Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Βούλευμα παραπεμπτικό, Ανθρωποκτονία από πρόθεση.
Περίληψη:
Απόπειρα ανθρωποκτονίας από πρόθεση κατά συρροή (δολιοφθορά στα καύσιμα ελικοπτέρου). Λόγοι αναίρεσης για έλλειψη αιτιολογίας. Απορρίπτει αναίρεση.
ΑΡΙΘΜΟΣ 923/2008
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ - ΣΕ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
Συγκροτήθηκε από τους δικαστές: Γεώργιο Σαραντινό, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Βασίλειο Λυκούδη-Εισηγητή και Ανδρέα Τσόλια, Αρεοπαγίτες.
Με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αναστασίου Κανελλόπουλου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου.
Συνήλθε σε Συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 11 Δεκεμβρίου 2007, προκειμένου να αποφανθεί για την αίτηση του αναιρεσείοντος-κατηγορουμένου Χ1, περί αναιρέσεως του υπ' αριθμ. 2178/2006 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών.
Το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, με το ως άνω βούλευμά του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτό, και o αναιρεσείων-κατηγορούμενος ζητεί τώρα την αναίρεση του βουλεύματος τούτου, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 19 Ιανουαρίου 2007 αίτησή του, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 205/2007.
Έπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Αναστάσιος Κανελλόπουλος εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με την πρόταση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Δημητρίου-Πριάμου Λεκκού με αριθμό 245/18-6-2007, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα: Εισάγω, μετά της σχετικής δικογραφίας, την από 19-1-2007 αίτηση αναιρέσεως του κατηγορουμένου Χ1, κατά του υπ'αριθμ. 2178/2006 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, η οποία ησκήθη νομοτύπως, εμπροθέσμως και παραδεκτώς, και εκθέτω τα εξής:
Δια του ως άνω προσβαλλομένου βουλεύματος, έγινε εν μέρει δεκτή η κατά του υπ'αριθμ. 3081/2005 απαλλακτικού βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών έφεση του πολιτικώς ενάγοντος Ψ1 και παραπέμπεται ο αναιρεσείων στο ακροατήριο του αρμοδίως ορισθησομένου Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου, δια να δικασθή δι'απόπειρα ανθρωποκτονίας κατά συρροή. Προβάλλει δε αυτός (αναιρεσείων) τον εκ του άρθρ. 484 § 1 στοιχ. δ' Κ.Π.Δ. λόγο αναιρέσεως (έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας).
Επειδή, κατά το άρθρ. 299 § 1 Π.Κ., ως ισχύει μετά τις διατάξεις του άρθρ. 33 § 1 Ν. 2172/1993 και του άρθρ. 1 § 12β' Ν.2207/1994, με τις οποίες καταργήθηκε η ποινή του θανάτου, όποιος εκ προθέσεως εφόνευσε άλλον τιμωρείται δια της ποινής της ισοβίου καθείρξεως. Από την διάταξη αυτή προκύπτει ότι δια την συγκρότηση του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως απαιτείται, αντικειμενικώς μεν η αφαίρεση ξένης ζωής, με θετική ενέργεια ή με παράλειψη ενεργείας οφειλομένης εκ του νόμου, υποκειμενικώς δε προμελετημένος δόλος που περιλαμβάνει την γνώση των αντικειμενικών στοιχείων της πράξεως και την θέληση καταστροφής της ζωής άλλου ανθρώπου και δια τον οποίο (προμελετημένο δόλο) απαιτείται ψυχική ηρεμία του δράστου, είτε κατά την απόφαση, είτε κατά την εκτέλεση της πράξεως, αν και το τελευταίο δεν αναφέρεται ρητώς στον νόμο. Εξ'άλλου, κατά το άρθρ. 42 § 1 Π.Κ., όποιος, έχοντας αποφασίσει να εκτελέση κακούργημα ή πλημμέλημα, επιχειρεί πράξη περιέχουσα τουλάχιστον αρχή εκτελέσεως, τιμωρείται, αν το κακούργημα ή πλημμέλημα δεν ολοκληρώθηκε, με ποινή ελαττωμένη (άρθρ. 83 Π.Κ.). Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, πράξη περιέχουσα αρχή εκτελέσεως είναι εκείνη με την οποία αρχίζει η πραγμάτωση της αντικειμενικής υποστάσεως του εγκλήματος, καθώς και εκείνη η ενέργεια που τελεί σε τέτοια συνάφεια και οργανικό δεσμό με την πράξη, ώστε στην συγκεκριμένη περίπτωση θεωρείται, κατά την κοινή αντίληψη, τμήμα αυτής που αμέσως οδηγεί στην πράξη, αν από οποιονδήποτε λόγο δεν ανακοπή (ΑΠ 861/2004, εις ΠΧ/ΝΕ'/408). Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το προσβαλλόμενο βούλευμα, το εκδόσαν αυτό Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, με δικές του σκέψεις και συμπληρωματική αναφορά στην ενσωματωμένη στο βούλευμα εισαγγελική πρόταση, δέχθηκε, κατά την ανέλεγκτη περί πραγμάτων κρίση του, ότι από την εκτίμηση των αναφερομένων στο βούλευμα αποδεικτικών μέσων, προέκυψαν τα διαλαμβανόμενα σ'αυτό πραγματικά περιστατικά, τα οποία, κατά τα ουσιώδη μέρη των έχουν ως εξής: Ο αντιπρόεδρος του επιχειρηματικού ομίλου "......" Ψ1, κατά τον χρόνο που ο κατηγορούμενος Χ1 εργαζόταν ως πιλότος του ελικοπτέρου του "......", είχε επιδείξει μεγάλο ενδιαφέρον, να εκπαιδευθεί ο ίδιος, ως πιλότος ελικοπτέρων, επεδείκνυε δε μεγάλη, κατά την εκπαίδευση του αυτή, προσοχή και επιμέλεια. Κατά τη διάρκεια που ο κατηγορούμενος ήταν πιλότος του ελικοπτέρου και μετέφερε με αυτό τον Ψ1 δεν ενέπνευσε στον τελευταίο (Ψ1) εμπιστοσύνη για την ασφάλεια της πτήσεως, διότι αυτός (κατηγορούμενος) επιδείκνυε έλλειψη γνώσης και προσοχής, όπως, αντιθέτως, συνέβη με την εμπιστοσύνη, που ενέπνεαν σ' αυτόν (Ψ1) οι πιλότοι Γ1 και Γ2, καθώς και ο τελευταίος εκπαιδευτής του, Γ3 αλλά, επί πλέον, ο κατηγορούμενος προκάλεσε και τη δυσφορία του Ψ1, για την συμπεριφορά του. Αλλά και ο έτερος γυιός του Ψα, Ψβ κατά το έτος 2001, διατύπωσε προς τον πιλότο του ιδιωτικού αεροσκάφους του πατέρα του (Ψα), Γ2, (βλ. στη δικογραφία από 2.9.2003 ένορκη προανακριτική κατάθεση Γ2) παράπονα για τον τρόπο συμπεριφοράς προς αυτόν του κατηγορουμένου, προς τον οποίο (Γ2) δήλωσε, ότι θα συζητούσε το θέμα αυτό με τον αδελφό του Ψ1, προκειμένου να τον (δηλ. τον κατηγορούμενο) αντικαταστήσουν, απόλυση που τελικώς δεν συνέβη τότε. Επίσης, κατά το μήνα Ιούλιο 2003, ενώ ο κατηγορούμενος βρισκόταν στη συντροφιά του Ψ1 στη Μύκονο, συμπεριφέρθηκε σε γυναίκα, που διατηρούσε φιλικές σχέσεις με τον τελευταίο (Ψ1) προσβλητικώς (δεν διακριβώθηκε στην ανάκριση και την προανάκριση, με ποιο ακριβός τρόπο), για το λόγο δε αυτό ο Ψ1, ανέφερε το περιστατικό αυτό αλλά και την προσωπική του δυσπιστία στις ικανότητες του κατηγορουμένου, ως πιλότου ελικοπτέρων, στον Γ1, ο οποίος είχε συστήσει στον ανωτέρω όμιλο τον κατηγορούμενο ως πιλότο, παρεκάλεσε δε τον Γ1 να μη κοινοποιήσει τα όσα ως ανωτέρω είχαν συζητήσει, στον κατηγορούμενο, ο δε Γ1 σε σχετική συνάντηση, που είχε ζητήσει από τον Γ2 ανέφερε σ' αυτόν τα όσα αμέσως ανωτέρω του είχε αναφέρει ο Ψ1, ο δε τελευταίος (Γ1) στην ίδια αυτή συνάντηση ανέφερε στον Γ2 τα παράπονα που είχε εκφράσει, για την προαναφερόμενη προσβλητική συμπεριφορά του κατηγορουμένου ο Ψ1 αλλά και για το ότι ενώ ο τελευταίος (Ψ1) πραγματοποιούσε με τον κατηγορούμενο πτήση με το ελικόπτερο τύπου ΒΟ-105 (BOIOS) του Ομίλου ....., επάνω από τη νήσο Μύκονο, ο τελευταίος (κατηγορούμενος Χ1), κατά τη διάρκεια κάποιου ελιγμού, έσπρωξε, επίτηδες, για να κάνει, προς εντυπωσιασμό του Ψ1, πιο έντονο τον ελιγμό, το χειριστήριο του ελικοπτέρου, ενώ το χειριζόταν ο Ψ1, με αποτέλεσμα να τρομοκρατήσει τον τελευταίο (βλ. στη δικογραφία αμέσως ανωτέρω, από 2.9.2003 προανακριτική ένορκη κατάθεση του μάρτυρα Γ2), ενώ δεν προκύπτει από κανένα αποδεικτικό στοιχείο της προκειμένης δικογραφίας, ότι ο Γ1 και Γ2 ανέφεραν στον κατηγορούμενο τις προθέσεις του Ψ1, να μεσολαβήσει προς τον πατέρα του, ώστε αυτός (κατηγορούμενος) να απολυθεί. Κατά το μήνα Φεβρουάριο 2003 ο Ψ1, ο οποίος ήταν ερασιτέχνης πιλότος ελικοπτέρων, ενδιαφέρθηκε να εκπαιδευθεί πλέον συστηματικά, ως πιλότος ελικοπτέρων, προσέλαβε δε προς τούτο τον ανωτέρω πιλότο ελικοπτέρων που εργαζόταν στην Αερολέσχη Αθηνών Γ3, ο οποίος απ' αρχής της συνεργασίας τους είχε εμπνεύσει στον Ψ1 αίσθηση εμπιστοσύνης στις ικανότητες του, ως πιλότου και εκπαιδευτή του. Ο κατηγορούμενος αντιλαμβανόμενος, ότι είχαν ήδη αναπτυχθεί σχέσεις εμπιστοσύνης του Ψ1 προς τον ανωτέρω Γ3 αισθανόμενος, ότι κινδύνευε η διατήρηση της θέσης του ως πιλότου των ελικοπτέρων χρήσεως του Ομίλου ...... και δη ότι διέτρεχε τον κίνδυνο να παραγκωνισθεί από τον νέον αυτόν πιλότο και να απωλέσει τη δική του θέση, ως τέτοιου πιλότου, δυσφόρησε στην πρόσληψη του τελευταίου εκ μέρους ..... και άρχισε να εκτρέφει αισθήματα δυσφορίας και ζηλοφθονίας προς το πρόσωπο του τελευταίου, τα οποία εκδήλωνε και προς τους συναδέλφους του, ενίοτε δε και κακολογώντας τον Γ3 τόσο πριν όσο και μετά τον φερόμενο χρόνο τελέσεως του προκειμένου εγκλήματος.
Την 7-8-2003, ώρα 19.00, ο Ψ1 πήγε στο ελικοδρόμιο του ομίλου "...", στην '..... Αττικής, για να πραγματοποιήση πτήση προς ...., μετά του Γ3, με το ελικόπτερο, το οποίο είχε μεταφέρει εκεί ο τελευταίος (Ν.ΜΠΟΥΛΑΝΖΕ). Πριν ξεκινήσει την εν λόγω πτήση ο Ψ1, σύμφωνα με την υπόδειξη του εκπαιδευτή του και, όπως οφείλε κατά τους πτητικούς κανόνες ασφαλείας ελικοπτέρων, στην τήρηση των οποίων και ο ίδιος (Ψ1) επεδείκνυε αυστηρή επιμέλεια και προσήλωση, (βλ. έκθεση ένορκης προανακριτικής κατάθεσης του εξετασθέντος ως μάρτυρος Γ1) προέβη στο λεπτομερή έλεγχο των καυσίμων από δείγματα που λαμβάνονται σε μικρά φιαλίδια από τρεις διαφορετικές βαλβίδες αποστράγγισης (DRAIN). Κατά τον έλεγχο αποστράγγισης ο Ψ1 διαπίστωσε, με έκπληξη του, ότι στη μία δεξαμενή καυσίμων (κύρια δεξαμενή) που βρισκόταν στη δεξιά πλευρά του σώματος του ελικοπτέρου και της οποίας το επίπεδο βρισκόταν χαμηλότερα της άλλης (βοηθητικής) σε σχέση με τον οριζόντιο άξονα του ελικοπτέρου εμφανίσθηκε, ως ίζημα, αρκετή λευκή κρυσταλλική ουσία, η οποία έμοιαζε με ζάχαρη και για το λόγο αυτό, ο Ψ1 περίμενε να εξατμισθεί το μικρό δείγμα βενζίνης της αποστράγγισης αυτής και μετά ταύτα δοκίμασε με τη γλώσσα του το απομείναν ίζημα, διαπίστωσε δε ότι η γεύση του ιζήματος αυτού ήταν γλυκεία σαν ζάχαρη, το ίδιο δε διαπίστωσε και ο παρών τότε στο ανωτέρω ελικοδρόμιο Γ3, κλήθηκε δε και προσήλθε μετά ταύτα στο χώρο του ίδιου ελικοδρομίου ο Β1, Πρόεδρος της Αερολέσχης προκειμένου να διακριβωθεί τι συνέβαινε, ο οποίος, ομοίως, διαπίστωσε την ύπαρξη του ανωτέρω κρυσταλλικού ιζήματος. Η ρίψη της ως άνω ποσότητας ζάχαρης (περίπου κιλού) μέσα στη δεξαμενή του ελικοπτέρου, που αρκούσε για να εμφράξει τη δίοδο από το φίλτρο των καυσίμων λειτουργίας της μηχανής του ελικοπτέρου και το ότι το ελικόπτερο αυτό επρόκειτο, να πραγματοποιήσει πτήση, με τα δύο αναφερόμενα άτομα συνιστά αρχή εκτελέσεως του κακουργήματος της ανθρωποκτονίας αφού η ενέργεια αυτή (ρίψη ικανής ποσότητας ζάχαρης εκεί) θα προκαλούσε την παύση τροφοδοσίας, σε καύσιμα του ελικοπτέρου όταν αυτό θα βρισκόταν τουλάχιστον σε 100 μέτρα ύψους και, επομένως, την από ικανό ύψος πτώση και συντριβή του ελικοπτέρου μαζί με τους επιβάτες του και το βέβαιο θανάσιμο τραυματισμό τους, ενώ το ότι δεν επήλθε το αποτέλεσμα αυτό οφείλεται, όχι στη βούληση του δράστη, αλλά στο ότι ως επιμελής εκπαιδευόμενος πιλότος ο Ψ1 προέβη στην επιβαλλόμενη προ πτήσεως ελεγκτική διαδικασία αποστράγγισης (DRAIN) των καυσίμων του ελικοπτέρου και έτσι κατ' αυτή διαπίστωσε την ύπαρξη της ριφθείσας στη δεξαμενή καυσίμων ζάχαρης, για το λόγο δε αυτό ματαίωσε την πτήση αυτού και του εκπαιδευτή του με το ανωτέρω ελικόπτερο και έτσι δεν επήλθε η μοιραία (άλλως) πτώση του ελικοπτέρου και η θανάτωση αυτού και του εκπαιδευτή του Γ3, ο οποίος πλην της εργασίας του ως εκπαιδευτή του Ψ1 είχε αξιόλογη εργασία πιλότου στην Αερολέσχη Αθηνών στη ..... και δεν είχε εκδηλώσει καμία επιθυμία να ασχοληθεί αποκλειστικά ως πιλότος ελικοπτέρων για τον Όμιλο ... ή την οικογένεια του Προέδρου του Ψα, πλην της εκπαιδεύσεως, ως πιλότου του Ψ1, εκπαίδευση, σημειωτέον, που εκ της φύσεως της είχε πεπερασμένη διάρκεια.
Εξ'όσων διήλθαν από τους χώρους των εγκαταστάσεων του ομίλου "..." στην '.... Αττικής, την 7-8-2003, επαρκείς ενδείξεις τελέσεως του ανωτέρω εγκλήματος της αποπείρας ανθρωποκτονίας κατά συρροή προκύπτουν στο πρόσωπο του κατηγορουμένου και αυτές συνίστανται στο ότι μόνος αυτός βρέθηκε μόνος του στο χώρο του ελικοδρομίου ..... μεταξύ των ωρών 6 και 6.40, επομένως δε, απερίσπαστος από παρουσία άλλων ατόμων, μπορούσε να προβεί στην ανωτέρω ενέργεια ρίψης της ζάχαρης, εγνώριζε δε ότι μπορούσε να βρει ποσότητα ζάχαρης ικανής να εμφράξει το ανωτέρω φίλτρο του ελικοπτέρου, στο ντουλάπι του μικρού δωματίου - γραφείου του ελικοδρομίου αυτού, όπου υπήρχε για την παρασκευή των καφέδων των εκεί εργαζομένων, εγνώριζε δε και που βρίσκεται το κλειδί του δωματίου αυτού, είχε δε, ως πιλότος ελικοπτέρου τις απαραίτητες βασικές τεχνικές γνώσεις, που συνίσταντο στο ότι η ρίψη της ζάχαρης στη δεξαμενή καυσίμων του ελικοπτέρου θα προκαλούσε έμφραξη των φίλτρων και, συνεπώς, την παύση τροφοδοσίας καυσίμων στη μηχανή του ελικοπτέρου. Πρέπει να σημειωθεί, εξάλλου, ότι αυτός (κατηγορούμενος) είχε και κίνητρο αφενός να επιθυμεί το θάνατο του ανωτέρω επαγγελματικού του, όπως θεωρούσε αυτό, αντιζήλου, εκπαιδευτή του Ψ1, Γ3, αφού η πρόσληψη του και στη συνέχεια αγαστή συνεργασία του τελευταίου με τον Ψ1 έθετε σε άμεσο κίνδυνο απώλειας της δικής του επαγγελματικής θέσης στον Όμιλο ...... αλλά και στην εν γένει επαγγελματική και οικονομική του σταδιοδρομία και αφ' ετέρου να αποδέχεται και τη συνθανάτωση στο ίδιο ατύχημα και του Ψ1,τον οποίο εγνώριζε ότι είχε στο παρελθόν, ως ανωτέρω εκτίθεται, δυσαρεστήσει, και ευλόγως πίστευε ότι αυτός δεν θα επιθυμούσε τη συνέχιση της εργασίας του (δηλ. του κατηγορουμένου) στον Όμιλο ......, επί πλέον δε ο κατηγορούμενος εγνώριζε, ότι μαζί με τον ανωτέρω εκπαιδευτή του θα πραγματοποιούσε πτήση και ο Ψ1. Επί πλέον δε και η όλη συμπεριφορά του κατηγορουμένου πριν και μετά την εύρεση της ζάχαρης στα καύσιμα του επίμαχου ελικοπτέρου από τον Ψ1 σε συνδυασμό με τα ανωτέρω προκύπτοντα πραγματικά περιστατικά οδηγεί στο ίδιο συμπέρασμα ότι δράστης της ρίψης της ζάχαρης στα καύσιμα του ελικοπτέρου ήταν ο κατηγορούμενος και, ειδικότερα, το ότι πριν ευρεθεί, ως ανωτέρω, στα καύσιμα η ζάχαρη από τον Ψ1, χωρίς κανένα λόγο το απόγευμα της 7.8.2003, είπε στον Δ1, ο οποίος έφευγε από τις εγκαταστάσεις ......., να κλείσει το μικρό δωμάτιο - γραφείο του ελικοδρομίου με το κλειδί, πράγμα που δεν συνέβαινε άλλες φορές και ενώ ο ίδιος (κατηγορούμενος) παρέμενε έξω από το δωμάτιο αυτό, τούτο δε έπραξε, διότι προφανώς ήθελε εκ των προτέρων να εξασφαλίσει μαρτυρία, ότι αυτός δεν είχε πρόθεση να εισέλθει μετά την αναχώρηση του Δ1 από τις εγκαταστάσεις του ελικοδρομίου, στο ανωτέρω δωμάτιο, όπου και υπήρχε αρκετή ποσότητα ζάχαρης, για να χρησιμοποιήσει για τον ανωτέρω έκνομο σκοπό του, αλλά και το ίδιο βράδυ της 7.8.2003, όταν ο Ψ1 επικοινώνησε τηλεφωνικώς με τον Γ1 στην οικία του στο ......, όπου και αυτός (κατηγορούμενος) ευρίσκετο, χωρίς να γνωρίζει ο ίδιος το περιεχόμενο της τηλεφωνικής τους αυτής συνομιλίας και χωρίς κανένα απολύτως λόγο, αποταθείς προς τη σύζυγο του Γ1, είπε προς αυτήν "ότι φταίει ο Γ3, μεμφόμενος τον Γ3 προκειμένου να αποσείσει οποιαδήποτε δική του ευθύνη και να την επιρρίψει στον Γ3, έστω και υπό τη μορφή, ότι ο τελευταίος ήθελε να δημιουργήσει σε βάρος του (δηλαδή του κατηγορουμένου) θέμα, εμπλέκοντάς τον με την ανωτέρω "ρίψη της ζάχαρης", ενώ παρόμοια ήταν η συμπεριφορά του κατηγορουμένου και στη συνέχεια, όταν πλέον κλήθηκε ο Δ1 να καταθέσει ως μάρτυρας οπότε αυτός (κατηγορούμενος) τον παρότρυνε ουσιαστικά να καταθέσει ψευδώς ως μάρτυρας ότι αυτός (κατηγορούμενος Χ1) έφυγε από το ελικοδρόμιο ....., μαζί με τον Δ1, (την 7.8.2003 το απόγευμα), συμπεριφορά που ευθέως οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ήθελε να μην διαπιστωθεί ότι είχε μείνει αυτός μόνος στο κρίσιμο χρονικό διάστημα του απογεύματος της 7.8.2003 και επομένως, ότι αυτός ήταν ο κύριος ύποπτος για την ανωτέρω έκνομη "ρίψη της ζάχαρης" στη δεξαμενή καυσίμων του επίμαχου ελικοπτέρου.
Με τις παραδοχές και σκέψεις αυτές, το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, το οποίο έκρινε ότι υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις τελέσεως από τον κατηγορούμενο του κακουργήματος της αποπείρας ανθρωποκτονίας κατά συρροή, εδέχθη εν μέρει κατ'ουσίαν την έφεση του πολιτικώς ενάγοντος κατά του υπ'αριθμ. 3081/2005 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών και παρέπεμψε τον αναιρεσείοντα στο ακροατήριο του αρμοδίου δικαστηρίου, δια την ως άνω αξιόποινη πράξη, διέλαβε στο προσβαλλόμενο βούλευμά του την υπό του Συντάγματος και του Κ.Π.Δ. απαιτουμένη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις και λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ανάκριση, σε σχέση με τα αντικειμενικά και υποκειμενικά στοιχεία του ως άνω εγκλήματος, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία προέκυψαν τα περιστατικά αυτά και τις σκέψεις με τις οποίες έκρινε ότι υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις εις βάρος του αναιρεσείοντος, που δικαιολογούν την παραπομπή του στο ακροατήριο του αρμοδίου δικαστηρίου (ΑΠ 2228/2005, εις ΠΧ/ΝΣΤ'/613), δια την πράξη της αποπείρας ανθρωποκτονίας κατά συρροή. Επομένως, ο αναιρεσείων αβασίμως ισχυρίζεται ότι στις παραδοχές του προσβαλλομένου βουλεύματος υπάρχουν αντιφάσεις.
Κατ'ακολουθία, είναι αβάσιμος ο προβαλλόμενος μοναδικός λόγος αναιρέσεως, εκ του άρθρ. 484 § 1 στοιχ. δ' Κ.Π.Δ., περί ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας. Κατά το μέρος δε που πλήττεται, δια της επικλήσεως αυτού του λόγου, η ανέλεγκτη αναιρετικώς ουσιαστική κρίση του Συμβουλίου, οι σχετικές αιτιάσεις είναι απαράδεκτες.
Συνεπώς, πρέπει να απορριφθή η υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως και να καταδικασθή ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα.
Για τους λόγους αυτούς-Προτείνω Να απορριφθή η από 19-1-2007 αίτηση αναιρέσεως του Χ1, κατά του υπ'αριθμ. 2178/2006 βουλεύματος του Συμβουλίού Εφετών Αθηνών. Και Να καταδικασθή ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα.
Αθήνα 14 Μαΐου 2007 Ο Αντεισαγγελεύς του Αρείου Πάγου Δημήτριος-Πρίαμος Λεκκός
Αφού άκουσε τον Αντεισαγγελέα, που αναφέρθηκε στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση και έπειτα αποχώρησε,
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Αθηνών με το 3081/2005 βούλευμά του αποφάνθηκε να μη γίνει κατηγορία κατά του ήδη αναιρεσείοντος Χ1 για τις αξιόποινες πράξεις: α) της απόπειρας ανθρωποκτονίας με πρόθεση, κατά συρροή και β) παράβασης άρθρου 179 παρ. 1 σε συνδυασμό με αρθρ. 158. 158 . που προστέθηκε με άρθρο 13 παρ. 2 ν. 1897/1990, 185α, β ν. 1815/1988, πράξεις που φέρεται ότι τέλεσε στην....... Αττικής στις 7 Αυγούστου σε βάρος του Ψ1 και του Γ3. Το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, με το 2178/2006 βούλευμά του, έκανε εν μέρει δεκτή την κατά του πιο πάνω απαλλακτικού βουλεύματος έφεση του πολιτικώς ενάγοντος Ψ1 και παρέπεμψε τον αναιρεσείοντα στο ακροατήριο του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου στην περιφέρεια του Εφετείου που θα ορίσει ο Εισαγγελέας Εφετών Αθηνών για να δικαστεί ως υπαίτιος απόπειρας ανθρωποκτονίας από πρόθεση κατά συρροή. Κατά του παραπεμπτικού αυτού βουλεύματος έχει ασκήσει νομοτύπως και εμπροθέσμως ο αναιρεσείων την κρινόμενη 8/19-1-2007 αίτηση (έκθεση) αναιρέσεως, η οποία και πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή. Κατά τη διάταξη του άρθρου 299 παρ.1 του ΠΚ, όποιος με πρόθεση σκότωσε άλλον, τιμωρείται με ισόβια κάθειρξη και, κατά τη διάταξη του άρθρου 27 του ίδιου Κώδικα, με πρόθεση πράττει όποιος θέλει την παραγωγή των περιστατικών που κατά το νόμο απαρτίζουν την έννοια κάποιας αξιόποινης πράξης και επίσης όποιος γνωρίζει ότι από την πράξη του ενδέχεται να παραχθούν τα αυτά περιστατικά και τα αποδέχεται. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι το έγκλημα της ανθρωποκτονίας από πρόθεση προϋποθέτει, αντικειμενικά μεν, την αφαίρεση ζωής άλλου, με θετική ενέργεια ή και ακόμη με την παράλειψη ενέργειας που οφείλεται από το νόμο και υποκειμενικά δόλο, άμεσο ή ενδεχόμενο, που συνίσταται, ο μεν άμεσος στη γνώση και τη θέληση των στοιχείων της πράξεως, δηλαδή της θανάτωσης του άλλου, ο δε ενδεχόμενος, στην αποδοχή του ενδεχομένου αποτελέσματος της θανάτωσης του άλλου. . Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 42 παρ.1 και 299 του ΠΚ, προκύπτει ότι το έγκλημα της ανθρωποκτονίας από πρόθεση, βρίσκεται σε απόπειρα, όταν εκείνος που το αποφάσισε, επιχειρεί πράξη που περιέχει τουλάχιστον αρχή εκτελέσεώς του, τέτοια δε θεωρείται κάθε ενέργεια του δράστη ή παράλειψη οφειλόμενης ενεργείας αυτού (άρθρο 15 ΠΚ), η οποία, σε περίπτωση επιτυχούς εκβάσεώς της, οδηγεί στην πραγμάτωση της αντικειμενικής του υποστάσεως, επιφέρει δηλαδή τη θανάτωση του παθόντος, καθώς και εκείνη, η οποία τελεί σε τέτοια συνάφεια ή σε τέτοιο οργανικό σύνδεσμο με την ανωτέρω πράξη (ενέργεια ή παράλειψη), ώστε, κατά τη φυσική αντίληψη των πραγμάτων, μπορεί να θεωρηθεί ως αναπόσπαστο τμήμα και συστατικό μέρος αυτής ενόψει του όλου σχεδίου του δράστη. Εξάλλου η απαιτούμενη από τα άρθρα 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγο αναιρέσεως, κατά το άρθρο 484 παρ.1 στοιχ. δ' ΚΠΔ, υπάρχει όταν περιέχονται στο βούλευμα με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία προέκυψαν από την ανάκριση ή την προανάκριση, τα οποία θεμελιώνουν την ύπαρξη επαρκών ενδείξεων ενοχής του κατηγορουμένου για το έγκλημα για το οποίο ασκήθηκε ποινική δίωξη, οι αποδείξεις από τις οποίες προέκυψαν τα περιστατικά και, τέλος, οι σκέψεις και οι συλλογισμοί, βάσει των οποίων το δικαστικό συμβούλιο έκρινε ότι από τα περιστατικά αυτά προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις ενοχής, ικανές να στηρίξουν την κατηγορία. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό του βουλεύματος, που αποτελούν ενιαίο σύνολο και αρκεί να μνημονεύονται τα αποδεικτικά μέσα γενικώς κατ' είδος, χωρίς να είναι ανάγκη να εκτίθεται τι προέκυψε από το καθένα, αρκεί να συνάγεται ότι το δικαστήριο τα έλαβε υπόψη του και τα συνεκτίμησε όλα ανεξαιρέτως. Η ύπαρξη του δόλου δεν είναι καταρχήν αναγκαίο να δικαιολογείται, διότι ο δόλος ενυπάρχει στη θέληση παραγωγής των περιστατικών που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος και προκύπτει από τις ειδικότερες συνθήκες τελέσεώς του, διαλαμβάνεται δε περί αυτού αιτιολογία στην κύρια αιτιολογία για την ενοχή. 'Oταν όμως πρόκειται για ενδεχόμενο δόλο, η αιτιολογία πρέπει να εκτείνεται και στο δόλο και να αιτιολογείται ιδιαίτερα η ύπαρξή του I
ΙΙ. Στην προκείμενη περίπτωση, το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών με το προσβαλλόμενο βούλευμά του, όπως συνάγεται από το σκεπτικό και το διατακτικό του και με δικές του σκέψεις και συμπληρωματική αναφορά του στην ενσωματωμένη σ' αυτό εισαγγελική πρόταση, μετά από την εκτίμηση και την αξιολόγηση των αναφερομένων σ' αυτό κατ' είδος αποδεικτικών μέσων (καταθέσεις μαρτύρων, εγγράφα της δικογραφίας, απολογία κατηγορουμένου), δέχθηκε, κατά την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, τα παρακάτω πραγματικά περιστατικά. "Κατά το έτος 2003 ο επιχειρηματικός όμιλος ....., που είχε την εκμετάλλευση του ομώνυμου τηλεοπτικού σταθμού καθώς και εφοπλιστικής ναυτικής εταιρίας, χρησιμοποιούσε για τις ανάγκες μετακίνησης τόσο του κύριου μετόχου και Προέδρου του Ψα ("......") και των μελών της οικογένειας του, ήτοι των δύο γυιων του, Ψ1, Ψβ, Ψγ και της θυγατέρας του, αλλά και για τις ανάγκες "ρεπορτάζ" του ως άνω τηλεοπτικού σταθμού, ένα ιδιωτικό αεροσκάφος ιδιοκτησίας του ως άνω κυρίου μετόχου του Προέδρου του, χειριστής του οποίου ήταν ο Γ2 και το οποίο ήταν σταθμευμένο στο αεροδρόμιο "Ελευθέριος Βενιζέλος" καθώς επίσης και ένα ελικόπτερο τύπου ΒΟ-105. Επίσης, ο αυτός επιχειρηματικός όμιλος μίσθωνε κατά καιρούς και διάφορους τύπους ελικοπτέρων και για διάφορα χρονικά διαστήματα, από την Αερολέσχη Αθηνών, που βρίσκεται στη ...... Αττικής, για τις ανάγκες πτήσεως του Αντιπροέδρου του Ομίλου Ψ1, ο οποίος είχε "χόμπυ" την πτήση με ελικόπτερο και χρησιμοποιούσε, ως εκπαιδευτή του, από το Φεβρουάριο του έτους 2003 τον αλλοδαπό Γ3. Στο χώρο της εν λόγω Αερολέσχης υπήρχε μεταλλικό υπόστεγο, μπροστά από ένα οίκημα της Αερολέσχης, μέσα δε στο στέγαστρο αυτό τοποθετούνταν και κλειδώνονταν τα ελικόπτερά της, εκτός εάν επρόκειτο να πραγματοποιήσουν αυτά πτήσεις, οπότε μεταφέρονταν από τους εκάστοτε χειριστές τους μπροστά στο ανώτερο οίκημα της αερολέσχης, όπου βρισκόταν και η αντλία ανεφοδιασμού τους με καύσιμα, εκεί δε βρισκόταν και ο χώρος απογείωσης -προσγείωσης των ελικοπτέρων. Η θύρα του ανωτέρω μεταλλικού στεγάστρου ήταν, επίσης μεταλλική, έκλεινε με κλειδαριά και επί πλέον με μία αλυσίδα με λουκέτο επάνω από την κλειδαριά υπήρχε δε ακόμη στο χώρο της Αερολέσχης Αθηνών και μηχανισμός φωτοκύτταρου με ισχυρό προβολέα, ο οποίος άναβε αυτομάτως μετά τη δύση του ηλίου. Όταν κλειδωνόταν το ανωτέρω μεταλλικό υπόστεγο (στέγαστρο των ελικοπτέρων) το κλειδί τοποθετούνταν σε κλειδοθήκη, η οποία υπήρχε στο γραφείο της εν λόγω Αερολέσχης δυνατότητα δε πρόσβασης στο κλειδί αυτό είχαν μόνο πέντε (5) άτομα, ήτοι ο ήδη εξετασθείς ενόρκως, ως μάρτυρας, ενώπιον του ως Ανακριτή, Β1, απόστρατος αξιωματικός της Ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας και χειριστής αεροσκαφών και εκπαιδευτής ο ίδιος χειριστών αεροσκαφών και ελικοπτέρων και εκπαιδευμένος διερευνητής αεροπορικών ατυχημάτων, ο γυιός του Β2, εκπαιδευτής πτήσεων ελικοπτέρων και αεροπλάνων, ο Γ4, εκπαιδευτής ελικοπτέρων της αυτής ως άνω Αερολέσχης, ο Γ3 πιλότος ελικοπτέρων καθώς και ο Ζ1, ετών 16, μαθητής του 4° ΤΕΕ Ν. Φιλαδέλφειας στην ειδικότητα μηχανοσυνθετών αεροπλάνων, ο οποίος και πραγματοποιούσε πρακτική εκεί (στην Αερολέσχη Αθηνών) προϋπηρεσία, απαραίτητη για την απόκτηση του σχετικού ανωτέρω πτυχίου του και ήταν και υπεύθυνος καθαριότητας του προαναφερομένου υπόστεγου της Αερολέσχης Αθηνών και των αεροσκαφών (εξωτερικώς και εσωτερικώς), αλλαγής τροχών στα αεροπλάνα της Αερολέσχης, εφοδιασμού αεροσκαφών με καύσιμα και κανείς άλλος τρίτος, δεδομένου ότι στην Αερολέσχη αυτή φυλάσσονταν χρήματα της Αερολέσχης, μητρώα αεροσκαφών, όλα τα κλειδιά των γραφείων της, ασύρματοι κ.λ.π. σημαντικά για τη λειτουργία της αντικείμενα, καθώς και διάφορα έγγραφά της. Επίσης, στην Αερολέσχη αυτή ήσαν, σχεδόν καθημερινώς, παρόντες οι ανωτέρω Β1 ή ο γυιος του Β2, οι οποίοι φρόντιζαν να είναι τουλάχιστον, ο ένας απ' αυτούς παρών, καθόσον ο κανονισμός του στρατοπέδου ......, οι εγκαταστάσεις του οποίου ήσαν όμορες του χώρου της Αερολέσχης Αθηνών, επέβαλε στην Αερολέσχη, να διαθέτει αυτή σε ετοιμότητα ομάδα "άμεσης επέμβασης" π.χ. για περιπτώσεις θραύσης ελαστικών τροχών μέσα στο διάδρομο προσγείωσης-απογείωσης αεροσκαφών. Ακόμη σε απόσταση 80 περίπου μέτρων από το σημείο ανεφοδιασμού στάθμευσης των ελικοπτέρων της Αερολέσχης Αθηνών υπήρχε η σκοπιά του στρατοπέδου ......, όπου φυλασσόταν η βόρεια πύλη του αεροδρομίου και, με τον τρόπο αυτό, κατ' ανάγκην, και ο χώρος της Αερολέσχης αυτής, επί πλέον δε καθ' όλο, το 24ωρο υπήρχε περιπολία όλου του ανωτέρω στρατοπέδου από άνδρες της Πολεμικής Αεροπορίας. Λόγω της κατά τα αμέσως προαναφερόμενα οργανωμένης λειτουργίας και φύλαξης της Αερολέσχης Αθηνών από του έτους 1966 που άρχισε να λειτουργεί μέχρι τον Αύγουστο του έτους 2003 δεν είχε εμφανισθεί στο χώρο της κάποιο κρούσμα παραβίασής του ή δολιοφθοράς στις εγκαταστάσεις, τα αεροσκάφη και τα ελικόπτερα της (βλ. από 11.8.2003 έκθεση ένορκης προανακριτικής κατάθεσης του μάρτυρα Β1). Η εξωτερική επιθεώρηση των ελικοπτέρων της Αερολέσχης Αθηνών γινόταν στο χώρο στάθμευσης τους, στον τόπο της αντλίας ανεφοδιασμού καυσίμων, όπου γινόταν και η επιβαλλόμενη από τους Κανόνες της πτητικής τέχνης των ελικοπτέρων, προ της πτήσεως των ελικοπτέρων και μετά τον ανεφοδιασμό τους σε καύσιμα, διαδικασία αποστράγγισης (DRAΙΝ), έπρεπε δε η εξωτερική αυτή επιθεώρηση των ελικοπτέρων να γίνεται από τον εκάστοτε χειριστή του κάθε ελικοπτέρου, ο οποίος και προέβαινε στον ανεφοδιασμό καυσίμων εκτός των περιπτώσεων, όπου σε ανεφοδιασμό των ελικοπτέρων με καύσιμα, προέβαινε ο ανωτέρω ζ1. Τη συντήρηση και επιδιόρθωση των ελικοπτέρων της Αερολέσχης Αθηνών είχε αναλάβει η επιχείρηση της εταιρείας ..., που βρισκόταν στις ... (....) Αττικής, στο ύψος του 30ού χιλιομέτρου της Εθνικής Οδού Αθηνών Λαμίας, η οποία κατά το έτος 2003 συνεργαζόταν με την Αερολέσχη Αθηνών και είχε αναλάβει και τη συντήρηση των ελικοπτέρων τύπου Κ-22 (της εταιρίας κατασκευών ελικοπτέρων .....) χρώματος του ενός μπλε και του άλλου κόκκινου, της Αερολέσχης Αθηνών. Αρχιμηχανικός της εταιρείας ....... ήταν ο Ε1 (βλ. από ... ένορκη κατάθεση ιδίου ως μάρτυρα, ενώπιον της εκτελούσας προανακριτικά καθήκοντα αστυνόμου, εκεί δε εργαζόταν, επίσης άλλα 4 άτομα μεταξύ των οποίων, ως υπεύθυνος προσγείωσης - απογείωσης και ανεφοδιασμού καθώς και ελέγχου εν γένει των μηχανών των ελικοπτέρων, που μεταφέρονταν εκεί προς συντήρηση ή και, απλώς, προς στέγαση τους, έναντι κάποιου μηνιαίου μισθώματος και ο μηχανικός αεροσκαφών Ε2. Όταν μεταφερόταν ένα ελικόπτερο, προς έλεγχο, στον ανωτέρω χώρο της εταιρίας.... τότε οι υπάλληλοί της τεχνικοί, το τοποθετούσαν στο ειδικό υπόστεγο στέγαστρο των ελικοπτέρων, που διέθετε ο εν λόγω χώρος, προκειμένου να το ελέγξουν εκεί, δεν επέτρεπαν δε σε κανένα τρίτο, πλην των ανωτέρω εργαζομένων της ..., να πλησιάζει το χώρο, όπου είχαν τοποθετηθεί τα εκεί μεταφερόμενα ελικόπτερα, κατά τις βράδυνες ώρες ο χώρος της .... κλειδωνόταν, υπήρχε δε προς φύλαξη του ειδικός υπάλληλος της ....., ως φύλακας, ενώ εξάλλου ήταν τοποθετημένος εκεί και ειδικός μηχανισμός συναγερμού. Λόγω των ανωτέρω τηρουμένων μέτρων, που είχε λάβει προς φύλαξη του χώρου της και των ευρισκομένων σ' αυτόν ελικοπτέρων, αποκλειόταν η περίπτωση εισόδου στον χώρο αυτό οποιουδήποτε τρίτου, όπως, περί των μέτρων αυτών και της αποτελεσματικότητάς τους ρητώς κατέθεσε ενόρκως, ως μάρτυρας ενώπιον του ενεργούντος για την παρούσα υπόθεση προανάκριση Υπαστυνόμου Α' Κ1 ο ανωτέρω Ε2 (βλ. από 17.10.2003 στη δικογραφία έκθεση ένορκης εξέτασης του ως μάρτυρα). Τέλος και ο επιχειρηματικός Όμιλος ..... διέθετε ελικοδρόμιο σε ιδιόκτητο περιφραγμένο χώρο της, πολλών στρεμμάτων, στην ..... Αττικής, επί της οδού .... αριθ. .... Στον ίδιο αυτό ιδιόκτητο και περιφραγμένο χώρο βρισκόταν ο δορυφορικός σταθμός του ....., κατασκευάζονταν δε στον ίδιο μείζονα χώρο εγκαταστάσεων .... και σκηνικά, για τις παραγωγές του ομώνυμου τηλεοπτικού του σταθμού. Το ανωτέρω ελικοδρόμιο του ....... διέθετε ειδικό χώρο (ειδικά σημασμένη "πίστα") προσγείωσης απογείωσης ελικοπτέρων καθώς και ειδικό στέγαστρο, για τη στάθμευση και φύλαξη των ελικοπτέρων αυτών, που κατά καιρούς χρησιμοποιούσαν, για τις ανάγκες ρεπορτάζ του τηλεοπτικού του σταθμού και των εν γένει, μετακινήσεων των μελών της οικογένειας του Ψα, Προέδρου του Ομίλου ....., ενώ, κάτω από το ίδιο αυτό στέγαστρο, στάθμευαν διάφορα αυτοκίνητα του Ψα, μία μοτοσυκλέττα, καθώς επίσης στο ίδιο αυτό στέγαστρο υπήρχε, κατά φιλοξενία, και το ελικόπτερο χρήσεως του Προέδρου του Ιατρικού Κέντρου Αθηνών, ....... Την καθημερινή και επί 24ωρη βάση φύλαξη του αμέσους ανωτέρω χώρου του και των εγκαταστάσεων και εν γένει πραγμάτων που υπήρχαν σ' αυτόν, ο Όμιλος ..., είχε αναθέσει σε ειδικά μισθωμένο απ' αυτόν προσωπικό φύλαξης, που αποτελείτο από τους Δ1 του Δ2 και Δ3, συνταξιούχους της Ελληνικής Αστυνομίας, και Δ4, υπό την διεύθυνση και ευθύνη του υπεύθυνου ασφαλείας του ομίλου ......, Δ5 που ήταν επίσης συνταξιούχος της Ελληνικής Αστυνομίας (βλ. στη δικογραφία αντίστοιχες εκθέσεις ένορκων προανακριτικών μαρτυρικών καταθέσεων των ανωτέρω τριών πρώτων [3) φυλάκων και του υπευθύνου φύλαξης Δ5, επίσης δε είχε τοποθετηθεί στο χώρο αυτό ηλεκτρονικό περιμετρικό σύστημα προστασίας (κλειστό κύκλωμα τηλεόρασης), με τηλεοπτικές κάμερες που βρίσκονταν στη "σκοπιά" (στο φυλάκιο φύλαξης) της κεντρικής εισόδου των αμέσως ανωτέρω εγκαταστάσεων, τις τελευταίες δε συνολικώς περιέβαλε μανδρότοιχος με προσαρτώμενο συρματόπλεγμα ύψους τριών μέτρων, ενώ επίσης ο ίδιος αυτός χώρος φυλάσσονταν επί πλέον και από εννέα (9) σκυλιά τα δύο εκ των οποίων κυκλοφορούσαν ελεύθερα ("λυτά") στον εν γένει χώρο των ανωτέρω εγκαταστάσεων ενώ τα υπόλοιπα ήσαν εκεί δεμένα. Σύμφωνα με τον ισχύοντα μέχρι και τον Αύγουστο του έτους 2003 προφορικό κανονισμό λειτουργίας των εγκαταστάσεων του .... στην ...... Αττικής, τα ονόματα όλων των εισερχομένων στον αμέσως ανωτέρω χώρο καταγράφονταν σε ειδική βιβλίο εισόδου και εξόδου, που τηρούσαν οι εκάστοτε φύλακες του ...., οι οποίοι και σημείωναν, για κάθε ημέρα, το χρόνο εισόδου και εξόδου του καθενός εισερχομένου και δη ανεξάρτητα αν αυτός προοριζόταν να εργασθεί εκεί ή και να παραμείνει απλώς για κάποιο χρονικό διάστημα στο χώρο του ελικοδρομίου ή σε άλλους χώρους των ανωτέρω εγκαταστάσεων. Έτσι, με βάση τον κανονισμό αυτό κανείς άσχετος με τον Όμιλο ... και δη με εργασία στις εγκαταστάσεις του ... στην ... Αττικής δεν επιτρεπόταν να εισέλθει στον ανωτέρω χώρο, ελάχιστες δε μόνο φορές επετρέπετο, κατ' εξαίρεση, να εισέλθουν στον ανωτέρω χώρο τρίτοι, ως συνοδοί των ανωτέρω εργαζομένων, ή έχοντες με αυτούς διάφορες συγγενικές ή άλλες κοινωνικές σχέσεις εν γνώσει πάντοτε των φυλάκων των χώρων αυτών. Μάλιστα, μέσα στον ίδιο χώρο των εγκαταστάσεων του ... στην ..... Αττικής, υπήρχε μικρό παράπηγμα, στο οποίο διέμενε μονίμως, από το μήνα Απρίλιο του έτους 2003, ο αλλοδαπός Πακιστανικής καταγωγής, Λ1 που προσέφερε εκεί εργασία εργάτη, η δε εκεί συνεχής διαμονή του προσέφερε μείζονα προστασία φύλαξης του εν γένει χώρου των ανωτέρω εγκαταστάσεων ενώ ερχόταν στον ίδιο αυτό χώρο προς εργασία και ο ομοεθνής του Λ1, ......., πρώην ναύτης της ιδιωτικής θαλαμηγού του Ψα, ο οποίος προσέφερε την εργασία του, ως ανειδίκευτου εργάτη καθαρισμού του χώρου των εγκαταστάσεων του ...... αλλά και των υπολοίπων εργασιών που γίνονταν στον ίδιο αυτό χώρο. Μέσα στο χώρο του ανωτέρω υπόστεγου -- στεγάστρου των ελικοπτέρων στις εγκαταστάσεις ...... στην ......Αττικής υπήρχε στη νότια πλευρά του μικρό δωμάτιο γραφείο, στο οποίο μπορούσαν να εργασθούν, καθώς επίσης και, κατά τα διαλείμματα εργασίας τους, να αναπαυθούν, να καπνίσουν και να πιουν καφέ οι εκεί κατά καιρούς εργαζόμενοι. Μέσα στο γραφείο αυτό υπήρχε ντουλάπι με διάφορα εγχειρίδια και έγγραφα που αφορούσαν την πτήση με ελικόπτερα καθώς και διάφορα χαρτιά και λοιπή γραφική ύλη, μηχάνημα φαξ, καθώς επίσης και ένα μικρός φακός που χρησιμοποιούσαν οι μηχανικοί των ελικοπτέρων για τον έλεγχο των τελευταίων, ένα ψυγείο, μία μηχανή παρασκευής καφέ "γαλλικού τύπου" μέσα δε σε ντουλάπι του ίδιου γραφείου υπήρχαν και υλικά παρασκευής καφέ (καφές, γάλα, ζάχαρη η τελευταία σε συσκευασία του ενός κιλού) τα οποία χορηγούσαν στους εργαζομένους στον άνω χώρο οι υπεύθυνοι των κεντρικών γραφείων του Ομίλου ...., που βρίσκονταν στο ...... Αττικής. Μάλιστα, για τελευταία φορά πριν από τις 7.8.2003, ήτοι κατά μήνα Ιούλιο 2003, τα υλικά παρασκευής καφέ είχε μεταφέρει εκεί ο υπάλληλος Ε3, Μηχανικός ελικοπτέρων και αεροσκαφών, που χρησιμοποιούσε ο Όμιλος ..... και ο Πρόεδρος του Ψα (βλ. στη δικογραφία την από 8.8.2003 έκθεση προανακριτικής ένορκης κατάθεσης του ιδίου Ε3 ως μάρτυρα). Το γραφείο αυτό κλειδωνόταν με κλειδί, το οποίο βρισκόταν μέσα σε μία πλαστική μολυβοθήκη μέσα σε ξύλινη θήκη στον τοίχο του διαδρόμου έξω από το εν λόγω γραφείο, τη θέση δε αυτή γνώριζαν οι εργαζόμενοι στον ανωτέρω χώρο του ελικοδρομίου καθώς και ο ανωτέρω Πακιστανός Λ1, ενώ από κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν προκύπτει, ότι και ο εκπαιδευτής της πτήσης με ελικόπτερα του γιου του Προέδρου του Ομίλου ...., Ψ1, Γ3, γνώριζε που βρισκόταν το κλειδί του αμέσως ανωτέρω δωματίου - γραφείου του ελικοδρομίου ...... Μπροστά από το ανωτέρω στέγαστρο των ελικοπτέρων υπήρχε χώρος προσγείωσης απογείωσης τους, που ήταν βαμμένος με θαλασσί χρώμα, στο κέντρο του οποίου υπήρχε σημειωμένο με συνεχή διαγράμμιση το γράμμα Η κεφαλαίο λευκού χρώματος που περιβαλλόταν από τρίγωνο επίσης λευκού χρώματος με διακεκομμένη διαγράμμιση με τη βάση στραμμένη και παράλληλη προς την είσοδο του "στεγάστρου" και την κορυφή στην αντίθετη κατεύθυνση, ήτοι με φορά προς τη φορά απογείωσης (βλ. σχετικώς φωτογραφίες του ανωτέρω χώρου των εγκαταστάσεων ........ στη δικογραφία). Στο χώρο του στεγάστρου όπου στάθμευαν τα ελικόπτερα χρήσεως του Ομίλου ..... συνήθως εισήρχοντο οι τεχνικοί των ελικοπτέρων Δ1, ......, Ν1, Ε3 και Θ1, κατά διαστήματα, επίσης, ο ....., οδηγός του αυτοκινήτου του πολιτικώς ενάγοντος και Αντιπροέδρου του Ομίλου ...... και ο αλλοδαπός Πακιστανικής καταγωγής, Λ1, ο οποίος διέμενε νομίμως στο ανωτέρω παράπηγμα, που βρισκόταν σε απόσταση 100 μέτρων, περίπου, από το υπόστεγο στάθμευσης φύλαξης των ελικοπτέρων και μέσα στον ίδιο ανωτέρω χώρο των εγκαταστάσεων ..... καθώς και διάφοροι άλλοι τεχνικοί, υπάλληλοι του ως άνω επιχειρηματικού Ομίλου. Ομοίως, τον αμέσως ανωτέρω χώρο ελικοδρομίου επισκεπτόταν, αναλόγως των παρισταμένων εκάστοτε αναγκών και ο Γ2, πιλότος επί εικοσαετία του ιδιωτικού αεροσκάφους της οικογένειας του Προέδρου του Ομίλου αυτού (Ψα). Ο ίδιος, αμέσως ανωτέρω, χώρος εγκαταστάσεων εποπτευόταν μεν από το ανωτέρω κλειστό κύκλωμα τηλεόρασης με κάμερες, οι εικόνες των οποίων έφθαναν στο εντός αυτών, και προς την είσοδο του εν λόγω χώρου, προαναφερόμενο φυλάκιο - "σκοπιά", χωρίς, όμως, αυτές να αποτυπώνονται σε τηλεοπτικούς αποθηκευτικούς δίσκους ("βιντεοκασέτες") ενώ η θύρα του υπόστεγου στεγάστρου των ελικοπτέρων έκλεινε μεν τις νύκτες αλλά δεν κλειδωνόταν (τούτο συνέβαινε τουλάχιστον μέχρι την κρίσιμη για την παρούσα υπόθεση ημερομηνία της 7ης Αυγούστου 2003), ενώ, στο τράβηγμά της, για να κλείσει, ακουγόταν μεν ήχος, που δεν ήταν όμως, αρκετός για να γίνει αντιληπτός από τους ευρισκόμενους στο ανωτέρω φυλάκιο φύλακες των εγκαταστάσεων. Από του έτους 1982, βασικός πιλότος των ελικοπτέρων χρήσεως του ανωτέρω επιχειρηματικού Ομίλου και των μελών της οικογένειας του Προέδρου του, Ψα, ήταν ο Γ1, που γεννήθηκε το έτος 1951, ο οποίος ήταν επαγγελματίας πιλότος από του έτους 1971 συνεχώς και με μεγάλη εμπειρία αεροπορικών πτήσεων, ενώ κατά τα έτη 2000 έως 2003 αυτός ειδικότερα ασκούσε, καθήκοντα πιλότου για τις μετακινήσεις με ελικόπτερο των μελών της οικογένειας Ψα. Όταν κατά το έτος 2000 ο ανωτέρω Γ1 αντιμετώπισε κάποιο (μη ειδικότερα στην προανάκριση και την ανάκριση διακριβωθέν, ως προς τη φύση και τη διάρκειά του,) πρόβλημα υγείας, με υπόδειξη του και, ενώ δεν έπαυσε να εκτελεί αυτός (Γ1) τα ίδια καθήκοντα πιλότου των ανωτέρω ελικοπτέρων, τα καθήκοντα αυτά ασκούσε κυρίως ο κατηγορούμενος Χ1. Ο τελευταίος, όπως ο ίδιος αναφέρει στην απολογία του ενώπιον του Ανακριτή, είχε σπουδάσει πιλότος ελικοπτέρων και αεροπλάνων στη σχολή πιλότων της Ολυμπιακής Αεροπορίας, όταν την εκμετάλλευσή της είχε ο ......, και, στη συνέχεια, επί δύο χρόνια, στη σχολή πιλότων, στην Οξφόρδη Αγγλίας. Στην αρχή της σταδιοδρομίας του ως πιλότου εργάστηκε, ως πιλότος, για χρονικό διάστημα δύο ετών στην εταιρία ....., ακολούθως εργάσθηκε, επίσης ως πιλότος αεροπλάνων, για χρονικό διάστημα περίπου δύο ετών, στην εταιρεία ..., που ήταν θυγατρική εταιρία της ..... στη Νιγηρία, στη συνέχεια εργάσθηκε, επί ένα ενάμισυ έτος, ως πιλότος στην Αγγλική αεροπορική εταιρία, με την επωνυμία ....., ακολούθως αυτός συνέστησε, από κοινού με τον πρώην "διευθυντή της ...., μία εταιρία αερομεταφορών, τουριστικών υπηρεσιών και δημοσίων σχέσεων μέχρι το έτος 1992 - 1993, το δε έτος 1994 ο χ1 συνεργάσθηκε, ως αεροπορικός σύμβουλος και ως πιλότος, στο αεροπορικό τμήμα ομίλου ......, το έτος 1999 εργάσθηκε, για κάποιο (δεν αναφέρει ακριβώς πόσο) χρονικό διάστημα, ως πιλότος στο ελικόπτερο κάποιου εφοπλιστή, και από το έτος 2000 ανέλαβε ως "εξουσιοδοτημένος" πιλότος του ελικοπτέρου τύπου ΒΟΙOS του ......, έστω και αν η επίσημη τυπική του πρόσληψη φαίνεται ότι έγινε το έτος 2002. Εκ του γεγονότος, όμως, ότι ο κατηγορούμενος δεν εργάσθηκε συνεχώς, ως πιλότος, και δεν είχε πραγματοποιήσει, ανάλογες με την ηλικία του και τα χρόνια που κατείχε το δίπλωμα του, του πιλότου, επαρκείς ώρες εργασίας ("πτήσεως"), δεν εθεωρείτο αυτός, στην αγορά εργασίας πιλότων, ως έμπειρος πιλότος, αλλά, πάντως, προέκυψε, ότι (αυτός) προσπαθούσε συνεχώς και βελτιωνόταν σταδιακώς η απόδοση του, όπως διαβεβαιώνει στην ένορκη προανακριτική κατάθεσή του ο ανωτέρω χειριστής του ιδιωτικού αεροσκάφους του Προέδρου του ...... Γ2, η σύζυγος του οποίου, κατά το έτος 1995, είχε βαπτίσει τη θυγατέρα του κατηγορουμένου (βλ., από .... έκθεση ένορκης εξέτασης του μάρτυρα Γ2 ενώπιον του ασκήσαντος προανακριτικά καθήκοντα στην παρούσα υπόθεση Αστυνόμου Β' ....), Η έλλειψη, όμως, πολλών ωρών πτήσεων ως πιλότου, οι οποίες είναι προσόν εμπειρίας για ένα πιλότο, ήταν φυσικό να δημιουργήσει σ' αυτόν (κατηγορούμενο) και δημιούργησε εν προκειμένω, αισθήματα επαγγελματικής ανασφάλειας και άγχους. Ο Αντιπρόεδρος του Ομίλου ..... Ψ1, κατά το χρόνο που ήδη ο κατηγορούμενος εργαζόταν, πλέον, ως πιλότος του ελικοπτέρου του ...., είχε επιδείξει μεγάλο ενδιαφέρον, να εκπαιδευθεί ο ίδιος, ως πιλότος ελικοπτέρων, επεδείκνυε δε μεγάλη κατά την εκπαίδευση του αυτή, προσοχή και επιμέλεια. Κατά τη διάρκεια που ο κατηγορούμενος ήταν πιλότος του ελικοπτέρου και μετέφερε με αυτό τον Ψ1, δεν ενέπνευσε, στον τελευταίο (Ψ1) εμπιστοσύνη για την ασφάλεια της πτήσεως) διότι αυτός (κατηγορούμενος) επιδείκνυε έλλειψη γνώσης και προσοχής, όπως, αντιθέτως, συνέβη με την εμπιστοσύνη, που ενέπνεαν σ' αυτόν (Ψ1) οι πιλότοι Γ1 και Γ2, καθώς και ο τελευταίος εκπαιδευτής του, Γ3 αλλά, επί πλέον, ο κατηγορούμενος προκάλεσε και τη δυσφορία του Ψ1, για την συμπεριφορά του. Αλλά και ο έτερος γυιός του Ψα, Ψβ κατά το έτος 2001, διατύπωσε προς τον πιλότο του ιδιωτικού αεροσκάφους του πατέρα του (Ψα), Γ2, (βλ. στη δικογραφία από 2.9.2003 ένορκη προανακριτική κατάθεση Γ2) παράπονα για τον τρόπο συμπεριφοράς προς αυτόν του κατηγορουμένου, προς τον οποίο (Γ2) δήλωσε, ότι θα συζητούσε το θέμα αυτό με τον αδελφό του Ψ1, προκειμένου να τον (δηλ. τον κατηγορούμενο) αντικαταστήσουν, απόλυση που τελικώς δεν συνέβη τότε. Επίσης, κατά το μήνα Ιούλιο 2003, ενώ ο κατηγορούμενος βρισκόταν στη συντροφιά του Ψ1 στη Μύκονο, συμπεριφέρθηκε σε γυναίκα, που διατηρούσε φιλικές σχέσεις με τον τελευταίο (Ψ1) προσβλητικώς (δεν διακριβώθηκε στην ανάκριση και την προανάκριση, με ποιο ακριβώς τρόπο), για το λόγο δε αυτό, ο Ψ1, ανέφερε το περιστατικό αυτό αλλά και την προσωπική του δυσπιστία στις ικανότητες του κατηγορουμένου, ως πιλότου ελικοπτέρων, στον Γ1, ο οποίος είχε, ως ανωτέρω, συστήσει στον ανωτέρω όμιλο τον κατηγορούμενο ως πιλότο, παρεκάλεσε δε τον Γ1 να μη κοινοποιήσει τα όσα ως ανωτέρω είχαν συζητήσει, στον κατηγορούμενο, ο δε Γ1, σε σχετική συνάντηση, που είχε ζητήσει από τον Γ2, ανέφερε σ' αυτόν, τα όσα, αμέσως ανωτέρω του είχε αναφέρει ο Ψ1, ο δε τελευταίος (Γ1) στην ίδια αυτή συνάντηση ανέφερε στον Γ2 τα παράπονα που είχε εκφράσει, για την προαναφερόμενο προσβλητική συμπεριφορά του κατηγορουμένου ο Ψ1 αλλά και για το ότι ενώ ο τελευταίος (Ψ1) πραγματοποιούσε με τον κατηγορούμενο πτήση με το ελικόπτερο τύπου ΒΟ-105 (ΒΟIOS) του Ομίλου ....., επάνω από τη νήσο Μύκονο, ο τελευταίος (κατηγορούμενος Χ1), κατά τη διάρκεια κάποιου ελιγμού, έσπρωξε, επίτηδες, για να κάνει, προς εντυπωσιασμό του Ψ1, πιο έντονο τον ελιγμό, το χειριστήριο του ελικοπτέρου, ενώ το χειριζόταν ο Ψ1, με αποτέλεσμα να τρομοκρατήσει τον τελευταίο (βλ. στη δικογραφία αμέσως ανωτέρω, από 2.9.2003 προανακριτική ένορκη κατάθεση του μάρτυρα Γ2), ενώ δεν προκύπτει από κανένα αποδεικτικό στοιχείο της προκειμένης δικογραφίας, ότι ο Γ1 και Γ2 ανέφεραν στον κατηγορούμενο τις προθέσεις του Ψ1, να μεσολαβήσει προς τον πατέρα του, ώστε αυτός (κατηγορούμενος) να απολυθεί. Κατά το μήνα Φεβρουάριο 2003, ο Ψ1, ο οποίος ήταν ερασιτέχνης πιλότος ελικοπτέρων, ενδιαφέρθηκε να εκπαιδευθεί πλέον συστηματικά, ως πιλότος ελικοπτέρων, προσέλαβε δε προς τούτο τον ανωτέρω πιλότο ελικοπτέρων που εργαζόταν στην Αερολέσχη Αθηνών Γ3, ο οποίος απ' αρχής της συνεργασίας τους είχε εμπνεύσει στον Ψ1 αίσθηση εμπιστοσύνης στις ικανότητες του, ως πιλότου και εκπαιδευτή του. Ο κατηγορούμενος, αντιλαμβανόμενος, ότι είχαν ήδη αναπτυχθεί σχέσεις εμπιστοσύνης του Ψ1 προς τον ανωτέρω. Γ3, αισθανόμενος, ότι κινδύνευε η διατήρηση της θέσης του ως πιλότου των ελικοπτέρων χρήσεως του Ομίλου ... και δη ότι διέτρεχε τον κίνδυνο να παραγκωνισθεί από τον νέον αυτόν πιλότο και να απολέσει τη δική του θέση ως τέτοιου πιλότου, δυσφόρησε στην πρόσληψη του τελευταίου εκ μέρους του ... και άρχισε να εκτρέφει αισθήματα δυσφορίας και ζηλοφθονίας προς το πρόσωπο του τελευταίου, τα οποία εκδήλωνε και προς τους συναδέλφους του, ενίοτε δε και, κακολογώντας τον Γ3 τόσο πριν όσο και μετά τον φερόμενο χρόνο τελέσεως του προκειμένου εγκλήματος (βλ. καταθέσεις του μάρτυρα Γ1 και Θ1). Κατά μήνα Ιούλιο 2003, ο Ψ1 κυβερνούσε ήδη ελικόπτερα τύπου Κ-2 2 (της κατασκευαστικής εταιρίας .....), τα οποία εκμίσθωνε η ανωτέρω Αερολέσχη ....και, άλλες μεν φορές τα κυβερνούσε μόνος του, άλλες δε φορές, με τον εκπαιδευτή του Γ3, το παρελάμβανε δε από το προαναφερόμενο ελικοδρόμιο του ΟΜΙΛΟΥ ..., στην ..... Αττικής, όπου το μετέφερε, παραλαμβάνοντάς το και κυβερνώντας το μέχρι εκεί από την Αερολέσχη ...., ο Γ3. Η Αερολέσχη .... διέθετε τότε δύο ελικόπτερα τύπου Κ-22, ένα με μπλε χρώμα και ένα με κόκκινο χρώμα. Τα ελικόπτερα αυτά είναι διθέσια (θέσεις οδηγού και συνοδηγού), ελικοφόρα, διαθέτουν ένα έλικα, και φέρουν δύο (2) δεξαμενές καυσίμου (μία κύρια και μία βοηθητική), οι οποίες βρίσκονται στα πλευρά του ελικοπτέρου πίσω από κάθε θέση. Τα πώματα των δεξαμενών αυτών βρίσκονται στην εξωτερική επιφάνεια της ελικοπτερικής ατράκτου, στο επάνω μέρος των δεξαμενών, σε απόσταση 1, 65 μ. από το έδαφος (ύψος που επιτρέπει εύκολα την πρόσβαση σ' αυτά σε οποιονδήποτε ενήλικα χωρίς τη χρήση κλίμακας), εξέχουν ελαφρώς του δώματος του ελικοπτέρου και δεν ασφαλίζονται με κλειδαριές. Στο κάτω μέρος της κύριας δεξαμενής, βρίσκεται το πλαστικό σωληνάκι αποστράγγισης της, που εξέχει από το σώμα του ελικοπτέρου κατά 3 εκ. του μέτρου. Το πρώτο "φίλτρο", δεν είναι στην κυριολεξία φίλτρο αλλά είναι μεταλλικό πλέγμα - σίτα και έχει μεγάλα σχετικά ανοίγματα, είναι δε τοποθετημένο σε σωλήνα, ο οποίος απέχει από τον πυθμένα της δεξαμενής ενάμιση εκ. του μέτρου περίπου. Το καύσιμο στη δεξαμενή δεν στροβιλίζεται, για το λόγο δε αυτό, υπάρχουν χωρίσματα μέσα στη δεξαμενή, τα οποία είναι ανοικτά από επάνω) και έχουν ανοίγματα από κάτω, που αποτρέπουν τη μετακίνηση του καυσίμου και το στροβιλισμό αυτού κατά την πτήση. Οι διαστάσεις της κύριας δεξαμενής του εν λόγω ελικοπτέρου είναι ύψος περίπου 50 εκατοστών του μέτρου στο εμπρόσθιο μέρος του ελικοπτέρου και 30 εκατοστών του μέτρου στο οπίσθιο μήκους 60 εκατοστών, πλάτους στο εμπρόσθιο μέρος του 30 περίπου εκατοστών του μέτρου και στο οπίσθιο μέρος 15 εκατοστών. Η τροφοδοσία του καυσίμου στο καρμπυρατέρ του ελικοπτέρου αυτού γίνεται δια της βαρύτητας και όχι με κάποια αντλία που αντλεί ή σπρώχνει το καύσιμο. Μετά το πρώτο φίλτρο ("σίτα-σουρωτήρι") το καύσιμο διοχετεύεται με ένα σωλήνα σε μία κοιλότητα ("μπώλ"), που είναι το πιο χαμηλό σημείο διοχέτευσης του καυσίμου, στην οποία καταλήγει το καύσιμο χωρίς να περάσει από το άλλο φίλτρο. Αφού γεμίσει η κοιλότητα αυτή, κατά την έξοδο του καυσίμου προς το καρμπυρατέρ, υπάρχει άλλο (κανονικό) φίλτρο το οποίο είναι μεταλλικό και έχει πολύ μικρούς πόρους. Στη συνέχεια το καύσιμο, μέσω σωλήνα, διοχετεύεται στο καρμπυρατέρ, αφού προηγουμένως περάσει από το τελευταίο φίλτρο, το οποίο έχει μικρούς πόρους αλλά μεγαλύτερους του αμέσως προηγούμενου και είναι ενσωματωμένο στο καρμπυρατέρ. Έτσι αν, κάποιο ξένο σώμα, το οποίο δεν διαλύεται χημικώς από το καύσιμο που υπάρχει μέσα στη δεξαμενή τότε όταν το ελικόπτερο αρχικώς μεν θα μπορέσει να ξεκινήσει να λειτουργεί και θα απογειωθεί, αφού η μηχανή θα έχει ακόμη καύσιμα θα φθάσει σε ύψος 100 μέτρων από το έδαφος.
Επειδή, όμως, αυτό ή αυτά επειδή δεν μπορούν να διέλθουν από τα φίλτρα θα διοχετευθούν από τη δεξαμενή στο πρώτο (κανονικό) φίλτρο και προοδευτικώς θα συσσωρευθούν στα τοιχώματα του πρώτου και έτσι θα αποκλείσουν τη δίοδο του καυσίμου μέσα στη μηχανή. Θα παύσει δε επομένως η τροφοδοσία της μηχανής του ελικοπτέρου με τα απαραίτητα για τη λειτουργία και την κίνηση του καύσιμα. Η παύση της τροφοδοσίας καυσίμων στη μηχανή του ελικοπτέρου θα έχει σαν υποχρεωτικό και άμεσο αποτέλεσμα την αναγκαστική προσγείωση του ελικοπτέρου με αυτοπεριστροφή και λόγω της βαρύτητας να συντριβεί το ελικόπτερο στο έδαφος και να προκαλέσει κατά φυσική συνέπεια τον θάνατο των επιβαινόντων σ' αυτό. Σημειώνεται, επίσης, ότι υπάρχει και ένας ενδείκτης ποσότητας λιπαντικού λαδιού με βιδωτό πώμα ("τάπα") με το οποίο κλείνει το δε υλικό το οποίο διοχετεύεται από το αυτό το στόμιο προς τη μηχανή του ελικοπτέρου δε φιλτράρεται καθόλου αλλά πηγαίνει απ' ευθείας στη μηχανή. Έτσι αν διοχετευόταν δηλαδή στον ενδείκτη ποσότητας λαδιού μηχανής ποσότητα ζάχαρης αυτή θα πήγαινε απ' ευθείας στη μηχανή, οπότε αν αυτή ετίθετο σε λειτουργία η ζάχαρη λόγω της εξ αυτής (λειτουργίας) ανάπτυξης υψηλών θερμοκρασιών θα υφίστατο "καραμελλοποίηση" οπότε η μηχανή αναγκαστικά θα "κόλλαγε" και δεν θα λειτουργούσε πλέον (βλ. από 3.12.2004 έκθεση ένορκης κατάθεσης μάρτυρα Ε1 ενώπιον του ανωτέρω τακτικού Ανακριτή), οπότε, πλέον αν το ελικόπτερο βρισκόταν σε ύψος ήδη 100 μέτρων από το έδαφος, θα συντριβόταν, αφού τούτο (ελικόπτερο), πλέον, θα έπεφτε λόγω της βαρύτητας, με φυσικό επακόλουθο το θανάσιμο τραυματισμό των επιβαινόντων σ' αυτό (ελικόπτερο). Το φαινόμενο, όμως τέτοιας "καραμελλοποίησης", δεν μπορεί να συμβεί σε περίπτωση που η ζάχαρη δεν έχει διέλθει μαζί με το καύσιμο στην μηχανή, και σταματήσει σε κάποιο από τα προαναφερόμενα φίλτρα που προηγούνται (στη "σίτα" ή στα κυρίως φίλτρα), αφού εκεί δεν αναπτύσσονται υψηλές θερμοκρασίες όπως στη μηχανή και απλώς εμφράζονται τα φίλτρα ανάλογα με το μέγεθος των συσσωρευομένων στα τοιχώματα αυτών λόγω του μεγέθους τους σε σχέση με τις οπές των φίλτρων και της σίτας, ξένων σωμάτων, εν προκειμένω ζάχαρης, και έτσι δεν εισέρχονται καθόλου στη μηχανή του ελικοπτέρου. Τέλος, στην περίπτωση που έχει τοποθετηθεί ζάχαρη στη δεξαμενή καυσίμων τότε απαιτείται πολύ λίγος χρόνος από την απογείωσή του για να "εμφράξει" το πρώτο (κανονικά) φίλτρο. Ένα μήνα περίπου πριν την 7.8.2003, το εν λόγω ελικόπτερο είχε μεταφερθεί για επισκευή στην προαναφερόμενη εταιρία συντήρησης και επισκευής ελικοπτέρων ......, στο .... Αττικής, κατά το γενόμενο δε εκεί έλεγχο από τους τεχνικούς της αμέσως ανωτέρω προαναφερόμενης εταιρίας τούτο (ελικόπτερο) βρέθηκε αξιόπλοο και σε καλή κατάσταση, όπως καταθέτει στην ένορκη κατάθεση του ο ανωτέρω μάρτυρας Ε1. Στις 6.8.2003, ο Γ3μετέφερε το ελικόπτερο τύπου Κ-22, στις 19.00 περίπου η ώρα, προκειμένου να το χρησιμοποιήσει ο Ψ1 την ίδια ημέρα για μικρή τοπική πτήση. Επειδή, όμως, το ελικόπτερο αυτό παρουσίασε μικρή διαρροή καυσίμων στη μία από τις δύο δεξαμενές καυσίμων του ελικοπτέρου (τη βοηθητική δεξαμενή), ο Ψ1 αποφάσισε να μην πραγματοποιήσει με αυτό πτήση την ημέρα εκείνη και έτσι οι υπάλληλοι του ελικοδρομίου το στάθμευσαν μέσα στο ανωτέρω υπόστεγο. Την 6.8.2003, σύμφωνα με το ειδικό βιβλίο εισερχομένων στο χώρο των εγκαταστάσεων του ...., στην.....Αττικής, εισήλθαν και παρέμειναν αντιστοίχως από 09.20 έως 20.30, ο .... (αγνώστων λοιπών στοιχείων) διευθυντής από 09.30 έως 11.45 ο Δ1 από 10.00 έως 11.15 η ..., καθαρίστρια, από 10.20 έως 14.00 ο ....., αγνώστων λοιπών στοιχείων, τεχνικός, πιλότος από 11.15 έως 14.00 ο ....., αγνώστων λοιπών στοιχείων, πιλότος από 08.10 έως 9.00 οι ηλεκτρονικοί ....... και ...., από 11.40 έως 15.00 ο ...., αγνώστων λοιπών στοιχείων, τεχνικός, από 13.20 έως 21.45, ο Ν1, τεχνικός, από 14.00 έως 17.15. ο κατηγορούμενος πιλότος Χ1 από 16.20' έως 19.25, ο ....., αγνώστων λοιπών στοιχείων, προς επίσκεψη του ανωτέρω διευθυντή ....., από 17.25 έως 20.45, ο ...., πιλότος δάσκαλος εκπαιδευτής του Ψ1, στις 18.55 έως 20.15, ο ήδη εκκαλών - πολιτικώς ενάγων Ψ1 και από 19.00 έως 19.15 ο ......., αγνώστων λοιπών στοιχείων, ενώ βάρδια φύλαξης των ανωτέρω εγκαταστάσεων εκτέλεσαν διαδοχικώς, από 06.00 έως 14.000, ο Δ1 από 14.00 έως 22.00 ο φύλακας Δ2 και από 22.00 έως 0.6 της επομένης (7.6.2006), ο Δ1. Προκύπτει επίσης, από το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων, ότι, κατά το χρονικό διάστημα από την ώρα που ο Γ3 έφερε το ελικόπτερο Κ-22 και τοποθετήθηκε αυτό στο υπόστεγο -στέγαστρο του ελικοδρομίου του Ομίλου .... την 6.8.2003, έως το πρωί της επομένης ημέρας (7.8.2003), κανείς άλλος πλην των προσώπων που αμέσως ανωτέρω σημειώνονται, ότι εισήλθαν στις ανωτέρω εγκαταστάσεις .... στην ... Αττικής, δεν εισήλθε στο εν λόγω υπόστεγο και, επομένως, ήταν αδύνατο να έχει επέμβει στο αμέσως ανωτέρω αναφερόμενο χρονικό διάστημα κάποιος τρίτος, πλην αυτών, καθ' οιονδήποτε τρόπο, και δη επιβλαβώς, στο επίμαχο ελικόπτερο, στο οποίο βρέθηκε, όπως αναφέρεται παρακάτω, η ποσότητα κρυσταλλικής ζάχαρης. Το πρωί της επομένης ημέρας, Πέμπτης, 7.8.2003, ο Γ3, με άλλο ελικόπτερο (όχι το Κ-22) πήγε στο .... απ' όπου παρέλαβε τη θυγατέρα του Προέδρου Ομίλου .... και τη μετέφερε στην .... Στη συνέχεια, επιστρέφοντας με το ανωτέρω ελικόπτερο (με το οποίο είχε μεταβεί στο ....., ...) προς την Αερολέσχη ....., κατά τη διάρκεια της πτήσης, ενέπεσε σε "αναταράξεις αέρος" και αναγκάσθηκε να προσγειωθεί με το ανωτέρω ελικόπτερο στην περιοχή ... (.....) Αττικής και επικοινώνησε τηλεφωνικά με τον Προϊστάμενο του Θ1(βλ. καταθέσεις αμφοτέρων), από τον οποίο ζήτησε να του αποστείλει καύσιμα (βενζίνη) για να συμπληρώσει τα αποθέματα καυσίμων του εν λόγω ελικοπτέρου. Πράγματι μετά την τηλεφωνική αυτή επικοινωνία, κατ' εντολή του τελευταίου, μετέβη στις εγκαταστάσεις του ..... στην .... Αττικής, με ένα φορτηγάκι ο Ε3 ο οποίος, αφού γέμισε από τα εκεί ευρισκόμενα αποθέματα καυσίμων 2 μπετόνια με βενζίνη, τα μετέφερε και τα παρέδωσε στον Γ3. Στη συνέχεια ο Γ3, αφού εφοδίασε το ανωτέρω ελικόπτερο με καύσιμα, το κυβέρνησε και το παρέδωσε στη Αερολέσχη ... και μετά ταύτα με το αυτοκίνητό του προσήλθε το απόγευμα της ίδιας ημέρας (7.8.2003, ώρα 18.20 μ.μ.), στην .... Αττικής, στις εγκαταστάσεις του ελικοδρομίου του ......, κατά την εκεί δε προσέλευσή του συνάντησε τον ανωτέρω Ε3, ο οποίος είχε ήδη επιστρέψει από τις ......, όπου ως ανωτέρω αναφέρεται είχε μεταβεί και ο τελευταίος (Π. Κ ου βάρη ς) βοήθησε τότε τον Γ3 να αδειάσει ένα μέρος από την ποσότητα των καυσίμων του ελικοπτέρου Κ.-2 2 . Σ τη ν ενέργεια αυτή (άδειασμα μέρους της ποσότητας των καυσίμων) προέβησαν αυτοί διότι ο Γ3, όπως είχε συνεννοηθεί τηλεφωνικώς το μεσημέρι της ίδιας εκείνης ημέρας (7.8.2003) με τον Ψ1 θα τον συνόδευε, τελικώς, λόγω των πνεόντων ισχυρών ανέμων της ημέρας εκείνης, κατά την πτήση του με το ελικόπτερο αυτό, για την ημέρα εκείνη και έπρεπε, επομένως, να λιγοστέψουν το φορτίο του εν λόγω ελικοπτέρου, διαδικασία που συνηθίζεται, για λόγους ασφαλείας, προκειμένου με πτήση με ελικόπτερα, όταν πρόκειται να επιβιβασθούν σ' αυτά δύο (2) άτομα ταυτοχρόνως (βλ. Ένορκη προανακριτική κατάθεση του μάρτυρα Γ3 και ανώμοτη προανακριτική κατάθεση του πολιτικώς ενάγοντος Ψ1). Μετά την ελάττωση της ποσότητας καυσίμων του αμέσως ανωτέρω ελικοπτέρου, ο Γ3 παρέμεινε στο χώρο του ... στην ... Αττικής αναμένοντας τον Ψ1, προκειμένου να πραγματοποιήσουν, όπως είχαν μεταξύ τους κατά τα ανωτέρω συννενοηθεί πτήση με το ελικόπτερο. Την 7.8.2003, όπως προκύπτει από το ανωτέρω ειδικό βιβλίο εισερχομένων και εξερχόμενων στους χώρους των εγκαταστάσεων του Ομίλου ... στην ..... Αττικής, είχαν εισέλθει στους χώρους αυτούς τα κατωτέρω άτομα από 8.30 μέχρι 10.25, ο Ν2 .από 11.000 έως 17.00, ο Δ1 από 12.40 έως 17.00, ο Ν1 από 12.50 έως 17, ο Ν1 πατέρας από 14.10 έως 14.45, ο Ε3-από 15.30 έως 14.00, ο Ν3 (ο οποίος όμως επανήλθε στις ίδιες εγκαταστάσεις) από 18.10 έως 18.50, ο ανωτέρω Ε3, από 19.00, ο Ψ1, ενώ σημειώνεται, ότι μετέβη εκεί και ο Γ3, στις 18.40. Επίσης, είχε μεταβεί στις ανωτέρω εγκαταστάσεις και η σύζυγος του τελευταίου, της οποίας το όνομα δεν σημειώνεται, επίσης στο ανωτέρω βιβλίο. Το απόγευμα της ίδιας αυτής ημέρας (7.8.2003, ώρα 19.00) ο Ψ1, πήγε στο αμέσως ανωτέρω ελικοδρόμιο ..., προκειμένου να πραγματοποιήσει με το προαναφερόμενο ελικόπτερο την πτήση για ...., συνάντησε δε στο ελικοδρόμιο αυτό τον εκπαιδευτή Γ3. Πριν ξεκινήσει την εν λόγω πτήση, ο Ψ1, σύμφωνα με την υπόδειξη του εκπαιδευτή του και όπως όφειλε κατά τους πτητικούς κανόνες ασφαλείας ελικοπτέρων, στην τήρηση των οποίων και ο ίδιος (Ψ1) επεδείκνυε αυστηρή επιμέλεια και προσήλωση, (βλ. έκθεση ένορκης προανακριτικής κατάθεσης του εξετασθέντος ως μάρτυρος Γ1) προέβη στο λεπτομερή έλεγχο των καυσίμων από δείγματα που λαμβάνονται σε μικρά φιαλίδια από τρεις διαφορετικές βαλβίδες αποστράγγισης (DRΑΙΝ). Κατά τον έλεγχο αποστράγγισης, ο Ψ1 διαπίστωσε, με έκπληξη του, ότι στη μία δεξαμενή καυσίμων (κύρια δεξαμενή) που βρισκόταν στη δεξιά πλευρά του σώματος του ελικοπτέρου και της οποίας το επίπεδο βρισκόταν χαμηλότερα της άλλης (βοηθητικής) σε σχέση με τον οριζόντιο άξονα του ελικοπτέρου εμφανίσθηκε, ως ίζημα, αρκετή λευκή κρυσταλλική ουσία, η οποία έμοιαζε με ζάχαρη και για το λόγο αυτό, ο Ψ1 περίμενε να εξατμισθεί το μικρό δείγμα βενζίνης της αποστράγγισης αυτής και μετά ταύτα δοκίμασε με τη γλώσσα του το απόμειναν ίζημα, διαπίστωσε δε ότι η γεύση του ιζήματος αυτού ήταν γλυκειά σαν ζάχαρη, το ίδιο δε διαπίστωσε και ο παρών τότε στο ανωτέρω ελικοδρόμιο Γ3, κλήθηκε δε και προσήλθε μετά ταύτα στο χώρο του ίδιου ελικοδρομίου ο Β1, Πρόεδρος της Αερολέσχης, προκειμένου να διακριβωθεί τι συνέβαινε, ο οποίος, ομοίως, διαπίστωσε την ύπαρξη του ανωτέρω κρυσταλλικού ιζήματος και αμέσως μετά έλαβαν (Ψ1, Γ3 και Β1) δείγματα καυσίμου από τρία σημεία του ανωτέρω ελικοπτέρου ήτοι τις δύο δεξαμενές (τη μία κύρια και την άλλη βοηθητική) καθώς και από το καρμπυρατέρ, ενώ ο Β1 έλαβε δείγματα καυσίμου και από τις δεξαμενές καυσίμων της Αερολέσχης ...., την οποία διηύθυνε (βλ. έκθεση ένορκης προανακριτικής κατάθεσης του εξετασθέντος ως μάρτυρα Β2). Τέλος, προέκυψε ότι βρέθηκε στο ντουλάπι του μικρού δωματίου γραφείου του ανωτέρω ελικοδρομίου ..... πακέτο ζάχαρης από το οποίος έφτιαχναν καφέδες το οποίο ήταν "αρχινισμένο". Μάλιστα το πακέτο αυτό είχε και μουτζούρες από τα χέρια των μηχανικών. Από τα παραπάνω εκτιθέμενα αποκλείεται η ποσότητα της ζάχαρης να ρίφθηκε στις εγκαταστάσεις της Αερολέσχης Αθηνών στη ..... Αττικής, όχι μόνο για το λόγο ότι η ανωτέρω Αερολέσχη, ως ανωτέρω, φυλασσόταν λίαν επαρκώς καθώς και ότι δεν προέκυψε από κανένα αποδεικτικό στοιχείο κανείς λόγος για να επιθυμεί κανείς από τους ανωτέρω αναφερόμενους, ως εκεί (στην Αερολέσχη Αθηνών) εργαζομένους, την πτώση του ελικοπτέρου αυτού και τη θανάτωση του Γ3, με τον οποίο είχαν αδιατάρακτη συνεργασία αλλά και για το λόγο ότι αν η ζάχαρη είχε ριφθεί εκεί στη δεξαμενή του ελικοπτέρου και λαμβανομένου υπόψη ότι η πτήση με το ανωτέρω ελικόπτερο από την Αερολέσχη .... μέχρι το ανωτέρω ελικοδρόμιο του .... διαρκεί επί 10 τουλάχιστον λεπτά και επομένως μόλις το ελικόπτερο αυτό απογειωνόταν και βρισκόταν σε ύψος 100 τουλάχιστον μέτρων ήδη, θα είχαν "στομώσει" τα φίλτρα από τη ριφθείσα ποσότητα ζάχαρης, θα σταματούσε η τροφοδοσία της μηχανής του ελικοπτέρου σε καύσιμα, ενώ θα ήταν ακόμη σε πτήση, με αποτέλεσμα την αυτό επιστροφή και, επομένως, την πτώση και συντριβή του στο έδαφος πράγμα που δεν συνέβη εν προκειμένω αφού το ελικόπτερο αυτό πραγματοποίησε χωρίς κανένα πρόβλημα την πτήση του από την ανωτέρω Αερολέσχη έως το ελικοδρόμιο του .... Ομοίως, με βάση τα παραπάνω, αποκλείεται να ρίφθηκε η ευρεθείσα κατά τα ανωτέρω στη δεξαμενή του επίμαχου ελικοπτέρου ζάχαρη και στις εγκαταστάσεις της ανωτέρω επιχείρησης συντήρησης και επισκευής ...., αφού ως μόνος πλέον βέβαιος τόπος στον οποίο ρίφθηκε η ως άνω ευρεθείσα ποσότητα ζάχαρης με βάση τα παραπάνω εκτιθέμενα, είναι το προαναφερόμενο ελικοδρόμιο του ... (προδήλως δεν μπορούσε να γίνει τούτο στον αέρα), ενώ καθίσταται προφανές, ότι αυτός ο οποίος έρριξε την ποσότητα της ζάχαρης που βρέθηκε κατά την ανωτέρω στις 7 μ.μ. ώρα της 7.8.2003 εκ μέρους του Ψ1 διαδικασία αποστράγγισης καυσίμων του ανωτέρω ελικοπτέρου ήθελε να προκαλέσει την αχρηστοποίηση της καλής λειτουργίας της μηχανής του (ελικοπτέρου) κατά την πτήση του, γνωρίζοντας μάλιστα - με βάση τις τεχνικές του γνώσεις, τέτοιες γνώσεις δε μπορεί να διαθέτει και ένας μέσης εμπειρίας πιλότος, όπως ο κατηγορούμενος, ότι τούτο θα είχε ως άμεση συνέπεια την πτώση του ελικοπτέρου από ικανό ύψος και τη συντριβή του στο έδαφος, με φυσικό επακόλουθο το θάνατο των επιβαινόντων, ενώ προκύπτει, από όλα τα παραπάνω εκτιθέμενα, ότι ήταν συγκεκριμένος ο κύκλος των προσώπων που εργάζονταν ή διήλθαν στις 6 και 7.8.2003 από τις ανωτέρω εγκαταστάσεις, όπου το ελικοδρόμιο του ... που εγνώριζαν ότι την ημέρα εκείνη θα πραγματοποιούσε πτήση ο Ψ1, με το ανωτέρω ελικόπτερο, πτήση που πραγματοποιούσε συνήθως μαζί με τον ανωτέρω εκπαιδευτή του. Εξάλλου η ρίψη της ανωτέρω ποσότητας ζάχαρης προκύπτει ότι συνέβη το απόγευμα της 7.8.2003. Εξάλλου η ρίψη της ως άνω ποσότητας ζάχαρης (περίπου κιλού) μέσα στη δεξαμενή του ελικοπτέρου, που αρκούσε για να εμφράξει τη δίοδο από το φίλτρο των καυσίμων λειτουργίας της μηχανής του ελικοπτέρου και το ότι το ελικόπτερο αυτό επρόκειτο, με βάση τα παραπάνω εκτιθέμενα, με βεβαιότητα, να πραγματοποιήσει πτήση, με τα δύο αναφερόμενα μάλιστα άτομα, πράγμα που εγνώριζε ο δράστης, συνιστά αρχή εκτελέσεως του κακουργήματος της ανθρωποκτονίας αφού η ενέργεια αυτή (ρίψη ικανής ποσότητας ζάχαρης εκεί) σύμφωνα με τα παραπάνω θα προκαλούσε την παύση τροφοδοσίας, σε καύσιμα του ελικοπτέρου όταν αυτό θα βρισκόταν τουλάχιστον σε 100 μέτρα ύψους και, επομένως, την από ικανό ύψος πτώση και συντριβή του ελικοπτέρου μαζί με τους επιβάτες του και το βέβαιο θανάσιμο τραυματισμό τους, ενώ το ότι δεν επήλθε το αποτέλεσμα αυτό οφείλεται όχι στη βούληση του δράστη αλλά στο ότι, ως επιμελής εκπαιδευόμενος πιλότος, ο Ψ1 προέβη στην επιβαλλόμενη προ πτήσεως ελεγκτική διαδικασία αποστράγγισης (DRΑΙΝ) των καυσίμων του ελικοπτέρου και έτσι κατ' αυτή διαπίστωσε την ύπαρξη της ριφθείσας στη δεξαμενή καυσίμων ζάχαρης, για το λόγο δε αυτό, ματαίωσε την πτήση αυτού και του εκπαιδευτή του με το ανωτέρω ελικόπτερο και έτσι δεν επήλθε η μοιραία (άλλως) πτώση του ελικοπτέρου και η θανάτωση αυτού και του εκπαιδευτή του Γ3. Όσον αφορά τον τελευταίο, προκύπτει ότι, πλην της εργασίας του ως εκπαιδευτή του Ψ1, είχε αξιόλογη εργασία πιλότου στην Αερολέσχη Αθηνών στη ..... και δεν είχε εκδηλώσει καμία επιθυμία να ασχοληθεί αποκλειστικά ως πιλότος ελικοπτέρων για τον Όμιλο ..... ή την οικογένεια του Προέδρου του Ψα, πλην της εκπαιδεύσεως, ως πιλότου του Ψ1, εκπαίδευση, σημειωτέον, που εκ της φύσεως της είχε πεπερασμένη διάρκεια. Επίσης, όσον αφορά τον Γ1, κατά του οποίου, επίσης, καταφέρεται ο κατηγορούμενος, ότι θέλει να τον εμπλέξει ως δράστη της ρίψης της ζάχαρης στα καύσιμα του επίμαχου ελικοπτέρου, αφ' ενός δεν προκύπτει από κανένα αποδεικτικό στοιχείο ότι αυτός (Γ1) προέβη σε καμία ενέργεια στο επίμαχο ελικόπτερο, ενώ, εξάλλου, ο ίδιος (ο Γ1) είχε συστήσει τον κατηγορούμενο, για να προσληφθεί, ως πιλότος, στον Πρόεδρο του ......., ενέργεια στην οποία δεν θα προέβαινε λογικά, αν φοβόταν τη διακινδύνευση της δικής του επαγγελματικής θέσης, αφετέρου δε το ότι είχε δημιουργήσει ο ίδιος ο κατηγορούμενος δυσαρέσκεια στο πρόσωπο του εκ μέρους των δύο αδελφών Ψβ. και Ψ1 επιβεβαιώνει όχι μόνο ο Γ1 αλλά και ο εξετασθείς ως μάρτυρας Γ2 ς πιλότος και ο Θ1, μηχανικός (βλ. εκθέσεις ενόρκων καταθέσεων τους). Μεταξύ όλων όσων διήλθαν από τους χώρους των εγκαταστάσεων του Ομίλου .... στην ..... Αττικής στις 7.8.2003 προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις τέλεσης του ανωτέρω εγκλήματος της απόπειρας ανθρωποκτονίας κατά συρροή από πρόθεση στο πρόσωπο του κατηγορουμένου. Οι ενδείξεις αυτές συνίστανται στο ότι μόνος αυτός βρέθηκε μόνος του στο χώρο του ελικοδρομίου .... μεταξύ των ωρών 6 και 6.40, επομένως δε απερίσπαστος από παρουσία άλλων ατόμων μπορούσε να προβεί στην ανωτέρω ενέργεια ρίψης της ζάχαρης εγνώριζε δε ότι μπορούσε να βρει ποσότητα ζάχαρης ικανής να εμφράξει το ανωτέρω φίλτρο του ελικοπτέρου, στο ντουλάπι του μικρού δωματίου γραφείου του ελικοδρομίου αυτού, όπου υπήρχε για την παρασκευή των καφέδων των εκεί εργαζομένων, εγνώριζε δε και που βρίσκεται το κλειδί του δωματίου αυτού (δηλ. στην ανωτέρω ειδικότερα μνημονευόμενη θέση), είχε δε, ως πιλότος ελικοπτέρου τις απαραίτητες βασικές τεχνικές γνώσεις, που συνίσταντο στο ότι η ρίψη της ζάχαρης στη δεξαμενή καυσίμων του ελικοπτέρου θα προκαλούσε έμφραξη των φίλτρων και, συνεπώς, την παύση τροφοδοσίας καυσίμων στη μηχανή του ελικοπτέρου. Πρέπει να σημειωθεί, εξάλλου, ότι αυτός (κατηγορούμενος) είχε και κίνητρο, αφενός να επιθυμεί το θάνατο του ανωτέρω επαγγελματικού του, όπως θεωρούσε αυτό, αντιζήλου, εκπαιδευτή του Ψ1, Γ3, αφού η πρόσληψή του και στη συνέχεια αγαστή συνεργασία του τελευταίου με τον Ψ1 έθετε σε άμεσο κίνδυνο απώλειας της δικής του επαγγελματικής θέσης στον Όμιλο ...... αλλά και στην εν γένει επαγγελματική και οικονομική του σταδιοδρομία και αφ' ετέρου να αποδέχεται και τη συνθανάτωση στο ίδιο ατύχημα και του Ψ1, τον οποίο, εγνώριζε ότι είχε στο παρελθόν, ως ανωτέρω εκτίθεται, δυσαρεστήσει και ευλόγως πίστευε ότι αυτός δεν θα επιθυμούσε τη συνέχιση της εργασίας του (δηλ. του κατηγορουμένου) στον Όμιλο ...., επί πλέον δε ο κατηγορούμενος εγνώριζε, ότι μαζί με τον ανωτέρω εκπαιδευτή του θα πραγματοποιούσε πτήση και ο Ψ1. Επί πλέον δε και η όλη συμπεριφορά του κατηγορουμένου πριν και μετά την εύρεση της ζάχαρης στα καύσιμα του επίμαχου ελικοπτέρου από τον Ψ1 σε συνδυασμό με τα ανωτέρω προκύπτοντα πραγματικά περιστατικά οδηγεί στο ίδιο συμπέρασμα ότι δράστης της ρίψης της ζάχαρης στα καύσιμα του ελικοπτέρου ήταν ο κατηγορούμενος και, ειδικότερα, το ότι πριν ευρεθεί, ως ανωτέρω στα καύσιμα η ζάχαρη από τον Ψ1, χωρίς κανένα λόγο, το απόγευμα της 7.8.2003, είπε στον Δ1, ο οποίος έφευγε από τις εγκαταστάσεις ...., να κλείσει το μικρό δωμάτιο γραφείου του ελικοδρομίου με το κλειδί, πράγμα που δεν συνέβαινε άλλες φορές και ενώ ο ίδιος (κατηγορούμενος) παρέμενε έξω από το δωμάτιο αυτό, τούτο δε έπραξε, διότι προφανώς ήθελε εκ των προτέρων να εξασφαλίσει μαρτυρία, ότι αυτός δεν είχε πρόθεση να εισέλθει μετά την αναχώρηση του Δ1 από τις εγκαταστάσεις του ελικοδρομίου, στο ανωτέρω δωμάτιο, όπου και υπήρχε αρκετή ποσότητα ζάχαρης, για να χρησιμοποιήσει για τον ανωτέρω έκνομο σκοπό του, αλλά και το ίδιο βράδυ της 7.8.2003, όταν ο Ψ1 επικοινώνησε τηλεφωνικώς με τον Γ1 στην οικία του στο ......, όπου και αυτός (κατηγορούμενος) ευρίσκετο, χωρίς να γνωρίζει ο ίδιος το περιεχόμενο της τηλεφωνικής τους αυτής συνομιλίας και χωρίς κανένα απολύτως λόγο, αποτανθείς, ως ανωτέρω προς τη σύζυγο του Γ1, είπε προς αυτήν "ότι φταίει ο Γ3, μεμφόμενος τον Γ3 προκειμένου να αποσείσει οποιαδήποτε δική του ευθύνη και να την επιρρίψει στον Γ3, έστω και υπό τη μορφή ότι ο τελευταίος ήθελε να δημιουργήσει σε βάρος του (δηλαδή του κατηγορουμένου) θέμα, εμπλέκοντάς τον με την ανωτέρω "ρίψη της ζάχαρης", ενώ παρόμοια ήταν η συμπεριφορά του κατηγορουμένου και στη συνέχεια, όταν πλέον κλήθηκε ο Δ1 να καταθέσει ως μάρτυρας οπότε αυτός (κατηγορούμενος) τον παρότρυνε ουσιαστικά να καταθέσει ψευδώς ότι αυτός (κατηγορούμενος Χ1) έφυγε από το ελικοδρόμιο ......, μαζί με τον Δ1 (την 7.8.2003 το απόγευμα), συμπεριφορά που ευθέως οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ήθελε να μην διαπιστωθεί ότι είχε μείνει αυτός μόνος στο κρίσιμο χρονικό διάστημα του απογεύματος της 7.8.2003 και επομένως ότι αυτός ήταν ο κύριος ύποπτος για την ανωτέρω έκνομη "ρίψη της ζάχαρης" στη δεξαμενή καυσίμων του επίμαχου ελικοπτέρου. Σύμφωνα με τα παραπάνω, υφίστανται επαρκείς ενδείξεις τέλεσης εκ μέρους του κατηγορουμένου του ανωτέρω κακουργήματος για το οποίο κατηγορείται γι αυτό και το εκκαλούμενο βούλευμα, το οποίο αποφάνθηκε να μη γίνει κατηγορία κατά του κατηγορουμένου για την αξιόποινη πράξη της απόπειρας ανθρωποκτονίας με πρόθεση του. εσφαλμένα εκτίμησε τις αποδείξεις και πρέπει, συνεπώς, όπως διαλαμβάνεται και στην ανωτέρω εισαγγελική πρόταση, στις ορθές και νόμιμες σκέψεις και το συμβούλιο τούτο συμπληρωματικώς αναφέρεται, να γίνει δεκτή, ως προς την πράξη αυτή η έφεση του πολιτικώς ενάγοντος, ως ουσιαστικά βάσιμη και να μεταρρυθμισθεί το εκκαλούμενο βούλευμα να παραπεμφθεί δε στο ακροατήριο του ΜΟΔ περιφερείας Αθηνών ο κατηγορούμενος για να δικασθεί ως υπαίτιος της απόπειρας ανθρωποκτονίας του Ψ1 και Γ3. Αντίθετα για τους ορθούς και νόμιμους λόγους που αναφέρονται στην Εισαγγελική πρόταση ορθώς με το εκκαλούμενο βούλευμα κρίθηκε ότι δεν πρέπει να γίνει κατά του ως άνω κατηγορουμένου και για την επίσης αποδιδόμενη στον κατηγορούμενο πράξη παραβάσεως του άρθρου 179 παρ. 1 του Ν. 1815/1988. Ορθώς επομένως κρίθηκε με το εκκαλούμενο βούλευμα ότι δεν πρέπει να γίνει κατ'αυτού κατηγορία για τη συγκεκριμένη αυτή πράξη και ως εκ τούτου πρέπει το προσβαλλόμενο βούλευμα να επικυρωθεί ως προς την εν λόγω απαλλακτική του διάταξη". Με αυτά που δέχθηκε το Συμβούλιο Εφετών, διέλαβε στο προσβαλλόμενο βούλευμά του την απαιτούμενη από τα άρθρα 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει με σαφήνεια πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία προέκυψαν από την ανάκριση και στοιχειοθετούν την αποδιδόμενη στον κατηγορούμενο- αναιρεσείοντα πιο πάνω αξιόποινη πράξη της απόπειρας ανθρωποκτονίας από πρόθεση, και από τα οποία συνήγαγε την κρίση για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων της αξιόποινης αυτής πράξεως (ως προς την οποία και μόνο έχει ασκηθεί η κρινόμενη αναίρεση), τις αποδείξεις από τις οποίες πείστηκε ότι υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις για την παραπομπή του κατηγορουμένου- αναιρεσείοντος στο ακροατήριο, καθώς και τις σκέψεις, με τις οποίες υπήγαγε τα περιστατικά αυτά στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 26 παρ.1, 27 παρ.1β, 42, 299 παρ.1 ΠΚ, τις οποίες ούτε ευθέως ούτε εκ πλαγίου παραβίασε, με ασαφείς και αντιφατικές αιτιολογίες ή με άλλο τρόπο. Ο αναιρεσείων προβάλλει τις αιτιάσεις, ότι το προσβαλλόμενο βούλευμα στερείται ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, ως προς το κίνητρο που αυτός είχε προκειμένου να αφαιρέσει δύο ανθρώπινες. Ειδικότερα, ισχυρίζεται ότι, κατά το προσβαλλόμενο βούλευμα, αυτός ήθελε να σκοτώσει τον Ψ1 διότι, είχε εκμυστηρευθεί (ο Ψ1) στους Γ1 και Γ2, ότι δεν ήταν ικανοποιημένος από την ποιότητα των υπηρεσιών του που του δημιουργούσαν αίσθημα ανασφάλειας, αλλά και από τον χαρακτήρα του, και γι' αυτό είχε αποφασίσει να εισηγηθεί στον πατέρα του Ψα την απόλυση και αντικατάστασή του. Όμως, όπως υποστηρίζει ο αναιρεσείων, το βούλευμα, κατά τρόπο αντιφατικό, δέχεται παράλληλα ότι "δεν προκύπτει από κανένα αποδεικτικό στοιχείο της προκειμένης δικογραφίας, ότι ο Γ1 και Γ2 ανέφεραν στον κατηγορούμενο τις προθέσεις του Ψ1". Επίσης, κατά το προσβαλλόμενο βούλευμα, ο αναιρεσείων ήθελε να σκοτώσει τον Γ3, γιατί είχαν αναπτυχθεί σχέσεις εμπιστοσύνης του με τον Ψ1 και ως εκ τούτου αισθανόταν ότι "κινδύνευε θέση του" ως πιλότου των ελικοπτέρων του Ομίλου, είχε δε "δυσφορήσει στην πρόσληψη του τελευταίου εκ μέρους του ..... Όμως, όπως υποστηρίζει ο αναιρεσείων, το βούλευμα, κατά τρόπο αντιφατικό, αναφέρει ότι ο Γ3 δεν είχε προσληφθεί, ούτε μπορούσε να προσληφθεί από τον ... αφού εργαζόταν ήδη ως εκπαιδευτής στην Αερολέσχη Αθηνών, ούτε αναφέρεται ότι προέκυψε ότι επιθυμούσε ο ίδιος να εγκαταλείψει την εν λόγω αποδοτική θέση του, ενώ στον .... δεν είχε προσληφθεί, αλλά απλώς παρείχε υπηρεσίες εκπαιδευτού στον Ψ1. Οι αιτιάσεις αυτές του αναιρεσείοντος, ανεξαρτήτως του ότι απαραδέκτως προβάλλονται, καθόσον, με την επίφαση της ελλείψεως αιτιολογίας, πλήττουν την αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του Συμβουλίου, είναι, επιπλέον, και αβάσιμες. Στο προσβαλλόμενο βούλευμα με εκτενείς σκέψεις αιτιολογείται πλήρως ή ύπαρξη κινήτρου του αναιρεσείοντος, προκειμένου να προβεί στις πράξεις για τις οποίες κατηγορείται. Ουδόλως δε αναφέρεται στο σκεπτικό του βουλεύματος ότι τις πληροφορίες του ο αναιρεσείων για τις κατ' αυτού σκέψεις του Ψ1 τις έλαβε από τους Γ1 και Γ2, ούτε η παραδοχή ότι ο αναιρεσείων αισθανόταν ότι "κινδύνευε θέση του" ως πιλότου των ελικοπτέρων του Ομίλου, από τον Γ3, ενέχει αντίφαση με το αν στην πραγματικότητα υπήρχε ή δεν υπήρχε ο κίνδυνος αυτός. Αβάσιμη, επίσης, είναι η αιτιάση του αναιρεσείοντος ότι το βούλευμα στερείται αιτιολογίας, διότι δεν εξηγεί γιατί ήταν εκείνος που αποπειράθηκε να προβεί στην πιο πάνω πράξη όταν, όπως δέχεται και το ίδιο, στις εγκαταστάσεις του Ομίλου ... όπου βρισκόταν το ελικόπτερο, υπήρχαν και άλλα πρόσωπα ("διάφοροι άλλοι τεχνικοί, υπάλληλοι του ως άνω επιχειρηματικού Ομίλου") που είχαν πρόσβαση στο χώρο και η πρόσβαση στις δεξαμενές καυσίμων του ελικοπτέρου ήταν ευχερής και, επομένως, ο καθένας από τους παραπάνω θα μπορούσε να έχει τελέσει την πράξη, στην οποία αφορά η κατ' αυτού κατηγορία χωρίς να γίνει αντιληπτός. Επίσης αβάσιμη είναι και η αιτίαση ότι η ποσότητα ζάχαρης που ρίχτηκε στο ντεπόζιτο καυσίμων του ελικοπτέρου θα απεκαλύπτετο οπωσδήποτε με τον καθιερωμένο τυποποιημένο έλεγχο των βαλβίδων αποστράγγισης (DRΑΙΝ) πριν από την εκκίνηση, όπως και πράγματι συνέβη στην συγκεκριμένη περίπτωση. Στο προσβαλλόμενο βούλευμα εκτίθενται εκτενώς τα περιστατικά από τα οποία προκύπτει, ότι, λόγω των λαμβανομένων μέτρων ασφαλείας, δεν ήταν δυνατή η πρόσβαση στο χώρο που βρισκόταν το ελικόπτερο, πλην των εργαζομένων που αναφέρονται στο βούλευμα, από τους οποίους μόνο δε ο αναιρεσείων, εκτός από τη δυνατότητα πρόσβασης, είχε λόγους να προβεί στην πράξη για την οποία κατηγορείται. Εξάλλου, κατά τις παραδοχές του προσβαλλόμενου βουλεύματος, η ποσότητα ζάχαρης που ρίχτηκε στο ντεπόζιτο καυσίμων του ελικοπτέρου δεν θα απεκαλύπτετο οπωσδήποτε, (ώστε να δύναται να γίνει λόγος για απρόσφορη απόπειρα), αλλά η οφείλετο στη σχολαστικότητα του εκπαιδευτή του Ψ1, ο οποίος του υπέδειξε να προβεί σε λεπτομερή έλεγχο των καυσίμων, σύμφωνα με τους πτητικούς κανόνες ασφαλείας. Επομένως ο από τη διάταξη του άρθρου 484 παρ.1 στοιχ. Δ' λόγος αναιρέσεως της κρινόμενης αιτήσεως είναι αβάσιμος και απορριπτέος και, εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος αναιρέσεως, πρέπει η κρινόμενη αίτηση να απορριφθεί και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (583 παρ.1 ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την 8/19-1-2007 έκθεση αναιρέσεως του Χ1 κατά του 2178/2006 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 19 Φεβρουαρίου 2008. Και
Εκδόθηκε στην Αθήνα στις 4 Απριλίου 2007.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ