Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Απάτη, Ελαφρυντικές περιστάσεις, Κλοπή.
Περίληψη:
Πλημμεληματική κλοπή και κακουργηματική απάτη. Επάρκεια αιτιολογίας καταδικαστικής αποφάσεως. Αόριστη προβολή ισχυρισμού για την αναγνώριση ελαφρυντικών περιστάσεων. Απορρίπτει.
Αριθμός 1787/2008
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ε' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Κούκλη Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη (κωλυομένου του Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου Ηρακλή Κωνσταντινίδη), ως αρχαιότερο μέλος της συνθέσεως, Ελευθέριο Νικολόπουλο-Εισηγητή, Αναστάσιο Λιανό, Βιολέττα Κυτέα και Ελευθέριο Μάλλιο, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 14 Μαρτίου 2008, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Δημητρίου-Πρίαμου Λεκκού (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Ευδοκίας Φραγκίδη, για να δικάσει την αίτηση της αναιρεσείουσας-κατηγορουμένης Χ1, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Παναγιώτη Διαλινάκη, για αναίρεση της 1114-1115/2007 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Το Πενταμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και η αναιρεσείουσα-κατηγορουμένη, ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 26 Νοεμβρίου 2007 αίτησή της αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 2083/2007.
Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο της αναιρεσείουσας, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι.- Κατά τη διάταξη του άρθρου 386 παρ. 1 του Π.Κ. "όποιος, με σκοπό να αποκομίσει ο ίδιος ή άλλος παράνομο περιουσιακό όφελος, βλάπτει ξένη περιουσία, πείθοντας κάποιον σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή με την εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων σαν αληθινών ή την αθέμιτη απόκρυψη ή παρασιώπηση αληθινών γεγονότων, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών και αν η ζημιά που προξενήθηκε είναι ιδιαίτερα μεγάλη, με φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών". Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της απάτης απαιτούνται: α) σκοπός του δράστη να περιποιήσει στον εαυτό του ή σε άλλον παράνομο περιουσιακό όφελος, χωρίς να είναι αναγκαία και η πραγμάτωση του οφέλους αυτού, β) η εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών ή η αθέμιτη απόκρυψη ή παρασιώπηση αληθινών γεγονότων, από την οποία, ως παραγωγό αιτία, παραπλανήθηκε κάποιος και προέβη στην επιζήμια για τον ίδιο ή άλλον συμπεριφορά, και γ) βλάβη ξένης, κατά το αστικό δίκαιο, περιουσίας, η οποία να τελεί σε αιτιώδη σύνδεσμο με τις παραπλανητικές ενέργειες ή παραλείψεις του δράστη, χωρίς να απαιτείται ταυτότητα παραπλανηθέντος και ζημιωθέντος, και η οποία (βλάβη) υπάρχει και σε περίπτωση μειώσεως ή χειροτερεύσεως της περιουσίας του παθόντος, έστω και αν αυτός έχει ενεργό αξίωση προς αποκατάστασή της. Ως γεγονότα, κατά την έννοια της πιο πάνω διατάξεως, νοούνται τα πραγματικά περιστατικά που ανάγονται στο παρελθόν ή το παρόν και όχι εκείνα που πρόκειται να συμβούν στο μέλλον, όπως είναι οι απλές υποσχέσεις ή συμβατικές υποχρεώσεις. Όταν, όμως, οι τελευταίες συνοδεύονται ταυτόχρονα με ψευδείς διαβεβαιώσεις και παραστάσεις άλλων ψευδών γεγονότων, που αναφέρονται στο παρόν ή το παρελθόν, κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να δημιουργούν την εντύπωση της μελλοντικής εκπληρώσεως, με βάση την εμφανιζόμενη ήδη στο παρόν ψευδή κατάσταση πραγμάτων από τον δράστη, που έχει ειλημμένη την πρόθεση να μην εκπληρώσει την υποχρέωσή του, τότε θεμελιώνεται το έγκλημα της απάτης. Κατά δε την παράγραφο 3 εδάφ.α' του ίδιου πιο πάνω άρθρου 386 ΠΚ, επιβάλλεται κάθειρξη μέχρι δέκα ετών αν ο υπαίτιος διαπράττει απάτες κατ' επάγγελμα ή κατά συνήθεια και το συνολικό όφελος ή η συνολική ζημία υπερβαίνουν το ποσό των 15.000 ευρώ. Κατά το άρθρο 13 εδ. στ' του ΠΚ, που προστέθηκε με το άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 2408/96, κατ' επάγγελμα τέλεση του εγκλήματος συντρέχει, όταν από την επανειλημμένη τέλεση της πράξης, ή από την υποδομή που έχει διαμορφώσει ο δράστης με πρόθεση επανειλημμένης τέλεσης της πράξης, προκύπτει σκοπός του δράστη για πορισμό εισοδήματος. Για τη συνδρομή της επιβαρυντικής περίστασης της τέλεσης του συγκεκριμένου εγκλήματος κατ' επάγγελμα, απαιτείται αντικειμενικά μεν επανειλημμένη τέλεση αυτού, χωρίς απαραιτήτως να έχει προηγηθεί και καταδίκη του δράστη, υποκειμενικά δε σκοπός του δράστη να πορισθεί εισόδημα από την επανειλημμένη τέλεσή του. Επίσης, κατ' επάγγελμα τέλεση συντρέχει και όταν η αξιόποινη πράξη τελείται για πρώτη φορά, όχι όμως ευκαιριακά, αλλά βάσει σχεδίου, δηλαδή όταν από την υποδομή που έχει διαμορφώσει ο δράστης και την οργανωμένη ετοιμότητά του με πρόθεση επανειλημμένης τελέσεως, προκύπτει σκοπός του για πορισμό εισοδήματος. Εξάλλου, κατά το άρθρο 372 παρ.1α με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριώ μηνών τιμωρείται εκείνος ο οποίς αφαιρεί από την κατοχή άλλου ξένο κινητό πράγμα με σκοπό να το ιδιοποιηθεί παράνομα.
ΙΙ.- Η απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της δικαστικής αποφάσεως, η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγο αναιρέσεως κατά το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ' του ίδιου Κώδικα υπάρχει προκειμένου περί καταδικαστικής αποφάσεως, όταν περιέχονται σ' αυτήν τα περιστατικά που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελίωσαν και οι σκέψεις με τις οποίες έχουν υπαχθεί τα περιστατικά που αποδείχθηκαν στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόστηκε στη συγκεκριμένη περίπτωση. Η ειδική δε και εμπεριστατωμένη αιτιολογία των δικαστικών αποφάσεων πρέπει να επεκτείνεται και στους αυτοτελείς ισχυρισμούς που προβάλλονται στο δικαστήριο της ουσίας σύμφωνα με τα άρθρα 170 παρ.2 και 333 παρ.2 ΚΠΔ από τον κατηγορούμενο ή τον συνήγορό του και τείνουν στην άρση του άδικου χαρακτήρα της πράξεως ή στον αποκλεισμό ή την μείωση της ικανότητας προς καταλογισμό ή στην εξάλειψη του αξιοποίνου ή τη μείωση της ποινής. Στην τελευταία αυτή περίπτωση υπάγεται και η παραδοχή από το δικαστήριο μιας ή περισσοτέρων από τις προβλεπόμενες στο άρθρο 84 ΠΚ ελαφρυντικές περιστάσεις. Για την πληρότητα όμως προτεινόμενου ισχυρισμού περί συνδρομής ελαφρυντικής περιστάσεως δεν αρκεί ο κατηγορούμενος να επικαλεσθεί τις σχετικές μόνο διατάξεις του Π.Κ. αλλά πρέπει και να αναφέρει τα πραγματικά εκείνα περιστατικά που τον θεμελιώνουν, ώστε ο δικαστής ύστερα από αξιολόγηση αυτών να κρίνει αν συντρέχει περίπτωση συνδρομής της επικαλούμενης ελαφρυντικής περιστάσεως. Τέλος κατά το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Ε' ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως αποτελεί και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής εσφαλμένη είναι η ερμηνεία όταν το δικαστήριο αποδίδει στη διάταξη έννοια διαφορετική από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υφίσταται όταν το δικαστήριο δεν υπήγαγε σωστά τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε, στη διάταξη που εφαρμόσθηκε. Περίπτωση δε εσφαλμένης εφαρμογής της διατάξεως υπάρχει και όταν η παραβίαση γίνεται εκ πλαγίου, πράγμα που συμβαίνει όταν στο πόρισμα της αποφάσεως που περιλαμβάνεται στον συνδυασμό αιτιολογικού με διατακτικό έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να μην είναι εφικτός από τον Άρειο Πάγο ο έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση.- Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, το κατ' έφεση δικάσαν Πενταμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, δέχθηκε, κατά την αναιρετικά ανέλεγκτη ουσιαστική κρίση του, ότι από τα κατ' είδος αναφερόμενα αποδεικτικά μέσα απεδείχθησαν τα ακόλουθα: "Η κατηγορουμένη, κατά το χρονικό διάστημα από του μηνός Οκτωβρίου 1999 έως και τον μήνα Απρίλιο 2000, με περισσότερες πράξεις, οι οποίες συνιστούν την εξακολούθηση των ιδίων εγκλημάτων, ετέλεσε τα εγκλήματα της κλοπής (άρθρον 372 § 1α Π.Κ) και της απάτης με ζημίαν υπερβαίνουσαν συνολικώς το ποσόν των 5.000.000 δρχ. (15.000 €) κατ' επάγγελμα και κατά συνήθειαν (άρθρον 386 §§ 1, 3α Π.Κ). Ειδικότερα απεδείχθη, Α)ότι κατά τους αναφερόμενους στο διατακτικό τόπους και χρόνους αφήρεσε από τις οικίες των Γ1, ..... και ....., ως και από το αυτοκίνητο του ....... και από την κατοχήν αυτών το χρηματικό ποσόν των 40.000 δρχ., ως και τα επίσης αναφερόμενα στο διατακτικό ενδύματα και έγγραφα (δελτίο αστυν. Ταυτότητας, βιβλιάριο ασθενείας, έγγραφο φορολογικής ενημερότητος, βιβλιάριο καταθέσεων, πιστωτικές κάρτες και κάρτα SIM κινητού τηλεφώνου), τα οποία ιδιοποιήθηκε παρανόμως. Και β)απεδείχθη περαιτέρω, ότι κατηγορουμένη εμφανιζομένη στους αναφερομένους στο διατακτικό 17 εμπόρους και μη και χρησιμοποιούσα ψευδή στοιχεία ταυτότητας, ήτοι άλλοτε μεν τα στοιχεία των ως άνω θυμάτων των κλοπών, άλλοτε δε άλλων αγνώστων προσώπων και επιδεικνύουσα πολλές φορές και τα ως άνω κλαπέντα έγγραφα, αγόραζε προϊόντα (ηλεκτρικές συσκευές, ενδύματα κ.λ.π) και έσπευδε να εξαφανισθεί, χωρίς να καταβάλλει το εκάστοτε οφειλόμενο τίμημα, ή εχρέωνε την αξία των αγοραζομένων αγαθών, με κλεμμένες πιστωτικές κάρτες, σε Τράπεζες ή εμίσθωνε οικίες ή δωμάτια ξενοδοχείων, στα οποία διέμενε για διάφορα χρονικά διαστήματα και κατόπιν έσπευδε να εξαφανισθεί, χωρίς να καταβάλλει το εκάστοτε οφειλόμενο μίσθωμα ή εδανείζετο σεβαστά χρηματικά ποσά υπογράφουσα συναλλαγματικές με ψευδή στοιχεία ταυτότητος, ήτοι με το ονοματεπώνυμ0ο της ως άνω παθούσης Γ1 ή με άλλο ονοματεπώνυμο και έσπευδε να εξαφανισθεί, χωρίς να πληρώνει τα οφειλόμενα δάνεια ή τις αποδεχθείσες από την ιδίαν την κατηγορουμένην συναλλαγματικές. Από τις ως άνω κατ' εξακολούθηση τελεσθείσες απάτες οι παθόντες εζημιώθησαν συνολικώς 5.424.182 δρχ. με αντίστοιχο όφελος της κατηγορουμένης, από την κατ' επανάληψη δε τελεσθείσαν πράξη της απάτης προκύπτουν αφ' ενός μεν σκοπός της κατηγορουμένης για πορισμόν εισοδήματος, αφ' ετέρου δε σταθερή ροπή της προς διάπραξη της εν λόγω πράξεως. Επομένως, πρέπει να κηρυχθεί ένοχη η κατηγορουμένη των αποδιδομένων σ' αυτήν πράξεων, όπως αυτές αναφέρονται λεπτομερώς στο διατακτικό και να αναγνωρισθεί στην ιδίαν η ελαφρυντική περίσταση του άρθρου 84 § 2 δ' Π.Κ., η οποία ανεγνωρίσθη και πρωτοδίκως, να απορριφθεί δε κατ' ουσίαν ο αυτοτελής ισχυρισμός της κατηγορουμένης περί αναγνωρίσεως στην ιδίαν και της ελαφρυντικής περιστάσεως του προτέρου εντίμου βίου....".
Ακολούθως, με βάση τις παραδοχές αυτές, το Πενταμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης στο διατακτικό του, που αποτελεί ενιαίο σύνολο με το σκεπτικό και αλληλοσυμπληρώνονται, κήρυξε ένοχη την κατηγορουμένη-αναιρεσείουσα των πράξεων της κλοπής και της κακουργηματικής απάτης κατ' εξακολούθηση με το ελαφρυντικό του άρθρου 84 παρ.2δ'του Π.Κ και επέβαλε σ' αυτήν συνολική ποινή φυλακίσεως τεσσάρων (4) ετών και έξι (6) μηνών. Με αυτά που δέχθηκε, διέλαβε το Δικαστήριο στην απόφασή του την από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 Κ.Π.Δ απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκτίθενται σε αυτή, με πληρότητα και σαφήνεια, τα πραγματικά περιστατικά, που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία και στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του για την συνδρομή των στοιχείων της αντικειμενικής και υποκειμενικής υπόστασης των εγκλημάτων για τα οποία κήρυξε ένοχο τον κατηγορούμενο, οι αποδείξεις που τα θεμελίωσαν και από τις οποίες πείσθηκε για την ενοχή αυτού, καθώς και οι σκέψεις, με τις οποίες υπήγαγε τα παραπάνω περιστατικά που έγιναν δεκτά στις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 372 παρ1α και 386 παρ.1,3 του Π.Κ τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε, και ούτε ευθέως ή εκ πλαγίου παραβίασε, το δε πόρισμα της απόφασης, ως συνδυασμός αιτιολογικού και διατακτικού δεν είναι ασαφές, αντιφατικό ή με λογικά κενά που καθιστούν ανέφικτο τον αναιρετικό έλεγχο. Ειδικότερα, για μεν την πράξη της κλοπής προσδιορίζονται τα παθόντα πρόσωπα και τα κινητά πράγματα (χρήματα, είδη ενδύσεως και έγγραφα) που αφαιρέθηκαν από καθένα από τα πρόσωπα αυτά, για δε την κακουργηματική απάτη με σαφήνεια και πληρότητα προσδιορίζονται τα υποκειμενικά και ανικειμενικά στοιχεία της κατ' εξακολούθηση τέλεσης της πράξεως αυτής και συγκεκριμένα διαλαμβάνεται ότι η κατηγορουμένη, κάνοντας χρήση του διαβατηρίου της Γ1 και εγγράφου φορολογικής ενημερότητας της τελευταίας τα οποία προηγουμένως είχε κλέψει, εμφανιζόταν με το παραπάνω όνομα, αλλά και διάφορα άλλα ψευδή ονόματα, ως φερέγγυο πρόσωπο και παρέπειθε τους συναλλασσόμενους με αυτήν είτε να της πωλήσουν διάφορα κινητά πράγματα με πίστωση μέρους ή του όλου τιμήματος το οποίο όμως στη συνέχεια δεν εξοφλούσε, είτε να της εκμισθώσουν ακίνητα των οποίων έκαμε χρήση χωρίς να καταβάλλει το συμφωνημένο μίσθωμα. Ακόμη, προσδιορίζεται η συνολική ζημία των παθόντων και το αντίστοιχο όφελος της κατηγορουμένης στο ποσό των 5.424.182 δραχμών και τέλος διαλαμβάνεται στην απόφαση ότι από την κατ' επανάληψη τέλεση της πράξεως της απάτης η κατηγορουμένη απέβλεπε στον πορισμό εισοδήματος είχε δε αποκτήσει σταθερή ροπή στη διάπραξη της εν λόγω πράξεως. Η αιτίαση ότι το δικαστήριο χωρίς αιτιολογία απέρριψε αίτημα αναγνώρισης των ελαφρυντικών περιστάσεων του άρθρου 84 παρ.2α'και 2ε'του Π.Κ είναι αβάσιμη, αφού ως προκύπτει από τα ενσωματωμένα στην απόφαση πρακτικά, ο ισχυρισμός αυτός, χωρίς την επίκληση, παντάπασι, πραγματικών περιστατικών που να τον θεμελιώνουν, αορίστως προβλήθηκε και το δικαστήριο δεν είχε υποχρέωση να απαντήσει και πολύ περισσότερο να αιτιολογήσει την απορριπτική κρίση του. Τέλος, ο ισχυρισμός-λόγος αναιρέσεως της κατηγορουμένης περί ακυρότητας της διαδικασίας στο ακροατήριο (ως εκτιμάται) συνιστάμενος στη μη ανάγνωση του δελτίου του ποινικού της μητρώου είναι αβάσιμος, αφού τούτου, μη περιλαμβανομένου στον κατάλογο των αναγνωστέων εγγράφων, δεν προκύπτει από τα πρακτικά της αποφάσεως ότι ζητήθηκε η ανάγνωση.
Συνεπώς, οι λόγοι αναιρέσεως από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ' και Α' του ΚΠΔ με τους οποίους πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για έλλειψη αιτιολογίας και απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας στο ακροατήριο, είναι αβάσιμοι.
Μετά από αυτά, πρέπει να απορριφθεί η ένδικη αίτηση αναιρέσεως και καταδικασθεί η αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ.1 ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την υπ' αριθμ.26/26-11-2007 αίτηση της Χ1, για αναίρεση της υπ' αριθμ. 1114-1115/2007 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Και
Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) Ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 15 Απριλίου 2008.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 9 Ιουλίου 2008.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ