Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 711 / 2009    (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας ανεπάρκεια, Δυσφήμηση συκοφαντική.




Περίληψη:
Συκοφαντική δυσφήμηση. Αίτηση αναίρεσης καταδικαστικής αποφάσεως με την επίκληση της ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας. Ανεπάρκεια αιτιολογίας ως προς τη γνώση. Αναιρεί και παραπέμπει (σχ. ΑΠ 176/2008).




ΑΡΙΘΜΟΣ 711/2009

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Z' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γρηγόριο Μάμαλη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Νικόλαο Ζαΐρη - Εισηγητή, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο, Παναγιώτη Ρουμπή και Κωνσταντίνο Φράγκο, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 4 Μαρτίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Δημητρίου - Πριάμου Λεκκού (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέα Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση της αναιρεσείουσας - κατηγορουμένης Χ, κατοίκου ....., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Στέφανο Παύλου, περί αναιρέσεως της 3735/2008 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Με πολιτικώς ενάγουσα την Ψ, κάτοικο ....., που δεν παραστάθηκε.
Το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και η αναιρεσείουσα - κατηγορούμενη ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 15 Δεκεμβρίου 2008 αίτησή της αναιρέσεως, όπως αυτή διαμορφώθηκε με τους από 6 Φεβρουαρίου 2009 πρόσθετους λόγους, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 2/2009.

Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο της αναιρεσείουσας, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή η προκείμενη αίτηση αναίρεσης και οι επ' αυτής πρόσθετοι λόγοι.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Επειδή, κατά το άρθρο 362 ΠΚ, όποιος με οποιοδήποτε τρόπο ενώπιον τρίτου ισχυρίζεται ή διαδίδει για κάποιον άλλον γεγονός που μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψή του τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών ή με χρηματική ποινή. Κατά δε το άρθρο 363 ΠΚ εάν στην περίπτωση του άρθρου 362 το γεγονός είναι ψευδές τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών. Από τις ως άνω διατάξεις, προκύπτει, ότι για την αντικειμενική υπόσταση του αδικήματος της συκοφαντικής δυσφήμησης απαιτείται: α) ισχυρισμός ή διάδοση γεγονότος ενώπιον τρίτου σε βάρος ορισμένου προσώπου, β) το γεγονός να είναι δυνατόν να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη, γ) να είναι ψευδές και ο υπαίτιος να γνώριζε ότι αυτό είναι ψευδές. Ως ισχυρισμός θεωρείται η ανακοίνωση, η οποία προέρχεται ή από ίδια πεποίθηση ή γνώμη ή από μετάδοση από τρίτο πρόσωπο. Αντίθετα, διάδοση υφίσταται όταν λαμβάνει χώρα μετάδοση της ανακοίνωσης που γίνεται από άλλον. Ο ισχυρισμός ή η διάδοση επιβάλλεται να γίνεται ενώπιον τρίτου. Αυτό το οποίο αξιολογείται είναι το γεγονός, δηλαδή οποιοδήποτε συμβάν του εξωτερικού κόσμου που ανάγεται στο παρόν ή παρελθόν, το οποίο υποπίπτει στις αισθήσεις και δύναται να αποδειχθεί, αντίκειται δε στην ηθική και την ευπρέπεια. Αντικείμενο προσβολής είναι η τιμή ή η υπόληψη του φυσικού προσώπου, η οποία θεμελιώνεται επί της ηθικής αξίας, που πηγή έχει την ατομικότητα και εκδηλώνεται με πράξεις ή παραλείψεις. Δεν αποκλείεται στην έννοια του γεγονότος να υπαχθούν η έκφραση γνώμης ή αξιολογικής κρίσης και χαρακτηρισμοί οσάκις αμέσως ή εμμέσως υποκρύπτονται συμβάντα και αντικειμενικά εκδηλωτικά στοιχεία, τα οποία στη συγκεκριμένη περίπτωση συνιστούν προσβολή της προσωπικότητας. Έτσι, για τη θεμελίωση και αυτού του εγκλήματος απαιτείται, εκτός των ως άνω στοιχείων που συγκροτούν την αντικειμενική του υπόσταση και άμεσος δόλος, που περιλαμβάνει αναγκαία την ηθελημένη ενέργεια της διάδοσης και τη γνώση ότι η τέτοια διάδοση δύναται να βλάψει την τιμή και υπόληψη εκείνου στον οποίο αποδίδεται, ακόμη δε τη γνώση ότι το διαδοθέν γεγονός είναι ψευδές. Η ύπαρξη τέτοιου άμεσου δόλου πρέπει να αιτιολογείται ειδικώς στην καταδικαστική απόφαση με παράθεση των περιστατικών που δικαιολογούν τη γνώση αυτή.
Εξάλλου, η, κατά τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του Κ.Π.Δ, απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον κατ' άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ίδιου Κώδικα λόγο αναίρεσης, υπάρχει, όταν προκειμένου για καταδικαστική απόφαση, εκτίθενται σε αυτή με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, για το οποίο καταδικάστηκε ο κατηγορούμενος, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία αποδείχθηκαν τα περιστατικά αυτά και οι νομικοί συλλογισμοί με τους οποίους έγινε η υπαγωγή των δεκτών γενόμενων πραγματικών περιστατικών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε στη συγκεκριμένη περίπτωση. Ειδικά όμως, για τη θεμελίωση της υποκειμενικής υποστάσεως του εγκλήματος της συκοφαντικής δυσφημήσεως, απαιτείται για την ύπαρξη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας αναφορικώς με το δόλο, να εκτίθεται στην καταδικαστική απόφαση τα πραγματικά περιστατικά, από τα οποία προκύπτει ότι ο κατηγορούμενος γνώριζε το ψευδές του γεγονότος που ισχυρίστηκε ή διέδωσε. Ως προς τις αποδείξεις δε, αρκεί αυτές να αναφέρονται στην απόφαση κατ' είδος, χωρίς να είναι απαραίτητο να διευκρινίζεται από ποιο ή ποια αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε η κάθε παραδοχή. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό, τα οποία αποτελούν ενιαίο σύνολο. Δεν αποτελούν, όμως, λόγους αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολόγησης κάθε αποδεικτικού μέσου χωριστά και η παράλειψη της αξιολογικής συσχετίσεως των αποδεικτικών μέσων, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές, με την επίφαση της ελλείψεως αιτιολογίας, πλήττεται η αναιρετικά ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας. Τέλος, περίπτωση εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διάταξης, που ιδρύει λόγο αναίρεσης, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' του Κ.Π.Δ, υπάρχει όταν το δικαστήριο της ουσίας, αποδίδει σε τέτοια διάταξη έννοια διαφορετική από εκείνη, που έχει πράγματι αυτή ή δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά, που δέχθηκε στη διάταξη που εφαρμόστηκε καθώς και όταν η διάταξη αυτή παραβιάστηκε εκ πλαγίου, για το λόγο ότι στο πόρισμα της απόφασης (αναγόμενο στα στοιχεία και την ταυτότητα του οικείου εγκλήματος), που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του διατακτικού με το σκεπτικό, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος από τον Άρειο Πάγο, για την ορθή ή μη εφαρμογή του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσης.
Στην προκείμενη περίπτωση, το Τριμελές Εφετείο (Πλημμελημάτων) Θεσσαλονίκης, που δίκασε κατ' έφεση, με την προσβαλλόμενη με αριθμό 3735/2008 απόφασή του, όπως προκύπτει από το σκεπτικό σε συνδυασμό με το διατακτικό της, δέχθηκε, κατά την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, και ειδικότερα από την ανώμοτη κατάθεση της πολιτικώς ενάγουσας, τις καταθέσεις των μαρτύρων της κατηγορίας και υπεράσπισης, που εξετάσθηκαν στο δικαστήριο τούτο, την ανάγνωση των πρακτικών της πρωτοβάθμιας δίκης, καθώς και όλων των εγγράφων που αναφέρονται στα πρακτικά της δίκης αυτής, την απολογία της κατηγορουμένης στο ακροατήριο και την όλη αποδεικτική διαδικασία, ότι αποδείχθηκαν, κατά πιστή μεταφορά, τα ακόλουθα: "Η κατηγορουμένη είναι Προϊσταμένη Δ/νσης του ..... Πνευματικού Κέντρου Θεσσαλονίκης κι η πολιτικώς ενάγουσα Γραμματέας της Εφορευτικής Επιτροπής αυτού. Κατά την διάρκεια επεισοδίου, που έλαβε χώρα την 6-10-2006 μεταξύ των διαδίκων, όπως εκατέρωθεν συνομολογείται, η κατηγορουμένη χαστούκισε την εγκαλούσα. Κατά την άποψη της τελευταίας, κατά την ανωτέρω ημερομηνία η ίδια ανέβηκε από το γραφείο της που βρίσκεται στον πρώτο όροφο του κτιρίου στο γραφείο της κατηγορουμένης, που βρίσκεται στον τρίτο όροφο του κτηρίου, με σκοπό την αποστολή ενός FAX. Την ώρα εκείνη η κατηγορουμένη διαπληκτιζόταν με άλλες δύο συναδέλφους της κι όταν η εγκαλούσα επιχείρησε να πάρει το ακουστικό, η κατηγορουμένη το άρπαξε από το χέρι της, την χαστούκισε και την εξύβρισε με την φράση "στο διάβολο να πας". Η κατηγορουμένη αρνείται ότι χειροδίκησε σε βάρος της εγκαλούσας κι ότι λόγω της έντασης που υπήρχε στο γραφείο της, παραφέρθηκε όταν αντιλήφθηκε την εγκαλούσα να τηλεφωνεί και να λέει: "άκου πώς μιλάει η Διευθύντρια σε υπάλληλο". Ακολούθως στο φύλλο της εφημερίδας ..... της 7-12-2006 δημοσιεύθηκε άρθρο με τίτλο "Στο ..... κατηγορείται ότι χαστούκισε υφισταμένη της" το οποίο αναφερόταν στο πιο πάνω περιστατικό της 6-10-2006 χωρίς να κατονομάζεται κανείς. Ειδικώτερα αναφέρονταν μεταξύ άλλων ότι "για πρόκληση σωματικών βλαβών κι εξύβριση υφισταμένης κατηγορείται κυρία στέλεχος του ..... Πνευματικού Κέντρου του Δήμου Θεσσαλονίκης. Η εν λόγω κυρία φέρεται ότι ράπισε γραμματέα χωρίς λόγο κι αιτία. Μετά το περιστατικό η υπάλληλος και το στέλεχος οδηγήθηκαν στο 1ο αστυνομικό τμήμα ... . Ακολούθως η κατηγορουμένη απέστειλε και δημοσιεύθηκε στο φύλλο της ως άνω εφημερίδας της 22ας Δεκεμβρίου 2006, επώνυμη κι ενυπόγραφη επιστολή της διαμαρτυρίας με τίτλο: "Απάντηση σε ρεπορτάζ" στο κείμενο της οποίας ανέφερε μεταξύ άλλων ότι: Στις 6 Οκτωβρίου 2006 πράγματι έλαβε χώρα περιστατικό μεταξύ εμού και της υπαλλήλου του ..... Πνευματικού Κέντρου και υφισταμένης μου Ψ, του οποίου όμως γενεσιουργός αιτία ήταν η για πολλοστή φορά ανάρμοστη σε υπάλληλο από μέρους της συμπεριφορά ... "Η κατηγορουμένη με το ανωτέρω δημοσίευμα στην εφημερίδα ..... το περιεχόμενο της οποίας έλαβε γνώση το αναγνωστικό κοινό, όπου η ως άνω εφημερίδα διανέμεται, ισχυρίσθηκε εν γνώσει της για την εγκαλούσα ψευδές γεγονός ικανό να βλάψει την τιμή και την υπόληψή της και τούτο διότι από κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν αποδείχθηκε ότι η εγκαλούσα είχε κατ' εξακολούθηση (για πολλοστή φορά) ανάρμοστη σε υπάλληλο συμπεριφορά, τουναντίον μάλιστα στο φύλλο ποιότητας της δεν αναφέρονταν ανάρμοστη συμπεριφορά, όπως άλλωστε η ίδια η κατηγορουμένη κατά την απολογία της κατέθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου. Εξάλλου, η παντελώς αόριστη αναφορά της κατηγορουμένης κατά την απολογία της, η οποία ισχυρίζεται ότι: "έχω ολόκληρο πάκο με έγγραφα που αφορούν τη συμπεριφορά της Ψ, ήταν ευέξαπτη, δύστροπη κι οξύθυμη, μιλούσε άσχημα και χτυπούσε τα γραφεία, είχαν γίνει έγγραφες επιπλήξεις πριν από το περιστατικό και ότι σε εκδήλωση που είχε γίνει στο Κρατικό Θέατρο κι ενώ όλοι είχαμε ντυθεί επίσημα εκείνη ήρθε αργοπορημένη και στις σκάλες με περιέλουσε με βρίσιμο κι έτσι διέγραψα το ρεπό της", δηλαδή σε γεγονότα, τα οποία δεν αποδείχθηκαν, αλλά κι αληθή υποτιθέμενα δεν συνιστούν ανάρμοστη συμπεριφορά της εγκαλούσας, η οποία ουδέποτε μέχρι του χρονικού εκείνου σημείου (22-12-2006) είχε τιμωρηθεί πειθαρχικά ή έστω είχε ασκηθεί σε βάρος της πειθαρχικής αγωγής για τυχόν ανάρμοστη συμπεριφορά της. Αντίθετα, από το αποδεικτικό υλικό κι ιδίως από τις καταθέσεις των μαρτύρων Α και Β, ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου προκύπτει σαφώς ότι η εγκαλούσα είναι καλή υπάλληλος κι ότι η κατηγορουμένη ως προϊσταμένη της, ουδέποτε ζήτησε τον πειθαρχικό της έλεγχο για τυχόν ανάρμοστη συμπεριφορά της. Με τα δεδομένα αυτά, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, καταδεικνύεται το ψευδές των ανωτέρω στοιχείων του δημοσιεύματος κι η δημοσίευση των στοιχείων αυτών εν γνώσει της αναλήθειάς τους με σκοπό την βλάβη της τιμής και της υπόληψης της εγκαλούσας. Στοιχειοθετούνται επομένως τόσο η αντικειμενική όσο και η υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος της συκοφαντικής δυσφήμησης δια του τύπου, που αποδίδεται στην κατηγορουμένη, απορριπτομένων ως αβασίμων των περί του αντιθέτου αυτοτελών ισχυρισμών της κι ως εκ τούτου πρέπει αυτή να κηρυχθεί ένοχη. Στη συνέχεια το Δικαστήριο, με την απόφαση που εξέδωσε, κήρυξε ένοχη την αναιρεσείουσα, για την πράξη της συκοφαντικής δυσφήμησης δια του Τύπου και της επέβαλε ποινή φυλάκισης έξι (6) μηνών, την εκτέλεση της οποίας ανέστειλε επί τριετία. Με αυτά που δέχθηκε η απόφαση, δεν διέλαβε στην απόφασή του, την κατά τις άνω διατάξεις ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, με αναφορά σε συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά, για το ότι η αναιρεσείουσα- κατηγορούμενη, είχε γνώση της αναλήθειας όσων γεγονότων, αυτή διέλαβε, στην, κατά της πολιτικώς ενάγουσας, ενυπόγραφη επιστολή της, με τον τίτλο " Απάντηση σε ρεπορτάζ", που απέστειλε και δημοσιεύθηκε στο φύλλο, της 22ας Δεκεμβρίου 2006, της εκδιδόμενης στη ..... ημερήσιας εφημερίδας ".....". Τούτο γιατί, ενόψει των όσων ισχυρίσθηκε για την εγκαλούσα, από όσα εκτίθενται στο σκεπτικό, δεν είναι καθόλου αυτονόητη η γνώση της αυτή. Ειδικότερα, ως προς το στοιχείο αυτό του αμέσου δόλου, δηλαδή της γνώσεως, η προσβαλλομένη απόφαση περιορίζεται να παραθέσει απλώς στο σκεπτικό της, την περιεχομένη στο νόμο φράση "εν γνώσει", χωρίς όμως, να εκθέσει συστηματικά και να αιτιολογήσει από ποία συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά συνάγεται η γνώση αυτή, η οποία να σημειωθεί, δεν προκύπτει ούτε από τις καθόλου παραδοχές και την κύρια αιτιολογία της, περί ενοχής, κρίσεώς του. Πράγματι, ενώ η προσβαλλόμενη απόφαση, προκειμένου να αιτιολογήσει την γνώση της αναιρεσείουσας, δέχεται ότι η τελευταία (αναιρεσείουσα), είχε ισχυρισθεί ότι μεταξύ αυτής και της εγκαλούσας, είχε επισυμβεί επεισόδιο κατά τη διάρκεια του οποίου η αναιρεσείουσα χειροδίκησε κατά της εγκαλούσας και ότι στο παρελθόν η τελευταία είχε επιδείξει για πολλοστή φορά ανάρμοστη συμπεριφορά, και ότι το γεγονός τούτο είναι ψευδές, εν τούτοις, η ίδια η απόφαση σύμφωνα με τις παραδοχές της, δέχεται ότι μεταξύ τους έλαβε χώρα το ως άνω επεισόδιο, γεγονός το οποίο κατά τις παραδοχές της, συνομολογείται από τα διάδικα μέρη, ότι έλαβε τούτο χώρα. Περαιτέρω, δεν αιτιολογείται με σαφήνεια η παραδοχή εκείνη, σύμφωνα με την οποία γίνεται δεκτό ότι η αναιρεσείουσα γνώριζε, ότι η εγκαλούσα κατά το παρελθόν είχε επιδείξει επανειλημμένα ανάρμοστη συμπεριφορά, τόσο προς την ίδια την κατηγορουμένη, όσο και προς άλλους υπαλλήλους στον ίδιο εργασιακό χώρο όπου αυτή εργαζόταν. Εξάλλου, ενώ κατά τις παραδοχές της προσβαλλόμενης αποφάσεως, σύμφωνα με το επίμαχο δημοσίευμα, το οποίο θεωρείται ως ψευδές, γενεσιουργός αιτία του μεταξύ τους επεισοδίου, ήταν "η για πολλοστή φορά ανάρμοστη συμπεριφορά της εγκαλούσας", αντίθετα στο διατακτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως, γίνεται δεκτό ότι η συμπεριφορά της εγκαλούσας, δεν υπήρξε η γενεσιουργός αιτία του κατά την 6-10-2006 επισυμβάντος επεισοδίου. Έτσι, όμως, υφίσταται αντίφαση μεταξύ του αιτιολογικού και του διατακτικού, ως προς τη γενεσιουργό αιτία του επεισοδίου, γεγονός το οποίο καθιστά ανέφικτο τον αναιρετικό έλεγχο, ως προς το στοιχείο του ψευδούς ή μη του γεγονότος αυτού και αντίστοιχα της γνώσεως ή μη του ψεύδους από μέρους της αναιρεσείουσας. Είναι, συνεπώς, βάσιμος ο σχετικός λόγος της αίτησης αναίρεσης, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του Κ.Π.Δ, με τον οποίο αποδίδεται η παραπάνω πλημμέλεια στην απόφαση και πρέπει κατά παραδοχή του λόγου αυτού, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, ενώ παρέλκει μετά από αυτά, η έρευνα των ετέρων λόγων της αναιρέσεως. Ακολούθως, πρέπει να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, συγκροτούμενο όμως, από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους, που δίκασαν προηγουμένως (άρθρο 519 ΚΠΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Αναιρεί την υπ' αριθμό 3735/2008 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Και

Παραπέμπει την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο συγκροτούμενο από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 11 Μαρτίου 2009. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 11 Μαρτίου 2009.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή