Θέμα
Υπέρβαση εξουσίας, Τραπεζική επιταγή, Πληρεξουσιότητα, Ανώνυμη εταιρία.
Περίληψη:
Με την προσβαλλόμενη απόφαση καταδικάστηκε ο αναιρεσείων για έκδοση ακάλυπτης επιταγής κατ' εξακολούθηση. Με τα αναφερόμενα πρακτικά του Δ.Σ. της παθούσας ΑΕ, κομίστριας των επίμαχων επιταγών, δόθηκε η εντολή στον πληρεξούσιο δικηγόρο της Δ.Β. να υποβάλει τις αναφερόμενες εγκλήσεις για λογαριασμό της εταιρίας. Έτσι, ενήργησε αυτός εν προκειμένω ως απλός εντολοδόχος του Δ.Σ. της άνω ΑΕ και όχι ως υποκατάστατος. Παρά ταύτα, όμως, δεν βεβαιώνεται στα αντίγραφα των άνω πρακτικών, που προσαρτήθηκαν στις εγκλήσεις ως πληρεξούσια έγγραφα, η γνησιότητα της υπογραφής των εντολέων (μελών του ΔΣ) από Αρχή ή Δικηγόρο. Επομένως, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο, που καταδίκασε τον αναιρεσείοντα για το άνω έγκλημα, για το οποίο δεν υποβλήθηκε νομίμως η απαιτούμενη έγκληση, υπερέβη την εξουσία του. Αναιρεί, κατά παραδοχή σχετικού λόγου αναιρέσεως και κηρύσσει απαράδεκτη την ποινική δίωξη (άρθρο 517 παρ. 2 ΚΠΔ) -.
Αριθμός 1011/2009
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Z' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Μιχαήλ Δέτση, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Γρηγόριο Μάμαλη-Εισηγητή, Θεοδώρα Γκοΐνη, Βασίλειο Κουρκάκη και Ελευθέριο Μάλλιο, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 14 Νοεμβρίου 2007, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Στέλιου Γκρόζου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Χριστίνας Σταυροπούλου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος-κατηγορουμένου Χ1 που παρέστη με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Βησσαρίωνα Κωνσταντούλα, για αναίρεση της 7727/2006 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης, με πολιτικώς ενάγουσα την Ανώνυμη Εταιρία με την επωνυμία "ΓΡ. ΣΑΡΑΝΤΗΣ ΑΒΕΕ", που εδρεύει στο Μαρούσι Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο.
Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος, ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 4 Σεπτεμβρίου 2006 αίτησή του αναιρέσεως, ως και στο από 11 Απριλίου 2007 δικόγραφο των προσθέτων λόγων, που καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1476/2006.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή η προκείμενη αίτηση αναίρεσης και κηρυχθεί απαράδεκτη η ποινική δίωξη.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 79 παρ. 1 του ν. 5960/1933 "περί επιταγής", όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του ν.δ 1325/1972, μετά και την προσθήκη παραγράφου 5 σε αυτό με το άρθρο 4 παρ. 1 περ. α' του ν. 2408/1996, εκείνος ο οποίος εκδίδει επιταγή που δεν πληρώθηκε από τον πληρωτή, γιατί δεν είχε σ' αυτόν αντίστοιχα διαθέσιμα κεφάλαια κατά το χρόνο της εκδόσεως της επιταγής ή της πληρωμής της, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών και χρηματική ποινή τουλάχιστον δέκα χιλιάδων δραχμών. Η ποινική δίωξη ασκείται μόνο ύστερα από έγκληση του κομιστή της επιταγής που δεν πληρώθηκε. Σε σχέση με την υποβολή της εγκλήσεως επί της επιταγής ισχύουν τα οριζόμενα στις διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 42 Κ.Ποιν.Δ., στις οποίες ρητά παραπέμπει το άρθρο 46 του ίδιου Κώδικα. Ειδικότερα, σύμφωνα με τις διατάξεις των τεσσάρων πρώτων εδαφίων της παραγράφου 2 του άρθρου 42, η έγκληση γίνεται απευθείας στον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών, αλλά και στους άλλους ανακριτικούς υπαλλήλους, είτε από τον ίδιο τον εγκαλούντα, είτε από ειδικό πληρεξούσιο. Το έγγραφο της πληρεξουσιότητας μπορεί να δοθεί και με απλή έγγραφη δήλωση. Η γνησιότητα της υπογραφής του εντολέα πρέπει να βεβαιώνεται από οποιαδήποτε δημόσια, δημοτική ή κοινοτική αρχή ή δικηγόρο.. Το έγγραφο της πληρεξουσιότητας προσαρτάται στην έκθεση για την κατάθεση της εγκλήσεως. Περαιτέρω, με το άρθρο 18 παρ, 1 του ν. 2190/1920 "Περί ανωνύμων εταιριών", όπως αυτός κωδικοποιήθηκε με το ΒΔ 174/1963, ορίζεται ότι "η ανώνυμη εταιρία εκπροσωπείται επί δικαστηρίω και εξωδίκως υπό του διοικητικού αυτής συμβουλίου, ενεργούντος συλλογικώς", κατά δε την παρ. 2 του ίδιου άρθρου "το καταστατικόν δύναται να ορίσει ότι εν ή πλείονα μέλη του Συμβουλίου ή άλλα πρόσωπα δικαιούνται να εκπροσωπούν την εταιρείαν, εν γένει ή εις ορισμένου μόνον είδους πράξεις". Το άρθρο 22 του ίδιου Νόμου ορίζει στην παρ, 1 ότι "το Διοικητικόν Συμβούλιον είναι αρμόδιον ν' αποφασίζη πάσαν πράξιν αφορώσαν εις την διοίκησιν της εταιρείας, εις την διαχείρισιν της περιουσίας αυτής και εις την εν γένει επιδίωξιν του σκοπού της εταιρείας", στη δε παρ. 3, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 10 παρ. 4 του ν, 2339/1995, "το καταστατικό μπορεί να ορίζει θέματα, για τα οποία η εξουσία του διοικητικού συμβουλίου μπορεί να ασκείται ολικά ή μερικά από ένα ή περισσότερα μέλη του., διευθυντές της εταιρίας ή τρίτους". Οι διατάξεις αυτές του ν. 2190, αντίστοιχες με εκείνες των άρθρων 65, 67 και 68 του ΑΚ, ρυθμίζουν την οργανική εκπροσώπηση του νομικού προσώπου της ανώνυμης εταιρίας, δηλαδή καθορίζουν το όργανο που εκφράζει τη βούληση του νομικού αυτού προσώπου στις έννομες σχέσεις με άλλα πρόσωπα, το εκπροσωπεί στα Δικαστήρια και αποφασίζει για τη διοίκηση της εταιρείας και τη διαχείριση της περιουσίας της για την πραγμάτωση του εταιρικού σκοπού. Ως τέτοιο όργανο ορίζεται (18 παρ, 1) το Διοικητικό Συμβούλιο της εταιρίας, το οποίο (22 παρ. 1) είναι αρμόδιο να αποφασίζει για κάθε υπόθεση που αφορά στη διοίκηση της εταιρίας ή στη διαχείριση της περιουσίας της. Οι προαναφερόμενες διατάξεις των άρθρων 18 παρ, 2 και 22 παρ, 3 του άνω ν. 2190/1920, που αλληλοσυμπληρώνονται, ρυθμίζουν το ζήτημα της υποκαταστάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου της ΑΕ, κατά τρόπο ώστε αυτή να είναι νόμιμη, μόνο εφόσον διενεργείται με βάση μία από αυτές τις διατάξεις. Το άρθρο 18 παρ. 2 αναφέρεται αποκλειστικά στην εξουσία εκπροσωπήσεως της ΑΕ. Επιτρέπει στο καταστατικό της εταιρίας να ορίσει ότι ένα ή περισσότερα μέλη του ή άλλα πρόσωπα, που κατονομάζονται, δικαιούνται να εκπροσωπούν (δικαστικώς ή εξωδίκως) την εταιρία γενικά ή σε ορισμένες μόνο πράξεις. Η διάταξη του άρθρου 22 παρ. 3 περιλαμβάνει στο πεδίο εφαρμογής της τόσο τις πράξεις διαχειρίσεως όσο και την εκπροσώπηση της εταιρίας. Αντίθετα, όμως, προς το άρθρο 18 παρ. 2, το οποίο συνιστά ειδική πρόβλεψη, με την οποία το καταστατικό, προβαίνει σε συγκεκριμένο καθορισμό προσώπων που κατονομάζονται, στην περίπτωση του άρθρου 22 παρ, 3 το καταστατικό προβλέπει ορισμένα θέματα για τα οποία είναι δυνατό να αποφασισθεί από το Δ.Σ. μεταβίβαση της εξουσίας του. Η μεταβίβαση αυτή κατά το άνω άρθρο 22 παρ. 3 μπορεί να διενεργηθεί προς οποιοδήποτε πρόσωπο, και όχι μόνο προς μέλη του ΔΣ ή διευθυντές της εταιρίας. Προϋποθέτει, όμως, σχετική πρόβλεψη στο καταστατικό της εταιρίας (Ολ.ΑΠ 1096/1976). Υποκατάσταση του Διοικητικού Συμβουλίου με εξωεταιρική συμφωνία δεν είναι νόμιμη. Επομένως, όταν δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις των άρθρων 18 παρ. 2 ή 22 παρ. 3, το τρίτο πρόσωπο, προς το οποίο το όργανο της εταιρίας, δηλαδή το Διοικητικό Συμβούλιο, ανέθεσε εκπροσωπευτική δραστηριότητα, δεν είναι υποκατάστατο του Διοικητικού Συμβουλίου αλλά ενεργεί στα πλαίσια της από τα άρθρα 211 και 713 του ΑΚ προβλεπόμενης, αντίστοιχα, πληρεξουσιότητας ή εντολής. Ο υποκατάστατος του Διοικητικού Συμβουλίου, επειδή ενεργεί ως όργανο της εταιρίας, δεν έχει ανάγκη ειδικής πληρεξουσιότητας ή εξουσιοδοτήσεως και βεβαιώσεως του γνησίου της υπογραφής των μελών του ΔΣ, όταν το απαιτεί νομοθετική διάταξη, όπως όταν πρόκειται για την υποβολή της εγκλήσεως ή για τη δήλωση παραστάσεως πολιτικής αγωγής. Στην περίπτωση, όμως, που το Διοικητικό Συμβούλιο Ανώνυμης Εταιρίας για την υλοποίηση σχετικής αποφάσεώς του, αναθέσει σε τρίτον, ως προς τον οποίο δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις των άνω άρθρων 18 παρ. 2 ή 22.παρ. 3 του ν. 2190/1920, να υποβάλει μήνυση ή έγκληση κατά του δράστη αξιόποινης πράξεως που τελέσθηκε σε βάρος της εταιρίας, απαιτείται, ενόψει του ότι ο ανωτέρω τρίτος είναι απλός πληρεξούσιος-εντολοδόχος της τελευταίας, το πρακτικό του Διοικητικού Συμβουλίου, που περιέχει τη σχετική απόφασή του και το οποίο προσαρτάται στην εγχειριζόμενη έγκληση, να φέρει και βεβαίωση της γνησιότητας της υπογραφής του "εντολέα" και παρέχοντος την πληρεξουσιότητα, δηλαδή των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρίας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις πιο πάνω διατάξεις των άρθρων 46 και 42 παρ. 1 εδ. γ' ΚΠοινΔ (Ολ.ΑΠ 5/2006, 6/2006). Τέλος, κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Η' ΚΠοινΔ υπέρβαση εξουσίας, που ιδρύει τον από τη διάταξη αυτή προβλεπόμενο λόγο αναιρέσεως, υπάρχει, όταν το Δικαστήριο άσκησε δικαιοδοσία που δεν του παρέχεται από το νόμο ή υφίσταται μεν τέτοια δικαιοδοσία, δεν συντρέχουν όμως οι όροι οι οποίοι του παρέχουν την εξουσία να κρίνει στη συγκεκριμένη περίπτωση ή όταν αρνείται να ασκήσει δικαιοδοσία, η οποία του παρέχεται από το νόμο στη συγκεκριμένη περίπτωση, αν και συντρέχουν οι απαιτούμενοι γι' αυτό κατά νόμο όροι. Στην προκείμενη περίπτωση, από τα έγγραφα της δικογραφίας, τα οποία παραδεκτώς επισκοπούνται από τον Άρειο Πάγο για τον αναιρετικό έλεγχο, προκύπτει ότι ο αναιρεσείων κατηγορούμενος Χ1 καταδικάσθηκε με την προσβαλλόμενη 7727/2006 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης, που δίκασε ως Εφετείο, για το έγκλημα της εκδόσεως ακάλυπτης επιταγής κατ' εξακολούθηση, σε ποινή φυλακίσεως πέντε μηνών, μετά από υποβολή των σχετικών από 27-2-2002 και 24-4-2002 εγκλήσεων της φερόμενης ως παθούσας ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία "ΓΡ. ΣΑΡΑΝΤΗΣ ΑΒΕΕ", κομίστριας των επίδικων επιταγών. Τις ανωτέρω εγκλήσεις υπέβαλε η εν λόγω παθούσα εταιρία δια του πληρεξουσίου της Δημητρίου Βουβάκη, δικηγόρου και κατοίκου Αθηνών, δυνάμει των συνημμένων υπ' αριθ. 878/14-2-2008 και 886/1-4-2002, αντίστοιχα, πρακτικών του Δ.Σ αυτής. Από τα πρακτικά αυτά, που προσκομίσθηκαν σε ακριβή αντίγραφα από το βιβλίο πρακτικών του Δ.Σ, προκύπτει ότι το Διοικητικό Συμβούλιο της ανωτέρω ανώνυμης εταιρίας κατά τις συνεδριάσεις του της 14-2-2002 και της 1-4-2002, αντίστοιχα, στις οποίες συμμετείχαν ο Πρόεδρος, ο Αντιπρόεδρος, ο Διευθύνων Σύμβουλος και έξι μέλη, αποφάσισε και έδωσε την εντολή στον ειρημένο Δικηγόρο Αθηνών Δημήτριο Βουβάκη να εμφανισθεί ενώπιον του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών και να καταθέσει για λογαριασμό της εταιρίας έγκληση κατά του κατηγορουμένου για το έγκλημα της εκδόσεως των αναφερομένων στις άνω εγκλήσεις ακαλύπτων επιταγών. Με τα δεδομένα αυτά είναι φανερό ότι στην ερευνώμενη περίπτωση, σύμφωνα και με όσα έχουν αναπτυχθεί στην προηγούμενη νομική σκέψη, ο ανωτέρω δικηγόρος ενήργησε ως απλός εντολοδόχος του Διοικητικού Συμβουλίου της άνω ανώνυμης εταιρίας για την εκτέλεση των συγκεκριμένων πράξεων που του ανατέθηκαν, και όχι ως υποκατάστατος του Δ.Σ. αυτής (ως όργανο εκπροσωπήσεως της Α.Ε). κατόπιν τούτων, έπρεπε στα άνω αντίγραφα των πρακτικών συνεδριάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου της εγκαλούσας πιο πάνω ανώνυμης εταιρίας, που προσαρτήθηκαν στις εγκλήσεις ως πληρεξούσια έγγραφα, να βεβαιώνεται και η γνησιότητα της υπογραφής των εντολέων (μελών του Διοικητικού Συμβουλίου) από Αρχή (δημόσια, δημοτική ή κοινοτική) ή δικηγόρο, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 42 παρ. 2 του ΚΠοινΔ. Τέτοια, όμως, βεβαίωση δεν υπάρχει. Ούτε καλύπτει την έλλειψη αυτή η διαφορετική βεβαίωση ότι το προσαρτηθέν πρακτικό αποτελεί ακριβές αντίγραφο εκ του βιβλίου πρακτικών του Δ.Σ. της εταιρείας "ΓΡ. ΣΑΡΑΝΤΗΣ ΑΒΕΕ", χωρίς άλλη μνεία και χωρίς να προκύπτει η ταυτότητα του προσώπου που υπογράφει την εν λόγω βεβαίωση, καθώς και ιδιότητά του. Επομένως, του Τριμελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης, το οποίο καταδίκασε, κατά τα ανωτέρω, τον αναιρεσείοντα για το έγκλημα της εκδόσεως ακάλυπτης επιταγής κατ' εξακολούθηση (άρθρα 79 ν. 5960/1933 και 98 του ΠΚ), για το οποίο δεν υποβλήθηκε νομίμως η απαιτούμενη έγκληση, ενώ έπρεπε να κηρύξει απαράδεκτη την ασκηθείσα κατ' αυτού ποινική δίωξη, σύμφωνα με τα άρθρα 46 και 370 περ. γ' Κ.Ποιν.Δ, κατά παραδοχή της υποβληθείσας σχετικής ενστάσεώς του, υπερέβη την εξουσία του και ως εκ τούτου πρέπει να γίνει δεκτός ως βάσιμος ο, κατ' εκτίμηση, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Η' περ. δ' του ΚΠοινΔ δεύτερος λόγος αναιρέσεως της κρινόμενης αιτήσεως, παρελκούσης μετά ταύτα της εξετάσεως των λοιπών λόγων αυτής και του δικογράφου προσθέτων λόγων, και συνακόλουθα να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να κηρυχθεί απαράδεκτη η κατά του αναιρεσείοντος κατηγορουμένου ασκηθείσα για το άνω έγκλημα ποινική δίωξη (άρθρο 517 παρ. 2 ΚΠοινΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την υπ' αριθ. 7727/2006 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης. Και
Κηρύσσει απαράδεκτη την ποινική δίωξη που ασκήθηκε κατά του αναιρεσείοντος Χ1, για την αναφερόμενη στην πιο πάνω απόφαση αξιόποινη πράξη της εκδόσεως ακάλυπτης επιταγής κατ' εξακολούθηση.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 29 Μαΐου 2008.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 9 Απριλίου 2009.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ