Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 2384 / 2007    (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Ναρκωτικά, Εισαγγελέας Εφετών, Υποτροπή.




Περίληψη:
Αναίρεση Εισαγγελέα Εφετών κατά αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης (άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε΄ του Κ.Π.Δ.). Ορθώς η πλειοψηφία του δικαστηρίου δέχθηκε ότι δεν συντρέχει περίπτωση επιβαρυντικής περίστασης του άρθρου 8 Ν. 1729/ 1987 (ήδη 23 Ν. 3459/2006) περί υποτροπής, παρά το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος είχε καταδικαστεί αμετάκλητα εντός της πενταετίας για παράβαση του άρθρου 12 παρ. 1 του Ν. 1729/1987 (ήδη άρθρο 29 παρ. 1 του Ν. 3459/2006). Η φύση του αδικήματος της παρ. 1 του άρθρου 12 Ν. 1729/1987, δεν ενέχει το χαρακτήρα της επικινδυνότητας του δράστη, που είναι απαραίτητο στοιχείο για να θεωρηθεί αυτός ως υπότροπος εγκληματίας





Αριθμός 2384/2007


ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ


ΣΤ' Ποινικό Τμήμα


Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γεώργιο Σαραντινό, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Βσίλειο Λυκούδη, Ανδρέα Τσόλια, Ιωάννη Παπουτσή και Νικόλαο Ζαϊρη-Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 2 Οκτωβρίου 2007, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Κυριάκου Καρούτσου, (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέα Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του Εισαγγελέα Εφετών Κρήτης, περί αναιρέσεως της 20/2007 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Κρήτης. Με κατηγορούμενο τον χ1, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Θεόδωρο Θεοδωρόπουλο και συγκατηγορούμενους τους: 1. χ2 και 2. χ3. Το Πενταμελές Εφετείο Κρήτης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων Εισαγγελέας Εφετών Κρήτης ζητεί τώρα την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην με αριθμό και ημερομηνία 7/12-3-2007 έκθεση αναιρέσεως, η οποία συντάχθηκε ενώπιον της Γραμματέως του Ποινικού Τμήματος του Εφετείου Κρήτης Ευδοκίας Παπαδοπούλου και καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 457/2007.

Αφού άκουσε Τον Αντεισαγγελέα, που ζήτησε να γίνει δεκτή η έκθεση αναίρεσης και τον πληρεξούσιο δικηγόρο του κατηγορουμένου, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τη διάταξη του άρθρου 505 παρ.1 εδ. δ του Κ.Π.Δ προκύπτει ότι ο Εισαγγελέας Εφετών, μπορεί μέσα στην προθεσμία που ορίζεται από το άρθρο 479 παρ.2 του ίδιου Κώδικα, να ζητήσει την αναίρεση των αποφάσεων του Εφετείου και τις αποφάσεις των μεικτών ορκωτών και των τριμελών και μονομελών πλημμελειοδικείων που ανήκουν στην περιφέρειά του και για τους λόγους που αναφέρονται στη διάταξη του άρθρου 510 παρ.1 του ίδιου Κώδικα, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και εκείνος της εσφαλμένης ερμηνείας ουσιαστικής ποινικής διατάξεως (άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Ε'του Κ.Π.Δ) Περαιτέρω εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, η οποία ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Ε'του Κ,Π.Δ λόγο αναιρέσεως, υπάρχει όταν το δικαστήριο της ουσίας αποδίδει στην ερμηνευόμενη ή εφαρμοζόμενη ουσιαστική ποινική διάταξη διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει ή όταν τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν, υπάγει σε διάταξη που δεν αρμόζει στη συγκεκριμένη περίπτωση, παραβιάζοντας έτσι ευθέως το νόμο.
Κατά το άρθρο 5 παρ. 1 εδάφιο β' και ζ' του ν.1729/1987, όπως αντικαταστάθηκε με άρθρο 10 του Ν. 2161/1993, με κάθειρξη τουλάχιστο δέκα(10) ετών και με χρηματική ποινή ενός εκατομμυρίου(1.000.000) μέχρι εκατό εκατομμυρίων (100.000.000) δραχμών τιμωρείται όποιος πωλεί, αγοράζει ή κατέχει ναρκωτικά, ενώ κατά το άρθρο 8 του ίδιου νόμου( ήδη άρθρο 23 του Ν. 3459/2006), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 13 του Ν. 2161/1993 και το εδ.α της παρ.2 του άρθρου 4 του Ν.2408/1996 και αντικαταστάθηκε με άρθρο 2 παρ.15 του Ν.2479/1997 με ισόβια κάθειρξη και με χρηματική ποινή δέκα εκατομμυρίων(10.000.000) δραχμών μέχρι διακοσίων εκατομμυρίων( 200.000.000) δραχμών, τιμωρείται ο παραβάτης των άρθρων 5, 6, 7 του παρόντος νόμου, αν είναι υπότροπος ή ενεργεί κατ' επάγγελμα....." Τέλος, κατά το άρθρο 23 του Ν.3459/2006 η ισχύς του οποίου αρχίζει από της 25ης Μαϊου 2006, με την οποία καθορίζονται οι επιβαρυντικές περιστάσεις, ως υπότροπος θεωρείται όποιος έχει καταδικαστεί αμετάκλητα για παράβαση του νόμου περί ναρκωτικών σε βαθμό κακουργήματος εντός της προηγούμενης δεκαετίας ή σε βαθμό πλημμελήματος εντός της προηγούμενης πενταετίας. Εξ' άλλου, στο άρθρο 12 παρ.1 του ν. 1729/1987 ( ήδη 29 παρ.1 του ν.3459/2006) ορίζεται ότι όποιος για δική του αποκλειστικά χρήση προμηθεύεται ή κατέχει με οποιοδήποτε τρόπο ναρκωτικά σε μικρή ποσότητα ή κάνει χρήση τους τιμωρείται με φυλάκιση μέχρις ενός(1) έτους. Επίσης στην παρ.2 της αυτής ως άνω διατάξεως του άρθρου 29 ορίζονται τα εξής: καταδικαστικές αποφάσεις της προηγούμενης παραγράφου δεν καταχωρίζονται στα αντίγραφα των δελτίων του ποινικού μητρώου, εκτός αν μέσα σε (5) χρόνια από τη δημοσίευση της αμετάκλητης καταδικαστικής απόφασης επακολουθήσει αμετάκλητη καταδίκη για την ίδια πράξη. Από το συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων και μάλιστα από αυτήν του άρθρου 8 του ν.1729/1987 (ήδη 23 του κωδικοποιημένου νόμου περί ναρκωτικών), με σαφήνεια προκύπτει ότι σκοπός της διατάξεως αυτής, είναι η βαρύτερη τιμωρία των ατόμων εκείνων, που παρουσιάζουν μια επικινδυνότητα σχετική με την βαρύτητα των αδικημάτων, όπως αυτά οριοθετούνται από τη διάταξη αυτή και σχετίζονται με την εμπορία των ναρκωτικών. (άρθρα 5, 6 και 7 του Ν.1729/1987 και ήδη 20, 21 και 22 του Ν.3459/2006). Τέτοια όμως επικινδυνότητα, που αναμφισβήτητα αποτελεί την ουσιώδη και βασική προϋπόθεση της συνδρομής της επιβαρυντικής περιστάσεως και μάλιστα αυτή του υποτρόπου, δε μπορεί να καταλογιστεί σε εκείνο το δράστη που προμηθεύεται ή κατέχει σε μικροποσότητα ναρκωτικές ουσίες για δική του αποκλειστική χρήση και πολύ περισσότερο να θεωρηθεί ως επικίνδυνο το άτομο εκείνο, το οποίο έχει καταδικαστεί για την πράξη του άρθρου 12 του Ν. 1729/1987. Τούτο, γιατί, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο της διατάξεως αυτής, ο δράστης της παραβάσεως αυτής δεν εμφανίζει αντικειμενική επικινδυνότητα, γεγονός το οποίο επιβεβαιώνεται και από τον ίδιο το νομοθέτη, που τιμωρεί τη συγκεκριμένη παράβαση με φυλάκιση μέχρις ενός(1) έτους, επιπρόσθετα δε από το γεγονός ότι πρώτον η καταδίκη για τη συγκεκριμένη παράβαση, εγγράφεται στο αντίγραφο του δελτίου του ποινικού μητρώου υπό προϋποθέσεις και δεύτερον από το γεγονός ότι μετατρέπεται η ποινή που προβλέπει η διάταξη του άρθρου 12παρ.1 του ν.1720/1987 σε χρηματική ποινή. 'Αλλωστε, ανάλογη εφαρμογή της διατάξεως του άρθρου 8 του Ν. 1729/1987, που αντιμετωπίζει τις διάφορες περιπτώσεις παραβατικότητας περί τα ναρκωτικά με προέχον στοιχείο αυτό της εμπορίας, δεν περιλαμβάνει η διάταξη του άρθρου 12 του Ν.1729/1987, γεγονός το οποίο υποδηλώνει τη βούληση του νομοθέτη να μην καταλαμβάνει η επιβαρυντική περίσταση του άρθρου 8 του Ν.1729/1987 της υποτροπής, τον παραβάτη της διατάξεως του άρθρου 12 παρ.1 του αυτού νομοθετήματος. Διαφορετική ερμηνεία θα οδηγούσε σε ανεπιεική αποτελέσματα, ακόμη και για τον περιστασιακό δράστη, ο οποίος θα αντιμετώπιζε τον κίνδυνο να θεωρηθεί υπότροπος σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 8 του Ν.1729/1987, εφόσον στο χρόνο που θέτει η διάταξη αυτή, της τελευταίας πενταετίας, καταδικαστεί εκ νέου σε βαθμό πλημμελήματος για παράβαση του νόμου περί ναρκωτικών. Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από το αιτιολογικό σε συνδυασμό με το διατακτικό της προσβαλλόμενης απόφασης, που επιτρεπτώς αλληλοσυμπληρώνονται, το Πενταμελές Εφετείο Κρήτης που την εξέδωσε, δέχτηκε, κατά την αναιρετικώς ανεξέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, που την στήριξε στα αναφερόμενα κατ' είδος αποδεικτικά μέσα ( μάρτυρες κατηγορίας και υπερασπίσεως, έγγραφα, απολογία του κατηγορούμενου), τα παρακάτω πραγματικά περιστατικά: "Κατά τις 14-5-2004, στο χώρο της ....... Κρήτης, στη λεωφόρο ........, στον .......... Ηρακλείου, αστυνομικοί του Τμήματος Δίωξης Ναρκωτικών Ηρακλείου, μεταξύ των οποίων και ο μάρτυρας Ζ1, αφού με προηγούμενη παρακολούθηση από απόσταση είχαν επαληθεύσει υπηρεσιακές πληροφορίες τους για είσοδο των κατηγορουμένων στο χώρο του ........ Κρήτης (χωρίς να έχουν φοιτητική ιδιότητα ή άλλη έννομη σχέση), αλλά για διακίνηση ναρκωτικών στους φοιτητές, έθεσαν και πάλι το συγκεκριμένο χώρο σε στενότερη παρακολούθηση. Περί την 14.00 ώρα της 14-5-2004, εισήλθαν το χώρο του ......... οι κατηγορούμενοι μαζί με τον ανήλικο ........., ο οποίος εκινείτο πεζός και πωλούσε ναρκωτικά σε φοιτητές, ενώ το ίδιο έπρατταν και οι λοιποί κατηγορούμενοι. Συγκεκριμένα ο τελευταίος κατ/νος χ3 επέβαινε στο υπ' αρ ......... ΙΧΕ αυτοκίνητο του δεύτερου κατηγορουμένου Χ1, μαζί με τον τελευταίο και παίρνοντας μικρές ποσότητες από φυλασσόμενες εντός του αυτοκινήτου από αμφοτέρους μεγαλύτερη ποσότητα ινδικής κάνναβης μετέβαινε πεζός προς αναζήτηση αγοραστών, φοιτητών και φοιτητριών, τους πωλούσε τη ναρκωτική ουσία και επανερχόμενος επαναλάμβανε τις προμήθειες και πωλήσεις, ενώ ο δεύτερος κατηγορούμενος παρέμενε στο αυτοκίνητό του και φύλασσε τα ναρκωτικά. Για μετακινήσεις του σε μακρινότερες αποστάσεις μέσα στο χώρο του ......, προς αναζήτηση αγοραστών των ναρκωτικών του, ο κατηγορούμενος Χ3 χρησιμοποιούσε το αυτοκίνητο του πρώτου κατηγορουμένου Χ2, από κοινού με αυτόν και λάμβανε ποσότητες ινδικής κάνναβης προς πώληση και από τις εντός αυτού του αυτοκινήτου υπάρχουσες, από τις οποίες επίσης πωλούσε με ανάλογο τρόπο σε φοιτητές και φοιτήτριες και ο πρώτος κατηγορούμενος Χ2. Όταν οι κατηγορούμενοι, μαζί με αγοραστές ναρκωτικών, βρέθηκαν σε παρακείμενο οικόπεδο (ελαιώνα), επενέβησαν οι αστυνομικοί και συνέλαβαν τους δυο πρώτους κατηγορουμένους, ενώ ο τελευταίος διέφυγε τη σύλληψη. Στο αυτοκίνητο του πρώτου κατηγορουμένου με αρ. κυκλ. ........ βρέθηκαν δυο ποσότητες ακατέργαστης ειδικής κάνναβης περιτυλιγμένες σε χαρτί, μικτού βάρους 12,3 γραμμαρίων, στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου και 9,4 γραμμάρια στην πόρτα του οδηγού αντίστοιχα και έξι ποσότητες ακατέργαστης ινδικής κάνναβης στο πατάκι της θέσης του οδηγού, μέσα σε μαύρο σακίδιο ώμου, έκαστη περιτυλιγμένη με χαρτί, μικτού βάρους 6 γραμμαρίων, 7 γραμμαρίων, 7,2 γραμμαρίων, 6,6 γραμμαρίων, 7,5 γραμμαρίων, 10,4 γραμμαρίων αντίστοιχα καθώς επίσης και μια νάυλον σακούλα η οποία περιείχε είκοσι μία (21) ποσότητες ακατέργαστης ινδικής κάνναβης βάρους 6,7 γραμμαρίων, 10,2 γραμμαρίων, 9 γραμμαρίων, 7 γραμμαρίων, 11,4 γραμμαρίων, 7,5 γραμμαρίων, 9,9 γραμμαρίων, 8,1 γραμμαρίων, 7,4 γραμμαρίων, 8,3 γραμμαρίων, 9 γραμμαρίων, 8, 9 γραμμαρίων, 10, 2 γραμμαρίων, 9, 6 γραμμαρίων, 7,7 γραμμαρίων, 8, 3 γραμμαρίων, 7, 4 γραμμαρίων, 8 γραμμαρίων, 9,7 γραμμαρίων, 7,3 γραμμαρίων, 6,9 γραμμαρίων αντίστοιχα, την οποία ο κατηγορούμενος Χ2, μόλις αντιλήφθηκε την παρουσία των αστυνομικών της Υπηρεσίας Δίωξης Ναρκωτικών, απέρριψε έξω από το αυτοκίνητο, όπως επίσης και οκτώ ποσότητες ακατέργαστης ινδικής κάνναβης, περιτυλιγμένες σε χαρτί, μικτού βάρους, 7,3 γραμμαρίων, 8,5 γραμμαρίων, 9,9 γραμμαρίων, 6,5 γραμμαρίων, 9,6 γραμμαρίων, 7,3 γραμμαρίων, 7,6 γραμμαρίων, 7,8 γραμμαρίων αντίστοιχα, τις οποίες ο κατηγορούμενος Χ2, καθώς και οι συνεργοί του ανήλικοι .......... και .............., μόλις αντιλήφθηκαν την παρουσία των αστυνομικών της Υπηρεσίας Δίωξης Ναρκωτικών, απέρριψαν ομοίως έξω από το αυτοκίνητο. Επίσης στο αυτοκίνητο του δεύτερου κατηγορουμένου Χ1 είχαν απομείνει και βρέθηκαν 32,2 γρ. ινδικής κάνναβης στη θέση του συνοδηγού, 12,5 γρ. ινδικής κάνναβης στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου και άλλη μικρή ποσότητα στη θέση του οδηγού. Σε έρευνα στην οικία του τρίτου κατηγορουμένου Χ3 βρέθηκαν 1,4 γρ. ινδικής κάνναβης και μια ζυγαριά ακριβείας, όπως και σύνεργα κοπής και χρήσης κοκαϊνης με υπολείμματά της σε ένα φιαλίδιο. Ήτοι η συνολική ποσότητα ναρκωτικών (διανεμημένη σε μικροποσότητες) που βρέθηκε στην κατοχή των κατηγορουμένων και κατασχέθηκε ήταν 388,3 γρ. ινδικής κάνναβης και ανήκε στην συγκατοχή όλων των κατηγορουμένων, οι οποίοι, με κοινή συνεννόηση και για κοινό παράνομο όφελος, την προόριζαν για πώληση στο χώρο του ...... Ηρακλείου, όπως προηγουμένως είχαν πωλήσει άλλες ποσότητες ινδικής κάνναβης, που αποτέλεσαν την αιτία της αποκάλυψης και σύλληψης τους. Όλα τα ανωτέρω περιστατικά προκύπτουν ειδικότερα από τη στηριζόμενη σε άμεση αντίληψη ένορκη κατάθεση του μάρτυρα αστυνομικού Ζ1, σε συνδυασμό με τα ευρήματα (ναρκωτικά και λοιπά μέσα τέλεσης της εμπορίας ναρκωτικών) που περιγράφονται στις εκθέσεις κατασχέσεως. Ο ισχυρισμός του πρώτου κατηγορουμένου Χ2 ότι λόγω της τοξικομανίας του είχε μειωθεί ουσιωδώς η ικανότητά του να αντιληφθεί το άδικο των πράξεων του και να ενεργήσει σύμφωνα με την αντίληψη του για το άδικο αυτό (άρθρο 36 Π.Κ.), είναι απορριπτέος ως ουσιαστικά αβάσιμος, καθόσον η τοξικομανία του (την οποία δέχθηκε και το πρωτοβάθμιο δικαστήριο) προέκυψε από τη χρήση της ινδικής κάνναβης και εν μέρει ηρωίνης και δεν επηρέαζε σε σημαντικό βαθμό την ικανότητά του προς καταλογισμό, ούτε προκύπτει κάποια σχετική, ασφαλής ένδειξη από την ψυχιατρική πραγματογνωμοσύνη. Επίσης απορριπτέος ως ουσιαστικά αβάσιμος είναι και ο αυτοτελής ισχυρισμός του δεύτερου κατηγορουμένου Χ1, ότι προόριζε τα ναρκωτικά που ήταν στο αυτοκίνητό του για ιδία αποκλειστική χρήση (άρθρο 12 παρ. 1 ν. 1729/1987), καθόσον ενώπιον των αστυνομικών ο συγκατηγορούμενός του Χ3 έπαιρνε ναρκωτικά από το αυτοκίνητο αυτού (δεύτερου κατηγορούμενου) εν γνώσει του και τα πωλούσε σε φοιτητές και φοιτήτριες, παρεκτός του ότι ακόμα και εκείνες οι ποσότητες που εναπέμειναν στο αυτοκίνητο (τρεις τουλάχιστον συσκευασίες βάρους άνω των 40 γρ) δεν δικαιολογούνταν για αποκλειστική χρήση του δεύτερου κατηγορούμενου στο συγκεκριμένο τόπο και χρόνο, αλλά είχαν αυτές προορισμό να πωληθούν, σύμφωνα με το κοινό σχέδιο όλων των κατηγορουμένων και για κοινό όφελος τούτων".
Ακολούθως, το Δικαστήριο κήρυξε ένοχο, εκτός των άλλων, τον Χ1, για τις αξιόποινες πράξεις της αγοράς, κατοχής από κοινού και της πώλησης κατ' εξακολούθηση ναρκωτικών ουσιών,( άρθρα 4 παρ. 1,3 ΠΙΝ. Α6 και 5 παρ.1 εδ. β, ζ, Ν. 1729/1987, όπως το άρθρο 5 αντικ. με το άρθρο 10 Ν.2161/1993) με την ελαφρυντική περίσταση του άρθρου 84 παρ.2δ του Π.Κ της ειλικρινούς μεταμέλειας, χωρίς τη συνδρομή όμως των επιβαρυντικών περιστάσεων του άρθρου 8 του Ν.1729/1987 (ήδη άρθρο 23 Ν.3459/2006), όπως δέχθηκε η πλειοψηφούσα γνώμη του Δικαστηρίου και ειδικότερα αυτής του υποτρόπου, παρά το γεγονός ότι ο καταδικασθείς κατηγορούμενος, εντός της τελευταίας πενταετίας είχε καταδικασθεί αμετάκλητα, σύμφωνα με την υπ' αριθμό 398/24-10-2003 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Κρήτης, για παράβαση του νόμου περί ναρκωτικών και συγκεκριμένα για παράβαση του άρθρου 12 παρ.1 του Ν.1729/1987.
Με βάση τις ανωτέρω παραδοχές της προσβαλλόμενης αποφάσεως, ότι δηλαδή δεν συντρέχουν στο πρόσωπο του κατηγορουμένου Χ1 οι επιβαρυντικές περιστάσεις του άρθρου 8 του Ν.1729/1987( ήδη άρθρο 23 του Ν.3459/2006) και μάλιστα του υποτρόπου, ορθώς το Δικαστήριο ερμήνευσε και εφάρμοσε την ουσιαστική ποινική διάταξη του άρθρου 8 του Ν.1729/1987 και ο σχετικός, από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Ε' του Κ.Π.Δ, προβαλλόμενος μοναδικός λόγος αναιρέσεως, με τον οποίο πλήττεται η απόφαση αυτή για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή αυτής της ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, είναι αβάσιμος και ως τέτοιος πρέπει να απορριφθεί, καθώς και η κρινόμενη αναίρεση στο σύνολό της.


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει την από 12 Μαρτίου 2007 αίτηση του Εισαγγελέα Εφετών Κρήτης, για αναίρεση της υπ' αριθμό 20/29-1-2007 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Κρήτης, κατά το μέρος που αφορά την παραδοχή της μη συνδρομή της επιβαρυντικής περιστάσεως, της υποτροπής, σε βάρος του κατηγορουμένου χ1. Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 23 Οκτωβρίου 2007. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 27 Δεκεμβρίου 2007.





Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή