Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 163 / 2014    (Γ, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)

Θέμα
Αποδεικτικά μέσα, Βεβαίωση ένορκη.




Περίληψη:
Άρθρο 559 παρ.1 ΚΠολΔικ. Δεν ιδρύεται όταν υπό το πρόσχημα της παραβιάσεως κανόνα ουσιαστικού δικαίου παραβιάζεται η ανέλεγκτη αναιρετικά ουσιαστική κρίση του δικαστηρίου της ουσίας. 559 αρ. 12. Δεν ιδρύεται όταν υπό ισοδύναμων αποδεικτικών μέσων αποδίδεται σε κάποιο μεγαλύτερη ή μικρότερη βαρύτητα ή αξιοπιστία. Τα μη νομίμως προσκομισθέντα αποδεικτικά μέσα δεν λαμβάνονται υπόψη. Έγγραφο που προσκομίσθηκε κατά τη διάρκεια της προσθήκης και αντίκρουσης ορθά δεν λήφθηκε υπόψη, αφού δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του άρθρου 237 ΚΠολΔικ. Η αναφορά της απόφασης ότι έλαβε υπόψη τα νομίμως προσκομισθέντα αποδεικτικά μέσα, εννοεί ότι δεν λήφθηκαν υπόψη τα μη νομίμως προσκομισθέντα. Οι ένορκες βεβαιώσεις δεν πλήττονται με τον αναιρετικό λόγο του αριθμού 20 του άρθρου 559 ΚΠολΔικ.




Αριθμός 163/2014

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Γ' Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ιωάννη Σίδερη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Παναγιώτη Ρουμπή, Ερωτόκριτο Καλούδη, Αργύριο Σταυράκη και Ευγενία Προγάκη, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 16 Οκτωβρίου 2013, με την παρουσία και της γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Του αναιρεσείοντος: Γ. Π. του Δ., κατοίκου ... ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Θεμιστοκλή Σκούρα.
Του αναιρεσιβλήτου: Ι. Π. του Σ., κατοίκου ... ο οποίος δεν παραστάθηκε, ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 20/11/2003 αγωγή του ήδη αναιρεσίβλητου, που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Κέρκυρας. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 94/2005 του ίδιου Δικαστηρίου και 135/2006 του Εφετείου Κέρκυρας. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζήτησε ο αναιρεσείων με την από 2/5/2006 αίτησή του, επί της οποίας εκδόθηκε η 818/2009 απόφαση του Αρείου Πάγου, η οποία αναίρεσε την 135/2006 απόφαση του Εφετείου Κέρκυρας και παρέπεμψε την υπόθεση προς περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο πιο πάνω Εφετείο, συντιθέμενο από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που την είχαν δικάσει.
Στη συνέχεια εκδόθηκε η 82/2011 απόφαση του Εφετείου Κέρκυρας, την αναίρεση της οποίας ζητεί ο αναιρεσείων με την από 26/1/2012 αίτησή του. Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο παραστάθηκε μόνο ο αναιρεσείων, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Η Εισηγήτρια Αρεοπαγίτης Ευγενία Προγάκη ανέγνωσε την από 2/10/2013 έκθεσή της, με την οποία εισηγήθηκε να απορριφθεί η αναίρεση.
Ο πληρεξούσιος του αναιρεσείοντος ζήτησε την παραδοχή της αίτησης και την καταδίκη του αντιδίκου του στη δικαστική δαπάνη του.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Επειδή, όπως προκύπτει από την υπ' αριθμ. .../29-5-2012 έκθεση επιδόσεως της δικαστικού επιμελητή Πειραιά …, ακριβές αντίγραφο της από 26-1-2012 αιτήσεως αναιρέσεως, μαζί με κλήση για συζήτηση για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας αποφάσεως δικάσιμο, επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα από τον επισπεύδοντα τη συζήτηση αναιρεσείοντα προς τον αναιρεσίβλητο.
Συνεπώς, εφόσον αυτός δεν παραστάθηκε κατά την εκφώνηση της υποθέσεως από το οικείο πινάκιο και κατά τη σειρά εγγραφής της σ' αυτό, ούτε κατέθεσε δήλωση ότι δεν θα παραστεί, κατά την εκφώνηση αυτής, σύμφωνα με τα άρθρα 242 παρ. 2 και 573 παρ. 1 ΚΠολΔικ, πρέπει να προχωρήσει η συζήτηση παρά την απουσία αυτού (άρθρ. 576 παρ. 2 ΚΠολΔικ).
Επειδή ο από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔικ λόγος αναιρέσεως, είναι δυνατό να φέρεται ότι πλήττει την απόφαση, γιατί παραβίασε κανόνα δικαίου, αλλά στην πραγματικότητα, υπό το πρόσχημα ότι κατά την εκτίμηση των αποδείξεων παραβιάσθηκε κανόνας δικαίου, να πλήττει την απόφαση κατά την εκτίμηση των αποδείξεων, οπότε ο λόγος θα απορριφθεί ως απαράδεκτος, σύμφωνα με το άρθρο 561 παρ. 1 ΚΠολΔικ, γιατί πλήττει την ανέλεγκτη, περί την εκτίμηση πραγματικών γεγονότων ουσιαστική κρίση του δικαστηρίου. Περαιτέρω ο αναιρετικός λόγος της διάταξης του αριθμού 12 του ίδιου άρθρου, ιδρύεται όταν το δικαστήριο της ουσίας παραβίασε τους ορισμούς του νόμου σχετικά με τη δύναμη των αποδεικτικών μέσων, τα οποία, κατά κανόνα, ενόψει του συστήματος της ελεύθερης εκτιμήσεως των αποδείξεων που ισχύει στον ΚΠολΔικ (άρθρ. 340 ΚΠολΔικ), είναι ισοδύναμα και εξαιρετικά μόνο προσδίδεται σε ορισμένα αποδεικτικά μέσα αυξημένη αποδεικτική δύναμη, όπως η δικαστική ομολογία (άρθρ. 352) και τα έγγραφα, που παράγουν πλήρη απόδειξη (άρθρ. 438 επ, 441, 445), η δε απόδοση σε ισοδύναμα αποδεικτικά μέσα μεγαλύτερης ή μικρότερης βαρύτητας ή αξιοπιστίας σ' ένα από αυτά δεν ιδρύει τον λόγο αυτό. Στην προκειμένη περίπτωση με τον πρώτο λόγο της αναιρέσεως και με την επίκληση της παραπάνω διατάξεως του αριθμού 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔικ, αποδίδεται στην προσβαλλομένη απόφαση η πλημμέλεια "ότι κατά παραβίαση των διατάξεων των άρθρων 1121 και 1049 ΑΚ, καθώς και των αναλόγως εφαρμοζομένων 261 και 263 του ίδιου κώδικα, απέρριψε την ένστασή του περί αποκτήσεως δικαιώματος οιονεί νομής δουλείας διόδου, εις βάρος του ακινήτου του ενάγοντος - αναιρεσίβλητου, με έκτακτη χρησικτησία ή κτητική παραγραφή, αφού η βασιμότητα της ενστάσεως αυτής προέκυπτε από την περιεχόμενη ομολογία περί ασκήσεως, από αυτόν (αναιρεσείοντα) 20ετούς οινοεί νομής δουλείας διόδου, στην ασκηθείσα στο ίδιο πρωτόδικο δικαστήριο από 12-3-1996 και με αριθμ. πράξ. καταθ. 102/1996 προγενέστερη αγωγή του δικαιοπαρόχου του ενάγοντος Π. Π., από την οποία αυτός παραιτήθηκε χωρίς να την επανασκήσει εντός έξι μηνών και επομένως ο ομολογούμενος στην αγωγή εκείνη χρόνος 20ετούς χρησικτησίας δεν διεκόπη και συνεχίστηκε μέχρι τον χρόνο ασκήσεως της ένδικης αγωγής (2003). Ότι η προσβαλλομένη απόφαση απέρριψε την ένστασή του αυτή, καθόσον εσφαλμένα εξετίμησε ότι η αναφορά στην αγωγή εκείνη περί δουλείας διόδου, αποτελεί εναντίωση του εν λόγω δικαιοπαρόχου στη διέλευση του εναγομένου (αναιρεσείοντα) από το ακίνητό του και έγινε προκειμένου να δηλωθεί η προσβολή της κυριότητας του (τότε ενάγοντος) και δεν ενέχει ομολογία περί δικαιώματος δουλείας διελεύσεως του εναγομένου από 20ετίας". Οι αιτιάσεις όμως αυτές, με τις οποίες ο αναιρεσείων αποδίδει, κατ' επίφαση, στην προσβαλλομένη απόφαση, την από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔικ πλημμέλεια, είναι αβάσιμες, καθόσον με τον κρινόμενο λόγο αναίρεσης, ο οποίος εμπίπτει, κατ' ορθή εκτίμηση, στην αναφερομένη στη νομική σκέψη διάταξη του αριθμού 12 του ίδιου άρθρου, πλήττεται απαραδέκτως η, κατά το άρθρο 561 παρ. 1 ΚΠολΔικ. αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του Δικαστηρίου, ως προς το περιεχόμενο της δηλώσεως του δικαιοπαρόχου του ενάγοντος, όπως αυτή διαλαμβάνεται στο δικόγραφο της από 12-9-1996 ως άνω αγωγής. Τούτο ανεξάρτητα από το ότι και αν γινόταν δεκτό ότι υφίστατο εξώδικη ομολογία, ως γενομένη στα πλαίσια άλλης πολιτικής δίκης, αυτή και πάλι θα εξετιμάτο ελεύθερα και κατ' ανέλεγκτη κρίση και δεν θα παρείχε πλήρη απόδειξη, όπως εσφαλμένα υπολαμβάνει ο αναιρεσείων. Ενόψει τούτων ο ερευνώμενος λόγος πρέπει να απορριφθεί.
Επειδή κατά το άρθρο 559 αρ. 11 περ. γ' του ΚΠολΔικ αναίρεση επιτρέπεται και αν το δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη αποδεικτικά μέσα και οι διάδικοι επικαλέσθηκαν και προσκόμισαν. Από τη διάταξη αυτή συνδυαζόμενη με εκείνες των άρθρων 335, 338 έως 340 και 346 του ίδιου κώδικα, προκύπτει ότι το δικαστήριο της ουσίας προκειμένου να σχηματίσει δικανική πεποίθηση για τη βασιμότητα των πραγματικών ισχυρισμών των διαδίκων, που έχουν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης, που επιδρούν δηλαδή στο διατακτικό της αποφάσεως (Ολ. ΑΠ 2/2008) οφείλει να λάβει υπόψη τα νομίμως προσκομισθέντα, είτε προς άμεση απόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων αποδεικτικά μέσα, εφόσον γίνεται σαφής και ορισμένη επίκληση αυτών (Ολ. ΑΠ 23/2008, ΑΠ 609/2013). Τα μη νομίμως προσκομισθέντα αποδεικτικά μέσα δεν λαμβάνονται υπόψη, τέτοια δε είναι και εκείνα που προσκομίσθηκαν μετά τη συζήτηση της υπόθεσης, εκτός αν προσκομίσθηκαν μέσα στην προθεσμία "της προσθήκης και αντίκρουσης" προς απόκρουση οψίμου κατά το άρθρο 269 ΚΠολΔικ ισχυρισμού που προέβαλε ο αντίδικος με τις προτάσεις. Στην προκειμένη περίπτωση με τον δεύτερο λόγο της αναιρέσεως και με την επίκληση της παραπάνω διατάξεως του αριθμού 11γ' του άρθρου 559 ΚΠολΔικ, αποδίδεται στην προσβαλλομένη απόφαση η πλημμέλεια ότι δεν έλαβε υπόψη την υπ' αριθμ. 64/13 και 17-1-2011 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κερκύρας, η οποία προσκομίστηκε κατά τη διάρκεια της μετ' αναίρεση ενώπιον του Εφετείου συζητήσεως και κατά τη διάρκεια της προθεσμίας για προσθήκη και αντίκρουση, καθόσον τότε εκδόθηκε και δη εκδόθηκε στις 17-1-2011, ενώ η εν λόγω, κατ' έφεση, δίκη, είχε γίνει στις 14-1-2011. Με την απόφαση αυτή κηρύχθηκε αθώα η μάρτυρας ανταποδείξεως Μ. συζ. Σ. Κ. (εννοεί Κ.), για την κατηγορία της ψευδορκίας που της αποδόθηκε, για την κατάθεσή της στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, για την προκειμένη δίκη. Όπως όμως προκύπτει από την παραδεκτή επισκόπηση των προτάσεων της, μετ' αναίρεση ενώπιον του Εφετείου δίκης (άρθρ. 561 παρ. 2 ΚΠολΔικ) του εκκαλούντα-αναιρεσείοντα, αυτός δεν επικαλείται ότι το παραπάνω αποδεικτικό μέσο (έγγραφο) το προσκομίζει για αντίκρουση οψίμως (κατά το άρθρο 269) προταθέντος από τον αντίδικο του ισχυρισμού, αλλά περιορίζεται στην αναφορά ότι το προσκομίζει κατά τη διάρκεια της προσθήκης και αντίκρουσης, γιατί τότε το απέκτησε. Τούτο όμως και μόνο δεν αρκεί για να καταστήσει νόμιμη την προσκομιδή του αποδεικτικού αυτού μέσου (εγγράφου) κατά τη διάρκεια της εν λόγω προθεσμίας. Εφόσον όμως στην προσβαλλομένη απόφαση, βεβαιώνεται ότι μεταξύ άλλων, λήφθηκαν υπόψη τα νομίμως προσκομισθέντα και επικληθέντα έγγραφα, προκύπτει από αντιδιαστολή ότι δεν λήφθηκαν υπόψη τα μη νομίμως προσκομισθέντα και συνακόλουθα ούτε το επίμαχο έγγραφο. Αφού όμως πρόκειται για τέτοιο έγγραφο δεν στοιχειοθετείται, κατά τα αναφερόμενα στη νομική σκέψη, ο ερευνώμενος λόγος. Τούτο ανεξάρτητα από το ότι πρόκειται για έγγραφο που δεν ασκούσε επιρροή στη δίκη και στην αξιοπιστία της αθωωθείσας μάρτυρος αφού όπως προκύπτει από την επισκόπηση της προσβαλλομένης αποφάσεως, η επικαλουμένη κατάθεση δεν θεωρήθηκε ψευδής και αναξιόπιστη, ούτε από αυτήν (προσβαλλομένη), ούτε από την ενσωματωθείσα πρωτόδικη, τα δε κατατεθέντα από τη μάρτυρα συνεκτιμήθηκαν, ελευθέρως και κατ' ανέλεγκτη κρίση (άρθρ. 340 ΚΠολΔικ) με τα λοιπά αποδεικτικά μέσα ως προς το πραγματικό περιστατικό της διελεύσεως του αναιρεσείοντα-εναγομένου από την επίδικη λωρίδα και μη δυνάμενα να οδηγήσουν σε δικαστική πεποίθηση ως προς το στοιχείο της διάνοιας δουλειούχου (φύλλο 5α της προσβαλλομένης). Ενόψει τούτων ο λόγος αυτός (δεύτερος) πρέπει να απορριφθεί.
Επειδή κατά το άρθρο 559 αρ. 20 ΚΠολΔικ, ως έγγραφα η παραμόρφωση του περιεχομένου των οποίων ιδρύει λόγο αναίρεσης θεωρούνται τα αναφερόμενα στα άρθρα 339 και 432επ του ίδιου κώδικα ως αποδεικτικά μέσα. Οι κατά τα άρθρα 270 παρ. 2 και 671 παρ.1 ΚΠολΔικ ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον Ειρηνοδίκη ή συμβολαιογράφου, αποτελούν ιδιαίτερο αποδεικτικό μέσο, ξεχωριστό των κατά τις παραπάνω διατάξεις εγγράφων (ενώ πλέον κατά το άρθρο 36 του Ν. 3994/13-7-2011 περιλαμβάνονται στα κατά το άρθρο 339 ΚΠολΔικ, περιοριστικά αναφερόμενα αποδεικτικά μέσα). Εφόσον όμως οι ένορκες βεβαιώσεις δεν αποτελούν "έγγραφο", η τυχόν παραμόρφωση του περιεχομένου τους, δεν ιδρύει τον εκ της προαναφερθείσας διατάξεως του άρθρου 559 αρ. 20 αναιρετικό λόγο. Στην προκειμένη περίπτωση με τον τρίτο λόγο της αναιρέσεως και με την επίκληση της παραπάνω διατάξεως του αριθμού 20 του άρθρου 559 ΚΠολΔικ, αποδίδεται στην προσβαλλομένη απόφαση η πλημμέλεια της παραμορφώσεως του περιεχομένου των ληφθεισών νομίμως, με επιμέλεια του αναιρεσείοντα-εναγομένου, ενώπιον του Ειρηνοδίκη Κερκύρας, υπ' αριθμ. 967/15-9-2005 και 968/15-9-2015 ενόρκων βεβαιώσεων των μαρτύρων Μ. συζ. Γ. Γ. και Α. Π. του Δ.. Ο λόγος αυτός είναι απαράδεκτος, καθόσον κατά τα αναφερόμενα στη νομική σκέψη, οι κατά το άρθρο 272 παρ. 2 ΚΠολΔικ ληφθείσες ένορκες βεβαιώσεις δεν είναι, ως αποδεικτικά μέσα, έγγραφα με την έννοια των άρθρων 339 και 432επ ΚΠολΔικ και ως εκ τούτου δεν πλήττονται με τον ερευνώμενο από το άρθρο 550 αρ. 20 ΚΠολΔικ λόγο. Πρέπει λοιπόν και ο λόγος αυτός καθώς και η αναίρεση στο σύνολό της να απορριφθούν.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 26-1-2012 αίτηση του Γ. Π. του Δ. κατά Ι. Π. του Σ. για αναίρεση της υπ' αριθμ. 82/2011 αποφάσεως του Εφετείου Κερκύρας.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε, στην Αθήνα, στις 5 Νοεμβρίου 2013.
Δημοσιεύθηκε, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 22 Ιανουαρίου 2014.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή