Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 23 / 2008    (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Δασικά αδικήματα.




Περίληψη:
Παράνομη εκχέρσωση ιδιωτικής δασικής έκτασης. Λόγοι αναιρέσεως για: 1) Έλλειψη αιτιολογίας και 2) Εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης. Απορρίπτει αναίρεση.





Αριθμός 23/2008


ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ


ΣΤ' Ποινικό Τμήμα


Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γεώργιο Σαραντινό, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Βασίλειο Λυκούδη, Ανδρέα Τσόλια, Ιωάννη Παπουτσή-Εισηγητή και Νικόλαο Ζαΐρη, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 13 Νοεμβρίου 2007, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αθανασίου Κονταξή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ1 που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Αλέξανδρο Τζίμα, περί αναιρέσεως της 2398/2006 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημ/κείου Ναυπλίου. Το Τριμελές Πλημ/κείο Ναυπλίου, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 18 Δεκεμβρίου 2006 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 433/07.
Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Η καταδικαστική απόφαση έχει την από το άρ. 94 παρ. 3 του Συντ. και 139 του ΚΠΔ εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ΚΠΔ λόγο αναίρεσης, όταν περιέχονται σ' αυτήν τα πραγματικά περιστατικά στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελίωσαν και οι σκέψεις και οι νομικοί συλλογισμοί, με βάση τους οποίους έγινε η υπαγωγή των περιστατικών που αποδείχθηκαν στην ουσιαστική ποινική διάταξη που στη συγκεκριμένη περίπτωση εφαρμόστηκε. Η αιτιολογία αυτή μπορεί να συμπληρώνεται από το διατακτικό της απόφασης, με το οποίο το σκεπτικό αποτελεί ενιαίο όλο. Ως προς τα αποδεικτικά μέσα ειδικότερα, αρκεί ο προσδιορισμός του είδους των, χωρίς να απαιτείται αναλυτική παράθεση τους και μνεία του τι προέκυψε από το καθένα απ' αυτά, ενώ η μη ορθή εκτίμηση τους δεν δημιουργεί λόγο αναίρεσης, εφόσον περί αυτών κρίνει κυριαρχικώς το δικαστήριο της ουσίας. Επίσης, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' του ΚΠΔ, λόγο αναίρεσης της απόφασης συνιστά και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης. Εσφαλμένη ερμηνεία τέτοιας διάταξης υπάρχει όταν το δικαστήριο αποδίδει σ' αυτήν έννοια διαφορετική από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υφίσταται όταν το δικαστήριο δεν υπήγαγε σωστά τα πραγματικά περιστατικά, που δέχτηκε ότι αποδείχτηκαν, στην εφαρμοσθείσα διάταξη. Περίπτωση εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διάταξης υπάρχει και όταν η παραβίαση της γίνεται εκ πλαγίου, πράγμα που συμβαίνει όταν στο πόρισμα της απόφασης, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του σκεπτικού προς το διατακτικό της και ανάγεται στα στοιχεία και στην ταυτότητα του εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος περί της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσης. Στην προκειμένη περίπτωση, με την προσβαλλομένη υπ' αριθμ. 2398/2006 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Ναυπλίου και μετά από συνεκτίμηση όλων των αποδεικτικών μέσων που κατ' είδος μνημονεύονται, ο αναιρεσείων καταδικάστηκε σε ποινή φυλακίσεως δέκα οκτώ (18) μηνών και χρηματική ποινή χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ, ανασταλείσαν επί 3ετίαν, για παράβαση του άρθρου 71 παρ. 3 του Ν. 998/1979, δεχθέντος ειδικότερα του Δικαστηρίου ανελέγκτως, τα παρακάτω πραγματικά περιστατικά : "Την 18-4-2000 και περί ώρα 10:00, ο Δασοφύλακας της Διεύθυνσης Δασών Ν. Αργολίδας Ψ1, ευρεθείς εκ της υπηρεσίας του στη θέση "............", διαπίστωσε ότι ο κατηγορούμενος είχε επέμβει πριν περίπου (4) ημέρες σε ιδιωτικό δάσος σε εμβαδόν (4) στρεμμάτων περίπου ξεριζώνοντας (28) δένδρα χαλεπίου πεύκης, μεγάλης ηλικίας, οργώνοντας αυτήν με γεωργικό μηχάνημα. Μετά την εκρίζωση των πεύκων, ο κατηγορούμενος προέβη στην μεταφύτευση (14) ελιών και δη (5) μεγάλων και (9) μικρών, ώστε να αλλοιωθεί ο χαρακτήρας της εκτάσεως από δάσος σε αγρό, στην οποία είχε γίνει καν παράνομη κατάτμηση. Κατά του κατηγορουμένου επίσης είχε, στις 29-9-1997, υποβληθεί το υπ' αριθμ. ..... πρωτόκολλο μηνύσεως από τη Διεύθυνση Δασών Αργολίδας, διότι στην εν λόγω έκταση είχε εκχερσώσει την υπόροφο βλάστηση των (4) περίπου στρεμμάτων, αφήνοντας τότε τα 28 δένδρα χαλεπίου πεύκης. Επί της μηνύσεως αυτής ασκήθηκε ποινική δίωξη για παράνομη εκχέρσωση και ο κατηγορούμενος (μαζί με τον Γ1) παραπέμφθηκε για να δικαστεί ενώπιον του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Ναυπλίου, που συνεδρίαζε στο Κρανίδι, όπου και εκδόθηκε η υπ' αριθμ. 725/19.9.2001 απόφαση με την οποία οι κατηγορούμενοι κηρύχθηκαν αθώοι ελλείψει δόλου, δεχόμενο συνεπώς το Δικαστήριο ότι οι κατηγορούμενοι είχαν τελέσει την άδικη πράξη της παράνομης εκχέρσωσης δασικής έκτασης. Η εκχερσωθείσα παρανόμως έκταση, αποτελείτο πριν, σύμφωνα με το από 18-4-2000 πρωτόκολλο μηνύσεως του Δασοφύλακα Ψ1 και την ένορκη κατάθεση του, από σχοίνα και πεύκα και είχε αναγνωρισθεί ως ιδιωτικό δάσος με τις υπ' αριθμ. 30201/8-3-1932 και 2827/10-2-1937 αποφάσεις του Υπουργείου Γεωργίας. Κατόπιν εντολής της Διεύθυνσης Δασών Αργολίδας, η Δασοπόνος Β1 κατάρτισε το από ......... τοπογραφικό διάγραμμα ιδιωτικού δάσους, ιδιοκτησίας του κατηγορουμένου και του Γ1, επί του οποίου είχε γίνει η ως άνω παράνομη εκχέρσωση, η οποία είχε πραγματική έκταση (5.210,435) τ.μ. και όχι (4) στρέμματα, όπως την είχε υπολογίσει περίπου ο Δασοφύλακας Ψ1, κατά την υποβολή της από 18-4-2000 μήνυσης του. Εν συνεχεία ο Γενικός Γραμματέας Περιφέρειας Πελοποννήσου, με βάση την κείμενη νομοθεσία και την από 12-11-2000 πρόταση της Διεύθυνσης Δασών Αργολίδας για κήρυξη ιδιωτικού δάσους ως αναδασωτέου (στην οποία σημειώνεται η ύπαρξη στην επίδικη έκταση 22 πευκόδενδρων μεγάλης ηλικίας), με την αριθμ. πρωτ. ........ απόφασή του, κήρυξε αναδασωτέο, με σκοπό την επαναδημιουργία της δασικής βλάστησης, με φυσική αναγέννηση ,που καταστράφηκε από εκχέρσωση, σταδιακά από το 1960 έως σήμερα από αγνώστους και το τμήμα 1 από τον κατηγορούμενο και τον Γ1 (αφορά το υπ' αριθμ. .... πρωτόκολλο μηνύσεως από τη Διεύθυνση Δασών Αργολίδας), το ιδιωτικό δάσος εμβαδού 5.210.435 τ.μ., που βρίσκεται στη θέση "........." δημοτικού διαμερίσματος ....... του Δήμου Κρανιδίου και προσδιορίζεται από τα στοιχεία: 1, 2, 3, 4 , 5, 6, 7γ, β, α, 81, 8', 9, 10, 11, 1 στο από ........ τοπογραφικό διάγραμμα με κλίμακα 1:500, που σύνταξε η δασοπόνος Β1 και έχει όρια: Ανατολικά: Με έκταση μη διεπόμενη από τις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας. Δυτικά: Με έκταση μη διεπόμενη από τις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας και ιδιωτικό δάσος. Βόρεια: Με ιδιωτικό δάσος και έκταση μη διεπόμενη από τις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας. Νότια: Με ιδιωτικό δάσος και χωματόδρομο (οδός πεύκων), η οποία δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ΦΕΚ Δ/144/28-2-2001.- Περαιτέρω, ο Δασολόγος της Διεύθυνσης Δασών Αργολίδας Β2 προέβη στην αριθμ. πρωτ. ....... έκθεση φωτοερμηνείας επί της εκτάσεως που αναφέρεται το από 18-4-2000 πρωτόκολλο μήνυσης του Δασοφύλακα της υπηρεσίας τους Ψ1 κατά του κατηγορουμένου, που βρίσκεται στην θέση "..........." του δ.δ. ...... του Δήμου Κρανιδίου και κηρύχθηκε αναδασωτέα, με την πιο πάνω απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Πελοποννήσου, νομίμως δημοσιευθείσα στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Αφού εντόπισε την έκταση που απεικονίζεται στο από ..... τοπογραφικό διάγραμμα της Δασοπόνου Β1, που συνοδεύει αναπόσπαστα την απόφαση αναδάσωσης στις αεροφωτογραφίες των ετών 1945, 1960, 1979 και 1988 και διενήργησε στερεοσκοπική παρατήρηση στο ζεύγος των επικαλυπτόμενων αεροφωτογραφιών με φορητό στερεοσκόπιο SOKKISHA ΡS 4Α, διαπίστωσε τα εξής: α) Στο ζεύγος των αεροφωτογραφιών έτους λήψης 1945, με αριθμ. .......... , η επίδικη έκταση εμφανίζεται στο σύνολο της καλυπτόμενη από άγρια ξυλώδη βλάστηση δενδρώδους και θαμνώδους μορφής, με συνολικό βαθμό δασοκάλυψης 50-60%, χωρίς να παρατηρούνται στοιχεία ανθρώπινων καλλιεργητικών ή άλλων επεμβάσεων, β) Στο ζεύγος των αεροφωτογραφιών έτους λήψης 1960 με αριθμ. ........., η επίδικη έκταση εμφανίζεται με την μορφή δάσους, καλυπτόμενη από άγρια ξυλώδη βλάστηση δενδρώδους και θαμνώδους μορφής, με συνολικό βαθμό δασοκάλυψης 70-80%, εκτός από το νοτιοανατολικό όριο της έκτασης πλησίον των σημείων 2-3, όπου εντοπίζεται επιφάνεια 300 τ.μ. περίπου η οποία φαίνεται να έχει καλλιεργηθεί, γ) Στο ζεύγος των αεροφωτογραφιών έτους λήψης 1979, με αριθμ. ........., η επίδικη έκταση εμφανίζεται, σε αντίθεση με τα προηγούμενα έτη, με στοιχεία ανθρώπινων επεμβάσεων σε ολόκληρη την επιφάνεια της. Η προϋφιστάμενη άγρια βλάστηση έχει απομακρυνθεί, με εξαίρεση ολιγάριθμα δέντρα τα οποία είτε βρίσκονται διάσπαρτα εντός της έκτασης, είτε, προς τα νοτιοανατολικό όρια της, σε σειρά. Τα δέντρα που εντοπίζονται, κρίνοντας από την μορφή, τον τόνο αλλά και την ομοιότητα με το παρακείμενο δάσος, είναι Χαλεπίου Πεύκης (Pinus Halerencis), ενώ το συνολικό ποσοστό της άγριας ξυλώδους βλάστησης που φύεται στην έκταση δε ξεπερνά σε κάλυψη το 15%. δ) στο ζεύγος των αεροφωτογραφιών έτους λήψης 1988, με αριθμ. .......... , η επίδικη έκταση εμφανίζεται όμοια με αυτή του έτους 1979 χωρίς ιδιαίτερες διαφοροποιήσεις. Με βάση τις παραπάνω διαπιστώσεις, ο Δασολόγος Β2 κατέληξε ότι η έκταση που παρανόμως εκχέρσωσε ο κατηγορούμενος την 18-4-2000 χαρακτηρίζεται ως δάσος χαλεπίου Πεύκης (Pinus Halerencis) κατά tην έννοια των παραγράφων 1 και 3 (I, II, III) α' του αρ 3 του Ν.998/79 "Περί προστασίας των δασών και των δασικών εν γένει εκτάσεων της χώρας".
Ο κατηγορούμενος, απολογούμενος, ισχυρίστηκε ότι η επίδικη έκταση είναι αγροτική, ότι δεν ξερίζωσε τα πεύκα, αφού ακόμα και σήμερα υπάρχουν 10-12 πεύκα στην άκρη της επίδικης έκτασης και ότι εντός αυτής υπήρχαν μόνο μεγάλες ελιές, ενώ αυτός φύτευσε μόνο μικρές. Προς επίρρωση μάλιστα των ισχυρισμών του, προσκόμισε αντίγραφο του με αριθμό ......... αγοραπωλητηρίου συμβολαίου του Συμβολαιογράφου Πειραιώς Αθ. Γ. Παπαστεργίου, αντίγραφο του με αριθμό ........ αγοραπωλητηρίου συμβολαίου του Συμβολαιογράφου Κρανιδίου Π. Πολυζώη Πήλια (τα οποία εμφανίζουν την επίδικη έκταση ως αγροτική), το από ........ ιδιωτικό συμφωνητικό εκμισθώσεως αγροκτημάτων προς χορτοβοσκήν, μεταξύ Ζ1 και Ζ2, αίτηση-δήλωση κατόχου γεωργικής εκμετάλλευσης περιόδου 2001, το με αριθμ. πρωί:. Ζ1 έγγραφο Δ/νσης Δασών Αργολίδας και εξέτασε ως μάρτυρα υπεράσπισης την, η οποία κατέθεσε ότι ο κατηγορούμενος, από το έτος 1950, καλλιεργούσε την επίδικη έκταση, η οποία ανέκαθεν ήταν αγροτική και ότι η αναδάσωση δεν περιλαμβάνει το επίδικο. Τα ανωτέρω όμως αναιρούνται, και για το λόγο αυτό δεν κρίνονται πειστικά, από τα ανωτέρω προδιαληφθέντα αποδεικτικά στοιχεία και συγκεκριμένα: από το από ..... πρωτόκολλο μηνύσεως του Δασοφύλακα Ψ1 και την ένορκη κατάθεσή του, όπου κατηγορηματικά αναφέρεται η εκρίζωση από τον κατηγορουμένου την 14-4-2000 (28) δένδρων χαλεπίου πεύκους και η εμφύτευση την 18-4-2000 (14) ελιών εκ των οποίων (5) μεγάλες και (9) μικρές ώστε να αλλοιωθεί ο χαρακτήρας της έκτασης από δάσος σε αγρό και το από ........ τοπογραφικό διάγραμμα της συντάξασας Δασοπόνου Β1, την με αριθμ. πρωτ. ........ έκθεση φωτοερμηνείας, την με αριθμ. πρωτ, .......... πρόταση της Διεύθυνσης Δασών Αργολίδας για κήρυξη ιδιωτικού δάσους ως αναδασωτέου και την με αριθμ. πρωτ. 195/22-1-2001 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Πελοποννήσου για κήρυξη αναδασωτέας έκτασης, νομίμως δημοσιευθείσα στο αριθμ. φύλλου 144/28,02.2001 Φ.Ε.Κ. (τεύχος Δ'), από τα οποία αναντίρρητα προκύπτει ότι η επίδικη έκταση είναι δασική, αφού πρόκειται για τμήμα ιδιωτικού δάσους, αναγνωρισμένο με την αριθμ. 2827/10-2-1937 απόφαση του Υπ. Γεωργίας υπέρ ........ - ......... - ........., η άγρια ξυλώδης βλάστηση δενδρώδους και θαμνώδους μορφής εμφανίζει βαθμό δασοκάλυψης 50-60%, 70-80% και 15% κατά τα έτη 1945, 1960 1979, 1988, χωρίς να παρατηρούνται στοιχεία ανθρώπινων καλλιεργητικών ή άλλων επεμβάσεων μέχρι τουλάχιστον και το έτος 1960 και υπάρχουν ακόμα και σήμερα 22 πευκόδενδρα μεγάλης ηλικίας, χαρακτηριζόμενη έτσι η επίδικη έκταση ως δάσος Χαλεπίου Πεύκης (Pinus Halerencis), κατά την έννοια του 3 παρ. 1 και 3 του Ν. 998/1979. Ως προς το με αριθμ. πρωτ. .......... έγγραφο Δ/νσης Δασών Αργολίδας, που επικαλείται ο κατηγορούμενος, σύμφωνα με το οποίο η αναφερόμενη σε αυτό έκταση, που βρίσκεται στη θέση "............" ........, είναι αγροτική, ανεξαρτήτως ότι δεν προέκυψε ότι αφορά την επίδικη έκταση, αφού, ως συμβολαιογραφικός τίτλος, διαλαμβάνεται σε αυτό το υπ' αριθμ. ......... Συμβόλαιο του Συμβολαιογράφου Πειραιώς Αθανάσιου Γ. Παπαστεργίου, το οποίο όμως ο κατηγορούμενος ουδόλως επικαλείται και προσκομίζει, ενώ δεν επιβεβαιώθηκε ούτε και από τον μάρτυρα Ψ1, σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με την κατάθεση του τελευταίου μάρτυρος, πρόκειται για ένα πληροφοριακό έγγραφο που δεν ισχύει πλέον. Τέλος, όσον αφορά το ποσοστό του 15% δασοκάλυψης κατά τα έτη 1979, 1988, που εμφανίζει η επίδικη έκταση, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι, σύμφωνα με τις προπαρατεθείσες σκέψεις, ο Ν. 3208/2003 δεν είναι εφαρμοστέος στη συγκεκριμένη περίπτωση, αφού η εκχέρσωση σημειώθηκε την 18-4-2000, ήτοι πριν την δημοσίευσή του και αυτός δεν έχει αναδρομική ισχύ. αυτή (η επίδικη έκταση) έχει εμβαδόν 5.210,435 τ.μ. και τόσο πριν την εκχέρσωση, όσο και μετά φύονταν σποραδικά άγρια ξυλώδη φυτά τα οποία με δασική εκμετάλλευση μπορούσαν να παράγουν δασικά προϊόντα (δασοπονικά είδη) κι έτσι σε κάθε περίπτωση υπάγεται στην έννοια της δασικής έκτασης (άρθρο 3 παρ.2 και 32Ι του Ν. 3208/2003). Με βάση τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά, που αποδείχθηκαν, εφόσον η επίδικη έκταση καλύπτονταν αραιά από άγρια ξυλώδης βλάστηση δενδρώδους και θαμνώδους μορφής, με βαθμό δασοκάλυψης 50-60%, 70-80% και 15%) κατά τα έτη 1945, 1960 1979 και 1988 και εκτός από τα 28 δένδρα χαλεπίου πεύκης μεγάλης ηλικίας, που ξερίζωσε ο κατηγορούμενος, υπάρχουν ακόμα και σήμερα 22 πευκόδενδρα μεγάλης ηλικίας, πρόκειται, σύμφωνα με τις προαναφερόμενες σκέψεις, για δασική έκταση (Χαλεπίου Πεύκης ), καθότι αποτελεί οργανικό σύνολο αραιών αγρίων φυτών με ξυλώδη κορμό επί της επιφανείας του εδάφους, τα οποία μαζί με την εκεί συνυπάρχουσα χλωρίδα και πανίδα αποτελούν, δια της αμοιβαίας αλληλεξαρτήσεως και αλληλεπιδράσεως τους, ιδιαίτερη βιοκοινότητα (δασοβιοκοινότητα) και ιδιαίτερο φυσικό περιβάλλον (δασογενές), μπορούν δε να παράγουν προϊόντα και να συμβάλλουν στη διατήρηση της βιολογικής ισορροπίας και την εξυπηρέτηση του ανθρώπου στο φυσικό περιβάλλον, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3 παρ.1 και 2 του Ν. 998/1979. Είναι δε αδιάφορο ότι, μεταγενέστερα η επίδικη έκταση κηρύχθηκε αναδασωτέα, καθότι, ανεξαρτήτως του ότι ούτως ή άλλως η επίδικη έκταση έχει τα προαναφερόμενα χαρακτηριστικά γνωρίσματα, που ορίζονται στο άρθρο 3 παρ. 1 και 2 του Ν. 998/1979, την ίδια ποινική προστασία έχει και η έκταση, που αρχικώς αποτελούσε δάσος ή δασική έκταση, αλλά στη συνέχεια, για κάποιον από τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 37 του Ν. 998/1979, (η ίδια αυτή έκταση) κηρύχθηκε αναδασωτέα, αφού η αναδημιουργία του δάσους επιδιώκεται με την αναδάσωση και έτσι ουσιαστικά αυτή δεν έχει αποβάλει το δασικό της χαρακτήρα, με αποτέλεσμα να εξακολουθούν να υπάρχουν οι λόγοι που επιβάλλουν τη προστασία της, ανεξαρτήτως, για την στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της παράνομης εκχέρσωσης (άρθρο 71 παρ. 3-1 του Ν. 998/1979), αν αυτή έχει οποιοδήποτε από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα, όπως αυτά ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφοι 1 και 2 του ιδίου νόμου. Με βάση τις ανωτέρω παραδοχές και σύμφωνα και με τις προπαρατεθείσες σκέψεις, πληρούται η αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος της παράνομης εκχέρσωσης δασικής έκτασης, που αποδίδεται στον κατηγορούμενο και για το λόγο αυτό πρέπει να κηρυχθεί ένοχος". Με αυτά που δέχθηκε η προσβαλλομένη απόφαση διέλαβε την από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού αναφέρει σε αυτήν με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συνιστούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος της παράνομης εκχέρσωσης, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά και τους νομικούς συλλογισμούς, με βάση τους οποίους υπήγαγε τα περιστατικά αυτά στην ουσιαστική ποινική διάταξη του άρθρου 71 παρ. 3 του Ν. 998/1979, την οποία ορθώς ερμήνευσε και εφάρμοσε και την οποία ούτε ευθέως ούτε εκ πλαγίου παραβίασε, δηλαδή με την παραδοχή ασαφών ή ελλιπών αιτιολογιών και έτσι η απόφαση δεν στερείται νόμιμης βάσης. Ειδικότερα, δεν υπάρχει ασάφεια αιτιολογιών, αφού πλήρως εξειδικεύεται η μορφή της δασικής έκτασης που παράνομα εκχέρσωσε ο αναιρεσείων, με την αποκοπή 28 δένδρων χαλεπίου πεύκης, τα οποία συνέβαλλαν στη διατήρηση της φυσικής και βιολογικής ισορροπίας, πράξη η οποία τιμωρείται από τη διάταξη του άρθρου 71 παρ. 3 του Ν. 998/1979. Ο ισχυρισμός του αναιρεσείοντος, ότι έπρεπε να τιμωρηθεί σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 70 παρ. 1 του ίδιου νόμου, διότι η επίδικη δασική έκταση είχε κηρυχθεί αναδασωτέα, είναι αβάσιμος, διότι, όπως σαφώς επισημαίνεται από την προσβαλλόμενη απόφαση, ο Γενικός Γραμματέας Περιφέρειας Πελοποννήσου, μετά την ως άνω παράνομη ενέργεια του αναιρεσείοντος, καθώς και μετά από άλλες παρόμοιες ενέργειες αυτού στο παρελθόν, κήρυξε την επίδικη δασική έκταση, την οποία σαφώς προσδιορίζει κατά θέση, έκταση και όρια η προσβαλλόμενη, αναδασωτέα, με την υπ' αριθ. 195/22.1.2001 απόφασή του και συνεπώς ορθά εφαρμόσθηκε η διάταξη του άρθρου 71 παρ. 3 και όχι του άρθρου 70 παρ. 1 του Ν. 998/1979, σημειουμένου μόνο του γεγονότος ότι, η παράβαση, είτε της μιας, είτε της άλλης διάταξης, έχει την ίδια ποινική μεταχείριση. Επομένως, οι από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' και Ε' του Κ.Π.Δ. πρώτος και δεύτερος λόγοι της αιτήσεως, με τους οποίους προβάλλονται τα αντίθετα, είναι αβάσιμοι και απορριπτέοι. Μετά από αυτά, πρέπει η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως να απορριφθεί ως αβάσιμη και να καταδικασθεί η αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρ. 583 παρ. 1 Κ.Π.Δ.).-

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει την από 18 Δεκεμβρίου 2006 αίτηση του Χ1, για αναίρεση της υπ' αρ. 2398/2006 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Ναυπλίου. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, ανερχόμενα σε διακόσια είκοσι (220) Ευρώ.-
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 11 Δεκεμβρίου 2007. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 8 Ιανουαρίου 2008.




Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ





<< Επιστροφή