Θέμα
Ποινή συνολική, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία.
Περίληψη:
Συγχώνευση ποινών. Αναιρεί την συγχωνευτική ποινών απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Πατρών για εσφαλμένη εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 94, 97 και 173 παρ. 1 εδ. β του ΠΚ, διότι συγχώνευσε εσφαλμένα την συγχωνευόμενη ποινή, που εξέτισε ο αιτών την συγχώνευση και την ποινή για απόδραση που επιβλήθηκε σ’ αυτόν. Η απόδραση επισυνέβη κατά τον χρόνο που εξέτισε ο αιτών την επιβληθείσα σ’ αυτόν ποινή, ενώ έπρεπε να εκτιθεί η τελευταία αθροιστικά, μη συγχωνευόμενη με την παραπάνω ποινή που εξέτισε κατά τον χρόνο της απόδρασης.
Αριθμός 640/2009
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Εμμανουήλ Καλούδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Αιμιλία Λίτινα - Εισηγήτρια, Ανδρέα Τσόλια, Ιωάννη Παπουτσή και Ανδρέα Δουλγεράκη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 10 Φεβρουαρίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Παναγιώτη Θάνου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση του Εισαγγελέα Εφετών Πατρών, περί αναιρέσεως της 615/2008 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Πατρών. Με κατηγορούμενο τον Χ, κρατούμενο στο Κατάστημα Κράτησης ....., που δεν παρέστη στο ακροατήριο.
Το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Πατρών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων Εισαγγελέας Εφετών Πατρών ζητεί τώρα την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην με αριθμό και ημερομηνία 41/18.11.2008 έκθεση αναιρέσεως, η οποία συντάχθηκε ενώπιον της Γραμματέως του Ποινικού Τμήματος του Εφετείου Πατρών Αικατερίνης Νικοπούλου και καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1878/2008.
Αφού άκουσε Τον Αντεισαγγελέα, που ζήτησε να γίνει δεκτή η έκθεση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Επειδή κατά το άρθρο 173 παρ. 1 εδ. β' του Π.Κ. η ποινή της αποδράσεως εκτελείται ολόκληρη μετά την έκτιση της ποινής που επιβλήθηκε ή πρόκειται να επιβληθεί για την πράξη για την οποία ήταν κρατούμενος αυτός που απέδρασε. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι η ποινή του άρθρου 173 παρ. 1 εδ. α' του Π.Κ. για απόδραση εκτίεται αθροιστικά, μη συγχωνευόμενη μόνο στην περίπτωση που συντρέχει με ποινές, κατά την έκτιση των οποίων έλαβε χώρα η απόδραση. Σε κάθε άλλη περίπτωση, που η ποινή της αποδράσεως συντρέχει με άλλες ποινές, ακόμη και ποινές για απόδραση, άσχετες όμως με εκείνες κατά την έκτιση των οποίων τελέσθηκε το νεότερο αδίκημα της αποδράσεως, τότε οι συντρέχουσες αυτές ποινές συγχωνεύονται υποχρεωτικά κατά τις διατάξεις του άρθρου 94 του Π.Κ. Περαιτέρω, συντρέχει περίπτωση εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, που ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' του Κ.Π.Δ. λόγο αναιρέσεως, όχι μόνον όταν το δικαστήριο της ουσίας δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία έχει δεχθεί, στη διάταξη που εφαρμόσθηκε, αλλά και όταν η διάταξη αυτή παραβιάσθηκε εκ πλαγίου, για το λόγο ότι έχουν εμφιλοχωρήσει στο πόρισμα της αποφάσεως, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του διατακτικού προς το σκεπτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος από τον Άρειο Πάγο της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσεως. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, ο κατάδικος Χ ζήτησε από το Τριμελές για κακουργήματα Εφετείο Πατρών, κατά το άρθρο 551 του Κ.Π.Δ., καθορισμό συνολικής ποινής, με την προσμέτρηση των ποινών που είχαν επιβληθεί σ' αυτόν με τις αναφερόμενες σ' εκείνη καταδικαστικές αποφάσεις, ήτοι α) την υπ' αριθ. 471/16.9.1998 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Πατρών, με την οποία του είχε επιβληθεί συνολική ποινή κάθειρξης έξι (6) ετών και δύο (2) μηνών για διακεκριμένη περίπτωση κλοπών από κοινού, κατ' εξακολούθηση και κατά συνήθεια ως και για παράνομη είσοδο στην επικράτεια, β) Την υπ' αριθμόν 4031/24-5-2000 απόφαση του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Χανίων, με την οποία του είχε επιβληθεί ποινή φυλάκισης έξι (6) μηνών για απόδραση κρατουμένου και γ) Την υπ' αριθμόν 265/19-6-2008 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Αθηνών, με την οποία του είχε επιβληθεί ποινή φυλάκισης δώδεκα (12) μηνών για ψευδή ανώμοτη κατάθεση. Με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση επαυξήθηκε η ποινή καθείρξεως των έξι (6) ετών και δύο (2) μηνών που του επιβλήθηκε με την ανωτέρω υπ' αριθμόν 471/1998 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Πατρών κατά δύο (2) μήνες από την ποινή φυλακίσεως που του επιβλήθηκε με την ανωτέρω υπ' αριθμόν 4031/24-5-2000 απόφαση του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Χανίων και κατά τέσσερις (4) μήνες από την ποινή φυλακίσεως που του επιβλήθηκε με την ανωτέρω υπ' αριθμ. 265/19.6.2008 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Αθηνών και ορίσθηκε συνολική ποινή κάθειρξης έξι (6) ετών και οκτώ (8) μηνών. Περαιτέρω, από το στη δικογραφία από 24.4.2008 πιστοποιητικό του Γραμματέα της Κλειστής Φυλακής Χαλκίδας, προκύπτει ότι ο ως άνω κατάδικος κρατείται με την παραπάνω 471/16.9.1998 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πατρών, με την οποία του επιβλήθηκε συνολική ποινή κάθειρξη έξι (6) ετών και δύο μηνών, με χρόνο έναρξης της ποινής του την 16.9.1998 και ότι αφαιρέθηκε εκτός από τον χρόνο της προφυλάκισής του και ο χρόνος από 5.1.2000 έως 21.10.2007, ήτοι 7 έτη, 9 μήνες και 16 ημέρες που διετέλεσε εκτός Φυλακών λόγω απόδρασης, ενώ από το με αριθμό 9/031 ακριβές απόσπασμα του δικαστή της ως άνω 4031/24.5.2004 απόφασης του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Χανίων, προκύπτει ότι ο ανωτέρω κατάδικος κηρύχθηκε ένοχος αποδράσεως κρατουμένου που έγινε στην Αγροτική Φυλακή ..... την 5.1.2000 και του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 6 μηνών. Από τα παραπάνω έγγραφα αποδεικνύεται ότι ο εν λόγω κατάδικος απέδρασε των Φυλακών ....., καθ' όν χρόνον έκτιε την επιβληθείσα με την 471/16.9.1998 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πατρών ποινή. Επομένως, το δίκασαν Δικαστήριο που έκρινε, κατ' εφαρμογή των άρθρων 94 και 97 του ΠΚ, για τον καθορισμό συνολικής ποινής όλων των παραπάνω ποινών, ενώ έπρεπε να μη συγχωνεύσει την ανωτέρω ποινή που του επιβλήθηκε από το Μονομελές Πλημμελειοδικείο Χανίων, αποκλείοντας, κατά τη ρητή διατύπωση του άρθρου 173§1 εδάφ. Β του ΠΚ, την εφαρμογή των ως άνω διατάξεων, δεν ερμήνευσε ούτε εφήρμοσε ορθά την προδιαληφθείσα ουσιαστική ποινική διάταξη και κατά συνέπεια η ως άνω υπ' αριθμόν 615/27-10-2008 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Πατρών είναι αναιρετέα, σύμφωνα με το άρθρο 510§1 στοιχ. Ε ΚΠΔ, λόγω εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής των εν λόγω διατάξεων. Συνακόλουθα, πρέπει να γίνει δεκτή ως βάσιμη κατ' ουσίαν η με αριθμό 41 από 18.11.2008 αίτηση αναίρεσης του Εισαγγελέα Εφετών Πατρών και να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη 615/27.10.2008 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Πατρών, να παραπεμφθεί δε η υπόθεση για νέα κρίση στο ίδιο δικαστήριο, αφού είναι δυνατή η συγκρότησή του από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την 615/27.10.2008 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Πατρών. Και
Παραπέμπει την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 17 Φεβρουαρίου 2009. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 3 Μαρτίου 2009.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ