Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1479 / 2008    (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αγνώστου διαμονής επίδοση, Υπέρβαση εξουσίας, Παύση οριστική ποινικής διώξεως, Παραγραφή, Επίδοση, Εφέσεως απαράδεκτο.




Περίληψη:
Επί ακυρότητας της επίδοσης της εκκαλουμένης απόφασης δεν αρχίζει η προθεσμία εφέσεως κατ’ αυτής. Το εμπρόθεσμο ή μη της εφέσεως εξετάζεται αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο. Αναιρείται λόγω υπέρβασης εξουσίας η προσβαλλόμενη απόφαση που απέρριψε ως εκπρόθεσμη την έφεση του αναιρεσείοντος, διότι ενώ η πρωτόδικη απόφαση επιδόθηκε σ’ αυτόν ως άγνωστης διαμονής, η παράδοσή της έγινε σε άτομο που δεν προκύπτει ότι είχε ορισθεί από τον Δήμαρχο της τελευταίας διαμονής του κατηγορουμένου, για παραλαβή παρόμοιων εγγράφων. Παύει οριστικά η ποινική δίωξη λόγω παραγραφής.





ΑΡΙΘΜΟΣ 1479/2008


ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ


Z' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ


Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Μιχαήλ Δέτση, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Γρηγόριο Μάμαλη, Θεοδώρα Γκοϊνη, Βασίλειο Κουρκάκη - Εισηγητή και Ελευθέριο Μάλλιο, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 21 Νοεμβρίου 2007, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Εμμανουήλ Ρούσσου - Παπαδάκη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Χριστίνας Σταυροπούλου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ1, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Δημοσθένη Βλήτα, περί αναιρέσεως της 62131/2006 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών. Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 28 Φεβρουαρίου 2007 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 353/2007.

Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Κατά το άρθρο 473 παρ. 1 του ΚΠοινΔ, όπου ειδική διάταξη νόμου δεν ορίζει διαφορετικά, η προθεσμία για την άσκηση ένδικων μέσων είναι δέκα ημέρες από τη δημοσίευση της απόφασης. Αν ο δικαιούμενος δεν είναι παρών κατά την απαγγελία της απόφασης, η πιο πάνω προθεσμία είναι επίσης δεκαήμερη, εκτός αν διαμένει στην αλλοδαπή ή είναι άγνωστη η διαμονή του, οπότε η προθεσμία είναι τριάντα ημερών και αρχίζει σε κάθε περίπτωση από την επίδοση της απόφασης. Κατά δε το άρθρο 156 του ίδιου Κώδικα αν το πρόσωπο στο οποίο πρόκειται να γίνει η επίδοση απουσιάζει από τον τόπο της κατοικίας του και η διαμονή του είναι άγνωστη, η επίδοση γίνεται στη σύζυγό του ή, αν δεν υπάρχει σύζυγος, σε ένα από τους γονείς ή τους αδελφούς ή σε άλλους συγγενείς του εξ αίματος ή αγχιστείας έως και τον τρίτο βαθμό. Αν δεν βρεθεί καν εις από τους παραπάνω στον τόπο κατοικίας του αποδέκτη της επίδοσης, αυτή γίνεται στο δήμαρχο ή το δημοτικό υπάλληλο που ορίζει ο δήμαρχος της τελευταίας διαμονής του αποδέκτη, ο οποίος φροντίζει για την τοιχοκόλληση του εγγράφου που του επιδόθηκε σε ένα από τα δημοσιότερα σημεία και την αποστολή σχετικής βεβαίωσης στην αρχή που παράγγειλε την επίδοση. Τέλος, κατά το άρθρο 154 παρ. 2 του ίδιου Κώδικα, η μη τήρηση των παραπάνω διατάξεων του άρθρου 156 συνεπάγεται την ακυρότητα της επίδοσης. Από το συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων προκύπτει μεταξύ άλλων ότι η άσκηση του ένδικου μέσου της έφεσης κατά της απόφασης του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου που εκδόθηκε με απόντα τον κατηγορούμενο, τότε μόνον είναι εκπρόθεσμη, όταν επιδόθηκε σ' αυτόν εγκύρως η απόφαση αυτή και παρήλθε η οριζόμενη από το άρθρο 473 παρ. 1 ΚΠοινΔ νόμιμη προθεσμία άσκησης του ενδίκου αυτού μέσου. Διαφορετικά, δηλαδή στην περίπτωση που η επίδοση είναι άκυρη δεν αρχίζει η προθεσμία αυτή και η έφεση που ασκήθηκε είναι εμπρόθεσμη, η προϋπόθεση δε αυτή είναι διαδικαστική και εξετάζεται από το δικαστήριο αυτεπαγγέλτως προκειμένου να κριθεί το εμπρόθεσμο ή μη της έφεσης. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη 62131/2006 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών το Δικαστήριο αυτό απέρριψε, με την παραπάνω απόφασή του την από 17-5-2006 έφεση του ήδη αναιρεσείοντος κατηγορουμένου κατά της 94525/25-9-1995 απόφασης του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών ως απαράδεκτη, διότι, όπως δέχτηκε, η απόφαση αυτή, σύμφωνα με το αναφερόμενο αποδεικτικό του αστυφύλακα του Α.Τ. Ηρακλείου Αττικής ........, επιδόθηκε στον αναιρεσείοντα κατηγορούμενο στις 28-5-1996 και η έφεση ασκήθηκε στις 17-5-2006, δηλαδή μετά την πάροδο της νόμιμης προθεσμίας και συνεπώς ήταν εκπρόθεσμη. Από το περιεχόμενο όμως του αποδεικτικού αυτού που βρίσκεται στη δικογραφία και παραδεκτώς επισκοπείται από τον Αρειο Πάγο για την έρευνα της βασιμότητας των λόγων αναίρεσης, προκύπτει ότι η επίδοση της προσβαλλόμενης με την έφεση πρωτοβάθμιας απόφασης στον αναιρεσείοντα κατηγορούμενο έγινε στις 28-5-1996 και ότι αυτός απουσίαζε από την κατοικία του στην οδό .... αριθ. ... του .... Αττικής και ήταν άγνωστης διαμονής. Γι' αυτό και ο πιο πάνω αστυφύλακας, αφού διαπίστωσε, ύστερα από έρευνα, ότι δεν υπάρχει στην παραπάνω κατοικία συγγενικό πρόσωπο από εκείνα τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 156 παρ. 1 του ΚΠοινΔ για την παράδοση σ' αυτό της απόφασης παρέδωσε, όπως βεβαιώνει, αυτήν στο Δήμαρχο Ηρακλείου Αττικής. Την απόφαση όμως αυτήν παρέλαβε όχι ο Δήμαρχος Ηρακλείου Αττικής, αλλά η Γ1 η οποία έκανε και την τοιχοκόλληση, χωρίς να αναφέρεται στο αποδεικτικό αν η παραλήπτρια της απόφασης είναι δημοτική υπάλληλος, την οποία είχε ορίσει ο Δήμαρχος Ηρακλείου για την παραλαβή εγγράφων που επιδίδονταν για τους άγνωστης διαμονής δημότες του ή να προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση η ιδιότητα της Γ1 ως εντεταλμένης υπαλλήλου για την παραλαβή δικογράφων. Η επίδοση της απόφασης αυτής, που δεν έγινε όπως ορίζει ο νόμος, ήταν άκυρη γι' αυτό και δεν άρχισε η προθεσμία της έφεσης, η οποία ήταν, επομένως, εμπρόθεσμη.
Συνεπώς, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών που έκρινε ότι η έφεση είναι απαράδεκτη και για το λόγο αυτό αρνήθηκε να ερευνήσει την υπόθεση στην ουσία της υπέπεσε στην πλημμέλεια της υπέρβασης εξουσίας (άρθρο 510 παρ. 1 περ. Η' ΚΠοινΔ), η οποία προβάλλεται με το σχετικό λόγο αναίρεσης αλλά εξετάζεται και αυτεπαγγέλτως, σύμφωνα με το άρθρο 511 του ίδιου Κώδικα, αφού η αίτηση αναίρεσης έχει ασκηθεί απαραδέκτως.
ΙΙ. Κατά τα άρθρα 111, 112 και 113 του Π.Κ., το αξιόποινο των εγκλημάτων εξαλείφεται με παραγραφή, η οποία προκειμένου για πλημμελήματα, είναι πέντε έτη και αρχίζει από την ημέρα τέλεσης της αξιόποινης πράξης. Η προθεσμία αναστέλλεται για όσο χρόνο διαρκεί η κύρια διαδικασία και ώσπου να γίνει αμετάκλητη η καταδικαστική απόφαση, όχι όμως πέρα των τριών ετών για τα πλημμελήματα. Από τις διατάξεις αυτές, σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 310 παρ. 1 εδ. β', 370 εδ. β' και 511 εδ. γ' του ΚΠοινΔ προκύπτει ότι η παραγραφή, ως θεσμός δημόσιας τάξης, εξετάζεται αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο, σε κάθε στάση της δίκης, ακόμη και στον Αρειο Πάγο, ο οποίος, διαπιστώνοντας τη συμπλήρωσή της, έστω και μετά την άσκηση της αναίρεσης, υποχρεούται να αναιρέσει την προσβαλλόμενη καταδικαστική απόφαση και να παύσει οριστικά την ποινική δίωξη κατά του καταδικασθέντος, εφόσον η αίτηση αναίρεσης είναι τυπικά παραδεκτή γιατί ασκήθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα και ήθελε κριθεί βάσιμος ένας τουλάχιστον λόγος αναιρέσεως. Στην προκείμενη περίπτωση ο αναιρεσείων κατηγορούμενος με την 94525/1995 απόφαση του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης 12 μηνών και χρηματική ποινή 700.000 δραχμών για έκδοση κατ' εξακολούθηση στις 20-12-1993 δύο ακάλυπτων επιταγών, ήτοι για πράξη που προβλέπεται και τιμωρείται σε βαθμό πλημμελήματος που το άρθρο 79 παρ. 1 ν. 5960/1933, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 Ν.Δ. 1325/1972. Από τότε όμως που τελέστηκαν οι πράξεις αυτές μέχρι και τη συζήτηση (21-11-2007) της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης παρήλθε ο χρόνος της πενταετούς παραγραφής και τριετούς αναστολής της. Εφ' όσον δε η αίτηση αναίρεσης ασκήθηκε εμπρόθεσμα και νομότυπα και ο λόγος αναίρεσης, που έγινε δεκτός και ως ουσιαστικά βάσιμος, στηρίζεται σε ακυρότητα της επίδοσης της πρωτοβάθμιας καταδικαστικής απόφασης, εξαιτίας της οποίας δεν διέδραμε η προθεσμία της έφεσης, ώστε να γίνει αμετάκλητη η απόφαση αυτή, το αξιόποινο των πιο πάνω πλημμεληματικών πράξεων εξαλείφθηκε λόγω παραγραφής και πρέπει, αφού αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση κατά παραδοχή του σχετικού λόγου αναίρεσης και ως ουσιαστικά βάσιμου, να παύσει οριστικά η κατά του αναιρεσείοντος κατηγορουμένου ποινική δίωξη λόγω παραγραφής κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την υπ' αριθμ. 62131/2006 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών.
Παύει οριστικά την ποινική δίωξη κατά του αναιρεσείοντος κατηγορουμένου Χ1 για τις πράξεις για τις οποίες καταδικάστηκε με την 94525/1995 απόφαση του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 28 Μαϊου 2008. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 4 Ιουνίου 2008.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή