Θέμα
Αγωγή διεκδικητική, Αναδασμός, Αποζημίωση.
Περίληψη:
Μετά την παρέλευση τριετίας από τη μεταγραφή παραχωρητηρίου ακινήτου που προέκυψε από τον αναδασμό, ο οποίος αξιώνει δικαίωμα κυριότητας ή συγκυριότητας στο ακίνητο δικαιούται να ζητήσει μόνον αποζημίωση, όχι δε και να διεκδικήσει το ακίνητο. Αναίρεση. Λόγοι από τους αρ. 1 και 19 του άρθρου 551ΚΠολΔ, αβάσιμοι. Πότε (δεν) ιδρύονται οι λόγοι αναιρέσεως από τους άρ. 8 και 11γ΄ [Επικυρώνει Εφ. Λάρ. 332/2011].
Αριθμός 497/2014
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Γ' Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ιωάννη Σίδερη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Παναγιώτη Ρουμπή, Ερωτόκριτο Καλούδη, Αργύριο Σταυράκη και Ελένη Διονυσοπούλου, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 20 Νοεμβρίου 2013, με την παρουσία και της γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Των αναιρεσειόντων: 1) Α. χήρας Ε. ή Α. Λ., το γένος Ν. Δ., 2) Φ. Ε. ή Α. Λ., κατοίκων ..., 3) Π. ή Ζ. Α. Λ., και 4) 1, το γένος Α. Λ., κατοίκων Αθηνών, των 3ου και 4ης ατομικά και ως κληρονόμων της Σ. χήρας Α. Λ.. Οι 1η, 2η και 4η εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Ιωάννη Τρίμη και ο 3ος παραστάθηκε με τον ίδιο ως άνω πληρεξούσιο δικηγόρο, ο οποίος δήλωσε ότι ο 3ος παραιτείται του δικογράφου της αναίρεσης.
Των αναιρεσιβλήτων: 1) Ζ. Α. Λ., κατοίκου ..., 2) Μ. Α. Λ., κατοίκου ..., 3) Σ. χήρας Σ. Λ., το γένος Β. Κ., και 4) Κ. Σ. Λ., κατοίκου ..., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Χαρίλαο Κοψαχείλη, που ανακάλεσε την από 18/11/2013 δήλωσή του κατ' άρθρο 242 του Κ.Πολ.Δ. και παραστάθηκε αυτοπροσώπως.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 27/10/2006 αγωγή των ήδη αναιρεσειόντων και της αρχικής διαδίκου Σ. Λ., που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Λάρισας. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 266/2008 του ίδιου Δικαστηρίου και 332/2011 του Εφετείου Λάρισας. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητούν οι αναιρεσείοντες με την από 26/7/2012 αίτησή τους.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Αργύριος Σταυράκης ανέγνωσε την από 15/10/2013 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της αίτησης αναίρεσης.
Ο πληρεξούσιος των αναιρεσειόντων ζήτησε την παραδοχή της αίτησης, ο πληρεξούσιος των αναιρεσιβλήτων την απόρριψή της, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη του.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Από τον συνδυασμό των άρθρων 21§4, 22, 33 §§1 και 2 του ν. 674/1977, 7 και 8 του α.ν. 821/1948, που κυρώθηκε με το άρθρο μόνο τού ν.δ. 1110/1949, τροποποιήθηκε με τον ν. 2258/1952, το ν.δ. 3621/1956 και το ν.δ. 3958/1959 και καταργήθηκε με το άρθρο 34 περ. α' του ν. 674/1977, προκύπτει ότι στην περίπτωση κατά την οποία ο αναδασμός έλαβε χώρα προ της ενάρξεως της ισχύος του ν. 674/1977, δηλαδή προ της 1-9-1977 (άρθρ. 35 του ίδιου νόμου), και παρήλθε τριετία από τη χρονολογία αυτή (1-9-1977), ως προς τα παραχωρητήρια που μεταγράφηκαν πριν από την τελευταία αυτή χρονολογία, ή τριετία από τη μεταγραφή των παραχωρητηρίων, ως προς εκείνα που μεταγράφηκαν μετά την εν λόγω χρονολογία, καθένας που αξιώνει δικαίωμα κυριότητας ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα σε ακίνητο που έχει υπαχθεί σε αναδασμό δικαιούται να λάβει μόνο αποζημίωση από εκείνον υπέρ του οποίου εκδόθηκε το παραχωρητήριο και δεν έχει το δικαίωμα να διεκδικήσει το ακίνητο που παραχωρήθηκε κατά την αναδιανομή, κατά την προϊσχύσασα, ως ανωτέρω, διάταξη του άρθρου 8§2 του α.ν. 821/1948, προς την οποία άλλωστε είναι παρεμφερής και η ανωτέρω διάταξη του άρθρου 21§4 του ν. 674/1977 (Ολομ.ΑΠ 6/1991, ΑΠ 1527/2004, 453/2008). Οι προμνησθείσες διατάξεις του ν. 674/1977 και η διδόμενη ως άνω ερμηνεία, τεθειμένες για λόγους δημόσιας ωφέλειας, τους οποίους και εξυπηρετούν, προφανώς δεν προσκρούουν στην κατά το άρθρο 17§2 του Συντάγματος και το άρθρο 1 του Πρώτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ αρχή της προστασίας της ιδιοκτησίας ώστε και μην μπορούν να εφαρμοστούν κατά το άρθρο 93§4 του Συντάγματος και το υπερνομοθετικής, κατά το άρθρο 28§1 του ίδιου Συντάγματος, ισχύος προρρηθέν Πρωτόκολλο της ΕΣΔΑ. Εξάλλου, ο αναιρετικός λόγος από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 του Κ.Πολ.Δ. δεν δημιουργείται όταν το δικαστήριο, ενόψει των πραγματικών του παραδοχών, εφαρμόζει κανόνα ουσιαστικού δικαίου του οποίου συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις εφαρμογής ή (και) όταν δεν εφαρμόζει κανόνα δικαίου του οποίου δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις εφαρμογής, ο δε αναιρετικός λόγος του αριθμού 19 του ίδιου άρθρου 559 του Κ.Πολ.Δ. δεν δημιουργείται επίσης όταν το δικαστήριο διαλαμβάνει στην απόφασή του επαρκείς και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογίες οι οποίες στηρίζουν το αποδεικτικό του πόρισμα και επιτρέπουν τον αναιρετικό έλεγχο της ορθής εφαρμογής του προσήκοντος κανόνα ουσιαστικού δικαίου.
Εν προκειμένω, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, το Εφετείο που την εξέδωσε δέχθηκε μεταξύ των άλλων ότι με άτυπη διανομή που έγινε το έτος 1960 μεταξύ των τέκνων - κληρονόμων των Ζ. Λ. και Φ. συζ. Ζ. Λ., που απεβίωσαν, αντίστοιχα, το έτος 1927 και 1959, οι δικαιοπάροχοι των αναιρεσιβλήτων-εναγομένων Α. και Σ. Λ. έλαβαν στη συννομή τους ένα κατάστημα - σιδηρουργείο, με το οικόπεδο που του αναλογεί, εμβαδού 80 τ.μ., βρισκόμενο στην κωμόπολη των Φαρσάλων, και πέντε αγροτεμάχια, βρισκόμενα στην κτηματική περιφέρεια του Δήμου Φαρσάλων, τα οποία και νέμονταν έκτοτε εν γνώσει και με τη σύμφωνη βούληση των δικαιοπαρόχων των αναιρεσειόντων-εναγόντων Ε. ή Α. και Α. Λ., που είχαν λάβει άλλα ακίνητα, ότι κατά τον αναδασμό της περιοχής Φαρσάλων που έλαβε χώραν το έτος 1969 οι ειρημένοι δικαιοπάροχοι των αναιρεσιβλήτων εισέφεραν τα ανωτέρω αγροτεμάχια που είχαν στη συννομή τους και έλαβαν εις αντικατάστασή τους και κατά το 1/2 εξ αδιαιρέτου ο καθένας τα ήδη επίδικα δύο αγροτεμάχια, ήτοι τα υπ' αριθμ. 368 και 184 αγροτεμάχια, εμβαδού, αντίστοιχα, 10250 και 17000 τ.μ., για τα οποία και εκδόθηκε το υπ' αριθμ. 29355/25-11-1991 παραχωρητήριο της Νομαρχίας Λαρίσης, που μεταγράφηκε νόμιμα την 1-4-1992, ότι από την ημερομηνία αυτή της μεταγραφής του παραχωρητηρίου μέχρι την άσκηση της ένδικης αγωγής των αναιρεσειόντων (31-10-2006) οι τελευταίοι (των οποίων μέχρι τον αναδασμό δεν είχε καταλυθεί η συγκυριότητα επί των εισφερθέντων πέντε αγρών) δεν διεκδίκησαν τα επίδικα αγροτεμάχια που προήλθαν από τον αναδασμό, και ότι επομένως, δέχεται το Εφετείο, μετά την παρέλευση τριετίας (1-4-1995) από την κατά τα ανωτέρω μεταγραφή του παραχωρητηρίου και σύμφωνα με τις προαναφερθείσες διατάξεις οι αναιρεσείοντες δεν έχουν δικαίωμα να διεκδικήσουν τα επίδικα αγροτεμάχια, ενώ, τέλος, οι αναιρεσίβλητοι, μετά τη συμπλήρωση εικοσαετίας (έτος 1980) από την κατά τα ανωτέρω άτυπη διανομή και τη συννομή τους έκτοτε, εν γνώσει των αναιρεσειόντων και των δικαιοπαρόχων τους, επί του ειρημένου σιδηρουργείου, έγιναν συγκύριοι (και) του καταστήματος αυτού με έκτακτη χρησικτησία. Και βάσει των παραδοχών αυτών το Εφετείο απέρριψε κατ' ουσίαν την έφεση των αναιρεσειόντων κατά της πρωτόδικης υπ' αριθμ. 266/2008 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Λαρίσης, η οποία είχε δεχθεί τα ίδια και με την οποία είχε απορριφθεί επίσης κατ' ουσίαν η ένδικη διεκδικητική των ανωτέρω ακινήτων (σιδηρουργείου και δύο αγροτεμαχίων) κατά τα αναφερόμενα ποσοστά εξ αδιαιρέτου αγωγή των αναιρεσειόντων. Με αυτά που δέχθηκε το Εφετείο και σύμφωνα με την προηγηθείσα μείζονα σκέψη, το δικαστήριο ορθώς ερμήνευσε και εφήρμοσε τις αναφερόμενες στη σκέψη αυτή ουσιαστικές διατάξεις, κατά τις οποίες οι αναιρεσείοντες, αξιώνοντας δικαίωμα συγκυριότητας επί των ακινήτων που είχαν υπαχθεί στον αναδασμό, μετά την παρέλευση της τριετίας από τη μεταγραφή του παραχωρητηρίου των αναιρεσιβλήτων μόνο αποζημίωση μπορούσαν να ζητήσουν από τους τελευταίους, υπέρ των οποίων το παραχωρητήριο, όχι δε και να διεκδικήσουν τα επίδικα αγροτεμάχια που τους παραχωρήθηκαν κατά την αναδιανομή, όπως ζητούσαν (οι αναιρεσείοντες) με την αγωγή τους, και οι οποίες διατάξεις, μη αντικείμενες, ως ανωτέρω, στις διατάξεις των άρθρων 17§2 του Συντάγματος και 1 του Πρώτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, ήταν εφαρμοστέες εν προκειμένω. Περαιτέρω, με τις ίδιες ως άνω παραδοχές το Εφετείο διέλαβε στην απόφασή του επαρκείς και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογίες ως προς το ανωτέρω ουσιώδες ζήτημα καθώς και εκείνο της συννομής των αναιρεσιβλήτων επί των ακινήτων (σιδηρουργείου και πέντε αγροτεμαχίων) μετά την άτυπη διανομή του έτους 1960, οι οποίες (αιτιολογίες) στηρίζουν το αποδεικτικό πόρισμα του δικαστηρίου και επιτρέπουν τον αναιρετικό έλεγχο της ορθής, ως ανωτέρω, εφαρμογής των ειρημένων διατάξεων, καθώς και των διατάξεων των άρθρων 980 επ., 994, 1879 και 1884 του ΑΚ που επικαλούνται οι αναιρεσείοντες. Επομένως τα αντίθετα τα οποία υποστηρίζουν οι τελευταίοι με τους πρώτο και τρίτο, από τους αριθμούς 1 και 19 του άρθρου 559 του Κ.Πολ.Δ., λόγους της αιτήσεώς τους είναι αβάσιμα.
ΙΙ. Ο αναιρετικός λόγος από τον αριθμό 8 του άρθρου 559 του Κ.Πολ.Δ. για μη λήψη υπόψη από το δικαστήριο της ουσίας ουσιωδών πραγμάτων που προτάθηκαν δεν ιδρύεται όταν πρόκειται για αρνητικούς της αγωγής ή ενστάσεως και άρα όχι ουσιώδεις κατά την έννοια της διάταξης αυτής ισχυρισμούς, καθώς και όταν το δικαστήριο έλαβε υπόψη τους προταθέντες ισχυρισμούς και τους απέρριψε ευθέως ή και εκ των πραγμάτων, με την παραδοχή ως αποδειχθέντων γεγονότων αντιθέτων προς αυτά που τους συγκροτούν, ο δε αναιρετικός λόγος από τον αριθμό 11 περ. γ' του ίδιου άρθρου 559 του Κ.Πολ.Δ. δεν ιδρύεται επίσης όταν από την αναιρεσιβαλλομένη προκύπτει χωρίς αμφιβολία ότι το δικαστήριο έλαβε υπόψη και συνεκτίμησε όλα τα αποδεικτικά μέσα που είχαν προσκομίσει και επικαλεστεί οι διάδικοι. Με τον πρώτο λόγο του αναιρετηρίου και υπό την επίκληση και του αριθμού 8 του άρθρου 559 του Κ.Πολ.Δ. προσάπτεται η αιτίαση ότι το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη τον ισχυρισμό των αναιρεσειόντων ότι από την αρχή με πράξεις τους "διαδήλωσαν" την αξίωση προστασίας των περιουσιακών τους στοιχείων ασκώντας συννομή και συνεκμετάλλευση μετά των δικαιοπαρόχων των αναιρεσιβλήτων, συγκοινωνών, επί των περιουσιακών αυτών στοιχείων. Ο ισχυρισμός όμως αυτός των αναιρεσειόντων, ως αγωγικός μεν, απορρίφθηκε κατ' ουσίαν από το Εφετείο με την παραδοχή ότι οι αναιρεσίβλητοι νέμονταν αυτοί, αποκλειστικά, τα ειρημένα ακίνητα που τους έλαχαν κατά την άτυπη διανομή, τούτο δε εν γνώσει και με τη βούληση των αναιρεσειόντων, ως αρνητικός δε της ενστάσεως περί ιδίας, ως άνω, συννομής των αναιρεσιβλήτων ο εν λόγω ισχυρισμός δεν είναι ουσιώδης, κατά την έννοια του πορρηθέντος άρθρου 559 αρ. 8 του Κ.Πολ.Δ. Επομένως ο εξεταζόμενος λόγος αναιρέσεως είναι αβάσιμος, υπό την δεύτερη δε εκδοχή του, απαράδεκτος. Τέλος, από τη διαβεβαίωση του Εφετείου ότι έλαβε υπόψη και όλα τα έγγραφα που έχουν προσκομίσει και επικαλεστεί οι διάδικοι, και το όλο περιεχόμενο της αναιρεσιβαλλομένης, προκύπτει χωρίς αμφιβολία ότι το δικαστήριο έλαβε υπόψη και συνεκτίμησε και το υπ' αριθμ. 1743/1960 συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο, καθώς και την απορριφθείσα ως αόριστη από 21-2-1984 αγωγή των αναιρεσειόντων, που ρητώς μάλιστα την μνημονεύει το Εφετείο, τα οποία επικαλέστηκαν και προσκόμισαν ως αποδεικτικά μέσα οι αναιρεσείοντες, είναι δε αβάσιμα τα αντίθετα που οι τελευταίοι υποστηρίζουν με τους πρώτον επίσης εν μέρει, και δεύτερο, από το άρθρο 559 αρ. 11γ' του Κ.Πολ.Δ., λόγους της αιτήσεώς τους.
ΙΙΙ. Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως ως αβάσιμη κατ' ουσίαν, να διαταχθεί η εισαγωγή στο δημόσιο ταμείο του κατατεθέντος παραβόλου (άρθρ. 495§4 του Κ.Πολ.Δ.) και να καταδικασθούν οι αναιρεσείοντες στη δικαστική δαπάνη των αναιρεσιβλήτων (άρθρ. 176, 183, 191 §2 Κ.Πολ.Δ.), όπως ορίζεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 26-7-2012 αίτηση των Α. Λ. κ.λ.π. για αναίρεση της υπ' αριθμ. 332/2011 αποφάσεως του Εφετείου Λαρίσης.
Διατάσσει την εισαγωγή του κατατεθέντος παραβόλου στο δημόσιο ταμείο. Και
Καταδικάζει τους αναιρεσείοντες στη δικαστική δαπάνη των αναιρεσιβλήτων, την οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων οκτακοσίων (1.800) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 4 Φεβρουαρίου 2014.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του στις 5 Μαρτίου 2014.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ