Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Κατηγορούμενος, Αναβολής αίτημα.
Περίληψη:
Αίτηση αναίρεσης κατά απόφασης που απέρριψε αίτημα αναβολής δίκης στο πρόσωπο του κατηγορουμένου και στο πρόσωπο του συνηγόρου του. Πότε είναι ορισμένο το σχετικό αίτημα και πότε απαιτείται ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία στην απόφαση για απόρριψή του. Απόρριψη αίτησης αναίρεσης λόγω μη βασιμότητας του σχετικού λόγου αναίρεσης.
Αριθμός 1239/2009
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ζ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γρηγόριο Μάμαλη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Νικόλαο Ζαΐρη, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο, Παναγιώτη Ρουμπή-Εισηγητή και Κωνσταντίνο Φράγκο, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 18 Φεβρουαρίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ανδρέα Ζύγουρα (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος-κατηγορουμένου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Ανδρέα Τζέλλη, για αναίρεση της 2020-2021/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Πατρών. Το Τριμελές Εφετείο Πατρών με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 7 Ιουλίου 2008 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1303/2008.
Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τις διατάξεις των άρθρων 170 παρ. 2, 171 παρ. 1 εδ. δ', 349, 501 παρ. 1 και 510 παρ. 1 του ΚΠΔ προκύπτει ότι η παραδοχή ή η του αιτήματος του κατηγορουμένου για αναβολή της δίκης για σημαντικά αίτια, υπόκειται στην κυριαρχική και ανέλεγκτη αναιρετικώς κρίση του δικαστηρίου, το οποίο, αν υποβληθεί τέτοιο αίτημα, οφείλει να απαντήσει σ' αυτό, διότι αλλιώς δημιουργείται λόγος αναιρέσεως της αποφάσεως από τα άρθρα 170 παρ. 2 και 510 παρ. 1 στοιχ. Β' του ίδιου Κώδικα. Για την απόρριψη του αιτήματος αυτού, μέχρι μεν την έναρξη της ισχύος (4-6-1996) του νόμου 2408/1996, που με το άρθρο του 2 παρ. 5 συμπλήρωσε το άρθρο 139 του ΚΠΔ, το δικαστήριο δεν είχε υποχρέωση να διαλάβει στην απόφασή του ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, μετά δε την ισχύ του νόμου αυτού, ο οποίος (συμπληρώνοντας το άρθρο 139 ΚΠΔ) ρητώς όρισε ότι αιτιολογία απαιτείται σε όλες χωρίς εξαίρεση τις αποφάσεις, ανεξαρτήτως του εάν αυτές είναι οριστικές ή παρεμπίπτουσες, το δικαστήριο, προκειμένου να απορρίψει ως αβάσιμο το αίτημα αυτό, οφείλει να διαλάβει στην απόφασή του την κατά τα άνω ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, διότι διαφορετικά δημιουργείται λόγος αναιρέσεως της αποφάσεως από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ' του ως άνω Κώδικα. Περαιτέρω, κατά τις διατάξεις του άρθρου 476 παρ. 1 και 2 του ΚΠΔ, όπως η πρώτη αντικαταστάθηκε με το άρθρο 38 του ν. 3160/2003, το ένδικο μέσο απορρίπτεται ως απαράδεκτο, εκτός άλλων περιπτώσεων και εκ της εκπρόθεσμης ασκήσεώς του.
Στην προκειμένη περίπτωση, μ την προσβαλλόμενη υπ' αριθμ. 2020-2021/2007 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πατρών, απορρίφθηκε ως απαράδεκτη η έφεση του αναιρεσείοντος, χωρίς την παρουσία του ή την εκπροσώπησή του από πληρεξούσιο δικηγόρο του, κατά της 972/23-5-2002 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Ηλείας [ που τον κήρυξε ένοχο για το έγκλημα της απάτης από κοινού (με άγνωστη γυναίκα) και τον κατεδίκασε σε ποινή φυλάκισης δύο ετών], μετά την απόρριψη αιτήματος αυτού (εκκαλούντος) για αναβολή της δίκης λόγω σημαντικών αιτίων. Από την πληττόμενη απόφαση και τα ενσωματωμένα σ' αυτή πρακτικά, τα οποία παραδεκτώς επισκοπούνται, κατά την παρούσα αναιρετική διαδικασία, αποδεικνύεται ότι κατά της συζήτηση της υποθέσεως στο ακροατήριο του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, που εξέδωσε την απόφαση αυτήν, δεν εμφανίσθηκε ο εκκαλών-κατηγορούμενος, αλλά η δικηγόρος Αθηνών Ευανθία Στεργιούλη, την οποία είχε ορίσει και ως αντίκλητό του με το εφετήριο (βλ. σχετικά την από 3-5-2007 έκθεση εφέσεως του αναιρεσείοντος στον Γραμματέα Πλημμελειοδικών Ηλείας), ως άγγελος, η οποία ανήγγειλε κατά λέξη "ο κατηγορούμενος έχει ορίσει πληρεξούσιο δικηγόρο τον Δικηγόρο Αθηνών Ανδρέα Τζέλλη, ο οποίος δεν είναι δυνατόν να παρασταθεί, διότι βρίσκεται σε άλλη υπόθεση που εκδικάζεται στο Τριμελές Εφετείο Αθηνών και ο παραπάνω κατηγορούμενος ευρίσκεται στην ... για επαγγελματική του υποχρέωση και ότι ο κατηγορούμενος ζήτησε από αυτήν να παρασταθεί στο παρόν Δικαστήριο και να ζητήσει την αναβολή της δίκης στο πρόσωπο του κατηγορουμένου". Το ανωτέρω όμως αίτημα ήταν αόριστο και ως προς τα δύο μέρη του. Ειδικότερα όσον αφορά το πρόσωπο του ίδιου του κατηγορουμένου δεν έγινε επίκληση εκ μέρους της ως άνω αγγέλου του ποιοι ήσαν οι επαγγελματικοί λόγοι του για τη μετάβασή του στη ..., το ανέφικτο της αναβολής του εν λόγω ταξιδιού αυτού, ενόψει της κλήσης του να εμφανιστεί στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο και να υποστηρίξει την εκπρόθεσμη έφεσή του, όπως ο ίδιος αναφέρει στη σχετική από 3-5-2007 έκθεση εφέσεως. Εξάλλου όσον αφορά το πρόσωπο του πληρεξουσίου του δικηγόρου Ανδρέα Βασ. Τζέλλη δεν προσδιορίστηκε από την αναγγελία της αγγέλου δικηγόρου Ευανθίας Στεργιούλη και τα έγγραφα που προσκόμισε σαφώς και ορισμένα το Τριμελές Εφετείο Αθηνών στο οποίο παρίστατο ως συνήγορος (σε ποία υπόθεση, σε ποίο στάδιο εκδίκασης βρισκόταν) για να μπορεί ελεγχθεί η βασιμότητα του ισχυρισμού περί της αδυναμίας του να παραστεί συγχρόνως και ενώπιον του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση. Επιπλέον πρέπει να επισημανθεί ότι η ως άνω άγγελος ανήγγειλε αίτημα αναβολής της δίκης εκ μέρους μόνο του κατηγορουμένου όχι και εκ μέρους του ως άνω πληρεξουσίου του δικηγόρου, για τον οποίο ανέφερε μόνο την αλλαχού απασχόληση κατά τη δικάσιμο της 23-11-2007. Το Δικαστήριο, ακολούθως απέρριψε το αίτημα αναβολής με την αιτιολογία: "Το αίτημα του κατηγορουμένου για αναβολή της δίκης, για το λόγο ότι βρίσκεται στη ... για επαγγελματικούς λόγους πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμο, καθόσον από την κατάθεση της δικηγόρου Ευανθίας Στεργιούλη και τα έγγραφα που αναγνώσθηκαν, δεν αποδεικνύεται ότι πράγματι ο κατηγορούμενος αδυνατεί να εμφανιστεί ενώπιον του δικαστηρίου τούτου κατά τη σημερινή δικάσιμο, προκειμένου να δικαστεί για την πράξη που του αποδίδεται". Δηλονότι το ανωτέρω Δικαστήριο απέρριψε σιγή το αόριστο αίτημα περί αναβολής της δίκης στο πρόσωπο του συνηγόρου του αναιρεσείοντος και με ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία εκ περισσού απέρριψε αυτό ως προς το πρόσωπο του ίδιου του εκκαλούντος-κατηγορουμένου. Επομένως, η παραπάνω παρεμπίπτουσα απόφαση με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα αναβολής της δίκης, που ήταν, όπως προαναφέρθηκε, καθ' ολοκληρία αόριστο, δεν υπέπεσε σε κάποια πλημμέλεια και ειδικότερα της παραβάσεως των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος, 139 και 349 του ΚΠΔ και έτσι δεν συντρέχει περίπτωση αναίρεσης της κατ' άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ, απορριπτομένου συνακόλουθα ως αβασίμου του μοναδικού λόγου αναιρέσεως της κρινομένης αιτήσεως.
Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, και αφού δεν υπάρχει άλλος παραδεκτός λόγος αναίρεσης προς έρευνα, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση στο σύνολό της και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 7 Ιουλίου 2008 αίτηση του ... για αναίρεση της υπ' αριθμ. 2020-2021/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Πατρών. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 3 Απριλίου 2009.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 19 Μαΐου 2009.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ