Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Πλαστογραφία, Ηθική αυτουργία.
Περίληψη:
Ηθική αυτουργία σε πλαστογραφία μετά χρήσεως. Απορρίπτει αναίρεση για έλλειψη αιτιολογίας. Αιτιολογείται πλήρως σε τι συνίσταται η πειθώ και φορτικότητα του ηθικού αυτουργού.
Αριθμός 1184/2008
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Κούκλη, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη (κωλυομένου του Αντιπροέδρου Γεωργίου Σαραντινού), ορισθέντα με την 57/1.4.2008 Πράξη του Προέδρου του Αρείου Πάγου, Βασίλειο Λυκούδη, Ανδρέα Τσόλια, Ιωάννη Παπουτσή - Εισηγητή και Νικόλαο Ζαΐρη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 15 Απριλίου 2008, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Δημητρίου - Πριάμου Λεκκού (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ1, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Περικλή Σταυριανάκη, περί αναιρέσεως της 7568/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών. Το Τριμελές Εφετείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 14.12.2007 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 307/2008.
Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Κατά τη διάταξη του άρθρου 46 παρ. 1 εδ. α' ΠΚ, με την ποινή του αυτουργού τιμωρείται όποιος με πρόθεση προκάλεσε σε άλλον την απόφαση να εκτελέσει την άδικη πράξη που διέπραξε. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι για την ύπαρξη ηθικής αυτουργίας απαιτούνται α) πρόκληση από τον ηθικό αυτουργό σε κάποιον άλλον της αποφάσεως να διαπράξει ορισμένη άδικη πράξη, η πρόκληση δε αυτή μπορεί να γίνει με οποιοδήποτε τρόπο ή μέσο, όπως υπόσχεση ή χορήγηση αμοιβής, πειθώ, απειλή κλπ. β) διάπραξη από άλλον της πράξεως αυτής και γ) δόλος του ηθικού αυτουργού, δηλαδή ηθελημένη πρόκληση της αποφάσεως για την διάπραξη από τον άλλο της αντικειμενικής υποστάσεως ορισμένου εγκλήματος με γνώση, θέληση ή αποδοχή της συγκεκριμένης εγκληματικής πράξεως. Εξάλλου, η καταδικαστική απόφαση έχει την από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 ΚΠοινΔ απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγο αναιρέσεως από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ' ΚΠοινΔ, όταν αναφέρονται σ' αυτήν, με πληρότητα σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελίωσαν και οι νομικοί συλλογισμοί, με τους οποίους έγινε η υπαγωγή των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόστηκε. Ειδικότερα, ως προς την έκθεση των αποδείξεων αρκεί η γενική, κατά το είδος τους, αναφορά τους, χωρίς να είναι απαραίτητο να διευκρινίζεται από ποιο ή ποια αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε Κάθε παραδοχή. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό, που αποτελούν ενιαίο σύνολο. Η απλή επανάληψη στην αιτιολογία της απόφασης (σκεπτικό) του διατακτικού, καθ' εαυτή, δεν συνιστά ελλιπή αιτιολογία, ειδικότερα όταν το διατακτικό είναι λεπτομερές και εκτίθενται στο περιεχόμενό του με σαφήνεια και πληρότητα, τα πραγματικά περιστατικά που συνιστούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος για το οποίο εκδόθηκε η καταδικαστική απόφαση.
Στην προκειμένη περίπτωση, το Τριμελές Εφετείο (Πλημμελημάτων) Αθηνών, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη υπ' αριθ. 7568/2007 απόφασή του, με συνδυασμό σκεπτικού και διατακτικού, που παραδεκτώς συμπληρώνουν την αιτιολογία της, κατά την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, δέχθηκε ότι από τα αποδεικτικά μέσα που λεπτομερώς κατ' είδος αναφέρει, ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: "Στον τόπο και χρόνο που αναφέρονται στο διατακτικό, ο κατηγορούμενος με πρόθεση προκάλεσε σε άλλον την απόφαση να εκτελέσει την άδικη πράξη της πλαστογραφίας μετά χρήσεως, που αυτός διέπραξε, θα καταρτίσει δηλαδή πλαστό έγγραφο με σκοπό να παραπλανήσει με τη χρήση του άλλον σχετικά με γεγονός που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες και να κάνει χρήση του, ειδικότερα δε μετά την επίτευξη συμφωνίας για λύση της μίσθωσης του επί της οδού ........ πρατηρίου, τη χρήση του οποίου είχε παραχωρήσει η ήδη υπό πλήρη στερητική δικαστική συμπαράσταση τελούσα Γ1 προς τη σύζυγο του κατηγορουμένου Ζ1 με ταυτόχρονη εκμίσθωση σε τρίτους, που υπέδειξαν η μισθώτρια και ο κατηγορούμενος σύζυγός της, ο τελευταίος, με πειθώ και φορτικότητα, έπεις τη σύζυγό του να εκδώσει και να παραδώσει στη λήπτρια της επιταγής εκμισθώτρια, χάριν καταβολής οφειλομένων μισθωμάτων, ποσού 8.000.000 δρχ., την με αριθ. ....... επιταγή της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος, το έντυπο της οποίας είχε κλαπεί ασυμπλήρωτο στις 31.3.2000 από το αυτοκίνητο του μάρτυρα .........., ο οποίος είχε καταγγείλει την κλοπή και είχε δεσμεύσει το σχετικό, με αριθμό........, λογαριασμό. Η Ζ1, αφού πείστηκε από τον κατηγορούμενο, συμπλήρωσε αυθαίρετο την επιταγή, με τόπο εκδόσεως την Αθήνα, ημερομηνία εκδόσεως την 19.5.2000, εις διαταγήν της Γ1, προς την οποία την παρέδωσε, αφού την υπέγραψε ως εκδότρια με δυσανάγνωστη υπογραφή. Ο κατηγορούμενος και η σύζυγός του γνώριζαν ότι το έντυπο της επιταγής ήταν κλεμμένο, θα συμπληρώνονταν αυθαίρετα από τη σύζυγό του και ότι αυτή δεν ήταν δικαιούχος του λογαριασμού που αναγραφόταν σ' αυτήν". Με τις σκέψεις αυτές, ο κατηγορούμενος και ήδη αναιρεσείων κρίθηκε ένοχος ηθικής αυτουργός σε πλαστογραφία μετά χρήσεως, για την πράξη του δε αυτή, η οποία, όπως δέχθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, προβλέπεται και τιμωρείται από τις διατάξεις των άρθρων 46 παρ. 1α και 216 παρ. 1 του ΠΚ, καταδικάσθηκε σε ποινή φυλάκισης δέκα (10) μηνών, μετατραπείσα σε χρηματική, προς πέντε (5) ευρώ ημερησίως.
Με τις πιο πάνω παραδοχές, το Τριμελές Εφετείο Αθηνών, διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφαση του την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ' αυτήν με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση της αξιόποινης πράξης, για την οποία καταδικάστηκε ο κατηγορούμενος - αναιρεσείων, καθώς και τους συλλογισμούς, με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις προαναφερθείσες ουσιαστικές ποινικές διατάξεις. Ειδικότερα, με την παραδοχή του Δικαστηρίου, ότι ο κατηγορούμενος και ήδη αναιρεσείων, έπεισε τη σύζυγό του, με πειθώ και φορτικότητα, να διαπράξει το πιο πάνω αδίκημα της πλαστογραφίας μετά χρήσεως, δηλαδή, στην κλαπείσα υπ' αριθ........ επιταγή της Εθνικής Τράπεζας, ποσού 8.000.000 δρχ., να θέσει τόπο εκδόσεως την Αθήνα, ημερομηνία εκδόσεως την 19.5.2000, εις διαταγήν της Γ1, στην οποία την παρέδωσε, αφού προηγουμένως την υπέγραψε ως εκδότρια με δυσανάγνωστη υπογραφή, πράξη η οποία μπορούσε να έχει τις αναφερόμενες στο σκεπτικό έννομες συνέπειες, πλήρως αιτιολογείται ο τρόπος και τα μέσα με τα οποία ο κατηγορούμενος προκάλεσε, στη συγκεκριμένη περίπτωση, στην πιο πάνω φυσικό αυτουργό - σύζυγό του, την απόφαση να εκτελέσει την άδικη πράξη της πλαστογραφίας μετά χρήσεως. Επομένως, ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ΚΠΔ μοναδικός λόγος αναιρέσεως της κρινόμενης, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα, είναι αβάσιμος.
Μετά από αυτά, πρέπει να απορριφθεί, ως αβάσιμη, η κρινόμενη αίτηση και να επιβληθούν στον αναιρεσείοντα τα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 14.12.2007 αίτηση του Χ1, για αναίρεση της υπ' αριθ. 7568/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Αθηνών. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, εκ διακοσίων είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 22 Απριλίου 2008. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 6 Μαΐου 2008.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ