Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Αιτιολογίας ανεπάρκεια, Απάτη, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Παύση οριστική ποινικής διώξεως, Παραγραφή, Αναίρεση μερική, Απόπειρα, Ηθική αυτουργία, Ψευδορκία μάρτυρα.
Περίληψη:
Απόπειρα απάτης από κοινού στο Δικαστήριο, σε βαθμό κακουργήματος, κατ’ εξακολούθηση, ψευδορκία μάρτυρος και ηθική αυτουργία. Απορρίπτει λόγους αναίρεσης για ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία και κακή εφαρμογή νόμου. Αναιρεί εν μέρει για ψευδορκία. Παύει οριστικά την ποινική δίωξη για αυτήν και την ηθική αυτουργία λόγω παραγραφής.
Αριθμός 2642/2008
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Στ' Ποινικό Τμήμα - Σε Συμβούλιο
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Εμμανουήλ Καλούδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Αιμιλία Λίτινα και Ανδρέα Δουλγεράκη - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αθανασίου Κονταξή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου.
Συνήλθε σε Συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 11 Νοεμβρίου 2008, προκειμένου να αποφανθεί για τις αιτήσεις των αναιρεσειόντων - κατηγορουμένων: 1) Χ1, 2) Χ2, 3) Χ3, 4) Χ4 και 5) Χ5 περί αναιρέσεως του υπ' αριθμ. 978/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών. Το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, με το ως άνω βούλευμά του, διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτό, και οι αναιρεσείοντες - κατηγορούμενοι ζητούν τώρα την αναίρεση του βουλεύματος τούτου, για τους λόγους που αναφέρονται στις από 18 Ιουνίου 2008 (πέντε) αιτήσεις τους αναιρέσεως, οι οποίες καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1166/2008.
Έπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Αθανάσιος Κονταξής εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με την πρότασή του με αριθμό 470/09.10.2008, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα:
"Ι) Το συμβούλιο πλημμελειοδικών Αθηνών με το υπ'αριθμ. 2830/2007 βούλευμά του παρέπεμψε στο ακροατήριο του Τριμελούς Εφετείου (Κακουργημάτων) Αθηνών τους α) Χ1, β) Χ2, γ) Χ6, δ) Χ4, ε) Χ5, στ) Χ7, ζ) Χ8, η) Χ9 και θ) Χ10 για να δικαστούν ως υπαίτιοι τελέσεως α) απόπειρας απάτης από κοινού κατεξακολούθηση ενώπιον Δικαστηρίου, από την οποία το περιουσιακόν όφελος και η αντίστοιχη ζημία υπερβαίνει συνολικά το ποσό των 73.000 Ευρώ (-οι 1η, 2η, 3ος, 4η, 5η) β) ψευδορκίας μάρτυρα (οι 6ος, 7ος, 8ος, 9ος) και ηθικής αυτουργίας σ'αυτή (οι 1η, 2η, 3ος, 4η, 5η)- 386 παρ. 1-3 εδ. β, όπως η παρ. 3 αντικ. με το άρθρο 14 παρ. 4 ν. 2721/99, 98, 224 παρ. 2,1, 45, 46 παρ. 1α, 227 Ποιν.Κ.- που τέλεσαν στην Αθήνα στις 23-9-2003, 1-10-2002, 17-7-2002 (την πρώτη πράξη) και 31-10-2002, 24-6-2003, 24-6-2003, 29-8-2003, 29-8-2003, 17-3-2003, 24-6-2003, 29-8-2003, 31-10-2002, 29-8-2003 (την δεύτερη πράξη).
Κατά του άνω βουλεύματος άσκησαν εφέσεις οι πέντε πρώτοι και το συμβούλιο Εφετών Αθηνών με το υπ'αριθμ. 978/2008 βούλευμά του- αφού έπαυσε οριστικά την ποινική δίωξη αυτών και των μη ασκησάντων εφέσεις αυτουργών για τις μερικότερες πράξεις ψευδορκίας και ηθικής αυτουργίας σ'αυτές, ήτοι αυτές που τελέστηκαν στις 31-10-2002 (αυτουργός Χ7), 17-3-2003 (αυτουργός Χ2) 17-3-2003 (αυτουργοί Χ2 και Χ11) - επικύρωσε το πρωτόδικο παραπεμπτικό βούλευμα για τις λοιπές πράξεις.
Ειδικώτερα το άνω βούλευμα με καθολική αναφορά στις (ορθές και νόμιμες) σκέψεις του Εισαγγελέα Εφετών, δέχθηκε τα εξής:
"Εν προκειμένω οι ως άνω κατηγορούμενοι παραπέμφθηκαν για να δικασθούν ως υπαίτιοι του ότι στην Αθήνα κατά τους ακόλουθους χρόνους τέλεσαν τις ακόλουθες αξιόποινες πράξεις:
Ια. Οι Χ1, Χ2, Χ3, Χ4 και Χ5 στους παρακάτω αναφερόμενους χρόνους και τόπους, από κοινού ενεργώντας, με περισσότερες από μια πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος, με πρόθεση, έχοντας αποφασίσει να εκτελέσουν την άδικη πράξη της απάτης επί Δικαστηρίω, δηλ. έχοντας αποφασίσει με σκοπό να αποκομίσουν παράνομο περιουσιακό όφελος, να βλάψουν ξένη περιουσία πείθοντας κάποιον σε πράξη με την εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών, επιχείρησαν πράξη που περιείχε τουλάχιστον αρχή εκτέλεσης, πλην όμως ο εγκληματικός τους σκοπός δεν ολοκληρώθηκε από αίτια εξωτερικά και ανεξάρτητα της θελήσεως τους, με την πράξη τους δε αυτή σκόπευαν την πρόκληση συνολικής ζημίας ανώτερης του ποσού των 73.000 ευρώ. Ειδικότερα: 1) Στην Αθήνα στις 23-9-2003 κατά τη συζήτηση των με αριθμ. έκθεσης κατάθεσης ..... και ..... κλήσεων ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με τις. οποίες επανέφεραν προς συζήτηση την από 30-3-1982 με αριθμ. έκθ. καταθ. 3842/1982 διεκδικητική αγωγή τους ως προς τους εναγομένους- καθών η κλήση Α, Β, Γ, Δ (με την πρώτη κλήση) καθώς και Ε (με τη δεύτερη κλήση) και κατά τη συνεκδίκαση αυτών με τη με αριθμ. έκθ. καταθ. 1260/2003 κύρια παρέμβαση των Ζ και Η που στρεφόταν εναντίον τους και εναντίον όλων των λοιπών καθ ων οι ως άνω κλήσεις, ενεργώντας από κοινού κατόπιν συναπόφασης, κατέθεσαν ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου τις από 1-9-2003 προτάσεις τους με τις οποίες, με σκοπό να αποκομίσουν παράνομο περιουσιακό όφελος, εν γνώσει τους επικαλέστηκαν όσα ψευδή αναφέρονταν και στην 3482/1982. διεκδικητική αγωγή τους και εν γνώσει τους προσήγαγαν ενώπιον των δικαστών του παραπάνω δικαστηρίου ψευδή αποδεικτικά μέσα, επιχειρώντας με τις ως άνω ψευδείς παραστάσεις και αποδεικτικά μέσα να τους πείσουν να κάνουν δεκτή την ως άνω αγωγή τους και να απορρίψουν την προαναφερθείσα κυρία παρέμβαση των εγκαλούντων. Συγκεκριμένα με τις παραπάνω προτάσεις παρέστησαν ενώπιον των δικαστών του Πολυμελούς Πρωτοδικείου τα ακόλουθα ψευδή ως αληθινά: ότι είναι οι αποκλειστικοί εξ αδιαιρέτου συγκύριοι, συννομείς και συγκάτοχοι ενός αγρού εκτάσεως 18.160 τ.μ. τουλάχιστον, που βρίσκεται στη θέση "....." ....., ότι ο παραπάνω αγρός ανήκε στον προπάππο τους Κ από το έτος 1880, ότι τον παραπάνω αγρό δώρισε ο προπάππος τους Κ ατύπως στο γιό του και κοινό τους πάππο Λ το έτος 1905, ότι τον αγρό αυτό ο τελευταίος τον μεταβίβασε ατύπως στο Μ το 1939, ότι τον παραπάνω αγρό δώρισε ο Λ στο Μ το 1953 δυνάμει του με αριθμ. ..... συμβολαίου του συμβολαιογράφου Αθηνών Απόστολου Ζέρβα, ότι ο εν λόγω αγρός περιήλθε ολόκληρος στην αποκλειστική νομή και κυριότητά τους από το 1971, όταν απεβίωσε ο πατέρας τους Μ, δυνάμει της με αριθμ. ..... διαθήκης του και ότι έκτοτε (οι κατηγορούμενοι) ασκούσαν αποκλειστικά πράξεις νομής και κατοχής επ' αυτού. Όλα τα ανωτέρω όμως ήταν ψευδή, ενώ τα αληθή, τα οποία γνώριζαν, ήταν ότι το επίδικο ακίνητο ανήκε στη Μονή ..... έως το 1940, οπότε και διαλύθηκε για να περιέλθει στην κυριότητα της Ι.M. ...... Ο Λ, παππούς των εγκαλούντων, υπέγραψε το 1940 με την προαναφερθείσα Μονή αγρομισθωτική σύμβαση και της κατέβαλε το 15% των ακαθάριστων εσόδων του από το ακίνητο. Το 1952 υπεγράφη σύμβαση μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της Εκκλησίας της Ελλάδας με την οποία εξαγοράστηκε το επίδικο από το Δημόσιο, το οποίο και το έθεσε υπό τη διαχείριση του Υπουργείου Γεωργίας. Ο Λ υπέβαλε αίτηση να του παραχωρηθεί η κυριότητα ως έχων επί του επιδίκου ακινήτου εμφυτευτικά δικαιώματα και όχι δικαίωμα κυριότητας. Η Α' Επιτροπή Απαλλοτριώσεων αναγνώρισε κατόπιν σχετικής έρευνας, ότι ο παππούς των εγκαλούντων ήταν ο μοναδικός που είχε τα ως άνω δικαιώματα επί του ακινήτου και με την 47/1961 απόφαση παραχωρήσεως του παραχωρήθηκε η κυριότητα, πλην όμως ο Λ είχε ήδη αποβιώσει το 1959 και κατά συνέπεια ουδέποτε έγινε κύριος του ακινήτου και ουδέποτε προ του θανάτου του το μεταβίβασε στο Μ τυπικά η άτυπα. Αλλά ούτε και παραχωρήθηκε ποτέ το ακίνητο στο Μ, γιο του Λ, αφού την αίτηση για την παραχώρηση της κυριότητας δεν την υπέβαλε ο Μ αλλά ο Λ. Για το λόγο αυτό οι εγκαλούντες με τη θεία τους Χ6 υπέβαλαν την με αριθμ. ..... αίτηση στην ως άνω επιτροπή με την οποία ζήτησαν τη μεταρρύθμιση της υπ' αριθμ. 47/1961 αρχικής απόφασης παραχώρησης, προκειμένου να παραχωρηθεί η κυριότητα του παραπάνω αγρού στους νομίμους κληρονόμους του Λ, δηλαδή στους εγκαλούντες και στους αδελφούς τους Ξ και Ο ως τέκνα της προαποβιώσασας θυγατέρας του Ν, στη θυγατέρα του Χ6 και στο γιό του Μ (σύζυγο και πατέρα των κατηγορουμένων αντίστοιχα), ενώ ο τελευταίος κατέθεσε αυτοτελή αίτηση ζητώντας να του παραχωρηθεί αποκλειστικά η κυριότητα όλου του παραπάνω ακινήτου (στην πραγματικότητα επρόκειτο για πέντε αγρούς). Η Α' Επιτροπή Απαλλοτριώσεων με τη με αρ. 2/1966 νέα απόφαση παραχωρήσεως απέρριψε την αυτοτελή αίτηση του Μ και παραχώρησε την κυριότητα του ενδίκου αγρού σε όλους τους προαναφερθέντες νομίμους κληρονόμους του Λ, αφού προηγουμένως ο σύζυγος της εγκαλούσας Ζ και ο Μ (και όχι μόνος του ο δεύτερος, όπως ισχυρίστηκαν ψευδώς στο Δικαστήριο) προέβησαν από κοινού στην εξόφληση του καθορισθέντος τιμήματος εξαγοράς στο όνομα του αρχικού εμφυτευτή Χ3 με το με αριθμ. ..... γραμμάτιο εξοφλήσεως της Α.Τ.Ε. Ο Μ συνεπώς είχε αποκτήσει μόνο το 1/3 του επίδικου αγρού και όχι ολόκληρο τον αγρό, στον οποίο απέκτησαν δικαιώματα συγκυριότητας και οι εγκαλούντες και οι καθών οι κλήσεις που προαναφέρθηκαν. Ο Μ που απεβίωσε το 1971 με την ..... δημόσια διαθήκη του που συντάχθηκε ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών Ελένης Μπορνόβα, εγκατέστησε τους κατηγορούμενους κληρονόμους του όχι σε ιδανικά εξ αδιαιρέτου μερίδια του επιδίκου, όπως στην αγωγή και στις προτάσεις τους ψευδώς ισχυρίζονται, αλλά σε συγκεκριμένα διαιρετά τμήματα του όλου κοινού ακινήτου, ασαφώς αναφερόμενα και υπό την αίρεση της δικαστικής δικαίωσης του στην όλη έκταση επί της με αριθμ. έκθεσης καταθ. 16.000/1967 εκκρεμούς τότε αγωγής της Χ6 κατ' αυτού, των εγκαλούντων και των αδελφών τους, με την οποία ζητούσε η δικαστική διανομή του κτήματος. Επιπλέον δε, όσον αφορά τον ισχυρισμό, ότι από το κτήμα αυτό η Χ2 και ο Χ3 μάζευαν τις ελιές και το λάδι είναι ψευδής, δεδομένου, ότι όχι μόνο τα ελαιόδενδρα δεν ξεπερνούν τα 70, αλλά και αυτά που υπάρχουν δεν έχουν αποδώσει καρπό μέχρι και το 1997 λόγω των πυρκαγιών, που τα είχαν σχεδόν καταστρέψει, ενώ η εγκαλούσα Χ2, από το 1961 έως και το 1984 ασκούσε αδιαλείπτως νομή στο ακίνητο. Προκειμένου να πείσουν τους Δικαστές του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, ότι οι παραπάνω ψευδείς παραστάσεις τους είναι αληθείς, επικαλέστηκαν και προσκόμισαν ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού με τις παραπάνω προτάσεις τους τα ακόλουθα ψευδή αποδεικτικά μέσα: α) Τις ακόλουθες ψευδείς ένορκες καταθέσεις που περιλαμβάνονται στην προσκομισθείσα και επικαλεσθείσα από αυτούς με άρ. 504/1997 Εισηγητική έκθεση που συντάχθηκε στα πλαίσια των αποδείξεων που είχαν ταχθεί επί της ως άνω αγωγής τους με την 922/1983 προδικαστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, ήτοι: 1) τις από 16-2-1999, 11-5-1999 και. 2-11-1999 ένορκες καταθέσεις του Χ7, 2) την από 3-6-1997 ένορκη κατάθεση του Φ και 3) την από 20-1-1998 ένορκη κατάθεση του Χ11, β) την 136/1976 απόφαση του Ειρηνοδικείου Μαραθώνας και τα ταυτάριθμα πρακτικά, η οποία απόφαση είναι προϊόν της συμπαιγνίας μεταξύ των αδελφών Π και Ρ και των κατηγορουμένων, διότι οι πρώτοι κατέθεσαν ενώπιον του Ειρηνοδικείου Μαραθώνα την 124/26-6-1976 αίτηση τους με την οποία ζητούσαν να ληφθούν ασφαλιστικά μέτρα προστασίας της οιονεί νομής δουλείας διόδου υπέρ αυτών και σε βάρος των κατηγορουμένων, τους οποίους παρουσίαζαν ως μοναδικούς συγκυρίους του όλου επιδίκου κτήματος, ώστε να υφίσταται σε ανύποπτο χρόνο δικαστική απόφαση που να τους αναφέρει ως τέτοιους, γ) τις με αριθμ. ..... και ..... ένορκες καταθέσεις του Χ8 και του Χ10, όπως αυτές αναφέρονται στην υπό στοιχείο 9 και 11 αντίστοιχα πράξη του κατηγορητηρίου. Τα παραπάνω ψευδή ισχυρίστηκαν και προσπάθησαν με τα παραπάνω ψευδή αποδεικτικά μέσα να αποδείξουν και να πείσουν το Δικαστήριο περί της αληθείας τους, εν γνώσει της αναληθείας τους και ενώ είχε ήδη εκδοθεί η με αριθμ. 4331/2002 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία είχε ήδη απορριφθεί η αγωγή τους ως ουσιαστικώς αβάσιμη ως προς τους εγκαλούντες. Σκοπός των κατηγορουμένων με τις ως άνω ψευδείς παραστάσεις, ήταν να πείσουν τους παραπάνω δικαστές να κάνουν δεκτή την αγωγή τους, ως προς τους καθ ων η κλήση (τους οποίους δεν κάλυπτε η 4331/2002 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, γιατί δεν είχε συζητηθεί ως προς αυτούς) και να απορρίψουν την κυρία παρέμβαση των εγκαλούντων, προκειμένου να αποκομίσουν οι κατηγορούμενοι παράνομο περιουσιακό όφελος, αναγνωριζόμενοι ως συγκύριοι και του υπολοίπου επιδίκου, του οποίου πραγματικοί συγκύριοι δεν είναι αυτοί, αλλά οι καθ ων και οι εγκαλούντες, του οποίου η αξία υπερβαίνει συνολικά το ποσό των 73.000 ευρώ, ζημιώνοντας αντιστοίχως κατά το ποσό αυτό συνολικά τους αντιδίκους τους στις παραπάνω δίκες. Ο εγκληματικός όμως σκοπός τους δεν επιτεύχθηκε, από λόγους ανεξάρτητους της θελήσεως τους, διότι μέχρι να συζητηθούν όλες οι παραπάνω κλήσεις και η κυρία παρέμβαση, είχε εκδοθεί στις 11-9-2003, η 1404/2004 τελεσίδικη απόφαση του Εφετείου Αθηνών, που απέρριπτε την ένδικη αγωγή τους ως προς τους εγκαλούντες και ασκούσε άμεση αρνητική επιρροή στην έκβαση των εκκρεμών δικών σε βάρος των λοιπών αντιδίκων τους που προαναφέρθηκαν, αναγκάζοντας τους σε παραίτηση από τις κλήσεις που αφορούσαν την κύρια αγωγή με αριθμ. έκθ. καταθ. 3482/1982 ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών κατά τη δικάσιμο της 14-12-2004. β) Στην Αθήνα την 1-10-2002 έχοντας αποφασίσει να τελέσουν από κοινού την άδικη πράξη της απάτης στο Δικαστήριο, κατέθεσαν, την από 30-9-2002 έφεσή τους με αριθμ. έκθ. κατάθ. 8114/2002 επιδιώκοντας την εξαφάνιση της 4331/2002 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και την αποδοχή της με αρ. 3482/1982 αγωγής τους ως προς τους εγκαλούντες, ισχυριζόμενοι και ενώπιον των δικαστών εν γνώσει τους τα ίδια ψευδή περιστατικά, που στην υπό στοιχείο Ε1 πράξη του κατηγορητηρίου αναφέρονται και τα οποία επανέλαβαν ενώπιον τους κατά τη συζήτηση της έφεσης στις 29-5-2003, καταθέτοντας τις από 7-1-2003 προτάσεις τους, στις οποίες ισχυρίστηκαν πάλι τα ίδια ψευδή περιστατικά, επιπλέον δε επικαλέστηκαν τα στην παραπάνω πράξη του κατηγορητηρίου αναφερόμενα ψευδή αποδεικτικά στοιχεία, με σκοπό να παραπλανήσουν τους Εφέτες και να τους πείσουν περί της αληθείας των αγωγικών ισχυρισμών τους, επιδιώκοντας κατά τον παραπάνω τρόπο να εξαφανισθεί η πρωτόδικη απόφαση και να αναγνωρισθούν αυτοί αποκλειστικοί συγκύριοι του επίδικου ακινήτου σε βάρος των εγκαλούντων, αποσκοπώντας να αποκομίσουν παράνομο περιουσιακό όφελος, του οποίου η αξία υπερβαίνει συνολικά το ποσό των 73.000 ευρώ, ζημιώνοντας αντιστοίχως κατά το ποσό αυτό συνολικά τους αντιδίκους τους. Όμως, ο σκοπός τους δεν πραγματώθηκε από αίτια εξωτερικά και ανεξάρτητα της θελήσεως τους, δεδομένου ότι οι Εφέτες δεν πείστηκαν από τους ισχυρισμούς και τα αποδεικτικά μέσα που προσκόμισαν και απέρριψαν την έφεση τους.
γ) Στο ....., έχοντας αποφασίσει να τελέσουν από κοινού την άδικη πράξη της απάτης στο Δικαστήριο κατέθεσαν ενώπιον του Ειρηνοδικείου Μαραθώνα στις 17-7-2002 τη με αρ. 91/2002 αίτηση τους περί λήψεως ασφαλιστικών μέτρων νομής εναντίον της εγκαλούσας Ζ, ισχυριζόμενοι τα στην υπ' αριθμ. 1α πράξη του κατηγορητηρίου ψευδή πραγματικά περιστατικά, τα οποία ισχυρίστηκαν και κατά τη συζήτηση της αίτησης στις από 24-6-2003 όμοιες προτάσεις τους, με τις οποίες επικαλέστηκαν και προσκόμισαν προς απόδειξη των ισχυρισμών τους πλην των όσων στην υπό στοιχ. 1α πράξη του κατηγορητηρίου αναφέρονται και τις από ..... και ..... ψευδείς ένορκες καταθέσεις του Χ9 και του Σ, εν γνώσει της αναλήθειας των παραπάνω αποδεικτικών μέσων, με σκοπό να πείσουν τον Ειρηνοδίκη να κάνει δεκτή την αίτηση τους, αναγνωρίζοντας τους προσωρινά αποκλειστικούς συννομείς του επιδίκου ακινήτου και διατάσσοντας την αποβολή της από τη νομή τους, ζημιώνοντας την ως άνω αντίδικο τους κατά την αξία της νομής του διεκδικούμενου από αυτούς ακινήτου που υπερβαίνει το ποσό των 73.000 ευρώ. Όμως, ο σκοπός τους δεν πραγματώθηκε από αίτια εξωτερικά και ανεξάρτητα της θελήσεως τους, διότι ο Ειρηνοδίκης δεν πείστηκε από τα αποδεικτικά μέσα που προσκόμισαν και απέρριψε την αίτηση με τη με αριθμ. 173/2003 απόφαση του ελλείψει κατεπείγοντος.
2) Στην ..... και στο ..... κατά τους παρακάτω χρόνους οι εκκαλούντες με περισσότερες πράξεις που αποτελούν, εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος με πρόθεση προκάλεσαν σε άλλους την απόφαση να τελέσουν την άδικη πράξη της ψευδορκίας μάρτυρα και συγκεκριμένα με πειθώ και φορτικότητα έπεισαν τους παρακάτω να τελέσουν τις ακόλουθες αξιόποινες πράξεις:
α) στις 31-10-2002 στην Αθήνα με πειθώ και φορτικότητα έπεισαν τον Χ7, προκειμένου αυτός με πρόθεση εξεταζόμενος ενόρκως ως μάρτυρας ενώπιον αρχής αρμόδιας να ενεργεί ένορκη εξέταση να καταθέσει εν γνώσει του ψέματα και συγκεκριμένα στον παραπάνω τόπο και χρόνο τον έπεισαν να καταθέσει ενόρκως ενώπιον του Αντεισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών Δημητρίου Παϊκόπουλου στα πλαίσια της εκδίκασης της με αριθμ. 59/2002 αίτησης ασφαλιστικών μέτρων της Ζ κατά της Κοινότητας ..... τα εν γνώσει του ψευδή γεγονότα που. περιλαμβάνονται στα με αριθμ. 4/2003 πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών, όπως αναλυτικά διαλαμβάνονται στην υπό στοιχείο 10 του παρόντος κατηγορία.
β) στο ..... στις 24-6-2003 με πρόθεση έπεισαν τον Σ, ώστε εξεταζόμενος ενόρκως ως μάρτυρας ενώπιον αρχής αρμόδιας να ενεργεί ένορκη εξέταση, να καταθέσει εν γνώσει του ψέματα και συγκεκριμένα στον προαναφερόμενο τόπο και χρόνο με πειθώ και φορτικότητα τον έπεισαν να καταθέσει ενόρκως ενώπιον του Ειρηνοδίκη Μαραθώνα εν γνώσει του τα ψέματα που. περιλαμβάνονται στη ..... ένορκη βεβαίωση και ειδικότερα: "Γνωρίζω καλά ως ..... που έχω γεννηθεί και κατοικώ μόνιμα στον ..... την οικογένεια Χ .... Η οικογένεια αυτή έχει και ένα κτήμα στη θέση ..... ....., που είναι δικό τους αποκλειστικά ... Το κτήμα αυτό έχει έκταση 20 περίπου στρέμματα. Και έχει 200 περίπου ελαιόδενδρα και μερικές συκιές, λεμονιές και ένα πεύκο... Ο Χ3 έβαλε νερό στο κτήμα αυτό και έφτιαξε και μια βάση για να κτίσει, αλλά δεν συνέχισε γιατί αμέσως μετά το 1984 το κτήμα κάηκε από πυρκαγιά που έκαψε και άλλα κτήματα και φοβήθηκε...Γνωρίζω, ότι το κτήμα αυτό στο Μ το έδωσε ο πατέρας του και μάλιστα με συμβόλαιο και κανείς άλλος δεν έκανε νομή στο κτήμα αυτό εκτός από την οικογένεια Χ, η οποία ενεργούσε πάντοτε για λογαριασμό της. Τη Ζ και τον άντρα της δεν τους γνωρίζω, δεν μένουν στον ....., δεν ασχολήθηκαν ποτέ με το κτήμα αυτό, αφού αυτό το είχαν δικό τους η οικογένεια Χ. Όλοι οι ντόπιοι στον .....γνωρίζουν, ότι το κτήμα αυτό το νέμεται από πάρα πολλά χρόνια η οικογένεια Χ και ανήκει αποκλειστικά σ' αυτούς. Τη δε συγκομιδή του ελαιοκάρπου του 2002-2003 την ενήργησε ο Χ3 μαζί με εργάτες". Όλα τα ανωτέρω όμως ήταν ψευδή και γνώριζαν όλοι, ότι η αλήθεια είναι η περιγραφόμενη στην υπό στοιχείο Α πράξη του κατηγορητηρίου και επιπλέον, ότι στο επίδικο εκδηλώθηκε μόνο μια πυρκαγιά το 1984 και καμία άλλη πυρκαγιά το 1996, ο δε Χ3 κατασκεύασε σε αυτό το έτος 1983 αυθαίρετα μια βάση από τσιμέντο για να κατασκευάσει κατοικία, που δεν ολοκληρώθηκε, επειδή τον εμπόδισαν οι εγκαλούντες και όχι, διότι ξέσπασε η δεύτερη πυρκαγιά και φοβήθηκε.
γ) Στο ..... στις 24-6-2003 με πρόθεση έπεισαν τον Χ9, ώστε εξεταζόμενος ενόρκως ως μάρτυρας ενώπιον αρχής αρμόδιας να ενεργεί ένορκη εξέταση, να καταθέσει εν γνώσει του ψέματα και συγκεκριμένα στον προαναφερόμενο τόπο και χρόνο με πειθώ και φορτικότητα τον έπεισαν να καταθέσει ενόρκως ενώπιον του Ειρηνοδίκη Μαραθώνα εν γνώσει του τα ψέματα που περιλαμβάνονται στη ..... ένορκη βεβαίωση, όπως αναλυτικά διαλαμβάνονται στην υπό στοιχείο 8 του παρόντος κατηγορία.
δ) Στο ..... στις 29-8-2003 με πρόθεση έπεισαν τον Χ8, ώστε εξεταζόμενος ενόρκως ως μάρτυρας ενώπιον αρχής αρμόδιας να ενεργεί ένορκη εξέταση, να καταθέσει εν γνώσει του ψέματα και συγκεκριμένα στον' προαναφερόμενο τόπο και χρόνο με πειθώ και φορτικότητα τον έπεισαν να καταθέσει ενόρκως ενώπιον του Ειρηνοδίκη Μαραθώνα εν γνώσει του τα ψέματα που περιλαμβάνονται στη ..... ένορκη βεβαίωση, όπως αναλυτικά διαλαμβάνονται στην υπό στοιχείο 9 του παρόντος κατηγορία.
Και ε) Στο ..... στις 29-8-2003 με πρόθεση έπεισαν τον Χ10, ώστε εξεταζόμενος ενόρκως ως μάρτυρας ενώπιον αρχής αρμόδιας να ενεργεί ένορκη εξέταση, να καταθέσει εν γνώσει του ψέματα και συγκεκριμένα στον προαναφερόμενο τόπο και χρόνο με πειθώ και φορτικότητα τον έπεισαν να καταθέσει ενόρκως ενώπιον του Ειρηνοδίκη Μαραθώνα εν γνώσει του τα ψέματα που περιλαμβάνονται στη ..... ένορκη βεβαίωση, όπως αναλυτικά διαλαμβάνονται στην υπό στοιχείο 11 του παρόντος κατηγορία.
3) Η Χ2 στην Αθήνα στις 17-3-2003 εξεταζόμενη ενόρκως ως μάρτυρας ενώπιον αρχής αρμόδιας να ενεργεί ένορκη εξέταση κατέθεσε εν γνώσει της ψέματα και συγκεκριμένα στον προαναφερόμενο τόπο και χρόνο καταθέτοντας ενόρκως ενώπιον της 18ης Πταισματοδίκη Αθηνών Αναστασοπούλου Δήμητρας στα πλαίσια έρευνας της από 27-2-2003 και με αρ. Α 2003/674 μηνύσεως του Χ3 με πρόθεση κατέθεσε εν γνώσει της ψέματα και ειδικότερα: "Ο μηνυτής (Χ3) είχε φτιάξει προ εικοσαετίας μία βάση για να φτιάξει σπίτι αλλά δεν έχτισε γιατί ξέσπασε εν τω μεταξύ η πυρκαγιά και φοβήθηκε και ποτέ δεν εμποδίστηκε από κανέναν". Όλα τα ανωτέρω όμως ήταν ψευδή και γνώριζε, ότι η αλήθεια είναι, ότι στο επίδικο εκδηλώθηκε μόνο μια πυρκαγιά το 1984 και καμία άλλη πυρκαγιά το 1996, ο δε Χ3 κατασκεύασε σε αυτό το έτος 1983 αυθαίρετα μια βάση από τσιμέντο για να κατασκευάσει κατοικία, που δεν ολοκληρώθηκε, επειδή τον εμπόδισαν οι εγκαλούντες και όχι, διότι ξέσπασε η δεύτερη πυρκαγιά και φοβήθηκε.
4) Ο Χ9 στο ..... στις 24-6-2003 εξεταζόμενος ενόρκως ως μάρτυρας ενώπιον αρχής αρμόδιας να ενεργεί ένορκη εξέταση, κατέθεσε εν γνώσει του ψέματα και συγκεκριμένα στον προαναφερόμενο τόπο και χρόνο με πρόθεση κατέθεσε ενόρκως ενώπιον του Ειρηνοδίκη Μαραθώνα εν γνώσει του τα ψέματα που περιλαμβάνονται στη .....ένορκη βεβαίωση και ειδικότερα: "Γνωρίζω ακόμη, ότι η οικογένεια Χ είναι κύριοι και νομείς μεταξύ άλλων, ενός κτήματος με ελιές και διάφορα άλλα δένδρα όπως συκιές, λεμονιές κ.λ.π. που βρίσκεται στη θέση .... ....., εκτάσεως 20 περίπου στρεμμάτων ... Το κτήμα αυτό η οικογένεια Χ το κληρονόμησε από τον Μ, σύζυγο της Χ1 και πατέρα των υπολοίπων αιτούντων. Ο Μ το κτήμα αυτό το είχε πάρει με συμβόλαιο από τον πατέρα του Λ, εδώ και πενήντα χρόνια, όπως μου είχε πει ο πεθερός μου Θ, τα αδέρφια του και οι ίδιοι οι αιτούντες και όπως γνωρίζουν όλοι οι ...... Στο κτήμα αυτό ο Χ3 το 1983 έφτιαξε μια τσιμεντένια βάση για να κτίσει, αλλά μετά την πυρκαγιά του 1984 δεν συνέχισε και από έλλειψη χρημάτων, αλλά και επειδή φοβήθηκε την πυρκαγιά του 1984 που έκαψε όλο το κτήμα και τα γειτονικά, μάλιστα δε, ξανακάηκε το 1996.... Ο Χ11 έχει κτήμα στον ..... ..... κοντά στο επίδικο ... Και φέτος και τις προηγούμενες χρονιές τις ελιές τις μάζεψε από ολόκληρο το κτήμα ο Χ3, βοηθούμενος και από εργάτες. Πρέπει να τονίσω ότι κανένας άλλος, εκτός από την οικογένεια Χ, δεν έχει κάνει πράξεις νομής στο κτήμα, ούτε βέβαια η Ζ, που μένει μόνιμα στην Αθήνα. Όλοι οι ντόπιοι ..... γνωρίζουν ότι το κτήμα στη θέση ..... ανήκει αποκλειστικά' στην οικογένεια Χ και προηγούμενα στον πατέρα τους και πριν από αυτόν στον παππού τους, Λ". Όλα τα ανωτέρω όμως ήταν ψευδή και γνώριζε, ότι η αλήθεια είναι η περιγραφόμενη στην υπό στοιχείο Α πράξη του κατηγορητηρίου και επιπλέον, ότι στο επίδικο εκδηλώθηκε μόνο μια πυρκαγιά. το 1984 και καμία άλλη πυρκαγιά το 1996, ο δε Χ3 κατασκεύασε σε αυτό το έτος 1983 αυθαίρετα μια βάση από τσιμέντο για να κατασκευάσει κατοικία, που δεν ολοκληρώθηκε, επειδή τον εμπόδισαν οι εγκαλούντες και όχι, διότι ξέσπασε η δεύτερη πυρκαγιά και φοβήθηκε.
5) Ο Χ8 στο ..... στις 29-8-2003 εξεταζόμενος ενόρκως ως μάρτυρας ενώπιον αρχής αρμόδιας να ενεργεί ένορκη εξέταση, κατέθεσε εν γνώσει του ψέματα και συγκεκριμένα στον προαναφερόμενο τόπο και χρόνο με πρόθεση κατέθεσε ενόρκως ενώπιον του Ειρηνοδίκη Μαραθώνα εν γνώσει του τα ψέματα που περιλαμβάνονται στη με αριθμ. ..... ένορκη βεβαίωση και ειδικότερα: "Στο ..... της περιοχής ..... ο πεθερός μου, Φ είχε ένα αγρό που δυτικά συνόρευε με ένα αγρό της πιο πάνω οικογενείας του Μ ... Το κτήμα της οικογένειας Μ έχει έκταση 20 περίπου στρεμμάτων και έχει μέσα 180-200 ελαιόδενδρα και μερικές συκιές και συνορεύει ανατολικά με το πιο πάνω κτήμα του πεθερού μου και με κτήματα των Τ και Ρ, δυτικά εν μέρει με δρόμο και εν μέρει με δάσος, βόρεια με δρόμο και μετά από αυτόν με θάλασσα και νότια με κτήματα Τ, Ρ και με δάσος Υ. Όπως έχω ακούσει από τον πεθερό μου και από άλλους ..... το κτήμα αυτό του Μ στο ..... ανήκε στον πατέρα του Λ, που το παραχώρησε στο γιο του Μ στην κατοχή και μετά του έκανε και συμβόλαιο. Ο παππούς Λ είχε τρία παιδιά, το Μ, τη Χ6 και την Χ7, τους μοίρασε την κτηματική του περιουσία και το κτήμα στο ..... το έδωσε στο γιο του Μ. Στον αγρό εκτός από τις ελιές, καλλιεργούσαν παλιά και σιτηρά και γενικά στην καλλιέργεια του κτήματος αυτού βοηθούσαν και τα πεθερικά του Μ, αλλά και τα αδέλφια της γυναίκας Θ, ΘΘ και Χ11, και βέβαια ασχολούνταν και η γυναίκα του Χ1. Αυτά γίνονταν κυρίως, όταν ο Μ έμενε στην Αθήνα, όπου και εργαζόταν. Μετά το θάνατο του Μ προ 30 ετών περίπου, το κτήμα το καλλιεργούν και γενικά το επιμελούνται η οικογένεια του, η γυναίκα του που μένει στον ..... και τα παιδιά του, που ήδη έχουν παντρευτεί και βοηθάνε και οι γαμπροί, αλλά παίρνουν και εργάτες. Με το κτήμα αυτό ασχολείται κυρίως ο Χ3 και για λογαριασμό της μητέρας του και των αδελφών του. Αυτοί συρματόπλεξαν αρχικά το κτήμα και μετά ο Χ3 το χάλασε και έφτιαξε μάνδρα με τσιμέντο βορεινά, όπου έκανε και σιδερένια πόρτα και εν μέρει δυτικά. Το κτήμα αυτό, όπως και άλλα στην περιοχή ..... έπιασε φωτιά και στο κτήμα Χ κάηκαν σχεδόν όλα τα ελαιόδενδρα. Αυτό έγινε το 1984 και μάλιστα κάηκε και το κτήμα του πεθερού μου. Η οικογένεια Χ με τη βοήθεια και άλλων με συνεχή κλαδέματα επανέφεραν το κτήμα και ύστερα από 4-5 χρόνια άρχιζε να καρπίζει κανονικά, όπως γίνεται συνήθως, όταν το περιποιηθείς...... Το κτήμα Χ και μερικά ακόμη στο ..... έπιασαν πάλι φωτιά το 1996 από το σκουπιδότοπο της Κοινότητας και επλήγησαν στο κτήμα αυτό τα μισά περίπου ελαιόδενδρα, αλλά η οικογένεια Χ με συνεχή πάλι κλαδέματα κατάφερε τα πληγέντα δένδρα από πρόπερσι να καρπίζουν. Μόνο την οικογένεια Χ βλέπουμε σ' αυτό το κτήμα και κανένα άλλον και όλοι οι ..... γνωρίζουμε, ότι το κτήμα αυτό στο ..... ανήκει αποκλειστικά στην οικογένεια του Μ". Όλα τα ανωτέρω όμως ήταν ψευδή και γνώριζε, ότι η αλήθεια είναι η περιγραφόμενη στην υπό στοιχείο Α πράξη του κατηγορητηρίου και επιπλέον, ότι στο επίδικο εκδηλώθηκε μόνο μια πυρκαγιά το 1984 και καμία άλλη πυρκαγιά το 1996, ο δε Χ3 κατασκεύασε σε αυτό το έτος 1983 αυθαίρετα μια βάση από τσιμέντο για να κατασκευάσει κατοικία, που δεν ολοκληρώθηκε, επειδή τον εμπόδισαν οι εγκαλούντες και όχι, διότι ξέσπασε η δεύτερη πυρκαγιά και φοβήθηκε.
6) Ο Χ7 στην Αθήνα στις 31-10-2002 με πρόθεση εξεταζόμενος ενόρκως ως μάρτυρας ενώπιον αρχής αρμόδιας να ενεργεί ένορκη εξέταση, κατέθεσε εν γνώσει του ψέματα και συγκεκριμένα στον παραπάνω τόπο και χρόνο κατέθεσε ενόρκως ενώπιον του Αντεισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών Δημητρίου Παϊκόπουλου στα πλαίσια της εκδίκασης της με αριθμ. 59/2002 αίτησης ασφαλιστικών μέτρων της Ζ κατά της Κοινότητας ..... τα ψευδή γεγονότα που περιλαμβάνονται στα με αριθμ. 4/2003 πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών και ειδικότερα να καταθέσει: "...Το 1983 ο 1ος παρεμβαίνων, Χ3, έβγαλε άδεια οικοδομής από την Πολεοδομία για να κτίσει εντός του. ακινήτου. Οι εργασίες ξεκίνησαν αλλά διεκόπησαν χωρίς να γνωρίζω για ποιο λόγο... Στο κτήμα έχω να πάω περίπου ένα χρόνο. Απ' ότι γνωρίζω η πόρτα του ακινήτου μέχρι πρόσφατα λειτουργούσε..". Όλα τα παραπάνω ήταν ψευδή και αυτός τελούσε εν γνώσει της αναληθείας τους. Τα δε αληθή, τα οποία γνώριζε είναι ότι, ο Χ3 κατασκεύασε στο επίδικο το έτος 1983 αυθαίρετα μια βάση από τσιμέντο για να κατασκευάσει κατοικία που δεν ολοκληρώθηκε, επειδή τον εμπόδισαν οι εγκαλούντες. Επίσης τότε κατασκεύασε ένα μαντρότοιχο και μία σιδερένια πόρτα. Μόλις οι εγκαλούντες έλαβαν γνώση αυτών των ενεργειών πήγαν στον .....,σταμάτησαν τη διαδικασία τοποθέτησης της κλειδαριάς, απέβαλαν το Χ3 και έκτοτε χρησιμοποιούν οι ίδιοι την πόρτα. Από το 1997 οι εγκαλούντες κλείδωσαν την πόρτα με χοντρή αλυσίδα και λουκέτο και δεν ξανανοίχτηκε μέχρι τον Αύγουστο του 2003.
7) Ο Χ10 στο ..... στις 29-8-2003 με πρόθεση εξεταζόμενος ενόρκως ως μάρτυρας ενώπιον αρχής αρμόδιας να ενεργεί ένορκη εξέταση, κατέθεσε εν γνώσει του ψέματα και συγκεκριμένα στον προαναφερόμενο τόπο και χρόνο κατέθεσε ενόρκως ενώπιον του Ειρηνοδίκη Μαραθώνα εν γνώσει του τα ψέματα που περιλαμβάνονται στη ..... ένορκη βεβαίωση και ειδικότερα: "Όπως γνωρίζω από τον πατέρα μου και τους άλλους συγγενείς, ο Λ, πατέρας του Μ και παππούς των παραπάνω εξαδέλφων μου, του είχε δώσει του Μ από παλιά ένα αγρόκτημα στη θέση ..... ..... είκοσι περίπου στρεμμάτων, που έχει μέσα 200 περίπου ελαιόδενδρα, μερικές συκιές κι άγριες λεμονιές και ένα πεύκο. Ο παππούς Λ, όπως μου είπε ο πατέρας μου, το κτήμα αυτό το έκανε στο γιο του και με συμβόλαιο. Όταν ο Μ έμενε στην Αθήνα, το καλλιεργούσαν και μάλιστα παλιά και με στάρια, δηλαδή το έσπερναν, κλάδευαν τις ελιές και μάζευαν τον ελαιόκαρπο, συχνά δε ερχόταν στον ..... και η θεία μου Χ1, ο πατέρας μου και οι θείοι μου Χ11 και ΘΘ, ακόμη και οι γονείς του πατέρα μου, βοήθαγε δε και η θεία μου Χ1. Το κτήμα αυτό συνορεύει προς ανατολάς με κτήματα Φ, Τ και Ρ, βόρεια με δρόμο και πιο πέρα με θάλασσα, δυτικά εν μέρει με δρόμο και εν μέρει με δάσος και νότια με ιδιοκτησίες Τ, Ρ και δάσος Υ. Το κτήμα αυτό είχε περίφραξη με σύρμα, που την είχε κάνει η οικογένεια Μ και ο εξάδελφος μου Χ3 τη χάλασε και έκανε νέα από μπετόν στο βοριά, όπου έβαλε και σιδερένια πόρτα και εν μέρει δυτικά. Στο κτήμα αυτό ο Χ3 το 1983 έφτιαξε μία τσιμεντένια βάση για να κτίσει και μάλιστα τη βάση αυτή την ανοίξαμε μαζί με το γαμπρό μου από αδελφή, Χ9, με δικά μας μηχανήματα, ανοίξαμε βόθρο και ισοπεδώσαμε διάφορες ανωμαλίες στο κτήμα με τη μπουλντόζα μας. Το κτίσιμο όμως ο Χ3 δεν το συνέχισε, γιατί όλο το κτήμα αυτό και η γύρω περιοχή κάηκε από την πυρκαγιά του 1984 με συνεχή όμως κλαδέματα των ελαιοδένδρων στο κτήμα αυτό η οικογένεια Χ και με τη βοήθεια του θείου μου ΘΘ, Σ και Ω, το επανέφεραν και ύστερα από 4-5 χρόνια άρχιζε να καρπίζει κανονικά, όπως γίνεται αν το κτήμα το κλαδεύουν κανονικά. Το κτήμα αυτό κάηκε πάλι από φωτιά του σκουπιδότοπου της Κοινότητας και επλήγησαν τα μισά περίπου ελαιόδενδρα, αλλά η οικογένεια Χ με συνεχή κλαδέματα έκαναν να καρπίσουν τα καμένα από την πυρκαγιά του 1996 από πρόπερσι. Το κτήμα αυτό το επιμελείται κυρίως ο Χ3 με τη μητέρα του για λογαριασμό βέβαια και των αδελφών του, αυτός μαζεύει τις ελιές, που τον βοηθούν όταν μπορούν οι αδελφές του Χ2 και Χ5 με τους άνδρες του, αλλά παίρνει και εργάτες. Οι ελιές του κτήματος αυτού οι περισσότερες είναι παλιές. Κοντά στο κτήμα αυτό έχει κτήμα ο θείος μου Χ11. Η θεία μου Χ1 πήρε αποζημίωση για τις πυρκαγιές στο κτήμα ....., όπως παίρνει και την επιδότηση για το λάδι. Εμείς όλοι οι συγγενείς και όλοι οι ..... γνωρίζουμε, ότι το κτήμα στη θέση ....., ανήκει αποκλειστικά στην οικογένεια του Μ και σε κανένα άλλον και οι συγγενείς του πατέρα τους δεν έκαναν ποτέ καμία πράξη νομής στο κτήμα αυτό, παρά μόνο η οικογένεια Μ και πριν ο Μ και ο πατέρας του, Λ". Όλα τα ανωτέρω όμως ήταν ψευδή και γνώριζε, ότι η αλήθεια είναι η περιγραφόμενη στην υπό στοιχείο Α πράξη του κατηγορητηρίου και επιπλέον, ότι στο επίδικο εκδηλώθηκε μόνο μια πυρκαγιά το 1984 και καμία άλλη πυρκαγιά το 1996, ο δε Χ3 κατασκεύασε σε αυτό το έτος 1983 αυθαίρετα μια βάση από τσιμέντο για να κατασκευάσει κατοικία, που δεν ολοκληρώθηκε, επειδή τον εμπόδισαν οι εγκαλούντες και όχι, διότι ξέσπασε η δεύτερη πυρκαγιά και φοβήθηκε.
Και 8) Ο Χ3 στην Αθήνα στις 17-3-2003 με περισσότερες από μία πράξεις που αποτελούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος με πρόθεση προκάλεσε σε άλλους την απόφαση να τελέσουν την άδικη πράξη της ψευδορκίας μάρτυρα, την οποία τέλεσαν και ειδικότερα με πειθώ και φορτικότητα έπεισε τη Χ2 και το Χ11, ώστε εξεταζόμενοι ενόρκως ως μάρτυρες ενώπιον αρχής αρμόδιας να ενεργεί ένορκη εξέταση, να καταθέσουν εν γνώσει τους ψέματα και συγκεκριμένα στον προαναφερόμενο τόπο και χρόνο τους έπεισε να καταθέσουν ενόρκως ενώπιον της 18ης Πταισματοδίκη Αθηνών Αναστασοπούλου Δήμητρας, στα πλαίσια έρευνας της από 27-2-2003 και με αρ. Α2003/674 μηνύσεως του, τα ακόλουθα: α) η Χ2: "Ο μηνυτής (Χ3) είχε φτιάξει προ εικοσαετίας μία βάση για να φτιάξει σπίτι, αλλά δεν έχτισε γιατί ξέσπασε εν τω μεταξύ η πυρκαγιά και φοβήθηκε και ποτέ δεν εμποδίστηκε από κανέναν", β) ο Χ11: "Ο μηνυτής (Χ3) έβγαλε άδεια να χτίσει σπίτι μέσα στο επίδικο και έφτιαξε και μια μάνδρα από τσιμέντο στη βόρεια πλευρά και ένα κομμάτι μικρό (ανατολικά)... έχει τώρα μια βάση που έφτιαξε προ εικοσαετίας για να χτίσει και επειδή δύο φορές έχει πάρει φωτιά το κτήμα ο μηνυτής φοβήθηκε να κτίσει και έφτιαξε το σπίτι στον .....". Όλα τα ανωτέρω όμως ήταν ψευδή και γνώριζε, ότι η αλήθεια είναι, ότι στο επίδικο εκδηλώθηκε μόνο μια πυρκαγιά το 1984 και καμία άλλη πυρκαγιά το 1996, ο δε Χ3 κατασκεύασε σε αυτό το έτος 1983 αυθαίρετα μια βάση από τσιμέντο για να κατασκευάσει κατοικία, που δεν ολοκληρώθηκε, επειδή τον εμπόδισαν οι εγκαλούντες και όχι, διότι ξέσπασε η δεύτερη πυρκαγιά και φοβήθηκε..........".
Κατά του άνω βουλεύματος άσκησαν οι ανωτέρω τις υπ'αριθμ. 120, 119, 118, 121 και 122/2008, αντίστοιχα, αναιρέσεις και δη ταυτόσημες, ενώπιον του γραμματέα βουλευμάτων του Εφετείου Αθηνών δια του αυτού πληρεξουσίου δικηγόρου στις 18-6-2008, ήτοι εμπρόθεσμες και νομότυπες, παραπονούμενοι για:
α) Παράλειψη παραθέσεως των οικείων άρθρων του ΠΚ, β) 'Ελλειψη αιτιολογίας και δη "δεν αναφέρει πώς προέκυψε το δήθεν περιουσιακό τους όφελος και η επιδιωχθείσα ζημία των 73.000 Ευρώ, ούτε ακόμη αν αφορά την αξία ολόκληρου του επιδίκου ακινήτου ή του τυχόν μεριδίου.......". Επίσης δεν αιτιολογείται ο δόλος τους, η παράσταση ψευδών γεγονότων και -σε σχέση με τους μάρτυρες- με ποιόν τρόπο έπεισαν τους μάρτυρες να καταθέσουν ψευδή γεγονότα.
ΙΙ) Επειδή, μη απαιτουμένης για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της απάτης, της ταυτότητας πλανωμένου (=εξαπατωμένου) και ζημιωθέντος (βλ. ΑΠ 1452/2006, ΑΠ 2078/2005, ΑΠ 1750/2001, ΑΠ 164/2001 κ.α), απάτη μπορεί να τελεστεί και σε πολιτική δίκη, η οποία έχει ως αντικείμενο περιουσιακό, με παραπλάνηση του δικαστή οσάκις υποβάλλεται σ'αυτόν αίτηση προς παροχή έννομης προστασίας και η οποία υποστηρίζεται με επίκληση και προσαγωγή εν γνώσει ψευδών κατ'ουσίαν αποδεικτικών μέσων, με τα οποία παραπλανάται ο δικαστής και εκδίδει απόφαση με την οποία επέρχεται βλάβη στην περιουσία του αντιδίκου (βλ. ΑΠ 1452/2006, ΑΠ 2078/2005, ΑΠ 1109/2005, ΑΠ 45/2001, ΑΠ 1348/2000, ΑΠ 2159/2003 κ.α., Μπουρόπουλο Ερμ. ΠΚ τομ. γ σελ. 80, Μυλωνόπουλο- Ποινικό Δίκαιο (2006) σελ. 496 επ.). Τέτοια ψευδή αποδεικτικά μέσα είναι και οι (ψευδο-) μάρτυρες (βλ. ΑΠ 45/2001, ΑΠ 94/97, ΑΠ 354/98 κ.α.) γνήσια έγγραφα αλλά αναληθή κατά περιεχόμενο (βλ. ΑΠ 1348/2000, ΑΠ 144/2002, ΑΠ 1750/2001 κ.α.).
Εάν, στην άνω περίπτωση παραπλανηθεί ο δικαστής και δεν εκδώσει απόφαση σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του αιτούντος διαδίκου υπάρχει απόπειρα απάτης (βλ. ΑΠ 1452/2006, ΑΠ 1348/2000, ΑΠ 830/2004, ΑΠ 1109/2005 κ.α.). Σε περίπτωση δε που τ' ανωτέρω επανελήφθησαν ενώπιον πλειόνων του ενός δικαστηρίων, έχουμε κατεξακολούθηση τέλεση, έστω και αν προσβάλλεται η ίδια περιουσία (ΑΠ 1516/2001 Ποιν.Λόγος 1939), αφού εκδίδεται, ή θα εκδιδόταν αυτοτελής απόφαση.
Κατά τη διάταξη του άρθρου 386 § 3 εδ. β' Π.Κ. -όπως αντικ. με το άρθρο 14 § 4 ν. 2721/99-Επιβάλλεται κάθειρξη μέχρι δέκα ετών "αν το περιουσιακό όφελος ή η προξενηθείσα ζημία υπερβαίνει συνολικά το ποσό των είκοσι πέντε εκατομμυρίων (25.000.000) δραχμών = 73.000 ευρώ". Επομένως αρκεί το άνω συνολικό ποσό να υπερβαίνει είτε το όφελος είτε η ζημία (βλ. και ΑΠ 1983/2001 ΠΧρΝΒ 787, ΑΠ 829/2001 ΠΧρ ΝΒ 314). Εξ άλλου, όπως γίνεται γενικά δεκτόν, για τη στοιχειοθέτηση απόπειρας απάτης δεν απαιτείται η επέλευση της ζημίας, πολλώ μάλλον του οφέλους, αλλ'αρκεί η επιδίωξη του παρανόμου περιουσιακού οφέλους που επέρχεται με βλάβη της περιουσίας άλλου. Επί τελέσεως της απάτης από κοινού, για τον υπολογισμό του οφέλους ή της ζημίας, λαμβάνεται υπόψη το όλο, το σύνολο αυτών, αφού αυτό άπαντες επεδίωκαν (πρβλ. άρθρο 45 ΠΚ), το αυτό όταν τελείται σε βάρος πλειόνων (πρβλ. ΑΠ 372/94 ΠΧρ ΜΔ 511).
Εξ άλλου απόπειρα απάτης και δη διακεκριμένη υπάρχει και όταν επιδιώκει κάποιος ή κάποιοι -όταν ενεργούν από κοινού- όφελος άνω των 73.000 ευρώ, χωρίς ν'απαιτείται και η επέλευση της ζημίας (βλ. Μυλωνόπουλο Ποινικό Δίκαιο (2006) σελ. 536).
Επειδή το παραπεμπτικό βούλευμα έχει την απαιτουμένη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία όταν εκτίθεται σ'αυτό με σαφήνεια πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ανάκριση και στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του συμβουλίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος για το οποίο χώρησε η παραπομπή, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία προέκυψαν τα άνω πραγματικά περιστατικά, καθώς και οι σκέψεις και οι συλλογισμοί με βάση τους οποίους το συμβούλιο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι από τα προκύψαντα πραγματικά περιστατικά προκύπτουν σοβαρές ενδείξεις για την παραπομπή του κατηγορουμένου στο ακροατήριο (βλ. ΑΠ 1967/2006, ΑΠ 1459/2004, ΑΠ 1310/96 κ.α.). Η ως άνω αιτιολογία αρκεί ότι εμπεριέχεται στην οικεία εισαγγελική πρόταση, στην οποία αναφέρεται εξ ολοκλήρου το συμβούλιο, ήτοι του Εισαγγελέα Εφετών από το συμβούλιο Εφετών (βλ. ΑΠ 1359/94, ΑΠ 1390/2001, ΑΠ 2253/2002, ΑΠ 1401/2003, ΑΠ 826/2004 κ.α.). Τέλος λόγο αναιρέσεως δεν συνιστά η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, ούτε η παράλειψη αναφοράς των κατ'ιδίαν αποδεικτικών μέσων και τι προέκυψε από το καθένα.
Ενόψει των ανωτέρω το προσβαλλόμενο βούλευμα περιέχει την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία αφού αναφέρει με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν και στοιχειοθετούν την από κοινού τέλεση του εγκλήματος της απόπειρας απάτης κατεξακολούθηση, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία προέκυψαν τα πραγματικά αυτά περιστατικά, καθώς και τις σκέψεις - συλλογισμούς με βάση τους οποίους προέκυψαν αποχρώσες ενδείξεις ενοχής των αναιρεσειόντων κατηγορουμένων. Ειδικώτερα, σαφώς αναφέρεται ότι ενήργησαν από κοινού (χωρίς να απαιτείται και ειδικώτερος προσδιορισμός των κατ'ιδίαν πράξεων εκάστου, πράγμα άλλωστε και που προκύπτει) και με σκοπό να περιποιήσουν στους εαυτούς τους παράνομο περιουσιακόν όφελος και δη την απόκτηση κυριότητας ολοκλήρου του επιδίκου ακινήτου και του οποίου η επί πλέον γι'αυτούς (και όχι όλου του ακινήτου) αξία υπερβαίνει συνολικά το ποσό των 73.000 ευρώ με αντίστοιχη βλάβη των εγκαλούντων, ότι χρησιμοποίησαν προς τούτο αποδεικτικά μέσα -τα οποία και αναφέρει αναλυτικά- και ότι ήσαν εν γνώσει τόσο του παρανόμου του περιουσιακού οφέλους όσο και των ψευδών αποδεικτικών μέσων, η δε μη επέλευση του οφέλους -ζημίας οφείλεται σε λόγους ανεξάρτητους της θελήσεως τους, ήτοι διότι δεν παραπλανήθηκαν τα άνω δικαστήρια. 'Ετσι οι λόγοι αναίρεσης (πλην του πρώτου που είναι απαράδεκτος διότι δεν προβλέπεται τέτοιος λόγος από το άρθρο 484 § 1 Κ.Ποιν.Δ., ο δε παλαιότερα υφιστάμενος έχει ήδη καταργηθεί με το άρθρο 42 § 1 ν. 3160/2003) είναι αβάσιμοι. Ενόψει όμως του ότι οι υπό κρίση αναιρέσεις είναι τυπικά δεκτές (στρέφονται δε και κατά του μέρους του παραπεμπτικού βουλεύματος που αναφέρεται στη πράξη της ψευδορκίας) και δεδομένου ότι από του χρόνου τελέσεως των πράξεων της ψευδορκίας μάρτυρα και ηθικής αυτουργίας σ'αυτές έχει περάσει ήδη πλήρης πενταετία, ήτοι έχει παρέλθη ο χρόνος παραγραφής αυτών, πρέπει να παύσει οριστικά η γι'αυτές ασκηθείσα ποινική δίωξη για όλους τους κατηγορουμένους, αφού η παραγραφή είναι θεσμός δημόσιας τάξης και λαμβάνεται υπόψη αυτεπαγγέλτως σε κάθε στάση της δίκης -310 § 1, 370 Κ.Π.Δ., η δε διάταξη του άρθρου 511 Κ.Π.Δ. δεν ισχύει επί βουλευμάτων αλλά μόνο επί αποφάσεων.
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Προτείνω όπως απορριφθούν οι 120, 199, 118, 121 και 122/2008 αναιρέσεις των Χ1, Χ2, Χ3, Χ4, Χ5 κατά του υπ'αριθμ. 978/2008 βουλεύματος του συμβουλίου Εφετών Αθηνών, -να επιβληθούν τα έξοδα σε βάρος αυτών, αναιρεθεί το άνω βούλευμα σε σχέση με τις πράξεις τις ψευδορκίας και ηθικής αυτουργίας σ'αυτή για όλους τους κατηγορουμένους και να παύσει οριστικώς η ασκηθείσα γι'αυτές ποινική δίωξη.
Αθήνα 17 Σεπτεμβρίου 2008
Ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου " Αθανάσιος Κονταξής"
Αφού άκουσε τον Αντεισαγγελέα, που αναφέρθηκε στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση και έπειτα αποχώρησε.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Αθηνών, με το υπ' αριθμ. 2830/2007 βούλευμά του, παρέπεμψε στο ακροατήριο του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών τους 1) Χ1, 2) Χ2, 3) Χ3, 4) Χ4, 5) Χ5, 6) Χ7 7) Χ8, 8) Χ9 και 9) Χ10 για να δικαστούν ως υπαίτιοι τελέσεως α) απόπειρας απάτης, από κοινού, κατ' εξακολούθηση, ενώπιον του Δικαστηρίου, από την οποία το περιουσιακό όφελος και η αντίστοιχη ζημία υπερβαίνουν το ποσό των 73.000 ευρώ, συνολικά (οι πέντε πρώτοι απ' αυτούς), β) ψευδορκίας μάρτυρα(οι τέσσερις τελευταίοι) και γ) ηθικής αυτουργίας σε ψευδορκία (οι πέντε πρώτοι). Κατά του βουλεύματος αυτού άσκησαν εφέσεις οι πέντε πρώτοι και το Συμβούλιο Εφετών με το υπ' αριθμ. 978/2008 βούλευμα του, αφού έπαυσε οριστικά την ποινική δίωξη αυτών και των μη ασκησάντων εφέσεις αυτουργών, για τις μερικότερες πράξεις της ψευδορκίας και ηθικής αυτουργίας σ' αυτές, που αναφέρονται σ' αυτό, απέρριψε, κατά τα λοιπά, τις εφέσεις και επικύρωσε το πρωτόδικο βούλευμα, για τις υπόλοιπες πράξεις. Κατά του βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών ασκήθηκαν νομίμως και εμπροθέσμως από τους πέντε πρώτους κατηγορουμένους, αντιστοίχως, οι αιτήσεις αναιρέσεως με αριθμ. 120, 119, 118, 121, και 122/2008, ο ι οποίες, λόγω της συνάφειάς των, πρέπει να συνεκδικαστούν.
Κατά το άρθρο 386 παρ. 1 του ΠΚ απάτη διαπράττει, όποιος με σκοπό να αποκομίσει αυτός η άλλος παράνομο περιουσιακό όφελος βλάπτει ξένη περιουσία, πείθοντας κάποιον σε πράξη παράλειψη ή ανοχή με την εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθών ή την αθέμιτη απόκρυψη ή αποσιώπηση αληθινών γεγονότων. Ένεκα της μη αναγκαίας ταύτισης του προσώπου που απατήθηκε και εκείνου που υπέστη τη βλάβη, η απάτη μπορεί να διαπραχθεί και με την παραπλάνηση του δικαστή που δικάζει σε πολιτική δίκη, που αποτελεί ειδικότερη μορφή της απάτης του άρθρου 386 ΠΚ και στοιχειοθετείται όταν ο διάδικος σε πολιτική δίκη, όχι μόνο προβάλλει ψευδή πραγματικό ισχυρισμό, αλλά ταυτόχρονα προσκομίζει προς υποστήριξη του, εν γνώσει του, ψευδή αποδεικτικά μέσα (στα οποία συμπεριλαμβάνονται και οι ψευδομάρτυρες), με τα μέσα δε αυτά παραπλανά το δικαστήριο και εκδίδει δυσμενή για την περιουσία του αντιδίκου του δικαστική απόφαση. Θεωρείται ως τετελεσμένη η απάτη αυτή όταν το δικαστήριο που παραπλανάται από το διάδικο με την υποβολή των ψευδών αποδεικτικών μέσων εκδίδει οριστική απόφαση δυσμενή για τον αντίδικο του, σε απόπειρα δε όταν το δικαστήριο δεν πείθεται απ' αυτόν και απορρίπτει τον ψευδή ισχυρισμό του. Σε περίπτωση κατά τη οποία τα παραπάνω επανελήφθησαν ενώπιον πλειόνων του ενός δικαστηρίων, θεμελιώνεται κατ' εξακολούθηση τέλεση της απάτης, έστω και αν προσβάλλεται η ίδια περιουσία, αφού σε καθεμιά περίπτωση εκδίδεται ή θα εκδιδόταν αυτοτελής απόφαση. Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 386 & 3 εδ. β' ΠΚ, επιβάλλεται κάθειρξη μέχρι δέκα ετών αν το περιουσιακό όφελος ή η προξενηθείσα ζημία υπερβαίνει το ποσό των εβδομήντα τριών χιλιάδων (73000) ευρώ, όταν δε η απάτη τελείται από κοινού, για τον υπολογισμό του οφέλους ή της ζημίας λαμβάνεται υπόψη το σύνολο αυτών, αφού αυτό όλοι επεδίωκαν, το ίδιο δε ισχύει και όταν η απάτη τελείται σε βάρος πλειόνων. Περαιτέρω απόπειρα απάτης και μάλιστα διακεκριμένης υπάρχει και όταν επιδιώκει κάποιος ή κάποιοι, (στην περίπτωση που ενεργούν από κοινού) όφελος άνω των 73000 ευρώ, δίχως να απαιτείται και η επέλευση της ζημίας. Τέλος, κατά τη διάταξη του άρθρου 45 ΠΚ, αν δύο ή περισσότεροι τέλεσαν από κοινού αξιόποινη πράξη, καθένας τους τιμωρείται ως αυτουργός της πράξης. Εξάλλου το παραπεμπτικό βούλευμα έχει την επιβαλλόμενη από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος καl 139 ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 484 παρ. 1 στοιχ. δ' του ως άνω Κώδικα λόγο αναίρεσης, όταν αναφέρονται σ' αυτό με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ανάκριση ή την προανάκριση σχετικά με τα υποκειμενικά στοιχεία του εγκλήματος, οι αποδείξεις επί των οποίων θεμελιώνονται τα περιστατικά αυτά, καθώς και οι σκέψεις με τις οποίες το Συμβούλιο υπήγαγε τα περιστατικά αυτά στην εφαρμοσθείσα ουσιαστική ποινική διάταξη και έκρινε ότι προέκυψαν επαρκείς ενδείξεις για την πραγμάτωση του εγκλήματος και την παραπομπή του κατηγορουμένου στο ακροατήριο. Η ως άνω αιτιολογία αρκεί ότι περιέχεται στην εισαγγελική πρόταση, στην οποία αναφέρεται εξ ολοκλήρου το συμβούλιο δηλαδή του Εισαγγελέα Εφετών. Περαιτέρω ο, από το άρθρο 484 παρ. 1 στοιχ. β' ΚΠΔ, λόγος αναίρεσης ιδρύεται όταν εσφαλμένως εφαρμόστηκε ή ερμηνεύτηκε στο βούλευμα ουσιαστική ποινική διάταξη. Περίπτωση εσφαλμένης εφαρμογής της ουσιαστικής ποινικής διάταξης υπάρχει όταν το Συμβούλιο δεν υπήγαγε ορθώς τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε, όπως και όταν έγινε εκ πλαγίου παραβίαση της εφαρμοσθείσας διάταξης, ήτοι όταν δεν αναφέρονται στο βούλευμα κατά τρόπο σαφή, πλήρη και χωρίς λογικά κενά τα προκύψαντα πραγματικά περιστατικά ή κατά την έκθεση αυτών υπάρχει αντίφαση είτε στην ίδια την αιτιολογία είτε μεταξύ αυτής και του διατακτικού, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος περί της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε το βούλευμα στερείται νόμιμης βάσης. Εσφαλμένη δε ερμηνεία της εφαρμοσθείσας ουσιαστικής ποινικής διάταξης υφίσταται όταν το Συμβούλιο αποδίδει σ' αυτή έννοια διαφορετική από εκείνη που πραγματικά έχει. Στην προκειμένη περίπτωση όπως προκύπτει από το προσβαλλόμενο βούλευμα, το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, που το εξέδωσε, έκρινε με επιτρεπτή αναφορά στην ενσωματωμένη στο βούλευμα πρόταση του Εισαγγελέα Εφετών ότι, από τα αποδεικτικά μέσα που προσδιορίζονται και συγκεκριμένα, από τις καταθέσεις των μαρτύρων, τα έγγραφα σε συνδυασμό με τις απολογίες των κατηγορουμένων, προέκυψαν τα εξής: Ια) Οι κατηγορούμενοι Χ1, Χ2, Χ3, Χ4 και Χ5, στους παρακάτω αναφερόμενους χρόνους και τόπους, από κοινού ενεργώντας, με περισσότερες από μία πράξεις, που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος, με πρόθεση, έχοντας αποφασίσει να εκτελέσουν την άδικη πράξη της απάτης επί Δικαστηρίω, δηλ. έχοντας αποφασίσει με σκοπό να αποκομίσουν παράνομο περιουσιακό όφελος, να βλάψουν ξένη περιουσία πείθοντας κάποιον σε πράξη με την εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών, επιχείρησαν πράξη που περιείχε τουλάχιστον αρχή εκτέλεσης, πλην όμως ο εγκληματικός τους σκοπός δεν ολοκληρώθηκε από αίτια εξωτερικά και ανεξάρτητα της θελήσεως τους, με την πράξη τους δε αυτή σκόπευαν την πρόκληση συνολικής ζημίας ανώτερης του ποσού των 73.000 ευρώ. Ειδικότερα: 1) Στην Αθήνα στις 23-9-2003 κατά τη συζήτηση των με αριθμ. έκθεσης κατάθεσης ..... και ..... κλήσεων ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με τις. οποίες επανέφεραν προς συζήτηση την από 30-3-1982 με αριθμ. έκθ. καταθ. 3842/1982 διεκδικητική αγωγή τους ως προς τους εναγομένους- καθών η κλήση Α, Β, Γ, Δ (με την πρώτη κλήση) καθώς και Ε (με τη δεύτερη κλήση) και κατά τη συνεκδίκαση αυτών με τη με αριθμ. έκθ. καταθ. 1260/2003 κύρια παρέμβαση των Ζ και Η που στρεφόταν εναντίον τους και εναντίον όλων των λοιπών καθ ων οι ως άνω κλήσεις, ενεργώντας από κοινού κατόπιν συναπόφασης, κατέθεσαν ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου τις από 1-9-2003 προτάσεις τους με τις οποίες, με σκοπό να αποκομίσουν παράνομο περιουσιακό όφελος, εν γνώσει τους επικαλέστηκαν όσα ψευδή αναφέρονταν και στην 3482/1982. διεκδικητική αγωγή τους και εν γνώσει τους προσήγαγαν ενώπιον των δικαστών του παραπάνω δικαστηρίου ψευδή αποδεικτικά μέσα, επιχειρώντας με τις ως άνω ψευδείς παραστάσεις και αποδεικτικά μέσα να τους πείσουν να κάνουν δεκτή την ως άνω αγωγή τους και να απορρίψουν την προαναφερθείσα κυρία παρέμβαση των εγκαλούντων. Συγκεκριμένα με τις παραπάνω προτάσεις παρέστησαν ενώπιον των δικαστών του Πολυμελούς Πρωτοδικείου τα ακόλουθα ψευδή ως αληθινά: ότι είναι οι αποκλειστικοί εξ αδιαιρέτου συγκύριοι, συννομείς και συγκάτοχοι ενός αγρού εκτάσεως 18.160 τ.μ. τουλάχιστον, που βρίσκεται στη θέση "....." ....., ότι ο παραπάνω αγρός ανήκε στον προπάππο τους Κ από το έτος 1880, ότι τον παραπάνω αγρό δώρισε ο προπάππος τους Κ ατύπως στο γιό του και κοινό τους πάππο Λ το έτος 1905, ότι τον αγρό αυτό ο τελευταίος τον μεταβίβασε ατύπως στο Κ το 1939, ότι τον παραπάνω αγρό δώρισε ο Λ στο Μ το 1953 δυνάμει του με αριθμ. ..... συμβολαίου του συμβολαιογράφου Αθηνών Απόστολου Ζέρβα, ότι ο εν λόγω αγρός περιήλθε ολόκληρος στην αποκλειστική νομή και κυριότητά τους από το 1971, όταν απεβίωσε ο πατέρας τους Μ, δυνάμει της με αριθμ. ..... διαθήκης του και ότι έκτοτε (οι κατηγορούμενοι) ασκούσαν αποκλειστικά πράξεις νομής και κατοχής επ' αυτού. Όλα τα ανωτέρω όμως ήταν ψευδή, ενώ τα αληθή, τα οποία γνώριζαν, ήταν ότι το επίδικο ακίνητο ανήκε στη Μονή ..... έως το 1940, οπότε και διαλύθηκε για να περιέλθει στην κυριότητα της Ι.M. ..... . Ο Λ, παππούς των εγκαλούντων, υπέγραψε το 1940 με την προαναφερθείσα Μονή αγρομισθωτική σύμβαση και της κατέβαλε το 15% των ακαθάριστων εσόδων του από το ακίνητο. Το 1952 υπεγράφη σύμβαση μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της Εκκλησίας της Ελλάδας με την οποία εξαγοράστηκε το επίδικο από το Δημόσιο, το οποίο και το έθεσε υπό τη διαχείριση του Υπουργείου Γεωργίας. Ο Λ υπέβαλε αίτηση να του παραχωρηθεί η κυριότητα ως έχων επί του επιδίκου ακινήτου εμφυτευτικά δικαιώματα και όχι δικαίωμα κυριότητας. Η Α' Επιτροπή Απαλλοτριώσεων αναγνώρισε κατόπιν σχετικής έρευνας, ότι ο παππούς των εγκαλούντων ήταν ο μοναδικός που είχε τα ως άνω δικαιώματα επί του ακινήτου και με την 47/1961 απόφαση παραχωρήσεως του παραχωρήθηκε η κυριότητα, πλην όμως ο Λ είχε ήδη αποβιώσει το 1959 και κατά συνέπεια ουδέποτε έγινε κύριος του ακινήτου και ουδέποτε προ του θανάτου του το μεταβίβασε στο Μ τυπικά η άτυπα. Αλλά ούτε και παραχωρήθηκε ποτέ το ακίνητο στο Μ, γιο του Λ, αφού την αίτηση για την παραχώρηση της κυριότητας δεν την υπέβαλε ο Μ αλλά ο Λ. Για το λόγο αυτό οι εγκαλούντες με τη θεία τους Χ6 υπέβαλαν την με αριθμ. ..... αίτηση στην ως άνω επιτροπή με την οποία ζήτησαν τη μεταρρύθμιση της υπ' αριθμ. 47/1961 αρχικής απόφασης παραχώρησης, προκειμένου να παραχωρηθεί η κυριότητα του παραπάνω αγρού στους νομίμους κληρονόμους του Λ, δηλαδή στους εγκαλούντες και στους αδελφούς τους Ξ και Ο ως τέκνα της προαποβιώσασας θυγατέρας του Ν, στη θυγατέρα του Χ6 και στο γιό του Μ (σύζυγο και πατέρα των κατηγορουμένων αντίστοιχα), ενώ ο τελευταίος κατέθεσε αυτοτελή αίτηση ζητώντας να του παραχωρηθεί αποκλειστικά η κυριότητα όλου του παραπάνω ακινήτου (στην πραγματικότητα επρόκειτο για πέντε αγρούς). Η Α' Επιτροπή Απαλλοτριώσεων με τη με αρ. 2/1966 νέα απόφαση παραχωρήσεως απέρριψε την αυτοτελή αίτηση του Μ και παραχώρησε την κυριότητα του ενδίκου αγρού σε όλους τους προαναφερθέντες νομίμους κληρονόμους του Χ3, αφού προηγουμένως ο σύζυγος της εγκαλούσας Ζ και ο Μ (και όχι μόνος του ο δεύτερος, όπως ισχυρίστηκαν ψευδώς στο Δικαστήριο) προέβησαν από κοινού στην εξόφληση του καθορισθέντος τιμήματος εξαγοράς στο όνομα του αρχικού εμφυτευτή Χ3 με το με αριθμ. ..... γραμμάτιο εξοφλήσεως της Α.Τ.Ε. Ο Μ συνεπώς είχε αποκτήσει μόνο το 1/3 του επίδικου αγρού και όχι ολόκληρο τον αγρό, στον οποίο απέκτησαν δικαιώματα συγκυριότητας και οι εγκαλούντες και οι καθών οι κλήσεις που προαναφέρθηκαν. Ο Μ που απεβίωσε το 1971 με την ..... δημόσια διαθήκη του που συντάχθηκε ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών Ελένης Μπορνόβα, εγκατέστησε τους κατηγορούμενους κληρονόμους του όχι σε ιδανικά εξ αδιαιρέτου μερίδια του επιδίκου, όπως στην αγωγή και στις προτάσεις τους ψευδώς ισχυρίζονται, αλλά σε συγκεκριμένα διαιρετά τμήματα του όλου κοινού ακινήτου, ασαφώς αναφερόμενα και υπό την αίρεση της δικαστικής δικαίωσης του στην όλη έκταση επί της με αριθμ. έκθεσης καταθ. 16.000/1967 εκκρεμούς τότε αγωγής της Χ6 κατ' αυτού, των εγκαλούντων και των αδελφών τους, με την οποία ζητούσε η δικαστική διανομή του κτήματος. Επιπλέον δε, όσον αφορά τον ισχυρισμό, ότι από το κτήμα αυτό η Χ2 και ο Χ3 μάζευαν τις ελιές και το λάδι είναι ψευδής, δεδομένου, ότι όχι μόνο τα ελαιόδενδρα δεν ξεπερνούν τα 70, αλλά και αυτά που υπάρχουν δεν έχουν αποδώσει καρπό μέχρι και το 1997 λόγω των πυρκαγιών, που τα είχαν σχεδόν καταστρέψει, ενώ η εγκαλούσα Ζ, από το 1961 έως και το 1984 ασκούσε αδιαλείπτως νομή στο ακίνητο. Προκειμένου να πείσουν τους Δικαστές του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, ότι οι παραπάνω ψευδείς παραστάσεις τους είναι αληθείς, επικαλέστηκαν και προσκόμισαν ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού με τις παραπάνω προτάσεις τους τα ακόλουθα ψευδή αποδεικτικά μέσα: α) Τις ακόλουθες ψευδείς ένορκες καταθέσεις που περιλαμβάνονται στην προσκομισθείσα και επικαλεσθείσα από αυτούς με άρ. 504/1997 Εισηγητική έκθεση που συντάχθηκε στα πλαίσια των αποδείξεων που είχαν ταχθεί επί της ως άνω αγωγής τους με την 922/1983 προδικαστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, ήτοι: 1) τις από 16-2-1999, 11-5-1999 και. 2-11-1999 ένορκες καταθέσεις του Χ7, 2) την από 3-6-1997 ένορκη κατάθεση του Φ και 3) την από 20-1-1998 ένορκη κατάθεση του Χ11, β) την 136/1976 απόφαση του Ειρηνοδικείου Μαραθώνας και τα ταυτάριθμα πρακτικά, η οποία απόφαση είναι προϊόν της συμπαιγνίας μεταξύ των αδελφών Π και Ρ και των κατηγορουμένων, διότι οι πρώτοι κατέθεσαν ενώπιον του Ειρηνοδικείου Μαραθώνα την 124/26-6-1976 αίτηση τους με την οποία ζητούσαν να ληφθούν ασφαλιστικά μέτρα προστασίας της οιονεί νομής δουλείας διόδου υπέρ αυτών και σε βάρος των κατηγορουμένων, τους οποίους παρουσίαζαν ως μοναδικούς συγκυρίους του όλου επιδίκου κτήματος, ώστε να υφίσταται σε ανύποπτο χρόνο δικαστική απόφαση που να τους αναφέρει ως τέτοιους, γ) τις με αριθμ. ..... και ..... ένορκες καταθέσεις του Χ8 και του Χ10, όπως αυτές αναφέρονται στην υπό στοιχείο 9 και 11 αντίστοιχα πράξη του κατηγορητηρίου. Τα παραπάνω ψευδή ισχυρίστηκαν και προσπάθησαν με τα παραπάνω ψευδή αποδεικτικά μέσα να αποδείξουν και να πείσουν το Δικαστήριο περί της αληθείας τους, εν γνώσει της αναληθείας τους και ενώ είχε ήδη εκδοθεί η με αριθμ. 4331/2002 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία είχε ήδη απορριφθεί η αγωγή τους ως ουσιαστικώς αβάσιμη ως προς τους εγκαλούντες. Σκοπός των κατηγορουμένων με τις ως άνω ψευδείς παραστάσεις, ήταν να πείσουν τους παραπάνω δικαστές να κάνουν δεκτή την αγωγή τους, ως προς τους καθ ων η κλήση (τους οποίους δεν κάλυπτε η 4331/2002 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, γιατί δεν είχε συζητηθεί ως προς αυτούς) και να απορρίψουν την κυρία παρέμβαση των εγκαλούντων, προκειμένου να αποκομίσουν οι κατηγορούμενοι παράνομο περιουσιακό όφελος, αναγνωριζόμενοι ως συγκύριοι και του υπολοίπου επιδίκου, του οποίου πραγματικοί συγκύριοι δεν είναι αυτοί, αλλά οι καθ ων και οι εγκαλούντες, του οποίου η αξία υπερβαίνει συνολικά το ποσό των 73.000 ευρώ, ζημιώνοντας αντιστοίχως κατά το ποσό αυτό συνολικά τους αντιδίκους τους στις παραπάνω δίκες. Ο εγκληματικός όμως σκοπός τους δεν επιτεύχθηκε, από λόγους ανεξάρτητους της θελήσεως τους, διότι μέχρι να συζητηθούν όλες οι παραπάνω κλήσεις και η κυρία παρέμβαση, είχε εκδοθεί στις 11-9-2003, η 1404/2004 τελεσίδικη απόφαση του Εφετείου Αθηνών, που απέρριπτε την ένδικη αγωγή τους ως προς τους εγκαλούντες και ασκούσε άμεση αρνητική επιρροή στην έκβαση των εκκρεμών δικών σε βάρος των λοιπών αντιδίκων τους που προαναφέρθηκαν, αναγκάζοντας τους σε παραίτηση από τις κλήσεις που αφορούσαν την κύρια αγωγή με αριθμ. έκθ. καταθ. 3482/1982 ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών κατά τη δικάσιμο της 14-12-2004. β) Στην Αθήνα την 1-10-2002 έχοντας αποφασίσει να τελέσουν από κοινού την άδικη πράξη της απάτης στο Δικαστήριο, κατέθεσαν, την από 30-9-2002 έφεσή τους με αριθμ. έκθ. κατάθ. 8114/2002 επιδιώκοντας την εξαφάνιση της 4331/2002 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και την αποδοχή της με αρ. 3482/1982 αγωγής τους ως προς τους εγκαλούντες, ισχυριζόμενοι και ενώπιον των δικαστών εν γνώσει τους τα ίδια ψευδή περιστατικά, που στην υπό στοιχείο Ε1 πράξη του κατηγορητηρίου αναφέρονται και τα οποία επανέλαβαν ενώπιον τους κατά τη συζήτηση της έφεσης στις 29-5-2003, καταθέτοντας τις από 7-1-2003 προτάσεις τους, στις οποίες ισχυρίστηκαν πάλι τα ίδια ψευδή περιστατικά, επιπλέον δε επικαλέστηκαν τα στην παραπάνω πράξη του κατηγορητηρίου αναφερόμενα ψευδή αποδεικτικά στοιχεία, με σκοπό να παραπλανήσουν τους Εφέτες και να τους πείσουν περί της αληθείας των αγωγικών ισχυρισμών τους, επιδιώκοντας κατά τον παραπάνω τρόπο να εξαφανισθεί η πρωτόδικη απόφαση και να αναγνωρισθούν αυτοί αποκλειστικοί συγκύριοι του επίδικου ακινήτου σε βάρος των εγκαλούντων, αποσκοπώντας να αποκομίσουν παράνομο περιουσιακό όφελος, του οποίου η αξία υπερβαίνει συνολικά το ποσό των 73.000 ευρώ, ζημιώνοντας αντιστοίχως κατά το ποσό αυτό συνολικά τους αντιδίκους τους. Όμως, ο σκοπός τους δεν πραγματώθηκε από αίτια εξωτερικά και ανεξάρτητα της θελήσεως τους, δεδομένου ότι οι Εφέτες δεν πείστηκαν από τους ισχυρισμούς και τα αποδεικτικά μέσα που προσκόμισαν και απέρριψαν την έφεση τους.
γ) Στο ....., έχοντας αποφασίσει να τελέσουν από κοινού την άδικη πράξη της απάτης στο Δικαστήριο κατέθεσαν ενώπιον του Ειρηνοδικείου Μαραθώνα στις 17-7-2002 τη με αρ. 91/2002 αίτηση τους περί λήψεως ασφαλιστικών μέτρων νομής εναντίον της εγκαλούσας Ζ, ισχυριζόμενοι τα στην υπ' αριθμ. 1α πράξη του κατηγορητηρίου ψευδή πραγματικά περιστατικά, τα οποία ισχυρίστηκαν και κατά τη συζήτηση της αίτησης στις από 24-6-2003 όμοιες προτάσεις τους, με τις οποίες επικαλέστηκαν και προσκόμισαν προς απόδειξη των ισχυρισμών τους πλην των όσων στην υπό στοιχ. 1α πράξη του κατηγορητηρίου αναφέρονται και τις από ..... και ..... ψευδείς ένορκες καταθέσεις του Χ9 και του Σ, εν γνώσει της αναλήθειας των παραπάνω αποδεικτικών μέσων, με σκοπό να πείσουν τον Ειρηνοδίκη να κάνει δεκτή την αίτηση τους, αναγνωρίζοντας τους προσωρινά αποκλειστικούς συννομείς του επιδίκου ακινήτου και διατάσσοντας την αποβολή της από τη νομή τους, ζημιώνοντας την ως άνω αντίδικο τους κατά την αξία της νομής του διεκδικούμενου από αυτούς ακινήτου που υπερβαίνει το ποσό των 73.000 ευρώ. Όμως, ο σκοπός τους δεν πραγματώθηκε από αίτια εξωτερικά και ανεξάρτητα της θελήσεως τους, διότι ο Ειρηνοδίκης δεν πείστηκε από τα αποδεικτικά μέσα που προσκόμισαν και απέρριψε την αίτηση με τη με αριθμ. 173/2003 απόφαση του ελλείψει κατεπείγοντος.
2) Στην ..... και στο ..... κατά τους παρακάτω χρόνους οι εκκαλούντες με περισσότερες πράξεις που αποτελούν, εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος με πρόθεση προκάλεσαν σε άλλους την απόφαση να τελέσουν την άδικη πράξη της ψευδορκίας μάρτυρα και συγκεκριμένα με πειθώ και φορτικότητα έπεισαν τους παρακάτω να τελέσουν τις ακόλουθες αξιόποινες πράξεις:
α) στις 31-10-2002 στην Αθήνα με πειθώ και φορτικότητα έπεισαν τον Χ7, προκειμένου αυτός με πρόθεση εξεταζόμενος ενόρκως ως μάρτυρας ενώπιον αρχής αρμόδιας να ενεργεί ένορκη εξέταση να καταθέσει εν γνώσει του ψέματα και συγκεκριμένα στον παραπάνω τόπο και χρόνο τον έπεισαν να καταθέσει ενόρκως ενώπιον του Αντεισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών Δημητρίου Παϊκόπουλου στα πλαίσια της εκδίκασης της με αριθμ. 59/2002 αίτησης ασφαλιστικών μέτρων της Ζ κατά της Κοινότητας ..... τα εν γνώσει του ψευδή γεγονότα που. περιλαμβάνονται στα με αριθμ. 4/2003 πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών, όπως αναλυτικά διαλαμβάνονται στην υπό στοιχείο 10 του παρόντος κατηγορία.
β) στο ..... στις 24-6-2003 με πρόθεση έπεισαν τον Σ, ώστε εξεταζόμενος ενόρκως ως μάρτυρας ενώπιον αρχής αρμόδιας να ενεργεί ένορκη εξέταση, να καταθέσει εν γνώσει του ψέματα και συγκεκριμένα στον προαναφερόμενο τόπο και χρόνο με πειθώ και φορτικότητα τον έπεισαν να καταθέσει ενόρκως ενώπιον του Ειρηνοδίκη Μαραθώνα εν γνώσει του τα ψέματα που. περιλαμβάνονται στη ..... ένορκη βεβαίωση και ειδικότερα: "Γνωρίζω καλά ως ..... που έχω γεννηθεί και κατοικώ μόνιμα στον ..... την οικογένεια Χ .... Η οικογένεια αυτή έχει και ένα κτήμα στη θέση ..... ....., που είναι δικό τους αποκλειστικά... Το κτήμα αυτό έχει έκταση 20 περίπου στρέμματα. Και έχει 200 περίπου ελαιόδενδρα και μερικές συκιές, λεμονιές και ένα πεύκο... Ο Χ3 έβαλε νερό στο κτήμα αυτό και έφτιαξε και μια βάση για να κτίσει, αλλά δεν συνέχισε γιατί αμέσως μετά το 1984 το κτήμα κάηκε από πυρκαγιά που έκαψε και άλλα κτήματα και φοβήθηκε ... Γνωρίζω, ότι το κτήμα αυτό στο Μ το έδωσε ο πατέρας του και μάλιστα με συμβόλαιο και κανείς άλλος δεν έκανε νομή στο κτήμα αυτό εκτός από την οικογένεια Χ, η οποία ενεργούσε πάντοτε για λογαριασμό της. Τη Ζ και τον άντρα της δεν τους γνωρίζω, δεν μένουν στον ....., δεν ασχολήθηκαν ποτέ με το κτήμα αυτό, αφού αυτό το είχαν δικό τους η οικογένεια Χ. Όλοι οι ντόπιοι στον ..... γνωρίζουν, ότι το κτήμα αυτό το νέμεται από πάρα πολλά χρόνια η οικογένεια Χ και ανήκει αποκλειστικά σ' αυτούς. Τη δε συγκομιδή του ελαιοκάρπου του 2002-2003 την ενήργησε ο Χ3 μαζί με εργάτες". Όλα τα ανωτέρω όμως ήταν ψευδή και γνώριζαν όλοι, ότι η αλήθεια είναι η περιγραφόμενη στην υπό στοιχείο Α πράξη του κατηγορητηρίου και επιπλέον, ότι στο επίδικο εκδηλώθηκε μόνο μια πυρκαγιά το 1984 και καμία άλλη πυρκαγιά το 1996, ο δε Χ3 κατασκεύασε σε αυτό το έτος 1983 αυθαίρετα μια βάση από τσιμέντο για να κατασκευάσει κατοικία, που δεν ολοκληρώθηκε, επειδή τον εμπόδισαν οι εγκαλούντες και όχι, διότι ξέσπασε η δεύτερη πυρκαγιά και φοβήθηκε.
γ) Στο ..... στις 24-6-2003 με πρόθεση έπεισαν τον Χ9, ώστε εξεταζόμενος ενόρκως ως μάρτυρας ενώπιον αρχής αρμόδιας να ενεργεί ένορκη εξέταση, να καταθέσει εν γνώσει του ψέματα και συγκεκριμένα στον προαναφερόμενο τόπο και χρόνο με πειθώ και φορτικότητα τον έπεισαν να καταθέσει ενόρκως ενώπιον του Ειρηνοδίκη Μαραθώνα εν γνώσει του τα ψέματα που περιλαμβάνονται στη ..... ένορκη βεβαίωση, όπως αναλυτικά διαλαμβάνονται στην υπό στοιχείο 8 του παρόντος κατηγορία.
δ) Στο ..... στις 29-8-2003 με πρόθεση έπεισαν τον Χ8, ώστε εξεταζόμενος ενόρκως ως μάρτυρας ενώπιον αρχής αρμόδιας να ενεργεί ένορκη εξέταση, να καταθέσει εν γνώσει του ψέματα και συγκεκριμένα στον' προαναφερόμενο τόπο και χρόνο με πειθώ και φορτικότητα τον έπεισαν να καταθέσει ενόρκως ενώπιον του Ειρηνοδίκη Μαραθώνα εν γνώσει του τα ψέματα που περιλαμβάνονται στη ..... ένορκη βεβαίωση, όπως αναλυτικά διαλαμβάνονται στην υπό στοιχείο 9 του παρόντος κατηγορία.
Και ε) Στο ..... στις 29-8-2003 με πρόθεση έπεισαν τον Χ10, ώστε εξεταζόμενος ενόρκως ως μάρτυρας ενώπιον αρχής αρμόδιας να ενεργεί ένορκη εξέταση, να καταθέσει εν γνώσει του ψέματα και συγκεκριμένα στον προαναφερόμενο τόπο και χρόνο με πειθώ και φορτικότητα τον έπεισαν να καταθέσει ενόρκως ενώπιον του Ειρηνοδίκη Μαραθώνα εν γνώσει του τα ψέματα που περιλαμβάνονται στη ..... ένορκη βεβαίωση, όπως αναλυτικά διαλαμβάνονται στην υπό στοιχείο 11 του παρόντος κατηγορία.
3) Η Χ2 στην Αθήνα στις 17-3-2003 εξεταζόμενη ενόρκως ως μάρτυρας ενώπιον αρχής αρμόδιας να ενεργεί ένορκη εξέταση κατέθεσε εν γνώσει της ψέματα και συγκεκριμένα στον προαναφερόμενο τόπο και χρόνο καταθέτοντας ενόρκως ενώπιον της 18ης Πταισματοδίκη Αθηνών Αναστασοπούλου Δήμητρας στα πλαίσια έρευνας της από 27-2-2003 και με αρ. Α 2003/674 μηνύσεως του Χ3 με πρόθεση κατέθεσε εν γνώσει της ψέματα και ειδικότερα: "Ο μηνυτής (Χ3) είχε φτιάξει προ εικοσαετίας μία βάση για να φτιάξει σπίτι αλλά δεν έχτισε γιατί ξέσπασε εντωμεταξύ η πυρκαγιά και φοβήθηκε και ποτέ δεν εμποδίστηκε από κανέναν". Όλα τα ανωτέρω όμως ήταν ψευδή και γνώριζε, ότι η αλήθεια είναι, ότι στο επίδικο εκδηλώθηκε μόνο μια πυρκαγιά το 1984 και καμία άλλη πυρκαγιά το 1996, ο δε Χ3 κατασκεύασε σε αυτό το έτος 1983 αυθαίρετα μια βάση από τσιμέντο για να κατασκευάσει κατοικία, που δεν ολοκληρώθηκε, επειδή τον εμπόδισαν οι εγκαλούντες και όχι, διότι ξέσπασε η δεύτερη πυρκαγιά και φοβήθηκε.
4) Ο Χ9 στο ..... στις 24-6-2003 εξεταζόμενος ενόρκως ως μάρτυρας ενώπιον αρχής αρμόδιας να ενεργεί ένορκη εξέταση, κατέθεσε εν γνώσει του ψέματα και συγκεκριμένα στον προαναφερόμενο τόπο και χρόνο με πρόθεση κατέθεσε ενόρκως ενώπιον του Ειρηνοδίκη Μαραθώνα εν γνώσει του τα ψέματα που περιλαμβάνονται στη ..... ένορκη βεβαίωση και ειδικότερα: "Γνωρίζω ακόμη, ότι η οικογένεια Χ είναι κύριοι και νομείς μεταξύ άλλων, ενός κτήματος με ελιές και διάφορα άλλα δένδρα όπως συκιές, λεμονιές κ.λ.π. που βρίσκεται στη θέση ..... ....., εκτάσεως 20 περίπου στρεμμάτων... Το κτήμα αυτό η οικογένεια Χ το κληρονόμησε από τον Μ, σύζυγο της Χ1 και πατέρα των υπολοίπων αιτούντων. Ο Μ το κτήμα αυτό το είχε πάρει με συμβόλαιο από τον πατέρα του Λ, εδώ και πενήντα χρόνια, όπως μου είχε πει ο πεθερός μου Θ, τα αδέρφια του και οι ίδιοι οι αιτούντες και όπως γνωρίζουν όλοι οι ..... . Στο κτήμα αυτό ο Χ3 το 1983 έφτιαξε μια τσιμεντένια βάση για να κτίσει, αλλά μετά την πυρκαγιά του 1984 δεν συνέχισε και από έλλειψη χρημάτων, αλλά και επειδή φοβήθηκε την πυρκαγιά του 1984 που έκαψε όλο το κτήμα και τα γειτονικά, μάλιστα δε, ξανακάηκε το 1996 ... . Ο Χ11 έχει κτήμα στον ..... κοντά στο επίδικο ... Και φέτος και τις προηγούμενες χρονιές τις ελιές τις μάζεψε από ολόκληρο το κτήμα ο Χ3, βοηθούμενος και από εργάτες. Πρέπει να τονίσω ότι κανένας άλλος, εκτός από την οικογένεια Χ, δεν έχει κάνει πράξεις νομής στο κτήμα, ούτε βέβαια η Ζ, που μένει μόνιμα στην Αθήνα. Όλοι οι ντόπιοι ..... γνωρίζουν ότι το κτήμα στη θέση ..... ανήκει αποκλειστικά' στην οικογένεια Χ και προηγούμενα στον πατέρα τους και πριν από αυτόν στον παππού τους, Λ". Όλα τα ανωτέρω όμως ήταν ψευδή και γνώριζε, ότι η αλήθεια είναι η περιγραφόμενη στην υπό στοιχείο Α πράξη του κατηγορητηρίου και επιπλέον, ότι στο επίδικο εκδηλώθηκε μόνο μια πυρκαγιά. το 1984 και καμία άλλη πυρκαγιά το 1996, ο δε Χ3 κατασκεύασε σε αυτό το έτος 1983 αυθαίρετα μια βάση από τσιμέντο για να κατασκευάσει κατοικία, που δεν ολοκληρώθηκε, επειδή τον εμπόδισαν οι εγκαλούντες και όχι, διότι ξέσπασε η δεύτερη πυρκαγιά και φοβήθηκε.
5) Ο Χ8 στο ..... στις 29-8-2003 εξεταζόμενος ενόρκως ως μάρτυρας ενώπιον αρχής αρμόδιας να ενεργεί ένορκη εξέταση, κατέθεσε εν γνώσει του ψέματα και συγκεκριμένα στον προαναφερόμενο τόπο και χρόνο με πρόθεση κατέθεσε ενόρκως ενώπιον του Ειρηνοδίκη Μαραθώνα εν γνώσει του τα ψέματα που περιλαμβάνονται στη με αριθμ. ..... ένορκη βεβαίωση και ειδικότερα: "Στο ..... της περιοχής ..... ο πεθερός μου, Φ είχε ένα αγρό που δυτικά συνόρευε με ένα αγρό της πιο πάνω οικογενείας του Μ ... Το κτήμα της οικογένειας Μ έχει έκταση 20 περίπου στρεμμάτων και έχει μέσα 180-200 ελαιόδενδρα και μερικές συκιές και συνορεύει ανατολικά με το πιο πάνω κτήμα του πεθερού μου και με κτήματα των Τ και Ρ, δυτικά εν μέρει με δρόμο και εν μέρει με δάσος, βόρεια με δρόμο και μετά από αυτόν με θάλασσα και νότια με κτήματα Τ, Ρ και με δάσος Υ. Όπως έχω ακούσει από τον πεθερό μου και από άλλους ..... το κτήμα αυτό του Μ στο ..... ανήκε στον πατέρα του Λ, που το παραχώρησε στο γιο του Μ στην κατοχή και μετά του έκανε και συμβόλαιο. Ο παππούς Λ είχε τρία παιδιά, το Μ, τη Χ6 και την Χ7, τους μοίρασε την κτηματική του περιουσία και το κτήμα στο ..... το έδωσε στο γιο του Μ. Στον αγρό εκτός από τις ελιές, καλλιεργούσαν παλιά και σιτηρά και γενικά στην καλλιέργεια του κτήματος αυτού βοηθούσαν και τα πεθερικά του Μ, αλλά και τα αδέλφια της γυναίκας Θ, ΘΘ και Χ11 και βέβαια ασχολούνταν και η γυναίκα του Χ1. Αυτά γίνονταν κυρίως, όταν ο Μ έμενε στην Αθήνα, όπου και εργαζόταν. Μετά το θάνατο του Μ προ 30 ετών περίπου, το κτήμα το καλλιεργούν και γενικά το επιμελούνται η οικογένεια του, η γυναίκα του που μένει στον ..... και τα παιδιά του, που ήδη έχουν παντρευτεί και βοηθάνε και οι γαμπροί, αλλά παίρνουν και εργάτες. Με το κτήμα αυτό ασχολείται κυρίως ο Χ3 και για λογαριασμό της μητέρας του και των αδελφών του. Αυτοί συρματόπλεξαν αρχικά το κτήμα και μετά ο Χ3 το χάλασε και έφτιαξε μάνδρα με τσιμέντο βορεινά, όπου έκανε και σιδερένια πόρτα και εν μέρει δυτικά. Το κτήμα αυτό, όπως και άλλα στην περιοχή ..... έπιασε φωτιά και στο κτήμα Χ κάηκαν σχεδόν όλα τα ελαιόδενδρα. Αυτό έγινε το 1984 και μάλιστα κάηκε και το κτήμα του πεθερού μου. Η οικογένεια Χ με τη βοήθεια και άλλων με συνεχή κλαδέματα επανέφεραν το κτήμα και ύστερα από 4-5 χρόνια άρχιζε να καρπίζει κανονικά, όπως γίνεται συνήθως, όταν το περιποιηθείς...... Το κτήμα Χ και μερικά ακόμη στο ..... έπιασαν πάλι φωτιά το 1996 από το σκουπιδότοπο της Κοινότητας και επλήγησαν στο κτήμα αυτό τα μισά περίπου ελαιόδενδρα, αλλά η οικογένεια Χ με συνεχή πάλι κλαδέματα κατάφερε τα πληγέντα δένδρα από πρόπερσι να καρπίζουν. Μόνο την οικογένεια Χ βλέπουμε σ' αυτό το κτήμα και κανένα άλλον και όλοι οι ..... γνωρίζουμε, ότι το κτήμα αυτό στο ..... ανήκει αποκλειστικά στην οικογένεια του Μ". Όλα τα ανωτέρω όμως ήταν ψευδή και γνώριζε, ότι η αλήθεια είναι η περιγραφόμενη στην υπό στοιχείο Α πράξη του κατηγορητηρίου και επιπλέον, ότι στο επίδικο εκδηλώθηκε μόνο μια πυρκαγιά το 1984 και καμία άλλη πυρκαγιά το 1996, ο δε Χ3 κατασκεύασε σε αυτό το έτος 1983 αυθαίρετα μια βάση από τσιμέντο για να κατασκευάσει κατοικία, που δεν ολοκληρώθηκε, επειδή τον εμπόδισαν οι εγκαλούντες και όχι, διότι ξέσπασε η δεύτερη πυρκαγιά και φοβήθηκε.
6) Ο Χ7 στην Αθήνα στις 31-10-2002 με πρόθεση εξεταζόμενος ενόρκως ως μάρτυρας ενώπιον αρχής αρμόδιας να ενεργεί ένορκη εξέταση, κατέθεσε εν γνώσει του ψέματα και συγκεκριμένα στον παραπάνω τόπο και χρόνο κατέθεσε ενόρκως ενώπιον του Αντεισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών Δημητρίου Παϊκόπουλου στα πλαίσια της εκδίκασης της με αριθμ. 59/2002 αίτησης ασφαλιστικών μέτρων της Ζ κατά της Κοινότητας ..... τα ψευδή γεγονότα που περιλαμβάνονται στα με αριθμ. 4/2003 πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών και ειδικότερα να καταθέσει: "...Το 1983 ο 1ος παρεμβαίνων, Χ3, έβγαλε άδεια οικοδομής από την Πολεοδομία για να κτίσει εντός του. ακινήτου. Οι εργασίες ξεκίνησαν αλλά διεκόπησαν χωρίς να γνωρίζω για ποιο λόγο... Στο κτήμα έχω να πάω περίπου ένα χρόνο. Απ' ότι γνωρίζω η πόρτα του ακινήτου μέχρι πρόσφατα λειτουργούσε..". Όλα τα παραπάνω ήταν ψευδή και αυτός τελούσε εν γνώσει της αναληθείας τους. Τα δε αληθή, τα οποία γνώριζε είναι ότι, ο Χ3 κατασκεύασε στο επίδικο το έτος 1983 αυθαίρετα μια βάση από τσιμέντο για να κατασκευάσει κατοικία που δεν ολοκληρώθηκε, επειδή τον εμπόδισαν οι εγκαλούντες. Επίσης τότε κατασκεύασε ένα μαντρότοιχο και μία σιδερένια πόρτα. Μόλις οι εγκαλούντες έλαβαν γνώση αυτών των ενεργειών πήγαν στον ....., σταμάτησαν τη διαδικασία τοποθέτησης της κλειδαριάς, απέβαλαν το Χ3 και έκτοτε χρησιμοποιούν οι ίδιοι την πόρτα. Από το 1997 οι εγκαλούντες κλείδωσαν την πόρτα με χοντρή αλυσίδα και λουκέτο και δεν ξανανοίχτηκε μέχρι τον Αύγουστο του 2003.
7) Ο Χ10 στο ..... στις 29-8-2003 με πρόθεση εξεταζόμενος ενόρκως ως μάρτυρας ενώπιον αρχής αρμόδιας να ενεργεί ένορκη εξέταση, κατέθεσε εν γνώσει του ψέματα και συγκεκριμένα στον προαναφερόμενο τόπο και χρόνο κατέθεσε ενόρκως ενώπιον του Ειρηνοδίκη Μαραθώνα εν γνώσει του τα ψέματα που περιλαμβάνονται στη ..... ένορκη βεβαίωση και ειδικότερα: "Όπως γνωρίζω από τον πατέρα μου και τους άλλους συγγενείς, ο Λ, πατέρας του Μ και παππούς των παραπάνω εξαδέλφων μου, του είχε δώσει του Μ από παλιά ένα αγρόκτημα στη θέση ..... είκοσι περίπου στρεμμάτων, που έχει μέσα 200 περίπου ελαιόδενδρα, μερικές συκιές κι άγριες λεμονιές και ένα πεύκο. Ο παππούς Λ, όπως μου είπε ο πατέρας μου, το κτήμα αυτό το έκανε στο γιο του και με συμβόλαιο. Όταν ο Μ έμενε στην Αθήνα, το καλλιεργούσαν και μάλιστα παλιά και με στάρια, δηλαδή το έσπερναν, κλάδευαν τις ελιές και μάζευαν τον ελαιόκαρπο, συχνά δε ερχόταν στον ..... και η θεία μου Χ1, ο πατέρας μου και οι θείοι μου Χ11 και ΘΘ, ακόμη και οι γονείς του πατέρα μου, βοήθαγε δε και η θεία μου Χ1. Το κτήμα αυτό συνορεύει προς ανατολάς με κτήματα φ, Τ και Ρ, βόρεια με δρόμο και πιο πέρα με θάλασσα, δυτικά εν μέρει με δρόμο και εν μέρει με δάσος και νότια με ιδιοκτησίες Τ, Ρ και δάσος Υ. Το κτήμα αυτό είχε περίφραξη με σύρμα, που την είχε κάνει η οικογένεια Μ και ο εξάδελφος μου Χ3 τη χάλασε και έκανε νέα από μπετόν στο βοριά, όπου έβαλε και σιδερένια πόρτα και εν μέρει δυτικά. Στο κτήμα αυτό ο Χ3 το 1983 έφτιαξε μία τσιμεντένια βάση για να κτίσει και μάλιστα τη βάση αυτή την ανοίξαμε μαζί με το γαμπρό μου από αδελφή, Χ9, με δικά μας μηχανήματα, ανοίξαμε βόθρο και ισοπεδώσαμε διάφορες ανωμαλίες στο κτήμα με τη μπουλντόζα μας. Το κτίσιμο όμως ο Χ3 δεν το συνέχισε, γιατί όλο το κτήμα αυτό και η γύρω περιοχή κάηκε από την πυρκαγιά του 1984 με συνεχή όμως κλαδέματα των ελαιοδένδρων στο κτήμα αυτό η οικογένεια Χ και με τη βοήθεια του θείου μου ΘΘ, Σ και Ω, το επανέφεραν και ύστερα από 4-5 χρόνια άρχιζε να καρπίζει κανονικά, όπως γίνεται αν το κτήμα το κλαδεύουν κανονικά. Το κτήμα αυτό κάηκε πάλι από φωτιά του σκουπιδότοπου της Κοινότητας και επλήγησαν τα μισά περίπου ελαιόδενδρα, αλλά η οικογένεια Χ με συνεχή κλαδέματα έκαναν να καρπίσουν τα καμένα από την πυρκαγιά του 1996 από πρόπερσι. Το κτήμα αυτό το επιμελείται κυρίως ο Χ3 με τη μητέρα του για λογαριασμό βέβαια και των αδελφών του, αυτός μαζεύει τις ελιές, που τον βοηθούν όταν μπορούν οι αδελφές του Χ2 και Χ5 με τους άνδρες του, αλλά παίρνει και εργάτες. Οι ελιές του κτήματος αυτού οι περισσότερες είναι παλιές. Κοντά στο κτήμα αυτό έχει κτήμα ο θείος μου Χ11. Η θεία μου Χ1 πήρε αποζημίωση για τις πυρκαγιές στο κτήμα ....., όπως παίρνει και την επιδότηση για το λάδι. Εμείς όλοι οι συγγενείς και όλοι οι ..... γνωρίζουμε, ότι το κτήμα στη θέση ....., ανήκει αποκλειστικά στην οικογένεια του Μ και σε κανένα άλλον και οι συγγενείς του πατέρα τους δεν έκαναν ποτέ καμία πράξη νομής στο κτήμα αυτό, παρά μόνο η οικογένεια Μ και πριν ο Κ και ο πατέρας του, Λ". Όλα τα ανωτέρω όμως ήταν ψευδή και γνώριζε, ότι η αλήθεια είναι η περιγραφόμενη στην υπό στοιχείο Α πράξη του κατηγορητηρίου και επιπλέον, ότι στο επίδικο εκδηλώθηκε μόνο μια πυρκαγιά το 1984 και καμία άλλη πυρκαγιά το 1996, ο δε Χ3 κατασκεύασε σε αυτό το έτος 1983 αυθαίρετα μια βάση από τσιμέντο για να κατασκευάσει κατοικία, που δεν ολοκληρώθηκε, επειδή τον εμπόδισαν οι εγκαλούντες και όχι, διότι ξέσπασε η δεύτερη πυρκαγιά και φοβήθηκε.
Και 8) Ο Χ3 στην Αθήνα στις 17-3-2003 με περισσότερες από μία πράξεις που αποτελούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος με πρόθεση προκάλεσε σε άλλους την απόφαση να τελέσουν την άδικη πράξη της ψευδορκίας μάρτυρα, την οποία τέλεσαν και ειδικότερα με πειθώ και φορτικότητα έπεισε τη Χ2 και το Χ11, ώστε εξεταζόμενοι ενόρκως ως μάρτυρες ενώπιον αρχής αρμόδιας να ενεργεί ένορκη εξέταση, να καταθέσουν εν γνώσει τους ψέματα και συγκεκριμένα στον προαναφερόμενο τόπο και χρόνο τους έπεισε να καταθέσουν ενόρκως ενώπιον της 18ης Πταισματοδίκη Αθηνών Αναστασοπούλου Δήμητρας, στα πλαίσια έρευνας της από 27-2-2003 και με αρ. Α 2003/674 μηνύσεως του τα ακόλουθα: α) η Χ2: "Ο μηνυτής (Χ3) είχε φτιάξει προ εικοσαετίας μία βάση για να φτιάξει σπίτι, αλλά δεν έκτισε γιατί ξέσπασε εν τω μεταξύ η πυρκαγιά και φοβήθηκε και ποτέ δεν εμποδίστηκε από κανέναν". β) ο ΘΘΘ: "Ο μηνυτής (Χ3) έβγαλε άδεια να κτίσει σπίτι μέσα στο επίδικο και έφτιαξε και μία μάνδρα από τσιμέντο στη βόρεια πλευρά και ένα κομμάτι μικρό (ανατολικά)... έχει τώρα μία βάση που έφτιαξε προ εικοσαετίας για να κτίσει και επειδή δύο φορές έχει πάρει φωτιά το κτήμα ο μηνυτής φοβήθηκε να κτίσει το σπίτι στον ...". Όλα τα παραπάνω όμως ήταν ψευδή και γνώριζε ότι η αλήθεια είναι ότι στο επίδικο εκδηλώθηκε μόνο μία φορά πυρκαγιά το 1984 και καμία άλλη πυρκαγιά το 1996, ο δε Χ3 κατασκεύασε σε αυτό το έτος 1983 αυθαίρετα μια βάση από τσιμέντο για να κατασκευάσει κατοικία που δεν ολοκληρώθηκε, επειδή τον εμπόδισαν οι εγκαλούντες και όχι, διότι ξέσπασε η δεύτερη πυρκαγιά και φοβήθηκε...". Περαιτέρω δέχεται ότι οι εκκαλούντες κατηγορούμενοι επικαλέστηκαν, ενώπιον των ως άνω δικαστηρίων, με τις αντίστοιχες προτάσεις τους, τις ως άνω ψευδείς μαρτυρικές καταθέσεις, ισχυρισθέντες ότι δήθεν είχαν την αποκλειστική κυριότητα και νομή του επιδίκου ακινήτου και ότι δήθεν είχαν καταστεί συγκύριοι με χρησικτησία. Όμως οι ως άνω απόψεις τους δεν έγιναν δεκτές από τα ως άνω δικαστήρια, με συνέπεια να απολέσουν αυτοί τις σχετικές δίκες. Έτι δε περαιτέρω ενισχύεται η κατά των εκκαλούντων κατηγορία ότι δηλαδή αυτοί αποπειράθηκαν να εξαπατήσουν τους δικάσαντες δικαστές των ως άνω δικαστηρίων, χρησιμοποιώντας τις μαρτυρικές, ως άνω ψεύδορκες καταθέσεις των συγκατηγορούμενών τους, τους οποίους παρότρυναν να καταθέσουν ψευδώς, όπερ και πέτυχαν, χρησιμοποιώντας πειθώ και φορτικότητα. Εξάλλου το συμβούλιο στο βούλευμα του αναφέρει ότι το Εφετείο Αθηνών με την 1404/2004 απόφαση του, δέχθηκε ότι το επίδικο ακίνητο ανήκει κατά τα δύο τρίτα του στους εγκαλούντες Ζ και Η και όχι στους εκκαλούντες κατηγορούμενους, όπως αναληθώς αυτοί ισχυρίζονται. Αξιοσημείωτο για το συμβούλιο είναι ότι, με τις ένδικες εφέσεις τους επικαλούνται έλλειψη δόλου εκ μέρους τους (ιδ. σχ. 11η σελίδα των εφέσεών τους), πλην όμως αυτοί παράλληλα εξακολουθούν να διεκδικούν το επίδικο ως ίδιο, αφού άσκησαν αίτηση αναιρέσεως της ως άνω απόφασης του Εφετείου Αθηνών, καταθέσαντες μάλιστα και πρόσθετους λόγους αναίρεσης και συνεπώς διατείνονται και πάλι ότι είναι κύριοι του επιδίκου ακινήτου. Εν τέλει γίνεται δεκτό ότι είναι αληθές ότι σε παρεμφερή δίκη αφορώσα και αυτή τα επίδικο ακίνητο, κρίθηκαν αθώοι δύο από τους εκκαλούντες, η Χ2 και ο Χ3, για τη πράξη της απόπειρας απάτης, η οποία όμως αφορά άλλη ημερομηνία (5-3-2002) και δεν υπάρχει, κατά συνέπεια, δεδικασμένο ή εκκρεμοδικία από την απόφαση εκείνη. Σχετικό ισχυρισμό δεν προέβαλαν εξάλλου ούτε οι εκκαλούντες. Επομένως δεν ανατρέπεται η κατά των εκκαλούντων κατηγορία, από το περιεχόμενο της παραπάνω απόφασης, με την οποία το δικαστήριο απάλλαξε αυτούς λόγω αμφιβολιών, με συνέπεια να προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις, ικανές να στηρίξουν δημόσια κατηγορία για τις παραπάνω αξιόποινες πράξεις και συνεπώς ορθά το συμβούλιο πλημμελειοδικών Αθηνών εκτίμησε τα πραγματικά περιστατικά και δεν έσφαλλε. Με αυτά που δέχθηκε το Συμβούλιο Εφετών, διέλαβε στο προσβαλλόμενο βούλευμά του την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία περί του ότι υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ενοχής σε βάρος των κατηγορουμένων, αφού εκθέτει σε αυτό με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ανάκριση και συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του ως άνω εγκλήματος της κατά συναυτουργία απόπειρας απάτης στο Δικαστήριο, κατ' εξακολούθηση, σε βαθμό κακουργήματος, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τους νομικούς συλλογισμούς με τους οποίους τα υπήγαγε στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 45, 98 και 386 §§1, 3β' Π.Κ., τις οποίες ορθώς εφάρμοσε και δεν παραβίασε ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου. Ειδικότερα, σαφώς αιτιολογείται με την απόφαση ότι α) οι κατηγορούμενοι 1) ενήργησαν από κοινού (δίχως να απαιτείται και ειδικότερος προσδιορισμός των κατ' ιδίαν πράξεων εκάστου) και με σκοπό να περί ποιήσουν στους εαυτούς τους παράνομο περιουσιακό όφελος και δη την απόκτηση κυριότητας σε ολόκληρο το επίδικο ακίνητο του οποίου η αξία κατά το μέρος που δεν ανήκει σ'αυτούς υπερβαίνει το ποσό των 73000 ευρώ, συνολικά, με αντίστοιχη ζημία των εγκαλούντων 2) προκειμένου να παραπλανήσουν τα δικαστήρια, παρέστησαν ψευδώς τα πραγματικά περιστατικά, που προαναφέρθηκαν, χρησιμοποίησαν δε για την απόδειξή τους ψευδή αποδεικτικά μέσα, τα οποία και αναφέρονται αναλυτικά και 3) γνώριζαν ότι το όφελος στο οποίο αποσκοπούσαν ήταν παράνομο και τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισαν ήταν ψευδή και β) ότι η μη επίτευξη του κέρδους και η μη επέλευση της ζημίας οφείλεται σε λόγους ανεξάρτητους της θέλησής τους και ειδικότερα στο ότι δεν παραπλανήθηκαν τα δικαστήρια. Περαιτέρω και ως προς την πράξη της ψευδορκίας και της ηθικής σ' αυτήν αυτουργίας η απόφαση περιέχει την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού ειδικά αιτιολογείται το ψευδές των ενόρκως κατατεθέντων από τους μάρτυρες και η γνώση αυτών για την αναλήθειά των, προσδιορίζονται δε και τα μέσα τα οποία οι ηθικοί αυτουργοί χρησιμοποίησαν για να προκαλέσουν στους αυτουργούς την απόφαση να διαπράξουν την αξιόποινη πράξη της ψευδορκίας μάρτυρα. Επομένως ο από τη διάταξη του άρθρου 484 περ. δ' του ΚΠΔ λόγος αναιρέσεως είναι αβάσιμος. Εξάλλου ο πρώτος λόγος των αναιρέσεων με τον οποίο πλήττεται το προσβαλλόμενο βούλευμα για την έλλειψη αναφοράς σ' αυτό των διατάξεων των άρθρων του ΠΚ, που προβλέπουν τις πράξεις για τις οποίες παραπέμπονται, είναι απαράδεκτος, γιατί τέτοιος λόγος δεν προβλέπεται από τη διάταξη αυτή, αφού καταργήθηκε με τη διάταξη του άρθρου 42 & 1 του ν. 3160/2003. Κατ' ακολουθία όλων των παραπάνω, πρέπει όλες oι αιτήσεις αναιρέσεως να απορριφθούν ως αβάσιμες, αφού δεν υπάρχουν άλλοι λόγοι για έρευνα. Ενόψει όμως του ότι οι υπό κρίση αιτήσεις είναι τυπικά δεκτές στρέφονται δε και κατά του μέρους του παραπεμπτικού βουλεύματος που αναφέρεται στην πράξη της ψευδορκίας, και δεδομένου ότι από του χρόνου τελέσεως των πράξεων της ψευδορκίας μάρτυρα και της ηθικής σ' αυτές αυτουργίας έχει περάσει χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των πέντε ετών δηλαδή έχει παρέλθει ο χρόνος της παραγραφής αυτών, πρέπει να παύσει οριστικά η ποινική δίωξη που ασκήθηκε γι' αυτές, για όλους τους κατηγορουμένους (άρθρο 469 ΚΠΔ), αφού η παραγραφή είναι θεσμός δημοσίας τάξης και λαμβάνεται υπόψη αυτεπαγγέλτως σε κάθε στάση της δίκης (310&1, 370 ΚΠΔ) η δε διάταξη του άρθρου 511 ΚΠΔ δεν ισχύει επί βουλευμάτων.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει τις υπ' αριθ. 120, 119, 118, 121 και 122/2008 αιτήσεις των Χ1, Χ2, Χ3, Χ4 και Χ5 αντιστοίχως, για αναίρεση του 978//2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών.
Αναιρεί, κατά ένα μέρος, το παραπάνω βούλευμα και ειδικότερα ως προς τις αξιόποινες πράξεις της ψευδορκίας και ηθικής σ' αυτήν αυτουργίας.
Παύει οριστικά την ποινική δίωξη που ασκήθηκε για τις παραπάνω πράξεις, κατά των κατηγορουμένων
Α) Χ8, Χ10 και Χ3 για την πράξη της ψευδορκίας μάρτυρα, την οποία φέρεται ότι τέλεσαν, ενώπιον του Ειρηνοδίκη Μαραθώνα Αττικής, ο μεν πρώτος και δεύτερος στις 29-8-2003 ο δε τρίτος στις 24-6-2003 και
Β) κατά των παραπάνω κατηγορουμένων Χ1, Χ2, Χ3, Χ4 και Χ5 για την πράξη της ηθικής αυτουργίας σε ψευδορκία μάρτυρα, κατ' εξακολούθηση, που φέρεται ότι τελέστηκε στον τόπο και κατά το χρόνο που προσδιορίζεται και για τους ανωτέρω αυτουργούς, καθώς και την 24-6-2003, που τελέστηκε στο ..... από τον αυτουργό Σ.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 18 Νοεμβρίου 2008. Και,
Εκδόθηκε στην Αθήνα στις 16 Δεκεμβρίου 2008.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ