Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Αγορανομικός Κώδικας.
Περίληψη:
Αίτηση αναιρέσεως κατά καταδικαστικής αποφάσεως για παράβαση του Αγορανομικού Κώδικα, λόγος αναιρέσεως: Έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, διότι ο αναιρεσείων φέρεται ως διαχειριστής της επιχειρήσεως, χωρίς να προσδιορίζεται όπως απαιτεί ο νόμος, αν ήταν κύριος, διευθυντής ή επόπτης τής επιχειρήσεως. Απορρίπτει την αίτηση αναιρέσεως, διότι αφού στην απόφαση α) ο αναιρεσείων φέρεται ως υπεύθυνος διαχειριστής ομόρρυθμης εταιρείας, η οποία στην επωνυμία της φέρει το όνομα του και β) γίνεται δεκτό ότι η νόθευση έγινε από τον εκκαλούντα, ο οποίος στη συνέχεια υποσχέθηκε την πώληση "καλού πετρελαίου", συνάγεται ότι πρόκειται για τον κύριο της επιχειρήσεως.
Αριθμός 1917/2009
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ----
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Εμμανουήλ Καλούδη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Αιμιλία Λίτινα, Ανδρέα Τσόλια - Εισηγητή, Ιωάννη Παπουτσή, Ανδρέα Δουλγεράκη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 7 Οκτωβρίου 2008, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αθανάσιο Κονταξή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ1, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Ευστάθιο Παναγιωτόπουλο, για αναίρεση της με αριθμό 6107/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης.
Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητά την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 20 Ιουλίου 2007 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1.440/2007.
Α φ ο ύ ά κ ο υ σ ε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
ΕΠΕΙΔΗ, κατά το άρθρο 31 παρ. 4 του Αγορανομικού Κώδικα (ν.δ. 145/1946), με φυλάκιση και με χρηματική ποινή τιμωρείται όποιος, εκτός από την περίπτωση του άρθρου 281 Π.Κ., παραποιεί ή νοθεύει τρόφιμα και γενικά είδη βιοτικών αναγκών που προορίζονται για εμπορία. Η από το δράστη πώληση, θέση σε κυκλοφορία ή κατοχή προς πώληση ή χρήση του κοινού τέτοιων αντικειμένων αποτελεί ιδιαίτερη επιβαρυντική περίσταση. Εξάλλου, μετά την κατάργηση της παραγράφου 2 του άρθρου 36 του Αγορανομικού Κώδικα (ν.δ. 136/1946), όπως είχε αντικατασταθεί με το άρθρο 11 του ν. 802/1978), με το άρθρο 3 παρ.1 του νόμου 1401/1983, η οποία καθιέρωνε την ποινική ευθύνη των συμβατικώς οριζομένων ως αγορανομικώς υπευθύνων των επιχειρήσεων, σύμφωνα με την ισχύουσα παράγραφο 1 του ίδιου άρθρου 36, για κάθε αγορανομική παράβαση στα αναφερόμενα καταστήματα, εργοστάσια και εργαστήρια καθώς και στα δημόσια κέντρα, τιμωρούνται ως αυτουργοί "ο κύριος της επιχειρήσεως, ο διευθυντής και ο επόπτης του εστιατορίου ή ξενοδοχείου και λοιπών καταστημάτων, εργοστασίων, εργαστηρίων κλπ". Τέλος, σύμφωνα με το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ' του ΚΠΔ, λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως δημιουργεί η έλλειψη της ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας που επιβάλλεται από τα άρθρα 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, όπως ήδη ισχύει. Τέτοια έλλειψη αιτιολογίας της καταδικαστικής αποφάσεως υπάρχει όταν δεν αναφέρονται στην απόφαση με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου της ουσίας για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που θεμελίωσαν τα περιστατικά αυτά και οι συλλογισμοί με τους οποίους έγινε η υπαγωγή τους στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόστηκε. Ειδικά η καταδικαστική, για τις ως άνω αγορανομικές παραβάσεις, απόφαση, στερείται αιτιολογίας και όταν δεν εκτίθεται σ1 αυτήν, ότι ο κατηγορούμενος είχε κατά τον χρόνο τελέσεως της πράξεως, μία από τις τρεις ως άνω ιδιότητες, καθώς και τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν και προσδίδουν σ' αυτόν μία από τις ιδιότητες αυτές. Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης, που δίκασε κατ' έφεση, κήρυξε, με την 6107/2007 απόφαση του, τον αναιρεσείοντα ένοχο για την αναφερόμενη εκεί αγορανομική παράβαση που προβλέπεται από το άρθρο 31 παρ. 4 του Αγορανομικού Κώδικα και συγκεκριμένα για το ότι "στη Θεσσαλονίκη κατά τους μήνες Οκτώβριο και Νοέμβριο 2001, με περισσότερες από μία πράξεις, που συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου αδικήματος, νόθευσε είδη βιοτικής ανάγκης, προορισμένα για εμπορία και συγκεκριμένα, ο Χ1, ως υπεύθυνος πρατηρίου υγρών καυσίμων, που βρίσκεται στην οδό ..., νόθευσε πετρέλαιο κινήσεως, που ο Χ1 προμηθεύτηκε με τα υπ' αρ...., ..., ... και ... τιμολόγια από την εταιρεία DRACOIL προς εμπορία, με ανώτερα κλάσματα πετρελαίου της περιοχής των ορυκτελαίων σε ποσοστό τουλάχιστον 6%, με αποτέλεσμα αυτό (πετρέλαιο κινήσεως) να έχει: 1) Πυκνότητα 9,8540 g/ml αντί όχι μεγαλύτερη από 0,8450 g/mi. 2) Θείο (S) 0,65% κ.β. αντί όχι πιο πολύ από 0,035 κ. 3) Σημείο απόφραξης ψυχρού φίλτρου (cfpp) +5 βαθμούς C αντί όχι μεγαλύτερη από -5 βαθμούς C. 4) Κινηματικό ιξώδες 4,7 cSt αντί όχι πιο πολύ 4,5 cSt. 5) Απόσταγμα στους 350 βαθμούς C: 79%ν/ν αντί τουλάχιστον 85%ν/ν. 6) Απόσταγμα στους 360 βαθμούς C: 89%ν/ν αντί τουλάχιστον 95%ν/ν. Δηλαδή πρόκειται για πετρέλαιο κίνησης νοθευμένο με ανώτερα κλάσματα πετρελαίου των ορυκτελαίων σε ποσοστό τουλάχιστον 6%". Προκειμένου το Δικαστήριο να οδηγηθεί στην ανωτέρω καταδικαστική απόφαση, δέχθηκε, κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του, ότι από τα αναφερόμενα ειδικώς κατ' είδος αποδεικτικά μέσα, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: "Ο εκκαλών κατηγορούμενος Χ1, κατά το χρονικό διάστημα Οκτωβρίου και Νοεμβρίου του έτους 2001, ετέλεσε περισσότερες πράξεις, οι οποίες συνιστούν εξακολούθηση ενός και του αυτού εγκλήματος, της νοθεύσεως ειδών βιοτικής ανάγκης, προορισμένων προς εμπορίαν. Ειδικότερα, την 28.12.2005, υπάλληλος του Τμήματος Ελέγχου της Διευθύνσεως Εμπορίου Ν. Θεσσαλονίκης έλαβαν δείγμα πετρελαίου κινήσεως από αντλία της εταιρείας χωματουργικών εργασιών "ΑΦΟΙ ΤΣΕΒΡΕΜΗ ΑΒΕΤΕ", η οποία ευρίσκεται επί του 7ου χιλιομέτρου τής Εθνικής Οδού Θεσσαλονίκης - Βέροιας. Το προϊόν αυτό είχε αγορασθεί από την εταιρεία υπό την επωνυμίαν ".... ΟΕ", η οποία διατηρεί πρατήριο υγρών καυσίμων επί του ... χιλιομέτρου της Παλαιάς Εθνικής Οδού ... (υποκατάστημα) με διαχειριστή και υπεύθυνον τον εκκαλούντα Χ1, δυνάμει τού υπ' αριθμ. ... τιμολογίου και των υπ' αριθμ....., ..., ... και .... δελτίων αποστολής. Το δείγμα αυτό, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της Δ.Χ.Υ. Θεσσαλονίκης (αριθμ. εκθέσ. αναλύσεως ... και τής επανεξετάσεως (αριθμ. εκθ. χημικής αναλύσεως ...) ανευρέθη μη κανονικό και νοθευμένο και συγκεκριμένα ανευρέθη να έχει 1) Πυκνότητα 9,8540 g/ml αντί όχι μεγαλύτερη από 0,8450 g/mi. 2) Θείο (S) 0,65% κ.β. αντί όχι πιο πολύ από 0,035 κ. 3) Σημείο απόφραξης ψυχρού φίλτρου (cfpp) +5 βαθμούς C αντί όχι μεγαλύτερη από -5 βαθμούς C. 4) Κινηματικό ιξώδες 4,7 cSt αντί όχι πιο πολύ 4,5 cSt. 5) Απόσταγμα στους 350 βαθμούς C: 79%ν/ν αντί τουλάχιστον 85%ν/ν. 6) Απόσταγμα στους 360 βαθμούς C: 89%ν/ν αντί τουλάχιστον 95%ν/ν. Η νόθευση αυτή τού πετρελαίου κινήσεως από τον εκκαλούντα είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία πλείστων προβλημάτων στα χωματουργικά μηχανήματα της εταιρείας χωματουργικών εργασιών "ΑΦΟΙ ΤΣΕΒΡΕΜΗ", μάλιστα δε, μετά τις διαμαρτυρίες του υπευθύνου της χωματουργικής αυτής εταιρείας Υ1, μετά δε ταύτα, ο εκκαλών κατηγορούμενος "υπεσχέθη" την πώληση "καλού πετρελαίου" (βλ. την επ' ακροατηρίου ένορκη κατάθεση του Υ1)". Με τις παραδοχές αυτές, το Δικαστήριο της ουσίας διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφαση του την, κατά τα ανωτέρω, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ' αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του πιο πάνω εγκλήματος για το οποίο καταδικάστηκε ο αναιρεσείων, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά, καθώς επίσης και τους συλλογισμούς με τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις του Αγορανομικού Κώδικα, τις οποίες εφάρμοσε χωρίς να παραβιάσει ευθέως ή εκ πλαγίου. Ακόμη, προσδιορίζονται στην προσβαλλόμενη απόφαση κατ' είδος, όλα τα αποδεικτικά μέσα, που έλαβε υπόψη του το Δικαστήριο και από τα οποία αυτό συνήγαγε τα περιστατικά που εκτέθηκαν και οδηγήθηκε στην αναφερόμενη καταδικαστική κρίση, χωρίς να παρίσταται ανάγκη να αναφέρεται στο καθένα από αυτά και στο τι προκύπτει ξεχωριστά από το καθένα, αρκεί ότι τα εκτίμησε όλα και όχι μόνο μερικά από αυτά. Οι αιτιάσεις του αναιρεσείοντος ότι δεν αιτιολογείται α) ποιά σχέση υπάρχει μεταξύ των ποσοτήτων που πουλήθηκαν από το πρατήριο του τον Οκτώβριο και Νοέμβριο του 2001 με δειγματοληψία που έγινε στις αντλίες της εταιρείας "Αδελφοί Τσεβρέμη" μετά δύο περίπου μήνες, β) ότι η νόθευση επισημάνθηκε μόνο στις αντλίες της εταιρείας Τσεβρέμη αλλά όχι και στις εγκαταστάσεις του πρατηρίου τού αναιρεσείοντος, γ) ότι ενώ η συνολική πώληση από τον αναιρεσείοντα ανερχόταν σε 22.600 λίτρα πετρελαίου κινήσεως, εν τούτοις κατά την γενόμενη στις εγκαταστάσεις "Τσεβρέμη" στις 28.12.001 βρέθηκαν 21.500 λίτρα, γεγονός που βεβαιώνει ότι ο αναιρεσείων δεν ήταν ο μοναδικός προμηθευτής της ως άνω εταιρείας και δ) δεν διαλαμβάνονται στην απόφαση τα πραγματικά περιστατικά από τα οποία προκύπτει ότι το πωληθέν πετρέλαιο, κατά τους μήνες Οκτώβριο - Νοέμβριο 2001 σχετίζεται με το δείγμα που λήφθηκε δύο μήνες μετά από τις αντλίες της εταιρείες Τσεβρέμη, είναι αβάσιμες, διότι στην προσβαλλόμενη απόφαση ρητώς γίνεται μνεία ότι πρόκειται για προϊόν το οποίο είχε αγοραστεί από την εταιρεία την οποία εκπροσωπεί ο αναιρεσείων και ότι στην αντλία ελέγχου υπήρχε πετρέλαιο που αγοράστηκε μόνο από την ως άνω εταιρεία. Τέλος και η αιτίαση του αναιρεσείοντος η οποία προβάλλεται με τον δεύτερο λόγο αναιρέσεως ότι δεν γίνεται μνεία της ιδιότητας τη ν οποία είχε αυτός σε σχέση με την εταιρεία "... ΟΕ", είναι αβάσιμη, διότι ναι μεν δεν γίνεται πανηγυρική αναφορά σε μία από τις παραπάνω αναφερόμενες ιδιότητες, δηλαδή τού κυρίου ή τού διευθυντή ή τού επόπτη της επιχειρήσεως, πλην όμως, αφού στην απόφαση γίνεται ρητή και σαφής μνεία ότι ο αναιρεσείων είναι υπεύθυνος διαχειριστής τής παραπάνω αναφερόμενης ομόρρυθμης εταιρείας, η οποία, μάλιστα, στην επωνυμία της φέρει το όνομα του και γίνεται δεκτό ότι η νόθευση έγινε από τον εκκαλούντα και ήδη αναιρεσείοντα, ο οποίος στη συνέχεια, υποσχέθηκε στην εταιρεία Τσεβρέμη την πώληση "καλού πετρελαίου", συνάγεται ανενδοιάστως ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δέχεται ότι ο αναιρεσείων ήταν ο κύριος της επιχειρήσεως και έτσι δεν υπάρχει αμφιβολία, ασάφεια ή αντίφαση ως προς την παραπάνω ιδιότητα του αναιρεσείοντος. Επομένως, οι από το άρθρο 510 παρ. 1 Δ' του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας δύο λόγοι αναιρέσεως είναι αβάσιμοι και ως εκ τούτου απορριπτέοι. Μετά από αυτά και ενόψει του ότι δεν προβάλλεται άλλος λόγος αναιρέσεως, πρέπει ν α απορριφθεί στο σύνολο της η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα έξοδα της ποινικής διαδικασίας, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 583 παρ. 1 του Κ.Π.Δ.
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Απορρίπτει την 67/20 Ιουλίου 2007 αίτηση του..., για αναίρεση της 6107/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα έξοδα της ποινικής διαδικασίας, τα οποία ανέρχονται στο ποσό των διακοσίων είκοσι ευρώ (220 €).
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 12 Μαΐου 2009.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του στις 8 Οκτωβρίου 2009.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ