Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1662 / 2008    (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας ανεπάρκεια, Αναιρέσεων συνεκδίκαση, Επεκτατικό αποτέλεσμα, Αρπαγή ανηλίκου.




Περίληψη:
Συνεκδίκαση δύο αναιρέσεων. Απόρριψη της πρώτης ως απαράδεκτης (αόριστης). Ηθική αυτουργία σε αρπαγή ανηλίκων (υποστήριξης εκούσιας διαφυγής), κατά συρροή τελεσθείσης με σκοπό μεταχειρίσεως των ανηλίκων σε ανήθικες ασχολίες (άρθρα 46 § 1α, 94 § 1 και 324 §§ 1 και 2 ΠΚ). Δεν προκύπτει ότι λήφθηκαν υπόψη αναγνωσθείσες εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης. Ασάφεια εκ του ότι ενώ στο σκεπτικό ο αναιρεσείων φέρεται ηθικός αυτουργός δύο αυτουργών, στο διατακτικό φέρεται τεσσάρων. Αναιρεί για έλλειψη αιτιολογίας. Επεκτατικό αποτέλεσμα αναίρεσης. Παραπέμπει.




Αριθμός 1662/2008

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Κούκλη Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη, ο οποίος ορίσθηκε με την 57/1-4-2008 Πράξη του Προέδρου του Αρείου Πάγου (κωλυομένου του Αντιπροέδρου Γεωργίου Σαραντινού), Βασίλειο Λυκούδη-Εισηγητή, Ανδρέα Τσόλια, Ιωάννη Παπουτσή και Νικόλαο Ζαΐρη, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 6 Μαΐου 2008, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ιωάννη Χρυσού (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει τις αιτήσεις των αναιρεσειόντων-κατηγορουμένων 1) Χ1, που εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Μαριάννα Παπαδάκη και 2) Χ2, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Ζήση Κωνσταντίνου, για αναίρεση της 1360Α, 1424, 1458/2007 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών. Με συγκατηγορούμενο τον Χ3 και πολιτικώς ενάγοντες τους 1) Ψ1 και 2) Ψ2, κατοίκους Ρουμανίας, που δεν παρέστησαν. Το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και οι αναιρεσείοντες-κατηγορούμενοι, ζητούν την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στις από 30 Μαΐου 2007 και 4 Ιουλίου 2007 αιτήσεις τους αναιρέσεως, οι οποίες καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1332/2007.

Αφού άκουσε Τους πληρεξούσιους δικηγόρους των αναιρεσειόντων, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθούν οι προκείμενες αιτήσεις αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Οι κρινόμενες 36/ 30-5-2007 από 4/7/2007( με αρ. πρωτ. 6323/9-7-2007), αιτήσεις αναιρέσεως των 1) Χ1 και 2) Χ2, κατοίκου ..., για αναίρεση της 1360Α, 1424,1458/2007 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών, έχουν ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως , και πρέπει να συνεκδικασθούν, ως συναφείς.

ΙΙ. Aπό το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 148 έως 153, 473 παρ. 2, 474 παρ. 2, 476 παρ. 1, 509 παρ. 1 και 510 του ΚΠΔ, προκύπτει ότι, για το παραδεκτό της αιτήσεως αναιρέσεως κατά βουλευμάτων και αποφάσεων, πρέπει, στη δήλωση ασκήσεώς της, να περιέχονται κατά τρόπο σαφή και ορισμένο οι λόγοι για τους οποίους αυτή ασκείται. Αν δεν περιέχεται σ' αυτήν ένας τουλάχιστον ορισμένος λόγος αναιρέσεως, από τους αναφερόμενους στα άρθρα 484, προκειμένου περί βουλευμάτων, και 510 του ΚΠΔ, προκειμένου περί αποφάσεων, η αίτηση είναι απαράδεκτη και ως εκ τέτοια απορρίπτεται, χωρίς άλλη παραπέρα έρευνα (476 παρ. 1, 513 παρ. 1 ΚΠΔ). Απλή παράθεση του κειμένου της σχετικής διάταξης που προβλέπει το λόγο αναιρέσεως, χωρίς αναφορά των περιστατικών που θεμελιώνουν την επικαλούμενη πλημμέλεια, δεν αρκεί. Ειδικότερα, για να είναι σαφής και ορισμένος και εντεύθεν παραδεκτός ο προβλεπόμενος στις διατάξεις των άρθρων 484 στοιχείο δ, ή 510 παρ. 1 στοιχ. Δ του ΚΠΔ, λόγος αναιρέσεως, της ελλείψεως της απαιτούμενης, σύμφωνα με τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ, ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, πρέπει: α) αν ελλείπει παντελώς η αιτιολογία, να προτείνεται με την αίτηση αναιρέσεως η ανυπαρξία αυτής, σε σχέση με συγκεκριμένο ή συγκεκριμένα κεφάλαια του προσβαλλόμενου βουλεύματος ή αποφάσεως, στα οποία αναφέρεται η σχετική αιτίαση και β) αν υπάρχει αιτιολογία, αλλά δεν είναι ειδική και εμπεριστατωμένη, να προσδιορίζεται επιπλέον σε τι ακριβώς συνίσταται η έλλειψη αυτή, αναφορικά με το συγκεκριμένο ή τα συγκεκριμένα πληττόμενα κεφάλαια του βουλεύματος ή της αποφάσεως. Στην κρινόμενη 36/ 30-5-2007 έκθεση αναιρέσεως του Χ1, κατά της 1360Α, 1424,1458/2007 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών, με την οποία καταδικάστηκε σε ποινή κάθειρξης εννέα ετών για από κοινού αρπαγή ανηλίκων (υποστήριξης εκούσιας διαφυγής), με το σκοπό μεταχειρίσεως των ανηλίκων σε ανήθικες ασχολίες , ο αναιρεσείων ζητεί την αναίρεση της αποφάσεως αυτής για τους εξής αναφερόμενους στην αίτησή του, κατά λέξη , λόγους "1) Δεν έλαβε (η προσβαλλόμενη απόφαση) υπόψη ουδεμίαν από τις συντρέχουσες ελαφρυντικές περιστάσεις και 2) δεν ητιολόγησεν ειδικώς και εμπεριστατωμένως την απόφαση περί επιβολής της βαρύτατης αυτής ποινής και προσθέτει και για όσους λόγους θα προσθέσει μετά την καθαρογραφή της ανωτέρω αποφάσεως". Έτσι, όμως, όπως έχουν διατυπωθεί οι λόγοι αυτοί, χωρίς να προσδιορίζεται, αν υποβλήθηκε σαφές και ορισμένο αίτημα για την αναγνώριση ελαφρυντικών (και ποιό), το οποίο απορρίφθηκε, και σε τι ακριβώς συνίστανται οι ελλείψεις της απορριπτικής αιτιολογίας του, καθώς, επίσης και σε τι ακριβώς συνίστανται οι ελλείψεις της περί ποινής αιτιολογίας της αποφάσεως, πρέπει, να απορριφθούν, ως απαράδεκτοι, λόγω αοριστίας αυτών. Μετά από αυτά πρέπει, να απορριφθεί, ως απαράδεκτη, η πιο πάνω αίτηση αναιρέσεως και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων Χ1 στα δικαστικά έξοδα (άρθρα 476 παρ. 1 και 583 παρ. 1 ΚΠΔ).
ΙΙ. Η καταδικαστική απόφαση έχει την από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 ΚΠΔ απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγο αναιρέσεως από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ, όταν αναφέρονται σ' αυτήν, με πληρότητα σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελίωσαν και οι νομικοί συλλογισμοί, με τους οποίος έγινε η υπαγωγή των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόστηκε. Ειδικότερα, ως προς την έκθεση των αποδείξεων , αρκεί η γενική, κατά το είδος τους, αναφορά τους, χωρίς να είναι απαραίτητο να διευκρινίζεται από ποιο ή ποια αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε κάθε παραδοχή. Πρέπει, όμως, να προκύπτει με βεβαιότητα από την απόφαση, ότι έχουν ληφθεί υπόψη στο σύνολό τους τα αποδεικτικά μέσα και όχι ορισμένα μόνο από αυτά. Μεταξύ των αποδεικτικών μέσων περιλαμβάνεται, κατά το άρθρο 178 περ. γ' ΚΠΔ, και η πραγματογνωμοσύνη, η οποία διατάσσεται, κατά το άρθρο 183 ΚΠΔ, υπό προϋποθέσεις, από τον ανακριτικό υπάλληλο ή από το δικαστήριο αυτεπαγγέλτως ή μετά από αίτηση των διαδίκων ή του εισαγγελέα. Ως ιδιαίτερο δε είδος αποδεικτικού μέσου η πραγματογνωμοσύνη πρέπει να μνημονεύεται ειδικώς στην αιτιολογία μεταξύ των αποδεικτικών μέσων, προκειμένου να υπάρχει βεβαιότητα ότι λήφθηκε υπόψη. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών, που την εξέδωσε, καταδίκασε τον αναιρεσείοντα κατηγορούμενο Χ2, σε ποινή κάθειρξης εννέα ετών για ηθική αυτουργία σε από κοινού αρπαγή ανηλίκων (υποστήριξης εκούσιας διαφυγής), με το σκοπό μεταχειρίσεως των ανηλίκων σε ανήθικες ασχολίες (άρθρα 46 παρ. 1α, , 94 παρ. 1 και 324 παρ. 1 και 2 ΠΚ. Για να στηρίξει την καταδικαστική του κρίση του το Τριμελές Εφετείο, διέλαβε στο σκεπτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεώς του, ότι τα πραγματικά περιστατικά που έγιναν δεκτά "αποδείχθηκαν από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων και τις ανωμοτί καταθέσεις των πολιτικώς εναγουσών, που εξετάστηκαν στο ακροατήριο, τα έγγραφα που αναγνώσθηκαν, τα πρακτικά των πρωτοβαθμίων δικών που επίσης αναγνώσθηκαν, τις απολογίες των κατηγορουμένων και την όλη διαδικασία". Από τα πρακτικά όμως της προσβαλλόμενης απόφασης προκύπτει ότι αναγνώσθηκαν πλην άλλων και, εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης και ειδικότερα α) η από 25.11.98 έκθεση πραγματογνωμοσύνης και β) η από 27.11.98 έκθεση πραγματογνωμοσύνης του πραγματογνώμονα Α, όπως επίσης και γ) η από 27.11.98 έκθεση πραγματογνωμοσύνης του αυτού πραγματογνώμονας (σελ. 46 πρακτικών αριθμ. 21 και 22 και σελ. 49 αριθμ. 110).- Από τη γενόμενη δε παραδεκτή επισκόπηση των εγγράφων της δικογραφίας για τον έλεγχο του παραδεκτού των λόγων της κρινόμενης αναιρέσεως, προκύπτει ότι οι πιο πάνω εκθέσεις αφορούν εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης που διενεργήθηκαν κατά το άρθρο 183 ΚΠΔ. Περί των εκθέσεων αυτών, που αποτελούν ιδιαίτερο αποδεικτικό μέσο στη ποινική διαδικασία, δεν γίνεται καμία μνεία, ούτε στην αρχή της αιτιολογίας της προσβαλλόμενης αποφάσεως, όπου προσδιορίζονται γενικά και κατ' είδος τα ληφθέντα αποδεικτικά μέσα, ούτε στη συνέχεια, όπου παρατίθενται οι σκέψεις και τα πραγματικά περιστατικά που οδήγησαν το Πενταμελές Εφετείο, στην καταδικαστική για τον κατηγορούμενο- αναιρεσείοντα κρίση του, αλλά ούτε από το όλο περιεχόμενο της προσβαλλόμενης καταδικαστικής αποφάσεως συνάγεται, αν οι εκθέσεις αυτές λήφθηκαν υπόψη και συνεκτιμήθηκαν με τα λοιπά αποδεικτικά μέσα, ή όχι και για πιο λόγο. Επίσης, κατά τις παραδοχές του σκεπτικού της προσβαλλομένης αποφάσεως, το πιο πάνω έγκλημα της αρπαγής ανηλίκων τέλεσαν από κοινού, ως φυσικοί αυτουργοί, οι Χ3 και Χ1, τους οποίους ο κατηγορούμενος αναιρεσείων Χ2, ως ηθικός αυτουργός, έπεισε να τελέσουν το έγκλημα αυτό, χωρίς σε οποιοδήποτε σημείο του σκεπτικού, να γίνεται μνεία, για οποιαδήποτε συμμετοχή στην τέλεση του εγκλήματος αυτού των Β και του Γ, τα ονόματα των οποίων ούτε καν αναφέρονται στο σκεπτικό της αποφάσεως. Κατά αναφερόμενα όμως στο διατακτικό της προσβαλλόμενη απόφασης ο κατηγορούμενος- αναιρεσείων Χ2, κηρύχθηκε ένοχος, ως ηθικός αυτουργός, όχι μόνο των δύο πρώτων, αλλά και των δύο τελευταίων, στην από κοινού τέλεση του εν λόγω κακουργήματος. Κατ' αυτόν όμως τον τρόπο, δεν καθίσταται σαφές για ποίων αυτουργών τις πράξεις κηρύχθηκε ένοχος ο αναιρεσείων, ως ηθικός αυτών αυτουργός. Επισημαίνεται δε ότι και ο συγκατηγορούμενος του αναιρεσείοντος Χ1 κρίθηκε ένοχος για το ότι "ενεργώντας από κοινού με άλλους (Χ3, Β και Γ)" τέλεσε την πράξη της αρπαγή ανηλίκων (υποστήριξης εκούσιας διαφυγής), με το σκοπό μεταχειρίσεως των ανηλίκων σε ανήθικες ασχολίες, που αναφέρεται στο διατακτικό, χωρίς τα ονόματα των δύο τελευταίων να αναφέρονται στο σκεπτικό της αποφάσεως, ενώ ο συγκατηγορούμενος του αναιρεσείοντος Ηλία Τόσκας κρίθηκε ένοχος για το ότι "ενεργώντας από κοινού με άλλους (Χ1, Γ και Β)" για την αυτή πράξη. Ενόψει των ελλείψεων αυτών, η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται της επιβαλλόμενης από το Σύνταγμα και το νόμο ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και οι από το άρθρο 510 παρ. 1 Δ' ΚΠΔ με τα στοιχεία γ και ε λόγοι αναιρέσεως, με τους οποίους προβάλλονται οι ελλείψεις αυτές, είναι βάσιμοι και πρέπει να γίνουν δεκτοί, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο (άρθρο 519 ΚΠΔ), αφού είναι δυνατή η συγκρότησή του από άλλους δικαστές εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως.
VII. Περαιτέρω, πρέπει, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 469 ΚΠΔ, να επεκταθεί το αποτέλεσμα της κρινόμενης αιτήσεως αναιρέσεως και ως προς τους Χ3 και τον Χ1, που καταδικάστηκαν ως συμμέτοχοι τoυ αναιρεσείοντος ( με την έννοια των άρθρων 45 και 46 παρ.1α ΠΚ) για την πιο πάνω πράξη, και ο μεν πρώτος δεν άσκησε αναίρεση, του δε δευτέρου η αναίρεση απορρίφθηκε ως απαράδεκτη. Ειδικότερα, κατά τα εκτιθέμενα πιο πάνω, οι εν λόγω συγκατηγορούμενοι του αναιρεσείοντος καταδικάστηκαν ως συναυτουργοί της πιο πάνω πράξεως της αρπαγή ανηλίκων , ο δε αναιρεσείων ως ηθικός αυτουργός αυτών, και οι προτεινόμενοι και γενόμενοι δεκτοί λόγοι αναίρεσης δεν αναφέρονται αποκλειστικά στο πρόσωπο του αναιρεσείοντος και, συνεπώς, πρέπει να αναιρεθεί και ως προς αυτούς, η προσβαλλόμενη απόφαση.


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει, την 36/30-5-2007 αίτηση αναιρέσεως του Χ1, για αναίρεση της 1360Α, 1424, 1458/2007 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών.
Καταδικάζει τον πιο πάνω αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ.
Δέχεται την από 4/7/2007( με αρ. πρωτ. 6323/9-7-2007) αίτηση αναιρέσεως του Χ2, κατοίκου ... .

Αναιρεί την 1360Α, 1424, 1458/2007 απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών. Επεκτείνει το αποτέλεσμα της από 4/7/2007 αιτήσεως ( δηλώσεως) αναιρέσεως ( με αρ. πρωτ. 6323/9-7-2007) του Χ2, κατοίκου ..., και κατά της πιο πάνω αποφάσεως και ως προς τους συναυτουργούς της πράξεως Χ3, και αναιρεί και ως προς αυτούς, την πιο πάνω απόφαση.

Παραπέμπει την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 5 Ιουνίου 2008. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 24 Ιουνίου 2008.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή