της σε ακόλαστες πράξεις και ειδικά σε συνουσία χωρίς τη θέλησή της. Παρά τις έντονες αντιρρήσεις της να φύγει, αυτός συνέχισε με την άσκηση βίας και απειλή της ζωής της σε εξώγαμη συνουσία κατ' εξακολούθηση, χωρίς να της επιτρέπει να απομακρυνθεί από το χώρο που ζούσαν. Έτσι κατά τον ανωτέρω χρόνο την εξανάγκαζε να έλθει σε εξώγαμη συνουσία μαζί του εισάγοντας το σε στύση πέος του στο αιδοίο της προκειμένου να ικανοποιήσει κάθε φορά την γενετήσια ορμή και επιθυμία του. Ειδικότερα τη βίαζε κατά διαστήματα, τελευταία φορά, που τη βίασε και τη κτύπησε, ήταν στις 8-3-2004 περί ώρα 00.30' σε δωμάτιο του ξενοδοχείου....... Συγκεκριμένα για να προβεί στην πράξη αυτή, όπως και σε προηγούμενες πράξεις βιασμού, παρά τις παρακλήσεις και τις αντιρρήσεις της, την κτυπούσε με τα χέρια και τα πόδια σε διάφορα σημεία του σώματός της και δη σε κοιλιά, στο κεφάλι, στα στήθη, στα γεννητικά της όργανα κτλ., την έκοβε με ξυράφια στα χέρια, στα πόδια και σε όλο της το σώμα. Επιπλέον την γρονθοκοπούσε σε καίρια σημεία του σώματός της και έσβηνε αναμμένα τσιγάρα στα χέρια και σε διάφορα σημεία του σώματός της. Η παθούσα υπέμεινε την συνεχή αυτή κακομεταχείρισή της από έντονο φόβο για την ζωή της, αφού ο κατηγορούμενος την απειλούσε σοβαρά ότι αν ειδοποιούσε την Αστυνομία για να καταγγείλει την ως άνω συμπεριφορά του θα την σκότωνε. Με τον τρόπο αυτόν επιτύγχανε το σχέδιό του, που ήταν να την κατακρατεί παράνομα χωρίς την θέλησή της με σκοπό την ακολασία και να την εξαναγκάζει σε εξώγαμη συνουσία καθόλο το προαναφερόμενο χρονικό διάστημα παρά τις έντονες αντιρρήσεις της. Επομένως αποδείχτηκε ότι ο κατηγορούμενος τέλεσε σε βάρος της παθούσας τις πράξεις της ακούσιας απαγωγής και του βιασμού κατ' εξακολούθηση κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα και δη: από τα μέσα Φεβρουαρίου 2004 μέχρι την 8-3-2004 που η παθούσα αντέδρασε, για την παράνομο κατακράτησή της, και του γνωστοποίησε συγχρόνως ότι δεν επιθυμεί να έχει μαζί του πράξεις συνουσίας. Εκτός αυτών, ο κατηγορούμενος στις 8-3-2004 από πρόθεση προκάλεσε το θανάσιμο τραυματισμό της παθούσης Ψ, όπως αναλυτικά αναφέρεται και στο διατακτικό της παρούσης. Συγκεκριμένα, όπως προαναφέρθηκε ανωτέρω, ενώ βρισκόταν με την παθούσα σε δωμάτιο του ξενοδοχείου .... στον Πειραιά, όπου την είχε μεταφέρει και την κατακρατούσε παράνομα και χωρίς την θέλησή της, αρχικά τέλεσε σε βάρος της την προαναφερομένη πράξη του βιασμού με τον ανωτέρω τρόπο και δη: αφού την τραυμάτισε σοβαρά σε διάφορα σημεία του σώματός της, δεδομένου ότι :1) την κτύπησε με τα χέρια και τα πόδια του στην κοιλιά στο κεφάλι, στα στήθη, κτλ., 2) την έκοψε με ξυράφι στα χέρια, στα πόδια και σε όλο της το σώμα και 3) της έσβησε αναμμένα τσιγάρα σε διάφορα σημεία του σώματός της και στα χέρια, στην κοιλιά, στα πόδια, στα στήθη κτλ. Νωρίτερα και δη : κατά το εις το διατακτικό της παρούσης αναφερόμενο χρόνο προκάλεσε στην παθούσα, όπως πιστοποιείται και στις εκθέσεις του ιατροδικαστή ....., και στα σχετικά έγγραφα των νοσοκομείων Κορίνθου και Ασκληπιείου Βούλας, πολλαπλές σωματικές κακώσεις και δη : πολλαπλά κατάγματα στη μύτη, στα πλευρά στην περιοχή της κοιλιάς, τομή στη μέση υπερομφάλια περιοχή της κοιλιάς, πολλαπλές κυκλοτερείς εγκαυματικές περιοχές διαμέτρου 0,5 εκ. από κάψιμο τσιγάρων, που έσβηνε σε διάφορα σημεία του σώματός της και ειδικότερα τρεις στην κοιλιακή χώρα, δύο στη ραχιαία επιφάνεια του δεξιού άνω άκρου με επιμόλυνση, και μια στο αντιβράχιο, θλαστικό τραύμα της μεσότητας του δεξιού αντιβραχίου και εκτεταμένους μώλωπες στους οφθαλμούς και στην κοιλιά. Επίσης της προκάλεσε κατά το ίδιο χρονικό διάστημα εκτεταμένα εγκαύματα στο υπογάστριο, στη γεννητική περιοχή, στον αριστερό μαστό και τη στοματική κοιλότητα τα οποία προκλήθηκαν από χημική ουσία, που έριξε επάνω της .Τις εν λόγω πράξεις, με τις οποίες επιδίωκε τον θάνατο της παθούσας ο κατηγορούμενος τις διέπραξε επί μακρό χρονικό διάστημα (περίπου επί ένα μήνα). Όπως δε προαναφέρθηκε την βασάνιζε συστηματικά και με ιδιαίτερη σκληρότητα της προκάλεσε τις ως άνω σωματικές κακώσεις με τον ανωτέρω σκοπό. Ωσαύτως, ο κατηγορούμενος αμέσως, μετά την ως άνω πράξη του βιασμού, που διέπραξε κατά της παθούσης στις 8-3-2004 και περί ώρα 00.30' στο ως άνω ξενοδοχείο, την χτύπησε και πάλι με γροθιές στην κοιλιά της, με αποτέλεσμα να της προκαλέσει και περαιτέρω σωματικές κακώσεις, στην ευαίσθητη αυτή περιοχή του σώματός της. Το πρωί της 8-3-2004 ο κατηγορούμενος έφυγε με την παθούσα από το ξενοδοχείο, αφού την υποχρέωσε να φορέσει σκούφο και γυαλιά ηλίου για να μη γίνει αντιληπτή η κατάστασή της από τον υπάλληλο του ξενοδοχείου. Ο τελευταίος διαπίστωσε την σοβαρότητα της κατάστασής της παθούσας πλην όμως ο κατηγορούμενος του απάντησε ψευδώς σε σχετική ερώτησή του ότι η εν λόγω κατάστασή της οφείλεται σε πτώση της από μηχανάκι. Μόλις ξέφυγε της προσοχής του υπαλλήλου του ξενοδοχείου, πήρε την παθούσα και αναχώρησε κρυφά από το ξενοδοχείο, σε άγνωστο προορισμό. Όταν όμως η παθούσα διερχόταν μαζί με τον κατηγορούμενο μπροστά από το κατάστημα του μάρτυρα Γ1 στο πεζοδρόμιο της οδού ...... στον Πειραιά, αυτός έδειξε ενδιαφέρον για την εμφανή άσχημη κατάστασή της και παρά τις αντιρρήσεις του κατηγορουμένου κάλεσε την αστυνομία. Όμως μέχρι να φθάσει η Αστυνομία η παθούσα έπεσε στο έδαφος και δέχτηκε τις πρώτες βοήθειες περαστικού γιατρού. Η παθούσα στη συνέχεια μεταφέρθηκε στο Νοσοκομείο Αθηνών "Ασκληπιείο Βούλας", όπου διαπιστώθηκε η βαρύτατη κλινική κατάσταση της, αφού παρουσίαζε: 1)πολλαπλά κατάγματα ρινός, πλευρών, 2) εκτεταμένα αιματώματα και τραύματα από ρωγμώδες όργανο εις τον κορμό, τα άκρα και την κεφαλή καθώς και ουλές από κάψιμο, 3) βαρύτατη αναιμία και νεφρική ανεπάρκεια με ανουρία. Λόγω της κατάστασής της αυτής, που ήταν άμεσα απειλητική για τη ζωή της μεταφέρθηκε στην Μονάδα Εντατικής Θεραπείας του Γ.Ν. Κορίνθου γιατί είχε ανάγκη νοσηλείας σε τέτοια μονάδα (βλ. σχετ. το ιατρικό σημείωμα του Γ.Ν. "ΑΣΚΛΗΠΙΕΙΟ ΒΟΥΛΑΣ", που υπογράφει η ιατρός .....-Επιμελήτρια Β', και το από ..... έγγραφο του νοσοκομείου Κορίνθου προς το Α.Τ. Κορίνθου). Στο Γ.Ν. Κορίνθου η παθούσα παρουσίαζε εικόνα σήψης και την 10-3-2004 διασωληνώθηκε, λόγω οξείας αναπνευστικής ανεπάρκειας και τέθηκε σε μηχανική υποστήριξη της αναπνοής. Εκεί νοσηλεύτηκε με βαρειά πολυοργανική ανεπάρκεια πλην όμως αποβίωσε την 31-3-2004 και περί ώρα 08.55'. Ο θάνατος της παθούσας επήλθε από πνευμονικό οίδημα και ισχαιμικού τύπου αλλοιώσεις του μυοκαρδίου, επί εδάφους πολυοργανικής ανεπάρκειας συνεπεία των ανωτέρω βαρειών κακώσεων, όπως πιστοποιείται και από τον ιατροδικαστή ....., 1)στην από .... ιατροδικαστική του έκθεση και 2) στην από .... ιατροδικαστική έκθεση νεκροψίας-νεκροτομής, καθώς επίσης και από τον ιατρό ..... (Διευθυντή της Μ.Ε.Θ.) στο από .... έγγραφο του Γ.Ν. Κορίνθου.
Συνεπώς ο θάνατος της ανωτέρω οφείλεται στις ανωτέρω σοβαρές σωματικές κακώσεις οι οποίες προκάλεσαν σ' αυτήν: 1) βαριά πολυοργανική ανεπάρκεια σε σημείο που να μην λειτουργούν εκτός άλλων τα νεφρά το συκώτι το γαστρεντερικό και το αιμοποιητικό της σύστημα και 2) όλες τις υπόλοιπες προαναφερόμενες κακώσεις της και τα εκτεταμένα χημικά εγκαύματα. Όλες τις ανωτέρω πράξεις τις εκτέλεσε ο κατηγορούμενος με πρόθεση να προκαλέσει το θάνατό της, ο οποίος και επήλθε εξαιτίας αυτών ως μόνων ενεργών αιτιών, ως συμπεραίνει και ο ανωτέρω ιατροδικαστής στις προαναφερθείσες εκθέσεις του. Κατά τη διάρκεια που αποφάσισε και εκτέλεσε όλες τις ανωτέρω πράξεις ο κατηγορούμενος τελούσε σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, αφού από κανένα στοιχείο δεν προέκυψε ότι, κατά το χρονικό σημείο λήψης της απόφασης και τέλεσης των ανωτέρω πράξεων, συνέβη κάποια επιλήψιμη συμπεριφορά της παθούσας, που να δημιούργησε ψυχική υπερδιέγερση στον κατηγορούμενο. Υπόψη ότι τέτοιο ισχυρισμό δεν προέβαλε ούτε ο κατηγορούμενος. Αντίθετα η επί μακρό χρονικό διάστημα συστηματική βασανιστική συμπεριφορά του κατηγορουμένου προς την παθούσα αποδεικνύει ότι όλα τα ανωτέρω τα διέπραττε σε ήρεμη ψυχική κατάσταση με σκοπό, εκτός των ανωτέρω, και το θάνατο της παθούσας. Όλα τα ανωτέρω αποδείχτηκαν από τη χωρίς όρκο κατάθεση του πολιτικώς ενάγοντα και τις καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας. Ειδικότερα ο μάρτυρας ......, υπάλληλος του ξενοδοχείου "...." κατέθεσε, μεταξύ άλλων, ότι ένα μήνα προ της 8-3-2004 είχε δει την παθούσα με μαυρισμένο μάτι, και τα ξημερώματα της 7-3-2004 και περί ώρα 01.00' άκουσε φωνές και γδούπους από το δωμάτιο του κατηγορουμένου, σαν κάποιος να κτυπούσε άλλον. Αλλά και ο μάρτυρας κατηγορίας ..... -αστυνομικός υπάλληλος κατέθεσε, μεταξύ άλλων, για την άσχημη κατάσταση στην οποία βρήκε την παθούσα, όταν μετέβη για βοήθειά της, προσθέτοντας ότι 1)σ' αυτήν περιήλθε κατόπιν βασανιστηρίων και όχι από ξυλοδαρμό, και 2)ο κατηγορούμενος παρουσιαζόταν ως αρραβωνιαστικός της παθούσας και είπε ότι έπεσαν από μηχανάκι για να δικαιολογήσει τα τραύματά της. Τα παραπάνω αποδείχτηκαν επίσης από όλα τα αναγνωσθέντα έγγραφα και δη: 1) από τις άνω εκθέσεις του ιατροδικαστή ...., όπου περιέχονται όλες οι ως άνω κακώσεις που βρέθηκαν στο σώμα της παθούσας, καθώς και η γνωμάτευσή του για το θάνατο αυτής, 2) από τις ως άνω ιατρικές γνωματεύσεις του Νοσοκομείου Κορίνθου για την προαναφερθείσα άσχημη κατάσταση της παθούσας, 3) από τις
ΙΙ φωτογραφίες της παθούσας 4)την από 13-5-2004 ένορκη εξέταση του απολειπομένου μάρτυρα Γ1 που αναγνώσθηκε δεδομένου ότι δεν έφερε καμία αντίρρηση ο κατηγορούμενος για την ανάγνωσή της, 5) την εκκαλουμένη απόφαση με τα πρακτικά της, όπου οι μεν μάρτυρες κατηγορίας επιβεβαιώνουν με τις καταθέσεις τους την από τον κατηγορούμενο τέλεση των ανωτέρω πράξεων, ενώ ο κατηγορούμενος με την απολογία δεν αντέκρουσε τις εις βάρος του πράξεις κατά τρόπο σαφή, προσθέτοντας, μεταξύ άλλων ότι "νομίζει ότι δεν είναι υπεύθυνος για τον θάνατό της, φταίει, αλλά όχι για τόσο βαριά κατηγορία, μια φορά την είχε κτυπήσει στο μπράτσο και όχι στο κεφάλι και ότι έχει κατηγορηθεί ξανά για βιασμό", και 6) την από .... έκθεση ένορκης κατάθεσης της παθούσας Ψ, η οποία κατέθεσε για την ανωτέρω τραγική περιπέτειά της, ενώπιον του Αρχ/κα ...... στις 8-3-2ΰ04 και ώρα 23.30'. Η ανωτέρω, μεταξύ άλλων, κατέθεσε, για το ότι ο κατηγορούμενος την κρατούσε κοντά του χωρίς την θέλησή της, ότι την βίαζε κατά καιρούς, με τελευταία φορά την 8-3-2004, στις 00.30', ότι φοβόταν να τον καταγγείλει στην Αστυνομία, γιατί την είχε απειλήσει πολλές φορές ότι θα την σκότωνε, ότι την κτυπούσε συχνά, ότι την έκοβε, στα χέρια, στα πόδια στο πρόσωπο και σ' όλο το σώμα με μαχαίρια και ξυράφι, ότι της έσβηνε αναμμένα τσιγάρα στα χέρια και σε διάφορα άλλα σημεία του σώματος, όπως στην κοιλιά, στα πόδια, με τελευταία φορά την ημέρα της 8-3-2004 και ώρα 01.00' περίπου στο ξενοδοχείο ..... έπειτα από τον βιασμό της από τον ίδιο. Η εν λόγω κατάθεση αναγνώστηκε νομίμως κατ' άρθρο 365 παρ. 1 ΚΠΔ, δεδομένου ότι η εξετασθείσα παθούσα αποβίωσε στις 31-3-2004 κατά τα ανωτέρω και επιπλέον ο κατηγορούμενος δεν έφερε καμιά αντίρρηση για την ανάγνωσή της. Ο κατηγορούμενος με την απολογία του ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού δεν εντέκρουσε τα ανωτέρω κατά τρόπο πειστικό, ενώ προσπάθησε να αποδώσει τις ανωτέρω κακώσεις της σε όλο το σώμα της σε πτώση της από μηχανάκι. Ο ισχυρισμός του αυτό δεν αποδείχτηκε από κανένα στοιχείο όπως δεν προέκυψε ο ισχυρισμός του ότι κάποιος άλλος της τα προκάλεσε. Αντίθετα από όλα τα ανωτέρω αποδεικτικά μέσα αποδείχτηκε ότι τις ανωτέρω πράξεις της διέπραξε ο κατηγορούμενος με σκοπό να προκαλέσει το θάνατό της, τον οποίο και επέφερε κατά τα ανωτέρω. Κατ' ακολουθίαν όλων αυτών πρέπει να κηρυχθεί ένοχος ο κατηγορούμενος των ανωτέρω πράξεων, και δη: 1) της ακούσιας απαγωγής, 2) του βιασμού κατ' εξακολούθηση και 3) της ανθρωποκτονίας από πρόθεση, και να απορριφθεί το αίτημα του συνηγόρου του κατηγορουμένου να μετατραπεί η κατηγορία από ανθρωποκτονία από πρόθεση σε βαριά σωματική βλάβη, ενόψει των ανωτέρω πραγματικών περιστατικών που αποδείχτηκαν...". Με τις παραδοχές αυτές κήρυξε ένοχο τον κατηγορούμενο α) ακούσιας απαγωγής με σκοπό την ακολασία β) βιασμού κατ' εξακολούθηση και γ) ανθρωποκτονίας από πρόθεση και επέβαλε σ' αυτόν ποινή ισόβιας κάθειρξης για την ανθρωποκτονία και συνολική ποινή κάθειρξης είκοσι (20) ετών για τις λοιπές πράξεις. Με αυτά που δέχθηκε το δικαστήριο, διέλαβε στην απόφασή του την από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 ΚΠΔ απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκτίθενται σε αυτή, με πληρότητα και σαφήνεια, τα πραγματικά περιστατικά, που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία και στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του για την συνδρομή των στοιχείων της αντικειμενικής και υποκειμενικής υπόστασης των εγκλημάτων για τα οποία τον κατεδίκασε, οι αποδείξεις, που τα θεμελίωσαν και από τις οποίες πείσθηκε για την ενοχή του αναιρεσείοντος, καθώς και οι σκέψεις, με τις οποίες υπήγαγε τα παραπάνω περιστατικά που έγιναν δεκτά στις ουσιαστικού ποινικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 299 παρ.1, 336 παρ.1 και 327 παρ.1β του ΠΚ τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε και ούτε ευθέως ούτε εκ πλαγίου παραβίασε, το δε πόρισμα της απόφασης, ως συνδυασμός αιτιολογικού και διατακτικού δεν είναι ασαφές, αντιφατικό ή με λογικά κενά που καθιστούν ανέφικτο τον αναιρετικό έλεγχο. Ειδικότερα, διαλαμβάνεται στην απόφαση ότι ναι μεν αρχικώς η παθούσα με τη θέλησή της ακολούθησε τον κατηγορούμενο από τη Μύκονο στην Αθήνα και Πειραιά, όμως από κάποιο χρονικό σημείο και μετά διείδε τις πραγματικές προθέσεις του τελευταίου και θέλησε να επιστρέψει στη Μύκονο, εκείνος όμως, παρά τη θέλησή της παράνομα την κατακρατούσε έγκλειστη σε διάφορα ξενοδοχεία γιατί σκοπό είχε όχι τον γάμο αλλά την ακολασία. Εκτίθεται περαιτέρω ότι την έγκλειστη στα ξενοδοχεία παθούσα, με τη χρήση σωματικής βίας αλλά και ψυχολογικής απειλής, κατά διάφορα χρονικά διαστήματα την εξανάγκαζε, παρά τη θέλησή της να έλθει σε εξώγαμη συνουσία μαζί του. Τέλος και αναφορικά με την ανθρωποκτονία, διαλαμβάνεται ότι για χρονικό διάστημα ενός μηνός ο κατηγορούμενος με πρόθεση και σε ήρεμη ψυχική κατάσταση προκάλεσε στην παθούσα τις αναφερόμενες εκτεταμένες σωματικές κακώσεις από τις οποίες τελικώς και επήλθε ο θάνατος αυτής τον οποίο και επιδίωξε, ενώ εξάλλου, με τις εκ του πράγματος παραδοχές, αιτιολογείται η απόρριψη του ισχυρισμού του κατηγορουμένου για την από αυτόν τέλεση της πράξης της βαριάς σωματικής βλάβης.
Συνεπώς, οι αντίθετες αιτιάσεις του αναιρεσείοντος για ανυπαρξία αιτιολογίας ως προς το υποκειμενικό στοιχείο του δόλου και περί μεταβολής της κατηγορίας, είναι αβάσιμες και απορριπτέες. Κατ' ακολουθία, οι λόγοι αναιρέσεως από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ' και Ε' του ΚΠΔ με τους οποίους πλήττεται η απόφαση για έλλειψη αιτιολογίας και εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, είναι αβάσιμοι και απορριπτέοι. Πρέπει, επομένως, να απορριφθεί και η δεύτερη αίτηση αναιρέσεως και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ.1 ΚΠΔ).


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει τις από 157/28-9-2007 και από 22-10-2007 αιτήσεις του Χ1 , για αναίρεση της υπ' αριθμ. 113-113α-114-115-116-116α/2007 αποφάσεως του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Πειραιώς. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) Ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 11 Απριλίου 2008.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 9 Ιουλίου 2008.


Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή