Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 401 / 2009    (Ε, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αναιρέσεως απαράδεκτο, Επανεξέταση λόγου αναιρέσεως.




Περίληψη:
Απορρίπτει αίτηση επανεξέτασης λόγου αναιρέσεως.




ΑΡΙΘΜΟΣ 401/2009

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
E' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Kωνσταντίνο Κούκλη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Βασίλειο Λυκούδη, Ελευθέριο Νικολόπουλο, Αναστάσιο Λιανό - Εισηγητή και Βιολέττα Κυτέα, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 21 Νοεμβρίου 2008, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Βασιλείου Μαρκή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Ευδοκίας Φραγκίδη, για να δικάσει την αίτηση του αιτούντος Χ, που παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Εμμανουήλ Τσαλικίδη, περί επανεξέτασης λόγων αναιρέσεως της από 3 Μαΐου 2007 αίτησης για αναίρεση τη 662/2007 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών, επί της οποίας εκδόθηκε η 1420/2008 απόφαση του Αρείου Πάγου. Με πολιτικώς ενάγουσα την Ψ, κάτοικο Αθηνών, που δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο.
Ο Αρειος Πάγος, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αιτών ζητεί την επανεξέταση των λόγων αναιρέσεως που αναφέρονται στην από 4 Μαΐου 2008 αίτησή του, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1319/2008, καθώς και να αναιρεθεί η 662/2007 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών.

Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αιτούντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης, άλλως επικουρικώς, αν κριθεί ότι για τον λόγο αναίρεσης που προσδιορίζεται στην αίτηση δεν υπήρξε απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, ο λόγος αυτός να απορριφθεί ως αβάσιμος.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Επειδή κατά τα άρθρα 370 και 514 του Κ.Π.Δ. τα ποινικά δικαστήρια δεν μπορούν να επανεξετάσουν την οριστική τους απόφαση, όπως είναι και αυτή, με την οποία απορρίπτεται ένδικο μέσο, ενώ κατά της αποφάσεως του Αρείου Πάγου, με την οποία απορρίπτεται αίτηση αναιρέσεως δεν επιτρέπεται ένδικο μέσο, ούτε δεύτερη αίτηση αναιρέσεως αλλά στην περίπτωση κατά την οποία ο Άρειος Πάγος παρέλειψε από παραδρομή να ερευνήσει προταθέντα παραδεκτώς αναιρετικό λόγο, μπορεί ενόψει της αυτοτέλειας κάθε λόγου αναιρέσεως, που σωρευτικώς διατυπώνεται με τους λοιπούς λόγους στο ίδιο δικόγραφο αναιρέσεως ή το δικόγραφο των προσθέτων λόγων να επανέλθει και να τον εξετάσει, χωρίς αυτό να αντιτίθεται στις παραπάνω διατάξεις, διότι επί του μη εξετασθέντος αναιρετικού λόγου δεν υπάρχει απόφαση. Εξάλλου η δυνατότητα επανεξετάσεως από τον Άρειο Πάγο αιτήσεως αναιρέσεως του κατηγορουμένου, η οποία με προηγούμενη απόφασή του είχε απορριφθεί, σε σχέση με λόγο ή λόγους του αναιρετηρίου ή του δικογράφου των προσθέτων λόγων, που φέρονται ότι δεν ερευνήθηκαν ούτε απορρίφθηκαν με την προηγούμενη απόφαση, προϋποθέτει ότι οι λόγοι αυτοί, εκτός της παραδεκτής προβολής τους, να μην αφορούν και βελτίωση, διευκρίνιση και συμπλήρωση πλημμελειών που προβλήθηκαν και απορρίφθηκαν. Η απόρριψη των λόγων αναιρέσεως, που αποκλείει την επανεξέτασή τους, δεν είναι απαραίτητο να προκύπτει με ρητή για καθένα απ' αυτούς απορριπτική σκέψη της αποφάσεως, αλλά μπορεί να συνάγεται από το όλο σκεπτικό της αποφάσεως, είναι δε αδιάφορη για την κρίση της απορρίψεως η πληρότητα ή μη της αιτιολογίας. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα διαδικαστικά έγγραφα της δικογραφίας, τα οποία παραδεκτώς επισκοπούνται από τον Άρειο Πάγο για την έρευνα της βασιμότητας ή μη της επανεξετάσεως λόγου αναιρέσεως κατά της 662/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών, με την οποία ο ήδη αιτών είχε κηρυχθεί ένοχος για απάτη ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, ο τελευταίος άσκησε την από 3-5-2007 αίτηση αναιρέσεως και τους από 24-12-2007 πρόσθετους λόγους αυτής. Με το σύνολο των λόγων του κυρίου δικογράφου και του δικογράφου των πρόσθετων λόγων, που αθροιστικώς ανέρχονται σε 5, προβάλλονται με καθένα απ' αυτούς χωριστά οι πλημμέλειες της ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, της υπερβάσεως εξουσίας και της απόλυτης ακυρότητας της διαδικασίας στο ακροατήριο. Επί της αιτήσεως αναιρέσεως και του δικογράφου των πρόσθετων λόγων εκδόθηκε η υπ' αριθμ. 1420/2008 απόφαση του Ε' Τμήματος του Αρείου Πάγου η οποία απέρριψε τις πλημμέλειες αυτές δεχθείσα τα εξής : "Στην προκειμένη περίπτωση όπως, προκύπτει από τα πρακτικά της προσβαλλόμενης αποφάσεως, ο κατηγορούμενος - αναιρεσείων ζήτησε την αναβολή ή την διακοπή της δίκης προκειμένου να κληθούν και εξετασθούν ως μάρτυρες τα προτεινόμενα πρόσωπα, η κατάθεση των οποίων, για τους αναφερόμενους στην αίτηση λόγους, ήταν, κατ' αυτόν, επιβεβλημένη. Επί του αιτήματος αυτού, το δικαστήριο επιφυλάχθηκε να αποφασίσει, προχώρησε στην ουσιαστική έρευνα της κατηγορίας και στη συνέχεια, μετά το πέρας της αποδεικτικής διαδικασίας, στο κυρίως για την ενοχή του κατηγορουμένου σκεπτικό της αποφάσεως του, απέρριψε την αίτηση με την ακόλουθη αιτιολογία "... Κατά την κρίση του δικαστηρίου υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία για τη μόρφωση πλήρους δικανικής πεποιθήσεως επί της υποθέσεως και δεν συντρέχει λόγος να αναβληθεί η συζήτηση της υποθέσεως προκειμένου να κληθούν οι μάρτυρες τους οποίους επικαλείται ο κατηγορούμενος, των οποίων άλλωστε την εξέταση δεν ζήτησε κατά την προδικασία ή ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, την ζητεί δε τώρα για πρώτη φορά με σκοπό την παρέλκυση της δίκης ...". Με αυτά που ανελέγκτως για την ανάγκη κλητεύσεως ή μη των μαρτύρων δέχθηκε το δικαστήριο και με σχετική διάταξη στο διατακτικό του απέρριψε το αίτημα για αναβολή της δίκης, διέλαβε στην απόφαση του την από τις άνω διατάξεις αξιούμενη αιτιολογία, η οποία στην προκείμενη περίπτωση είναι απολύτως σαφής, ορισμένη και εμπεριστατωμένη και με τις εκ του πράγματος παραδοχές της αποφάσεως ως προς την ουσία της κατηγορίας την οποία καταφάσκει, το δικαστήριο ανελέγκτως έκρινε ως περιττή την εξέταση νέων μαρτύρων. Και περαιτέρω, εφόσον το δικαστήριο απάντησε στο υποβληθέν αίτημα, δεν προκλήθηκε ακυρότητα της διαδικασίας για έλλειψη ακροάσεως, ούτε το δικαστήριο υπερέβη την εξουσία του με το να προχωρήσει στην εξέταση της ουσίας της υποθέσεως μετά την απόρριψη του αιτήματος αναβολής.
Συνεπώς, οι από το άρθρο 510 παρ. Ι' στοιχ.Α', Δ'και Η' του Κ.Π.Δ λόγοι αναιρέσεως είναι αβάσιμοι και απορριπτέοι.
Κατά το άρθρο 171 § 1δ' ΚΠΔ, ακυρότητα που λαμβάνεται και αυτεπαγγέλτως υπόψη από το δικαστήριο σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και στον Άρειο Πάγο ακόμη, επιφέρει η μη τήρηση των διατάξεων που καθορίζουν την εμφάνιση, την εκπροσώπηση και την υπεράσπιση του κατηγορουμένου και την άσκηση των δικαιωμάτων που του παρέχονται στις περιπτώσεις και με τις διατυπώσεις που επιβάλλει ο νόμος. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει, ότι η άσκηση των προσηκόντων στον κατηγορούμενο δικαιωμάτων αναφέρεται σε όλες τις περιπτώσεις, κατά τις οποίες υφίσταται από το νόμο υποχρέωση του δικαστή να δημιουργήσει οίκοθεν εκείνες τις προϋποθέσεις που καθιστούν δυνατή την άσκηση των παραπάνω δικαιωμάτων, χωρίς να απαιτείται προηγούμενη σχετική αίτηση του κατηγορουμένου. Έτσι, από τις διατάξεις των άρθρων 333, 358 ή άλλη διάταξη του Κ.Π.Δ, δεν υφίσταται υποχρέωση του δικαστή όπως μετά την εξέταση κάθε μάρτυρα δώσει, χωρίς αίτηση των διαδίκων το λόγο σε αυτούς για να προβούν σε δηλώσεις και εξηγήσεις, σχετικές με τις καταθέσεις που έγιναν και συντείνουν στη συναγωγή συμπερασμάτων για την αξιοπιστία τους και τη σχέση τους προς την δικαζομένη υπόθεση. Στην προκείμενη, πάντως, περίπτωση, από την επισκόπηση των πρακτικών της δίκης προκύπτει ότι από τον διευθύνοντα τη συζήτηση, μετά το πέρας της εξετάσεως κάθε μάρτυρα, εδίδετο ο λόγος και στον συνήγορο του κατηγορουμένου, να απευθύνει, αν είχε, ερωτήσεις.
Συνεπώς, ο δεύτερος λόγος αναιρέσεως του δικογράφου των προσθέτων λόγων, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α' Κ.Π.Δ, πρέπει να απορριφθεί, ως αβάσιμος. Απορριπτέος επίσης, ως αβάσιμος, είναι ο με το δικόγραφο των πρόσθετων λόγων προτεινόμενος από το αναιρεσείοντα κατηγορούμενο πρώτος λόγος αναίρεσης, περί ακυρότητας της διαδικασίας στο ακροατήριο, για το λόγο ότι δεν υπέβαλε ο Εισαγγελέας προς το Δικαστήριο πρόταση περί της ενοχής ή της αθωότητας τούτου, αφού από την, επιτρεπτή για τον έλεγχο της βασιμότητας του λόγου αυτού της αναιρέσεως, επισκόπηση των πρακτικών της δίκης προκύπτει το αντίθετο".
Με την κρίση του αυτή ο Άρειος Πάγος αντιμετώπισε και απέρριψε κατ' ουσίαν όλους τους από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α' ΚΠΔ λόγους των ως άνω αιτήσεως αναιρέσεως και προσθέτων λόγων αναιρέσεως. Και ισχυρίζεται ήδη ο αναιρεσείων με την υπό κρίση αίτησή του, φερομένη ως τοιαύτη επανεξετάσεως των ανωτέρω από 3-5-2007 αιτήσεως αναιρέσεως και από 24-12-2007 προσθέτων λόγων αναιρέσεως, ότι ο Άρειος Πάγος παρέλειψε, με την προαναφερθείσα 1420/2008 απόφασή του, να κρίνει επί του ειδικωτέρου, κατά τον αναιρεσείοντα, ισχυρισμό του, που περιελήφθη εις το δικόγραφο της αιτήσεως αναιρέσεως, ότι το Τριμελές Εφετείο Αθηνών με το να μη αναβάλλει την εκδίκαση της υποθέσεως προκειμένου να κληθούν οι αναφερόμενοι μάρτυρες υπερασπίσεως παραβίασε το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ και το άρθρο 14 παρ.3 του Διεθνούς Συμφώνου για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα και έτσι επήλθε απόλυτη ακυρότητα. Όμως ο ισχυρισμός αυτός του αναιρεσείοντος απορρίφθηκε, αφού ο Άρειος Πάγος με την ανωτέρω απόφασή του δέχθηκε ότι το Τριμελές Εφετείο με το να μη αναβάλλει την υπόθεση για να κληθούν οι μάρτυρες υπερασπίσεως δεν υπέπεσε σε πλημμέλεια από εκείνες του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Α' ΚΠΔ. Επομένως η υπό κρίση αίτηση, περί επανεξετάσεως του, με το κύριο δικόγραφο της αναιρέσεως, παραδεκτώς προταθέντος λόγου της απόλυτης ακυρότητας, ο οποίος κατά τα ανωτέρω απορρίφθηκε με την υπ' αριθμ. 1420/2008 απόφαση του Ε' Τμήματος, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη, αφού, όπως αναφέρθηκε ο ως άνω λόγος αναιρέσεως, που κατά την κρινόμενη αίτηση δεν ερευνήθηκε ούτε κρίθηκε με την πιο πάνω απόφαση, απορρίφθηκε με αυτή ως αβάσιμος.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει την από 4.5.2008 αίτηση του Χ για επανεξέταση του αναφερομένου στο σκεπτικό λόγου αναιρέσεως αυτού.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 12 Δεκεμβρίου 2008. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 13 Φεβρουαρίου 2009.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή