Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 245 / 2008    (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας ανεπάρκεια, Πλάνη πραγματική.




Περίληψη:
Πραγματική πλάνη. Αναιρείται η προσβαλλόμενη απόφαση γιατί δεν αιτιολόγησε τον ορισμένο ισχυρισμό περί πραγματικής πλάνης.






Αριθμός 245/2008

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Ζ’ Ποινικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Μιχαήλ Δέτση, Αντιπρόεδρο, Γρηγόριο Μάμαλη, Θεοδώρα Γκοΐνη, Βασίλειο Κουρκάκη και Ελευθέριο Μάλλιο - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 23 Ιανουαρίου 2008, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Μιλτιάδη Ανδρειωτέλλη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Χριστίνας Σταυροπούλου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου ...., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Αδάμ Παπαδαμάκη, περί αναιρέσεως της 2061/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Με πολιτικώς ενάγον το Κέντρο Προστασίας Καταναλωτών - ΚΕ.Π.ΚΑ. -, που εδρεύει στην Θεσσαλονίκη και εκπροσωπείται νόμιμα, το οποίο δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο. Το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτή και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 14.11.2007 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 2073/2007.
Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η δικαστική απόφαση έχει την από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ του ίδιου κώδικα λόγο αναιρέσεως, όταν περιέχονται σ’ αυτή με πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που δέχτηκε το δικαστήριο ότι προέκυψαν από τις αποδείξεις, και συνιστούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος και οι σκέψεις με τις οποίες έγινε η υπαγωγή τους στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόστηκε. Η αιτιολογία αυτή πρέπει να εκτείνεται και στους αυτοτελείς ισχυρισμούς, δηλαδή στους ισχυρισμούς εκείνους που κατατείνουν αυτοτελώς στην άρση του άδικου χαρακτήρα της πράξεως ή αποκλείουν ή μειώνουν την ικανότητα προς καταλογισμό ή ασκούν επιρροή στη μείωση της ποινής ή στην εξάλειψη του αξιοποίνου.
Εξάλλου, από τη διάταξη του άρθρου 30 παρ. 1 του ΠΚ, που ορίζει ότι η πράξη δεν καταλογίζεται στο δράστη αν αυτός κατά το χρόνο τέλεσης αγνοεί τα περιστατικά που τη συνιστούν, συνάγεται, εκτός άλλων, ότι η πραγματική πλάνη του δράστη, δηλαδή η άγνοια του ή η εσφαλμένη αντίληψη του για συστατικό όρο της αντικειμενικής υποστάσεως του εγκλήματος που του αποδίδεται, αίρει τον καταλογισμό του και ειδικότερα αποκλείει το δόλο και συνεπώς, ο αντίστοιχος ισχυρισμός αυτού είναι αυτοτελής και η απόρριψή του πρέπει να αιτιολογείται ειδικά και εμπεριστατωμένα.
Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από την επισκόπηση της προσβαλλόμενης 2061/2007 αποφάσεως του Α’ Τριμελούς Εφετείου Θεσ/νίκης ο αναιρεσείων καταδικάστηκε σε φυλάκιση δύο (2) ετών, που μετατράπηκε σε χρηματική προς 4, 40 ευρώ ημερησίως, για απάτη ιδιαιτέρως μεγάλης ζημίας. Από τα πρακτικά της δίκης, κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, προκύπτει ότι στην ακροαματική διαδικασία δια του συνηγόρου του ο αναιρεσείων προέβαλε, κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, τον ισχυρισμό περί πραγματικής πλάνης, τον οποίο ανέπτυξε και προφορικά. Συγκεκριμένα, καταλήγοντας, ισχυρίσθηκε ότι "εγώ υπέγραψα τη σχετική σύμβαση αντιλαμβανόμενος εσφαλμένα ότι πρόκειται για τελεσφόρηση και υλοποίηση της αίτησης που όντως υποβλήθηκε από το ΚΕΠΚΑ Δυτικής Ελλάδας ενώ θεώρησα την αναφορά του εντύπου στο ΚΕΠΚΑ (Θεσσαλονίκης) ως αναγραφείσα εκ παραδρομής ή από κεκτημένη συσχέτιση της [προγενέστερης] συνεργασίας του προσώπου μου με το ΚΕΠΚΑ. Άλλωστε, διαχειρίστηκα πολλά ανάλογα προγράμματα για λογαριασμό του ΚΕΠΚΑ και ήταν επόμενο οι υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να κατέγραψαν τα στοιχεία του ΚΕΠΚΑ αντί του ΚΕΠΚΑ Δυτικής Ελλάδος. Αγνοούσα, λοιπόν, όταν υπέγραφα το έντυπο της σύμβασης, ότι αυτό συνιστούσε συνεργασία μεταξύ του ΚΕΠΚΑ και των υπηρεσιών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, πιστεύοντας ότι επρόκειτο για υλοποίηση της αίτησης που όντως υπέβαλε το ΚΕΠΚΑ Δυτικής Ελλάδας". Τον αυτοτελή αυτόν ισχυρισμό, που είναι ορισμένος και οδηγεί στην άρση του καταλογισμού του εγκλήματος της απάτης και ειδικότερα, στον αποκλεισμό του δόλου, το Δικαστήριο απέρριψε με την εξής αιτιολογία: "Επίσης πρέπει να απορριφθεί ο σχετικός με την πραγματική πλάνη αυτοτελής ισχυρισμός του κατηγορουμένου". Έτσι όμως το δίκασαν δικαστήριο δεν αναφέρει τα συγκεκριμένα περιστατικά στα οποία στηρίχθηκε η απορριπτική κρίση του επί του ως άνω ισχυρισμού, άλλ’ ούτε και από τις παραδοχές της προσβαλλόμενης αποφάσεως αιτιολογείται η μη συνδρομή εσφαλμένης αντίληψης σε σχέση με το έντυπο της υπογραφείσας σύμβασης.
Συνεπώς, είναι αναιρετέα η απόφαση για έλλειψη αιτιολογίας, κατά το σχετικό βάσιμο λόγο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. 1 του ΚΠΔ. Επομένως, κατά παραδοχή αυτού, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση στο ίδιο Δικαστήριο, αφού είναι δυνατή η σύνθεση του από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως (άρθρο 519 του ΚΠΔ).


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την υπ’ αριθμ. 2061/2007 απόφαση του Α’ Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης.

Παραπέμπει την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, το οποίο θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 29 Ιανουαρίου 2008. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 30 Ιανουαρίου 2008.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ





<< Επιστροφή