Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 198 / 2010    (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Ηθική αυτουργία, Ψευδορκία μάρτυρα.




Περίληψη:
Ηθική αυτουργία σε ψευδορκία μάρτυρα. Έννοια όρων ψευδορκίας μάρτυρα και ηθικής αυτουργίας σε ψευδορκία μάρτυρα. Καταδικαστική απόφαση. Λόγος της αιτήσεως η έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας. Για την πληρότητα της αιτιολογίας, δεν είναι απαραίτητο να αναφέρεται στο σκεπτικό τι προέκυψε από κάθε αποδεικτικό μέσο, ούτε να γίνεται σύγκριση μεταξύ αυτών. Απορρίπτει αίτησης αναιρέσεως.




Αριθμός 198/2010

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

ΣΤ' Ποινικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Δημήτριο Πατινίδη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Χαράλαμπο Παπαηλιού, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο - Εισηγητή, Παναγιώτη Ρουμπή και Γεώργιο Μπατζαλέξη, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 17 Νοεμβρίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Νικολάου Παντελή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ1, κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Νικόλαο Μίστρα, περί αναιρέσεως της 988/2008 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Λαρίσης. Με πολιτικώς ενάγουσα την Ψ, κάτοικο ..., που παρέστη με τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Σπυρίδωνα Ιωαννίδη. Με συγκατηγορούμενο τον Χ2.
Το Τριμελές Εφετείο Λαρίσης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 1.3.2009 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 429/2009.
Αφού άκουσε
Τους πληρεξούσιους δικηγόρους των διαδίκων, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά, καθώς και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκειμένη αίτηση αναιρέσεως.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από την διάταξη του άρθρου 224 παρ. 2 ΠΚ προκύπτει ότι,για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της ψευδορκίας μάρτυρα απαιτείται: α) Ο μάρτυρας να εκθέσει ενόρκως ενώπιον αρχής η οποία είναι αρμόδια για την ένορκη εξέτασή του, β) τα πραγματικά περιστατικά που κατέθεσε να είναι ψευδή και γ) να υφίσταται άμεσος δόλος του ότι αυτά που κατέθεσε είναι ψευδή ή ότι έχει γνώση των αληθών αλλά σκοπίμως τα αποκρύπτει ή αρνείται να καταθέσει. Η ένορκη κατάθεση του δράστη του πιο πάνω εγκλήματος πρέπει να αναφέρεται σε γεγονότα αντικειμενικώς ανακριβή και όχι σε κρίσεις, γνώμες ή πεποιθήσεις, εκτός αν αυτές είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένες με τα γεγονότα αντικειμενικώς ανακριβή και όχι σε κρίσεις, γνώμες ή πεποιθήσεις, εκτός αν αυτές είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένες με τα γεγονότα που κατέθεσε. Εξάλλου, από τη διάταξη του άρθρου 46 παρ. 1α ΠΚ, προκύπτει ότι για την ύπαρξη ηθικής αυτουργίας απαιτούνται α) πρόκληση από τον ηθικό αυτουργό σε κάποιον άλλον της απόφασης να διαπράξει ορισμένη πράξη, η πρόκληση δε αυτή μπορεί να γίνει με οποιονδήποτε τρόπο ή μέσο, όπως υπόσχεση ή χορήγηση αμοιβής, πειθώ, απειλή κλπ, β) διάπραξη από τον άλλον της πράξης αυτής και γ) δόλος του ηθικού αυτουργού, δηλαδή ηθελημένη πρόκληση της απόφασης για τη διάπραξη από τον άλλο της αντικειμενικής υπόστασης ορισμένου εγκλήματος με θέληση και γνώση ή αποδοχή της συγκεκριμένης εγκληματικής πράξης.
Η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη, κατά τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 ΚΠοινΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ, Δ' του ίδιου Κώδικα λόγο αναιρέσεως, όταν αναφέρονται σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του Δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό που αποτελούν ενιαίο σύνολο και σε σχέση με τα αποδεικτικά μέσα πρέπει να προκύπτει με βεβαιότητα ότι έχουν ληφθεί όλα στο σύνολό τους και όχι ορισμένα μόνο από αυτά. Για τη βεβαιότητα δε αυτή αρκεί να μνημονεύονται όλα, έστω κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα, κλπ), χωρίς ανάγκη ειδικότερης αναφοράς τους και μνείας του τι προέκυψε χωριστά από καθένα από αυτά, ενώ το γεγονός ότι εξαίρονται ορισμένα αποδεικτικά μέσα δεν υποδηλώνει ότι δεν λήφθηκαν υπόψη τα άλλα. Δεν αποτελούν όμως λόγους αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση εγγράφων, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολογήσεως κάθε αποδεικτικού στοιχείου χωριστά και η παράλειψη της μεταξύ τους αξιολογικής συσχετίσεως των αποδεικτικών στοιχείων, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές πλήττεται η αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' ΚΠοινΔ, λόγο αναιρέσεως αποτελεί και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία υπάρχει όταν ο Δικαστής αποδίδει στο νόμο διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υπάρχει όταν το Δικαστήριο της ουσίας δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά που δέχτηκε ότι αποδείχθηκαν στη διάταξη που εφαρμόσθηκε. Περίπτωση δε εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως συνιστά και η εκ πλαγίου παραβίαση της διατάξεως αυτής, η οποία υπάρχει, όταν στο πόρισμα της αποφάσεως, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του αιτιολογικού με το διατακτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσεως.
Στην προκειμένη περίπτωση, με την προσβαλλόμενη 988/2008 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Λάρισας, που δίκασε σε δεύτερο βαθμό, ο αναιρεσείων κηρύχθηκε ένοχος, ηθικής αυτουργίας σε ψευδορκία μάρτυρα και του επιβλήθηκε ποινή φυλακίσεως έξι (6) μηνών, η εκτέλεση της οποίας ανεστάλη για τρία (3) χρόνια. Όπως προκύπτει από το σκεπτικό, σε συνδυασμό με το διατακτικό της προσβαλλομένης αποφάσεως, το δικάσαν Τριμελές Εφετείο, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση των αναφερομένων αποδεικτικών μέσων, δέχθηκε, κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη περί πραγμάτων κρίση του, κατά λέξη τα εξής: Μεταξύ της πολιτικώς ενάγουσας Ψ και του δευτέρου κατηγορουμένου ως εργολάβου - αντιπροσώπου της εταιρίας παραγωγής κατασκευών αλουμινίου καταρτίστηκε η από 1.6.2000 σύμβαση παραγγελίας των αναφερομένων στις με αρ. 326 - 329 και 466 εντολές παραγωγής κουφωμάτων αλουμινίου, προκειμένου να τοποθετηθούν σε ανεγειρόμενη οικοδομή της πολιτικώς ενάγουσας στην Καρδίτσα. Ο δεύτερος κατηγορούμενος ανέλαβε την εκτέλεση της σύμβασης και για την τοποθέτηση των κουφωμάτων στην οικία της πολιτικώς ενάγουσας χρησιμοποίησε ως υπάλληλό του τον πρώτο κατηγορούμενο. Όμως, παρά τα συμφωνηθέντα, τα παραγγελθέντα κουφώματα ήταν προελεύσεως - παραγωγής άλλης εταιρίας, ενώ παρουσίαζαν προβλήματα λειτουργικότητας, καθόσον μετά την τοποθέτησή τους το νερό εισερχόταν εντός της οικίας, έλειπαν τρεις μπαλκονόπορτες, ένα τεμάχιο μπαλκονόπορτας 100 * 120, ένα τεμάχιο σταθερό, ένα τεμάχιο δίφυλλης μπαλκονόπορτας, δύο τεμάχια σταθερά πόρτας, ένα πάνελ πόρτας, πέντε τεμάχια αλουμινίου, τέσσερα τεμάχια σταθερά παραθύρων και ένα τεμάχιο μπαλκονόπορτας. Τα πιο πάνω προκύπτουν τόσο από τις καταθέσεις των, όσο και από την από 15, 3.2003 έκθεση πραγματογνωμοσύνης που ενήργησε ο ..., όπου λεπτομερώς καταγράφονται οι επί μέρους τεχνικές αποκλίσεις των κουφωμάτων. Επί αγωγής του δευτέρου κατηγορουμένου κατά της πολιτικώς ενάγουσας για καταβολή της συμφωνηθείσας εργολαβικής αμοιβής, η οποία συνεκδικάστηκε με αντίθετη αγωγή της πολιτικώς ενάγουσας για αναστροφή της πώλησης και καταβολή αποζημιώσεως άλλως για μείωση του τιμήματος, εξετάστηκε ως μάρτυρας ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καρδίτσας ο πρώτος κατηγορούμενος, ο οποίος ως τεχνίτης κουφωμάτων γνώριζε την ανυπαρξία συμφωνηθεισών ιδιοτήτων των αλουμινίων, αναγομένων τόσο στην παραγγελία καθεαυτή, αφού ήταν άλλης εταιρίας από εκείνη που συμφώνησαν οι διάδικοι, όσο και στην εμφάνιση τεχνικών προβλημάτων λειτουργικότητας αυτών, με πρόθεση κατάθεσε ψέματα και συγκεκριμένα ότι "για μένα δεν υπήρχε κανένα πρόβλημα, το προφίλ που παρήγγειλε ήταν αυτό που τοποθετήθηκε, υπήρχαν νεροχύτες, ελάχιστο νερό έμενε και αυτό εξατμιζόταν, τα στοπ στα παντζούρια δεν είναι λάθος, ρώτησα τη θέση, εκεί μου υπέδειξαν οι ίδιοι και τα έβαλα, δεν χτυπάνε στον τοίχο οι ανεμοπαγίδες, είναι ενσωματωμένες στον μηχανισμό, δεν υπήρχαν κακοτεχνίες, άλλαξε την πόρτα γιατί ήταν χτυπημένη, η δεύτερη πόρτα δεν έκλινε καλά και την άλλαξε, ρίξαμε πολύ νερό και έμεινε πολύ λίγο το οποίο εξατμίζεται, μέσα στο σπίτι νερό δεν μπαίνει, δεν υπάρχει κούφωμα κομμένο κάτω με το νούμερο, την ταμπελίτσα κομμένη...", ενώ το αληθές ήταν ότι τα κουφώματα δεν ήταν BIOPLAN, τα κουφώματα της οποίας είναι έτοιμα για τοποθέτηση, όπως είχε συμφωνηθεί αλλά της ALPINE, που είναι βέργες και θέλουν συναρμολόγηση και τεχνική τοποθέτηση, και ότι έλειπαν τα πιο πάνω αναφερόμενα τεμάχια αλουμίνιο αλλά και αυτά που τοποθετήθηκαν παρουσίαζαν προβλήματα λειτουργικότητας από τεχνικής πλευράς, καθόσον το νερό εισερχόταν στο εσωτερικό της οικίας, οι ανεμοπαγίδες δεν ήταν σωστά τοποθετημένες, η κυρία είσοδος δεν άνοιγε, δεν έκαναν τρύπες απορροής των υδάτων και μερικά κουφώματα δεν έκλειναν καθόλου (κούμπωμα), περιστατικά που πέρα από την πολιτικώς ενάγουσα και τους λοιπούς μάρτυρες κατηγορίας καταθέτει με σαφήνεια και άμεση γνώση ο μάρτυς επιβλέπων μηχανικός ... που έχει εξειδικευμένες γνώσεις σε θέματα κατασκευής (βλ. κατάθεσή του).
Συνεπώς πάντα τα ανωτέρω ψευδή ο πρώτος κατηγορούμενος κατέθεσε εν γνώσει του και προκειμένου να βοηθήσει τον δεύτερο κατηγορούμενο στη δικαστική διένεξη που είχε με την πολιτικώς ενάγουσα, πράγμα που επέτυχε, καθόσον με την 657/2004 απόφαση του Εφετείου Λάρισας, στηριχθείσα στην ως άνω ψευδή ένορκη κατάθεσή του (βλ. σελ. 9 στο μέσον) δικαιώθηκε ο δεύτερος κατηγορούμενος και υποχρεώθηκε η πολιτικώς ενάγουσα να καταβάλει στον δεύτερο κατηγορούμενο το ποσό των 9.588,30 ευρώ. Περαιτέρω, αποδεικνύεται ότι ο πρώτος κατηγορούμενος προέβη στην ως άνω άδικη πράξη της ψευδορκίας μάρτυρα με προτροπές, παραινέσεις, πειθώ και φορτικότητα του δευτέρου κατηγορουμένου, προκειμένου να απορριφθεί η αντίθετη αγωγή της πολιτικώς ενάγουσας κατά αυτού, πράγμα που τελικώς επέτυχε. Πρέπει επομένως να κηρυχθούν ένοχοι οι κατηγορούμενοι των ως άνω πράξεων, κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα στο κατηγορητήριο.
Στη συνέχεια, το Δικαστήριο της ουσίας τον πιο πάνω κατηγορούμενο, Χ1, κήρυξε ένοχο της αξιόποινης πράξεως της ηθικής αυτουργίας σε ψευδορκία μάρτυρα και ειδικότερα του ότι: "Ο δεύτερος κατηγορούμενος Χ1, στον αυτό τόπο και χρόνο προκάλεσε σε άλλον την απόφαση να εκτελέσει την άδικη πράξη που εκείνος διέπραξε και συγκεκριμένα με συνεχείς προτροπές και παραινέσεις και με στόχο να απορριφθεί η εναντίον του αγωγή για αναστροφή της πώλησης και καταβολή αποζημιώσεως, της άνω εγκαλούσας Ψ, προκάλεσε στον πρώτο συγκατηγορούμενό του την απόφαση να τελέσει το αδίκημα της ψευδορκίας μάρτυρα, που εκείνος διέπραξε κατά τον τρόπο που περιγράφεται παραπάνω στην κατηγορία υπό στοιχείο Α' και συγκεκριμένα, ότι στην Καρδίτσα, στις 6-2-2002, ο πρώτος κατηγορούμενος, Χ2, ενώ εξεταζόταν ενόρκως ως μάρτυρας ενώπιον αρχής αρμοδίας να ενεργεί ένορκη εξέταση, κατέθεσε εν γνώσει του ψέματα και συγκεκριμένα, ενώ εξεταζόταν ενόρκως ως μάρτυρας ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καρδίτσας για την απόδειξη των θεμάτων της με αριθμό κατάθεσης 277/13-6-2001 αγωγής του δεύτερου κατηγορουμένου Χ1 εις βάρος της νυν εγκαλούσας Ψ, κατοίκου ..., για καταβολή τιμήματος από σύμβαση πώλησης και της με αριθ. κατάθεσης 448/10-10-2001 αγωγής της νυν εγκαλούσας εις βάρος και του δευτέρου κατηγορουμένου Χ1 για αναστροφή της πώλησης και καταβολή αποζημιώσεως, κατέθεσε τα ακόλουθα ψευδή περιστατικά: "... ισχυρίζονταν ότι υπήρχε πρόβλημα με τα κουφώματα, για μένα δεν υπήρχε κανένα πρόβλημα ... Το προφίλ αυτό που παράγγειλε ήταν αυτό που τοποθετήθηκε ... Δεν υπήρχαν προβλήματα, υπήρχαν νεροχύτες, ελάχιστο νερό έμενε και αυτό εξατμίζονταν, ... Έτσι το παρήγγειλαν, το παράθυρο να ανοίγει αριστερά και το πατζούρι δεξιά, εγώ μετρούσα και έτσι το ήθελαν, δεν έγινε λάθος ... Το στοπ στα πατζούρια δεν είναι λάθος, ρώτησα τη θέση ... εκεί με υπέδειξαν οι ίδιοι και τα'βαλα ... Δεν χτυπάνε στον τοίχο οι ανεμοπαγίδες είναι ενσωματωμένες στον μηχανισμό ... Δεν ήταν κακοτεχνίες, άλλαξε την πόρτα γιατί ήταν χτυπημένη, η δεύτερη δεν έκλεινε καλά και την άλλαξε, κατά την κρίση μου, ήταν σωστή ... Τα ίδια που παρήγγειλαν πήγαν, ... και οι Ψ είπαν το πρόβλημα με τις κάσες, για μένα δεν υπάρχει πρόβλημα. Ρίξαμε πολύ νερό και έμεινε πολύ λίγο το οποίο εξατμίζεται ... μέσα στο σπίτι [νερό] δεν μπαίνει ... δεν υπάρχει κούφωμα κομμένο κάτω με το νούμερο, την ταμπελίτσα κομμένη", ενώ γνώριζε ότι αυτά είναι ψευδή και δεν ανταποκρίνονταν στην αλήθεια καθόσον δεν έχουν τοποθετηθεί τα συμφωνηθέντα υλικά στην οικία της νυν εγκαλούσας, ήτοι μία από τις τρεις συμφωνηθείσες μπαλκονόπορτες, ένα τεμάχιο μπαλκονόπορτας 100Χ120, ένα τεμάχιο σταθερά, δώδεκα κιλά προφίλ, ένα τεμάχιο μπαλκονόπορτας δίφυλλης δέκα οκτώ τεμάχια ρολό κουνουπιέρες αλουμινίου, πέντε τεμάχια ρολό κουνουπιέρες αλουμινίου, τέσσερα τεμάχια σταθερά παραθύρων, δύο τεμάχια σταθερά πόρτας, ένα πάνελ πόρτας και ένα τεμάχιο μπαλκονόπορτας δίφυλλη α/α. Επιπροσθέτως δε οι κάσες των κουφωμάτων δεν βγάζουν εκτός το νερό που εισέρχεται στο λούκι με τη θερμογέφυρα, καθόσον οι υπάρχουσες οπές είναι υψηλότερα από το επίπεδο της θερμογέφυρας, ούτε είναι στεγανοποιημένες, με συνέπεια το νερό να διαχέεται αφενός στον τοίχο των εσωτερικών χώρων της ως άνω οικίας (δωμάτια, κουζίνα, καθιστικό κλπ), αφετέρου να πέφτει στις μαρμάρινες ποδιές των κουφωμάτων και από εκεί στο εσωτερικό της οικίας".
Ακολούθως, το δικάσαν Δικαστήριο, που κήρυξε ένοχο τον παραπάνω κατηγορούμενο, επέβαλε σε αυτόν ποινή φυλακίσεως έξι (6) μηνών, την εκτέλεση της οποίας ανέστειλε για χρονικό διάστημα τριών (3) ετών.
Με βάση τις παραπάνω παραδοχές, το Δικαστήριο της ουσίας διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την απαιτούμενη από τις αναφερόμενες διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, τόσο ως προς το σκέλος της που αναφέρεται στην ψευδορκία μάρτυρα, όσο και ως προς το σκέλος της που αναφέρεται στην ηθική αυτουργία σε ψευδορκία μάρτυρα, αφού εκθέτει σ' αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του άνω εγκλήματος για το οποίο καταδικάστηκε ο αναιρεσείων, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τους συλλογισμούς, με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 18 εδ. β', 26 παρ. 1α, 27 παρ. 1,224 παρ. 1, 2, 227 παρ. 1 και 46 παρ. 1α' ΠΚ, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε, χωρίς να τις παραβιάσει ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου και χωρίς να στερήσει έτσι την απόφαση από νόμιμη βάση. Ειδικότερα, αναφέρονται στην αιτιολογία της αποφάσεως 988/2008 του Τριμελούς Εφετείου Λάρισας τα αποδεικτικά μέσα κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα, απολογία κατηγορουμένου), από τα οποία το Δικαστήριο συνήγαγε τα περιστατικά που εκτέθηκαν και οδηγήθηκε στην καταδικαστική του κρίση, ενώ δεν υπήρχε κατά νόμο ανάγκη να τα παραθέσει αναλυτικά και να εκθέσει τι προκύπτει χωριστά από το καθένα από αυτά. Και συγκεκριμένα έλαβε υπόψη του το Δικαστήριο της ουσίας και συνεκτίμησε μαζί με τα υπόλοιπα αποδεικτικά μέσα και τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας: 1) ..., 2) ..., 3) ... και 4) ..., καθώς και την κατάθεση της Ψ, η οποία, όπως προκύπτει από τα ίδια πρακτικά, εξετάσθηκε ανωμοτί (ως πολιτικώς ενάγουσα) στο ίδιο ακροατήριο.
Σύμφωνα με τα άνω λεχθέντα, το Δικαστήριο της ουσίας προκειμένου να καταλήξει στην καταδικαστική κρίση του, οδηγήθηκε στις προαναφερόμενες παραδοχές, που αποτελούν την απαιτούμενη από τις πιο πάνω διατάξεις ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Συγκεκριμένα, κατά τρόπο σαφή και πλήρη, αναφέρονται όλα τα στοιχεία που συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος για το οποίο αυτός καταδικάστηκε, οι αποδείξεις από τις οποίες προέκυψαν αυτά και οι σκέψεις με τις οποίες έγινε η υπαγωγή των περιστατικών που αποδείχθηκαν στην ουσιαστική διάταξη που εφαρμόστηκε, χωρίς να εμφιλοχωρήσουν ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά. Για την πληρότητα δε της αιτιολογίας, είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού και διατακτικού, που αποτελούν ενιαίο σύνολο. Είναι αβάσιμες και πρέπει να απορριφθούν οι επιμέρους αντίθετες αιτιάσεις του αναιρεσείοντος και συγκεκριμένα στο σκεπτικό της αποφάσεως εκτίθενται τα αληθή γεγονότα, τα οποία γνώριζε ο καταδικασθείς ως φυσικός αυτουργός και μη ασκήσας αναίρεση συγκατηγορούμενος του ήδη αναιρεσείοντος και τα ψευδή τα οποία κατέθεσε αυτός ένορκα ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καρδίτσας στα πλαίσια της αναφερόμενης στο σκεπτικό αγωγής, καθώς και τα περιστατικά με βάση τα οποία το δικαστήριο δέχθηκε ότι αυτός είχε γνώση ότι τα κατατεθέντα ήταν ψευδή. Επίσης, σε σχέση με την ηθική αυτουργία στην πράξη της ψευδορκίας μάρτυρα, εκτίθενται στο ίδιο σκεπτικό τα μέσα, με τα οποία ο αναιρεσείων έπεισε τον φυσικό αυτουργό να καταθέσει ενόρκως τα ανωτέρω ψευδή περιστατικά, προκειμένου να ευνοήσει την έκβαση της πολιτικής δίκης που εκκρεμούσε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καρδίτσας, μεταξύ αυτού και της πολιτικώς ενάγουσας, για καταβολή συμφωνηθείσας εργολαβικής αμοιβής. Η αιτίαση του αναιρεσείοντος ότι το Δικαστήριο δεν προέβη σε συνεκτίμηση και αξιολόγηση του περιεχομένου όλως των αποδεικτικών μέσων, αλλά σε επιλεκτική λήψη μερικών μόνον από αυτές, είναι αβάσιμη, γιατί, όπως προκύπτει από το σκεπτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως, το Δικαστήριο έλαβε υπόψη και εκτίμησε τις καταθέσεις όλων των μαρτύρων που εξετάσθηκαν στο ακροατήριο, τα πρακτικά και την απόφαση της πρωτοβάθμιας δίκης, καθώς και τα έγγραφα που αναγνώσθηκαν, που αναφέρονται στα πρακτικά και την απολογία του κατηγορουμένου, η μνεία δε αυτή ήταν αρκετή, γιατί για την πληρότητα της αιτιολογίας δεν ήταν απαραίτητο να αναφερθεί τι προέκυψε από κάθε αποδεικτικό στοιχείο, ή η αξιολογική συσχέτιση και σύγκριση των αποδεικτικών μέσων μεταξύ τους. Επομένως, ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ λόγος αναιρέσεως της κρινόμενης αιτήσεως, με τον οποίο αποδίδονται στην προσβαλλόμενη απόφαση οι πλημμέλειες της ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, αλλά και ο, αυτεπαγγέλτως κατά την ΚΠΔ, εφόσον παρίσταται ο αναιρεσείων και κρίθηκε παραδεκτός ο άνω λόγος, εξεταζόμενος της περ. Ε' της αυτής διατάξεως του ΚΠΔ, λόγος, της ελλείψεως νόμιμης βάσεως, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι. Κατά τα λοιπά, με τους πιο πάνω λόγους αναιρέσεως, πλήττεται απαραδέκτως η άνω απόφαση για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και των πραγματικών περιστατικών.
Κατόπιν αυτών, εφόσον δεν υπάρχει άλλος παραδεκτός λόγος αναιρέσεως για έρευνα, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση στο σύνολό της και να καταδικαστεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (ΚΠΔ 583 παρ. 1), καθώς και στη δικαστική δαπάνη της παραστάσας πολιτικώς ενάγουσας (ΚΠολΔ 176).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει την από 1ης Μαρτίου 2009 (υπ' αριθ. πρωτ. 2054/2009 ενώπιον του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου) αίτηση του Χ1 για αναίρεση της υπ' αριθ. 988/2008 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου (Πλημ/των) Λάρισας. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, εκ διακοσίων είκοσι (220) ευρώ, καθώς και στη δικαστική δαπάνη της πολιτικώς ενάγουσας από πεντακόσια (500) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα 19 Ιανουαρίου 2010. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 3 Φεβρουαρίου 2010.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή