Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 895 / 2013    (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Τραπεζική επιταγή ακάλυπτη.




Περίληψη:
Έκδοση ακάλυπτης επιταγής (άρθρο 79 παρ. 1 του ν. 5960/1933). Αβάσιμοι οι από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ και Ε' ΚΠΔ λόγοι αναιρέσεως, για έλλειψη ειδικής αιτιολογίας και για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή νόμου. Δεν είναι αναγκαία ιδιαίτερη αναφορά στην αιτιολογία, της από μέρους του κατηγορουμένου γνώσεως του ακαλύπτου της αναφερόμενης επιταγής, την οποία αυτός εξέδωσε, αφού για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της εκδόσεως ακάλυπτης επιταγής, αρκεί πλέον, μετά δηλαδή την ισχύ το έτος 1972 του ν.δ. 1325/1972, ο απλός δόλος και δεν είναι αναγκαίος ο άμεσος δόλος, η εν γνώσει δηλαδή ορισμένου περιστατικού τέλεση της πράξεως (βλ. ΑΠ 1017/2012, 136/2010, ΑΠ 1/2009, ΑΠ 1117, 1080/2008, ΑΠ 1385/2007).




ΑΡΙΘΜΟΣ 895/2013

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Φράγκο, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη, ως αρχαιότερο μέλος της συνθέσεως, (κωλυομένου του Τακτικού Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου Νικολάου Ζαΐρη),- Εισηγητή, Ειρήνη Κιουρκτσόγλου-Πετρουλάκη, Μαρία Βασιλάκη, Μαρία Γαλάνη-Λεοναρδοπούλου και Βασίλειο Καπελούζο, (κωλυομένου του Αρεοπαγίτη Γεωργίου Αδαμόπουλου), Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 28 Μαΐου 2013, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αναστασίου Κανελλόπουλου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέα Χαράλαμπου Αθανασίου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος- κατηγορουμένου Ν. Ν. του Γ., κατοίκου ... που εκπροσωπήθηκε από την πληρεξουσία δικηγόρο του Αγγελική Γουνοπούλου, περί αναιρέσεως της 1252/2012 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημ/κείου Κοζάνης. Της πολιτικώς ενάγουσας: " ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ Α.Ε.", η οποία εκπροσωπείται νόμιμα και η οποία στο ακροατήριο εκπροσωπήθηκε από την πληρεξουσία δικηγόρο της Κωνσταντίνα Σπουρλή.
Το Τριμελές Πλημ/κείο Κοζάνης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων -κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 27 Δεκεμβρίου 2012 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 29/13.
Αφού άκουσε
Τους πληρεξουσίους δικηγόρους των διαδίκων, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του άρθρου 79 παρ. 1 του ν. 5960/1933 "περί επιταγής" (κατά την αρχική του διατύπωση και προ της αντικαταστάσεώς του με το άρθρο 1 του ν.δ. 1325/1972), ορίζετο ,"εκείνος που εκδίδει εν γνώσει επιταγή μη πληρωθείσα, επί πληρωτή παρά τω οποίω δεν έχει αντίστοιχα διαθέσιμα κεφάλαια, κατά το χρόνο της έκδοσης και της πληρωμής, τιμωρείται με φυλάκιση και χρηματική ποινή ή με εκατέρα των ποινών αυτών". Η διάταξη αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του ν.δ. 1325/1972 και ορίσθηκε ότι, "εκείνος που εκδίδει επιταγή μη πληρωθείσα επί πληρωτή παρά τω οποίω δεν έχει αντίστοιχα διαθέσιμα κεφάλαια, κατά τον χρόνο της έκδοσης της επιταγής ή της πληρωμής αυτής, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών και χρηματική ποινή τουλάχιστον δέκα χιλιάδων δραχμών". Κατά το ίδιο άρθρο 79 παρ.1 του άνω ν. 5960/1933, περί επιταγής, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του ν.δ. 1325/72, μετά και την προσθήκη παραγράφου 5 σε αυτό με το άρθρο 4 παρ.1 περ. α του Ν.2408/1996, ορίζεται πλέον ότι "εκείνος ο οποίος εκδίδει επιταγή που δεν πληρώθηκε από πληρωτή γιατί δεν είχε διαθέσιμα κεφάλαια κατά το χρόνο εκδόσεως της επιταγής ή της πληρωμής της , τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών". Από τη διάταξη αυτή, από την οποία απαλείφθηκε το "εν γνώσει" της προηγούμενης ρυθμίσεως, προκύπτει ότι, το έγκλημα της εκδόσεως ακάλυπτης επιταγής είναι τυπικό και για τη στοιχειοθέτησή του απαιτείται αντικειμενικά μεν, α) έκδοση τυπικά έγκυρης επιταγής, δηλαδή συμπλήρωση επί του εντύπου της επιταγής των στοιχείων που προβλέπονται στο νόμο, β) υπογραφή του εκδότη, στη θέση υπογραφής του εκδότη, αδιάφορα αν η επιταγή εκδίδεται για ατομικό του χρέος και σύρεται επί προσωπικού του λογαριασμού ή για χρέος άλλου και εταιρίας που εκπροσωπείται από αυτόν και σύρεται επί λογαριασμού του άλλου ή της εταιρίας, γ) εμπρόθεσμη εμφάνιση της επιταγής προς πληρωμή και δ) έλλειψη αντίστοιχων διαθεσίμων κεφαλαίων στον πληρωτή, τόσο κατά το χρόνο έκδοσης, όσο και κατά το χρόνο εμφάνισης της επιταγής προς πληρωμή, υποκειμενικά δε, δόλος, η ύπαρξη του οποίου δεν απαιτείται να αιτιολογείται ιδιαιτέρως , για δε την ύπαρξή του αρκεί η γνώση του εκδότη για την έλλειψη διαθεσίμων κεφαλαίων. Με την νέα δηλαδή ρύθμιση, αρκεί ο απλός (ή ενδεχόμενος)δόλος και δεν απαιτείται άμεσος δόλος, με την έννοια της εν γνώσει ορισμένου περιστατικού τέλεσης της πράξεως. Άρα, για να είναι, δηλαδή, αξιόποινη η πράξη της εκδόσεως ακάλυπτης επιταγής, αρκεί ο εκδότης αυτής σε επίπεδο γνωστικό να γνωρίζει ακόμη και ως ενδεχόμενο και σε επίπεδο βουλητικό να επιδιώκει ή απλά να αποδέχεται όλα τα απαιτούμενα στοιχεία για την πραγμάτωση της αντικειμενικής υποστάσεως του εν λόγω εγκλήματος, μεταξύ των οποίων είναι και η έλλειψη διαθέσιμων κεφαλαίων. Όταν, συνεπώς, στην καταδικαστική απόφαση για έκδοση ακάλυπτης επιταγής διαλαμβάνεται ότι ο δράστης ενήργησε εκ προθέσεως (εκ δόλου), σημαίνει ότι αυτός γνωρίζει και αποδέχεται όλα τα στοιχεία που κατά νόμο απαρτίζουν την έννοια της αξιόποινης πράξεως του άρθρου 79 παρ. 1 του Ν. 5960/1933, μεταξύ των οποίων είναι και η έλλειψη διαθέσιμων κεφαλαίων στην πληρώτρια Τράπεζα. Ήτοι, για την πληρότητα της αιτιολογίας της καταδικαστικής αποφάσεως για το παραπάνω έγκλημα δεν είναι απαραίτητο να γίνεται σ' αυτή και ειδική αναφορά σε "γνώση" του εκδότη της επιταγής για την ανυπαρξία διαθέσιμων κεφαλαίων στην πληρώτρια τράπεζα, όπως απαιτούσε η προαναφερόμενη διάταξη πριν από την τροποποίησή της από το άρθρο 1 του ν.δ. 1325/1972.
Εξάλλου, η καταδικαστική απόφαση, έχει την απαιτούμενη κατά το άρθρο 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον εκ του άρθρου 510 παρ. 1 περ. Δ' του ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως, όταν σ' αυτή περιέχονται με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την διαδικασία στο ακροατήριο, σχετικά με τα υποκειμενικά και τα αντικειμενικά στοιχεία του εγκλήματος, οι αποδείξεις επί των οποίων θεμελιώνονται τα περιστατικά αυτά, καθώς και οι σκέψεις με τις οποίες το δικαστήριο υπήγαγε τα αποδειχθέντα περιστατικά, στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Σε σχέση με τα αποδεικτικά μέσα, δεν υπάρχει ανάγκη ειδικότερης αναφοράς τους, ούτε αναφοράς των όσων προέκυψαν από καθένα, πρέπει όμως να υπάρχει βεβαιότητα, για την οποία αρκεί η μνεία όλων, έστω κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα κ.λπ.), ότι το δικαστήριο έλαβε υπόψη του το σύνολο τούτων και όχι ορισμένα μόνον από αυτά, το γεγονός δε ότι εξαίρονται ορισμένα, δεν υποδηλώνει, ότι δεν λήφθηκαν υπόψη τα άλλα. Η αιτιολογία τέλος της καταδικαστικής απόφασης, παραδεκτά συμπληρώνεται από το διατακτικό της, μαζί με το οποίο αποτελεί ενιαίο σύνολο. Τέλος, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' του ΚΠΔ, λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως συνιστά και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία τέτοιας διατάξεως υπάρχει, όταν το δικαστήριο αποδίδει σ' αυτή διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υφίσταται, όταν το δικαστήριο δεν υπήγαγε ορθώς τα πραγματικά περιστατικά, που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν, στην εφαρμοσθείσα διάταξη, αλλά και όταν η διάταξη αυτή παραβιάσθηκε εκ πλαγίου, για τον λόγο ότι έχουν εμφιλοχωρήσει στο πόρισμα της αποφάσεως, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του διατακτικού προς το σκεπτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος από τον Άρειο Πάγο της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσης.
Στην προκειμένη περίπτωση, με την προσβαλλόμενη με αριθμό 1252/2012 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Κοζάνης, καταδικάσθηκε ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος, σε δεύτερο βαθμό, για τη πράξη της εκδόσεως πέντε ακάλυπτων επιταγών(παράβαση του άρθρου 79 του ν. 5960/1933), σε ποινή φυλακίσεως δώδεκα (12) μηνών, ανασταλείσα επί τριετία. Στην αιτιολογία της αποφάσεως αυτής δέχθηκε το άνω δευτεροβάθμιο δικαστήριο, ότι από τα μνημονευόμενα κατ' είδος, αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκαν κατά την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά, κατά πιστή αντιγραφή: " Ο κατηγορούμενος στα ... στις ημερομηνίες που αναφέρονται κατωτέρω στο διατακτικό, με περισσότερες από μία πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση, ενός και του ιδίου εγκλήματος, ως μοναδικός διαχειριστής της ομόρρυθμης εταιρίας με την επωνυμία "..." που εδρεύει στα ... και για λογαριασμό της από πρόθεση εξέδωσε επιταγές που δεν πληρώθηκαν από πληρωτή στον οποίο δεν είχε αντίστοιχα διαθέσιμα κεφάλαια κατά το χρόνο έκδοσης και της πληρωμής αυτών. Ειδικότερα εξέδωσε τις υπ' αριθμ. ... επιταγές, με ημερομηνίες έκδοσης την 20-9-2009, οι δύο πρώτες εξ αυτών, την 15-10-2009, 20-10-2009 και 15-11-2009 αντίστοιχα οι λοιπές, ποσού 37.831,60 ευρώ, 45.660,00 ευρώ, 42.000,00 ευρώ, 35.000,00 ευρώ και 58.302,30 ευρώ αντίστοιχα, πληρωτέες οι τέσσερις πρώτες στην Αγροτική Τράπεζα και η πέμπτη εξ αυτών στη Γενική Τράπεζα, σε διαταγή όλες αυτές της εταιρίας ...., οι οποίες παρά το ότι εμφανίστηκαν νόμιμα προς πληρωμή στις 21-9-2009, 21-9-2009, 15-10-2009, 20-10-2009 και 16-11-2009 αντίστοιχα, δηλαδή εντός της νόμιμης οκταήμερης προθεσμίας στις πληρώτριες τράπεζες, δεν πληρώθηκαν επειδή δεν είχαν αντίστοιχα διαθέσιμα κεφάλαια σε αυτές κατά το χρόνο της έκδοσης και της πληρωμής, ο κατηγορούμενος δε τελούσε εν γνώσει του γεγονότος ότι στερούνταν αντίστοιχα διαθέσιμα κεφάλαια επομένως, πληρουμένης της αντικειμενικής και υποκειμενικής υποστάσεως της πράξεως του κατηγορουμένου, ήτοι της παρ. 1 του αρθρ. 79 του Ν 5960/1933 την οποία αυτός τέλεσε κατ' εξακολούθηση, να κηρυχθεί ένοχος. Το Δικαστήριο όμως αναγνωρίζει ότι κινήθηκε στην πράξη του από μη ταπεινά αίτια, αλλά λόγω των οικονομικών προβλημάτων που αντιμετώπιζε κατά την περίοδο εκείνη, τα οποία επιτάθηκαν ενόψει και της οικονομικής κρίσης και αναγνωρίζει σε αυτόν το ελαφρυντικό των μη ταπεινών αιτίων κατ' αρθρ. 84 παρ. 2β ΠΚ".
Με βάση τις παραδοχές του αυτές το παραπάνω δευτεροβάθμιο δικαστήριο της ουσίας, διέλαβε στην προσβαλλόμενη 1252/2012 απόφασή του, την απαιτούμενη από τις αναφερόμενες διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ' αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος της εκδόσεως ακάλυπτης επιταγής, για το οποίο καταδικάσθηκε ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος, ως εκδότης μοναδικός διαχειριστής της σε αυτό Ο.Ε., τις αποδείξεις (αποδεικτικά μέσα) από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά, καθώς επίσης και τους συλλογισμούς με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στην αναφερόμενη ουσιαστική ποινική διάταξη του άρθρου 79 παρ. 1 του ν. 5960/1933, όπως τροποποιήθηκε, την οποία ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε, χωρίς να την παραβιάσει ούτε ευθέως ούτε εκ πλαγίου και δε στερείται νόμιμης βάσης. Δεν ήταν δε αναγκαία και ιδιαίτερη αναφορά στην αιτιολογία, της από μέρους του κατηγορουμένου γνώσεως του ακαλύπτου της αναφερόμενης επιταγής, την οποία αυτός εξέδωσε, ούτε περιστατικών από τα οποία συνάγεται η γνώση αυτή, αφού όπως αναφέρθηκε για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της εκδόσεως ακάλυπτης επιταγής, αρκεί πλέον (μετά δηλαδή την ισχύ από το έτος 1972 του ν.δ. 1325/1972) ο απλός δόλος και δεν είναι αναγκαίος ο άμεσος δόλος, η εν γνώσει δηλαδή ορισμένου περιστατικού τέλεση της πράξεως, πλέον του ότι στο προεκτεθέν αιτιολογικό αιτιολογείται ρητά και η γνώση αυτή του κατηγορουμένου με την παραδοχή στο αιτιολογικό ότι ο κατηγορούμενος εξέδωσε την ακάλυπτη επιταγή γνωρίζοντας ότι η εν λόγω Ο.Ε. , της οποίας ήταν διαχειριστής - εκπρόσωπος, δεν έχει διαθέσιμα κεφάλαια στην πληρώτρια τράπεζα, τόσον κατά το χρόνο εκδόσεως, όσον και κατά το χρόνο πληρωμής αυτής . Επομένως τα αντιθέτως υποστηριζόμενα, με τον εκ του άρθρου 510 παρ 1 περ. Δ' και Ε' του ΚΠΔ, πρώτο και δεύτερο λόγο αναιρέσεως, για ελλιπή αιτιολογία της αποφάσεως, εκ της μη ειδικής αιτιολογίας του στοιχείου της γνώσεως, από μέρους του κατηγορουμένου, του ακαλύπτου της επιταγής και για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή νόμου, είναι αβάσιμα και απορριπτέα. Μετά από αυτά και αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος αναιρέσεως προς έρευνα, η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη κατ' ουσίαν και να καταδικαστεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠΔ) και στη δικαστική δαπάνη της παραστάσας πολιτικώς ενάγουσας Εμπορικής Τράπεζας Α.Ε. ( άρθρα 176,183 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει τη με αρ. εκθ. 3/27-12-2012 αίτηση του Ν. Ν. του Γ. για αναίρεση της με αρ. 1252/2012 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Κοζάνης. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα που ανέρχονται σε διακόσια πενήντα (250) ευρώ και στη δικαστική δαπάνη της παραστάσας πολιτικώς ενάγουσας " ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ, εκ ποσού πεντακοσίων (500) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 12 Ιουνίου 2013.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 13 Ιουνίου 2013.

Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΗΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή