Θέμα
Αιτιολογίας ανεπάρκεια, Αναιρέσεων συνεκδίκαση, Δυσφήμηση συκοφαντική, Δυσφήμηση απλη, Τύπος.
Περίληψη:
Συνεκδίκαση δύο αιτήσεων. Στοιχεία εγκλήματος συκοφαντικής δυσφήμησης και απλής δυσφήμησης δια του τύπου. Λόγος αναιρέσεως έλλειψη αιτιολογίας και νόμιμης βάσης. Αναιρεί διότι μεταξύ του αιτιολογικού και του διατακτικού δημιουργείται ασάφεια και αντίφαση ως προς την πράξη για την οποία κηρύχθηκαν ένοχοι οι κατηγορούμενοι, δηλαδή, αν πρόκειται για απλή δυσφήμηση όπως δέχεται το δικαστήριο στο αιτιολογικό, ή για συκοφαντική δυσφήμηση, όπως αναφέρεται στο διατακτικό. Αναιρεί και παραπέμπει.
Αριθμός 1187/2008
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Κούκλη, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη, (κωλυομένου του Αντιπροέδρου Γεωργίου Σαραντινού), ο οποίος ορίσθηκε με την 57/1-4-2008 Πράξη του Προέδρου του Αρείου Πάγου, Βασίλειο Λυκούδη-Εισηγητή, Ανδρέα Τσόλια, Ιωάννη Παπουτσή και Νικόλαο Ζαΐρη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 15 Απριλίου 2008, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Δημητρίου-Πρίαμου Λεκκού (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει τις αιτήσεις των αναιρεσειόντων-κατηγορουμένων 1) Χ1 και 2) Χ2 , που εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Χριστόφορο Αργυρόπουλο, για αναίρεση της 8068/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών, με πολιτικώς ενάγοντα τον Ψ1, που παρέστη με τους πληρεξούσιους δικηγόρους του Θεόδωρο Μαντά και Παναγιώτα Δαμουλή.
Το Τριμελές Εφετείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και οι αναιρεσείοντες-κατηγορούμενοι, ζητούν την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στις από 5 Φεβρουαρίου 2008 (δύο) αιτήσεις τους αναιρέσεως, οι οποίες καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 303/2008.
Αφού άκουσε Τους πληρεξουσίους των διαδίκων που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνουν δεκτές οι προκείμενες αιτήσεις αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Οι από 5/2/2008 αιτήσεις (δηλώσεις) αναιρέσεως των. 1) Χ2 και 2) Χ1,(με αρ. πρωτ. 1200/7-2-3008 και 1201/7-2-2008, αντίστοιχα), κατοίκων Αθηνών, στρεφόμενες και οι δύο κατά της 8068/2007 καταδικαστικής απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Αθηνών, πρέπει να συνεκδικασθούν, ως συναφείς.
ΙΙ. Η αξιόποινη πράξη της δυσφημήσεως περιλαμβάνει, σύμφωνα με το άρθρο 362 Π.Κ., αντικειμενικώς μεν, τον υπό του δράστη ισχυρισμό ενώπιον τρίτου ή διάδοση με οποιοδήποτε τρόπο, για κάποιον άλλον, γεγονότος, δυναμένου να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη αυτού, υποκειμενικώς δε, τη γνώση του δράστη, ότι το ισχυριζόμενο ή διαδιδόμενο γεγονός είναι κατάλληλο να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη άλλου και τη θέληση όπως ισχυρισθεί ενώπιον τρίτου ή διαδώσει το τοιούτο βλαπτικό γεγονός. Εξάλλου, για τη στοιχειοθέτηση της υπό του άρθρου 363 του ιδίου Kώδικα προβλεπομένης αξιόποινης πράξεως της συκοφαντικής δυσφημήσεως, απαιτείται, επί πλέον των αναφερθέντων στοιχείων, όπως το ως άνω γεγονός, το οποίο ισχυρίσθηκε ή διέδωσε ο δράστης, είναι ψευδές και αυτός να τελεί σε γνώση της αναληθείας του. Ως γεγονός, κατά την έννοια των πιο πάνω διατάξεων, θεωρείται κάθε συγκεκριμένο περιστατικό του εξωτερικού κόσμου, που ανάγεται στο παρελθόν ή στο παρόν, υποπίπτει στις αισθήσεις και είναι δεκτικό αποδείξεως, καθώς και κάθε συγκεκριμένη σχέση ή συμπεριφορά, αναφερόμενη στο παρελθόν ή στο παρόν, που υποπίπτει στις αισθήσεις και αντίκειται στην ηθική και στη ευπρέπεια. Ο ισχυρισμός ή διάδοση του δυσφημιστικού γεγονότος, μπορεί να γίνει και διά του τύπου, οπότε υπάρχει για τους υπεύθυνους του εντύπου, έγκλημα συκοφαντικής δυσφήμησης, ή απλής δυσφήμησης, διά του τύπου, εγκλήματα τα οποία, μετά την κατάργηση, με το άρθρο μόνο του Ν. 2243/1994 (που ισχύει από 30-10-1994), όλων των ειδικών περί τύπου ποινικών διατάξεων, συντελούνται, κατά περίπτωση, υπό τις ίδιες ακριβώς προϋποθέσεις που απαιτούνται και για τη κοινή συκοφαντική δυσφήμηση ή απλή δυσφήμηση. Περαιτέρω, η καταδικαστική απόφαση στερείται της από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ απαιτούμενης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ' του ΚΠΔ λόγο αναίρεσης, όταν δεν αναφέρονται σ'αυτή με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα προκύψαντα από την ακροαματική διαδικασία πραγματικά περιστατικά, που συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελίωσαν και οι σκέψεις και οι νομικοί συλλογισμοί με βάση τους οποίους τα περιστατικά αυτά υπήχθησαν στην ουσιαστική ποινική διάταξη που στη συγκεκριμένη περίπτωση εφαρμόσθηκε. 'Ελλειψη τέτοιας αιτιολογίας υπάρχει και όταν, η έκθεση των πραγματικών περιστατικών, που δέχεται το δικαστήριο ως αποδειχθέντα στο αιτιολογικό της απόφασής του, έρχεται σε αντίφαση με εκείνα για τα οποία καταδικάστηκε ο αναιρεσείων κατηγορούμενος στο διατακτικό. Εξάλλου, περίπτωση εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διάταξης, που ιδρύει λόγο αναίρεσης κατά το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ.Ε του ΚΠΔ, υπάρχει όχι μόνον όταν το δικαστήριο της ουσίας δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία έχει δεχθεί, στη διάταξη που εφαρμόσθηκε, αλλά και όταν η διάταξη αυτή παραβιάσθηκε εκ πλαγίου, για το λόγο ότι έχουν εμφιλοχωρήσει στο πόρισμα της απόφασης που ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος από τον Άρειο Πάγο της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσης.
ΙΙΙ. Στην προκειμένη περίπτωση, με την προσβαλλομένη 8068/2007 απόφαση, το Τριμελές Εφετείο (πλημμελημάτων) Αθηνών, που την εξέδοσε, κήρυξε ένοχους τους κατηγορουμένους αναιρεσείοντες, κατά πλειοψηφία, του ότι, στην Αθήνα :"Ενεργώντας με τον τύπο ως όργανο, ισχυρίσθηκαν από κοινού ενώπιον τρίτων για κάποιον άλλον εν γνώσει τους ψευδή γεγονότα που μπορούσαν να βλάψουν την τιμή και την υπόληψη του. Ειδικότερα έχοντας την ιδιότητα του διευθυντή σύνταξης της καθημερινής πολιτικής και οικονομικής εφημερίδας με τον τίτλο "....." καταχώρησαν στη σελίδα Α8, στη στήλη ...., του υπ' αριθμ. .... φύλλου της εφημερίδας "......" της ......, που εκδίδεται στην ..... και κυκλοφορεί σε ολόκληρη την Ελλάδα, κείμενο, στο οποίο διαλαμβάνονται τα ακόλουθα:...".Ακολούθως το ίδιο δικαστήριο, αφού παρέθεσε στο αυτό διατακτικό του το περιεχόμενο του συκοφαντικού δημοσιεύματος, δέχθηκε ότι, "Η αλήθεια όμως σχετικά με την πτώση στις ...... του μαχητικού αεροσκάφους, είναι ότι ο εγκαλών Ψ1, υποπτέραρχος της Πολεμικής αεροπορίας με 35ετή υπηρεσία και με 4.500 τουλάχιστον ώρες πτήσης σε αεροσκάφη εκπαιδευτικά - μαχητικά - μεταφορικά και ελικόπτερα, ενώ εκτελούσε ως Διοικητής της .... Μοίρας εκπαιδευτική πτήση με αεροσκάφος ..... η ..... αναγκάστηκε εξαιτίας σοβαρού προβλήματος στην τροφοδοσία καυσίμου λόγω μερικής απώλειας στήριξης του συμπιεστή του κινητήρα του αεροσκάφους, να το εγκαταλείψει λίγο πριν την προσγείωση, αφού προηγουμένως κατέβαλε υπεράνθρωπες προσπάθειες να αντιμετωπίσει τη βλάβη και να αποσοβήσει τον κίνδυνο συντριβής σε κατοικημένες περιοχές του συγχρόνου και αξίας πολλών δισεκατομμυρίων δραχμών αεροσκάφους της Πολεμικής Αεροπορίας. Ειδικότερα, έφερε το αεροσκάφος στην ευθεία του διαδρόμου προσγείωσης του αεροδρομίου της ..... και σε θέση προσγείωσης με κατεβασμένους τους τροχούς, δημιουργώντας έτσι με επιδεξιότητα τις προϋποθέσεις για αναγκαστική προσγείωση και το εγκατέλειψε με το εκτοξευόμενο κάθισμα ελάχιστα δευτερόλεπτα πριν το ..... προσκρούσει στο έδαφος, λόγω δε του χαμηλού ύψους εγκατάλειψης του αεροσκάφους από τον χειριστή του αυτό δεν συνετρίβη αλλά συνέχισε την πορεία του και σύρθηκε για 100 περίπου μέτρα στις σιδηροδρομικές τροχιές, δίπλα από το αεροδρόμιο και αφού επισκευάστηκε τέθηκε και πάλι στη δύναμη της Πολεμικής Αεροπορίας. Το όλο περιεχόμενο του ως άνω ανακριβούς δημοσιεύματος παρείχε σε ευρύ κύκλο αναγνωστών ερείσματα αρνητικής για το πρόσωπο του εγκαλούντα κρίσης, αφού έθετε σε αμφισβήτηση την πτητική του επάρκεια και την ικανότητα του να αναλάβει θέσεις υψηλής ευθύνης και δη την κρίσιμη θέση του Διοικητή Αεροπορικής Εκπαίδευσης και οι κατηγορούμενοι γνώριζαν ότι αποδίδοντας στον εν ενεργεία ιπτάμενο αξιωματικό της Πολεμικής Αεροπορίας ανεπαρκή γνώση βασικών αεροπορικών κανόνων και υποβαθμίζοντας την προσπάθεια του να αποτρέψει την πτώση του μαχητικού αεροσκάφους σε κατοικημένη περιοχή και σώσει το ίδιο το αεροσκάφος παρέδιδαν σε δημόσια ανυποληψία το πρόσωπο του. Το ως άνω δε δημοσίευμα, που περιήλθε σε γνώση του πολυπληθούς αναγνωστικού κοινού της εν λόγω εφημερίδας, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως επιβεβλημένο μέσο ασκήσεως του έργου των κατηγορουμένων, ως δημοσιογράφων, διότι υπάρχει προφανής δυσαναλογία μεταξύ αφενός της αποστολής του τύπου για την άσκηση κριτικής και ελέγχου σε πράξεις των ασκούντων έργο δημοσίου ενδιαφέροντος, όπως εν προκειμένω στην επιλογή των Αρχηγών των Γενικών Επιτελείων να αναθέσουν στον εγκαλούντα καθήκοντα υψηλής ευθύνης και αφετέρου της βλάβης που αναμφισβήτητα προκλήθηκε στην επαγγελματική και κοινωνική υπόληψη του εγκαλούντος". Το ίδιο, όμως, Δικαστήριο, αιτιολογώντας την καταδικαστική για τους αναιρεσείοντες κρίση του, διέλαβε στο σκεπτικό του, εκτός των άλλων, ότι "το παραπάνω δημοσίευμα, που προκλήθηκε κατά την εκτίμηση των μαρτύρων κατηγορίας, που δεν αντικρούεται από τους κατηγορουμένους από πρόσωπο που ήθελε να πλήξει επαγγελματικά τον εγκαλούντα, με ιδιοτελή κίνητρα κατά την εκτίμηση των πρώτων, βασίστηκε στην πληροφόρηση με βάση το αναγνωσθέν έγγραφο της 114 ΠΜ/331 Μ, με ημερομηνία 13702/91 (σχετ. 1), το περιεχόμενο του οποίου, ευλόγως, κατά τη θέση των δευτέρων, θεωρήθηκε αληθινό. Και υπό την εκδοχή όμως αυτή, ανεξάρτητα από το ότι η εκτίμηση των αναφερομένων στο έγγραφο αυτό και η επιρροή τους στο ατύχημα απαιτεί ιδιάζουσες γνώσεις επιστήμης και τεχνικής, δεν καταλογίζεται στον εγκαλούντα υπαιτιότητα για τη μη αναγνώριση της κατάστασης partial Comperession Stall και ιδίως δεν αναφέρεται ούτε μπορεί να συναχθεί από αυτό ότι στο ατύχημα συνετέλεσε έλλειψη ψυχραιμίας εκ μέρους του πιλότου, ούτε ότι το αεροσκάφος εγκαταλείφθηκε από το χειριστή του. Εν τούτοις το δημοσίευμα περιέχει περιστατικά που δεν ανταποκρίνονται στην αλήθεια, αξιολογικές κρίσεις και χαρακτηρισμούς που συνδέονται άμεσα με αυτά και αποτελούν, επομένως, γεγονότα, κατά την έννοια του αρθρ.362 Π.Κ.......... ....... Τα, κατά την παραπάνω έννοια, γεγονότα αυτά, που δεν είναι αληθινά, είναι απολύτως πρόσφορα να βλάψουν την τιμή και την υπόληψη του εγκαλούντος, οι κατηγορούμενοι τελούσαν σε γνώση της προσφορότητας τους αυτής και είχαν τη θέληση να τα διαδώσουν . Ο (αυτοτελής) ισχυρισμός των κατηγορουμένων ότι το επίδικο σχόλιο συντάχτηκε από δικαιολογημένο δημοσιογραφικό ενδιαφέρον με αποκλειστικό σκοπό την ενημέρωση του αναγνωστικού κοινού της εφημερίδας για σπουδαίο ζήτημα που ενδιαφέρει το κοινωνικό σύνολο, άπτεται του δημοσίου συμφέροντος και αφορά στη δημόσια δραστηριότητα - και όχι στον ιδιωτικό βίο - ενός δημόσιου προσώπου, ........ είναι απορριπτέος ........σε κάθε δε περίπτωση ο δημοσιογράφος οφείλει να εξακριβώσει πριν τη δημοσίευση, την αλήθεια των δυσφημιστικών γεγονότων.......Ειδικότερα δεν ανέτρεξαν, όπως όφειλαν και μπορούσαν, στα ιδιαίτερα σ'αυτούς προσιτά δημοσιεύματα του τύπου για το συμβάν στο οποίο βασίζεται στο σχόλιο ούτε ζήτησαν άλλες πληροφορίες πέραν εκείνων της "πηγή" τους, τη διάψευση της οποίας ανέμεναν μετά τη δημοσίευση του δυσφημιστικού σχολίου. Σύμφωνα με τα παραπάνω, κατά τη γνώμη που επικράτησε, οι κατηγορούμενοι πρέπει να κηρυχτούν ένοχοι για την πράξη της απλής δυσφήμησης την οποία τέλεσαν από κοινού ....". Επέβαλε δε στον καθένα για την πράξη του αυτή ποινή φυλακίσεως τεσσάρων μηνών, την εκτέλεση της οποίας ανέστειλε για τρία έτη. Από την πιο πάνω, αντιπαραβολή του αιτιολογικού προς το διατακτικό της προσβαλλόμενης απόφασης προκύπτει, ότι, ενώ, κατά το αιτιολογικό, κρίθηκε ότι οι κατηγορούμενοι- αναιρεσείοντες έπρεπε να κηρυχθούν ένοχοι απλής δυσφήμησης, χωρίς όμως να προκύπτει σαφώς, αν το Δικαστήριο δέχθηκε ότι αυτοί γνώριζαν την αναλήθεια των γεγονότων που περιέχονται στο επίδικο δημοσίευμα, ή, αν απλώς κατά την άποψή τους αυτοί "εύλογα θεωρούσα αληθινό το έγγραφο επί του οποίου βασίστηκε η πληροφόρηση του δημοσιεύματος" και, σε κάθε περίπτωση, "όφειλαν και μπορούσαν να την εξακριβώσουν", αντιθέτως, στο διατακτικό της προσβαλλομένης, αναφέρεται, ότι αυτοί κηρύσσονται ένοχοι, διότι ισχυρίστηκαν και διέδωσαν εγγράφως και δια του Τύπου για τον παθόντα γεγονότα "εν γνώσει τους ψευδή" που μπορούσαν να βλάψουν την τιμή και υπόληψή του.
Ενόψει της προφανούς αυτής, μεταξύ του αιτιολογικού και του διατακτικού της προσβαλλόμενης απόφασης, αντίφασης, δημιουργείται ασάφεια και σύγχυση ως προς την πράξη για την οποία κηρύχθηκαν ένοχοι οι αναιρεσείοντες κατηγορούμενοι, δηλαδή, αν πρόκειται για απλή δυσφήμηση (άρθρο 362 ΠΚ), όπως δέχεται το δικαστήριο στο αιτιολογικό, για τη θεμελίωση της οποίας το ψευδές, που διαλαμβάνεται στο σκεπτικό και στο διατακτικό, δεν αποτελεί όρο της αντικειμενικής υποστάσεώς του, ή για συκοφαντική δυσφήμηση (άθρο 363 ΠΚ), όπως αντιφατικά δέχεται στο διατακτικό της προσβαλλόμενης απόφασης, για την αντικειμενική υπόσταση της οποίας απαιτείται το ψευδές και επί πλέον, για την υποκειμενική υπόσταση, και άμεσος δόλος, ήτοι η διάδοση ή ο ισχυρισμός να έγιναν εν γνώσει της αναληθείας, με αποτέλεσμα, όχι μόνον να στερείται η απόφαση της επιβαλλόμενης από το νόμο ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, αλλά και να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε δεν έχει και νόμιμη βάση.
Συνεπώς, οι σχετικοί, από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ και Ε του ΚΠΔ, λόγοι των, ταυτοσήμων κατά το περιέχομενό τους, δικογράφων των συνεκδικαζομένων αιτήσεων αναιρέσεως είναι και κατ'ουσίαν βάσιμοι και γι' αυτό, παρελκούσης της έρευνας των λοιπών λόγων, πρέπει να γίνουν δεκτές οι κρινόμενες αιτήσεις, να αναιρεθεί εξ ολοκλήρου πιο ως πάνω απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους, που δίκασαν προηγουμένως (άρθρο 519 ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την 8068/2007 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών. Και
Παραπέμπει την υπόθεση, για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο, το οποίο θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους, που δίκασαν προηγουμένως.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 6 Μαΐου 2008.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 6 Μαΐου 2008.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ