Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Ψευδής υπεύθυνη δήλωση, Πλαστογραφία, Αναβολής αίτημα.
Περίληψη:
Υπάρχει ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Ορθή και αιτιολογημένη καταδίκη για πλαστογραφία (άρθρο 216 παρ. 1 ΠΚ) και για ψευδή δήλωση (άρθρα 8 και 22 ν. 1599/1986). Ορθώς απορρίφθηκε το αίτημα αναβολής προκειμένου να διενεργηθεί γραφολογική πραγματογνωμοσύνη. Αποτελεί Αρχή ο Αυτόνομος Οργανισμός Εργατικής Κατοικίας (Α.Ο.Ε.Κ.). Διαπράττει το αδίκημα του άρθρου 22 ν. 1599/1986 ο δηλώνων ψευδώς κατά το άρθρο 8 αυτού ψευδή γεγονότα.
Αριθμός 19/2008
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γεώργιο Σαραντινό, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Βασίλειο Λυκούδη, Ανδρέα Τσόλια, Ιωάννη Παπουτσή και Νικόλαο Ζαΐρη-Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 9 Οκτωβρίου 2007, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ρούσσου-Εμμανουήλ Παπαδάκη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση της αναιρεσείουσας-κατηγορουμένης Χ1, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Αθανάσιο Δημόπουλο, για αναίρεση της 3474/2006 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης, με συγκατηγορούμενο τον Χ2.Το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και η αναιρεσείουσα-κατηγορουμένη, ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 26 Φεβρουαρίου 2007 αίτησή της αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 534/2007.
Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο της αναιρεσείουσας, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 216 παρ.1 του ΠΚ " όποιος καταρτίζει πλαστό ή νοθεύει έγγραφο με σκοπό παραπλανήσει άλλον σχετικά με γεγονός που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών. Η χρήση του εγγράφου από αυτόν θεωρείται επιβαρυντική περίπτωση ". Από τη διάταξη αυτή, που αποβλέπει στην προστασία της ασφάλειας και ακεραιότητας των εγγράφων συναλλαγών, προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της πλαστογραφίας απαιτείται, αντικειμενικώς μεν η απαρχής κατάρτιση εγγράφου από τον υπαίτιο, ο οποίος το εμφανίζει ότι καταρτίστηκε από άλλον ή νόθευση γνήσιου εγγράφου, δηλαδή η αλλοίωση της έννοιας του περιεχομένου του, υποκειμενικώς δε δόλος, που περιλαμβάνει τη γνώση και τη θέληση των πραγματικών περιστατικών, τα οποία απαρτίζουν την πράξη και περαιτέρω (υπερχειλής δόλος), σκοπός του υπαίτιου να παραπλανήσει με τη χρήση του πλαστού ή νοθευμένου εγγράφου άλλον, για γεγονός που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες, οι οποίες αναφέρονται στην παραγωγή, διατήρηση, μεταβολή, μεταβίβαση ή απόσβεση δικαιώματος ή έννομης σχέσης ή κατάστασης, δημόσιας ή ιδιωτικής φύσης. Εξ' άλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 του Κ.Ποιν.Δ, όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 2 παρ.5 του Ν. 2408/1996, προκύπτει ότι η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ'του Κ.Π.Δ, λόγον αναιρέσεως, όταν αναφέρονται σ' αυτήν με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα προκύψαντα από την ακροαματική διαδικασία πραγματικά περιστατικά, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόστηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό, που αποτελούν ενιαίο σύνολο, αρκεί δε να αναφέρονται τα αποδεικτικά μέσα γενικώς, κατά το είδος τους, χωρίς να είναι ανάγκη να εκτίθεται τι προέκυψε από το καθένα χωριστά. Τέλος, εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, η οποία ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε'του Κ.Π.Δ λόγον αναιρέσεως, υπάρχει όταν το δικαστήριο της ουσίας αποδίδει στην ερμηνευόμενη ή εφαρμοζόμενη ποινική ουσιαστική διάταξη, έννοια διαφορετική από εκείνη που πραγματικά έχει, ή όταν τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι προέκυψαν, υπάγει σε διάταξη που δεν αρμόζει στη συγκεκριμένη περίπτωση, παραβιάζοντας έτσι ευθέως το νόμο και όταν η παραβίαση της διατάξεως αυτής γίνεται εκ πλαγίου, για το λόγο ότι έχουν εμφιλοχωρήσει στο πόρισμα της αποφάσεως, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του αιτιολογικού με το διατακτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος από τον 'Αρειο Πάγο ο έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσης, ενώ δεν ιδρύει λόγο αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, καθόσον στην περίπτωση αυτή πλήττεται η αναιρετικώς ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του δικαστηρίου της ουσίας.
Στην προκείμενη περίπτωση, το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, που δίκασε κατ' έφεση, όπως προκύπτει από το αιτιολογικό της προσβαλλόμενης απόφασης, σε συνδυασμό με το διατακτικό της, δέχτηκε, κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, ότι "από τα αποδεικτικά μέσα που κατ' είδος αναφέρει (καταθέσεις μαρτύρων κατηγορίας που εξετάστηκαν ενόρκως στο Εφετείο, πρακτικά της πρωτοβάθμιας δίκης που αναγνώστηκαν και αναφέρονται στα πρακτικά, έγγραφα, την απολογία των κατηγορουμένων και την όλη αποδεικτική διαδικασία), αποδείχθηκαν τα εξής:
Για τη συμμετοχή στην κλήρωση των εργατικών κατοικιών στην περιφέρεια Κιλκίς η πρώτη κατηγορουμένη κατέθεσε στον αρμόδιο υπάλληλο του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας Κιλκίς, μεταξύ των άλλων δικαιολογητικών, και την υπ' αριθ. ....... βεβαίωση χρόνου ασφάλισης του ΙΚΑ Κιλκίς, η οποία είχε χορηγηθεί στον συγκατηγορούμενο σύζυγο της Χ3 μετά την από ....... αίτηση του από το Ι.Κ.Α. Κιλκίς για αποκλειστική χρήση στον Οργανισμό Εργατικής Κατοικίας Κιλκίς, όπου βεβαιώνονταν ότι αυτός είχε πραγματοποιήσει εξακόσιες εννέα [609] ημέρες εργασίας. Λόγω του ότι ο εν λόγω αριθμός των ημερών εργασίας δεν ήταν αρκετός για την συμμετοχή στην κλήρωση των εργατικών κατοικιών, την 26-4-2000, η πρώτη κατηγορουμένη από κοινού με τον σύζυγο της νόθευσαν τον ανωτέρω αριθμό, μεταβάλλοντας αυτόν από "609" σε "1609", θέτοντας έμπροσθεν του αριθμού "6" τον αριθμό "1" και γράφοντας έμπροσθεν της λέξης "εξακόσιες" την λέξη "χίλιες", νόθευση που επανέλαβε και στην τρίτη παράγραφο της εν λόγω βεβαίωσης, μεταβάλλοντας επίσης τον αριθμό "609" σε "1609" ημέρες ασφάλισης. Ακολούθως, αυθημερόν, η κατηγορουμένη κατέθεσε την ανωτέρω πλαστή (νοθευμένη) βεβαίωση χρόνου ασφάλισης στον αρμόδιο υπάλληλο του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας Κιλκίς μαζί με τα υπόλοιπα απαιτούμενα δικαιολογητικά, σκοπεύοντας να παραπλανήσει τον εν λόγω υπάλληλο, ότι δήθεν έχει συμπληρώσει τις απαιτούμενες προϋποθέσεις για τη συμμετοχή της στην κλήρωση εργατικών κατοικιών, καθόσον, με τα ένσημα (609) που αναγράφονταν στην χορηγηθείσα από το ΙΚΑ γνήσια βεβαίωση, δεν είχαν συμπληρωθεί τα απαιτούμενα ένσημα. Περαιτέρω, την 27-4-1999. η κατηγορουμένη, προκειμένου να μπορέσει να συμμετάσχει στην προκηρυχθείσα κλήρωση εργατικών κατοικιών, υπέβαλε στον αρμόδιο να συγκεντρώσει τα προβλεπόμενα από το νόμο δικαιολογητικά υπάλληλο του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας Κιλκίς το με αριθμό κατάθεσης ....., επέχον θέση έγγραφης υπεύθυνης δήλωσης του άρθρου 8 του Ν. 1599/86, Δελτίο Απογραφής Αστέγου Δικαιούχου, στο οποίο δήλωνε ψευδώς στο στοιχείο "5" αυτού "ότι το σύνολο των ημερομισθίων που πραγματοποίησε ο σύζυγος της Χ3 μέχρι την 28-2-1999 ανέρχεται σε "1609", θέτοντας συγκεκριμένα τον αριθμό αυτόν εντός τεσσάρων συνεχόμενων τετραγώνων", ενώ γνώριζε ότι το σύνολο των ημερομισθίων ανέρχονταν σε 609. Ο Ζ1, που συμμετείχε στην προκηρυχθείσα κλήρωση εργατικών κατοικιών, υπέβαλε στον κατηγορούμενο Χ2, ως Προϊστάμενο του Γραφείου του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας στο Κιλκίς, ένσταση σε βάρος της κατηγορουμένης ως προς τον αριθμό των δηλωθέντων εκ μέρους της ενσήμων, ότι το αναφερόμενο στο ως άνω Δελτίο Απογραφής Αστέγου Δικαιούχου, που υπέβαλε την ...... στην υπηρεσία του η κατηγορούμενη, ήταν ψευδές ως προς τον αριθμό των ημερομισθίων που δήλωσε η τελευταία ότι δήθεν πραγματοποίησε ο σύζυγος της, ήτοι "1609" αντί "609". Η πλαστογράφηση του εν λόγω δελτίου απογραφής από την πρώτη κατηγορουμένη και τον σύζυγό της αποδείχθηκε από τις καταθέσεις των μαρτύρων που εξετάσθηκαν και από τα έγγραφα που αναγνώσθηκαν στο ακροατήριο, καθώς και από το γεγονός ότι το δελτίο αυτό το κατείχε η πρώτη κατηγορουμένη στην οικία της αρκετές ημέρες μετά την χορήγηση του από το ΙΚΑ Κιλκίς και αυτή με τον σύζυγο της είχαν συμφέρον να το νοθεύσουν, αυξάνοντας τον απαιτούμενο για τη συμμετοχή στην κλήρωση των εργατικών κατοικιών αριθμό ημερών ασφάλισης στο ΙΚΑ. Η κρίση αυτή δεν αναιρείται από την έκθεση γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης του πραγματογνώμονα ........, στην οποία γνωματεύει, ότι η νόθευση του επίμαχου δελτίου δεν έγινε από την κατηγορουμένη και τον σύζυγο της, δεδομένου ότι η πραγματογνωμοσύνη διενεργήθηκε με εντολή τους [κατηγορουμένης· και συζύγου της], ο πραγματογνώμονας αυτός έλαβε υπόψη αντίγραφα [και όχι πρωτότυπα] των εγγράφων που αυτοί του προσκόμισαν και αποφαίνεται με πιθανολόγηση και όχι βεβαιότητα. Ενόψει αυτών, το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν είναι αναγκαίο να αναβληθεί η δίκη, προκειμένου να κληθεί ο Ζ1 που είχε υποβάλει ένσταση κατά της πρώτης κατηγορουμένης και να διενεργηθεί πραγματογνωμοσύνη για διαπίστωση του πλαστογράφου του εν λόγω δελτίου, και το σχετικό αίτημα της κατηγορουμένης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμο".
Με αυτά που δέχθηκε το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του, την από τα άρθρα 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 του Κ.Π.Δ απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού αναφέρει με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από τη διαδικασία στο ακροατήριο και στοιχειοθετούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του παραπάνω εγκλήματος, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία πείστηκε γι' αυτά και τους νομικούς συλλογισμούς, με βάση τους οποίους τα υπήγαγε στις εφαρμοσθείσες ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 1, 14, 26 παρ.1α, 27 παρ.1, 216 παρ.1 του ΠΚ και 8 παρ.1, 22 παρ.6 εδ. πρώτο και 7 του ν.1599/1986, τις οποίες ορθώς ερμήνευσε και εφάρμοσε, και ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου παραβίασε με ασαφείς, ελλιπείς ή αντιφατικές παραδοχές. Ειδικότερα το Δικαστήριο που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση αιτιολογεί με σαφήνεια και πληρότητα όλα τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν και συγκεκριμένα, ότι η αναιρεσείουσα νόθευσε η ίδια την υπ' αριθμό ........ βεβαίωση του χρόνου ασφαλίσεως που είχε εκδοθεί από το Ι.Κ.Α Κιλκίς, για τον ασφαλισμένο σύζυγό της, μετά την υποβολή της από ...... αιτήσεώς του, στην οποία βεβαιωνόταν ότι ο σύζυγός της είχε πραγματοποιήσει 609 ημερομίσθια, ενώ αυτή την αλλοίωσε κατά το στοιχείο του αριθμού των αναγραφόμενων ημερομισθίων από 609 σε 1609 με την προσθήκη του αριθμού ένα(1) μπροστά από τον αριθμό 609 και την προσθήκη ολογράφως της λέξεως " χίλιες" και ότι τη βεβαίωση αυτή, με τις γενόμενες αλλοιώσεις, στη συνέχεια, την υπέβαλε αυθημερόν, με σειρά άλλων δικαιολογητικών, στον Αυτόνομο Οργανισμό Εργατικής Κατοικίας (Α.Ο.Ε.Κ), στο υποκατάστημα Κιλκίς, προκειμένου να συμμετάσχει στην κλήρωση των εργατικών κατοικιών σε δικαιούχους του ως άνω Οργανισμού. Επίσης η προσβαλλόμενη απόφαση, με την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, δέχθηκε ότι πρόθεση της αναιρεσείουσας, ήταν να παραπλανήσει τον αρμόδιο υπάλληλο του Α.Ο.Ε.Κ, ότι συντρέχουν στο πρόσωπο του συζύγου της οι κατά νόμο προϋποθέσεις για τη συμμετοχή της στην κλήρωση εργατικών κατοικιών, που θα επιχειρούσε ο ως άνω Οργανισμός. Επίσης με πλήρη αιτιολογία, απέρριψε το αίτημα της αναιρεσείουσας για τη διενέργεια γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης και εκθέτει με πληρότητα και σαφήνεια τους λόγους εκείνους, για τους οποίους δεν επιβάλλεται η διενέργειά της, κρίση την οποία στήριξε στην επάρκεια των αποδεικτικών μέσων που προέκυψαν από τη διαδικασία στο ακροατήριο, σε συνδυασμό με την ιδιωτική πραγματογνωμοσύνη του πραγματογνώμονα ........, που σε βαθμό απλής πιθανολόγησης αποφάνθηκε, για τη βασιμότητα των αντίθετων ισχυρισμών της. Επομένως, ο προβαλλόμενος από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ'του Κ.Π.Δ λόγος αναιρέσεως, περί ελλείψεως της επιβαλλόμενης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.
Περαιτέρω, στο άρθρο 1 του ν.δ 2963/1954 " περί ιδρύσεως αυτόνομου Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας ", ορίζεται ότι συνιστάται Αυτόνομος Οργανισμός Εργατικής Κατοικίας, που αποτελεί νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου, που τελεί υπό την εποπτεία και τον έλεγχο του Υπουργού Εργασίας. Επίσης, κατά το άρθρο 3 παρ.2 του αυτού ν.δ ο Α.Ο.Ε.Κ, διοικείται από επταμελές διοικητικό συμβούλιο, τα μέλη του οποίου (τακτικά και αναπληρωματικά), διορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας. Τέλος, στο άρθρο 4 του αυτού νομοθετήματος, καθορίζονται οι αρμοδιότητες του διοικητικού συμβουλίου, το οποίο εκδίδει τους απαραίτητους κανονισμούς που ρυθμίζουν τη διαχείριση, τον τρόπο εκτελέσεως των έργων, δημοπρατήσεις, τον τρόπο αναθέσεως, τον τρόπο παρακολουθήσεως και ελέγχου των εκτελούμενων έργων. Ακόμη, κατά το άρθρο 9 αυτού, παρέχεται στο διοικητικό συμβούλιο του Οργανισμού, η δυνατότητα να αναθέτει την είσπραξη των εσόδων του Οργανισμού στο Ι.Κ.Α και, τέλος, κατά το άρθρο 10 παρ.1, η διάθεση και η επένδυση των κεφαλαίων του Α.Ο.Ε.Κ γίνεται ελευθέρως, χωρίς να ισχύουν οι εκάστοτε διατάξεις των νόμων περί επενδύσεως και διαθέσεως των κεφαλαίων των Ν.Π.Δ.Δ. Επίσης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 8 παρ.1 και 22 παρ.6 εδ.α του ν.1599/1986, όπως ίσχυαν κατά το χρόνο τέλεσης της κατωτέρω αναφερόμενης πράξεως, γεγονότα ή στοιχεία που δεν αποδεικνύονται με το δελτίο ταυτότητας, ή τα αντίστοιχα έγγραφα του άρθρου 6, μπορεί να αποδεικνύονται ενώπιον κάθε αρχής ή υπηρεσίας του δημόσιου τομέα, με υπεύθυνη δήλωση του ενδιαφερόμενου που συντάσσεται σε ειδικό σφραγιστό χαρτί. Όποιος δε εν γνώσει του δηλώνει ψευδή γεγονότα, ή αρνείται ή αποκρύπτει τα αληθινά, με έγγραφη υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον 3 μηνών κλπ(άρθρο 22). Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι για την στοιχειοθέτηση της αντικειμενικής υπόστασης του, από την τελευταία διάταξη προβλεπόμενου εγκλήματος, απαιτείται, εκτός των άλλων, η δήλωση των ψευδών γεγονότων σαν αληθινών ή άρνηση ή απόκρυψη αληθινών γεγονότων, τα οποία δεν αποδεικνύονται με το δελτίο ταυτότητας ή το διαβατήριο (όχι δε μόνον γεγονότων που αφορούν προσωπικά στοιχεία του δηλούντος), να απευθύνεται, δηλαδή να υποβάλλεται, σε αρχή ή υπηρεσία του δημόσιου τομέα. Ως αρχή δε νοείται το όργανο του Κράτους, το οποίο ασκεί, κατά την ιδίαν αυτού ελεύθερη κρίση σε ορισμένο κύκλο κρατική εξουσία, προβλεπόμενη από τους οργανικούς αυτού νόμους. Ενόψει όλων αυτών των διατάξεων, που ρυθμίζουν την ίδρυση και λειτουργία του ως άνω Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας, που τελεί υπό την άμεση εποπτεία του Υπουργού Εργασίας, και ασκεί, κατά την ελεύθερή του κρίση σε ορισμένο κύκλο κρατική εξουσία, ο Οργανισμός αυτός πέρα από το ότι αποτελεί υπηρεσία του δημόσιου τομέα αποτελεί και Αρχή, με την παραπάνω έννοια.
Συνεπώς, η προς αυτόν ψευδής δήλωση της αναιρεσείουσας ήταν αξιόποινη κατά τις πιο πάνω διατάξεις των άρθρων 8 παρ. 1 και 22 παρ. β' εδ. α' του ν. 1599/1986. Επομένως, ο δεύτερος και τελευταίος λόγος αναιρέσεως, με τον οποίο πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση, για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των εν λόγω ουσιαστικών ποινικών διατάξεων, εξαιτίας του ότι ο Οργανισμός Εργατικής Κατοικίας, δεν αποτελεί δημόσια αρχή και όργανο άσκησης κρατικής εξουσίας, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Μετά από αυτά, πρέπει να απορριφθεί η αίτηση αναιρέσεως ως αβάσιμη και να επιβληθούν σε βάρος της αναιρεσείουσας τα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ.1 του Κ.Ποιν.Δ)
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την αίτηση της Χ1, για αναίρεση της υπ' αριθμό 3474/2006 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Και Επιβάλλει σε βάρος της αναιρεσείουσας τα δικαστικά έξοδα, από διακόσια είκοσι(220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 23 Οκτωβρίου 2007.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 8 Ιανουαρίου 2008.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ