Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 5 / 2008    (ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Απάτη, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Υπέρβαση εξουσίας, Παύση οριστική ποινικής διώξεως, Παραγραφή, Νόμος επιεικέστερος, Εισαγγελέας Αρείου Πάγου.




Περίληψη:
Η ρύθμιση σε σχέση με το έγκλημα της απάτης, του άρθρου 386 παρ. 3 εδ. α΄ του Π.Κ., όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 14 παρ. 4 του ν. 2721/1999, κατά την οποία, για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος, απαιτείται πρόσθετα, το παράνομο περιουσιακό όφελος που επιδιώχθηκε ή η αντίστοιχη συνολική ζημία που προκλήθηκε, να υπερβαίνει το ποσό των 15.000 ευρώ (5.000.000 δρχ.), είναι ευνοϊκότερη για τον κατηγορούμενο, από την προηγούμενη ρύθμιση (πριν την αντικατάσταση), κατά την οποία ήταν αρκετή η κατ’ επάγγελμα ή κατά συνήθεια τέλεση της πράξεως και επομένως εφαρμόζεται και επί πράξεων που τελέσθηκαν εξακουλουθητικά πριν την έναρξη ισχύος του ν. 2721/1999, έστω και αν τα αντικείμενα των μερικότερων πράξεων υπολείπονται του ανωτέρω ορίου, αφού η προηγούμενη ρύθμιση δεν προέβλεπε ποσοτικά όρια, ο δε υπολογισμός του ποσοτικού ορίου επιμεριστικά (για κάθε μερικότερη πράξη), οδηγεί τελικά και ανεπίτρεπτα, σε έναν τρίτο κανόνα δικαίου (αφού ο παλαιός νόμος δεν προέβλεπε ποσοτικά όρια, ο δε νέος νόμος προβλέπει την αθροιστική μέθοδο υπολογισμού). Παραδοχή των λόγων αναιρέσεως της αιτήσεως του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, κατά της απόφασης του Εφετείου με την οποία παύθηκε οριστικά η ποινική δίωξη, για τις μερικότερες πράξεις απάτης, που δεν υπερέβαιναν το ποσό των 15.000 Ευρώ, που φέρονταν τελεσθείσες προ της 3-6-1999 (χρονολογία ισχύος του νόμου 2721), για εσφαλμένη του νόμου εφαρμογή και υπέρβαση εξουσίας, αναίρεση της απόφασης και παραπομπή. (Επιμέλεια περίληψης: Χρύσανθος Παπούλιας, επίτιμος αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου)





Αριθμός 5/2008


ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ


ΠΛΗΡΗΣ ΠΟΙΝΙΚΗ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ


Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Βασίλειο Νικόπουλο, Πρόεδρο του Αρείου Πάγου, Γεώργιο Σαραντινό, Γεώργιο Φώσκολο, Αναστάσιο - Φιλητά Περίδη, Ηρακλή Κωνσταντινίδη, Γεώργιο Καλαμίδα, Ιωάννη Παπανικολάου, Μιχαήλ Δέτση, Αντιπρόεδροι, Ελισάβετ Μουγάκου - Μπρίλλη, Ρένα Ασημακοπούλου, Κωνσταντίνο Κούκλη, Ηλία Γιαννακάκη, Γρηγόριο Μάμαλη, Πλαστήρα Αναστασάκη, Γεώργιο Καπερώνη, Αιμιλία Λίτινα, Μάριο - Φώτιο Χατζηπανταζή, Χρήστο Αλεξόπουλο, Ιωάννη Ιωαννίδη, Ειρήνη Αθανασίου, Ιωάννη - Σπυρίδωνα Τέντε, Μίμη Γραμματικούδη, Λεωνίδα Ζερβομπεάκο, Σπυρίδωνα Ζιάκα, Αλέξανδρο Νικάκη, Χαράλαμπο Ζώη, Χαράλαμπο Παπαηλιού, Χαράλαμπο Δημάδη, Αθανάσιο Κουτρομάνο, Μιχαήλ Θεοχαρίδη, Θεοδώρα Γκοΐνη, Βασίλειο Λυκούδη - Εισηγητή, Ζήση Βασιλόπουλο, Βασίλειο Κουρκάκη, Ελευθέριο Νικολόπουλο, Αναστάσιο Λιανό, Γεώργιο Γιαννούλη, Ανδρέα Τσόλια, Ιωάννη Παπουτσή, Αθανάσιο Πολυζωγόπουλο, Γεώργιο Χρυσικό, Ιωάννη Σίδερη, Νικόλαο Ζαΐρη, Δήμητρα Παπαντωνοπούλου, Νικόλαο Λεοντή, Βιολέττα Κυτέα, Βαρβάρα Κριτσωτάκη, Ελένη Σπίτσα, Ελευθέριο Μάλλιο και Γεωργία Λαλούση, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 22 Νοεμβρίου 2007, με την παρουσία του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργίου Σανιδά και της Γραμματέως Ευδοκίας Φραγκίδη, για να δικάσει την αίτηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, περί αναιρέσεως της 189/2007 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Πατρών. Με κατηγορούμενους τους: 1) x1 και ήδη κρατουμένου στο Γενικό Κατάστημα Κράτησης Α' Τύπου Μαλανδρίνου, που δεν παρέστη στο ακροατήριο και 2) x2 και ήδη κρατουμένου στην Κλειστή Φυλακή Χαλκίδας, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Ιωάννη Μαρκουλάκο και με πολιτικώς ενάγον το Ελληνικό Δημόσιο, που εκπροσωπείται νόμιμα από τον Υπουργό των Οικονομικών και εδρεύει στην Αθήνα, το οποίο στο ακροατήριο εκπροσώπησε ο Νομικός Σύμβουλος του Κράτους Νικόλαος Κατσίμπας.
Το Πενταμελές Εφετείο Πατρών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου ζητεί τώρα την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην με αριθμό και ημερομηνία 34/30.05.2007 έκθεση αναιρέσεως, η οποία συντάχθηκε ενώπιον της Γραμματέως του Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου Γεωργίας Στεφανοπούλου και καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 984/2007.
Η αίτηση αυτή εισάγεται στην Πλήρη Ολομέλεια του Αρείου Πάγου με κοινό πρακτικό Προέδρου και Εισαγγελέα Αρείου Πάγου, σύμφωνα με τα άρθρα 513 παρ. 1 ΚΠΔ και 23 παρ. 2 Ν. 1756/1988.

Αφού άκουσε Τον Εισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή η έκθεση αναίρεσης και τους πληρεξουσίους των πολιτικώς ενάγοντος και 2ου κατηγορουμένου αντίστοιχα, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
ΕΠΕΙΔΗ εισάγεται στην πλήρη Ολομέλεια (ποινική) η 34/30-5-2007 αίτηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου για αναίρεση, λόγω εσφαλμένης ερμηνείας ουσιαστικής ποινικής διατάξεως και αρνητικής υπερβάσεως εξουσίας (άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε και Η ΚΠΔ), της 189/2007 απόφασης του Πενταμελούς Εφετείου Πατρών, με την οποία έπαυσε οριστικώς λόγω παραγραφής την ασκηθείσα ποινική δίωξη κατά των κατηγορουμένων x1 και x2 δια τα εγκλήματα της απάτης (ως προς τον πρώτον) και αμέσου συνεργείας (ως προς τον δεύτερο) τελεσθέντων αμφοτέρων κατ' εξακολούθηση, κατ' επάγγελμα και συνήθεια, από τα οποία το συνολικό όφελος και η συνολική ζημία υπερβαίνουν το ποσό των 15.000 ευρώ ή 5.000.000 δραχμών (άρθρα 46 § 1β, 98, 386 παρ. 1 και 3α Π.Κ. όπως αντικ. με άρθρο 14 παρ. 4 Ν. 2721/1999), επειδή κρίθηκε ότι τα τελεσθέντα από τους κατηγορουμένους εγκλήματα έχουν πλημμεληματικό χαρακτήρα ενόψει του ότι το όφελος από κάθε μία από τις μερικότερες πράξεις που είχαν τελεσθεί πριν από την 3η Ιουνίου 1999 (ημερομηνία ενάρξεως ισχύος του Ν. 2721/1999) ήταν μικρότερο των 15.000 ευρώ ή 5.000.000 δρχ., το συνολικό όφελος δε των μετά την ανωτέρω ημερομηνία τελεσθεισών πράξεων δεν υπερέβαινε και πάλι το ποσό των 15.000 ευρώ ή 5.000.000 δραχμών.
ΕΠΕΙΔΗ κατά το άρθρο 513 παρ. 1 εδ. γ' Κ.Π.Δ., ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου κλητεύει τον αναιρεσείοντα και τους υπόλοιπους διαδίκους, με κλήση που επιδίδεται σύμφωνα με τα άρθρα 155-161 και μέσα στην προθεσμία του άρθρου 166, στο ακροατήριο του Δικαστηρίου του Αρείου Πάγου ή στην Ολομέλειά του. Κατά την παρ. 2 του ίδιου άρθρου, αν ζητεί την αναίρεση ο εισαγγελέας, αυτός δεν κλητεύεται αλλά εκπροσωπείται από τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Εξάλλου, σύμφωνα με αυτά που ορίζονται από το άρθρο 515 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα, αν αναβληθεί η συζήτηση της υποθέσεως σε ρητή δικάσιμο, όλοι οι διάδικοι οφείλουν να εμφανιστούν σ' αυτή χωρίς νέα κλήτευση και αν ακόμη δεν ήταν παρόντες κατά τη δημοσίευση της αναβλητικής αποφάσεως. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το υπό χρονολογία ..... αποδεικτικό επιδόσεως της ........., γραμματέα του Γενικού Καταστήματος Κράτησης Μαλανδρίνου, ο κατηγορούμενος x1 κλητεύθηκε από τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου νόμιμα και εμπρόθεσμα, για να εμφανισθεί στη συνεδρίαση της 22/11/2007, ενώπιον της πλήρους Ολομέλειας του Αρείου Πάγου. Εφόσον όμως ο ανωτέρω κατηγορούμενος, (αναιρεσίβλητος) δεν εμφανίσθηκε κατά την εκφώνηση της υποθέσεως, ενώπιον του Δικαστηρίου (Ολομελείας), πρέπει η συζήτηση να χωρήσει ως να ήταν και αυτός παρών, σύμφωνα με τα άρθρα 513 παρ. 3 και 515 παρ. 2 Κ.Π.Δ. ΕΠΕΙΔΗ κατά το άρθρο 386 παρ. 1 ΠΚ, το έγκλημα της απάτης θεμελιώνεται αντικειμενικώς και υποκειμενικώς με την εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών ή την αθέμιτη απόκρυψη ή παρασιώπηση αληθινών, συνεπεία των οποίων παραπλανάται άλλος και προβαίνει με πράξη, παράλειψη, ανοχή, σε περιουσιακή διάθεση, η οποία έχει ως άμεσο και αναγκαίο αποτέλεσμα περιουσιακή βλάβη στον πλανηθέντα ή άλλον, προς τον σκοπό να αποκομίσει ο δράστης ή άλλος αντίστοιχο παράνομο όφελος, είναι δε αδιάφορο αν πραγματοποιήθηκε ή όχι ο σκοπός αυτός. Για την κακουργηματική μορφή τη απάτης απαιτείτο, επιπλέον, κατά την παρ. 3 του ίδιου άρθρου, όπως είχε αντικατασταθεί με το άρθρο 1 παρ. 11 του ν. 2408/1996, ο υπαίτιος να διαπράττει απάτες κατ' επάγγελμα ή κατά συνήθεια. Μετά όμως την αντικατάσταση της παρ. 3 του άρθρου 386 του ΠΚ με το άρθρο 14 παρ. 4 του ν. 2721/1999, για την κακουργηματική μορφή της απάτης δεν αρκεί πλέον ο υπαίτιος να διαπράττει απάτες κατ' επάγγελμα ή κατά συνήθεια, αλλά απαιτείται και το πρόσθετο στοιχείο ότι το παράνομο περιουσιακό όφελος που επιδίωξε αυτός, ή αντίστοιχη συνολική ζημία που προκλήθηκε, να υπερβαίνει το ποσό των 5.000.000 δρχ. Η διάταξη, δηλαδή, του άρθρου 14 παρ. 4 του Ν. 2721/1999, κατά το μέρος αυτής, με το οποίο θεσπίζεται πρόσθετη προϋπόθεση για την κακουργηματική μορφή της απάτης, δηλαδή, εκτός από την κατ' επάγγελμα ή κατά συνήθεια τέλεση της πράξεως και το συνολικό όφελος ή η συνολική ζημία να είναι μεγαλύτερη των 5.000.000 δρχ. (ήδη 15.000 ευρώ), είναι ευνοϊκότερη των προηγούμενων ρυθμίσεων και εφαρμόζεται και για τις πράξεις που τελέστηκαν πριν από την έναρξη εφαρμογής της. Τούτο δε, διότι ο νέος νόμος είναι επιεικέστερος στο σύνολό του για τον κατηγορούμενο, δεδομένου ότι στην παλαιότερη ρύθμιση δεν προβλέπονταν ποσοτικά όρια.
Συνεπώς, πράξεις απάτης που τελέστηκαν εξακολουθητικώς προ της ισχύος του ν. 2721/ 1999 και έχουν συνολικό όφελος ανώτερο των 5.000.000 δρχ. διατηρούν και υπό τον νέο νομοθετικό καθεστώς τον κακουργηματικό τους χαρακτήρα, έστω και αν τα αντικείμενα των μερικότερων πράξεων υπολείπονται του ανωτέρω ορίου, με την προϋπόθεση βεβαίως ότι στοιχειοθετούνται οι επιβαρυντικές περιστάσεις της κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια τελέσεώς τους. Η άποψη ότι, για τον κακουργηματικό χαρακτήρα της κατ' εξακολούθηση απάτης, που τελέστηκε πριν από την έναρξη ισχύος του ν. 2721/1999, απαιτείται η κάθε μερικότερη πράξη να υπερβαίνει τα 5.000.000 δρχ., θα οδηγούσε στην κατασκευή ενός τρίτου, ανύπαρκτου, νόμου, αφού ο μεν παλαιός νόμος δεν προέβλεπε ποσοτικά όρια, ο δε νέος νόμος προβλέπει όρια, αλλά με το αθροιστικό σύστημα. Η υποστηριζόμενη αντίθετη αυτή άποψη, φαίνεται να στηρίζεται στην 5/2002 απόφαση της Ολομ. Α.Π., που έκρινε επί διαφορετικής περιπτώσεως, δηλαδή επί της κατ' άρθρον 216 παρ. 3 εδ. α' κακουργηματικής πλαστογραφίας, όπου, όμως, δια του άρθρου 1 παρ. 7 εδ. α' ν. 2408/1996 είχε τεθεί ως χρηματικό όριο το ποσό των 25.000.000 δρχ. που έπρεπε να υπερβαίνει κάθε μερικότερη πράξη για να είναι κακούργημα. Εξάλλου, λόγο αναιρέσεως, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 περ. Ε του ΚΠΔ, συνιστά και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία τέτοιας διατάξεως υπάρχει όταν το δικαστήριο αποδίδει σ' αυτή διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υφίσταται όταν το δικαστήριο δεν υπήγαγε σωστά τα περιστατικά, που δέχθηκε, στη διάταξη που εφαρμόστηκε. Τέλος, υπέρβαση εξουσίας, που ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 περ. Η του ΚΠΔ λόγο αναίρεσης, υπάρχει και όταν το συμβούλιο αρνείται να ασκήσει τη δικαιοδοσία, την οποία έχει από το νόμο, παρόλο ότι συντρέχουν οι όροι άσκησής της. Τέτοια περίπτωση αρνητικής υπέρβασης εξουσίας υπάρχει όταν το δικαστήριο παύει οριστικά την ποινική δίωξη για κάποιο αδίκημα, ενώ δεν συντρέχουν οι οριζόμενες προς τούτο από το νόμο προϋποθέσεις. Στην προκειμένη περίπτωση, οι κατηγορούμενοι καταδικάσθηκαν από το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Πατρών, για Α) απάτη κατ' εξακολούθηση, κατ' επάγγελμα κα κατά συνήθεια, από την οποία το συνολικό όφελος και η συνολική ζημία υπερβαίνουν το ποσό των 15.000 ευρώ ή 5.000.000 δρχ. και Β) άμεση συνέργεια κατ' εξακολούθηση, κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια σε απάτη, από την οποία το συνολικό όφελος και η συνολική ζημία υπερβαίνουν το ποσό των 15.000 ευρώ ή 5.000.000 δρχ. (άρθρα 46 παρ. 1 εδ. β', 98 και 386 παρ. 1 και 3 εδ. α' Π.Κ. ως αντικ. με άρθρ. 14 παρ. 4 ν. 2721/1999). Συγκεκριμένα α) ο x1 καταδικάσθηκε ως αυτουργός της ανωτέρω πράξεως, με χρόνο τελέσεως κάθε μερικότερης πράξεως και ποσό οφέλους από κάθε μία εξ αυτών ως ακολούθως: 1) Αύγουστος 1998 ποσό 280.000 δρχ., 2) Νοέμβριος 1998 ποσό 345.000 δρχ., 3) Νοέμβριος 1998 ποσό 707.767 δρχ., 4) Δεκέμβριος 1998 ποσό 916.325 δρχ., 5) Δεκέμβριος 1998 ποσό 799.683 δρχ., 6) Δεκέμβριος 1998 ποσό 2.500.000 δρχ., 7) Δεκέμβριος 1998 ποσό 958.000 δρχ., 8) Απρίλιος 1999 ποσό 350.000 δρχ., 9) Μάϊος 1999 ποσό 459.770 δρχ., 10) Αύγουστος 1999 ποσό 280.000 δρχ., 11) Δεκέμβριος 1999 ποσό 1.200.000 δρχ. και 12) Απρίλιος 2000 ποσό 641.223 δρχ. και συνολικό ποσό οφέλους 9.727.768 δρχ. και β) ο x2 καταδικάσθηκε. Ι) ως αυτουργός της μερικότερης πράξεως με χρόνο τελέσεως τον Απρίλιο του 1999 και ποσό οφέλους 350.000 δρχ. και II) ως άμεσος συνεργός της ανωτέρω πράξεως του x1 (επτά επί μέρους πράξεων) με χρόνο τελέσεως κάθε μερικότερης πράξεως και ποσό οφέλους από κάθε μία εξ αυτών, ως ακολούθως: 1) Νοέμβριος 1998 ποσό 345.000 δρχ., 2) Δεκέμβριος 1998 ποσό 916.325 δρχ., 3) Δεκέμβριος 1998 ποσό 799.683 δρχ., 4) Δεκέμβριος 1998 ποσό 2.500.000 δρχ., 5) Μάϊος 1999 ποσό 459.770 δρχ., 6) Αύγουστος 1999 ποσό 570.000 δρχ. και 7) Απρίλιος 2000 ποσό 641.223 δρχ. και συνολικό ποσό οφέλους 6.582.001 δρχ. Το Πενταμελές Εφετείον Πατρών, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, δέχθηκε, ότι όλες οι ανωτέρω πράξεις, για τις οποίες είχαν καταδικασθεί οι κατηγορούμενοι, ήταν πλημμεληματικές, αφού το όφελος από κάθε μία μερικότερης πράξεως που είχαν τελεσθεί προ της 3ης Ιουνίου 1999, ημερομηνίας ισχύος του ν. 2721/1999, ήταν μικρότερο των 5.000.000 δρχ., ενώ το συνολικό όφελος των μετά την ημερομηνία αυτήν τελεσθεισών μερικότερων πράξεων δεν υπερέβαινε και πάλι το ποσό των 5.000.000 δρχ. Ενόψει δε του ότι τα κλητήρια θεσπίσματα επιδόθηκαν, αντιστοίχως, στους κατηγορουμένους την 27/7/2005 και 21/7/2005, ήτοι μετά την πάροδο πενταετίας από της τελέσεως κάθε μερικότερης πράξεως, το αξιόποινο αυτών είχε υποκύψει στην παραγραφή, ενώ σε κάθε περίπτωση για τις μερικότερες πράξεις που είχαν τελεσθεί μέχρι και του μηνός Δεκεμβρίου 1998 είχε παρέλθει και οκταετία. Κατόπιν τούτου έπαυσε οριστικώς την ασκηθείσα κατ' αυτών ποινική δίωξη λόγω παραγραφής του αξιοποίνου κάθε μερικότερης πράξεως.
Έτσι, όμως, το Δικαστήριο, με την προσβαλλομένη απόφασή του, εσφαλμένως ερμήνευσε την διάταξη του άρθρου 386 παρ. 3 εδ. α' Π.Κ. ως αντικ. με το άρθρο 14 παρ. 4 ν. 2721/1999, που είναι ηπιότερη από την προηγουμένη ρύθμιση και εφαρμόζεται, όπως αναπτύχθηκε πιο πάνω, και επί πράξεων τελεσθεισών πριν από την ισχύ του ν. 2721/1999, έστω και εάν τα αντικείμενα των μερικότερων πράξεων υπολείπονται του ορίου των 5.000.000 δρχ. (15.000 ευρώ). Ακολούθως το Δικαστήριο με το να παύσει οριστικώς την ποινική δίωξη, λόγω παραγραφής του αξιοποίνου, υπερέβη αρνητικώς την εξουσία του. Επομένως, είναι βάσιμοι οι από το άρθρο 510 παρ. 1 περ. Ε και Η του ΚΠΔ λόγοι αναιρέσεως και πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, ως προς τα διατάξεις αυτής με τις οποίες έπαυσε οριστικώς την ποινική δίωξη κατά των κατηγορουμένων Α) x1 και Β) x2, για α) απάτη κατ'εξακολούθηση, κατ'επάγγελμα και κατά συνήθεια, εκ της οποίας το συνολικό όφελος και η συνολική ζημία υπερβαίνουν το ποσό των 15.000 ευρώ ή 5.000.000 δρχ. και β) άμεση συνέργεια κατ' εξακολούθηση, κατ' επάγγελμα και κατά συνηθεία σε απάτη, από την οποία το συνολικό όφελος και η συνολική ζημία υπερβαίνουν το ποσό των 15.000 ευρώ ή 5.000.000 δρχ. και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, συντιθέμενο από άλλους δικαστές, εκτός εκείνων που είχαν δικάσει προηγουμένως (άρ. 519 ΚΠΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την 189/2007 απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Πατρών, ως προς τα διατάξεις αυτής με τις οποίες έπαυσε οριστικώς την ποινική δίωξη κατά των κατηγορουμένων Α) x1 και Β) x2, για α) απάτη κατ'εξακολούθηση, κατ'επάγγελμα και κατά συνήθεια, εκ της οποίας το συνολικό όφελος και η συνολική ζημία υπερβαίνουν το ποσό των 15.000 ευρώ ή 5.000.000 δρχ. και β) άμεση συνέργεια κατ'εξακολούθηση, κατ' επάγγελμα και κατά συνηθεία σε απάτη, από την οποία το συνολικό όφελος και η συνολική ζημία υπερβαίνουν το ποσό των 15.000 ευρώ ή 5.000.000 δρχ.
Παραπέμπει την υπόθεση κατά το μέρος που αναιρέθηκε, για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο, συντιθέμενο από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως.

Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 20 Μαρτίου 2008. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 17 Απριλίου 2008.




Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή