Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Ανθρωποκτονία από αμέλεια, Αμέλεια.
Περίληψη:
Ανθρωποκτονία από αμέλεια. Απαιτούμενα για τη θεμελίωση του εγκλήματος αυτού. Εγκλήματα δια παραλείψεως τελούμενα. Ύπαρξη νομικής υποχρεώσεως. Πηγάζει η υποχρέωση αυτή από ρητή διάταξη νόμου και από σύμπλεγμα νομικών καθηκόντων που συνδέονται με ορισμένη έννομη σχέση του υποχρέου ή από σύμβαση ή από ορισμένη συμπεριφορά του υπαιτίου από την οποία δημιουργήθηκε ο κίνδυνος επελεύσεως του εγκληματικού αποτελέσματος. Πρέπει να αιτιολογείται στην απόφαση η συνδρομή αυτής της υποχρεώσεως και να προσδιορίζεται ο επιτακτικός κανόνας δικαίου από τον οποίο πηγάζει. Ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Πότε υπάρχει τέτοια αιτιολογία. Εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Πότε υπάρχει τέτοια ερμηνεία ή εσφαλμένη εφαρμογή. Απορρίπτει.
Αριθμός 2627/2008
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ζ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γρηγόριο Μάμαλη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Νικόλαο Ζαΐρη, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο - Εισηγητή, Παναγιώτη Ρουμπή και Κωνσταντίνο Φράγκο, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του την 1η Οκτωβρίου 2008, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Κυριάκου Καρούτσου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Ανδρέα Παπαπετρόπουλο, για αναίρεση της με αριθμό 618/2006 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Δυτικής Μακεδονίας. Με πολιτικώς ενάγοντα τον Ψ, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Δημήτριο Ιωαννίδη. Το Τριμελές Εφετείο (Πλημμελημάτων) Δυτικής Μακεδονίας με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή και ο αναιρεσείων -κατηγορούμενος ζητά την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 30 Μαρτίου 2007 αίτησή του, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 676/2007.
Α φ ο ύ ά κ ο υ σ ε Τους πληρεξουσίους δικηγόρους των διαδίκων, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα Αρείου Πάγου, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναιρέσεως.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
1. Κατά το άρθρο 302 παρ.1 του ΠΚ όποιος επιφέρει από αμέλεια το θάνατο άλλου, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών. Από το συνδυασμό της διατάξεως αυτής με εκείνη του άρθρου 28 του ίδιου Κώδικα προκύπτει ότι για τη θεμελίωση του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας από αμέλεια απαιτείται να διαπιστωθεί αφενός μεν ότι ο δράστης δεν κατέβαλε την απαιτούμενη κατά αντικειμενική κρίση προσοχή, την οποία οφείλει να καταβάλει κάθε μετρίως συνετός και ευσυνείδητος άνθρωπος κάτω από τις ίδιες πραγματικές καταστάσεις, με βάση τους νομικούς κανόνες, τις συνήθειες που επικρατούν στις συναλλαγές, την κοινή πείρα, τη συνήθη πορεία των πραγμάτων και τη λογική και αφετέρου ότι είχε τη δυνατότητα με τις προσωπικές του ιδιότητες, γνώσεις και ικανότητες, να προβλέψει και αποφύγει το αξιόποινο αποτέλεσμα, το οποίο πρέπει να τελεί σε αντικειμενικό αιτιώδη σύνδεσμο με την πράξη ή την παράλειψη. Ειδικότερα, όταν η αμέλεια δεν συνίσταται σε ορισμένη πράξη ή παράλειψη, αλλά αποτελεί σύνολο συμπεριφοράς που προηγήθηκε του αποτελέσματος, τότε για τη στοιχειοθέτηση των εγκλημάτων αυτών που αποτελούν εγκλήματα τελούμενα με παράλειψη, απαιτείται η συνδρομή και των όρων του άρθρου 15 του ΠΚ, κατά το οποίο, όπου ο νόμος για την ύπαρξη αξιόποινης πράξης απαιτεί να έχει επέλθει ορισμένο αποτέλεσμα, η μη αποτροπή του τιμωρείται όπως η πρόκληση του με ενέργεια, αν ο υπαίτιος της παράλειψης είχε ιδιαίτερη νομική υποχρέωση να παρεμποδίσει την επέλευση του αποτελέσματος. Από την τελευταία αυτή διάταξη συνάγεται ότι αναγκαία προϋπόθεση της εφαρμογής της είναι η ύπαρξη νομικής υποχρεώσεως του υπαιτίου προς ενέργεια που τείνει στην παρεμπόδιση του αποτελέσματος, για την επέλευση του οποίου ο νόμος απειλεί ορισμένη ποινή. Η υποχρέωση αυτή μπορεί να πηγάζει από ρητή διάταξη νόμου ή από σύμπλεγμα νομικών καθηκόντων, που συνδέονται με ορισμένη έννομη σχέση του υπόχρεου ή από σύμβαση ή από ορισμένη συμπεριφορά του υπαιτίου, από την οποία δημιουργήθηκε ο κίνδυνος επέλευσης του εγκληματικού αποτελέσματος. Πρέπει να αναφέρεται και να αιτιολογείται στην απόφαση η συνδρομή αυτής της υποχρέωσης και να προσδιορίζεται ο επιτακτικός κανόνας δικαίου, από τον οποίο πηγάζει. Εξάλλου, η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη, κατά τα άρθρα 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 ΚποινΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ' του ίδιου Κώδικα λόγο αναιρέσεως, όταν αναφέρονται σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του Δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό που αποτελούν ενιαίο σύνολο και σε σχέση με τα αποδεικτικά μέσα πρέπει να προκύπτει με βεβαιότητα ότι έχουν ληφθεί υπόψη όλα στο σύνολο τους και όχι ορισμένα μόνο από αυτά. Για τη βεβαιότητα δε αυτή αρκεί να μνημονεύονται όλα, έστω κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα, κλπ.), χωρίς ανάγκη ειδικότερης αναφοράς τους και μνείας του τί προέκυψε χωριστά από καθένα από αυτά, ενώ το γεγονός ότι εξαίρονται ορισμένα αποδεικτικά μέσα δεν υποδηλώνει ότι δεν λήφθηκαν υπόψη τα άλλα. Δεν αποτελούν όμως λόγους αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση εγγράφων, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολογήσεως κάθε αποδεικτικού στοιχείου χωριστά και η παράλειψη της μεταξύ τους αξιολογικής συσχετίσεως των αποδεικτικών στοιχείων, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές πλήττεται η αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας. Τέλος, κατά το άρθρο 510 παρ. στοιχ. Ε' ΚΠοινΔ λόγο αναιρέσεως αποτελεί και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία υπάρχει όταν ο δικαστής αποδίδει στο νόμο διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υπάρχει όταν το δικαστήριο της ουσίας δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά που δέχτηκε ότι αποδείχθηκαν στη διάταξη που εφαρμόσθηκε. Περίπτωση δε εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως συνιστά και η εκ πλαγίου παραβίαση της διατάξεως αυτής, η οποία υπάρχει, όταν στο πόρισμα της αποφάσεως, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του αιτιολογικού με το διατακτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσεως.
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το σκεπτικό σε συνδυασμό με το διατακτικό της προσβαλλόμενης 618/2006 αποφάσεώς του, τα οποία ως ενιαίο σύνολο παραδεκτώς αλληλοσυμπληρώνονται, το Τριμελές Εφετείο Δυτικής Μακεδονίας, κατά την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση των κατ' είδος αναφερομένων στην ίδια απόφαση αποδεικτικών μέσων, ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά, κατά πιστή αντιγραφή από το σκεπτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως: "Η Κοινοπραξία "ΑΚΡΙΤΑΣ ΑΤΕΒΕ - ΤΕΝΑ ATEBE", νόμιμος εκπρόσωπος της οποίας ήταν ο κατηγορούμενος, Παναγιώτης Σιάκος, ανέλαβε με σχετική σύμβαση την εκτέλεση του έργου "Ύδρευση - Αποχέτευση- Βιολογικός Καθαρισμός Πόλης Φλώρινας", με αναθέτουσα υπηρεσία - φορέα του έργου την Δημοτική Επιχείρηση Ύδρευσης Αποχέτευσης Φλώρινας (ΔΕΥΑΦ). Η τελευταία όρισε επιβλέποντα μηχανικό του έργου το μηχανικό Α. Ο εν λόγω κατηγορούμενος υπό την ανωτέρω ιδιότητα του είχε τη νομική, υποχρέωση στα πλαίσια εκτέλεσης του πιο πάνω έργου να λάβει όλα τα κατά νόμο μέτρα ασφαλείας για αποτροπή ατυχημάτων στους εργαζομένους και τους τρίτους. Παρά την υποχρέωση του όμως αυτή, από έλλειψη της προσοχής που όφειλε και μπορούσε να καταβάλει δεν προέβλεψε το αποτέλεσμα της αμελούς συμπεριφοράς του που αναφέρεται κατωτέρω. Ειδικότερα κατά την εκτέλεση του έργου προς το σκοπό της εγκατάστασης αγωγού ύδρευσης, στη ..... επί της οδού ..... έγινε το Φθινόπωρο του 2001 εκσκαφή του ασφαλτικού οδοστρώματος καθ' όλο το πλάτος αυτής, δημιουργώντας ωσαύτως κοίλωμα βάθους 0,13μ., πλάτους 1,65μ. και μήκους 6,80μ. (όσο δηλαδή και το πλάτος της άνω οδού). Αυτός όμως, υπό την ανωτέρω ιδιότητα του μετά το πέρας των εκτελούμενων εργασιών δεν προέβη στην επίχωση του κοιλώματος και στην εν συνεχεία αποκατάσταση του ασφαλτικού οδοστρώματος και δεν φρόντισε όπως είχε υποχρέωση, να επισημάνει δια των καταλλήλων πινακίδων (ρυθμιστικών πληροφοριακών και κινδύνου) και λοιπών μέσων σήμανσης το προκληθέν κοίλωμα, το οποίο ήταν επικίνδυνο δια τους κυκλοφορούντες στην πιο πάνω οδό. Αποτέλεσμα των ως άνω περιγραφόμενων παραλείψεων του, ήταν στις 7 Απριλίου 2002 η Β συνεπιβάτης ούσα του υπ' αριθμόν κυκλοφορίας ..... δικύκλου μοτοποδηλάτου, που οδηγείτο από το σύζυγο της, Ψ, ο οποίος εκινείτο επί της οδού ....., κατευθυνόμενος προς τη Δημοτική Πλατεία του ....., τη στιγμή που ο τελευταίος επέπεσε με το μοτοποδήλατο του εντός της υπάρχουσας τομής του οδοστρώματος, να εκτιναχθεί απ' αυτό και να καταπέσει επί του οδοστρώματος με συνέπεια να υποστεί βαριά κρανιοεγκεφαλική κάκωση, εκτεταμένη ενδοεγκεφαλική αιμορραγία η οποία ήταν και η μόνη ενεργός αιτία του θανάτου της. Υπό τα περιστατικά αυτά πρέπει να κηρυχθεί ένοχος ο κατηγορούμενος". Ακολούθως, το ίδιο Δικαστήριο, κήρυξε ένοχο τον κατηγορούμενο (ήδη αναιρεσείοντα) των παρακάτω πράξεων, κατά πιστή αντιγραφή από την προσβαλλομένη: Α) Από αμέλειά του, δηλαδή από έλλειψη της προσοχής την οποία όφειλε κατά τις περιστάσεις και μπορούσε να καταβάλλει δεν προέβλεψε και δεν φρόντισε να αποτρέψει το από τις παρακάτω παραλείψεις του προκαλούμενο και αιτιακά μ' αυτές συνδεόμενο αξιόποινο αποτέλεσμα του θανάτου άλλου, για την παρεμπόδιση επέλευσης του οποίου είχε ιδιαίτερη νομική υποχρέωση. Συγκεκριμένα υπό την παρακάτω ιδιότητα του και δη ως νόμιμος εκπρόσωπος τυγχάνων της αναλαμβάνουσας εκτέλεση δημοσίων έργων Κοινοπραξίας "ΑΚΡΙΤΑΣ ΑΤΕΒΕ- ΤΕΝΑ ΑΤΕΒΕ", στην οποία είχε ανατεθεί από την αποτελούσα τον φορέα κατασκευής του πιο κάτω έργου Δημοτική Επιχείρηση Ύδρευσης Αποχέτευσης Φλώρινας (Δ.Ε.Υ.Α.Φ.) η εκτέλεση του έργου "Ύδρευση -Αποχέτευση -Βιολογικός Καθαρισμός Πόλης Φλώρινας, δεν κατέβαλε αν και μπορούσε την απαιτούμενη προσοχή, που κάτω από τις αυτές πραγματικές περιστάσεις με βάση τους νομικούς κανόνες, τις συνήθειες που επικρατούν στις συναλλαγές και στην κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων πείρα και λογική, οφείλει να καταβάλει κάθε μετρίως συνετός και ευσυνείδητος άνθρωπος και έτσι δεν προέβλεψε και δεν φρόντισε να αποτρέψει, το προκαλούμενο από τις κατωτέρω αναλυτικά εκτιθέμενες συγκλίνουσες παραλείψεις του και αιτιωδώς μ' αυτές συνδεόμενο αξιόποινο αποτέλεσμα του θανάτου της Β, για την παρεμπόδιση επέλευσης του θανάτου της οποίας είχε ιδιαίτερη νομική υποχρέωση που απορρέει για αυτόν, τόσο από ρητές και επιτακτικές νομικές διατάξεις των άρθρων 9 παραγρ. 1, 3, 5 και 47 παραγρ. 1β ΚΟΚ όσο και από την εργολαβική σύμβαση και ειδικότερα από τις αποτελούσες συμβατικά στοιχεία αυτής Γενική και Ειδική Συγγραφή υποχρεώσεων (άρθρα 18, 19 της Γενικής και άρθρα 10, 16, 17 της Ειδικής συγγραφής υποχρεώσεων αντίστοιχα, Ειδικότερα ο άνω κατηγορούμενος υπεύθυνος και υπόχρεος τυγχάνων, όντας νομικός εκπρόσωπος συμμέτοχου στην κοινοπραξία εργοληπτικής εταιρείας "ΑΚΡΙΤΑΣ - ΑΤΕΒΕ" στα πλαίσια εκτέλεσης του πιο πάνω έργου και προς το σκοπό της εγκατάστασης αγωγού ύδρευσης προέβη στην εκσκαφή του ασφαλτικού οδοστρώματος επί της οδού ..... καθ' όλο το πλάτος αυτής, δημιουργώντας ωσαύτως κοίλωμα βάθους 0,13μ., πλάτους 1,65μ. και μήκους 6,80μ. (όσο δηλαδή και το πλάτος της άνω οδού) χωρίς να προβεί με το πέρας των εκτελούμενων εργασιών στην επίχωση του κοιλώματος και στην εν συνεχεία αποκατάσταση του ασφαλτικού οδοστρώματος και χωρίς προσέτι να φροντίσει ως είχε υποχρέωση, να επισημάνει δια των καταλλήλων πινακίδων (ρυθμιστικών πληροφοριακών και κινδύνου) και λοιπών μέσων σήμανσης το προκληθέν κοίλωμα, το οποίο ήταν επικίνδυνο δια τους κυκλοφορούντες στην πιο πάνω οδό. Αποτέλεσμα δε των ως άνω περιγραφόμενων παραλείψεων του, ήταν η Β συνεπιβάτης ούσα του υπ' αριθμόν κυκλοφορίας ..... δικύκλου μοτοποδηλάτου, που οδηγείτο από το σύζυγο της Ψ, ο οποίος εκινείτο επί της οδού ..... κατευθυνόμενος προς τη Δημοτική Πλατεία του ....., τη στιγμή που ο τελευταίος επέπεσε με το μοτοποδήλατό του εντός της υπάρχουσας τομής του οδοστρώματος, να εκτιναχθεί απ' αυτό και να καταπέσει επί του οδοστρώματος με συνέπεια να υποστεί βαριά κρανιοεγκεφαλική κάκωση, εκτεταμένη ενδοεγκεφαλική αιμορραγία η οποία ήταν και η μόνη ενεργός αιτία του θανάτου της. Και Β) Ο ίδιος κατηγορούμενος από αμέλειά του, δηλαδή από έλλειψη της προσοχής την οποία όφειλε κατά τις περιστάσεις και μπορούσε να καταβάλει δεν προέβλεψε και δε φρόντισε να αποτρέψει την από τις παρακάτω παραλείψεις του και αιτιωδώς μ' αυτές συνδεόμενη διατάραξη της ασφάλειας οδικής συγκοινωνίας, για την παρεμπόδιση επέλευσης της οποίας είχαν ιδιαίτερη νομική υποχρέωση. Από τις παραλείψεις του δε αυτές επήλθε ο θάνατος άλλου. Συγκεκριμένα υπό την παραπάνω αναφερόμενη ιδιότητα του, μη καταβάλλοντος αν και μπορούσε την απαιτούμενη προσοχή, που κάτω από τις αυτές πραγματικές περιστάσεις με βάση τους νομικούς κανόνες, τις συνήθειες που επικρατούν στις συναλλαγές και την κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων πείρα και λογική οφείλει να καταβάλει κάθε μετρίως συνετός και ευσυνείδητος άνθρωπος δεν προέβλεψε και δεν φρόντισε να αποτρέψει την προκαλούμενη από τις συγκλίνουσες παραλείψεις του (όπως τούτες αναλυτικά ήδη εκτίθενται στο υπό στοιχείο Α' του παρόντος) και αιτιωδώς συνδεόμενο μ' αυτές διατάραξη της ασφάλειας της οδικής συγκοινωνίας δημιουργώντας έτσι συνθήκες που καθιστούσαν την κίνηση επί της προαναφερόμενης οδού ..... επικίνδυνη, για την παρεμπόδιση επέλευσης της οποίας (της διαταράξεως δηλαδή της ασφάλειας της οδικής συγκοινωνίας) είχε ιδιαίτερη νομική υποχρέωση, όπως ταύτη ανωτέρω διαλαμβάνεται. Εκ των παραπάνω δε παραλείψεων του και υπό τις συνθήκες που αναλυτικά εκτίθενται στο υπό στοιχείο Α' του παρόντος, επήλθε ο θάνατος της Β". Ακολούθως, με βάση όσα αναφέρθηκαν, το Τριμελές Εφετείο Δυτικής Μακεδονίας, αφού κήρυξε κατά τα άνω ένοχο τον κατηγορούμενο και ήδη αναιρεσείοντα, Χ για τις πιο πάνω πράξεις της ανθρωποκτονίας από αμέλεια δια παραλείψεως τελεσθείσας και της διαταράξεως ασφάλειας συγκοινωνιών δια παραλείψεως, επίσης, τελεσθείσας, από την οποία επήλθε ο θάνατος άλλου, του επέβαλε, κατ' εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 15, 26, 28, 94, 290 παρ. 2-1, 302 παρ. 1 Π.Κ., συνολική ποινή φυλακίσεως δεκαπέντε (15) μηνών, την οποία ανέστειλε για τρία (3) χρόνια. Με τις παραδοχές αυτές το δικαστήριο της ουσίας διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την κατά τα ανωτέρω ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ' αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση των αξιόποινων πράξεων, όπως γι' αυτές τελικώς καταδικάστηκε ο αναιρεσείων, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά, καθώς επίσης και τους συλλογισμούς με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις που προπαρατέθηκαν, τις οποίες εφάρμοσε ορθά χωρίς να τις παραβιάσει εκ πλαγίου και να στερήσει έτσι την απόφαση από νόμιμη βάση. Ειδικότερα, εκτίθενται σ' αυτήν τα στοιχεία για την πρώτη αξιόποινη πράξη που συγκροτούν την νομική έννοια της (μη συνειδητής) αμέλειας, όπως ανωτέρω αναπτύχθηκε. Επισημαίνεται η ιδιότητα του κατηγορούμενου ως νομίμου εκπροσώπου της υπευθύνου εργοδότιδος εταιρείας που εκτελούσε το έργο, από την οποία, με βάση τις μνημονευόμενες στο σκεπτικό περί της ενοχής και το διατακτικό ως άνω ειδικές διατάξεις, απέρρεε η υποχρέωσή τoυ για τη λήψη των προστατευτικών μέτρων για τους χρησιμοποιούντες την οδό αυτή. Ειδικότερα, αναφέρεται η ιδιαίτερη νομική υποχρέωση που απέρρεε γι'αυτόν τόσο από ρητές και επιτακτικές νομικές διατάξεις των άρθρων 9 παρ. 1, 3, 5 και 47 παρ. 1β' του ΚΟΚ, όσο και από την εργολαβική σύμβαση και ειδικότερα από τις αποτελούσες συμβατικά στοιχεία αυτής, Γενική και Ειδική Συγγραφή υποχρέωσεων (άρθρα 18 και 19 της Γενικής και άρθρα 10, 16, 17 της Ειδικής Συγγραφής υποχρεώσεων αντίστοιχα). Αναφέρει επίσης την παράλειψή του να προβεί μετά το πέρας των εκτελούμενων εργασιών του στην οδό ....., όπου εκτελείτο το έργο, στην επίχωση του κοιλώματος και στην εν συνεχεία αποκατάσταση του ασφαλτικού τάπητα της οδού. Επίσης, την παράλειψή του να φροντίσει, όπως είχε υποχρέωση, να επισημάνει δια των καταλλήλων πινακίδων (ρυθμιστικών, πληροφοριακών και κινδύνου) και λοιπών μέσων σημάνσεως την επικινδυνότητα του οδοστρώματος για τους κυκλοφορούντες στην άνω οδό. Εξάλλου, αναφέρει το θάνατο της αναφερόμενης Β, ως αναγκαία συνέπεια των άνω παραλείψεών του. Αναφέρει τέλος ότι οι παραπάνω παραλείψεις του συνέβησαν κατά την εκτέλεση του έργου που είχε αναλάβει να εκτελέσει η άνω εταιρία, χωρίς το έργο ακόμη, κατά το χρόνο του επελθόντος θανάτου της άνω παθούσας, να έχει παραδοθεί. Τέλος, αναφέρονται επίσης στην αιτιολογία της αποφάσεως τα αποδεικτικά μέσα κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα και απολογία του κατηγορουμένου, καθώς και πρακτικά πρωτοβάθμιας δίκης), από τα οποία το Δικαστήριο συνήγαγε τα περιστατικά που εκτέθηκαν και οδηγήθηκε στην καταδικαστική του κρίση, ενώ δεν υπήρχε, κατά νόμο, ανάγκη να τα παραθέσει αναλυτικά και να εκθέσει τί προκύπτει χωριστά από το καθένα από αυτά. Και συγκεκριμένα, έλαβε υπόψη του το Δικαστήριο της ουσίας και συνεκτίμησε μαζί με τα υπόλοιπα αποδεικτικά μέσα και τις καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας, Ψ (ως πολιτικώς ενάγων εξετάσθηκε ανωμοτί) και των Γ, Δ, Ε, ΣΤ και Ζ, οι οποίοι, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της προσβαλλόμενης αποφάσεως εξετάσθηκαν ενόρκως στο άνω Δικαστήριο, εντεύθεν δε οι περί του αντιθέτου αιτιάσεις του αναιρεσείοντος, είναι αβάσιμες. Επομένως, οι από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' και Ε' ΚΠΔ πρώτος και δεύτερος λόγοι αναιρέσεως της κρινόμενης αιτήσεως, με τους οποίους αποδίδονται στην προσβαλλόμενη απόφαση οι πλημμέλειες της ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και νόμιμης βάσεως, αντίστοιχα, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι. Κατά τα λοιπά, με τους πιο πάνω λόγους αναιρέσεως πλήττεται απαραδέκτως η ανωτέρω απόφαση για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και των πραγματικών περιστατικών. Κατόπιν αυτών, εφόσον δεν υπάρχει άλλος παραδεκτός λόγος αναιρέσεως για έρευνα, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση στο σύνολό της και να καταδικαστεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (ΚΠΔ 583 παρ. 1), καθώς επίσης και στη δικαστική δαπάνη του παραστάντος στη συζήτηση αυτή (δια πληρεξουσίου δικηγόρου), πολιτικώς ενάγοντος (ΚΠολΔ 176 και 183).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 30 Μαρτίου 2007 αίτηση του Χ για αναίρεση της υπ' αριθμ. 618/2006 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Δυτικής Μακεδονίας. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ, καθώς και στη δικαστική δαπάνη του παραστάντος πολιτικώς ενάγοντος εκ πεντακοσίων (500) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 26 Νοεμβρίου 2008.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του στις 16 Δεκεμβρίου 2008.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ