Θέμα
Κλήτευση , Ομοδικία, Χωρισμός υπόθεσης.
Περίληψη:
Ο επισπεύδων Δήμος δεν αποδεικνύει την κλήτευση των απολιπομένων αναιρεσιβλήτων, που είναι απλοί ομόδικοι. Χωρισμός υπόθεσης. Απαράδεκτη η συζήτηση για απολιπομένους. Απαράδεκτη η αναίρεση για παρισταμένους διαδίκους γιατί δεν προσκομίζεται έγκυρη απόφαση της κατά το άρθρο 103 παρ. 2 εδ. στ του Ν. 3463/2006 απόφαση της Δημαρχιακής Επιτροπής, η οποία πρέπει να ληφθεί ύστερα από γνωμοδότηση δικηγόρου, κατά το άρθρο 103 παρ. 3 εδ. α' του ίδιου νόμου. Η απόφαση της Νομαρχιακής Επιτροπής, που είναι προϋπόθεση του παραδεκτού της ασκήσεως αναιρέσεως μπορεί να ληφθεί και μετά την άσκησή της, εγκρίνουσα αυτήν.
Αριθμός 842/2013
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Γ' Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Βασίλειο Φούκα, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη (λόγω μη υπάρξεως Αντιπροέδρου στο Τμήμα), Δημήτριο Μαζαράκη, Νικόλαο Μπιχάκη, Ερωτόκριτο Καλούδη και Ευγενία Προγάκη, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 6 Μαρτίου 2013, με την παρουσία και της γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Του αναιρεσείοντος: Δήμου Μουζακίου Νομού Καρδίτσης, νόμιμα εκπροσωπούμενου, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Γεώργιο Χρυσσομάλλη.
Των αναιρεσιβλήτων: 1) Ζ. Ξ. Τ., κατοίκου ..., 2) Π. Δ. του Λ., κατοίκου ..., 3) Α. συζύγου Γ. Θ., το γένος Π. Δ., κατοίκου ..., και 4) Ρ. συζύγου Ν. Μ., το γένος Π. Δ., κατοίκου ... . Ο 1ος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Κωνσταντίνο Καραμπάτσα και οι 2ος, 3η και 4η δεν παραστάθηκαν.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 15/7/2007 αγωγή του ήδη αναιρεσείοντος, που κατατέθηκε στο Ειρηνοδικείο Μουζακίου. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 4/2008 του ιδίου Δικαστηρίου και 85/2009 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καρδίτσας. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί ο αναιρεσείων με την από 23/9/2009 αίτησή του.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Η Εισηγήτρια Αρεοπαγίτης Ευγενία Προγάκη ανέγνωσε την από 17/1/2011 έκθεση του κωλυομένου να μετάσχει στη σύνθεση Αρεοπαγίτη και ήδη Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου Χαράλαμπου Δημάδη, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της ενδίκου αιτήσεως αναιρέσεως.
Ο πληρεξούσιος του αναιρεσείοντος ζήτησε την παραδοχή της αίτησης, ο πληρεξούσιος του παραστάντος αναιρεσιβλήτου την απόρριψή της, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου του στη δικαστική δαπάνη του.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Επειδή, από τις διατάξεις του άρθρου 576 παρ.1 και 2 ΚΠολΔικ προκύπτει ότι αν κάποιος από τους διαδίκους δεν εμφανισθεί κατά τη συζήτηση της υπόθεσης ή εμφανισθεί και δεν λάβει μέρος με τον τρόπο που ορίζει ο νόμος, ο Άρειος Πάγος εξετάζει αυτεπαγγέλτως ποιος επισπεύδει τη συζήτηση. Αν την επισπεύδει ο απολιπόμενος διάδικος η υπόθεση συζητείται σαν να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι, αν όμως την επισπεύδει ο αντίδικός του, τότε ερευνάται αν ο απολιπόμενος ή ο μη παριστάμενος, με τον τρόπο που ορίζει ο νόμος, διάδικος, κλητεύθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα και σε καταφατική περίπτωση προχωρεί στη συζήτηση, παρά την απουσία εκείνου που έχει κλητευθεί, ενώ σε αποφατική περίπτωση κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση. Κατά την παρ.3 εδ. β του ίδιου άρθρου, που προστέθηκε σ' αυτό με το άρθρο 62 του Ν. 4139/20.3.2013 και που κατά το άρθρο 98 παρ.1 του ίδιου νόμου καταλαμβάνει και τις εκκρεμείς υποθέσεις, αν στη δίκη μετέχουν περισσότεροι συνδεόμενοι με απλή ομοδικία και κάποιος από αυτούς είτε δεν κλητεύθηκε, είτε δεν εκπροσωπείται από πληρεξούσιο δικηγόρο, η υπόθεση χωρίζεται και η συζήτηση της αίτησης αναίρεσης χωρεί νομίμως ως προς όσους εκπροσωπούνται από πληρεξούσιο δικηγόρο ή έχουν κλητευθεί νομίμως και κηρύσσεται απαράδεκτη ως προς τους λοιπούς. Εξάλλου κατά το άρθρο 94 παρ.1 ΚΠολΔικ, στα πολιτικά δικαστήρια οι διάδικοι έχουν υποχρέωση να παρίστανται με πληρεξούσιο δικηγόρο. Κατά το άρθρο 96 του ίδιου κώδικα, η πληρεξουσιότητα δίνεται είτε με συμβολαιογραφική πράξη, είτε με προφορική δήλωση, που καταχωρίζεται στα πρακτικά κατά δε τη διάταξη του άρθρου 104, για τη συζήτηση στο ακροατήριο απαιτείται ρητή πληρεξουσιότητα και αν δεν υπάρχει κηρύσσονται άκυρες όλες οι πράξεις, ακόμη και εκείνες που είχαν γίνει προηγουμένως, το δε δικαστήριο εξετάζει αυτεπαγγέλτως, σε κάθε στάση της δίκης, την έλλειψη πληρεξουσιότητας, καθώς και την υπέρβασή της. Τις κλητεύσεις επικαλούνται και αποδεικνύουν οι παριστάμενοι διάδικοι (ΑΠ 181/2013, ΑΠ 190/2013).
Στην προκειμένη περίπτωση από το πινάκιο της αναφερομένης στην αρχή της παρούσας αποφάσεως δικασίμου, από τα πινάκια της αρχικά ορισθείσας και της μετ' αναβολή δικασίμου της 26.1.2011 και 22.2.2012 αντίστοιχα, από τα πρακτικά συνεδριάσεως του δικαστηρίου και τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Κατά τη συζήτηση της υποθέσεως κατά τη σειρά εγγραφής της στο οικείο πινάκιο, παραστάθηκαν ο αναιρεσείων Δήμος, καθώς και ο πρώτος αναιρεσίβλητος, με τους ειδικώς προς τούτο εξουσιοδοτηθέντες πληρεξουσίους δικηγόρους τους Γεώργιο Χρυσομάλλη και Κων/νο Καραμπάτσο, αντίστοιχα. Οι δεύτερος, τρίτη και τέταρτη από τους αναιρεσίβλητους δεν παραστάθηκαν, όπως δεν είχαν παρασταθεί τόσο κατά την αρχικά ορισθείσα δικάσιμο της 26.1.2011, όσο και κατά την μετ' αναβολή δικάσιμο της 22.2.2012, ο δε επισπεύδων τη συζήτηση αναιρεσείων Δήμος επικαλείται, αλλά δεν προσκομίζει τις οικείες εκθέσεις επιδόσεως της αναιρέσεως και της κλήσεως προς συζήτηση αυτής για την προαναφερθείσα και αρχικά ορισθείσα δικάσιμο της 26.1.2011, ως προς την οποία και μόνο ήταν απαραίτητη η κλήτευση, καθόσον για τις μετ' αναβολή δικασίμους δεν χρειαζόταν νέα κλήτευση, αφού η εγγραφή της υποθέσεως στο πινάκιο ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων (ΑΠ 495/2013). Εφόσον όμως ο επισπεύδων τη συζήτηση αναιρεσείων δεν αποδεικνύει την κλήτευση των απολιπομένων αναιρεσιβλήτων, οι οποίοι συνδέονται μεταξύ τους και με τον παριστάμενο αναιρεσίβλητο με το δεσμό της απλής ομοδικίας (άρθρ. 74 παρ.1 ΚΠολΔικ) καθόσον η ένδικη διαφορά αφορά σε αναγνώριση κυριότητας του αναιρεσείοντος Δήμου επί δημοτικής οδού που κατέστη κοινόχρηστη κατά τις διατάξεις του προϊσχύσαντος βυζαντινορωμαϊκού δικαίου (ΑΠ 156/2009) πρέπει κατά τις αναφερόμενες στη νομική σκέψη διατάξεις των άρθρων 576 παρ.2 και 3 ΚΠολΔικ να χωρισθεί η υπόθεση και αφού κηρυχθεί η συζήτηση απαράδεκτη ως προς τους απολιπομένους αναιρεσιβλήτους, να προχωρήσει νομίμως ως προς τους παρισταμένους νομίμως διαδίκους ήτοι τον αναιρεσείοντα Δήμο και τον πρώτο αναιρεσίβλητο Ζ. Τ.. Επειδή, στις παρακάτω διατάξεις του Ν. 3463/2006 "Κύρωση Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων", που κατά τη διαχρονικού δικαίου διάταξη του άρθρου 25 παρ.2 ΚΠολΔικ ίσχυε κατά τον κρίσιμο στην προκειμένη περίπτωση χρόνο άσκησης της αίτησης αναίρεσης (23.9.2009) ΑΠ 1395/2009 ορίζονται τα εξής: α) Η Δημαρχιακή Επιτροπή αποφασίζει για την άσκηση όλων των ενδίκων βοηθημάτων και των ενδίκων μέσων (άρθρ. 103 παρ.2 εδ.στ), β) για τις περιπτώσεις στ' ... της προηγούμενης παραγράφου η απόφαση της Δημαρχιακής Επιτροπής λαμβάνεται ύστερα από γνωμοδότηση δικηγόρου, η ανυπαρξία της οποίας συνεπάγεται ακυρότητα της σχετικής απόφασης (άρθρο 103 παρ.3 εδ.α) και γ) όταν δημιουργείται άμεσος ή προφανής κίνδυνος ή απειλείται ζημία των δημοτικών συμφερόντων από την αναβολή, ο δήμαρχος μπορεί να λάβει μέτρα για θέματα που ανήκαν στην αρμοδιότητα της Δημαρχιακής Επιτροπής. Στην περίπτωση αυτή οφείλει να υποβάλει προς έγκριση τη σχετική απόφασή του κατά την πρώτη συνεδρίαση της Δημαρχιακής Επιτροπής (άρθρ. 86 παρ.2). Από τις εκτεθείσες διατάξεις σαφώς προκύπτει, ότι για το τυπικά δεκτό της άσκησης, εκτός άλλων και του ενδίκου μέσου της αιτήσεως αναιρέσεως από το Δήμαρχο, ως νόμιμο εκπρόσωπο του Δήμου, απαιτείται απαραιτήτως η ύπαρξη άδειας της Δημαρχικής Επιτροπής, η οποία λαμβάνεται με απόφαση αυτής, επί της άδειας δε αυτής θεμελιώνεται και η αντιπροσωπευτική εξουσία του Δημάρχου για τη διεξαγωγή της δίκης ως αντιπροσώπου του Δήμου (ΑΠ 92/2013). Η άδεια αυτή νομίμως λαμβάνεται και μετά την άσκηση της αίτησης και μέχρι τη συζήτηση της, εγκρινομένης με αυτή της αίτησης που έχει ήδη ασκηθεί, πρέπει δε να προσκομίζεται κατά τη συζήτηση της αίτησης (ΑΠ 1395/2009, ΑΠ 1733/2012). Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 73 του ΚΠολΔικ, η έλλειψη της διαδικαστικής αυτής προϋποθέσεως ερευνάται αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο σε κάθε στάση της δίκης, γιατί η τήρηση της διατάξεως του άρθρου 103 παρ.2 εδ.στ του Ν. 3463/2006, που αποσκοπεί στην όσο το δυνατό αποτροπή διεξαγωγής ανώφελων δικών, ανάγεται στη δημόσια τάξη (ΑΠ 1733/2012). Τέλος, κατά τη διάταξη του άρθρου 577 παρ.1 και 2 του ΚΠολΔικ, το δικαστήριο πρώτα συζητεί για το παραδεκτό της αναίρεσης, αν δε η αναίρεση δεν ασκήθηκε νόμιμα ή λείπει κάποια προϋπόθεση για να είναι παραδεκτή, ο Άρειος Πάγος την απορρίπτει και αυτεπαγγέλτως (ΑΠ 490/2013).
Στην προκειμένη περίπτωση ο Δήμος Μουζακίου του Νομού Καρδίτσας, νομίμως εκπροσωπούμενος από το Δήμαρχο αυτού, άσκησε στις 23-9-2009 την με την ίδια ημεροχρονολογία αίτηση αναιρέσεις κατά της υπ' αριθμ. 85/2009 αποφάσεως του ως Εφετείου δικάσαντος Πολυμελούς Πρωτοδικείου Καρδίτσας, πλην όμως για την παραδεκτή άσκηση αυτής προσκομίζει την μετά την άσκηση της αναίρεσης ληφθείσα υπ' αριθμ. 183/19.10.2009 απόφαση της Νομαρχιακής Επιτροπής, με την οποία εγκρίνεται η ασκηθείσα από τον Δήμαρχο, ως εκπρόσωπο του Δήμου αίτηση αναιρέσεως, η οποία όμως απόφαση είναι άκυρη, καθόσον όπως προκύπτει από το κείμενό της δεν προηγήθηκε της λήψεώς της, γνωμοδότηση δικηγόρου, η οποία κατά την αναφερόμενη στη νομική σκέψη διάταξη του άρθρου 103 παρ.3 εδ.α του Ν. 3463/2006 είναι προϋπόθεση της εγκυρότητάς της. Εφόσον λοιπόν ο εκπροσωπών τον αναιρεσείοντα Δήμος Δήμαρχος του, δεν ήταν εφοδιασμένος με νόμιμα ληφθείσα, εγκριτική της ασκήσεως της αναιρέσεως απόφαση της Νομαρχιακής Επιτροπής, η αναίρεση είναι απαράδεκτη και ως τέτοια πρέπει, αυτεπαγγέλτως να απορριφθεί. Τα δικαστικά έξοδα του αναιρεσίβλητου βαρύνουν τον ηττηθέντα Δήμο (άρθρ.183 και 176 ΚΠολΔικ.) και θα επιβληθούν μειωμένα, σύμφωνα με το άρθρο 281 του Ν. 3463/2006. Εξάλλου, η υποβαλλομένη από τον αναιρεσίβλητο, με τις προτάσεις του, αίτηση περί επαναφοράς των πραγμάτων στην κατάσταση που ήταν προτού να εκτελεσθεί η πρωτόδικη, προσωρινά εκτελεστή, απόφαση, η οποία είχε εξαφανισθεί από το Εφετείο, αφού η κατ' αυτής έφεση είχε γίνει δεκτή κατ' ουσίαν, είναι απαράδεκτη, αφού η κατά το άρθρο 579 παρ.2 ΚΠολΔικ αίτηση επαναφοράς δεν παρέχεται στον αναιρεσίβλητο, αλλά μόνο στον αναιρεσείοντα επί αποδοχής της αναιρέσεως του και αφορά σε εκτέλεση, εκούσια ή αναγκαστική, που έχει γίνει με βάση την αναιρούμενη απόφαση και όχι άλλο τίτλο (ΑΠ 305/2011).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Χωρίζει την υπόθεση ως προς του απολιπομένους και τους παρισταμένους διαδίκους.
Κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση ως προς τους απολιπομένους αναιρεσιβλήτους, ήτοι τους α) Π. Λ. Δ., β) Α. συζ. Γ. Θ., το γένος Π. Δ. και γ) Ρ. σύζυγο Ν. Μ., το γένος Π. Δ..
Απορρίπτει την από 23.9.2009 αίτηση του Δήμου Μουζακίου Νομού Καρδίτσας κατά του Ζ. Ξ. Τ., για αναίρεση της υπ' αριθμ. 85/2009 αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Καρδίτσας.
Απορρίπτει την υποβληθείσα από τον αναιρεσίβλητο, με τις προτάσεις του, αίτηση περί επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση.
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα του αναιρεσίβλητου, τα οποία ορίζει σε εξακόσια (600) Ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 16 Μαρτίου 2013.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 2 Μαΐου 2013.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ