Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 895 / 2009    (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Ποινή, Απόλυση υφ' όρο.




Περίληψη:
Αν εκείνος που απολύθηκε με όρο διαπράξει κατά το χρόνο της δοκιμασίας έγκλημα από δόλο, για το οποίο του επιβλήθηκε αμετακλήτως οποτεδήποτε ποινή φυλακίσεως ανώτερη των έξι μηνών, τότε εκτίει αθροιστικά και ολόκληρο το υπόλοιπο της προηγούμενης ποινής το οποίο έπρεπε να εκτίσει κατά το χρόνο της προσωρινής απόλυσης και δεν επιτρέπεται συγχώνευση της επιβληθείσας ποινής με το υπόλοιπο της προηγούμενης ποινής για την οποία έτυχε προσωρινής απολύσεως. Αναιρείται η απόφαση που προέβη σε συγχώνευση τέτοιων ποινών.




Αριθμός 895/2009

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

ΣΤ' Ποινικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Εμμανουήλ Καλούδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Αιμιλία Λίτινα, Ανδρέα Τσόλια, Ιωάννη Παπουτσή και Ιωάννη Παπαδόπουλο - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 10 Φεβρουαρίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Παναγιώτη Θάνου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση του Εισαγγελέα Εφετών Θεσσαλονίκης, περί αναιρέσεως της 1535/2008 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Με κατηγορούμενο τον Χ, κρατούμενο στο Γενικό Κατάστημα Κράτησης ......, που δεν παρέστη στο ακροατήριο.
Το Πενταμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων Εισαγγελέας Εφετών Θεσσαλονίκης ζητεί τώρα την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην με αριθμό και ημερομηνία 24/9.12.2008 έκθεση αναιρέσεως, η οποία συντάχθηκε ενώπιον του Γραμματέως του Ποινικού Τμήματος του Εφετείου Θεσσαλονίκης Σταύρου Χατζημιχαηλίδη και καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1984/2008.

Αφού άκουσε Τον Αντεισαγγελέα, που ζήτησε να γίνει δεκτή η έκθεση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Κατά τις διατάξεις των άρθρων 105, 108 και 109 του ΠΚ, αν από την απόλυση, υπό τον όρο της ανακλήσεως, του καταδικασθέντος σε στερητική της ελευθερίας ποινή περάσει το χρονικό διάστημα της ποινής το οποίο υπολείπετο για έκτιση, σε όσες περιπτώσεις αυτό είναι ανώτερο από τρία έτη, ή αν περάσουν τρία έτη, όταν αυτό είναι μικρότερο των τριών ετών, χωρίς να γίνει ανάκληση, η ποινή, (αν δεν πρόκειται για ισόβια κάθειρξη, οπότε απαιτείται να περάσουν δέκα έτη), θεωρείται ότι έχει εκτιθεί. Αν, όμως, μέσα στο χρονικό αυτό διάστημα, εκείνος που απολύθηκε διαπράξει έγκλημα από δόλο, για το οποίο του επιβλήθηκε αμετακλήτως οποτεδήποτε ποινή φυλακίσεως ανώτερη από έξι μήνες, τότε εκτίει αθροιστικά και ολόκληρο το υπόλοιπο της προηγούμενης ποινής, το οποίο έπρεπε να εκτίσει κατά το χρόνο της προσωρινής απολύσεως. Η απόλυση, δηλαδή, υπό τον όρο της ανακλήσεως, δεν αποτελεί απαλλαγή από την ποινή, αλλά στάδιο εκτελέσεώς της, που επιδιώκει την αποτροπή της υποτροπής με τη βελτίωση του καταδίκου και την κοινωνική του αποκατάσταση (Ολ. ΑΠ 106/1991). Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 97 ΠΚ, οι διατάξεις του άρθρου 94 παρ. 1 του ίδιου κώδικα, για τον καθορισμό συνολικής εκτιτέας ποινής, εφαρμόζονται και όταν κάποιος, προτού εκτιθεί ολοκληρωτικά ή παραγραφεί ή χαριστεί η ποινή που του επιβλήθηκε για κάποια αξιόποινη πράξη, καταδικασθεί για άλλη αξιόποινη πράξη, οποτεδήποτε και αν τελέσθηκε αυτή. Από τις εν λόγω διατάξεις, σε συνδυασμό και με εκείνη του άρθρου 551 παρ. 1 ΚΠοινΔ, η οποία ορίζει ότι "αν πρόκειται να εκτελεσθούν κατά του ίδιου προσώπου περισσότερες αμετάκλητες καταδικαστικές αποφάσεις για διαφορετικά εγκλήματα που συρρέουν, εφαρμόζονται οι ορισμοί του ποινικού Κώδικα για τη συρροή", συνάγεται ότι αν κατά το στάδιο της δοκιμασίας εκείνου που απολύθηκε υφ' όρον συμπέσει ποινή ανώτερη των έξι μηνών για άλλη (ή και περισσότερες) από δόλο πράξη, παρόλον ότι η ποινή που έχει ανασταλεί και η νέα συναντώνται κατά την εκτέλεση, δεν επιτρέπεται να καταγνωσθεί μία συνολική ποινή με συνυπολογισμό της ποινής που έχει ανασταλεί υπό τον όρο της ανακλήσεως, καθόσον ολόκληρο το υπόλοιπο της τελευταίας εκτίεται αθροιστικά, αφότου καταστεί αμετάκλητη η απόφαση που επέβαλε στον υφ' όρον απολυθέντα ποινή φυλακίσεως ανώτερη των έξι μηνών για έγκλημα που διέπραξε από δόλο εντός του χρόνου της δοκιμασίας. Στην προκειμένη περίπτωση, από τα έγγραφα της δικογραφίας, τα οποία επισκοπούνται παραδεκτώς για την έρευνα της βασιμότητας του εκ του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Ε1 ΚΠοινΔ προβαλλομένου, με την κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως του Εισαγγελέα Εφετών Θεσσαλονίκης λόγου, προκύπτουν τα ακόλουθα: Ο Χ καταδικάστηκε με την υπ' αριθ. 1055/2003 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης σε φυλάκιση δύο (2) ετών και έτυχε υφ' όρον απολύσεως με το υπ' αριθ. 1770/2003 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης, το οποίο του καθόρισε υπόλοιπο ποινής ανερχόμενο σε ένα (1) έτος και δεκαέξη (16) ημέρες. Ο ανωτέρω αποφυλακίστηκε την 5.12.2003 και εντός του χρόνου της δοκιμασίας, δηλαδή από 5.12.2003 μέχρι και τον Μάιο του 2004 διέπραξε και νέα από δόλο εγκλήματα και συγκεκριμένα αυτά της κατοχής και πωλήσεως ναρκωτικών ουσιών κατ' εξακολούθηση, κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια και της αντιστάσεως, για τα οποία καταδικάστηκε αμετακλήτως με την υπ' αριθ. 10-11/2008 απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης σε συνολική ποινή καθείρξεως εννέα (9) ετών και χρηματική ποινή 5.000 ευρώ, έκτοτε δε κρατείται στις φυλακές για έκτιση της ποινής του. Ακολούθως, υπέβαλε ενώπιον του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης την από 22.10.2008 αίτησή του για συγχώνευση των ποινών που του επιβλήθηκαν με τις ως άνω δύο αποφάσεις, καθώς και των ποινών των δέκα (10) και πέντε (5) μηνών αντίστοιχα, που του επιβλήθηκαν με τις υπ' αριθ. 2362/19.6.2007 και 16745/23.9.2003 αποφάσεις του Β' Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης και Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης, αντίστοιχα. Το ανωτέρω Δικαστήριο με την προσβαλλόμενη απόφασή του δέχτηκε την αίτηση και καθόρισε συνολική ποινή καθείρξεως δέκα ετών και επτά μηνών, επαυξάνοντας την βαρύτερη ποινή της κάθειρξης των εννέα ετών κατά ένα έτος από την ποινή φυλακίσεως δύο ετών που του επιβλήθηκε με την υπ' αριθ. 1055/2003 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης, για την οποία είχε τύχει υφ' όρον απολύσεως και κατά πέντε και δύο μήνες αντίστοιχα από τις ως άνω ποινές φυλακίσεως των δέκα και πέντε μηνών, αντίστοιχα. Όμως, σύμφωνα με τις διατάξεις που προαναφέρθηκαν, το Πενταμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης δεν έπρεπε να συμπεριλάβει στη συγχώνευση την ποινή για την οποία ο κατάδικος είχε τύχει υφ' όρον απολύσεως, γιατί ο τελευταίος όφειλε να εκτίσει αθροιστικά ολόκληρο το υπόλοιπο της εν λόγω ποινής. Επομένως, έτσι που έκρινε το Πενταμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης παραβίασε τις προαναφερθείσες ουσιαστικές ποινικές διατάξεις και έτσι ο σχετικός λόγος αναιρέσεως εκ του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Ε του ΚΠΔ είναι βάσιμος.
Συνεπώς, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συγχώνευση, σύμφωνα με τα άρθρα 518 παρ. 2 και 519 του ΚΠΔ, στο ίδιο Δικαστήριο, αφού είναι δυνατή η σύνθεσή του από άλλους δικαστές εκτός από εκείνους που είχαν δικάσει την υπόθεση.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Αναιρεί την υπ' αριθ. 1535/19.11.2008 απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης.

Παραπέμπει την υπόθεση για νέα συγχώνευση ποινών στο ίδιο Δικαστήριο, συντιθέμενο από άλλους δικαστές.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 3 Μαρτίου 2009. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 31 Μαρτίου 2009.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή