Θέμα
Υπέρβαση εξουσίας, Παύση οριστική ποινικής διώξεως, Εξύβριση, Παραγραφή υφ' όρο.
Περίληψη:
Έφεση εισαγγελέως κατά αθωωτικής αποφάσεως. Πρέπει να είναι πλήρως αιτιολογημένη. Αντίθετα το δικαστήριο που την κάνει τυπικά δεκτή και κηρύσσει ένοχο τον κατηγορούμενο υποπίπτει σε υπέρβαση εξουσίας (510 παρ. 1 Η΄ ΚΠΔ, ΑΠ 1540/2007, ΑΠ 209/2008, ΑΠ 1632/2007). Πλήρως αιτιολογημένη έφεση. Απορρίπτεται ο πρώτος λόγος αναιρέσεως. Μετατροπή κατηγορίας από συκοφαντική δυσφήμιση σε εξύβριση. Έπρεπε να παύσει υφ' όρο την ποινική δίωξη κατ' άρθρο 31 παρ. 1 Ν. 3346/2005, αφού η πράξη φέρεται τελεσθείσα στις 3-8-2003 δηλ. πριν τις 17-6-2005 που άρχισε η ισχύς του νόμου. Υπέρβαση εξουσίας (ΑΠ 146/2007, ΑΠ 851/2008). Αναιρεί. Παύει υφ' όρο την ποινική δίωξη.
ΑΡΙΘΜΟΣ 2127/2009
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Δημήτριο Πατινίδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Χαράλαμπο Παπαηλιού, Παναγιώτη Ρουμπή, Γεώργιο Μπατζαλέξη - Εισηγητή και Χριστόφορο Κοσμίδη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 13 Οκτωβρίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Νικολάου Τσάγγα (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ, κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Θεόδωρο Ζευκιλή, περί αναιρέσεως της 5133/2008 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Με πολιτικώς ενάγοντα τον Ψ, κάτοικο ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Παναγιώτη Τάντση.
Το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 18 Μαρτίου 2009 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 589/2009.
Αφού άκουσε
Τους πληρεξούσιους δικηγόρους των διαδίκων, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή εν μέρει η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
I. Από τις διατάξεις των άρθρων 474, 476 και 498 ΚΠΔ, προκύπτει ότι η έκθεση που περιέχει τη δήλωση άσκησης του ένδικου μέσου της έφεσης πρέπει κατ' αρχήν να περιέχει ορισμένο λόγο, όπως η κακή εκτίμηση των αποδείξεων. Ειδικά προκειμένου για έφεση του εισαγγελέα κατά αθωωτικής απόφασης, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 486 παρ.3, που προστέθηκε με το άρθρο 2 παρ.19β του Ν. 2408/1996, "η άσκηση έφεσης από τον εισαγγελέα πρέπει να αιτιολογείται ειδικά και εμπεριστατωμένα στη σχετική έκθεση (άρθ. 498), άλλως η έφεση απορρίπτεται ως απαράδεκτη". Από τη διατύπωση αυτή προκύπτει, ότι η αξιούμενη αιτιολόγηση της έφεσης που ασκείται από τον εισαγγελέα κατά αθωωτικής απόφασης, αποτελεί πρόσθετο τυπικό όρο του κύρους του ενδίκου αυτού μέσου και αξιώνει από τον εισαγγελέα ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία των λόγων της έφεσης, δηλαδή, πρέπει να εκτίθενται σε αυτή με σαφήνεια και πληρότητα οι συγκεκριμένες πραγματικές ή νομικές πλημμέλειες που αποδίδονται στην προσβαλλόμενη απόφαση. Αν η έφεση δεν έχει τέτοια αιτιολογία και παρά ταύτα το δευτεροβάθμιο δικαστήριο την κρίνει παραδεκτή και εξετάζοντας την ουσία της υπόθεσης καταλήγει την καταδίκη του κατηγορουμένου, υποπίπτει σε θετική υπέρβαση εξουσίας, που ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Η' του ΚΠΔ λόγο αναίρεσης, κατά τον γενικό ορισμό του οποίου, υπέρβαση εξουσίας, υπάρχει, όταν το δικαστήριο ασκεί δικαιοδοσία, που δεν του δίνει ο νόμος. Στα πλαίσια αυτά του ορισμού γίνεται διάκριση της υπέρβασης σε θετική και αρνητική. Στην πρώτη περίπτωση το δικαστήριο αποφασίζει κάτι, για το οποίο δεν έχει δικαιοδοσία, ενώ στη δεύτερη παραλείπει να αποφασίσει κάτι, το οποίο υποχρεούται στα πλαίσια της δικαιοδοσίας του.
Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση και τα πρακτικά της, τα οποία παραδεκτά επισκοπούνται, το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης δέχθηκε τυπικά την έφεση του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης κατά της υπ' αριθμ. 21540/2007 αθωωτικής απόφασης του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης και στη συνέχεια, αφού προχώρησε στην εξέταση της ουσίας της υπόθεσης, κήρυξε ένοχο τον κατηγορούμενο- αναιρεσείοντα για την αξιόποινη πράξη της εξυβρίσεως, κατά συρροή, κατ επιτρεπτή μεταβολή της για συκοφαντική δυσφήμιση αρχικής κατηγορίας και επέβαλε σ' αυτόν ποινή φυλάκισης δύο (2) μηνών για κάθε μία από τις επί μέρους πράξεις και συνολική φυλάκιση τριών (3) μηνών, την οποία ανέστειλε επί τριετία. Στη με αριθμ. 1902/29-10-2007 έκθεση εφέσεως του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης, την οποία παραδεκτώς επισκοπεί ο Άρειος Πάγος για την εξέταση του προβαλλόμενου λόγου αναίρεσης, αναφέρεται, ότι ο εν λόγω Εισαγγελέας "... ασκεί έφεση κατά της παραπάνω απόφασης του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης, με την οποία κηρύχθηκε αθώος (κατά πλειοψηφία), ο κατηγορούμενος Χ για την πράξη της συκοφαντικής δυσφήμησης, δεδομένου ότι εσφαλμένα το δικαστήριο δεν εκτίμησε σωστά τα πραγματικά περιστατικά και έκανε την υπαγωγή αυτών στις αντίστοιχες διατάξεις του νόμου, ενώ κατ ορθή εκτίμηση των αποδείξεων έπρεπε να κηρυχθεί ο κατηγορούμενος ένοχος της ανωτέρω πράξης. Ειδικότερα, ο ανωτέρω κηρύχθηκε αθώος της πράξης της συκοφαντικής δυσφήμησης κατά συρροή (αρθ. 363-362, 94 παρ. 2 ΠΚ), ενώ έπρεπε το Δικαστήριο ορθά εκτιμώντας τις αποδείξεις να τον κηρύξει ένοχο, λαμβάνοντας υπόψη του τις καταθέσεις των ΑΑ, Ψ και ΒΒ από τις οποίες προκύπτει ότι ο κατηγορούμενος στις 3.8.2003 στην περιοχή "..." ... απευθυνόμενους στους πελάτες της ξενοδοχειακής του επιχείρησης ισχυρίστηκε για τους εγκαλούντες ΑΑ και Ψ ότι αυτοί χρησιμοποιούν σε βάρος του αθέμιτα μέσα, ότι συνεχίζουν εναντίον του τον ίδιο "σιχαμένο" πόλεμο για να του κλείσουν την επιχείρηση, ότι "τον μαχαιρώνουν κάτω από το τραπέζι", εννοώντας ότι δεν έχουν καλές σχέσεις, λόγω του χαρακτήρα τους, ότι φιλοξενούσαν διάφορους τρίτους για να τους έχουν ως μάρτυρες εναντίον τους, γνωρίζοντας ο κατηγορούμενος ότι η ανακοίνωση των ανωτέρω ψευδών ισχυρισμών μπορούσε να βλάψει την τιμή και την υπόληψή τους. Οι καταθέσεις των ανωτέρω μαρτύρων δεν αναιρούνται από τις καταθέσεις των μαρτύρων υπεράσπισης ΓΓ και ΔΔ, οι οποίοι δεν προσδιορίζουν ποιες ώρες ήταν παρόντες στην ξενοδοχειακή μονάδα του κατηγορούμενου και πως ήταν σε θέση να γνωρίζουν ότι ο κατηγορούμενος στην προανακριτική απολογία του, δέχεται ότι απευθύνθηκε στους πελάτες της επιχείρησης του και μίλησε σε αυτούς για την αντιδικία του με τους εγκαλούντες, έστω και αν δίνει διαφορετική εκδοχή για το περιεχόμενο που είχε η εξιστόρηση των γεγονότων προς αυτούς. Έτσι όπως έχει η έκθεση αυτή της έφεσης, περιέχει την, από τη διάταξη του άρθρου 486 παρ. 3 ΚΠΔ, απαιτούμενη για την άσκησή της ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού διαλαμβάνονται σ' αυτήν οι συγκεκριμένες πλημμέλειες της αθωωτικής απόφασης περί την εκτίμηση των αποδεικτικών μέσων και ιδίως των μαρτυρικών καταθέσεων, των οποίων γίνεται συγκριτική αξιολόγηση και αναφέρονται τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από τις καταθέσεις των μνημονευομένων μαρτύρων κατηγορίας, με βάση τα οποία, σε συνδυασμό και με την προανακριτική απολογία του κατηγορουμένου, στοιχειοθετείται η πράξη που αποδίδεται σ αυτόν, όπως εξειδικεύεται στο κατηγορητήριο και από ποια συγκεκριμένα περιστατικά και στοιχεία δικαιολογούταν η άσκηση αυτής για την, κατά την άποψη του ως άνω Εισαγγελέα, κήρυξη ενόχου του κατηγορουμένου για την αποδιδόμενη σ' αυτόν παραπάνω αξιόποινη πράξη. Κατ' ακολουθία των ανωτέρω, η ανωτέρω έφεση του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης κατά της πρωτόδικης αθωωτικής αποφάσεως είναι παραδεκτή, το δε Τριμελές Εφετείο, που με την προσβαλλόμενη απόφασή του, την δέχθηκε τυπικά και στη συνέχεια προχώρησε στην εξέταση της ουσίας της υπόθεσης και κήρυξε ένοχο τον κατηγορούμενο για την πράξη της εξυβρίσεως, κατ επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας για συκοφαντική δυσφήμηση, δεν υπερέβη, εκ του λόγου αυτού, την εξουσία του, όπως αβασίμως υποστηρίζεται με τον πρώτο λόγο της αναιρέσεως, που στηρίζεται στη διάταξη του άρθρου 510 παρ.1 στοιχ. Η' του Κ.Π.Δ.
Συνεπώς ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.
ΙΙ. Κατά τη διάταξη του άρθρου 31 παρ. 1 του ν. 3346/2005, η οποία δεν αντίκειται στο Σύνταγμα, παραγράφεται το αξιόποινο και παύει η δίωξη των ακόλουθων αξιόποινων πράξεων, που έχουν τελεστεί μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος, με εξαίρεση τις πράξεις που αναγράφονται στην παράγραφο 5 (άρθρ. 358 ΠΚ, ν. 690/1945 και άρθρ. 377 Π.Κ. για τις περιπτώσεις αγοράς εμπορευμάτων με πίστωση): α) των πταισμάτων και β) υφ' όρο των πλημμελημάτων, κατά των οποίων ο νόμος απειλεί ποινή φυλάκισης μέχρι ένα έτος ή χρηματική ποινή ή και τις δυο ποινές. Στη ρύθμιση αυτή υπάγεται και η αξιόποινη πράξη της εξύβρισης, εφόσον η απειλούμενη γι' αυτήν ποινή είναι φυλάκιση μέχρι ένα έτος ή χρηματική ποινή ή και με τις δυο αυτές ποινές (άρθρ. 361 ΠΚ). Επομένως, εάν η πράξη της εξύβρισης έχει τελεστεί μέχρι τη δημοσίευση του ν. 3346/2005, ήτοι μέχρι 17-6-2005, παραγράφεται το αξιόποινο και παύει υφ' όρο η ποινική δίωξη αυτής. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε ΚΠΔ, λόγο αναίρεσης συνιστά και η εσφαλμένη εφαρμογή ποινικής διάταξης, η οποία υφίσταται, όταν το δικαστήριο δεν υπήγαγε ορθώς τα πραγματικά περιστατικά, που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν, στην εφαρμοσθείσα διάταξη. Υπέρβαση δε εξουσίας, που συνιστά τον κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Η' ΚΠΔ λόγο, όπως ήδη λέχθηκε στην προηγούμενη σκέψη, υπάρχει, με βάση το γενικό ορισμό, όταν το δικαστήριο ασκεί δικαιοδοσία, που δεν του δίνει ο νόμος. Στα πλαίσια αυτά του ορισμού γίνεται διάκριση της υπέρβασης σε θετική και αρνητική. Στην πρώτη περίπτωση το δικαστήριο αποφασίζει κάτι, για το οποίο δεν έχει δικαιοδοσία, ενώ στη δεύτερη παραλείπει να αποφασίσει κάτι, το οποίο υποχρεούται στα πλαίσια της δικαιοδοσίας του.
Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από την επισκόπηση της προσβαλλομένης απόφασης, το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, που δίκασε κατ' έφεση, με την προσβαλλόμενη υπ' αριθ. 5133/2008 απόφαση, κήρυξε ένοχο τον αναιρεσείοντα για εξύβριση, κατά συρροή των δύο εγκαλούντων, κατ' ορθότερο της πράξεως της συκοφαντικής δυσφημήσεως, για την οποία ασκήθηκε η ποινική δίωξη, νομικό χαρακτηρισμό, ο οποίος δεν συνιστά ανεπίτρεπτη μεταβολή της αρχικής ως άνω κατηγορίας και του επέβαλε για κάθε εξύβριση ποινή φυλάκισης δύο (2) μηνών και συνολικά τριών (3) μηνών. Εφόσον λοιπόν το Εφετείο δέχθηκε, ότι η ανωτέρω πράξη του κατηγορουμένου φέρει το χαρακτηρισμό της εξύβρισης, η οποία τιμωρείται με ποινή φυλάκισης μέχρι ένα έτος ή χρηματική ποινή ή και με τις δύο ποινές, και ότι η πράξη αυτή είχε τελεστεί (3-8-2003), πριν από τη δημοσίευση του ν. 3346/2005 (17-6-2005), συνέτρεχε περίπτωση παραγραφής του αξιοποίνου αυτής, κατά την επιεικέστερη διάταξη του άρθρου 31 παρ. 1 του νόμου αυτού, υπό τον αναφερόμενο στην εν λόγω διάταξη όρο, κατ εφαρμογή της οποίας και έπρεπε να παύσει οριστικά την ποινική δίωξη υπό τον εν λόγο όρο. Επομένως, το δικαστήριο εκείνο, που δεν υπήγαγε τα πραγματικά περιστατικά, που δέχθηκε, στη διάταξη αυτή, την οποία και δεν εφάρμοσε, υπέπεσε στην από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' ΚΠΔ πλημμέλεια της εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διάταξης. Με το να προχωρήσει δε στη συνέχεια στην καταδίκη του κατηγορουμένου για την ως άνω πράξη της εξυβρίσεως, κατά συρροή και να μην παύσει υφ' όρο την ποινική δίωξη για την πράξη αυτή, κατ' εφαρμογή της ίδιας άνω διάταξης του ν. 3346/2005, υπέπεσε στην από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Η' ΚΠΔ πλημμέλεια της αρνητικής υπέρβασης εξουσίας. Επομένως βασίμως με τον δεύτερο λόγο αναιρέσεως, πλήττεται η ως άνω απόφαση του Εφετείου για τις ανωτέρω πλημμέλειες και πρέπει, κατά παραδοχή των ως άνω λόγων αναιρέσεως, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και, εφόσον δεν συντρέχει περίπτωση πσραπομπής της υποθέσεως κατ άρθρο 519 ΚΠΔ, να παύσει υφ' όρο η ποινική δίωξή του γι' αυτή.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την 5133/2008 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης.
Παύει υφ' όρο την ποινική δίωξη σε βάρος του κατηγορουμένου Χ του ότι: Στην περιοχή "..." ... στις 3 Αυγούστου 2003 και ώρα 10.00 από τα μεγάφωνα του ξενοδοχειακού του συγκροτήματος στην περιοχή "..."- ..., απευθυνόμενος στους πελάτες της επιχείρησης του, ισχυρίσθηκε για τους εγκαλούντες ΑΑ και Ψ, ιδιοκτήτες ομόρου ακινήτου με το δικό του, στο οποίο βρίσκεται το ως άνω τουριστικό συγκρότημα, ότι οι εγκαλούντες χρησιμοποίησαν σε βάρος του αθέμιτα μέσα, ότι συνεχίζουν εναντίον του τον ίδιο "σιχαμένο" πόλεμο για να του κλείσουν την επιχείρηση, ότι "τον μαχαιρώνουν κάτω από το τραπέζι" ότι επί 25 χρόνια οι δύο εγκαλούντες που είναι αδέλφια δεν έφαγαν στο ίδιο τραπέζι, εννοώντας ότι δεν είχαν καλές σχέσεις λόγω του χαρακτήρα τους, ότι φιλοξενούν διάφορους τρίτους για να τους έχουν ως μάρτυρες εναντίον τους με σκοπό να βλάψει τη τιμή και την υπόληψή τους.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 3 Νοεμβρίου 2009. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 9 Νοεμβρίου 2009.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ