Θέμα
Αιτιολογίας ανεπάρκεια, Ποινή, Λαθρεμπορία, Αναίρεση μερική.
Περίληψη:
Λαθρεμπορία. Αναίρεση καταδικαστικής αποφάσεως για έλλειψη αιτιολογίας και εκ πλαγίου παράβαση. Δεν διευκρινίζεται εάν τα εμπορεύματα, για την κατοχή των οποίων ως προϊόντων λαθρεμπορίας, κηρύχθηκε ένοχος ο κατηγορούμενος, είχαν εισαχθεί από Χώρα - Κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή εκτός αυτής. Αναιρεί εν μέρει ως προς την λαθρεμπορία, την απόρριψη των ελαφρυντικών και τη συνολική ποινή. Παραπέμπει κατά το μέρος αυτό.
Αριθμός 1418/2008
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ε' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ηρακλή Κωνσταντινίδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Κούκλη, Ελευθέριο Νικολόπουλο - Εισηγητή, Αναστάσιο Λιανό και Βιολέττα Κυτέα, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 2 Νοεμβρίου 2007, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ιωάννη Χρυσού (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Ευδοκίας Φραγκίδη, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου χ1, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Γεώργιο Σιδέρη, περί αναιρέσεως της 536/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Με συγκατηγορουμένους τους: 1) Χ2 και 2) Χ3. Το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 24.5.2007 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1071/2007.
Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή εν μέρει η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι.- Σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 10 του Κοινοτικού Τελωνειακού Κώδικα (κανονισμός 2913/1992 του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, όπως ειδικότερα η περίπτωση της παραγράφου 10 τροποποιήθηκε με το άρθρο 2γ του Κανονισμού 82/1997, που άρχισε να ισχύει από 1-1-1994, εισαγωγικοί δασμοί είναι οι δασμοί εισαγωγής και οι φορολογικές επιβαρύνσεις ισοδύναμου αποτελέσματος, που καταβάλλονται κατά την εισαγωγή των εμπορευμάτων ως και οι επιβαρύνσεις κατά την εισαγωγή, που θεσπίζονται στα πλαίσια της κοινής γεωργικής πολιτικής ή των ειδικών καθεστώτων που εφαρμόζονται σε ορισμένα εμπορεύματα που προκύπτουν από την μεταποίηση γεωργικών προϊόντων. Εξάλλου, κατά το άρθρο 2 παρ. 1β και 3 της αποφάσεως του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 24 Ιουνίου 1988, που εγκρίθηκε με την υπ' αριθμ. 76742/1937/23-8-1988 (ΦΕΚ Β' 622/25-8-1988) απόφαση των Υπουργών Αναπληρωτή Εξωτερικών, Εθνικής Οικονομίας και οικονομικών και κυρώθηκε με το άρθρο 37 του ν. 1828/1989 (ΦΕΚ Α' 2/3-1-1989) συνιστούν ιδίους πόρους και εγγράφονται στον προϋπολογισμό των Κοινοτήτων τα έσοδα, που προέρχονται από α)...., β) τους δασμούς του κοινού δασμολογίου και τους λοιπούς δασμούς που θεσπίζονται ή θα θεσπισθούν από τα όργανα των Κοινοτήτων επί των συναλλαγών με χώρες μη μέλη και από τους δασμούς που επιβάλλονται στα προϊόντα, τα οποία υπάγονται στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητος Άνθρακα και Χάλυβα. Τα κράτη μέλη παρακρατούν ως έξοδα εισπράξεως το 10% των ποσών που πρέπει να καταβάλλουν σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχεία α' και β'. Σύμφωνα με τις τελευταίες αυτές διατάξεις οι οικονομικές επιβαρύνσεις των εμπορευμάτων, που εισέρχονται στο τελωνειακό έδαφος της Ευρωπαϊκής Ενώσεως από χώρα μη μέλος, αποτελούν ιδίους πόρους αυτής και εισπράττονται για λογαριασμό της με βάση το κοινοτικό δασμολόγιο από Κράτος - Μέλος, στο έδαφος του οποίου εισέρχονται και το οποίο ακολούθως τους καταβάλλει σε ειδικό λογαριασμό, που για το σκοπό αυτό έχει ανοιχθεί στο όνομα της, αφού παρακρατήσει ποσοστό 10% για έξοδα εισπράξεως αυτών. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 100 παρ. 1 του Ν. 1165/1918 "περί Τελωνειακού Κώδικος", όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το αρ. 1 του Α.Ν. 2081/1939 λαθρεμπορία είναι α) η εντός των συνόρων του Κράτους εισαγωγή ή εξ αυτών εξαγωγή εμπορευμάτων που υπόκεινται είτε σε εισαγωγικό δασμό, είτε σε εισπραττόμενο στα τελωνεία τέλος, φόρο ή δικαίωμα, χωρίς γραπτή άδεια της αρμόδιας τελωνειακής αρχής ή σε άλλο παρά τον ορισμένο απ' αυτής τόπο ή χρόνο, και β) κάθε οποιαδήποτε ενέργεια που αποσκοπεί να στερήσει το Ελληνικό Δημόσιο, από τους δασμούς, τέλη, φόρους και δικαιώματα που πρέπει να εισπραχθούν απ' αυτό για τα εισαγόμενα από την αλλοδαπή ή εξαγόμενα εμπορεύματα και αν ακόμα αυτά εισπράχθησαν σε χρόνο και τόπο διαφορετικό από εκείνον που ορίζει ο νόμος. Ως λαθρεμπορία, κατά την παρ. 2 περ. θ' του ίδιου άρθρου, όπως προστέθηκε με το αρ. 8 του Ν. 2096/52, θεωρείται και η αγορά, πώληση ή κατοχή εμπορευμάτων που έχουν εισαχθεί ή έχουν τεθεί σε κατανάλωση κατά τρόπο που συνιστά το αδίκημα της λαθρεμπορίας. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, ιδρύεται αυτοτελής νομοτυπική μορφή του εγκλήματος της λαθρεμπορίας, του οποίου η αντικειμενική υπόσταση συνίσταται στην αγορά, πώληση ή κατοχή από πρόσωπα, εκτός του εισαγωγέα, εμπορευμάτων που υπόκεινται σε εισαγωγικό δασμό ή εισπραττόμενο στο τελωνείο τέλος, φόρο ή δικαίωμα, που έχουν εισαχθεί εντός των συνόρων του κράτους χωρίς τη γραπτή άδεια της τελωνειακής αρχής. Υποκειμενικώς δε, για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της λαθρεμπορίας, ειδικότερα στην περίπτωση της κατοχής του λαθρεμπορεύματος, απαιτείται δόλος, που συνίσταται στη γνώση του υπαιτίου ότι το εμπόρευμα που κατέχει, με την έννοια της φυσικής εξουσίασής του, είναι προϊόν λαθρεμπορίας, κατά την παραπάνω έννοια, καθώς και στη θέληση αυτού να αποστερήσει το Ελληνικό Δημόσιο από τον οφειλόμενο εισαγωγικό δασμό, φόρο, τέλος ή δικαίωμα.
ΙΙ.- Η καταδικαστική απόφαση έχει την ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία που απαιτείται κατά τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως, όταν σ' αυτήν περιέχονται με σαφήνεια πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από τη διαδικασία στο ακροατήριο σχετικά με τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία του εγκλήματος, οι αποδείξεις επί των οποίων θεμελιώνονται τα περιστατικά αυτά, καθώς και οι σκέψεις με τις οποίες το δικαστήριο υπήγαγε τα αποδειχθέντα περιστατικά στην εφαρμοσθείσα ποινική διάταξη. Η ειδική δε και εμπεριστατωμένη αιτιολογία των δικαστικών αποφάσεων πρέπει να επεκτείνεται και στους αυτοτελείς ισχυρισμούς που προβάλλονται στο δικαστήριο της ουσίας σύμφωνα με τα άρθρα 170 παρ.2 και 333 παρ.2 ΚΠοινΔ από τον κατηγορούμενο ή τον συνήγορό του και τείνουν στην άρση του άδικου χαρακτήρα της πράξεως ή στον αποκλεισμό ή την μείωση της ικανότητας προς καταλογισμό ή στην εξάλειψη του αξιοποίνου ή τη μείωση της ποινής. Στην τελευταία αυτή περίπτωση υπάγεται και η παραδοχή από το δικαστήριο μιας ή περισσοτέρων από τις προβλεπόμενες στο άρθρο 84 ΠΚ ελαφρυντικές περιστάσεις. Εξάλλου, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' του ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως συνιστά και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία τέτοιας διατάξεως υπάρχει όταν το δικαστήριο αποδίδει σ' αυτή διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υφίσταται όταν το δικαστήριο δεν υπήγαγε ορθώς τα πραγματικά περιστατικά, που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν, στην εφαρμοσθείσα διάταξη. Περίπτωση εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως υπάρχει και όταν η παραβίαση αυτής γίνεται εκ πλαγίου, πράγμα που συμβαίνει όταν στο πόρισμα της αποφάσεως που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του σκεπτικού προς το διατακτικό της και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος περί της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσης. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, το Εφετείο, που την εξέδωσε, δέχθηκε, κατά την ανέλεγκτη, περί τα πράγματα κρίση του, ότι από τα αποδεικτικά στοιχεία που λεπτομερώς κατ' είδος αναφέρει, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα περιστατικά: "...... Ο πρώτος κατηγορούμενος χ1, πρώην αστυνομικός, ασκούσε εμπορική δραστηριότητα διαμεσολαβώντας στη πώληση τσιγάρων στη Βουλγαρία έναντι προμήθειας. Για το σκοπό αυτό είχε συστήσει μονοπρόσωπη εταιρεία περιορισμένης ευθύνης με το με αριθμό ....... συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης Ελένης Κόνιαρη. Ο ίδιος δε, σε συνεργασία με τον δεύτερο κατηγορούμενο χ2 διατηρούσαν από το έτος 2000 δύο αποθήκες στη περιοχή ........ Θεσσαλονίκης από τις οποίες η μία ανήκε στην ιδιοκτησία του χ2. Στις αποθήκες αυτές οι δύο πρώτοι κατηγορούμενοι άρχισαν να αποθηκεύουν ποσότητες τσιγάρων, τα οποία είχαν εισαχθεί από άγνωστη χώρα στην ελληνική επικράτεια χωρίς να καταβληθούν οι αναλογούντες δασμοί, φόροι, τέλη και δικαιώματα του Δημοσίου κατά τρόπο δηλαδή που συνιστά το αδίκημα της λαθρεμπορίας, προκειμένου να διοχετεύσουν αυτά στην εγχώρια αγορά. Την παράνομη αυτή δραστηριότητα του πρώτου κατηγορουμένου πληροφορήθηκε η Υποδιεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων Βόρειας Ελλάδας της ΕΛΑΣ και άρχισε η παρακολούθηση αυτού και των συνεργατών του, δηλαδή του χ2 και του βουλγαρικής καταγωγής Χ3. Το Νοέμβριο του έτους 2000 παρατηρήθηκε μεγάλη κίνηση οχημάτων και εργατών στις αποθήκες και τέθηκαν υπό διαρκή και στενή παρακολούθηση από αστυνομικούς της Υποδιεύθυνσης Εσωτερικών Υποθέσεων Βόρειας Ελλάδας της ΕΛ.ΑΣ. Στις 15-11-2000 και ώρα 00.35" περίπου οι αστυνομικοί ...... και ....... που παρακολουθούσαν τις αποθήκες διαπίστωσαν ότι ένα φορτηγό αυτοκίνητο με αριθμό κυκλοφορίας Βουλγαρίας ...... που οδηγούσε ο βουλγαρικής καταγωγής Χ3 βγήκε από τις αποθήκες σύροντας μία επικαθήμενη καρότσα, η οποία είχε προσαρμοστεί σ'αυτό, κατευθύνθηκε στην περιοχή ...... Θεσσαλονίκης και ακινητοποιήθηκε σε ιδιωτικό χώρο στάθμευσης φορτηγών αυτοκινήτων με την επωνυμία "...." που βρίσκεται στη ........ Οδό προς φυλακές Διαβατών Θεσσαλονίκης. Μπροστά από το φορτηγό με τη συρόμενη καρότσα προπορευόταν το με αριθμό κυκλοφορίας .... ΙΧΕ αυτοκίνητο που οδηγούσε ο δεύτερος κατηγορούμενος Χ2 και ακολουθούσε το με αριθμό κυκλοφορίας ..... ΙΧΕ αυτοκίνητο που οδηγούσε ο πρώτος κατηγορούμενος Χ1. Την περιοχή κατόπτευε ο τρίτος κατηγορούμενος Χ3 που επέβαινε στο με αριθμό ........ ΙΧΕ αυτοκίνητο. Όταν έφθασαν στον χώρο στάθμευσης φορτηγών αυτοκινήτων ο δεύτερος κατηγορούμενος, αφού συνεννοήθηκε με τον φύλακα, είπε στον οδηγό Γ1 να αποδεσμεύσει την επικαθήμενη καρότσα από το φορτηγό και απεχώρησε. Στο ίδιο χώρο στάθμευσης βρισκόταν σταθμευμένο από την προηγούμενη ημέρα και το με αριθμό κυκλοφορίας (Βουλγαρίας) ...... φορτηγό αυτοκίνητο. Αφού έφυγαν οι κατηγορούμενοι, οι προαναφερόμενοι αστυνομικοί που τους παρακολουθούσαν εισήλθαν στον χώρο στάθμευσης και διαπίστωσαν ότι στο εσωτερικό των παραπάνω φορτηγών βρίσκονταν μεγάλες ποσότητες τσιγάρων και το μεσημέρι της ίδιας ημέρας (15-11-2000) προέβησαν στη σύλληψη των κατηγορουμένων. Έγινε έρευνα στα φορτηγά και στις αποθήκες, στην εξοχική του πρώτου κατηγορούμενου και βρέθηκαν και κατασχέθηκαν: α) στο με αριθμό κυκλοφορίας ..... IX φορτηγό αυτοκίνητο: 1) 226 χαρτοκιβώτια το καθένα το καθένα από τα οποία περιείχε 50 κούτες των 10 πακέτων η κάθε κούτα, των (20) τσιγάρων το κάθε πακέτο μάρκας PRINCE, δηλαδή συνολικά βρέθηκαν 113.000 πακέτα των 20 τσιγάρων PRINCE το κάθε πακέτο και 2) 298 χαρτοκιβώτια το καθένα από τα οποία περιείχε 50 κούτες των δέκα (10) πακέτων η κάθε κούτα, των 20 τσιγάρων το κάθε πακέτο μάρκας WEST, δηλαδή συνολικά βρέθηκαν 149.000 πακέτα των είκοσι (20) τσιγάρων WEST που είχαν φορτωθεί από τις αποθήκες του δεύτερου κατηγορουμένου, β) στην επικαθήμενη καρότσα του φορτηγού αυτοκινήτου την οποία είχε μεταφέρει ο οδηγός Γ1 με το με αριθμό κυκλοφορίας...... φορτηγό αυτοκίνητο βρέθηκαν 772 χαρτοκιβώτια, το καθένα από το οποία περιείχε 50 κούτες των δέκα (10) πακέτων η κάθε κούτα των 20 τσιγάρων το κάθε πακέτο μάρκας PRINCE, δηλαδή συνολικά βρέθηκαν 386.000 πακέτα των 20 τσιγάρων PRINCE το κάθε πακέτο, γ) στην αποθήκη ιδιοκτησίας του δεύτερου κατηγορουμένου Χ2 βρέθηκαν: 1) 237 χαρτοκιβώτια το καθένα από τα οποία περιείχε 50 κούτες των δέκα (10) πακέτων η κάθε κούτα των 20 τσιγάρων το κάθε πακέτο μάρκας SPECIAL, δηλαδή συνολικά βρέθηκαν 118.000 πακέτα των 20 τσιγάρων SPECIAL, το κάθε πακέτο, 2) 280 χαρτοκιβώτια το καθένα από τα οποία περιείχε 50 κούτες, των δέκα (10) πακέτων η κάθε κούτα, των 20 τσιγάρων το κάθε πακέτο μάρκας AMERICAN HOUSE, δηλαδή συνολικά βρέθηκαν 140.000 πακέτα των είκοσι τσιγάρων το κάθε πακέτο, και 3) 89 χαρτοκιβώτια το καθένα από τα οποία περιείχε 100 κούτες των δέκα (10) πακέτων η κάθε κούτα των 20 τσιγάρων το κάθε πακέτο μάρκας EUROPE, δηλαδή συνολικά βρέθηκαν 89.000 πακέτα των 20 τσιγάρων EUROPE το κάθε πακέτο, δ) στην εξοχική κατοικία του πρώτου κατηγορουμένου στη ....... Χαλκιδικής βρέθηκαν μια κούτα των 10 πακέτων τσιγάρων μάρκας REGAL, δύο πακέτα τσιγάρα μάρκας MARLBORO και ένα πακέτο τσιγάρα μάρκας REGAL, Οι παραπάνω ποσότητες τσιγάρων που βρέθηκαν και κατασχέθηκαν είχαν εισαχθεί από άγνωστη χώρα στην ελληνική επικράτεια χωρίς να καταβληθούν οι αναλογούντες δασμοί, τέλη, φόροι και λοιπά δικαιώματα του Δημοσίου που ανέρχονται στο συνολικό ποσό των 572.816.314 δραχμών, όπως προκύπτει από την από ..... έκθεση επαλήθευσης και προσδιορισμού δασμών και λοιπών φόρων του Ζ Τελωνείου Οινοπνευματωδών και καπνικών προϊόντων Θεσσαλονίκης. Από την παραπάνω έκθεση επαλήθευσης και προσδιορισμού δασμών και λοιπών φόρων του Ζ Τελωνείου Οινοπνευματωδών και καπνικών προϊόντων Θεσσαλονίκης, προκύπτουν τα εξής λογιστικά στοιχεία σχετικά με τα ως άνω εμπορεύματα που κατείχαν οι κατηγορούμενοι: α) η δασμολογητέα αξία τους ανήρχετο στο ποσό των 99.551.300 δρχ., β) η επιπλέον ζητούμενη τιμή τους ανήρχετο στο ποσό των 711.791.795 δρχ. και γ) Ο Φ.Μ. αντιστοιχούσε σε 19.910,26 δρχ. Βάσει δε των ανωτέρω αντιστοιχούσε σ'αυτά: 1. Εισαγωγικός δασμός 57.341.549 δρχ., 2) Φ.Κ. Καπνού α. πάγιος (Φ.Μ.) 23.537.660 δρχ., 3) Φ.Κ. Καπνού β. αναλογικός 383.388.856 δρχ. και Φ.Π.Α. 108.548.249 δραχμών. Επειδή όμως για τις πράξεις που τελέστηκαν πριν την 1-1-2002 (όπως εν προκειμένω) που είχαν στόχο την αποφυγή της καταβολής των δασμών εισαγωγής των εμπορευμάτων που εισήχθησαν στο έδαφος της χώρας από άλλη χώρα μη μέλος της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης, στοιχειοθετείται λαθρεμπορία κατά ποσοστό 10% επί των εισαγωγικών δασμών, που η χώρα δικαιούται απευθείας να το παρακρατήσει (βλ. 1835/2005 Ποιν. Δ/νη 2006/843, ΑΠ 105/2003 Π.Χρ. 2003/899) και στην προκειμένη περίπτωση οι εισαγωγικοί αυτοί δασμοί ανήρχοντο στο ποσό των 57.341.549 δρχ. στοιχειοθετείται λαθρεμπορία ως προς αυτούς ύψους [57.341.549 Χ 10%=) 5.734.154 δρχ., οπότε οι συνολικώς αναλογούντες δασμοί, τέλη, φόροι και λοιπά δικαιώματα του Δημοσίου ανέρχονται στο ποσό των 5.734.154 + 23.537.660 + 383.388.856 1-108.548.249 =) 521208.919 δρχ. Περαιτέρω απεδείχθη ότι τις ποσότητες αυτές των τσιγάρων κατείχαν στις προαναφερόμενες αποθήκες οι δύο πρώτοι κατηγορούμενοι με σκοπό να τα θέσουν στην κυκλοφορία και να αποκομίσουν κέρδη.
Συνεπώς οι δύο πρώτοι κατηγορούμενοι Χ1 και Χ2 τέλεσαν την αξιόποινη πράξη για την οποία κατηγορούνται της κατοχής λαθρεμπορεύματος κατά συναυτουργία από την οποία οι δασμοί, φόροι, τέλη και δικαιώματα που στερήθηκε το Δημόσιο ανέρχονται στο προαναφερόμενο ποσό των 521.208.919 δραχμών. Τα εμπορεύματα αυτά κατείχαν εν γνώσει τους ότι εισήχθησαν στην Ελλάδα χωρίς να καταβληθούν οι αναλογούντες δασμοί, φόροι, τέλη και λοιπά δικαιώματα του Δημοσίου που ανέρχονται στο προαναφερόμενο ποσό (συμπεριλαμβανομένων και αυτών που κατείχε μόνος ο πρώτος κατηγορούμενος και βρέθηκαν στην εξοχική του κατοικία). Όσον αφορά τον τρίτο κατηγορούμενο, στοιχειοθετείται το έγκλημα της άμεσης συνέργειας στη λαθρεμπορία κατά συναυτουργία των συγκατηγορουμένων του, διότι αποδείχθηκε ότι στις 15-11-2000 μετέβη μαζί τους με το με αριθμό κυκλοφορίας ...... αυτοκίνητο ξεκινώντας από τις αποθήκες όπου φυλάσσονταν τα εμπορεύματα στο χώρο στάθμευσης φορτηγών αυτοκινήτων και όλο αυτό το χρονικό διάστημα που γινόταν η μεταφορά των εμπορευμάτων-τσιγάρων επόπτευε το χώρο, γνωρίζοντας ότι αυτά είχαν εισαχθεί εντός των συνόρων του κράτους με τρόπο που συνιστά το αδίκημα της λαθρεμπορίας, παρέχοντας κατ' αυτό τον τρόπο άμεση συνδρομή στους συγκατηγορουμένους του στη τέλεση στην αξιόποινη πράξη της κατοχής από κοινού λαθρεμπορεύματος. Επίσης αποδείχθηκε ότι κατά τη σύλληψη του πρώτου κατηγορουμένου αυτός κατείχε χωρίς άδεια της αρμόδια αστυνομικής αρχής το με αριθμό ....... πιστόλι ... με γεμιστήρα και έξι (6) φυσίγγια και το με αριθμό ... περίστροφο .... 357 MAGNUM με τέσσερα φυσίγγια MAGNUM 357 και ένα των 0,38 mm.
Συνεπώς ο πρώτος κατηγορούμενος πρέπει να κηρυχθεί ένοχος της παράνομης κατοχής όπλων. Ο αυτοτελής ισχυρισμός του κατηγορουμένου ότι συντρέχει περίπτωση εφαρμογής του άρθρου 2 παρ. 1 ΠΚ, ως εκ του ότι μετά την είσοδο της Βουλγαρίας, από 1.1.2007 στην Ευρωπαϊκή Ένωση δεν υπάρχει υποχρέωση καταβολής Εισαγωγικών δασμών θα πρέπει ν' απορριφθεί, πλην των άλλων, και διότι δεν απεδείχθη ότι τα παραπάνω λαθρεμπορεύματα εισήχθησαν από τη χώρα αυτή. Ομοίως απορριπτέοι κρίνονται και οι αυτοτελείς ισχυρισμοί του β και γ' κατηγορουμένων περί αναγνωρίσεως ελαφρυντικών του άρθρου 84 2α, καθότι δεν απεδείχθησαν τα επικαλούμενα πραγματικά περιστατικά..........".
Με τις παραδοχές αυτές κήρυξε ένοχο τον κατηγορούμενο α) για την από κοινού με άλλον κατοχή λαθρεμπορεύματος και β) για παράνομη κατοχή όπλων και φυσιγγίων. Με αυτά που δέχθηκε το δικαστήριο και κήρυξε ένοχο τον κατηγορούμενο, δεν διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την κατά τις άνω διατάξεις ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία η οποία στην προκειμένη περίπτωση είναι ελλειπής και ασαφής και εκ τούτου καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος περί της ορθής ή μη εφαρμογής των διατάξεων των άρθρων 100 επ. του Ν.1165/1918. Ειδικότερα, όσον αφορά το αδίκημα της λαθρεμπορίας, για το οποίο και μόνον πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση, έχουν εμφιλοχωρήσει στο σκεπτικό της αποφάσεως λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος περί της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, και ως εκ τούτου η απόφαση στερείται νόμιμης βάσης, ενόψει του ότι δεν διευκρινίζεται από ποια χώρα εισήχθησαν τα φερόμενα ως λαθραία τσιγάρα, για την κατοχή των οποίων κρίθηκε ένοχος ο κατηγορούμενος, χωρίς να καταβληθούν οι αναλογούντες γι' αυτό δασμοί, φόροι κ.λ.π. δικαιώματα του Δημοσίου, διευκρίνιση που ήταν αναγκαία, δεδομένου ότι εάν εισήχθησαν από χώρα της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης αυτός που τα εισήγαγε δεν διέπραξε λαθρεμπορία, αλλά απλή τελωνειακή παράβαση και συνεπώς δεν είναι αξιόποινη η κατοχή αυτών από τον κατηγορούμενο, εάν δε εισήχθησαν από χώρα μη μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τότε και μόνον οφείλονται και εισπράττονται δασμοί που στη συνέχεια αποδίδονται μετά την κατά τα άνω παρακράτηση ποσοστού 10%. Και περαιτέρω, ενώ από την επισκόπηση των πρακτικών της αποφάσεως προκύπτει ότι ο κατηγορούμενος κατέθεσε εγγράφως και ανέπτυξε και προφορικά τον αυτοτελή ισχυρισμό της χορήγησης των ελαφρυντικών περιστάσεων του προτέρου εντίμου βίου και της μετά την πράξη καλής συμπεριφοράς (άρθρο 84 παρ.2α και ε' ΠΚ), αν και οι ισχυρισμοί αυτοί, ως διατυπώθηκαν εγγράφως, προτάθηκαν ορισμένως με την επίκληση πραγματικών περιστατικών που θεμελιώνουν τις άνω ελαφρυντικές περιστάσεις, το δικαστήριο τους απέρριψε, με μόνη την αιτιολογία "απορριπτέοι κρίνονται και οι αυτοτελείς ισχυρισμοί ... καθότι δεν αποδείχθηκαν τα επικαλούμενα πραγματικά περιστατικά..". Έτσι, όμως που έκρινε, δεν διέλαβε στην απόφασή του επαρκή αιτιολογία και είναι βάσιμος και κατά το σκέλος αυτός ο από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχΔ' Κ.Π.Δ λόγος αναιρέσεως της έλλειψης αιτιολογίας. Συνεπώς, οι από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ' και Ε' του ΚΠΔ λόγοι αναιρέσεως με τους οποίους αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια της έλλειψης αιτιολογίας και εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής του νόμου είναι βάσιμοι, παρέλκει δε μετά ταύτα η έρευνα των λοιπών. Μετά από αυτά, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση κατά το μέρος μόνον που έκρινε για το έγκλημα της λαθρεμπορίας, καθώς επίσης και κατά το μέρος που απέρριψε τις ελαφρυντικές περιστάσεις τόσο για το έγκλημα της λαθρεμπορίας όσο και για εκείνο της οπλοκατοχής, συνακολούθως δε και κατά την διάταξη περί επιβολής συνολικής ποινής, παραπεμφθεί δε η υπόθεση για νέα συζήτηση στο δικαστήριο που την εξέδωσε, το οποίο θα συγκροτηθεί από δικαστές άλλους από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως (άρθρο 519 ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί εν μέρει την υπ' αριθμ.536/2007 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης και μόνο για το έγκλημα της λαθρεμπορίας καθώς και ως προς την απόρριψη των ελαφρυντικών περιστάσεων..
Παραπέμπει την υπόθεση στο ίδιο δικαστήριο για νέα συζήτηση κατά το μέρος που αναιρέθηκε.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 16 Απριλίου 2008. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 29 Μαΐου 2008.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ