Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1065 / 2009    (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας ανεπάρκεια, Δυσφήμηση συκοφαντική, Τύπος.




Περίληψη:
Συκοφαντική Δυσφήμηση ΑΕ κατ' εξακολούθηση δια του τύπου. Συκοφαντική δυσφήμηση φυσικού προσώπου κατ' εξακολούθηση δια του τύπου. Έννοια. Απαιτείται άμεσος δόλος. (ΑΠ 2121/2008, 73/2002). Βάσιμος ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ και Ε του ΚΠΔ λόγος αναιρέσεως, διότι δεν αιτιολογείται επαρκώς ο δόλος και δη η γνώση του κατηγορουμένου ως προς την αναλήθεια των επίμαχων συκοφαντικών ισχυρισμών και η προσβαλλόμενη απόφαση αρκείται σε υποθετικό συλλογισμό και δεν αναφέρει από ποία πραγματικά περιστατικά συνάγεται η γνώση αυτή. Αναιρεί και παραπέμπει.




Αριθμός 1065/2009

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Ζ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γρηγόριο Μάμαλη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Νικόλαο Ζαΐρη, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο, Παναγιώτη Ρουμπή και Κωνσταντίνο Φράγκο - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 28 Ιανουαρίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα Αρείου Πάγου Γεωργίου Βλάσση (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ, κατοίκου ......, που εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Ελένη-Άννα Ιωαννίδου, για αναίρεση της με αριθμό 3.356/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Θεσσαλονίκης.
Με πολιτικώς ενάγοντες τους:1) Ψ1 και 2) Ψ2, κατοίκους ......, που εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Κωνσταντίνο Κοσμάτο.
Το Τριμελές Εφετείο (Πλημμελημάτων) Θεσσαλονίκης με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητά την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 24 Φεβρουαρίου 2008 αίτησή του, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 500/2008.
Α φ ο ύ ά κ ο υ σ ε Τους πληρεξουσίους δικηγόρους των διαδίκων που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα Αρείου Πάγου, ο οποίος πρότεινε να γίνει δεκτή η προκείμενη αίτηση αναιρέσεως.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Κατά το άρθρο 362 του ΠΚ "όποιος με οποιονδήποτε τρόπο ισχυρίζεται ή διαδίδει για κάποιον άλλον γεγονός που μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψή του τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών ή με χρηματική ποινή". Κατά το άρθρο 363 ΠΚ, "Αν στην περίπτωση του άρθρου 362 το γεγονός είναι ψευδές και ο υπαίτιος γνώριζε ότι αυτό είναι ψευδές, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών". Κατά το άρθρο 361 ίδιου Κώδικα (εξύβριση) "όποιος προσβάλλει την τιμή άλλου με λόγο ή έργο, ή με οποιονδήποτε άλλον τρόπο τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι ενός έτους". Τέλος, κατά το άρθρο 364 του ίδιου Κώδικα "όποιος ισχυρίζεται με οποιοδήποτε τρόπο ενώπιον τρίτου ή διαδίδει για ανώνυμη εταιρία ορισμένο γεγονός που είναι σχετικό με τις επιχειρήσεις, την οικονομική κατάσταση ή γενικά τις εργασίες της ή με τα πρόσωπα που τη διοικούν ή τη διευθύνουν και που μπορεί να βλάψει την εμπιστοσύνη του κοινού στην εταιρία και γενικά στις επιχειρήσεις της, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρις ενός έτους ή με χρηματική ποινή. Δεν τιμωρείται ο κατηγορούμενος, αν αποδείξει την αλήθεια του γεγονότος που ισχυρίστηκε ή διέδωσε. Αν ο κατηγορούμενος γνώριζε ότι το γεγονός που ισχυρίστηκε ή διέδωσε είναι ψευδές τιμωρείται με φυλάκιση".
Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών, προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της συκοφαντικής δυσφήμησης απαιτείται: α) ισχυρισμός ή διάδοση από τον υπαίτιο, με οποιονδήποτε τρόπο, ενώπιον τρίτου για κάποιον άλλον γεγονότος που θα μπορούσε να βλάψει την τιμή ή την υπόληψή του, β) το γεγονός αυτό να είναι ψευδές και ο δράστης να τελεί εν γνώσει της αναλήθειάς του και γ) δόλια προαίρεση, η οποία περιλαμβάνει, όχι απλώς τη γνώμη, αλλά τη γνώση του δράστη ότι το ισχυριζόμενο ή διαδιδόμενο γεγονός είναι πρόσφορο να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη του άλλου και τη θέληση να ισχυρισθεί ή διαδώσει αυτό το βλαπτικό γεγονός. Αν δεν αποδεικνύεται ότι το δυσφημιστικό γεγονός είναι ψευδές, καταλειπομένων αμφιβολιών περί της αληθείας ή αναληθείας αυτού, δεν θεμελιώνεται το έγκλημα της συκοφαντικής δυσφημίσεως.
Από την τελευταία διάταξη του άρθρου 364 ΠΚ, που αναφέρεται περιοριστικώς στην ανώνυμη εταιρία και προστατεύει την οικονομική πίστη και εμπιστοσύνη της, προκύπτει ότι, για την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος της συκοφαντικής δυσφημήσεως ανώνυμης εταιρίας, που είναι έγκλημα αφηρημένης διακινδυνεύσεως, διάφορο της συκοφαντικής δυσφημήσεως του φυσικού προσώπου, απαιτείται, εκτός των άλλων, όπως το υπό του υπαιτίου, με οποιοδήποτε τρόπο, ακόμη και δια του τύπου, ενώπιον τρίτου, δι' ισχυρισμού ή διαδόσεως, ανακοινούμενο γεγονός, να αφορά είτε στις επιχειρήσεις ή στην οικονομική κατάσταση ή γενικά στις εργασίες τις εταιρίας είτε στα πρόσωπα που την διοικούν ή την διευθύνουν και περαιτέρω να είναι το γεγονός αυτό πρόσφορο να βλάψει την εμπιστοσύνη του κοινού στην εταιρία και εν γένει στις επιχειρήσεις της, χωρίς να προσαπαιτείται και η επέλευση βλάβης αυτής. Κατά την διάταξη αυτή, ως γεγονός θεωρείται κάθε συγκεκριμένο συμβάν του εξωτερικού κόσμου, παρελθόν ή παρόν, που υποπίπτει στις αισθήσεις και δεκτικό αποδείξεως, καθώς και κάθε συμπεριφορά ή συγκεκριμένη σχέση που αναφέρεται στο παρελθόν ή το παρόν και υποπίπτει στις αισθήσεις και αντίκειται στην ηθική και την ευπρέπεια. Τέλος δε και ο χαρακτηρισμός και η έκφραση γνώμης ή αξιολογικής κρίσεως, είναι αξιόποινος, μόνον όταν συνδέονται ή σχετίζονται με γεγονότα, ώστε, με την σύνδεση και σχέση τους με αυτά, ουσιαστικά να προσδιορίζουν την έκταση της ποσοτικής και ποιοτικής βαρύτητάς τους. Προστατεύεται δε με την εν λόγω ειδική διάταξη η οικονομική και η επιχειρηματική οντότητα, η φήμη και η επαγγελματική πίστη του νομικού προσώπου της ανώνυμης εταιρίας. Αν δε το γεγονός αναφέρεται στα φυσικά πρόσωπα των διοικούντων την εταιρία, υπάρχει αληθινή συρροή με την κοινή συκοφαντική δυσφήμηση και των προσώπων αυτών. Το ίδιο δε συκοφαντικό δημοσίευμα σε περισσότερες εφημερίδες, αποτελεί κατ'εξακολούθηση πράξη.
Εξάλλου, η, κατά τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ, απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον κατ' άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ίδιου Κώδικα λόγο αναιρέσεως, υπάρχει, όταν, προκειμένου για καταδικαστική απόφαση, εκτίθενται σε αυτή με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του Δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, για το οποίο καταδικάστηκε ο κατηγορούμενος, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία αποδείχθηκαν τα περιστατικά αυτά και οι νομικοί συλλογισμοί με τους οποίους έγινε η υπαγωγή των δεκτών γενόμενων πραγματικών περιστατικών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε στη συγκεκριμένη περίπτωση. Ειδικά όμως για τη θεμελίωση της υποκειμενικής υποστάσεως του εγκλήματος της συκοφαντικής δυσφημήσεως, απαιτείται, για την ύπαρξη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας αναφορικά με το δόλο, που πρέπει να είναι άμεσος και δεν αρκεί ο ενδεχόμενος, να εκτίθεται στην καταδικαστική απόφαση τα πραγματικά περιστατικά, από τα οποία προκύπτει ότι ο κατηγορούμενος γνώριζε το ψευδές του γεγονότος που ισχυρίστηκε ή διέδωσε. Ως προς τις αποδείξεις δε, αρκεί αυτές να αναφέρονται στην απόφαση κατ' είδος, χωρίς να είναι απαραίτητο να διευκρινίζεται από ποιό ή ποιά αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε η κάθε παραδοχή. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό, τα οποία αποτελούν ενιαίο σύνολο. Δεν αποτελούν όμως λόγους αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολόγησης κάθε αποδεικτικού μέσου χωριστά και η παράλειψη της αξιολογικής συσχετίσεως των αποδεικτικών μέσων, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές, με την επίφαση της ελλείψεως αιτιολογίας, πλήττεται η αναιρετικά ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας. Τέλος, περίπτωση εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διάταξης, που ιδρύει λόγο αναιρέσεως, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' του ΚΠοινΔ, υπάρχει όταν το Δικαστήριο της ουσίας, αποδίδει σε τέτοια διάταξη έννοια διαφορετική από εκείνη, που έχει πράγματι αυτή ή δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά, που δέχθηκε στη διάταξη που εφαρμόστηκε καθώς και όταν η διάταξη αυτή παραβιάστηκε εκ πλαγίου, για το λόγο ότι στο πόρισμα της αποφάσεως (αναγόμενο στα στοιχεία και την ταυτότητα του οικείου εγκλήματος), που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του διατακτικού με το σκεπτικό, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος από τον Άρειο Πάγο, για την ορθή ή μη εφαρμογή του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσεως.
Στην προκείμενη περίπτωση, το Τριμελές Εφετείο (Πλημμελημάτων) Θεσσαλονίκης, που δίκασε κατ' έφεση, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, όπως προκύπτει από το σκεπτικό σε συνδυασμό με το διατακτικό της, δέχθηκε, κατά την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, και ειδικότερα από τις καταθέσεις των μαρτύρων της κατηγορίας και υπερασπίσεως, που εξετάσθηκαν στο Δικαστήριο τούτο, την ανάγνωση των πρακτικών της πρωτοβάθμιας δίκης, καθώς και των εγγράφων που αναφέρονται στα πρακτικά της δίκης αυτής και από την απολογία του κατηγορουμένου στο ακροατήριο, ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: "O κατηγορούμενος όντας άτυπος εκπρόσωπος μίας ομάδας κατοίκων του ...... που εκαλείτο "......" που αντιτίθετο στην από τους πολιτικώς ενάγοντες εκτέλεση έργου παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στην περιοχή, συνέταξε και απέστειλε (ο κατηγορούμενος) κείμενο που δημοσιεύθηκε στις 13.7.2006 στην εκδιδομένη στο ...... τοπική εφημερίδα "......" και στις 17.7.2006 στην εκεί επίσης εκδιδόμενη τοπική εφημερίδα "......" στο οποίο ανέγραφε για την πρώτη εγκαλούσα ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία "...... συστήματα εκμετάλλευσης ήπιων μορφών ενέργειας" που εδρεύει στον ...... και τον νόμιμο εκπρόσωπο, Πρόεδρο του Δ.Σ. και διευθύνοντα σύμβουλο Ψ1 τα εξής "Η "......" καταγγέλλει την εταιρία "...... Α.Ε." και όργανα που υπηρετούν σε φορείς της κρατικής εξουσίας, τα οποία τρομοκρατούν τους πολίτες του ...... με σκοπό να εξυπηρετηθούν τα συμφέροντα της ανωτέρω εταιρίας μέσα από τις παράνομες ενέργειες τους.
Συγκεκριμένα αστυνομικοί του Α. Γ. Αριδαίας προέβησαν σε συλλήψεις κατοίκων του ...... με εντελώς παράνομο και παράδοξο τρόπο. Τέτοιου είδους συλλήψεις γίνονταν στην διάρκεια του εμφυλίου πολέμου και κατά την διάρκεια της δικτατορίας του 1967. Επίσης ασκούν άμεση και έμμεση ψυχολογική βία προς τους κατοίκους του ......, προκειμένου να κάμψουν την αντίσταση τους στις παράνομες ενέργειες των εμπλεκομένων κρατικών υπηρεσιών. Παράλληλα, άλλοι φορείς θέτουν ευθέως θέμα αμφισβήτησης των περιουσιών των ντόπιων κατοίκων του ......, όπως και των ντόπιων κατοίκων της ευρύτερης περιοχής, όπου δεν υπάρχουν τίτλοι ιδιοκτησίας. Εμείς στον αγώνα μας με πλήθος εγγράφων προς τους φορείς αυτούς ζητήσαμε να ελεγχθούν οι παράνομες ενέργειες της ανωτέρω εταιρίας και των φορέων της κρατικής εξουσίας που έχουν σχέση με την εγκατάσταση Υ/Η σταθμού μέσα στο ...... . Χαρακτηριστικά αναφέρουμε: 1. Παράνομη έγκριση επέμβασης σε ιδιωτικές εκτάσεις 2. Καταπάτηση ιδιωτικών εκτάσεων και κοινοτικού δρόμου 3. Παράνομα έγκριση επέμβασης σε πλημμυρική κοίτη χειμάρρου 4. Παράνομη έκδοση οικοδομικής άδειας σε πλημμυρική κοίτη χειμάρρου 5. Παράνομο μπάζωμα χειμάρρου. Όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς δεν έλαβαν υπ' όψιν τους τις καταγγελίες μας και δεν προέβησαν σε καμία ενέργεια για να ελέγξουν και να σταματήσουν τις παρανομίες. Φαίνεται ολοκάθαρα ότι υπάρχει διαπλοκή μεταξύ του ιδιώτη επιχειρηματία και των κρατικών υπηρεσιών...". Περαιτέρω απεδείχθη ότι από το ανωτέρω δημοσιευθέν κείμενο οι μεν περικοπές που αναφέρονται σε άσκηση τρομοκρατίας εκ μέρους των πολιτικώς εναγόντων με την συνδρομή "φορέων της κρατικής εξουσίας" και "συλλήψεις κατοίκων του ...... με εντελώς παράνομο και παράδοξο τρόπο", καθώς και εκείνες που αναφέρονται στο ότι "υπάρχει διαπλοκή μεταξύ του ιδιώτη επιχειρηματία και των κρατικών υπηρεσιών ..." είναι ψευδείς και ο κατηγορούμενος γνώριζε το ψεύδος τους. Η γνώση του δε αυτή κατάμαρτυρείται από το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος εάν όντως πίστευε στην αλήθεια των παραπάνω ισχυρισμών του ασφαλώς θακατάμήνυε τα ως άνω "τρομοκρατούντα" και "διαπλεκόμενα" άτομα (εγκαλούντες και κρατικά όργανα) πράγμα το οποίο δεν έπραξε. Και προέβη στις παραπάνω δημοσιεύσεις με σκοπό να βλάψει την τιμή και υπόληψη των εγκαλούντων απορριπτόμενου του αυτοτελούς ισχυρισμού περί του ότι προέβη στην παραπάνω δημοσίευση από δικαιολογημένο ενδιαφέρον αφούαυτές οι δημοσιεύσεις κατά τις παραπάνω περικοπές τουςδεν ήσαν αναγκαίες για να εκφράσει ο κατηγορούμενος το ενδιαφέρον του για το περιβάλλον και το γενικότερο συμφέρον των κατοίκων της περιοχής. Κατά συνέπεια πρέπει να κηρυχθεί ένοχος συκοφαντικής δυσφημίσεως για τις παραπάνω μόνο περικοπές του κειμένου που συνέταξε και παρέδωσε προς δημοσίευση στις παραπάνω δύο εφημερίδες. Αντίθετα για τα υπόλοιπααναφερόμενα και καταγγελλόμενα εις βάρος των πολιτικώς εναγόντων θα πρέπει να κηρυχθεί αθώος καθόσον προέκυψε ότι αυτά ήσαν μεν κατά βάση αναληθή και δυσφημιστικά πλην όμως δεν απεδείχθη ότι αυτός γνώριζε την αναλήθειά τους και εν όψει δε του ότι κατά την εκτέλεση του έργου είχε αφενός επηρεασθεί κατά τι η κοίτη παρακείμενου χειμάρρου από πτώση χωμάτων χωρίς να έχει αυτός "μπαζωθεί" και αφετέρου είχε δημιουργηθείκαι "ζήτημα" ιδιοκτησιακό από κατοίκους της περιοχής προβάλλοντες δικαιώματα κυριότητας σε περιοχές όπου θα εκτελείτο μέρος του έργου, αυτός προέβη με όσα αναφέρονται στις σχετικές περικοπές του δημοσιεύματος του από δικαιολογημένο οικολογικό ενδιαφέρον του προςδιαφύλαξη των υδάτινων πόρων της περιοχής και των εν γένει συμφερόντων των ομοχωρίων του και της ομάδας που εκπροσωπούσε. Συνάμα δε με τις παραπάνω περικοπές δεν προέκυψε σκοπός εξύβρισης των πολιτικώς εναγόντων. Σύμφωνα λοιπόν με όλα τα παραπάνω αυτός θα πρέπει να κηρυχθεί αθώος για τις αμέσως ανωτέρω αναφερόμενες περικοπές των δημοσιευμάτων του και ένοχος για τις εις στην αρχή του παραπάνω σκεπτικού διαλαμβανόμενες κατά τα και εις το διατακτικό της παρούσης διαλαμβανόμενα". Στη συνέχεια, το Δικαστήριο της ουσίας, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, κήρυξε τον κατηγορούμενο-αναιρεσείοντα, ένοχο δύο πράξεων, της πράξεως της συκοφαντικής δυσφήμησης δια του Τύπου, τόσον της ανώνυμης εταιρίας, όσον και του φυσικού προσώπου Ψ2, νομίμου εκπροσώπου, ιδρυτή και μεγαλομετόχου της άνω εταιρίας, κατ' εξακολούθηση και τον καταδίκασε σε συνολική ποινή φυλακίσεως τεσσάρων μηνών, την οποία μετέτρεψε σε χρηματική προς 5 ευρώ την ημέρα.
Με αυτά που δέχθηκε, το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, δε διέλαβε στην απόφασή του, την απαιτούμενη από τα άρθρα 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, σε σχέση με το υποκειμενικό στοιχείο του απαιτούμενου αμέσου δόλου, όπως αναπτύχθηκε παραπάνω, δηλαδή της γνώσεως του κατηγορουμένου για την αναλήθεια των επίμαχων, στα δύο δημοσιεύματα δια των τοπικών εφημερίδων ......, συκοφαντικών ισχυρισμών, ότι "η εν λόγω ανώνυμη εταιρία και ο νόμιμος εκπρόσωπος, πρόεδρος του ΔΣ και διευθύνων σύμβουλος αυτής Ψ1, διαφθείρουν δημόσιους λειτουργούς και έχουν ολοκάθαρα διαπλοκή με κρατικές υπηρεσίες, οι οποίες με εντελώς παράνομο και παράδοξο τρόπο, δεν λαμβάνουν υπόψη τις καταγγελίες της ......, δε σταματούν τις παρανομίες της εταιρίας, προβαίνουν σε συλλήψεις και τρομοκρατούν τους πολίτες - κατοίκους του ...... και ασκούν άμεση και έμμεση ψυχολογική βία προς αυτούς, προκειμένου να κάμψουν την αντίστασή τους στις παράνομες ενέργειές τους, για λήψη άδειας λειτουργίας εργοστασίου - σταθμού Υ/Η στο άνω χωριό τους", αφού δεν εκτίθενται σ' αυτήν συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά από τα οποία προκύπτει η γνώση του κατηγορουμένου περί της αναλήθειας των παραπάνω δια των δημοσιευμάτων διαδοθέντων συκοφαντικών ισχυρισμών. Μάλιστα το Δικαστήριο στο αιτιολογικό του, για να στηρίξει την κρίση του περί συνδρομής του δόλου του κατηγορουμένου, αναφέρεται αποκλειστικά και αρκείται σε υποθετικό συλλογισμό, εκθέτοντας ότι "η γνώση του κατηγορουμένου καταμαρτυρείται από το γεγονός ότι αυτός, εάν όντως πίστευε στην αλήθεια των παραπάνω ισχυρισμών του, ασφαλώς θα καταμήνυε τα ως άνω τρομοκρατούντα και διαπλεκόμενα άτομα (εγκαλούντες και κρατικά όργανα) πράγμα το οποίο δεν έπραξε". Περαιτέρω, το Δικαστήριο, στο ίδιο αιτιολογικό του, εμπεριέχει αντίφαση, διότι, χωρίς ιδιαίτερη αιτιολόγηση της γενόμενης διακρίσεως του υποκειμενικού στοιχείου, από το όλο περιεχόμενο των ταυτόσημων δύο δημοσιευμάτων στις τοπικές εφημερίδες του ......, που απεστάλησαν από τον κατηγορούμενο, ηγούμενο άτυπης οικολογικής οργάνωσης, ονομαζόμενης "......", δέχεται συνδρομή γνώσεως της αναλήθειας, για μέρος από τις περικοπές που αναφέρονται "σε άσκηση τρομοκρατίας εκ μέρους των πολιτικώς εναγόντων με τη συνδρομή φορέων της κρατικής εξουσίας, σε συλλήψεις κατοίκων με εντελώς παράνομο και παράδοξο τρόπο και σε υπάρχουσα διαπλοκή μεταξύ ιδιώτη επιχειρηματία και των κρατικών υπηρεσιών", ενώ για άλλες περικοπές των ίδιων δημοσιευμάτων που αναφέρονται στις ίδιες καταγγελίες για το ίδιο ζήτημα της εγκαταστάσεως στο χωριό του κατηγορουμένου εκ μέρους της ανώνυμης εταιρίας των εναγόντων σταθμού Υ/Η ενέργειας και δη "σε παράνομη έγκριση επέμβασης σε ιδιωτικές εκτάσεις, σε καταπάτηση ιδιωτικών εκτάσεων, σε παράνομη έγκριση επέμβασης σε πλημμυρική κοίτη χειμάρρου και σε παράνομο μπάζωμα χειμάρρου", δέχεται απλώς ότι δεν αποδείχθηκε ότι ο κατηγορούμενος γνώριζε την αναλήθεια αυτών και ότι αυτός κινήθηκε από δικαιολογημένο οικολογικό ενδιαφέρον προς διαφύλαξη των υδάτινων πόρων της περιοχής ...... και των εν γένει συμφερόντων των ομοχωρίων του και της ομάδας που εκπροσωπούσε, συνάμα δε και ότι για τις άνω τελευταίες περικοπές δεν προέκυψε καν σκοπός εξυβρίσεως των πολιτικώς εναγόντων, και για τούτο κήρυξε τον κατηγορούμενο αθώο.
Συνεπώς, οι από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ' και Ε' του ΚΠοινΔ, τρίτος και τέταρτος λόγοι αναιρέσεως, είναι βάσιμοι.
Μετά ταύτα, παρελκούσης της έρευνας των λοιπών λόγων αναιρέσεως, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως στο σύνολό της, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο που την εξέδωσε, αφού είναι δυνατή η συγκρότησή του από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως (άρθρο 519 ΚΠοινΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Αναιρεί τη με αριθμ. 3.356/2007 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Θεσσαλονίκης. Και

Παραπέμπει την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, που θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους, οι οποίοι δίκασαν προηγουμένως.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 3 Απριλίου 2009.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του στις 24 Απριλίου 2009.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή