Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 2628 / 2008    (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Υπέρβαση εξουσίας, Ακροάσεως έλλειψη, Κτίσμα αυθαίρετο.




Περίληψη:
Ανέγερση αυθαιρέτου κτίσματος. Έννοια αυθαιρέτου. Υπέρβαση οικοδομικής άδειας. Ευθύνη ιδιοκτήτη. Παράβαση άρθρ. 7 παρ. 8 Ν. 1337/1983. Λόγοι αναιρέσεως: υπέρβαση εξουσίας, έλλειψη ακροάσεως, έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας. Απορρίπτει.




Αριθμός 2628/2008

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Ζ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γρηγόριο Μάμαλη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Νικόλαο Ζαΐρη, Βιολέττα Κυτέα (κωλυομένου του Αρεοπαγίτου Κωνσταντίνου Φράγκου), Νικολάου Κωνσταντόπουλου-Εισηγητή και Παναγιώτη Ρουμπή, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 1 Οκτωβρίου 2008, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Κυριάκου Καρούτσου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος-κατηγορουμένου Χ, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Κοσμά-Παναγιώτη Βασιλακόπουλο, για αναίρεση της 27709/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών. Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος, ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 1 Οκτωβρίου 2007 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1778/2007.

Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Κατά το άρθρο 17 παρ. 8 του Ν. 1337/1983 "για την επέκταση κλπ.", όπως η διάταξη αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 3 παρ. 13 του Ν. 2242/1994, οι ιδιοκτήτες ή εντολείς κατασκευής αυθαιρέτων, οι μηχανικοί που συντάσσουν την μελέτη ή έχουν την επίβλεψη του έργου και οι εργολάβοι κατασκευής του τιμωρούνται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον εξ (6) μηνών ή με χρηματική ποινή από 500.000 μέχρι 5.000.000 δραχμές, ανάλογα με την αξία του αυθαιρέτου έργου και τον βαθμό υποβάθμισης του φυσικού ή πολιτιστικού περιβάλλοντος, και αν η πιο πάνω πράξη έχει γίνει από αμέλεια τιμωρούνται με ποινή φυλάκισης μέχρι ένα (1) χρόνο ή με χρηματική ποινή από 200.000 μέχρι 2.000.000 δρχ., κατά δε το άρθρο 22 του Ν. 1577/1985, αυθαίρετο είναι το έργο που κατασκευάζεται είτε χωρίς άδεια της αρμόδιας Πολεοδομικής Υπηρεσίας, είτε καθ' υπέρβασή της, ή με βάση ανακληθείσα τέτοια άδεια. Από την ανωτέρω διάταξη του ως ισχύει άρθρα 17 παρ. 8 Ν. 1337/1983 συνάγεται, ότι δράστης της παραβάσεως του α' εδαφίου αυτής μπορεί να είναι μόνον ο εκ προθέσεως προβαίνων στην κατασκευή αυθαιρέτου έργου, οπότε τιμωρείται με τις στο εδάφιο αυτό απειλούμενες, ως άνω, διαζευκτικές ποινές, ενώ σε αμφότερες τις περιπτώσεις, είτε από δόλο είτε από αμέλεια, υπαίτιος καθίσταται εκείνος που έχει μια από τις παραπάνω ιδιότητες (ιδιοκτήτης εντολέας....). Έτσι για τη στοιχειοθέτηση του από το άρθρο 17 παρ. 8 του Ν. 1337/1983 προβλεπομένου πλημμελήματος της ανεγέρσεως από πρόθεση αυθαιρέτου κτίσματος απαιτούνται εκτός των άλλων α) ιδιότητα του. δράστη ως ιδιοκτήτη και β) ανέγερση απ αυτόν εντός ή εκτός σχεδίου πόλεως κτίσματος χωρίς προηγούμενη άδεια της αρμόδιας πολεοδομικής υπηρεσίας. Εξάλλου, η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγο αναιρέσεως από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ΚΠΔ, όταν αναφέρονται σ' αυτή, με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία και θεμελιώνουν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος, οι αποδείξεις από τις οποίες προέκυψαν τα περιστατικά αυτά και οι νομικοί συλλογισμοί, με βάση τους οποίους έγινε η υπαγωγή των εν λόγω περιστατικών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόστηκε. Δεν υπάρχει έλλειψη αιτιολογίας και στην περίπτωση που η αιτιολογία της αποφάσεως εξαντλείται στην επανάληψη του διατακτικού της, το οποίο περιέχει, εκτός από τα τυπικά στοιχεία του κατηγορητηρίου και πραγματικά περιστατικά τόσο αναλυτικά και με τόση πληρότητα, ώστε να καθίσταται περιττή ή διαφοροποίηση της διατυπώσεως του σκεπτικού. Ειδικότερα, για την πληρότητα της αιτιολογίας της καταδικαστικής απόφασης για τις πράξεις της παραβάσεως του άρθρου 17 § 8 του Ν. 1337/1983, δεν είναι απαραίτητο να αναφέρονται, εκτός από τα πιο πάνω, άλλα περαιτέρω στοιχεία.
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το σκεπτικό σε συνδυασμό με το διατακτικό της προσβαλλόμενης 27.709/07 αποφάσεώς του, τα οποία ως ενιαίο σύνολο παραδεκτώς αλληλοσυμπληρώνονται, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών, δέχθηκε, κατά την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση των κατ' είδος αναφερομένων στην ίδια απόφαση αποδεικτικών μέσων, ότι αποδείχθηκαν τα ακόλόυθα πραγματικά περιστατικά, κατά πιστή αντιγραφή από το σκεπτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως: "Το Δικαστήριο πείστηκε, ότι ο κατηγορούμενος έχει τελέσει την πράξη που του αποδίδει το κατηγορητήριο και πρέπει να κηρυχθεί ένοχος διότι στο ....., επί της οδού ..... στις 3/5/2001 ως ιδιοκτήτης προέβη στην κατάργηση των ημιυπαιθρίων Α, Β, Γ, Δ ορόφων του πίσω ισογείου και υπέρβαση δόμησης στον Γ' όροφο. Πρέπει, όμως να του αναγνωριστεί το ελαφρυντικό των μη ταπεινών αιτίων (84 § 2β' ΠΚ)". Στη συνέχεια, το ίδιο Δικαστήριο κήρυξε ένοχο τον κατηγορούμενο (ήδη αναιρεσείοντα) της παρακάτω πράξεως, κατά πιστή αντιγραφή από την προσβαλλομένη "Στο ..... στην οδό ..... στις 3-5-01 με πρόθεση προέβη ως ιδιοκτήτης στην κατασκευή αυθαίρετου κτίσματος, ειδικότερα με την ιδιότητά του αυτή προέβη α) στην κατάργηση των ημιυπαίθριων Γ' και Δ' ορόφων, β) στην υπέρβαση δόμησης στον Γ' όροφο, χωρίς προηγουμένως να εφοδιασθεί με την απαιτούμενη άδεια της αρμόδια Πολεοδομικής Υπηρεσίας". Ακολούθως, με βάση όσα αναφέρθηκαν, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών, αφού κήρυξε κατά τα άνω ένοχο τον κατηγορούμενο, και ήδη αναιρεσείοντα, Χ, για την πιο πάνω πράξη της παραβάσεως του άρθρου 17 παράγρ. 8 του Ν. 1337/1983 (ανέγερση αυθαιρέτου κτίσματος από ιδιοκτήτη με πρόθεση), αναγνωρίζοντας σε αυτόν το ελαφρυντικό των μη ταπεινών αιτίων (ΠΚ 84 § 2β' ) του επέβαλε, κατ' εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 26 § 1α', 27 § 1 ΠΚ και άρθρ. 17 § 8 Ν. 1337/83, σε συνδ. με άρθρ. 6 Ν. 1609/28-6/3-7-1986, όπως αντικ. με άρθρ. 3 § 13 Ν. 2242/94, σε συνδ. με άρθρ. 22 Ν. 1577/1985, ποινή φυλακίσεως δύο (2) μηνών, την οποία ανέστειλε για τρία (3) χρόνια. Με τις παραδοχές αυτές το δικαστήριο της ουσίας διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την κατά τα ανωτέρω ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ' αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση της αξιόποινης πράξεως, όπως γι' αυτή τελικώς καταδικάστηκε ο αναιρεσείων, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά, καθώς επίσης και τους συλλογισμούς με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις που προπαρατέθηκαν, τις οποίες εφάρμοσε ορθά χωρίς να τις παραβιάσει εκ πλαγίου και να στερήσει έτσι την απόφαση από νόμιμη βάση. Ειδικότερα, αναφέρονται στην αιτιολογία της αποφάσεως τα αποδεικτικά μέσα κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα και απολογία του κατηγορουμένου), από τα οποία το Δικαστήριο συνήγαγε τα περιστατικά που εκτέθηκαν και οδηγήθηκε στην καταδικαστική του κρίση, ενώ δεν υπήρχε, κατά νόμο, ανάγκη να τα παραθέσει αναλυτικά και να εκθέσει τι προκύπτει χωριστά από το καθένα από αυτά. Και συγκεκριμένα, έλαβε υπόψη του το Δικαστήριο της ουσίας και συνεκτίμησε μαζί με τα υπόλοιπα αποδεικτικά μέσα, και την κατάθεση του μάρτυρα κατηγορίας, Α, υπαλλήλου της Πολεοδομίας, εντεύθεν δε, η περί του αντιθέτου αιτίαση του αναιρεσείοντος, είναι αβάσιμη. Επομένως, ο από το άρθρο 510 § 1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ, τρίτος λόγος αναιρέσεως της κρινόμενης αιτήσεως, με τον οποίο αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια της ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Κατά τα λοιπά, με τον πιο πάνω λόγο αναιρέσεως πλήττεται απαραδέκτως η ανωτέρω απόφαση για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και των πραγματικών περιστατικών. Ο αναιρεσείων με τον πρώτο λόγο της αιτήσεώς του προβάλλει την αιτίαση ότι το κατ' έφεση δικάσαν Δικαστήριο με την προσβαλλόμενη απόφασή του έκρινε επί σκέλους του κατηγορητηρίου, για το οποίο αυτός είχε ήδη πρωτόδικα απαλλαγεί, ενώ έπρεπε να περιοριστεί στην κρίση επί του καταδικαστικού μέρους της εκκληθείσας αποφάσεως, αφού κατά το απαλλακτικό της μέρος ούτε αυτή προσεβλήθη, ούτε συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις της ΚΠΔ 486 § 1 εδ. α' να προσβληθεί. Έτσι, εφόσον το Δευτεροβάθμιο Δικαστήριο έκρινε με την προσβαλλόμενη (με την αναίρεση) απόφασή του και κατά το απαλλακτικό της (πρωτόδικης αποφάσεως) μέρος, υπάρχει υπέρβαση εξουσίας, που καθιστά την απόφαση αναιρετέα, αφενός κατ' άρθρ. 510 § 1 εδ. Η' ΚΠΔ, αφετέρου και ως προς το ότι έκρινε κατηγορία για την οποία δεν είχε δικαιοδοσία, χειροτερεύοντας έτσι τη θέση του ως κατηγορουμένου, καθόσον εάν ασχολείτο μόνο με το μέρος της αποφάσεως που είχε δικαιοδοσία, δηλαδή μόνο με την καταδικαστική της διάταξη, θα οδηγείτο, μετά την αναγνώριση του ελαφρυντικού, σε επιβολή μικρότερης ποινής. Στη συνέχεια, με το δεύτερο λόγο της αιτήσεώς του, προβάλλει την αιτίαση ότι η άνω παράβαση της αναιρεσιβαλλομένης, εκτός της υπερβάσεως εξουσίας, συνιστά επίσης και έλλειψη ακροάσεως κατά την ΚΠΔ 170 § 2, διότι κατ' αυτό τον τρόπο δεν άσκησε τα σχετικά δικαιώματά του ως κατηγορούμενος, αφού δεν του δόθηκε ο λόγος ώστε να επισημάνει την άνω ανεπίτρεπτη ενέργεια του Δικαστηρίου, στερώντας από αυτόν να ασκήσει τα υπερασπιστικά δικαιώματά του. Στο σκεπτικό της αποφάσεως αναφέρεται μεν ότι από τα προαναφερόμενα αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι ο κατηγορούμενος προέβη στην κατάργηση των ημιυπαιθρίων Α, Β, Γ, Δ ορόφων του πίσω ισογείου και σε υπέρβαση δόμησης στον Γ' όροφο. Όπως, όμως, προκύπτει από το διατακτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως, ο κατηγορούμενος κηρύχθηκε ένοχος του ότι προέβη στην κατάργηση των ημιυπαιθρίων Γ' και Δ' ορόφων και στην υπέρβαση δόμησης στο Γ' όροφο. Επίσης, από την εκκαλούμενη απόφαση, τα πρακτικά της οποίας, κατά την προσβαλλομένη, αναγνώστηκαν στο ακροατήριο της δευτεροβάθμιας δίκης, προκύπτει ότι ο κατηγορούμενος πρωτόδικα είχε κηρυχθεί αθώος για κατάργηση των ημιυπαιθρίων Α' και Β' ορόφων. Έτσι, καθίσταται φανερό ότι η αναγραφή στο σκεπτικό των στοιχείων "Α'- Β'", έγινε από παραδρομή. Απόδειξη αυτού είναι ότι για "υπέρβαση δομήσεως σε Α' και Β' όροφο", με την προσβαλλόμενη απόφαση, δεν κηρύχθηκε αυτός ούτε ένοχος ούτε αθώος. Κατά συνέπεια, ο κατηγορούμενος δεν στερήθηκε τα υπερασπιστικά του δικαιώματα ούτε κατέστη χειρότερη η θέση του, όπως αβάσιμα αυτός αιτιάται. Επομένως, δεν υπάρχει έλλειψη ακροάσεως κατά το άρθρο 170 § 2 ΚΠΔ, ούτε υπέρβαση εξουσίας, που στηρίζουν τους από το άρθρο 510 § 1 στοιχ. Β' και Η' Κ.Ποιν.Δ, πρώτο και δεύτερο λόγους αναιρέσεως, οι οποίοι πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι. Κατόπιν αυτών, εφόσον δεν υπάρχει άλλος παραδεκτός λόγος αναιρέσεως για έρευνα, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση στο σύνολό της να καταδικαστεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (ΚΠΔ 583 § 1).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει την από 1ης Οκτωβρίου 2007 (υπ' αριθμ. πρωτοκ. 8657/2007) αίτηση του Χ για αναίρεση της με αριθμό 27.709/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών. Και

Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 26 Νοεμβρίου 2008.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 16 Δεκεμβρίου 2008.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή