Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 921 / 2008    (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας ανεπάρκεια, Ελαφρυντικές περιστάσεις, Ποινή, Αναίρεση μερική, Κτίσμα αυθαίρετο.




Περίληψη:
Παράβαση άρθρου 17 παρ. 8 Ν. 1337/ 83. Αυθαίρετο κτίσμα. Κατά την επιμέτρηση της ποινής το Δικαστήριο, είναι υποχρεωμένο να αιτιολογήσει την περί επιβολής ποινής διάταξη του, προσδιορίζοντας την αξία του αυθαιρέτου έργου και τον τυχόν υπάρχοντα βαθμό υποβάθμισης του φυσικού ή πολιτιστικού περιβάλλοντος, στο οποίο βρίσκεται το αυθαίρετο. Αοριστία ισχυρισμού για απόρριψη ελαφρυντικών 84 παρ. 2β ΠΚ. Αναιρεί εν μέρει μόνο ως προς την ποινή





Αριθμός 921/2008


ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ


ΣΤ' Ποινικό Τμήμα


Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γεώργιο Σαραντινό, Αντιπρόεδρο, Βασίλειο Λυκούδη - Εισηγητή, Ανδρέα Τσόλια, Ιωάννη Παπουτσή και Νικόλαο Ζαΐρη, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 12 Φεβρουαρίου 2008, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Δημητρίου - Πριάμου Λεκκού (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ1, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Δημήτριο Γιώτσα, περί αναιρέσεως της 1164/2007 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών.
Το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του, διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 31 Αυγούστου 2007 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1618/2007.

Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή εν μέρει και να απορριφθεί κατά τα λοιπά η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Kατά το άρθρο 17 παρ. 8 του ν. 1337/1983, όπως η διάταξη αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 3 παρ. 13 του ν. 2242/1994, οι ιδιοκτήτες ή εντολείς κατασκευής αυθαιρέτων, οι μηχανικοί που συντάσσουν την μελέτη ή έχουν την επίβλεψη του έργου και οι εργολάβοι κατασκευής του τιμωρούνται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον εξ (6) μηνών ή με χρηματική ποινή από 500.000 μέχρι 5.000.000 δραχμές, ανάλογα με την αξία του αυθαιρέτου έργου και τον βαθμό υποβάθμισης του φυσικού ή πολιτιστικού περιβάλλοντος, και αν η πιο πάνω πράξη έχει γίνει από αμέλεια τιμωρούνται με ποινή φυλάκισης μέχρι ένα (1) χρόνο ή με χρηματική ποινή από 200.000 μέχρι 2.000.000 δρχ., κατά δε το άρθρο 22 του ν. 1577/1985, αυθαίρετο είναι το έργο που κατασκευάζεται είτε χωρίς άδεια της αρμόδιας Πολεοδομικής Υπηρεσίας, είτε καθ' υπέρβασή της, ή με βάση ανακληθείσα τέτοια άδεια. Από την ανωτέρω διάταξή του, ως ισχύει, άρθρου 17 παρ. 8 ν. 1337/83, συνάγεται, ότι δράστης της παραβάσεως του α' εδαφίου αυτής μπορεί να είναι μόνον ο εκ προθέσεως προβαίνων στην κατασκευή αυθαιρέτου έργου, οπότε τιμωρείται με τις στο εδάφιο αυτό απειλούμενες, ως άνω, διαζευκτικές ποινές, ενώ, σε αμφότερες τις περιπτώσεις, είτε από δόλο είτε από αμέλεια, υπαίτιος καθίσταται εκείνος που έχει μία από τις παραπάνω ιδιότητες (ιδιοκτήτης, εντολέας κλπ). Τέλος, σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη, το δικαστήριο της ουσίας, κατά την από αυτό επιμέτρηση κάθε μιας από τις ανωτέρω ποινές, είναι υποχρεωμένο να αιτιολογήσει την περί επιβολής ποινής διάταξη του προσδιορίζοντος την αξία του αυθαιρέτου έργου και τον τυχόν υπάρχοντα βαθμό υποβάθμισης του φυσικού ή πολιτιστικού περιβάλλοντος, στο οποίο βρίσκεται το αυθαίρετο. Εξ άλλου, κατά το άρθρο 79 ΠΚ, η επιμέτρηση της ποινής ανήκει, σε κάθε περίπτωση, στην κυριαρχική κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, το οποίο πρέπει να λαμβάνει υπόψη του την βαρύτητα του εγκλήματος και την προσωπικότητα του κατηγορουμένου, όπως αυτά προκύπτουν από τα γενόμενα δεκτά πραγματικά περιστατικά, τα σχετικά με την ενοχή του, χωρίς να είναι υποχρεωμένο να διαλάβει στην περί ποινής απόφασή του και άλλη ειδικότερη αιτιολογία, εκτός αν η τελευταία απαιτείται από διάταξη άλλου νόμου, όπως εν προκειμένω συμβαίνει με την προπαρατεθείσα και ως ισχύει του άρθρου 17 παρ. 8α του ν. 1337/1983, κατά την οποία και με βάση τα προεκτεθέντα για την επιβολή καθεμιάς από τις απειλούμενες σ' αυτήν διαζευκτικώς παραπάνω ποινές, είναι υποχρεωμένο το ουσιαστικό δικαστήριο να αιτιολογήσει την σχετική περί ποινής διάταξή του, προσδιορίζοντας την αξία του αυθαιρέτου έργου και τον τυχόν υπάρχοντα βαθμό υποβάθμισης του φυσικού ή πολιτιστικού περιβάλλοντος, στο οποίο αυτό βρίσκεται, οπότε, σε ανυπαρξία τέτοιας αιτιολογίας, καθίσταται αναιρετέα η προσβαλλόμενη απόφαση, μόνον ως προς το μέρος της που αφορά την επιβλητέα ποινή, για έλλειψη της απαιτούμενης και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, που συνιστά τον κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως. Στην προκειμένη περίπτωση, με την προσβαλλόμενη 1164/2007 απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών, η οποία εκδόθηκε επί εφέσεως κατά της 9885/2006 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών, ο κατηγορούμενος και ήδη αναιρεσείων δικηγόρος κηρύχθηκε ένοχος (κατά πλειοψηφία) του ότι "στο ....... Αττικής, στις 10/11/1999, με πρόθεση προέβη στην κατασκευή αυθαιρέτου κτίσματος (άρθρο 17§8 Ν. 1337/83) και ειδικότερα του ότι " ως νόμιμος εκπρόσωπος της εταιρείας με την επωνυμία "ΑΚΤΗ ΒΡΑΥΡΩΝΟΣ Α.Ε." και "ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΑΞΕ, στην Λ. Ποσειδώνος αρ. 55-57, προέβη στην αντικατάσταση στέγης του 5ου ορόφου κτίσματος, στην επέκταση ισογείων τουαλετών και ένωσή τους με το κυρίως κτίριο, στην επέκταση υπογείου και δημιουργία κλειστού χώρου, καθ' υπέρβαση της υπ'αριθμ. ..... οικοδομικής αδείας", ήτοι για παράβαση, από πρόθεση, του άρθρου 17 παρ. 8 του ν. 1337/1983. Για την πράξη του αυτή του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης έξι (6) μηνών, η οποία μετατράπηκε σε χρηματική, προς 4,40 ευρώ για κάθε μέρα φυλάκισης και χρηματική ποινή πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ. Όπως δε προκύπτει από την ως άνω πληττόμενη απόφαση, ναι μεν αυτή διέλαβε στο περί ποινών τμήμα του αιτιολογικού της τους όρους του άρθρου 79 ΠΚ, πλην όμως δεν περιέχει καμιά αιτιολογία ούτε για την αξία του ανωτέρω και από τον αναιρεσείοντα ανεγερθέντος αυθαίρετου έργου, ούτε περί του αν το τελευταίο υποβαθμίζει ή όχι και, αν ναι, σε ποιο βαθμό το φυσικό ή πολιτιστικό περιβάλλον της περιοχής του, με αποτέλεσμα, μόνον κατά την εν λόγω περί ποινής διάταξή της, ως προς το αμέσως παραπάνω αδίκημα και μόνον, η πληττόμενη απόφαση να καταστεί κατά τούτο αναιρετέα, κατά τον βάσιμο περί τούτου, εκ του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ΚΠΔ, πρώτο λόγο αναιρέσεως, παρελκούσης της έρευνας του δευτέρου λόγου αναίρεσης, για υπέρβαση εξουσίας, λόγω μη χορηγήσεως κατ' αρ. 99 παρ. 1 ΠΚ, του ευεργετήματος της αναστολής της εκτέλεσης της ποινής και της έλλειψης αιτιολογίας της αποφάσεως, ως προς την μη χορήγηση του ευεργετήματος αυτού, αφού και ο λόγος αυτός πλήττει την περί ποινής διάταξη της προσβαλλόμενης απόφασης. Η επιβαλλόμενη από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της δικαστικής απόφασης, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως, πρέπει να εκτείνεται και στον περί συνδρομής ορισμένης ελαφρυντικής περιστάσεως του άρθρου 84 παρ. 2 του ΠΚ, αυτοτελή ισχυρισμό του κατηγορουμένου, αφού η παραδοχή του οδηγεί στην επιβολή μειωμένης ποινής, κατά το μέτρο του άρθρου 83 του ίδιου Κώδικα. Ως ελαφρυντικές περιστάσεις, κατά το άρθρο 84 παρ. 2 ΠΚ θεωρούνται, μεταξύ άλλων, το ότι ο υπαίτιος "..... στην πράξη του ωθήθηκε από όχι ταπεινά αίτια ή από μεγάλη ένδεια ή διατελώντας υπό την επίδραση σοβαρής απειλής ή υπό την επιβολή προσώπου στο οποίο αυτός οφείλει υπακοή ή με το οποίο βρίσκεται σε σχέση εξάρτησης" (περ. β). Εξάλλου, το ουσιαστικό δικαστήριο δεν υποχρεούται να απαντήσει και να παραθέσει την, κατά προαναφερθέντα, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία προς απόκρουση αυτοτελών ισχυρισμών, όπως είναι και τα πιο πάνω αιτήματα για την αναγνώριση ελαφρυντικών περιστάσεων του άρθρου 84 παρ. 2 ΠΚ, που προτείνονται κατ' άρθρο 170 παρ. 2 και 333 παρ. 2 ΚΠΔ, αν οι ισχυρισμοί αυτοί δεν είναι σαφείς και ορισμένοι και μάλιστα με την επίκληση των θεμελιούντων αυτούς πραγματικών περιστατικών. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την παραδεκτή επισκόπηση της προσβαλλόμενης απόφασης και των ενσωματωμένων σε αυτήν πρακτικών, ο αναιρεσείων, ο οποίος καταδικάστηκε για την πράξη που προαναφέρθηκε στις πιο πάνω ποινές, ζήτησε δια των συνηγόρων του " την αναγνώριση του ελαφρυντικού 84 παρ. 2β ΠΚ". Με το πιο πάνω περιεχόμενο, ο ισχυρισμός του αναιρεσείοντος για την αναγνώριση των από την διάταξη 84 παρ. 2 περ. β ελαφρυντικών, είναι αόριστος, αφού παρατίθεται μόνο η σχετική διάταξη, χωρίς να εκτίθενται περιστατικά που να τον θεμελιώνουν και το Πενταμελές Εφετείο δεν υποχρεούτο να απαντήσει αιτιολογημένα, ως εκ περισσού δε απέρριψε, ως αβάσιμο, τον ισχυρισμό αυτό, με τη διαλαμβανόμενη στο σκεπτικό του αιτιολογία. Επομένως, ο εκ του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' τρίτος λόγος αναιρέσεως, για έλλειψη αιτιολογίας στην απορριπτική κρίση της προσβαλλομένης αποφάσεως, περί συνδρομής των πιο πάνω ελαφρυντικών περιστάσεων, πρέπει να απορριφθεί, ως αβάσιμος. Μετά από αυτά, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλομένη απόφαση μερικώς και μόνον ως προς το περί ποινής μέρος της. Ακολούθως πρέπει να παραπεμφθεί η υπόθεση, ως προς το αναιρούμενο μέρος, στο ίδιο δικαστήριο συντιθέμενο από άλλους δικαστές, εκτός εκείνων που δίκασαν προηγουμένως (άρθρ. 519 ΚΠΔ).

Για τους λόγους αυτούς


Αναιρεί εν μέρει την 1164/2007 απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών και μόνον ως προς το περί ποινής μέρος της.

Παραπέμπει την υπόθεση, κατά το αναιρούμενο μέρος της, για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο, που θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές, εκτός εκείνων που δίκασαν προηγουμένως.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 11 Μαρτίου 2008. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 4 Απριλίου 2008.




Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή