Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1111 / 2008    (Ε, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αντιρρήσεις σχετικά με την εκτέλεση.




Περίληψη:
Καταδικαστική απόφαση πρωτοβαθμίου δικαστηρίου (Τριμελούς Κακουργημάτων). Άσκηση εφέσεως κατ’ αυτής. Μη ανασταλτικό αποτέλεσμα. Αντιρρήσεις του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου για την εκτελεστότητα. Απορρίπτονται ως απαράδεκτες, γιατί οι αντιρρήσεις κατά της εκτελέσεως προϋποθέτουν αμετάκλητη καταδικαστική απόφαση (άρθρο 546 ΚΠΔ). Η αθωωτική απόφαση εκτελείται μόλις απαγγελθεί (547 ΚΠΔ). Απορρίπτει.





Αριθμός 1111/2008


ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ


E' Ποινικό Τμήμα


Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ηρακλή Κωνσταντινίδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Κούκλη - Εισηγητή, Ελευθέριο Νικολόπουλο, Αναστάσιο Λιανό και Βιολέττα Κυτέα, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του την 1η Φεβρουαρίου 2008, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αντωνίου Μύτη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ1, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Νικόλαο Δαμασκόπουλο, περί αναιρέσεως της ΑΤ 4833/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς. Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Πειραιώς, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 4.10.2007 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 2099/2007.
Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του άρθρου 546 παρ. 1 ΚΠΔ, η καταδικαστική απόφαση εκτελείται μόλις καταστεί αμετάκλητα, ενώ η αθωωτική μόλις απαγγελθεί (άρθρο 547 ΚΠΔ). Εξ άλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 565 του ίδιου Κώδικα, κάθε αμφιβολία ή αντίρρηση, σχετικά με την εκτελεστότητα της απόφασης, λύεται από το δικαστήριο των Πλημμελειοδικών του τόπου όπου εκτίεται η ποινή. Κατά της αποφάσεως αυτής επιτρέπεται να ασκηθεί αναίρεση από τον Εισαγγελέα και τον καταδικασμένο. Από το συνδυασμό των ως άνω διατάξεων προκύπτει ότι το δικαστήριο των Πλημμελειοδικών του τόπου όπου εκτίεται η ποινή, έχει εξουσία για την επίλυση των αντιρρήσεων ή αμφιβολιών που εγείρονται κατά την εκτέλεση της καταδικαστικής αποφάσεως και αναφέρονται σε ζητήματα, τα οποία ανακύπτουν μετά το αμετάκλητο αυτής και δεν επεκτείνονται στον έλεγχο της νομιμότητας της αποφάσεως ως προς την επιβολή της ποινής ή σε άλλες πλημμέλειες και νομικά σφάλματα που έγιναν κατά την έκδοση της αποφάσεως. Τέτοια σφάλματα δεν μπορούν να διορθωθούν από το ανωτέρω δικαστήριο γιατί προσκρούουν στο αμετάκλητο και άγουν σε κατάλυση του δεδικασμένου, παρά την απαγορευτική διάταξη του άρθρου 57 ΚΠΔ, αλλά και θα ήταν δικονομικώς παράδοξο να υποτεθεί ότι ανατέθηκε στο Πλημμελειοδικείο ο έλεγχος της αποφάσεως ανωτέρου δικαστηρίου.
Υπέρβαση εξουσίας υπάρχει, με βάση τον γενικό ορισμό, όταν το δικαστήριο ασκεί δικαιοδοσία που δεν του δίνει ο νόμος. Στα πλαίσια αυτού του ορισμού γίνεται διάκριση της υπέρβασης σε θετική και αρνητική. Στην πρώτη περίπτωση το δικαστήριο αποφασίζει κάτι για το οποίο δεν έχει δικαιοδοσία, ενώ στη δεύτερη περίπτωση παραλείπει να αποφασίσει κάτι το οποίο υποχρεούται στα πλαίσια της δικαιοδοσίας του.
Στην προκειμένη περίπτωση, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Πειραιώς με την προσβαλλομένη υπ' αριθ. 4833/2007 απόφασή του, απέρριψε αντιρρήσεις του αναιρεσείοντος, σχετικά με την εκτελεστότητα της υπ' αριθ. 2414/2004 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου (Κακουργημάτων) Αθηνών, ως απαράδεκτες, δεχθέν ειδικότερα τα ακόλουθα, κατά πιστή μεταφορά: Κατά το άρθρο 565 ΚΠΔ, "κάθε αμφιβολία ή αντίρρηση σχετικά με την εκτελεστότητα της απόφασης και το είδος ή τη διάρκεια της ποινής λύεται από το δικαστήριο των πλημμελειοδικών του τόπου όπου εκτίεται η ποινή". Εξ άλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 546 ΚΠοινΔ, η καταδικαστική απόφαση εκτελείται μόλις καταστεί αμετάκληση. Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών συνάγεται ότι η καταδικαστική απόφαση εκτελείται μόλις καταστεί αμετάκλητη, έστω και αν είναι εσφαλμένη ή χώρισαν ακυρότητες κατά τη διαδρομή της διαδικασίας και ότι οι αντιρρήσεις κατά τη διαδικασία αυτή, δηλαδή εκείνη της εκτέλεσης, σχετικά με την εκτελεστότητα και το είδος ή τη διάρκεια της ποινής, δεν πρέπει να προσκρούουν στο αμετάκλητο της απόφασης (ΑΠ 376/2003, ΝοΒ 2003, 1689, ΑΠ 403/1992, Ποιν. Χρον. ΜΒ, 530). Στην προκειμένη περίπτωση, ο αιτών με την υπό κρίση προσφυγή ισχυρίζεται ότι με την υπ' αριθ. 2414/2004 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, καταδικάσθηκε σε συνολική ποινή καθείρξεως 25 ετών και συνολική χρηματική ποινή 22.000 ευρώ, για προμήθεια και κατοχή εκρηκτικών υλών και εκρηκτικών μηχανισμών, για απλή συνέργεια σε (21) εκρήξεις και μία απόπειρα εκρήξεως κατά συρροή και κατά συναυτουργία, απλή συνέργεια σε είκοσι εκρήξεις κατ' εξακολούθηση και μία απόπειρα εκρήξεως κατ' εξακολούθηση και απλή συνέργεια στην ανθρωποκτονία (.....) και (48) αποπειρών ανθρωποκτονιών. Ακολούθως ισχυρίζεται ότι με την υπ' αριθ. 2202/2005 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, κρίθηκε αθώος της συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση για το διάστημα 1975 έως 12.7.1999. Ζητεί, λοιπόν, με βάση τα ανωτέρω, να εκτελεσθεί η αθωωτική απόφαση με αριθμό 2202/2005 και να παύσει η εκτέλεση της υπ' αριθ. 2414/2004 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, ώστε να αποφυλακισθεί ο αιτών, ο οποίος εκτίει ποινή και κρατείται στις δικαστικές φυλακές Κορυδαλλού. Όπως προκύπτει από τα προσκομιζόμενα έγγραφα, κατά της υπ' αριθ. 2464/2004 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, ο αιτών έχει ασκήσει την υπ' αριθ. 1148/11.10.2004 έφεση (βλ. την από .... βεβαίωση του Γραμματέα του Εφετείου Αθηνών). Επίσης, κατά της υπ' αριθ. 2205/2005 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών έχει ασκηθεί η υπ' αριθ. 2002/7.7.2005 έφεση από τον Εισαγγελέα Εφετών Αθηνών (βλ. την από ..... βεβαίωση του Γραμματέα του Εφετείου Αθηνών). Ενόψει των ανωτέρω, η υπό κρίση προσφυγή πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, καθόσον οι ως άνω αποφάσεις, λόγω της ασκηθείσης εφέσεως, δεν έχουν καταστεί αμετάκλητες και το παρόν Δικαστήριο περιορίζεται στην εξέταση ζητημάτων κατά την εκτέλεση και μόνον αυτών που ανέκυψαν μετά το αμετάκλητο της εκτελούμενης απόφασης, γιατί με νέα εξέταση της υπόθεσης θα καταλυόταν το δεδικασμένο (βλ. Αθαν. Κονταξή, Κώδικας Ποινικής Δικονομίας, άρθρο 565, σελ. 3479 επ., ΑΠ 1062/1990 ΠΧρ ΜΑ, 327). Με αυτά που εδέχθη η προσβαλλομένη απόφαση, απορρίψασα δηλαδή τις αντιρρήσεις του αναιρεσείοντος, σχετικά με την εκτελεστότητα της προδιαληφθείσης αποφάσεως, ως απαράδεκτες, γιατί η εν λόγω καταδικαστική απόφαση δεν έχει καταστεί αμετάκλητη, δεν υπερέβη την εξουσία του και ο λόγος της αιτήσεως αναιρέσεως, κατά το αντίστοιχο μέρος του, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι η 2002/2005 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, με την οποία ο αναιρεσείων κηρύχθηκε αθώος των αποδιδομένων εις αυτόν αξιοποίνων πράξεων και κατά της οποίας ο Εισαγγελεύς Εφετών έχει ασκήσει έφεση, είναι αμέσως εκτελεστή (άρθρο 547 ΚΠοινΔ) και η εκτελεστότητά της δεν επηρεάστηκε από την ασκηθείσα, ως άνω, έφεση του Εισαγγελέως Εφετών Αθηνών.
Από τη διάταξη του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ - που καθιερώνει την αρχή της δίκαιης δίκης - δεν θεμελιώνεται ιδιαίτερος λόγος αναιρέσεως των ποινικών αποφάσεων, πέραν εκείνων που περιοριστικά αναφέρονται στον ΚΠοινΔ. Άρα, η αιτίαση του αναιρεσείοντος που διατυπώνεται με το μοναδικό λόγο αναιρέσεως, στο δεύτερο σκέλος του, ότι δηλαδή με το να μη εξετάσει το δικαστήριο την προσφυγή του στην ουσία της, παραβίασε ευθέως την διάταξη του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ, δημιουργηθείσης εντεύθεν απόλυτης ακυρότητας της διαδικασίας, πρέπει να απορριφθεί, προεχόντως, ως απαράδεκτη.
Απορριπτομένης της αιτήσεως, ο αναιρεσείων πρέπει να καταδικασθεί στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠοινΔ).


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 4 Οκτωβρίου 2007 αίτηση του Χ1, για αναίρεση της υπ' αριθ. ΑΤ 4833/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς.
Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, εκ διακοσίων είκοσι (220) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 20 Φεβρουαρίου 2008. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 22 Απριλίου 2008.


Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή