Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1583 / 2008    (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Καθυστέρηση καταβολής ασφαλιστικών εισφορών, Ανώνυμη εταιρία.




Περίληψη:
Αιτιολογημένη καταδίκη για παράβαση του άρθρ. 1 παρ. 1 και 2 του ΑΝ 86/1967. Δεν αποτελεί στοιχείο προς θεμελίωση της αντικειμενικής υπόστασης του ως άνω εγκλήματος ο καθορισμός των τακτικών αποδοχών. Η αιτίαση του αναιρεσείοντος ότι η αιτιολογία είναι ελλιπής επειδή δεν αναφέρεται στην απόφαση αν ο ίδιος ήταν νόμιμος εκπρόσωπος της εργοδότριας ανώνυμης εταιρείας, είναι αβάσιμη, διότι αυτός ήταν πρόεδρος του Δ.Σ. και Διευθύνων Σύμβουλος της εταιρείας και ως εκ τούτου εδικαιούτο να την εκπροσωπεί βάσει σχετικής διάταξης του καταστατικού της, όπως ορίζεται στο άρθρο 18 παρ. 4 του Ν. 2190/1920. Απορρίπτει.





Αριθμός 1583/2008


ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ


Ζ' Ποινικό Τμήμα


Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γρηγόριο Μάμαλη, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη, ως αρχαιότερο μέλος της συνθέσεως, (κωλυομένου του Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου Μιχαήλ Δέτση), Θεοδώρα Γκοΐνη, Βασίλειο Κουρκάκη, Γεώργιο Χρυσικό και Ελευθέριο Μάλλιο - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 20 Φεβρουαρίου 2008, με την παρουσία της Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Ευτέρπης Κουτζαμάνη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ1, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Σταύρο Πέτρου, περί αναιρέσεως της 531/2006 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Λαμίας.
Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Λαμίας, με την ως άνω απόφασή του, διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 12 Μαρτίου 2007 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 903/2007.

Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και την Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 1 παρ. 1 του α. ν. 86/1967, όποιος υπέχει νόμιμη υποχρέωση καταβολής ασφαλιστικών εισφορών που βαρύνουν τον ίδιο, ασχέτως ποσού, προς τους υπαγόμενους στο Υπουργείο Εργασίας οποιασδήποτε φύσεως Οργανισμού Κοινωνικής Πολιτικής ή Κοινωνικής Ασφάλισης ή Ειδικούς Λογαριασμούς και δεν καταβάλει αυτές εντός μηνός, αφότου έχουν καταστεί απαιτητές προς τους ως άνω Οργανισμούς, τιμωρείται με φυλάκιση τριών τουλάχιστον μηνών και χρηματική ποινή τουλάχιστον δέκα χιλιάδων δραχμών, ενώ κατά την παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου όποιος παρακρατεί ασφαλιστικές εισφορές των εργαζομένων σε αυτόν, με σκοπό απόδοσης στους κατά την παρ. 1 οργανισμούς και δεν καταβάλει ή δεν αποδίδει αυτές προς τους ανωτέρω οργανισμούς εντός μηνός, αφότου έχουν καταστεί απαιτητές, τιμωρείται για υπεξαίρεση, με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών και χρηματική ποινή τουλάχιστον δέκα χιλιάδων δραχμών. Τέλος, κατά το άρθρο 10 του Κανονισμού Ασφαλίσεως ΙΚΑ ως χρόνος καταβολής των εισφορών ορίζεται το ημερολογιακό τέλος του μηνός εντός του οποίου παρασχέθηκε η εργασία ή υπηρεσία, κατά δε το άρθρο 26 παρ. 3 του α.ν. 1846/1951, ο υπόχρεος, πρέπει, να καταβάλλει τις εισφορές στο ΙΚΑ μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα από το χρόνο που έχει ορισθεί. Ενόψει αυτών, για την πληρότητα της αιτιολογίας καταδικαστικής, για παράβαση του άρθρου 1 του α. ν. 86/1967, απόφασης, πρέπει, ενόψει του περιεχομένου των παραπάνω ουσιαστικών διατάξεων, να περιέχονται σε αυτήν τα για τη θεμελίωση των δύο παραπάνω αξιοποίνων πράξεων κρίσιμα περιστατικά, που είναι η σε συγκεκριμένο χρόνο απασχόληση, με σχέση εξαρτημένης εργασίας, ασφαλισμένου στο οικείο Ταμείο προσωπικού, και τα χρηματικά ποσά που, βάσει των τακτικών αποδοχών του προσωπικού, όφειλε ο κατηγορούμενος εργοδότης να καταβάλει στο Ταμείο ως εργοδότης, ή εργατικές εισφορές και δεν κατέβαλε ή παρακράτησε (Ολ. Α.Π. 1/1996). Από τα προπαρατεθέντα προκύπτει, ότι δεν αποτελεί στοιχείο προς θεμελίωση της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος που προβλέπεται και τιμωρείται από το άρθρο 1 παρ. 1 και άρθρο 2 του α. ν. 86/1967, ο καθορισμός του αριθμού των απασχοληθέντων μισθωτών, ποιοι ήταν αυτοί και πόσο χρόνο εργάσθηκε ο καθένας τους στον υπόχρεο, ούτε οι τακτικές αποδοχές καθενός εξ αυτών. Ο χρόνος δε απασχόλησης και καταβολής των μηνιαίων αποδοχών του προσωπικού, που συμπλέκεται αμέσως με το χρόνο των δύο αξιοποίνων πράξεων, είναι κρίσιμος, όταν ασκεί επιρροή στην έρευνα της εξάλειψης του αξιοποίνου των πράξεων αυτών, λόγω παραγραφής.
Εξάλλου, η απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της δικαστικής αποφάσεως, η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγο αναίρεσης, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ίδιου Κώδικα, υπάρχει όταν, προκειμένου για καταδικαστική απόφαση, περιέχονται σ' αυτή τα πραγματικά περιστατικά, που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις οι οποίες τα θεμελίωσαν και οι σκέψεις με τις οποίες έχουν υπαχθεί τα περιστατικά που αποδείχθηκαν στην ουσιαστική ποινική διάταξη, που στη συγκεκριμένη περίπτωση εφαρμόσθηκε. Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από τον επιτρεπτό συνδυασμό του αιτιολογικού με το διατακτικό της προσβαλλόμενης 531/2006 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Λαμίας, (που δίκασε ως δευτεροβάθμιο δικαστήριο), δέχθηκε ανελέγκτως, μετά από εκτίμηση όλων των κατ' είδος αναφερόμενων αποδεικτικών μέσων, ότι αποδείχθηκαν τα εξής: "Ο κατηγορούμενος, στην Αταλάντη, κατά το χρονικό διάστημα 2/1999, 1/3/2001 έως 31/5/2001, υπό την ιδιότητά του ως Προέδρου και Διευθύνοντος Συμβούλου της εταιρίας με την επωνυμία "ΑQUA HELLAS ΙΧΘΥΟΤΡΟΦΕΙΑ ΑΤΑΛΑΝΤΗΣ Α.Ε.", που διατηρούσε επιχείρηση ιχθυοκαλλιέργειας, ως εργοδότης της άνω επιχείρησης, απασχόλησε στην επιχείρηση αυτή με εξαρτημένη εργασία (και αμοιβή) προσωπικό ασφαλισμένο στο Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων, προς το οποίο είχε την υποχρέωση, για την ασφάλιση του παραπάνω προσωπικού να καταβάλει τις παρακάτω εισφορές, εντός τριάντα ημερών από το τέλος εκάστου μηνός, μέσα στον οποίο εργάστηκε κάθε εργαζόμενος. Ο κατηγορούμενος, όμως, δεν κατέβαλε εμπρόθεσμα, εντός της ανωτέρω προθεσμίας, στο ΙΚΑ τις παρακρατηθείσες από τις αποδοχές των απασχοληθέντων στη επιχείρησή του ασφαλισμένων υπέρ του ΙΚΑ εισφορές (εργατικές), ποσού 5.505.457 δραχμών, και έτσι έγινε υπαίτιος υπεξαίρεσης που έχει αντικείμενο τις άνω ασφαλιστικές εισφορές. Επίσης, ενώ είχε νόμιμη υποχρέωση να καταβάλει τις ασφαλιστικές εισφορές, οι οποίες βάρυναν τον ίδιο (εργοδοτικές), ποσού 11.010.914 δραχμών, δεν τις κατέβαλε στον παραπάνω οργανισμό, εμπρόθεσμα, εντός μηνός από τότε που έγιναν απαιτητές. Επομένως, πρέπει να κηρυχθεί ένοχος για τις ανωτέρω πράξεις".
Ακολούθως, το Τριμελές Πλημ/κείο κήρυξε τον αναιρεσείοντα ένοχο για παράβαση του άρθρου 1 παρ. 1 και 2 του α. ν. 86/1967 και του επέβαλε συνολική ποινή φυλακίσεως έντεκα (11) μηνών, την οποία μετέτρεψε σε χρηματική και καθόρισε για κάθε ημέρα φυλακίσεως το ποσό των 4, 40 ευρώ, και χρηματική ποινή 4.000 ευρώ. Με αυτά που δέχτηκε το εν λόγω Δικαστήριο διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία που απαιτείται από τις παραπάνω διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠΔ, αφού εκθέτει με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχτηκαν από την ακροαματική διαδικασία, τα οποία συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση των εγκλημάτων, για τα οποία κηρύχτηκε ένοχος ο αναιρεσείων, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά, με αναφορά γενικά στο είδος τους, καθώς και τους συλλογισμούς με τους οποίους υπήγαγε τα περιστατικά αυτά στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις που εφάρμοσε. Ειδικότερα, η αιτίαση του αναιρεσείοντος που διατυπώνεται με τον πρώτο λόγο, ότι η αιτιολογία αυτή της απόφασης είναι ελλιπής, διότι δεν αναφέρεται σε αυτήν αν ο ίδιος ήταν νόμιμος εκπρόσωπος της πιο πάνω εργοδότριας εταιρείας κατά το καταστατικό της, εν όψει του ότι κατά το άρθρο 18 παρ. 1 του ν. 2190/1920 η εταιρεία εκπροσωπείται από το Διοικητικό της Συμβούλιο, είναι αβάσιμη, διότι, κατά την πρόδηλη έννοια της σχετικής παραδοχής, ο αναιρεσείων ήταν Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου και Διευθύνων Σύμβουλος της εταιρείας αυτής και άρα εδικαιούτο να την εκπροσωπεί, με βάση σχετική διάταξη του καταστατικού της, όπως ορίζεται στο άρθρο 18 παρ. 2 του ν. 2190/1920, η μη ειδική μνεία δε του γεγονότος αυτού στην προσβαλλόμενη απόφαση δεν καθιστά την αιτιολογία της ελλιπή. Ειδικότερα αναφέρεται στην πληττόμενη απόφαση το ύψος των εργατικών και εργοδοτικών εισφορών, ο εργοδότης που απασχόλησε τους μισθωτούς με σχέση εξαρτημένης εργασίας, το χρονικό διάστημα κατά το οποίο απασχολήθηκαν οι μισθωτοί αυτοί εκ του οποίου αναγκαίως εξάγεται και ο χρόνος τελέσεως των πράξεων, κατά τα προαναπτυχθέντα, μη απαιτουμένης ειδικότερης αναφοράς του χρόνου τελέσεως των μερικότερων πράξεων, η οποίοι (αναφορά τελέσεως) είναι αναγκαία όταν ασκεί επιρροή στην έρευνα εξαλείψεως του αξιοποίνου, λόγω παραγραφής, ο ασφαλιστικός οργανισμός (ΙΚΑ), στον οποίο ήταν ασφαλισμένοι οι μισθωτοί και η ιδιότητα του αναιρεσείοντος ως εργοδότη, από την οποία (ιδιότητα ως εργοδότη) απορρέει και η υποχρέωσή του για την καταβολή των εισφορών. Εκτός από τα παραπάνω στοιχεία δεν ήταν απαραίτητα για την επάρκεια της αιτιολογίας, να προσδιορίζεται και ο αριθμός των μισθωτών, ο χρόνος που εργάστηκε καθένας απ' αυτούς, το ύψος των αποδοχών του και άλλα στοιχεία της εργασιακής σχέσης τους, με τον οφειλέτη των εισφορών αναιρεσείοντα. Επομένως οι αντίθετες αιτιάσεις του αναιρεσείοντος που διατυπώνονται με το δεύτερο λόγο ότι οι αιτιολογίες της απόφασης είναι ελλιπείς είναι αβάσιμος. Κατά συνέπεια, και οι δύο λόγοι της κρινόμενης αίτησης αναιρέσεως από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ του ΚΠΔ, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα των όσων προαναφέρθηκαν, είναι αβάσιμοι και απορριπτέοι.
Ακολούθως, αφού δεν υπάρχει άλλος παραδεκτός λόγος αναιρέσεως, πρέπει η κρινόμενη αίτηση να απορριφθεί, και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 του ΚΠΔ).


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 12 Μαρτίου 2007 αίτηση του Χ1, για αναίρεση της υπ' αριθμ. 531/2006 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Λαμίας . Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 12 Ιουνίου 2008. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 13 Ιουνίου 2008.


Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή