Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1842 / 2008    (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Υπέρβαση εξουσίας, Αναιρέσεων συνεκδίκαση, Πολιτική αγωγή, Καθυστέρηση αποδοχών εργαζομένου.




Περίληψη:
Συνεκδίκαση τεσσάρων αιτήσεων αναιρέσεως. Έφεση του Εισαγγελέα. Πρέπει να αιτιολογείται ειδικά και εμπεριστατωμένα, άλλως απορρίπτεται ως απαράδεκτη. Διαφορετικά το δικαστήριο υποπίπτει σε θετική υπέρβαση εξουσίας. Αποδοχές εργαζομένων (παράβαση της παρ. 1 του άρθρου μόνου του ΑΝ 690/1945, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 8 παρ. 1 του Ν. 2336/1995). Πότε είναι αιτιολογημένη η καταδικαστική απόφαση. Πολιτική αγωγή. Δεν νομιμοποιείται ως πολιτικώς ενάγων ο εργαζόμενος. Αν παραστάθηκε στην πρωτόδικη απόφαση, αλλά όχι και στην δευτεροβάθμια, δεν ιδρύεται λόγος αναίρεσης για απόλυτη ακυρότητα, έστω και αν του επιδικάστηκε χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Η σχετική όμως διάταξη απαλείφεται. Λόγος αναίρεσης διότι δεν προκύπτει αν λήφθηκαν υπόψη τα αναγνωσθέντα έγγραφα (είναι αβάσιμος). Αναιρεί για υπέρβαση εξουσίας, λόγω αοριστίας της έφεσης του Εισαγγελέα, ως προς τους τρεις πρώτους αναιρεσείοντες (χωρίς να παραπέμπει). Απορρίπτει την αναίρεση ως προς τον τέταρτο.





Αριθμός 1842/2008


ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ


ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ


Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Κούκλη, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη (κωλυομένου του Αντιπροέδρου Αρείου Πάγου Γεωργίου Σαραντινού), ο οποίος ορίσθηκε με τη με αριθμό 57/01.4.2008 Πράξη του Προέδρου του Αρείου Πάγου, Βασίλειο Λυκούδη - Εισηγητή, Ανδρέα Τσόλια, Ιωάννη Παπουτσή και Νικόλαο Ζαΐρη, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 13 Μαΐου 2008, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα Αρείου Πάγου Δημητρίου - Πριάμου Λεκκού (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει τις αιτήσεις των αναιρεσειόντων - κατηγορουμένων: 1) Χ1, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Κωνσταντίνο Φωκά, 2) Χ2, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Αθανάσιο Ζαχαριάδη, 3) Χ3 και 4) Χ4 και ήδη κρατούμενου στη Δικαστική Φυλακή Λάρισας,οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Κωνσταντίνο Φωκά, για αναίρεση της με αριθμό 13.667/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης. Με πολιτικώς ενάγοντα τον Ψ1, που δεν παρέστη. Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή και οι αναιρεσείοντες - κατηγορούμενοι ζητούν την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται α) στις από 4/ 16-1-2008 και 2/15-1-2008, 5/16-1-2008 και 3/16-1-2008, αντίστοιχα, αιτήσεις τους περί αναιρέσεως και β) στο από 23 Απριλίου 2008 δικόγραφο προσθέτων λόγων αναιρέσεως του δευτέρου αναιρεσείοντος, που καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 203/2008.
Α φ ο ύ ά κ ο υ σ ε Τους πληρεξούσιους δικηγόρους των αναιρεσειόντων, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα Αρείου Πάγου, που πρότεινε να απορριφθούν οι προκείμενες αιτήσεις αναιρέσεως, καθώς και οι πρόσθετοι λόγοι αναιρέσεως.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Οι κρινόμενες 4/ 16-1-2008, 2/15-1-2008, 5/16-1-2008 και 3/16-1-2008 αιτήσεις αναιρέσεως των 1) Χ1, 2) Χ2, 3) Χ3 και 4) Χ4 και ήδη κρατούμενου των Δικαστικών Φυλακών Λαρίσης, καθώς και οι από 23-4-2008 πρόσθετοι λόγοι του δευτέρου, κατά της 13667/6-11-2007 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης, έχουν ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως, και πρέπει να συνεκδικασθούν, ως συναφείς.

ΙΙ. Aπό τις διατάξεις των άρθρων 474, 476 και 498 ΚΠΔ, προκύπτει ότι η έκθεση που περιέχει τη δήλωση άσκησης του ένδικου μέσου της έφεσης πρέπει καταρχήν να περιέχει ορισμένο λόγο, όπως η κακή εκτίμηση των αποδείξεων. Ειδικά, προκειμένου για έφεση του εισαγγελέα κατά αθωωτικής απόφασης, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 486 παρ.3, που προστέθηκε με το άρθρο 2 παρ.19β του Ν. 2408/1996, "η άσκηση έφεσης από τον εισαγγελέα πρέπει να αιτιολογείται ειδικά και εμπεριστατωμένα στη σχετική έκθεση (άρθ. 498), άλλως η έφεση απορρίπτεται ως απαράδεκτη". Από τη διατύπωση αυτή προκύπτει, ότι η αξιούμενη αιτιολόγηση της έφεσης που ασκείται από τον εισαγγελέα κατά αθωωτικής απόφασης, αποτελεί πρόσθετο τυπικό όρο του κύρους του ενδίκου αυτού μέσου και αξιώνει από τον εισαγγελέα ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία των λόγων της έφεσης, δηλαδή, πρέπει να εκτίθενται σε αυτή με σαφήνεια και πληρότητα οι συγκεκριμένες πραγματικές ή νομικές πλημμέλειες που αποδίδονται στην προσβαλλόμενη απόφαση. Μόνη δε η παράθεση στην έκθεση έφεσης των αποδεικτικών στοιχείων, από τα οποία προκύπτει ενοχή του κατηγορουμένου και εντεύθεν εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, δεν αρκεί κατά το νόμο για την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της έφεσης του Εισαγγελέα κατά της αθωωτικής απόφασης, εφόσον δεν αντικρούει με συλλογισμούς και σε συνδυασμό με τα αποδεικτικά μέσα την κρίση του δικαστηρίου περί της αθωότητος του κατηγορουμένου. Αν η έφεση δεν έχει τέτοια αιτιολογία και παρά ταύτα το δευτεροβάθμιο δικαστήριο την κρίνει παραδεκτή και εξετάζοντας την ουσία της υπόθεσης καταλήγει την καταδίκη του κατηγορουμένου, υποπίπτει σε θετική υπέρβαση εξουσίας, που ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Η του ΚΠΔ λόγο αναίρεσης. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την 5119/30-1-2007 απόφασης του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης και τα πρακτικά της, οι κατηγορούμενοι 1) Χ1 2) Χ2 και 3) Χ3, κηρύχθηκαν αθώοι του πλημμελήματος της παράβασης του άρθρου μόνου του Α.Ν. 690/1945, ενώ ο κατηγορούμενος Χ4 και ήδη κρατούμενος των Δικαστικών Φυλακών Λαρίσης, κηρύχθηκε ένοχος της πράξεως αυτής . Ειδικότερα οι τρείς πρώτοι κηρύχθηκαν αθώοι 1) Ο Χ1 για το ότι δεν κατέβαλε στον Ψ1που εργαζόταν ως δημοσιογράφος-παρουσιαστής ειδήσεων στην εταιρεία "ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΗ ΠΙΕΡΙΑΣ ΑΕ - ΒΕST NEWS " την κανονική άδεια, επίδομα, άδειας και Δώρο Χριστουγέννων έτους 2001, Δώρο Πάσχα, Κανονική άδεια, επίδομα άδειας και Δώρο Χριστουγέννων 2002, Δώρο Πάσχα, Κανονική άδεια και επίδομα άδειας έτους 2003 συνολικού ποσού 17.250 ευρώ 2) ο Χ2 για το ότι 1) δεν κατέβαλε στον Ψ1 που εργαζόταν ως δημοσιογράφος - παρουσιαστής εκπομπής στην ανωτέρω εταιρεία, την κανονική άδεια, το επίδομα άδειας και το Δώρο Χριστουγέννων 2002, το Δώρο Πάσχα, Δώρο Χριστουγέννων, κανονική άδεια και επίδομα άδειας 2003, ποσού συνολικού 19.550 ευρώ και 2) δεν κατέβαλε στον Ψ1 που εργάστηκε ως διευθυντής ειδήσεων και ενημέρωσης στην άνω εταιρεία 19 μισθούς (από 1/12/03 ~ 30/6/05), Δώρο Πάσχα, Δώρο Χριστουγέννων, κανονική άδεια και επίδομα άδειας έτους 2004 και Δώρο Πάσχα 2005, ήτοι συνολικά 40.500 ευρώ και 3) ο Χ3 για το ότι δεν κατέβαλε στον Ψ1 που εργάστηκε στην εταιρεία "ΒΕΡΟΙΑ-ΡΑΔΙΟ ΤV - ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ ΒΟΡΕΙΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΑΕ - TV ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ" ως παρουσιαστής εκπομπής, 7 1/2 μισθούς από 15/11/04 έως 30/6/05, Δώρο Πάσχα 2005 και κανονική άδεια και επίδομα άδειας 2004 συνολικά 21.850 ευρώ. Κατά της απόφασης αυτής η Αντεισαγγελέας Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης Σοφία Πετράκη, άσκησε εμπροθέσμως την από 8-2-2007 έφεση, για την οποία συντάχθηκε η 400/2007 σχετική έκθεση, διότι "το δικαστήριο έσφαλε μη αναγνωρίζοντας την ευθύνη καταβολής των ανωτέρω οφειλών στους παραπάνω τρείς κατηγορουμένους...". Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης, που δίκασε ως εφετείο, προέβη στην εκδίκαση της υποθέσεως και κήρυξε, ενόχους όλους τους κατηγορουμένους αναιρεσείοντες (ομοφώνως τον 3ο και 4ο και κατά πλειοψηφία τον 1ο και 2ο) και επέβαλε ποινή φυλάκισης 3 μηνών και χρηματική ποινή 4.000 ευρώ στον πρώτο, ποινή φυλάκισης 3 μηνών και χρηματική ποινή 12.000 ευρώ στον δεύτερο, ποινή φυλάκισης 6 μηνών και χρηματική ποινή 6.000 ευρώ στον τρίτο και ποινή φυλάκισης 6 μηνών και χρηματική ποινή 5.000 ευρώ στον τέταρτο (Χ4), ανέστειλε δε την εκτέλεση επί τριετία την ποινή φυλάκισης των τριών πρώτων, ενώ μετέτρεψε αυτή σε χρηματική προς 5 ευρώ ημερησίως για τον τέταρτο. Στην προαναφερόμενη έκθεση εφέσεως, όπως από το περιεχόμενό της προκύπτει, η πιο πάνω Αντεισαγγελέας δήλωσε ότι εφεσιβάλλει την 5119/2007 απόφαση του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου, κατά το μέρος που κηρύχθηκαν αθώοι οι πιο πάνω κατηγορούμενοι, για την προαναφερόμενη πράξη, διότι, όπως αναφέρεται στην έκθεση αυτή, "το δικαστήριο έσφαλε μη αναγνωρίζοντας την ευθύνη καταβολής των ανωτέρω οφειλών στους παραπάνω τρεις κατηγορουμένους, οι οποίοι ήταν νόμιμοι εκπρόσωποι των επιχειρήσεων που εργάστηκε ο Ψ1, ο μεν Χ1 κατά το χρονικό διάστημα από 11/12/01 έως 4/7/03, ο δε Χ2 από 13/9/02 (βλ ΦΕΚ 2786/04) έως και το έτος 2005 και ο Χ3 κατά το διάστημα από 15/11/04 έως 30/6/05, όπως προκύπτει από τα ΦΕΚ που αναγνώστηκαν στο ακροατήριο. Την κατά νόμο υποχρέωση καταβολής των οφειλόμενων οι ανωτέρω δύο κατηγορούμενοι ομολόγησαν ότι την εγνώριζαν. Οι ανωτέρω ήταν συνυπεύθυνοι για τη διαχείριση των ανωτέρω εταιρειών και εμφανίζονταν να συνεργάζονται με τον Χ4 προς τούτο (βλ. κατάθεση Ψ1). Κατά, τα ΦΕΚ είχαν αποφασιστική αρμοδιότητα στη διοίκηση των εταιρειών, γνώριζαν ότι όφειλαν και αποδέχθηκαν την μη καταβολή των ανωτέρω οφειλών στον εγκαλούντα. Μάλιστα εκλέχθηκαν οι δύο πρώτοι δύο φορές στο ΔΣ της εταιρείας "ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΗ ΠΙΕΡΙΑΣ Α.Ε.", ο δε Χ2 ήταν αυτός που προσλάμβανε εργαζομένους (βλ. ιδιωτικό συμφωνητικό σύμβαση εργασίας), εμφανίζεται να διακινεί επιταγές και να καταβάλει στον εγκαλούντα εκπρόθεσμα μέρος των οφειλομένων (βλ. από ... απόδειξη), Κατ' ακολουθία εσφαλμένα το δικαστήριο έκρινε τους ανωτέρω αθώους, ενώ έπρεπε να τους κρίνει ενόχους για τις παραπάνω πράξεις και να τους επιβάλει τις αντίστοιχες ποινές, αφού ήταν κατά νόμο υπόχρεοι (ΑΝ 690/45) για την καταβολή των παραπάνω".
Η πιο πάνω αιτιολογία της έφεσης δεν είναι ειδική και εμπεριστατωμένη, αφού δεν εκτίθενται με σαφήνεια και πληρότητα οι συγκεκριμένες πραγματικές πλημμέλειες, που αποδίδονται στην προσβαλλόμενη απόφαση, με την οποία οι κατηγορούμενοι - αναιρεσείοντες κηρύχτηκαν αθώοι για την πιο πάνω πράξη και, επιπλέον, δεν εκτίθενται τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία και ένεκα των οποίων υφίσταται η συνδρομή των αντικειμενικών και των υποκειμενικών όρων της ως άνω αξιόποινης πράξης. Ειδικότερα, η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων συνιστά μεν λόγο εφέσεως, πρέπει όμως να προσδιορίζονται τα συγκεκριμένα αποδεικτικά μέσα που έλαβε υπόψη του το Δικαστήριο και οι συγκεκριμένες πλημμέλειες της αποφάσεως ως προς την εκτίμηση αυτών των αποδείξεων. Στην κρινόμενη υπόθεση, όπως προκύπτει από την επιτρεπτή επισκόπηση της εκκαλούμενης απόφασης και των πρακτικών της δίκης επί της οποίας αυτή εκδόθηκε, το Δικαστήριο προκειμένου να οδηγηθεί στην απαλλακτική για τους κατηγορούμενους κρίση του έλαβε υπόψη του τις καταθέσεις των μαρτύρων που εξετάστηκαν, τα έγγραφα που αναγνώσθηκαν στο ακροατήριο και τις απολογίες των κατηγορουμένων - αναιρεσειόντων, που ήταν παρόντες κατά την διαδικασία.
Συνεπώς, εφόσον ο μοναδικός λόγος της έφεσης αφορά την εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, προκειμένου να είναι ειδικά και εμπεριστατωμένα αιτιολογημένη η έφεση, πρέπει να μνημονεύονται, έστω και κατ' είδος, τα αποδεικτικά μέσα που έλαβε υπόψη του το Δικαστήριο και οι συγκεκριμένες πλημμέλειες ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων αυτών, καθώς και τα κατ' ορθή εκτίμηση αυτών πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία, ένεκα των οποίων υφίσταται η συνδρομή των αντικειμενικών και των υποκειμενικών όρων της αξιόποινης πράξης για την οποία κρίθηκαν αθώοι οι κατηγορούμενοι. Στην προκειμένη όμως περίπτωση στη έφεση του Εισαγγελέα δεν μνημονεύονται οι αποδείξεις που έλαβε υπόψη του το Δικαστήριο (πλην των πιο κάτω αναφερομένων), ούτε γίνεται αναφορά ότι με βάση τις αποδείξεις αυτές προκύπτουν περιστατικά που θεμελιώνουν την ενοχή των κατηγορουμένων για την παράβαση του ΑΝ 690/45 και, επομένως, αυτοί, κατ' εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, κρίθηκαν αθώοι. Οι αποδείξεις που οδηγούν, κατά τον εκκαλούντα Εισαγγελέα, στην καταδικαστική για τους κατηγορουμένους κρίση, στηρίζονται αποκλειστικά στα αναφερόμενα στην έφεση έγγραφα, ήτοι στο ΦΕΚ 2786/04, "τα ΦΕΚ που αναγνώστηκαν στο ακροατήριο", στην "από .... απόδειξη", στο "ιδιωτικό συμφωνητικό σύμβασης εργασίας", (που όμως δεν φέρεται στα πρακτικά της δίκης ότι αναγνώστηκε), στην "κατάθεση μάρτυρα πολιτικής αγωγής ...... και στο ότι οι Χ1 και Χ2 ομολόγησαν ότι γνώριζαν "την κατά νόμο υποχρέωση καταβολής των οφειλομένων" . Το Μονομελές όμως Πρωτοδικείο, έλαβε υπόψη του, εκτός από τα αποδεικτικά αυτά μέσα, και τις καταθέσεις των μαρτύρων που εξετάστηκαν και όλα τα έγγραφα που αναγνώστηκαν, ήτοι 1) Δελτίο εργατικής διαφοράς υπ' αριθμ. ..., 2) Δελτίο εργατικής διαφοράς υπ' αριθμ. ...., 3) Βεβαίωση οφειλής - ασφαλιστική ενημερότητα ΙΚΑ, 4) Υπ' αριθμ. .... αναφορά Α.Σ. Χαλάστρας, 5) Οι από ..... και ...5 συναλλαγματικές, 6) Τα από .... έγγραφα, 7) Η από ... - απόδειξη παροχής υπηρεσιών, 8) Το από .... έγγραφο ΙΚΑ, 9) Το από .... έγγραφο Πολυγύρου - τομέας παραγωγικών δραστηριοτήτων, 10) Η αίτηση ορισμού προσωρινής διοίκησης, 11) Τα από ... και .... ιδιωτικά συμφωνητικά συνεργασίας, 12) Απόδειξη ποσού 1.500 ευρώ, και 13) Έγγραφο της "ΌΛΥΜΠΟΣ ΤV" - Περιφερειακός τηλεοπτικός σταθμός Κεντρικής Μακεδονίας. Από τα αποδεικτικά αυτά μέσα, σύμφωνα με τις παραδοχές της αθωωτικής αυτής απόφασης, προέκυπτε μεν, ότι οι πιο πάνω τρεις κατηγορούμενοι ενεργούσαν ως εκπρόσωποι των αναφερομένων στην απόφαση εταιρειών με αρμοδιότητες ελέγχου και γενικής επίβλεψης των εργαζομένων, "χωρίς ωστόσο διαχειριστικές οικονομικές δραστηριότητες, τις οποίες ασκούσε αποκλειστικά ο Χ4, ενώ οι ίδιοι ήταν κατ' ουσίαν ¨αχυράνθρωποι", τους οποίους ο ανωτέρω χρησιμοποιούσε για κάποια χρονικά διαστήματα προς συμπλήρωση του Δ.Σ. του ομίλου του" και ότι "οι εντολές για πληρωμή των εργαζομένων διδόταν από τον Χ4, τις οποίες εκτελούσαν οι κατηγορούμενοι, ως διοικητικά όργανα του σταθμού. Άλλωστε και οι ίδιοι οι κατηγορούμενοι δεν πληρώθηκαν τα δεδουλευμένα τους από τον Χ4, όταν ο τελευταίος τους ανακοίνωσε ότι θα παύσουν οι πληρωμές λόγω οικονομικών δυσχερειών του ομίλου και σε καμία περίπτωση δεν προέκυψε ότι οι τελευταίοι είχαν την ευχέρεια να σηκώσουν χρήματα από το ταμείο των σταθμών, προκείμενου να καταβάλουν τα οφειλόμενα στον πολιτικώς ενάγοντα ...." . Τα πραγματικά αυτά περιστατικά που οδήγησαν το πρωτόδικο Δικαστήριο στην αθωωτική για τους πιο πάνω τρεις κατηγορουμένους κρίση του, προέκυπταν από το σύνολο των πιο πάνω αποδεικτικών στοιχείων και ιδιαίτερα από τα αποδεικτικά μέσα που ειδικώς μνημονεύει στο σκεπτικό του και τα οποία ουδόλως αναφέρονται στην έφεση που ασκήθηκε από την εκκαλούσα Αντεισαγγελέα, ούτε αυτή αντικρούει με συλλογισμούς την περί της αθωότητας των εν λόγω κατηγορουμένων κρίση του πιο πάνω Δικαστηρίου, ώστε να προκύπτει ότι το Δικαστήριο εκτίμησε εσφαλμένα τα αποδεικτικά αυτά μέσα.
Επομένως, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο, που δίκασε ως Εφετείο, με τον να δεχθεί ως παραδεκτή την ανωτέρω έφεση, και προχωρήσει στην εξέταση της ουσίας της υπόθεσης και να κηρύξει ενόχους και τους τρεις αυτούς κατηγορουμένους αναιρεσείοντες, υπερέβη θετικά την εξουσία του. Πρέπει, συνεπώς, να γίνει δεκτός ως βάσιμος ο σχετικός δεύτερος λόγος των υπό κρίση αιτήσεων των αναιρεσειόντων Χ1, και του Χ3, και ο πρώτος πρόσθετος λόγος του αναιρεσείοντος Χ2 και να αναιρεθεί η προσβαλλομένη απόφαση, ως προς αυτούς. Αφού δε η απόφαση αυτή αναιρείται λόγω του απαραδέκτου της εφέσεως του Εισαγγελέα και η πρωτόδικη απόφαση είναι αθωωτική, δεν συντρέχει περίπτωση παραπομπής της υποθέσεως, ως προς τους τρεις αυτούς αναιρεσείοντες, κατ' άρθρο 519 Κ.Π.Δ., για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο.


ΙΙΙ. Οι διατάξεις της παρ.1 του άρθρου μόνου του ΑΝ 690/1945, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 8 παρ.1 του Ν.2336/1995, επιβάλλουν ποινικές κυρώσεις κατά των εργοδοτών, διευθυντών, εκπροσώπων επιχειρήσεων κλπ, οι οποίοι δεν καταβάλλουν εμπρόθεσμα τις οφειλόμενες στους εργαζομένους, συνεπεία της συμβάσεως ή της σχέσεως εργασίας, πάσης φύσεως αποδοχές. Με τις διατάξεις αυτές θεσπίζεται ποινικό αδίκημα μόνο για την καθυστέρηση καταβολής των οφειλόμενων από τη σύμβαση ή τη σχέση εργασίας αποδοχών, προκειμένου να διασφαλισθεί η έγκαιρη καταβολή αυτών στους δικαιούχους και δεν δημιουργείται πρωτογενής αξίωση των εργαζομένων για πληρωμή των αποδοχών τους.
Συνεπώς η παραβίαση των ανωτέρω διατάξεων μπορεί να θεμελιώσει αξίωση του εργαζομένου προς αποζημίωση, κατά τα άρθρα 914, 927 και 298 ΑΚ, μόνο για τη ζημία που υπέστη από το άνω αδίκημα, δηλαδή από την υπαίτια καθυστέρηση καταβολής των αποδοχών του και όχι για την πληρωμή των ίδιων των αποδοχών, έστω και αν ζητούνται ως αποζημίωση, αφού μόνη η παράλειψη του εργοδότη να καταβάλει εμπρόθεσμα τις αποδοχές δεν συνεπάγεται την απώλεια αυτών, ώστε να προκαλείται στον εργαζόμενο ισόποση με τις αποδοχές του ζημία, που να έχει ως αιτία το θεσπιζόμενο με τις διατάξεις του ΑΝ 690/1945 αδίκημα και, συνεπώς, ο εργαζόμενος δεν δύναται να διεκδικήσει από την καθυστέρηση αυτή χρηματική ικανοποίηση για προκληθείσα εξ αυτής ηθική βλάβη. Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 171 αρ.2 ΚΠΔ, απόλυτη ακυρότητα που δημιουργεί λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως, κατά το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Α του ΚΠΔ, η οποία λαμβάνεται υπόψη αυτεπαγγέλτως σε κάθε στάδιο της διαδικασίας, ακόμη και στον Άρειο Πάγο, επιφέρει και η παρά το νόμο παράσταση του ο πολιτικώς ενάγοντος στη διαδικασία του ακροατηρίου. Τέτοια ακυρότητα υπάρχει όταν δεν συντρέχουν στο πρόσωπο του πολιτικώς ενάγοντος οι όροι της ενεργητικής και παθητικής νομιμοποιήσεως για την άσκηση της πολιτικής αγωγής, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 63 και 64 του ΚΠΔ και όταν παραβιάστηκε η διαδικασία που έπρεπε να τηρηθεί σχετικά με τον τρόπο και το χρόνο ασκήσεως της υποβολής αυτής κατά το άρθρο 68 του ΚΠΔ. Άλλες πλημμέλειες στην παράσταση της πολιτικής αγωγής, όπως η επιδίκαση ποσού, λόγω ηθικής βλάβης, το οποίο δεν δικαιούται ο πολιτικώς ενάγων, δεν επάγονται απόλυτη ακυρότητα.
Στην κρινόμενη υπόθεση, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της δίκης επί της οποίας εκδόθηκε η πρωτόδικη 5119/2007 απόφαση του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης, με την οποία ο κατηγορούμενος αναιρεσείων Χ4 καταδικάστηκε για παράβαση του άρθρου μόνου του ΑΝ 690/45, ο Ψ1 δήλωσε ότι παρίσταται, ως πολιτικώς ενάγων και ζήτησε να υποχρεωθούν οι κατηγορούμενοι, μεταξύ των οποίων και ο ήδη αναιρεσείων, "να του καταβάλουν το ποσό των 44 ευρώ, με επιφύλαξη, ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που είχε υποστεί από το αδίκημα", δήλωση η οποία έγινε δεκτή και επιδικάστηκε στον πολιτικώς ενάγοντα το ποσό αυτό. Κατά την εκδίκαση της υποθέσεως ενώπιον του δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου, ο Ψ1, δεν παραστάθηκε ως πολιτικώς ενάγων, αλλά αυτός, χωρίς να δηλώσει παραίτηση από του σχετικού δικαιώματός του, εξετάσθηκε ως μάρτυρας κατηγορίας. Έτσι, το Τριμελές Εφετείο, μετά την καταδίκη του ήδη αναιρεσείοντος, επιλαμβανόμενο, κατά διάταξη του άρθρου 502 παρ. 1 εδ. τελευταίο του ΚΠΔ, της ουσιαστικής έρευνας της υποθέσεως, εξέτασε το προσβαλλόμενο κεφάλαιο της αποφάσεως και όσον αφορούσε τις απαιτήσεις του πολιτικώς ενάγοντος για χρηματική ικανοποίηση, λόγω ηθικής βλάβης και αποφάνθηκε για τη βασιμότητά αυτού, επιδικάζοντας στον παραστάντα πρωτοδίκως πολιτικώς ενάγοντα το ίδιο ποσό που του είχε επιδικασθεί. Σύμφωνα με όσα αναπτύχθηκαν πιο πάνω, η παράσταση του πολιτικώς ενάγοντος ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου δεν ήταν νόμιμη, αφού δεν συνέτρεχαν στο πρόσωπο αυτού οι όροι της ενεργητικής και παθητικής νομιμοποιήσεώς του για την άσκηση της πολιτικής αγωγής και το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο, κατά την εκδίκαση του προσβαλλόμενου κεφαλαίου της αποφάσεως που αφορούσε τις απαιτήσεις αυτού, έπρεπε να αποφανθεί σχετικώς και να μη του επιδικάσει χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Όμως απόλυτη ακυρότητα, κατ' άρθρο 171 παρ.2 του ΚΠΔ, προκύπτει από την παρά το νόμο παράσταση της πολιτικής αγωγής στη διαδικασία του ακροατηρίου, εφόσον αυτή έλαβε χώρα ενώπιον του δικαστηρίου που εξέδωσε την προσβαλλόμενη με αναίρεση απόφαση. Στην προκειμένη δε περίπτωση ο πολιτικώς ενάγων παραστάθηκε μόνο στον πρώτο βαθμό και η απόφαση του δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου, που προβαίνει στην κατ' ουσία έρευνα της υποθέσεως, χωρίς την παράσταση του πολιτικώς ενάγοντος, έστω και αν εσφαλμένα επιδικάσει σε αυτόν το πρωτοδίκως επιδικασθέν ποσό, δεν προσβάλλεται με τον αναιρετικό λόγο του άρθρου 510 παρ.1 περ. Α του ΚΠΔ . Επομένως, ο από τη διάταξη αυτή πρώτος λόγος αναίρεσης του αναιρεσείοντος Χ4, με τις περί του αντιθέτου αιτιάσεις, είναι αβάσιμος και απορριπτέος. Η καθ' υπέρβαση όμως της εξουσίας του Δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου επιδίκαση χρηματικής ικανοποιήσεως στον μη νομίμως παραστάντα ενώπιον του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου πολιτικώς ενάγοντα, ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ.1 περ. Η λόγο αναιρέσεως, ο οποίος ερευνάται και αυτεπαγγέλτως, κατ' άρθρο 511 ΚΠΔ, και πρέπει, κατά παραδοχή του λόγου αυτού, να απαλειφθεί η σχετική διάταξη της προσβαλλομένης αποφάσεως, μη συντρεχούσης περιπτώσεως παραπομπής της υποθέσεως στο Δικαστήριο που την εξέδωσε. IV. Κατά την παράγρ. 1 του άρθρου μόνου του ΑΝ. 690/1945, όπως αυτή αντικατ. με το άρθρο 8 παρ. 1 του ν. 2336/1995 "κάθε εργοδότης ή διευθυντής ή επιτετραμμένος ή με οποιονδήποτε τίτλο εκπρόσωπος οποιασδήποτε επιχείρησης, εκμετάλλευσης ή εργασίας, ο οποίος δεν καταβάλλει εμπρόθεσμα στους απασχολούμενους σε αυτόν τις οφειλόμενες συνεπεία της σύμβασης ή της σχέσης εργασίας πάσης φύσεως αποδοχές, που καθορίζονται είτε από τη σύμβαση εργασίας είτε από τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας, είτε από αποφάσεις διαιτησίας, είτε από το νόμο ή έθιμο, είτε σύμφωνα με το άρθρο 10 του ν. 3198/1955 συνεπεία της θέσεως των εργαζομένων σε κατάσταση διαθεσιμότητας, τιμωρείται κατόπιν μηνύσεως των ενδιαφερόμενων κλπ.". Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι το προβλεπόμενο από αυτή ως άνω πλημμέλημα τιμωρείται ως γνήσιο έγκλημα παράλειψης, το οποίο συντελείται ευθύς ως ο υπόχρεος παραλείψει να καταβάλει στο δικαιούχο μισθωτό τις οφειλόμενες σ' αυτόν αποδοχές ή άλλης φύσεως χορηγίες, μέσα στην προθεσμία που ορίζεται είτε από τη σύμβαση είτε από το νόμο ή το έθιμο, είτε από διοικητικές πράξεις (άρθρ. 655 ΑΚ). Εξ άλλου η απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της δικαστικής απόφασης, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ λόγο αναίρεσης, υπάρχει όταν, προκειμένου για καταδικαστική απόφαση περιέχονται σ' αυτή, με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελίωσαν και οι σκέψεις και οι νομικοί συλλογισμοί με βάση τους οποίους υπήχθησαν τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν στην ουσιαστική ποινική διάταξη που στη συγκεκριμένη περίπτωση εφαρμόσθηκε. . Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό, που αποτελούν ενιαίο σύνολο. Δεν αποτελούν όμως λόγο αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα η εσφαλμένη εκτίμηση των εγγράφων, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολόγησης κάθε αποδεικτικού στοιχείου χωριστά και η παράλειψη της αξιολογικής συσχετίσεως μεταξύ των αποδεικτικών στοιχείων, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές πλήττεται η αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας. Ειδικότερα η καταδικαστική απόφαση για παράβαση της παραπάνω διάταξης του α.ν. 690/1945 για να έχει ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία πρέπει να εκτίθενται σ' αυτή με πληρότητα και σαφήνεια, πλην των παραπάνω και η ιδιότητα του κατηγορουμένου, καθώς και αν οι οφειλόμενες αποδοχές καθορίζονταν από ατομική ή συλλογική σύμβαση εργασίας ή διαιτητική απόφαση, ή από το νόμο ή έθιμο, καθώς επίσης αν αυτές δεν καταβλήθηκαν εμπροθέσμως, πότε έπρεπε να πληρωθούν με βάση τη συμφωνία, το νόμο ή το έθιμο κλπ. Στην προκειμένη περίπτωση, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης, που δίκασε ως Εφετείο, με την προσβαλλόμενη απόφασή του καταδίκασε ομόφωνα τον αναιρεσείοντα Χ4 (όπως και τον συγκατηγορούμενό του Χ3) για παράβαση του α.ν. 690/1945 σε φυλάκιση έξι μηνών, την οποία μετάτρεψε σε χρηματική προς πέντε ευρώ ημερησίως και χρηματική ποινή 5.000 ευρώ. Το Δικαστήριο για να καταλήξει στην καταδικαστική του κρίση δέχθηκε, όπως προκύπτει από το αιτιολογικό της προσβαλλόμενης απόφασής του που συμπληρώνεται παραδεκτά από το διατακτικό της, κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη περί των πραγμάτων κρίση του, την οποία στήριξε στα αναφερόμενα κατ' είδος αποδεικτικά μέσα, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: "....Ο μάρτυς Ψ1 τον Μάρτιο 2001 προσελήφθη από τον Χ4 για να εργασθεί ως δημοσιογράφος και παρουσιαστής εκπομπής στον τηλεοπτικό σταθμό "BEST" που ανήκε στην εταιρία "ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΗ ΠΙΕΡΙΑΣ ΑΕ - BEST NEWS" της οποία κύριος μέτοχος και διευθύνων αυτήν, στην πραγματικότητα, ήταν ο παραπάνω Χ4. Στον εν λόγω τηλεοπτικό σταθμό ο παραπάνω μάρτυς εργάσθηκε έως την 30-11-2003 υπό την παραπάνω ιδιότητά του αντί μηνιαίου μισθού 2.300 ευρώ ακολούθως δε κατόπιν εντολής του ανωτέρω μετόχου ανέλαβε καθήκοντα Δ/ντη ειδήσεων και ενημέρωσης αντί μηναίου μισθού 1800 ευρώ. Υπό την ιδιότητά του αυτή παρείχε τις υπηρεσίες του στην άνω εργοδότιδα έως την 30-6-2005................. Τέλος αποδείχθηκε ότι ο εγκαλών κατά το χρονικό διάστημα από 1-1-2004 έως 14-11-2004 εργάσθηκε με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας και με την προαναφερθείσα ιδιότητα στο τηλεοπτικό σταθμό "ΟRION TV" αντί μηνιαίου συμφωνημένου ποσού 2.300 ευρώ Δ/νων Σύμβουλος και νόμιμος εκπρόσωπος της εταιρείας αυτής ήταν κατά το άνω διάστημα ο προαναφερθείς κατηγορούμενος Χ4. Ο τελευταίος υπό την ιδιότητά του αυτή δεν κατέβαλε και στο τέλος κάθε μήνα στον παραπάνω μισθωτό τις δεδουλευμένες αποδοχές των μηνών Οκτωβρίου και Νοεμβρίου 2004, ύψους 3.450 ευρώ συνολικά, το επίδομα εορτών του Πάσχα 2004 ύψους 1.150 ευρώ που έπρεπε να καταβληθεί την Μ. Τετάρτη 2004 έτους, τις αποδοχές αδείας και το επίδομα αδείας 2004 που σε κάθε περίπτωση έπρεπε να καταβληθεί, έως την 31-12-2004 και ανερχόταν στο ποσό των 3.450 ευρώ συνολικά ως και το επίδομα εορτών Χριστουγέννων 2004 ύψους 2.300 ευρώ που έπρεπε να καταβληθεί έως την 21η Δεκεμβρίου 2004. Με τις σκέψεις αυτές ο κατηγορούμενος αναιρεσείων Χ4 κηρύχθηκε ένοχος του ότι στη Θεσσαλονίκη, κατά το χρονικό διάστημα από 31-12-2001 έως 31-12-2005, με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος, ως εργοδότης και δη: ως νόμιμος εκπρόσωπος και Δ/νων Σύμβουλος της Α.Ε. με την επωνυμία "ΟΠΤΙΚΟΑΚΟΥΣΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ Α.Ε.- ORION Τ.V." δεν κατέβαλε εμπρόθεσμα, δηλαδή μέχρι και της παραπάνω χρονολογίας, σ' αυτόν που απασχολήθηκε απ' αυτούς με μισθό, τις οφειλόμενες από τη σχέση εργασίας αποδοχές και χορηγίες που καθορίστηκαν από τη μεταξύ τους σύμβαση εργασίας αφενός και άρθρου 3§16 Ν. 4504/66 "περί επιδόματος αδείας", του Α.Ν. 539/45 "περί αδείας", της αριθμ. 19040/81 απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας "περί χορηγήσεως επιδόματος εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα" αφ' ετέρου και συγκεκριμένα δεν κατέβαλε στον Ψ1 που εργάζεται ως Δημοσιογράφος-Παρουσιαστής εκπομπής-Διευθυντής ειδήσεων και ενημέρωσης στις παρακάνω επιχειρήσεις από 1-3-2001, τα παρακάτω αναλυτικώς αναφερόμενα οφειλόμενα ποσά: Α)..... Β).... Γ). από την "ΟΠΤΙΚΟΑΚΟΥΣΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ Α.Ε.- ORION TV" όπου εργάστηκε ως παρουσιαστής εκπομπής για το χρονικό διάστημα από 1-1-2004, μέχρι 14-11-2004 με μισθό 2.300 Ευρώ μηνιαίως 1) 1και 1/2 μηνιαίοι μισθοί (δεδουλευμένα Οκτωβρίου-Νοεμβρίου 2004) =3.450 ευρώ, 2) Δώρο Πάσχα 2004 =1.150 ευρώ 3)Κανονική άδεια και επίδομα αδείας 2004 =3.450 ευρώ, 4)Δώρο Χριστουγέννων 2004 =2.300 ευρώ . Σύνολο=10.350 ευρώ....".
IV. Με τις ανωτέρω παραδοχές του το δικαστήριο της ουσίας διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την κατά τις προαναφερόμενες διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού, με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις, εκθέτει σ'αυτή τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση της αξιόποινης πράξης για την οποία καταδικάστηκε ο αναιρεσείων Χ4, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά καθώς επίσης και τους συλλογισμούς, με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις του άρθρου μόνου του ΑΝ 690/1945, όπως η παρ. 1 του άρθρου αυτού αντικ. με το άρθρο 8 παρ. 1 του Ν. 2336/1995. Επομένως, ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ του ΚΠΔ πρώτος λόγος αναίρεσης, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα, είναι αβάσιμος και απορριπτέος. Οι περαιτέρω αιτιάσεις του αναιρεσείοντος, κατά τις οποίες η αιτιολογία της προσβαλλόμενης αποφάσεως δεν υπήρξε ειδική και εμπεριστατωμένη, διότι προκειμένου να στηρίξει την ποινική ευθύνη του αναιρεσείοντος, ότι αποδείχτηκε ότι υπήρξε τυπικά και ουσιαστικά ο νόμιμος εκπρόσωπος της πιο πάνω ανωνύμου εταιρίας, που απασχολούσε ως εργοδότης τον αναφερόμενο δημοσιογράφο και δη ως διευθύνων σύμβουλος αυτής, "στηρίζεται σε εσφαλμένη εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού καθώς από τα αναγνωστέα έγγραφα διαπιστώθηκε ότι η "ΟΠΤΙΚΟΑΚΟΥΣΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ Α.Ε." που εδρεύει στα Ν. Μουδανιά, ως ιδιοκτήτρια του περιφερειακού Τ/Σ "ΟΡΙΟΝ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ", αποτελεί ανώνυμη εταιρία η οποία διοικείται από το Διοικητικό Συμβούλιό της αλλά νόμιμος εκπρόσωπος της έναντι όλων είναι ο Διευθύνων Σύμβουλος αυτής, εν προκειμένω τις αρμοδιότητες εκπροσώπησης έναντι όλων και απέναντι του νόμου μέχρι και το 2003 είχε αναλάβει ο διευθύνων Σύμβουλος αυτής κ. ..... ......" και ότι "αντιφατικά δέχτηκε η προσβαλλόμενη ότι δήθεν από το σύνολο των μαρτύρων που εξετάστηκαν επ' ακροατηρίω προέκυψε η πλήρωση της αντικειμενικής αλλά και υποκειμενικής υπόστασης του αποδιδόμενου στον αναιρεσείοντα αδικήματος, ενώ αντίθετα προέκυψε πέραν πάσης αμφιβολίας ότι την πλήρη (ποινική) ευθύνη για το χρονικό διάστημα δεν έφερε ουδόλως αυτός", απαραδέκτως προβάλλονται, καθόσον η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων δεν συνιστά παραδεκτό, από το άρθρο 510 παρ.1 ΚΠΔ, λόγο αναίρεσης, ο δε αναιρεσείων, με την επίφαση της ελλείψεως αιτιολογίας ή εσφαλμένης εφαρμογής ή ερμηνείας ουσιαστικών ποινικών διατάξεων πλήττει απαραδέκτως την περί τα πράγματα εκτίμηση του Δικαστηρίου της ουσίας.
V. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 329, 331, 333, 364 παρ. 1 και 369 του ΚΠΔ, προκύπτει ότι η λήψη υπόψη και η συνεκτίμηση από το δικαστήριο της ουσίας, ως αποδεικτικού στοιχείου, εγγράφου που δεν αναγνώσθηκε κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο, συνιστά απόλυτη ακυρότητα και ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α' σε συνδυασμό με το άρθρο 171 παρ. 1 περίπτωση δ του ίδιου Κώδικα λόγο αναίρεσης, διότι έτσι παραβιάζεται η άσκηση του κατά το άρθρο 358 του ίδιου Κώδικα δικαιώματος του κατηγορουμένου να προβαίνει σε δηλώσεις, παρατηρήσεις και εξηγήσεις σχετικά με το αποδεικτικό μέσο. Στην προκειμένη περίπτωση, ο αναιρεσείων Χ4 με τον τρίτο λόγο αναιρέσεως της συνεκδικάζομενης αιτήσεώς του, προβάλλει την αιτίαση ότι, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της δίκης κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης για να καταλήξει στην καταδικαστική γι' αυτόν κρίση του, ανέφερε όλως αορίστως ότι έλαβε υπόψη του και τα έγγραφα που αναγνώσθηκαν στο ακροατήριο, αλλά "από την αόριστη όμως αυτή διατύπωση δεν προκύπτει ποια ακριβώς έγγραφα αναγνώσθηκαν και αν είχε παρασχεθεί στον αναιρεσείοντα η ευχέρεια να ασκήσει το παρεχόμενο σε αυτόν από τις πιο πάνω διατάξεις του νόμου δικαίωμα εκθέσεως των απόψεων και παρατηρήσεων του σχετικά με το αποδεικτικό αυτό μέσο" και, επομένως, όπως υποστηρίζει, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, κατ' άρθρο 510 παρ.1 περ. Α του ΚΠΔ . Περαιτέρω στον αυτό λόγο αναίρεσης προβάλει την αιτίαση ότι το Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη του έγγραφα που ήταν αναγνωστέα και από τα οποία προέκυπτε ότι δεν υφίστατο καμία εμπλοκή του αναιρεσείοντος σε σχέση με τον τηλεοπτικό σταθμό ΟΡΙΟΝ για το κρίσιμο χρονικό διάστημα του 2004 και ότι, περαιτέρω, αποδείχτηκε ότι ο δημοσιογράφος- παρουσιαστής ουδέποτε απασχολήθηκε στο σταθμό αυτό το επίδικο χρονικό διάστημα, "όπως αυτό άλλωστε προέκυψε από την αναγνωστέα υπ' αριθμ. ..... βεβαίωση ασφαλιστικής ενημερότητας της εταιρείας από την οποία προκύπτει ότι η εταιρεία δεν απασχολούσε καθόλου προσωπικό" και ότι αυτός (δηλαδή ο δημοσιογράφος), για τους αναφερόμενους στην αίτηση λόγους, "δε μπορεί να επικαλείται πως ήρθε σε επαφή μαζί του για κανάλι που δεν του ανήκε και δεν το εκπροσωπούσε" και ο ισχυρισμός του ότι ήρθε σε επαφή με τον αναιρεσείοντα προκειμένου να εργαστεί στο τηλεοπτικό σταθμό ΟΡΙΟΝ "δεν προέκυψε από κανένα στοιχείο έγγραφο ή κατάθεση τρίτου πλην του ιδίου και μόνον κλπ". Οι αιτιάσεις αυτές του αναιρεσείοντος, κατά το μέρος που πλήττουν την απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Εφετείου για έλλειψη αιτιολογίας, διότι δεν προκύπτει ότι το Δικαστήριο έλαβε υπόψη του όλα τα αποδεικτικά μέσα και ειδικότερα τα αναφερόμενα στην αίτηση έγγραφα, είναι αβάσιμες. Από τη γενόμενη επίκληση στην αρχή του σκεπτικού όλων των αποδεικτικών μέσων, προκύπτει με βεβαιότητα ότι έχουν ληφθεί υπόψη όλα στο σύνολό τους και όχι ορισμένα μόνον από αυτά και συνεπώς και τα πιο πάνω έγγραφα. Η παράλειψη δε αναφοράς και αξιολόγησης κάθε αποδεικτικού στοιχείου χωριστά και η παράλειψη της αξιολογικής συσχετίσεως μεταξύ των αποδεικτικών στοιχείων (και επομένως και των πιο πάνω εγγράφων), δεν ήταν αναγκαία για την πληρότητα της αιτιολογίας της αποφάσεως. Άλλωστε, η ευχέρεια και η δυνατότητα του αναιρεσείοντα να ασκήσει το παρεχόμενο σε αυτόν από τις διατάξεις του νόμου δικαίωμά του να εκθέσει τις απόψεις του και τις παρατηρήσεις του σχετικά με το αποδεικτικά αυτά μέσα, δεν εξαρτάται από τη αναφορά αυτών στο σκεπτικό της αποφάσεως. Με την γενόμενη δε ανάγνωση των εγγράφων αυτών, όπως βεβαιώνεται στα πρακτικά της δίκης, δόθηκε σε αυτόν η εν λόγω δυνατότητα.
Συνεπώς, ο από το άρθρο 510 παρ.1 παρ. Α και Δ (όπως εκτιμάται) του ΚΠΔ, τρίτος λόγος αναίρεσης, με τις πιο πάνω αιτιάσεις είναι αβάσιμος και απορριπτέος. Επίσης οι πιο πάνω αιτιάσεις του αναιρεσείοντος, κατά το δεύτερο σκέλος τους, κατά τους οποίους από τα αποδεικτικά μέσα που αναφέρει προέκυπταν τα αντίθετα από εκείνα που το Δικαστήριο δέχθηκε, πρέπει να απορριφθούν, προεχόντως, διότι προβάλλονται απαραδέκτως, αφού η τυχόν εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων δεν συνιστά παραδεκτό λόγο αναίρεσης. Κατ' ακολουθίαν, πρέπει, αφού διαταχθεί η απάλειψη της διάταξης της προσβαλλόμενης απόφασης με την οποία επιδικάστηκε σε βάρος του κατηγορουμένου αναιρεσείοντος Χ4 χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, να απορριφθεί, κατά λοιπά, η αίτηση αναίρεσης αυτού .


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Συνεκδικάζει τις 4/ 16-1-2008 και 2/15-1-2008, 5/16-1-2008 και 3/16-1-2008 αιτήσεις αναιρέσεως των 1) Χ1, 2) Χ2, 3) Χ3 και 4) Χ4 και ήδη κρατούμενου των Δικαστικών Φυλακών Λαρίσης, καθώς και τους από 23-4-2008 πρόσθετους λόγους του δευτέρου, για αναίρεση της 13667/6-11-2007 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης . Δέχεται τις αιτήσεις αναίρεσης των τριών πρώτων αναιρεσειόντων και τους πρόσθετους λόγους του δευτέρου και αναιρεί ως προς αυτούς την 13667/6-11-2007 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης. Δέχεται την 3/16-1-2008 αίτηση αναιρέσεως του Χ4 και ήδη κρατούμενου των Δικαστικών Φυλακών Λαρίσης, για αναίρεση της 13667/6-11-2007 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου, μόνο κατά τα διάταξη αυτής με την οποία επιδικάστηκε σε βάρος του χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης το ποσό των 44 ευρώ, την οποία (διάταξη) και απαλείφει.
Απορρίπτει, κατά τα λοιπά, την αμέσως πιο πάνω αίτηση αναιρέσεως του Χ4.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 12 Ιουνίου 2008.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του στις 16 Ιουλίου 2008.

Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή