Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 2214 / 2009    (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Επανάληψη διαδικασίας, Τραπεζική επιταγή.




Περίληψη:
Απορρίπτεται ως αβάσιμος αίτηση αναιρέσεως κατά Βουλεύματος Συμβουλίου Εφετών, που απέρριψε αίτηση για επανάληψη διαδικασίας. Η πλήρης αποζημίωση που απαιτεί ο νόμος, στο άρθρο 79 § 3 του Ν.5960/1933, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του δια του άρθρου 4 του Ν.2408/1996, για την εξάλειψη του αξιοποίνου της εκδόσεως ακάλυπτης επιταγής και την αθώωση του εκδότη, δεν ταυτίζεται με την πληρωμή ή εξόφληση των επιταγών, αλλά είναι έννοια ευρύτερη και περιλαμβάνεται την αποκατάσταση και κάθε άλλης ζημίας που τυχόν υπέστη ο κομιστής από την καθυστερημένη πληρωμή ή εξόφληση της επιταγής (ΑΠ 699/2004). Απορρίπτει αίτηση.




ΑΡΙΘΜΟΣ 2214/2009

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Z' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ - ΣΕ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Θεοδώρα Γκοΐνη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο - Εισηγητή και Ιωάννη Παπαδόπουλο, Αρεοπαγίτες.
Με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Παναγιώτη Ψάνη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέα Χρήστου Πήτα.

Συνήλθε σε Συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 21 Οκτωβρίου 2009, προκειμένου να αποφανθεί για την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ1, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Ιωάννη Αβραμίδη, περί αναιρέσεως του υπ' αριθμ. 51/2009 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Πειραιά.

Το Συμβούλιο Εφετών Πειραιά, με το ως άνω βούλευμά του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτό, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί τώρα την αναίρεση του βουλεύματος τούτου, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 23 Φεβρουαρίου 2009 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 370/2009.

Έπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Παναγιώτη Ψάνη εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με την πρόταση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αθανασίου Κονταξή με αριθμό 227/24.6.2009, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα:
I) Με την υπ'αριθμ. 6812/13-5-1997 απόφασή του το Μονομελές Πλημμελειοδικείο Πειραιά καταδίκασε τον Χ1 σε φυλάκιση 4 ετών (και χρηματική ποινή 1.000.000 δραχμών) για παράβαση του άρθρου 79 § 1 ν.5960/33, ήτοι έκδοση ακαλύπτων επιταγών, κατεξακολούθηση και δη των υπ'αριθμ. ..., ..., ... και ... σε διαταγή της εταιρείας "ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΗΣ...." (οι 1, 3, 4) και "ΒΟΟΤΡΟΦΙΚΗΣ ΑΕ" (η β), ποσών 600.000, 4.900.000, 7.300.000 και 9.700.000 δραχμών αντίστοιχα, που τέλεσε στις 26-4-93, 4-5-93, 5-5-93 και 6-5-93.
Κατά της άνω απόφασης -που εκδόθηκε ερήμην- άσκησε την υπ'αριθμ. 2072/24-6-97 έφεση -με λόγο εφέσεως την εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, χωρίς συγκεκριμένη αιτίαση- την έφεση αυτή απέρριψε το Β' Τριμελές Πλημμελειοδικείο Πειραιά ως ανυποστήρικτη με την υπ'αριθμ. 2187/99 απόφασή του. Κατά της τελευταίας αυτής απόφασης -η οποία καθαρογράφηκε και καταχωρήθηκε στο ειδικό βιβλίο του άρθρου 473 § 3 Κ.Π.Δ. στις 26-4-99 και επιδόθηκε στον εκκαλούντα στις 13-5-99 και δη στον ίδιο (βλ. το από 13-5-99 αποδεικτικό της επιμελήτριας των δικαστηρίων ...) - άσκησε αυτός στις 24-10-2008 την υπ'αριθμ. 136/2008 αίτηση ακυρώσεως (άρθρο 341 Κ.Ποιν.Δ.), η οποία απερρίφθη από το Α' Τριμελές Πλημμελειοδικείο Πειραιά με την υπ'αριθμ. 17041/24-10-2008 απόφασή του ως εκπρόθεσμη - Η απόφαση αυτή είναι από της εκδόσεώς και δημοσιεύσεως της αμετάκλητη (άρθρο 341 § 2 Κ.Ποιν.Δ.).-Κατά της άνω 2187/97 αποφάσεως του Β' Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς ο εκκαλών δεν άσκησε κάποιο άλλο ένδικο μέσο και δη αναίρεση, αλλ'ούτε και εισαγγελέας.
-Να σημειωθεί εδώ ότι η άνω επιβληθείσα ποινή μετατράπηκε ήδη σε χρηματική ποινή με την υπ'αριθμ. 18246/2008 απόφαση του Α' Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς κατ'εφαρμογή του άρθρου 16 ν.3727/2008-'Ηδη ο ανωτέρω άσκησε ενώπιον του Εισαγγελέα Εφετών Πειραιά στις 21-11-2008 δια πληρεξουσίου (και δη του Ιωάννη Αβραμίδη με βάση την από 27-10-2008 εξουσιοδότηση, στην οποία το γνήσιο της υπογραφής του βεβαιώνεται από δικηγόρο) την από 19-11-2008 αίτηση επανάληψης της σε βάρος ποινικής διαδικασίας η οποία περατώθηκε με την ρηθείσα καταδικαστική απόφαση του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς προβάλλων νέες αποδείξεις, οι οποίες (όπως ισχυρίζεται) ανακαλύφθησαν μετά το αμετάκλητο της καταδίκης του και δια την .../5-11-2008 ένορκη κατάθεση του νομίμου εκπροσώπου της εταιρείας "ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΗ......" Ν1 και την .../18-11-2008 ένορκη κατάθεση του Ν2 - που δόθησαν ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιά 'Αννας Καλίτση-Παναγοπούλου από τις οποίες προκύπτει -κατά τον αιτούντα- ότι είχε από Μαρτίου 1997 (τις 1,3,4) και από Ιανουαρίου 1997 (την 2) -ήτοι προ της εκδόσεως της καταδικαστικής απόφασης- εξοφλήσει τις ρηθείσες επιταγές.
Να σημειωθεί εδώ ότι ρητά στην άνω αίτηση γίνεται αναφορά ότι ο αιτών είχε εξοφλήσει πλήρως και ολοσχερώς τις επίδικες επιταγές. 'Ετσι ισχυρίστηκε ότι καταδικάστηκε άδικα ενώ ήταν αθώος.
Το συμβούλιο Εφετών Πειραιά (ως αρμόδιο) με το υπ'αριθμ. 51/2-2-2009 βούλευμά του απέρριψε την άνω αίτηση ως αβάσιμη και δη δέχθηκε ότι:
"ο αιτών επικαλείται και προσκομίζει ως νέα στοιχεία αποδεικνύοντα την εξόφληση των επιταγών μετά την εμφάνιση και μη πληρωμή τους, τις ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιώς Άννας Καλλίτση-Παναγοπούλου υπ'αριθμ. .../5-11-2008 και .../18-11-2008 ένορκες βεβαιώσεις των Ν1 και Ν2 αντίστοιχα. Ειδικότερα στην πρώτη εξ'αυτών ο Ν1, ως διαχειριστής, κατά δήλωση του, τόσο κατά τον επίμαχο χρόνο ( 1997) όσο και μέχρι σήμερα, της κομίστριας των 1ης, 2ης και 4ης επιταγών εταιρείας με την επωνυμία " ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΗ ΚΡΕΑΤΩΝ ΕΠΕ ", βεβαιώνει ότι ο αιτών έχει εξοφλήσει αυτές ολοσχερώς από 26-3-1997, ενώ στην δεύτερη ο Ν2, φίλος του αιτούντος, βεβαιώνει ότι ο τελευταίος εξόφλησε την 2η επιταγή της κομίστριας εταιρείας με την επωνυμία " ΒΟΟΤΡΟΦΙΚΗ ΑΕ" τον Ιανουάριο του έτους 1997 και τις λοιπές της προαναφερόμενης εταιρείας τον Μάρτιο του έτους 1997. Κατ'αρχή και σε σχέση με την ιδιότητα του Ν1 ως διαχειριστή της εταιρείας " ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΗ ΕΠΕ" κατά το έτος 1997 πρέπει να λεχθεί ότι από το επικαλούμενο και προσκομιζόμενο από τον αιτούντα υπ'αριθμ. ...συμβολαιογραφικό έγγραφο της συμβολαιογράφου Αθηνών Αικατερίνης Βαμπούλη- Βέλλη, που περιέχει την τελευταία τροποποίηση και κωδικοποίηση του καταστατικού της, σε συνδυασμό και με το υπ'αριθμ. ... πιστοποιητικό του γραμματέα του Πρωτοδικείου Αθηνών, προκύπτει ότι η διάρκεια της εταιρείας έληγε στις 31-12-1996 (άρθρ. 4ο), ομοίως δε και ο διορισμός του ανωτέρω διαχειριστή της ( αρθρ. 18°), χωρίς να αποδεικνύεται από άλλο στοιχείο η προβλεπόμενη με απόφαση της συνελεύσεως των εταίρων παράταση της. Περαιτέρω οι προαναφερόμενες ένορκες βεβαιώσεις, οι οποίες είναι εμφανή, κατά την κρίση του Συμβουλίου, ότι αποβλέπουν στην απεμπλοκή του αιτούντος από οποιαδήποτε ποινική ευθύνη για την ανωτέρω πράξη, δεν μπορούν να οδηγήσουν μετά βεβαιότητος στην αποδοχή του ισχυρισμού του ανωτέρω ότι η εξόφληση των επίμαχων επιταγών έλαβε χώρα κατά το πρώτο τρίμηνο του έτους 1997, ήτοι προ της εκδόσεως της υπ'αριθμ. AM 6812/13-5-1997 καταδικαστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, αλλά και πριν αυτή καταστεί αμετάκλητη. Και τούτο διότι στην περίπτωση αυτή ο αιτών θα είχε εμφανισθεί στο ακροατήριο του ανωτέρω Δικαστηρίου και οπωσδήποτε, ενόψει του ύψους και του αμετατρέπτου της επιβληθείσας ποινής, θα είχε αναμφίβολα εμφανισθεί ενώπιον του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου για να εκθέσει και αποδείξει τους ισχυρισμούς του περί εξοφλήσεως, τους οποίους δεν διαλαμβάνει ούτε στο δικόγραφο της από 24-6-1997 εφέσεως του. Τέλος, τόσο οι ανωτέρω Ν1 και Ν2, όσο και ο αιτών ουδέν αναφέρουν περί της τύχης των σωμάτων των επιταγών, ενώ δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι ο τελευταίος εξόφλησε επιταγές, συνολικού ύψους 21.960.000 δραχμών χωρίς να απαιτήσει την επιστροφή των σωμάτων αυτών ή αντίστοιχη εξοφλητική απόδειξη, ώστε με την προσκομιδή τους στο Δικαστήριο να τύχει εφαρμογής η προπαρατεθείσα διάταξη του ν. 2408/1996 περί εξαλείψεως του αξιοποίνου της πράξεως. Ενόψει των εκτεθέντων, δεν επιβεβαιώνεται η ουσιαστική βασιμότητα των επικαλούμενων από τον αιτούντα λόγων και στοιχείων και ως εκ τούτου πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη εκ του άρθρου 525 ΚΠΔ αίτηση και να επιβληθούν εις βάρος του τα δικαστικά έξοδα ( αρθρ. 583 παρ.1 ΚΠΔ)".
Το άνω βούλευμα επιδόθηκε στον αιτούντα, στις 16-2-2009 (με θυροκόλληση) και κατ'αυτού άσκησε ο ίδιος στις 23-2-2009 ενώπιον του γραμματέα του τμήματος βουλευμάτων του εφετείου Πειραιά την υπ'αριθμ. 1/2009 αναίρεση, προβάλλων ως λόγους αναίρεσης ότι: Το προσβαλλόμενο βούλευμα Α) στερείται ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και δη διότι α) με το να δεχθεί ότι ο αιτών "θα είχε εμφανισθεί στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και οπωσδήποτε θα είχε εμφανισθεί στο ακροατήριο ενώπιον του δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου ενόψει του ύψους και του αμετατρέπτου της επιβληθείσης ποινής για να εκθέσει και αποδείξει τους ισχυρισμούς του περί εξοφλήσεως τους οποίους δεν διαλαμβάνει ούτε στο δικόγραφο της από 24-6-1997 εφέσεώς του" περιέχει αντιφατική αιτιολογία και "καθιστά ανανεργή τη διάταξη του άρθρου 525 παρ. 2 σε περίπτωση εκδόσεως ερήμην αποφάσεων κατά τον πρώτο και δεύτερο βαθμό" β) με το να δεχθεί τα αναφερόμενα σε σχέση με την ιδιότητά του Ν1 ως διαχειριστή της εταιρείας Καταναλωτική Κρεάτων ΕΠΕ..... συνιστούν "απλή παράθεση σκέψεων επί εγγράφων χωρίς να οδηγεί σε ένα συμπέρασμα" και συνεπώς δεν συνιστούν αιτιολογία για την απόρριψη της αιτήσεώς του.
γ) με το να δεχθεί αφενός μεν ότι η εξόφληση των επιταγών συνεπάγεται την εξάλειψη του αξιοποίνου της πράξεως και αφετέρου ότι τούτο το δηλώνει εδώ ο κομιστής, αντιφατικά δεν δέχεται τη βασιμότητα της αιτήσεως και με την εσφαλμένη αιτιολογία ότι απαιτείται η προσκομιδή των σωμάτων στο δικαστήριο. Β) Με το να δεχθεί ότι βασική προϋπόθεση για την εξάλειψη του αξιοποίνου της πράξεως είναι η προσκομιδή των επιταγών (όχι και με την κατάθεση του τελευταίου κομιστή, όπως εδώ) εφάρμοσε εσφαλμένα το άρθρο 79 § 3 ν.5960/33 (όπως αντικ. με το άρθρο 4 § 1 ν.2408/96).
ΙΙ) Επειδή κατά τη διάταξη του άρθρου 528 § 1 εδ. γ' Κ.Ποιν.Δ. κατά του βουλεύματος (=απόφασης) του συμβουλίου Εφετών που απορρίπτει την αίτηση επανάληψης παρέχεται το δικαίωμα ασκήσεως αναίρεσης κατ'αυτού κατά τα άρθρα 484, 485 ιδίου κώδικα, ήτοι για τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 484 αυτού. 'Ετσι λόγοι αναίρεσης είναι εδώ και η έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας (βλ. και ΑΠ 706/2005, ΑΠ 1708/2004, ΑΠ 528/2004 κ.α.) και η εσφαλμένη εφαρμογή - ερμηνεία της ουσιαστικής ποινικής διατάξεως που εφάρμοσε -ερμήνευσε το προσβαλλόμενο βούλευμα (βλ. και ΑΠ 661/97 κ.α.).
'Όμως, όπως και στο άρθρο 484 Κ.Ποιν.Δ., έτσι και εδώ (αφού πρόκειται για αναίρεση) δεν συνιστά λόγον αναίρεσης του άνω βουλεύματος η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και δη των επικαλούμενων νέων γεγονότων - αποδείξεων (σε συνδυασμό με τις υπάρχουσες αποδείξεις) ότι αυτά δεν αναιρούν την ενοχή του αιτούντος, αφού πρόκειται για κρίση περί πράγματος που δεν ελέγχεται αναιρετικά (βλ. και ΑΠ 1353/2002, ΑΠ 132/60, ΑΠ 1295/2003 κ.α.).
Εξ άλλου τα επικαλούμενα νέα γεγονότα-αποδείξεις (σε συνδυασμό με τα υπάρχοντα) πρέπει να κάνουν φανερό ότι αυτός που καταδικάστηκε είναι αθώος (άρθρο 525 § 1 περ. 2 Κ.Ποιν.Δ.), ήτοι τα νέα γεγονότα-αποδείξεις να πρέπει να κάνουν πρόδηλη την αθωότητα του καταδικασμένου και δη υπό την έννοια ότι θεμελιώνουν, κάποιο λόγο που αίρει το άδικο της πράξης ή τον καταλογισμό αυτής ή εξαλείφουν το αξιόποινο αυτής (βλ. Δαλακούρα- Η επανάληψη της διαδικασίας (2007) σελ. 20-6-7, ΑΠ 483/75 ΠΧρΚΕ 830, ΑΠ 148/77 Π Χρ ΚΖ 566, ΑΠ 1335/83 ΠΧρΛΔ 274 -ειδικά σε σχέση με λόγο που εξαλείφει το αξιόποινο). Πρέπει δηλ. prima facie το νέο γεγονός-απόδειξη να κατατείνει ή συντείνει στην αθώωση με την ανωτέρω έννοια του καταδικασθέντος και μετά γίνεται έλεγχος της προσφορότητας αυτού στο συγκεκριμένο επίπεδο (βλ. και Δαλακούρα ο.π σελ. 240) αφού εάν δεν συντρέχει η πρώτη περίπτωση είναι χωρίς νόημα η περαιτέρω έρευνα (πρβλ ΑΠ 703/82 ΠΧρΛΓ 125 κ.α.).
Επειδή κατά τη διάταξη του άρθρου 79 § 3 ν.5960/33 -όπως ισχύει μετά το άρθρο 4 ν.2408/96-"το αξιόποινο της πράξης της παρ. 1 εξαλείφεται αν ο υπαίτιος αποζημίωσε πλήρως τον κομιστή μετά τη νόμιμη εμφάνιση και μη πληρωμή της επιταγής". Από την άνω διάταξη σαφώς συνάγεται ότι για την εξάλειψη του αξιοποίνου δεν αρκεί μόνη η πληρωμή της επιταγής αλλ' απαιτείται η "πλήρης αποζημίωση" του κομιστή (βλ. ΑΠ 683/2007, ΑΠ 1315/2001 Ποινικός Λόγος 2001 σελ. 1818, ΑΠ 1231/2005, Ποινικός Λόγος 2005 σελ. 1147, ΑΠ 1853/2001 Ποινικός λόγος 2001 σελ. 2356, ΑΠ 2047/2002, ΑΠ 2420/2003 Μάρκου -ΔΕΕ 1998 σελ. 349 επ, ΑΠ 739/90, ΑΠ 718/97 κα). Με άλλες λέξεις η πληρωμή της επιταγής δεν ταυτίζεται με την πλήρη αποζημίωση την οποία απαιτεί το άρθρο 79 § 3 ν.5960/33 για την εξάλειψη του αξιοποίνου της πράξης της § 1, ήτοι της εκδόσεως ακάλυπτης επιταγής (βλ. ad hoc ΑΠ 688/2004).
Ενόψει των ανωτέρω καθίσταται σαφές ότι η υπό κρίση αναίρεση είναι αβάσιμη και απαράδεκτη και δη διότι οι αναφερόμενοι λόγοι που συνιστούν την έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας ανάγονται σε εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων -αφετέρου ούτε καν συνιστούν την αναφερόμενη έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας- η δε υπό στοιχείο γ' αιτίαση- όπως και η αιτίαση περί εσφαλμένης εφαρμογής- ερμηνείας του άρθρου 4 § 1 ν. 2408/96 στηρίζονται σε εσφαλμένη προϋπόθεση αφού το συμβούλιο εφετών με το προσβαλλόμενο βούλευμά του δεν δέχεται αυτά που αναφέρει ο αναιρεσείων και δη ότι τούτο απαιτεί την προσκόμιση των σωμάτων των επιδίκων επιταγών για την εφαρμογή του άνω άρθρου αλλά τούτο απορρίπτει ως αβάσιμο , επί της ουσίας δηλαδή τον ισχυρισμό του αιτούντος περί εξοφλήσεως των επιδίκων επιταγών και διότι δεν προσκόμισε τα σώματα αυτών, ήτοι όχι μόνο επειδή δεν προσκόμισε τα σώματα αλλά και γι'αυτό. 'Όμως, ανεξαρτήτως των ανωτέρω, η υπό κρίση αναίρεση είναι απαράδεκτη και για έλλειψη εννόμου συμφέροντος -463 Κ.Ποιν.Δ. αφού και αν ήθελε γίνει δεκτόν ότι ο άνω ισχυρισμός του αναιρεσείοντος ήταν βάσιμος και πάλιν δεν μπορεί να εφαρμοσθεί η διάταξη του άρθρου 525 § 1 περ. 2 Κ.Ποιν.Δ. αφού το νέο τούτο γεγονός -απόδειξη δεν συνεπάγεται την αθώωση αυτού κατά το άρθρο 79 § 3 ν.5960/33, το οποίο απαιτεί "πλήρη αποζημίωση" και όχι μόνο εξόφληση των επιταγών -πράγμα που και μόνο επικαλείται ο αναιρεσείων στην αίτησή του.


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Προτείνω όπως απορριφθεί η υπ'αριθμ. 1/2009 αναίρεση του Χ1 κατά του υπ'αριθμ. 51/2009 βουλεύματος του συμβουλίου Εφετών Πειραιώς, να επιβληθούν δε τα έξοδα σε βάρος αυτού.
Αθήνα 6 Απριλίου 2009
Ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου
Αθανάσιος Κονταξής

Αφού άκουσε
τον Αντεισαγγελέα, που αναφέρθηκε στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση και έπειτα αποχώρησε,

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του άρθρου 525 παρ. 1 του ΚΠοινΔ, η ποινική διαδικασία που περατώθηκε με αμετάκλητη απόφαση, επαναλαμβάνεται προς το συμφέρον του καταδικασμένου για πλημμέλημα ή κακούργημα, μόνο στις αναφερόμενες τέσσερις περιπτώσεις, μεταξύ των οποίων και "η μετά την οριστική καταδίκη του, αποκάλυψη νέων άγνωστων στους δικαστές που τον καταδίκασαν, γεγονότων ή αποδείξεων, τα οποία μόνα τους ή σε συνδυασμό με εκείνα που είχαν προσκομισθεί προηγουμένως, κάνουν φανερό ότι αυτός που καταδικάσθηκε είναι αθώος ή καταδικάσθηκε άδικα για έγκλημα βαρύτερο από εκείνο που πραγματικά τέλεσε". Νέες αποδείξεις, κατά την έννοια της διάταξης αυτής, είναι εκείνες που δεν υποβλήθηκαν στο δικαστήριο και ως εκ τούτου ήταν άγνωστες στους δικαστές που εξέδωσαν την καταδικαστική απόφαση, την κρίση του δε αυτή σχηματίζει το δικαστήριο, που επιλαμβάνεται της αιτήσεως για επανάληψη της διαδικασίας, από την έρευνα των πρακτικών της προηγούμενης δίκης, καθώς και από τα έγγραφα της δικογραφίας. Τέτοιες νέες αποδείξεις μπορεί να είναι οποιεσδήποτε, όπως καταθέσεις νέων μαρτύρων ή νεότερες καταθέσεις, συμπληρωματικές ή διευκρινιστικές, ή και τροποποιητικές εκείνων που τέθηκαν υπόψη του δικαστηρίου, νέα έγγραφα ή δικαστικές αποφάσεις ή πρακτικά ή άλλα στοιχεία που διευκρινίζουν αμφίβολα σημεία της υποθέσεως, με την προϋπόθεση, όμως, ότι οι αποδείξεις αυτές, εκτιμώμενες είτε μόνες τους, είτε σε συνδυασμό με εκείνες που είχαν προσκομισθεί στο δικαστήριο που εξέδωσε την καταδικαστική απόφαση, καθιστούν φανερό και όχι απλώς πιθανό, ότι ο καταδικασμένος είναι αθώος ή καταδικάστηκε άδικα για έγκλημα βαρύτερο από εκείνο που πραγματικά τέλεσε. Δεν μπορούν να αποτελέσουν λόγο επανάληψης της διαδικασίας γεγονότα, τα οποία δεν ήταν άγνωστα στους δικαστές που εξέδωσαν την καταδικαστική απόφαση, αλλ' αντιθέτως ερευνήθηκαν αμέσως ή εμμέσως από αυτούς και απορρίφθηκαν, έστω και κατ' εσφαλμένη κρίση, καθώς και εκείνα με τα οποία επιδιώκεται, ο έλεγχος της προσβαλλόμενης αποφάσεως, από νομική και ουσιαστική άποψη και ο επανέλεγχος της υποθέσεως, επί τη βάσει του ίδιου αποδεικτικού υλικού, που έλαβαν υπόψη τους οι δικαστές που εξέδωσαν την προσβαλλόμενη απόφαση, δεδομένου ότι η αίτηση επαναλήψεως της διαδικασίας, ως στρεφόμενη κατ' αμετακλήτου αποφάσεως, δεν αποτελεί ένδικο μέσο, αλλά έκτακτη διαδικασία.
Εξάλλου, κατά τις διατάξεις του άρθρου 528 παρ. 1 εδ. α' και γ' του ΚΠοινΔ, "αρμόδιο να αποφασίσει για την αίτηση επανάληψης είναι, κατά τις διακρίσεις της παρ. 3 του άρθρου 527, το Συμβούλιο Εφετών ή του Αρείου Πάγου, αφού ακούσει τον οικείο εισαγγελέα και τον αιτούντα... κατά της απόφασης του Συμβουλίου των Εφετών, επιτρέπεται αναίρεση στον Εισαγγελέα και τον αιτούντα, κατά τα άρθρα 484 και 485". Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει, ότι εκείνος, του οποίου η αίτηση για επανάληψη της διαδικασίας απορρίφθηκε από το Συμβούλιο Εφετών, έχει δικαίωμα αναιρέσεως, για όλους τους λόγους, που αναφέρονται στη διάταξη του άρθρου 484 παρ. 1 του ΚΠοινΔ, επομένως και για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή νόμου και για έλλειψη της επιβαλλόμενης από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ, όπως το τελευταίο τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 παρ. 5 του ν. 2408/1996, ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας. Υπάρχει δε έλλειψη τέτοιας αιτιολογίας του βουλεύματος, με το οποίο απορρίπτεται η αίτηση για επανάληψη της διαδικασίας, εκ της οποίας (ελλείψεως) ιδρύεται ο εκ του άρθρου 484 παρ. 1 περ. δ' του ΚΠοινΔ λόγος αναιρέσεως, όταν δεν περιέχονται σ' αυτό, με πληρότητα και σαφήνεια τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν κατά την εξέταση της αιτήσεως από το Δικαστικό Συμβούλιο, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία προέκυψαν τα περιστατικά αυτά και οι νομικοί συλλογισμοί και οι σκέψεις, με βάση τις οποίες το Συμβούλιο κατέληξε στην απορριπτική του κρίση. Όμως, δε συνιστά λόγο αναιρέσεως του άνω βουλεύματος η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και δη των επικαλουμένων νέων γεγονότων - αποδείξεων, ότι αυτές, σε συνδυασμό με τις υπάρχουσες αποδείξεις, δεν αναιρούν την ενοχή του αιτούντος, ούτε συντρέχει λόγος εξαλείψεως του αξιοποίνου, αφού πρόκειται για κρίση περί πραγμάτων, η οποία δεν ελέγχεται αναιρετικά από τον Άρειο Πάγο. Περίπτωση δε εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, που ιδρύει λόγο αναιρέσεως κατά το άρθρο 484 παρ. 1 στοιχ. β του ΚΠοινΔ, συντρέχει όχι μόνον όταν το Συμβούλιο Εφετών δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία έχει δεχθεί, στη διάταξη που εφαρμόστηκε, αλλά και όταν η διάταξη αυτή παραβιάσθηκε εκ πλαγίου, για το λόγο ότι έχουν εμφιλοχωρήσει στο πόρισμα του βουλεύματος, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του διατακτικού προς το σκεπτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος από τον Άρειο Πάγο της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε το βούλευμα στερείται νόμιμης βάσεως.
Τέλος, κατά τη διάταξη του άρθρου 79 παρ.3 του ν. 5960/1933, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του δια του άρθρου 4 του ν. 2408/1996, "το αξιόποινο της πράξεως της παρ. 1 εξαλείφεται αν ο υπαίτιος αποζημίωσε πλήρως τον κομιστή μετά τη νόμιμη εμφάνιση και μη πληρωμή της επιταγής". Από την παραπάνω διάταξη συνάγεται ότι για την εξάλειψη του αξιοποίνου της εκδόσεως ακάλυπτης επιταγής και την αθώωση του εκδότη κατηγορουμένου, δεν αρκεί μόνη η πληρωμή της επιταγής, αλλά απαιτείται η "πλήρης αποζημίωση" του κομιστή. Δηλαδή η πλήρης αποζημίωση που απαιτεί ο νόμος, δεν ταυτίζεται με την πληρωμή ή εξόφληση των επιταγών, αλλά είναι έννοια ευρύτερη και περιλαμβάνεται την αποκατάσταση και κάθε άλλης ζημίας που τυχόν υπέστη ο κομιστής από την καθυστερημένη πληρωμή ή εξόφληση της επιταγής.
Στην προκειμένη περίπτωση, με το προσβαλλόμενο υπ' αριθμό 51/2009 βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Πειραιώς, απορρίφθηκε η από 19-11-2008 αίτηση του ήδη αναιρεσείοντος, για επανάληψη της ποινικής διαδικασίας που περατώθηκε με την υπ' αριθμό 6812/1997 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς, η οποία κατέστη αμετάκλητη και με την οποία ο αιτών είχε καταδικαστεί, για την πράξη της εκδόσεως ακάλυπτης επιταγής κατ'εξακολούθηση, σε ποινή φυλακίσεως τεσσάρων ετών και χρηματική ποινή 1.000.000 δραχμών. Η επανάληψη της διαδικασίας είχε ζητηθεί, κατά το άρθρο 525 παρ. 1 περ. 2 του ΚΠοινΔ, για αποκάλυψη μετά την οριστική καταδίκη του αιτούντος, νέων άγνωστων στο δικαστή που τον είχε καταδικάσει γεγονότων ή αποδείξεων, τα οποία μόνα τους και σε συνδυασμό με εκείνα που είχαν προσκομισθεί προηγουμένως, έκαναν φανερό ότι είχε εξαλειφθεί το αξιόποινο και αυτός (αιτών) έπρεπε να κηρυχθεί αθώος. Ειδικότερα ο αιτών είχε καταδικαστεί ερήμην, με την αναφερόμενη παραπάνω απόφαση, γιατί στην Αθήνα και στον Πειραιά στις 20-4-1993, 29-4-1993, 29-4-1993 και 30-4-1993, εξέδωσε τις υπ' αριθμ. ..., ..., ... και ...τραπεζικές επιταγές ποσού 600.000 δρχ., 4.300.000 δρχ., 7.300.000 δρχ. και 9.700.000 δρχ. αντίστοιχα, πληρωτέες από την INTERBANK 0005, σε διαταγή της εταιρείας "ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΗ ΚΡΕΑΤΩΝ ΕΠΕ" τις από αυτές 1η, 3η και 4η και σε διαταγή της εταιρείας "ΒΟΟΤΡΟΦΙΚΗ ΑΕ", τη 2η επιταγή, επιταγές οι οποίες αν και εμφανίστηκαν εμπρόθεσμα, στις 26-4-1993, 4-5-1993, 5-5-1993 και 6-5-1993 αντίστοιχα στην ανωτέρω πληρώτρια τράπεζα, δεν πληρώθηκαν ελλείψει αντικρύσματος στο λογαριασμό του εκδότη. Με την 2187/1999 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς, ασκηθείσα έφεση του άνω καταδικασθέντος απορρίφθηκε ερήμην του ως ανυποστήρικτη, ενώ και αίτησή του περί ακυρώσεως της άνω κατ' έφεση διαδικασίας, απορρίφθηκε με την 7041/2008 απόφαση του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς.
Τα φερόμενα ως νέα αποδεικτικά στοιχεία, που ο καταδικασθείς αιτών είχε επικαλεσθεί, για τη στήριξη της από 19-11-2008 αιτήσεώς του στο Συμβούλιο Εφετών, για επανάληψη της διαδικασίας, ήταν: 1) η υπ' αριθμ. .../5-11-2008 ένορκη βεβαίωση του νομίμου εκπροσώπου της κομίστριας εταιρείας "ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΗ ΚΡΕΑΤΩΝ ΕΠΕ", Ν1 και 2) η υπ' αριθμ..../18-11-2008 ένορκη βεβαίωση του Ν2, που και οι δύο δόθηκαν ενώπιον συμβολαιογράφου και από τις οποίες προέκυπτε, κατά τους ισχυρισμούς του αιτούντος, ότι αυτός καταδικάστηκε άδικα για την έκδοση των παραπάνω τεσσάρων ακάλυπτων επιταγών, αφού προ της καταδίκης του, τις είχε όλες εξοφλήσει πλήρως και ολοσχερώς και έτσι, λόγω πλήρους αποζημιώσεως των κομιστών, εξαλείφθηκε κατά το νόμο το αξιόποινο των παραπάνω πράξεών του και θα 'πρεπε να αθωωθεί.
Η αίτηση αυτή απορρίφθηκε όπως αναφέρθηκε, με το προσβαλλόμενο υπ' αριθμό 51/2009 βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Πειραιώς, με το εξής αιτιολογικό:
Από τα υπάρχοντα στη δικογραφία αποδεικτικά στοιχεία προκύπτουν τα ακόλουθα: Με την υπ' αριθμ. ΑΜ 6812/1997 απόφαση του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς ο αιτών καταδικάσθηκε, ερήμην του, σε ποινή φυλακίσεως τεσσάρων (4) ετών και χρηματική ποινή 1.000.000 δραχμών για την πράξη της εκδόσεως ακάλυπτων επιταγών κατ' εξακολούθηση (αρθρ. 79 ν. 5960/1993, 98 ΠΚ) και ειδικότερα για το ότι στην Αθήνα και στον Πειραιά στις 20-4-1993, 29-4-1993, 29-4-1993 και 30-4-1993 εξέδωσε τις υπ' αριθμ. ..., ..., ... και ... επιταγές, ποσού 600.000 δραχ. 1η, 4.300.000 δρχ. η 2η 7.300.000 δρχ. η 3η και 9.700.000 δρχ. η 4η, πληρωτέες από την ΙΝΤΕΚΒΑΝΚ 0005, εις διαταγήν της εταιρείας "ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΗ ΚΡΕΑΤΩΝ ΕΠΕ" οι 1η, 3η και 4η και της εταιρείας "ΒΟΟΤΡΟΦΙΚΗ ΑΕ" η 2η, οι οποίες αν και εμφανίσθηκαν εμπροθέσμως, στις 26-4-1993, 4-5-1993, 5-5-1993 και 6-5-1993 αντίστοιχα, στην ανωτέρω πληρώτρια Τράπεζα, δεν πληρώθηκαν ελλείψει αντικρύσματος. Με την υπ' αριθμ. ΒΤ 2187/26-3-1999 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς, η ασκηθείσα από τον νυν αιτούντα έφεση κατά της προαναφερόμενης αποφάσεως του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς απορρίφθηκε ως ανυποστήρικτη λόγω της νέας ερημοδικίας του, ακολούθως δε με την υπ' αριθμ. ΑΤ 7041/24-10-2008 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς απορρίφθηκε ως απαράδεκτη (εκπρόθεσμη) η από 24-10-2008 αίτηση του περί ακυρώσεως κατ'άρθρο 341 ΚΠΔ της διαδικασίας της ανωτέρω υπ' αριθμ. 2187/26-3-1999 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς, με συνέπεια να καταστεί μετά ταύτα αμετάκλητη η προαναφερθείσα καταδικαστική απόφαση του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς (ΑΜ 6812/1997). Ήδη ο επικαλείται και προσκομίζει ως νέα στοιχεία αποδεικνύοντα την εξόφληση των επιταγών μετά την εμφάνιση και μη πληρωμή τους, τις ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιώς Άννας Καλλίτση - Παναγοπούλου υπ' αριθμ. .../5-11-2008 και .../18-11-2008 ένορκες βεβαιώσεις των Ν1 και Ν2 αντίστοιχα. Ειδικότερα στην πρώτη εξ' αυτών ο Ν1, ως διαχειριστής, κατά δήλωση του, τόσο κατά τον επίμαχο χρόνο (1997) όσο και μέχρι σήμερα, της κομίστριας των 1ης, 2ης και 4ης επιταγών εταιρειας με την επωνυμία "ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΗ ΚΡΕΑΤΩΝ ΕΠΕ", βεβαιώνει ότι ο αιτών έχει εξοφλήσει αυτές ολοσχερώς από 26-3-1997, ενώ στην δεύτερη ο Ν2, φίλος του αιτούντος, βεβαιώνει ότι ο τελευταίος εξόφλησε την 2η επιταγή της κομίστριας εταιρείας με την επωνυμία "ΒΟΟΤΡΟΦΙΚΗ ΑΕ" τον Ιανουάριο του έτους 1997 και τις λοιπές της προαναφερόμενης εταιρείας τον Μάρτιο του έτους 1997. Κατ' αρχή και σε σχέση με την ιδιότητα του Ν1 ως διαχειριστή της εταιρείας "ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΗ ΕΠΕ" κατά το έτος 1997 πρέπει να λεχθεί ότι από το επικαλούμενο και Προσκομιζόμενο από τον αιτούντα υπ' αριθμ. ... συμβολαιογραφικό έγγραφο της συμβολαιογράφου Αθηνών Αικατερίνης Βαμπούλη - Βέλλη, που περιέχει την τελευταία τροποποίηση και κωδικοποίηση του καταστατικού της, σε συνδυασμό και με το υπ' αριθμ. ... πιστοποιητικό του γραμματέα του Πρωτοδικείου Αθηνών, προκύπτει ότι η διάρκεια της εταιρείας έληγε στις 31-12-1996 (άρθρ. χωρίς να αποδεικνύεται από άλλο στοιχείο η προβλεπόμενη με απόφαση της συνελεύσεως των εταίρων παράταση της. Περαιτέρω οι προαναφερόμενες ένορκες βεβαιώσεις, οι οποίες είναι εμφανές, κατά την κρίση του Συμβουλίου, ότι αποβλέπουν στην απεμπλοκή του αιτούντος από οποιαδήποτε ποινική ευθύνη για την ανωτέρω πράξη, δεν μπορούν να οδηγήσουν μετά βεβαιότητος στην αποδοχή του ισχυρισμού του ανωτέρω ότι η εξόφληση των επίμαχων επιταγών έλαβε χώρα κατά το πρώτο τρίμηνο του έτους 1997, ήτοι προ της εκδόσεως της υπ'αριθμ. ΑΜ 6812/13-5-1997 καταδικαστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, αλλά και πριν αυτή καταστεί αμετάκλητη. Και τούτο διότι στην περίπτωση αυτή ο αιτών θα είχε εμφανισθεί στο ακροατήριο του ανωτέρω Δικαστηρίου και οπωσδήποτε, ενόψει του ύψους και του αμετατρέπτου της επιβληθείσας ποινής, θα είχε αναμφίβολα εμφανισθεί ενώπιον του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου για να εκθέσει και αποδείξει τους ισχυρισμούς του περί εξοφλήσεως, τους οποίους δεν διαλαμβάνει ούτε στο δικόγραφο της από 24-6-1997 εφέσεως του. Τέλος, τόσο οι ανωτέρω Ν1 και Ν2, όσο και ο αιτών ουδέν αναφέρουν περί της τύχης των σωμάτων των επιταγών, ενώ δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι ο τελευταίος εξόφλησε επιταγές, συνολικού ύψους 21.960.000 δραχμών χωρίς να απαιτήσει την επιστροφή των σωμάτων αυτών ή αντίστοιχη εξοφλητική απόδειξη, ώστε με την προσκομιδή τους στο Δικαστήριο να τύχει εφαρμογής η προπαρατεθείσα διάταξη του ν. 2408/1996 περί εξαλείψεως του αξιοποίνου της πράξεως. Ενόψει των εκτεθέντων, δεν επιβεβαιώνεται η ουσιαστική βασιμότητα των επικαλούμενων από τον αιτούντα λόγων και στοιχείων και ως εκ τούτου πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη εκ του άρθρου 525 ΚΠΔ αίτηση και να επιβληθούν εις βάρος του τα δικαστικά έξοδα (άρθρ. 583 παρ. 1 ΚΠΔ)".
Από την παραπάνω αιτιολογία προκύπτει σαφώς ότι, το Συμβούλιο Εφετών, αποφαίνεται ότι από τα προσκομισθέντα νέα στοιχεία δεν αποδεικνύεται το γεγονός της εξοφλήσεως των τεσσάρων επιταγών για τις οποίες έχει καταδικασθεί αμετακλήτως ο αιτών και συνακόλουθα δεν αποδεικνύεται πλήρης αποζημίωση, που απαιτείται από τη διάταξη του άρθρου 79 παρ. 3 του Ν.5960/1933, για την εξάλειψη του αξιοποίνου της πράξεως και επομένως, τα όσα υποστηρίζει ο αιτών και τα στοιχεία που προσκόμισε δε συνιστούν "νέες αποδείξεις", άγνωστες στους δικάσαντες δικαστές, από τις οποίες, εκτιμώμενες μόνες ή σε συνδυασμό προς εκείνες που είχαν προσκομισθεί στο δικαστήριο που τον καταδίκασε, να καθίσταται πρόδηλη και όχι πιθανή η αθωότητα αυτού λόγω της επικαλούμενης εξάλειψης του αξιοποίνου ή να καταδεικνύεται ότι καταδικάσθηκε άδικα για έγκλημα βαρύτερο από εκείνο που πράγματι διέπραξε. Η αιτιολογία αυτή, που διέλαβε το Συμβούλιο Εφετών στο απορριπτικό της αιτήσεως για επανάληψη της διαδικασίας βούλευμά του, είναι η απαιτούμενη κατά το Σύνταγμα και τον ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη, αφού εμπεριέχει με πληρότητα και σαφήνεια, αλλά και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα προκύψαντα πραγματικά περιστατικά που θεμελιώνουν την απορριπτική του κρίση, αναφέρει τα αποδεικτικά μέσα που έλαβε το Συμβούλιο υπόψη του, εκτιμώντας όλα τα αποδεικτικά στοιχεία που επικαλέσθηκε ο αιτών, καθώς και τους συλλογισμούς και τις σκέψεις, με βάση τις οποίες το Συμβούλιο κατέληξε στην απορριπτική του κρίση.
Ειδικότερα σχετικά με τις μερικότερες αιτιάσεις του αιτούντος, α) αναφέρεται, με επαρκή αιτιολογία, ότι από τα επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από τον αιτούντα ως νέα αποδεικτικά στοιχεία, τις δύο ένορκες βεβαιώσεις μαρτύρων, δεν προκύπτει πλήρης και ολοσχερής εξόφληση των τεσσάρων ακάλυπτων επιταγών, για τις οποίες καταδικάστηκε, επομένως ούτε και πλήρης αποζημίωση των κομιστριών των επιταγών αυτών δύο εταιρειών, όπως απαιτεί η διάταξη του άρθρου 79 παρ. 3 του Ν.5960/1933, όπως τροπ. με το άρθρο 4 του ν. 2408/1996, την οποία ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε, β) η αναφορά στο αιτιολογικό, ότι οι δύο ενόρκως βεβαιούντες μάρτυρες, ουδέν αναφέρουν περί της τύχης των σωμάτων των επιταγών και ότι δε μπορεί να γίνει δεκτό ότι ο αιτών έχει εξοφλήσει τις επιταγές, συνολικού ύψους 21.960.000 δρχ., χωρίς να απαιτήσει την επιστροφή των σωμάτων ή αντίστοιχη εξοφλητική απόδειξη, ώστε με την προσκομιδή τους στο δικαστήριο να τύχει εφαρμογής η διάταξη περί εξαλείψεως του αξιοποίνου, συνιστά απλή επιχειρηματολογία για στήριξη της κρίσεώς του Συμβουλίου περί μη πλήρους εξοφλήσεως και μη αποζημιώσεως των κομιστριών των ακαλύπτων επιταγών εταιρειών και δε σημαίνει ότι το Συμβούλιο θεώρησε ότι η παραπάνω διάταξη του νόμου, απαιτεί, για την εξάλειψη του αξιοποίνου, αποκλειστικά την προσκόμιση στο δικαστήριο των σωμάτων των εξοφλημένων επιταγών, γ) η αναφορά στο αιτιολογικό, ότι η διάρκεια της κομίστριας των τριών επιταγών εταιρείας "ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΗ ΚΡΕΑΤΩΝ ΕΠΕ", της οποίας ήταν διαχειριστής ο ενόρκως βεβαιώσας την εξόφληση μάρτυρας Ν1, έληγε στις 31-12-1996, χωρίς να αποδεικνύεται παράτασή της, ότι ο έτερος μάρτυρας Ν2, ο οποίος κατέθεσε ότι εξοφλήθηκαν και οι τέσσερις επιταγές, χωρίς προσκόμιση των σωμάτων αυτών, είναι φίλος του αιτούντος (και όχι εκπρόσωπος της άλλης κομίστριας της 2ης επιταγής ανώνυμης εταιρείας), ακόμα δε η αναφορά ότι ο αιτών δεν εμφανίστηκε στο δικάσαν αυτόν πρωτοβάθμιο δικαστήριο, για να εκθέσει και να αποδείξει τον ισχυρισμό του περί εξοφλήσεως, τον οποίον ούτε στο δικόγραφο της από 24-6-1997 εφέσεώς του διαλαμβάνει, γίνεται αφηγηματικά και δε συνιστούν οι παραπάνω σκέψεις αντιφατική αιτιολογία, ούτε σημαίνουν, ότι το Συμβούλιο δεν ερεύνησε τα επικληθέντα και προσκομισθέντα από τον αιτούντα έγγραφα στοιχεία των δύο ενόρκων βεβαιώσεων, στα οποία και σαφώς γίνεται πλήρης αναφορά, ανάλυση και εκτίμηση και το Συμβούλιο καταλήγει στο συμπέρασμα ότι όλα αυτά που κατατέθηκαν ενόρκως από τους δύο μάρτυρες, δε μπορούν να το οδηγήσουν μετά βεβαιότητας στην αποδοχή του ισχυρισμού του αιτούντος για εξόφληση των τεσσάρων επίδικων επιταγών, για τις οποίες αυτός έχει καταδικασθεί αμετάκλητα. Επομένως, τα αντιθέτως υποστηριζόμενα με τους, από το άρθρο 484 παρ. 1 περ. δ' και β' του ΚΠοινΔ, λόγους αναιρέσεως, είναι αβάσιμα και απορριπτέα.
Μετά ταύτα, μη υπάρχοντος άλλου λόγου αναιρέσεως προς έρευνα, η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως, πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 του ΚΠοινΔ).


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την υπ' αριθμ. εκθ. 1/23-2 2009 αίτηση του Χ1 περί αναιρέσεως του υπ' αριθμό 51/2009 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Πειραιώς. Και.
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, εκ διακοσίων είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 5 Νοεμβρίου 2009. Και,
Εκδόθηκε στην Αθήνα στις 19 Νοεμβρίου 2009.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή