Θέμα
Επιδόσεως αποδεικτικό, Εφέσεως απαράδεκτο, Ακυρότητα επιδόσεως.
Περίληψη:
Απορριπτική απόφαση εφέσεως ως εκπρόθεσμης, κληθέντος του κατηγορουμένου εγκύρως ως άγνωστης διαμονής. Στην Έκθεση Εφέσεως και την αναίρεση επικαλείται ο αναιρεσείων ακυρότητα επιδόσεως ως άγνωστης διαμονής της ερήμην του πρωτόδικης αποφάσεως. Βάσιμος ο λόγος αναιρέσεως, για υπέρβαση εξουσίας, γιατί εσφαλμένα απορρίφθηκε η έφεση ως εκπρόθεσμη, διότι η επίδοση προς τον κατηγορούμενο ήταν άκυρη, καθόσον το εντεταλμένο όργανο επιδόσεως της ερήμην καταδικαστικής αποφάσεως δε μετέβη σε ορισμένο τόπο κατοικίας του κατηγορουμένου, δεν προσδιορίζει σε ποία οδό μετέβη και πού αναζήτησε αυτόν και δεν τον βρήκε, αλλά θεωρώντας ανεπίτρεπτα αυτόν ως μη έχοντα ποτέ και κάπου γνωστή κατοικία, επέδωσε την απόφαση στο Δήμο Πατρέων ως άγνωστης διαμονής.
Αριθμός 519/2013
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Νικόλαο Ζαΐρη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο - Εισηγητή, Γεώργιο Αδαμόπουλο, Ειρήνη Κιουρκτσόγλου-Πετρουλάκη και Μαρία Βασιλάκη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 12 Μαρτίου 2013, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Δημητρίου Δασούλα (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγία Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Ν. Μ. του Γ., κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Άγγελο Αγγελόπουλο, για αναίρεση της υπ' αριθ. 2485/2012 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημ/κείου Πατρών.
Το Τριμελές Πλημ/κείο Πατρών με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 6 Σεπτεμβρίου 2012 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1019/2012.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του άρθρου 473 παρ.1 ΚΠΔ, η προθεσμία για την άσκηση ενδίκων μέσων είναι δέκα ημέρες από τη δημοσίευση της αποφάσεως. Αν ο δικαιούμενος δεν είναι παρών κατά την απαγγελία της αποφάσεως η πιο πάνω προθεσμία είναι επίσης δέκα ημέρες, εκτός αν αυτός διαμένει στην αλλοδαπή ή είναι άγνωστη η διαμονή του, οπότε η προθεσμία είναι τριάντα ημέρες και αρχίζει σε κάθε περίπτωση από την επίδοση της αποφάσεως. Εξάλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 154 παρ. 2 και 156 του ίδιου Κώδικα, προκύπτει ότι ως άγνωστης διαμονής θεωρείται εκείνος που απουσιάζει από τον τόπο της κατοικίας του σε άγνωστο μέρος για τη δικαστική αρχή που έχει εκδώσει το επίδικο έγγραφο ή έχει παραγγείλει την επίδοσή του και στην περίπτωση αυτή η επίδοση προς εκείνον γίνεται ως άγνωστης διαμονής, μετά την άκαρπη αναζήτηση των αναφερομένων στη διάταξη του άρθρου 156 παρ. 1 εδ. α προσώπων, προς το δήμαρχο ή τον αρμόδιο δημοτικό υπάλληλο που όρισε ο δήμαρχος της τελευταίας κατοικίας ή διαμονής του, άλλως η επίδοση είναι άκυρη και δεν αρχίζει η ως άνω προθεσμία ασκήσεως ενδίκων μέσων. Σύμφωνα δε με τη διάταξη του άρθρου 273 παρ.1 του ΚΠΔ, ως τόπος κατοικίας θεωρείται εκείνος που έχει δηλώσει ο κατηγορούμενος, κατά την προανάκριση, που τυχόν έχει ενεργηθεί και σε περίπτωση αλλαγής κατοικίας, εκείνος που έχει δηλώσει στην αρμόδια εισαγγελική αρχή και αν δεν έχει ενεργηθεί προανάκριση ή ο κατηγορούμενος δεν έχει εμφανιστεί κατ'αυτήν, ως τόπος κατοικίας θεωρείται εκείνος, που ο κατηγορούμενος έχει καταστήσει γνωστό στο μηνυτή και αναφέρεται στη μήνυση ή την έγκληση. Επίσης, κατά το άρθρο 154 παρ. 2 του ίδιου κώδικα, η μη τήρηση της παραπάνω διατάξεως του άρθρου 156 του ίδιου Κώδικα συνεπάγεται ακυρότητα της επιδόσεως. Από τις διατάξεις αυτές σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 476 παρ. 1 και 473 παρ. 1 ΚΠΔ, προκύπτει ότι προϋπόθεση της εκπρόθεσμης ασκήσεως του ενδίκου μέσου της εφέσεως κατά της αποφάσεως πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, που έχει εκδοθεί με απόντα τον εκκαλούντα, είναι η έγκυρη επίδοση της εκκαλούμενης αποφάσεως, γιατί διαφορετικά, αν η επίδοση είναι άκυρη, δεν αρχίζει η νόμιμη προθεσμία προς άσκηση και το ένδικο μέσο της εφέσεως ασκείται εμπρόθεσμα. Η προϋπόθεση δε αυτή, ως διαδικαστική, εξετάζεται από το δικαστήριο και αυτεπαγγέλτως για να κριθεί το εμπρόθεσμο ή μη της εφέσεως. Εάν δε το δευτεροβάθμιο δικαστήριο κρίνει εκπρόθεσμη την άσκηση της εφέσεως και κηρύξει αυτή απαράδεκτη, αντί να την δεχθεί τυπικά ως εμπρόθεσμη εξαιτίας της ακυρότητας της επιδόσεως της αποφάσεως προς τον εκκαλούντα, τότε τούτο υπερβαίνει την εξουσία του και δημιουργείται ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Η' ΚΠΔ λόγος αναιρέσεως.
Τέλος, κατά τις διατάξεις, του άρθρου 476 παρ.1 ΚΠΔ, όταν το ένδικο μέσο ασκήθηκε εκπρόθεσμα το αρμόδιο δικαστήριο το απορρίπτει ως απαράδεκτο, κατά δε της σχετικής αποφάσεως επιτρέπεται αναίρεση (παρ. 2). Από τα παραπάνω συνάγεται ότι ο έλεγχος του Αρείου Πάγου περιορίζεται στην ορθότητα της κρίσεως του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου για το απαράδεκτο, η δε απόφαση που απορρίπτει το ένδικο μέσο της εφέσεως ως εκπρόθεσμο, για να έχει την απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, πρέπει να διαλαμβάνει, το χρόνο της επιδόσεως της προσβαλλομένης με την έφεση αποφάσεως, αν απαγγέλθηκε απόντος τούτου, το χρόνο της ασκήσεως του ενδίκου μέσου καθώς και το αποδεικτικό από το οποίο προκύπτει η επίδοση, χωρίς ειδικότερο προσδιορισμό των στοιχείων της εγκυρότητας του αποδεικτικού και της επιδόσεως, εκτός αν προβάλλεται με την έφεση συγκεκριμένος λόγος ακυρότητας της επιδόσεως ή ανώτερης βίας, λόγω της οποίας απωλέσθηκε η προθεσμία της εφέσεως (του άρθρου 473 παρ.1 του ΚΠΔ), οπότε η αιτιολογία πρέπει να εκτείνεται και στα ζητήματα αυτά (Ολ.ΑΠ 6/1994, 7/1994 και 4/1995).
Στην προκειμένη περίπτωση, από την επιτρεπτή επισκόπηση των εγγράφων της δικογραφίας προς διερεύνηση της βασιμότητας ή μη σχετικού λόγου αναιρέσεως για υπέρβαση εξουσίας του δικαστηρίου, που απέρριψε την έφεση του αναιρεσείοντος ως εκπρόθεσμη, λόγω μη ενάρξεως της προθεσμίας της εφέσεως, συνεπεία ακύρου επιδόσεως στον εκκαλούντα της πρωτόδικης ερήμην του εκδοθείσας καταδικαστικής αποφάσεως, προκύπτουν τα ακόλουθα: Από τη σχετική με αρ. 126/18-11-2011 έκθεση εφέσεως του Πρωτοδικείου Πατρών, προκύπτει ότι ο εκκαλών κατηγορούμενος, φερόμενος στην έφεση, ως κάτοικος ..., προκειμένου να δικαιολογήσει την εκπρόθεσμη άσκηση της εφέσεώς του, προέβαλε με αυτή, κατά πιστή μεταφορά, τα εξής: "Η έφεση μου ασκείται εκπρόθεσμα διότι η εκκαλουμένη απόφαση μου επιδόθηκε την 9-2-2010, ως αγνώστου διαμονής, παρά το γεγονός ότι εγώ είχα γνωστή διαμονή στην ... επί της οδού ..., την οποία μάλιστα είχα γνωστοποιήσει στο Δικαστήριο. Ειδικότερα, με την από 27/7/2007 εξουσιοδότηση, παρείχα στον τότε πληρεξούσιο Δικηγόρο μου την εντολή να με εκπροσωπήσει ενώπιον του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πατρών κατά τη δικάσιμο της 29/7/2007, δηλώνοντας, ως διεύθυνση κατοικίας μου στην ... την οδό ....
Η εκδίκαση της υποθέσεως αναβλήθηκε την 27-7-2007 ορίστηκε νέα δικάσιμος για την 7-5-2008. Την 7-5-2008 αναβλήθηκε εκ νέου για την 25-2-2009, πλην όμως ούτε την ανωτέρω ημερομηνία εκδικάστηκε η υπόθεση λόγω απεργίας των δικαστικών υπαλλήλων. Το δικαστήριο προσδιορίστηκε εκ νέου για τη δικάσιμο της 30-6-2009. Ωστόσο, ο αρμόδιος κλητήρας των δικαστηρίων πήγε να μου κοινοποιήσει την κλήση για το δικαστήριο της 30-6-2009 στην οδό ..., όπου δεν διέμενα και αφού δεν με βρήκε επέδωσε την κλήση ως αγνώστου διαμονή με τοιχοκόλληση στο Δήμο ..., και παρά το γεγονός ότι είχα γνωστή διεύθυνση στην οδό ... την οποία επαναλαμβάνω είχα ήδη γνωστοποιήσει στο δικαστήριο με την από 27/7/2007 εξουσιοδότηση. Τούτο είχε ως αποτέλεσμα να μην λάβω γνώση ούτε της κλητεύσεως του Δικαστηρίου για τη δικάσιμο της 30-6-2009 οπότε και δημοσιεύτηκε η εκκαλουμένη απόφαση." Από τα παραπάνω εκτιθέμενα στην έκθεση εφέσεως του αναιρεσείοντος σαφώς συνάγεται, ότι ο αναιρεσείων επικαλείται ότι δεν έλαβε γνώση του κλητηρίου θεσπίσματος ή της κλήσεως για συζήτηση της υποθέσεως στον πρώτο βαθμό, για τη δικάσιμο της 30-6-2009, που εκδόθηκε ερήμην του η προσβαλλόμενη με την έφεση με αρ. 7786/30-6-2009 καταδικαστική απόφαση του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πατρών, η δε προς αυτόν επίδοση της εκκαλουμένης αυτής αποφάσεως ως άγνωστης διαμονής στο Δήμο ... είναι άκυρη, γιατί είχε γνωστή διαμονή στην οδό ... των ..., διεύθυνση που ο δικηγόρος του είχε δηλώσει στο παραπάνω πρωτοβάθμιο δικαστήριο και στην οποία θάπρεπε να κλητευθεί ως γνωστής διαμονής, ενώ επικαλέστηκε και προσκόμισε σχετικά αποδεικτικά έγγραφα που αναγνώσθηκαν στο ακροατήριο και εξέτασε και μάρτυρα.
Με την προσβαλλόμενη 2485/2012 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πατρών, όπως απ' αυτήν προκύπτει, απορρίφθηκε ως απαράδεκτη, λόγω εκπρόθεσμης ασκήσεώς της, η ανωτέρω με αριθμό εκθέσεως 1261/18-11-2011 έφεση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου, κατά της με αρ. 7786/30-6-2009 καταδικαστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πατρών, με την οποία είχε καταδικασθεί αυτός, ερήμην, κληθείς ως άγνωστης διαμονής, σε ποινή φυλακίσεως πέντε ετών, για μη καταβολή χρεών προς το Δημόσιο (παρ. αρ. 25 παρ.1, 2, 3 του ν. 1882/1990, όπως αντικ. και ισχύει με το άρθρο 34 του ν. 3220/2004), με την παρακάτω, κατά πιστή μεταφορά, αιτιολογία: Στην προκείμενη περίπτωση από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα Ν. Α. και από όλα τα έγγραφα που υπάρχουν στην δικογραφία και αναγνώσθηκαν, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά. Με την με αριθμό 7786/30-6-2009 απόφαση του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πατρών, που εκδόθηκε ερήμην του κατηγορουμένου - εκκαλούντος Γ. Μ., καταδικάσθηκε αυτός σε ποινή φυλάκισης πέντε (5) ετών, για μη καταβολή χρεών προς το δημόσιο (άρθρου 25 παρ. 1, 2, 3 του ν. 1882/1990, όπως αντικαταστάθηκε με τα άρθρα 23 ν. 2523/1997, 19 παρ. 2ν. 2948/2001 και 34 παρ. 1 α του ν. 3220/2004). Από το με ημερομηνία 28-5-2009 αποδεικτικό επιδόσεως αποφάσεως, στο οποίο επισυνάπτεται η από 28.5.2009 βεβαίωση αγνώστου διαμονής, αποδεικνύεται ότι η επίδοση του αρ. Ζ07-319 κλητηρίου θεσπίσματος με κλήση για τη δικάσιμο της 30.6.2009, κατά την οποία συζητήθηκε ερήμην η εναντίον κατηγορία και εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, έγινε κατά την ανωτέρω ημερομηνία από το δικαστικό επιμελητή της Εισαγγελίας Πατρών ..., ο οποίος συνέταξε και την προαναφερόμενη βεβαίωση, προς την υπάλληλο του Δήμου ... Γ. Χ., η οποία ήταν εξουσιοδοτημένη να παραλαμβάνει αποφάσεις και το οποίο (κλητήριο θέσπισμα) την ίδια ημέρα τοιχοκολλήθηκε από τον υπάλληλο του άνω Δήμου Α. Π. στο πιο δημόσιο μέρος του Δήμου ..., όπως προκύπτει από τη σχετική βεβαίωση που υπάρχει στο άνω αποδεικτικό. Ακόμη από το με ημερομηνία 9-2-2010 αποδεικτικό επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή της ίδιας Εισαγγελίας ... αποδεικνύεται ότι αντίγραφο της αρ. 7786/2009 αποφάσεως επιδόθηκε επίσης ως αγνώστου διαμονής με βάση την αρ. πρωτ. 436/29.1.2010 εισαγγελική παραγγελία στην αρμόδια υπάλληλο του Δήμου ... Γ. Ρ., η οποία ήταν εξουσιοδοτημένη να παραλαμβάνει δικαστικές αποφάσεις, ενώ την ίδια ημέρα ο υπάλληλος του παραπάνω Δήμου Γ. Α. τοιχοκόλλησε αυτήν στο πιο δημόσιο μέρος του Δήμου, όπως προκύπτει από τη σχετική βεβαίωση που υπάρχει στο παραπάνω αποδεικτικό. Οι επιδόσεις έτσι του άνω κλητηρίου θεσπίσματος αλλά και της εκκαλούμενης απόφασης έγιναν από τα άνω όργανα προς τον κατηγορούμενο ως άγνωστης διαμονής διότι αυτός, αφού αναζητήθηκε στην οδό ... του Δήμου ..., όπου κατά το χρόνο τέλεσης της αποδιδόμενης σε βάρος του αξιόποινης πράξης, για την οποία καταδικάσθηκε ως άνω είχε την κατοικία κατά τα αναφερόμενα στην αρ. πρωτ. 6444/27.2.2009 (Αρ. Ειδ. Βιβλίου 17/2007) αίτηση ποινικής δίωξης του Προϊσταμένου της Α' ΔΟ.Υ. Πατρών, δεν ανευρέθη (ο κατηγορούμενος) στην εν λόγω διεύθυνση ούτε κάποιο άλλο πρόσωπο από αυτά που αναφέρονται στο άρθρο 156 παρ. 1 του ΚΠΔ. Μόνη δε γνωστή αυτού κατοικία ήταν αυτή, που προέκυπτε από την παραπάνω αίτηση δίωξης, με βάση την οποία ασκήθηκε κατά του εκκαλούντος ποινική δίωξη για την άνω πράξη, επί της οποίας και εκδόθηκε η παραπάνω απόφαση. Την ίδια ακριβώς διεύθυνση ανέφερε και στο με ημερομηνία 21 Ιανουαρίου 2008 υπόμνημα του ενόψει της από 19.9.2002 προσφυγής του στο Τριμελές Διοικητικό Πρωτοδικείο Πατρών, αντίγραφο του οποίου προσκόμισε στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο κατά τις δικάσιμους της 29.6.2007 και 7.5.2008, κατά τις οποίες η συζήτηση της εναντίον του κατηγορίας αναβλήθηκε για ισχυρότερες αποδείξεις κατ' άρθρο 352 ΚΠΔ με τις αρ. 7725/ 29.6.2007 και 5463/7.5.2008 αποφάσεις προκειμένου να προσκομιστεί η απόφαση επί της παραπάνω προσφυγής λόγω της αναγκαιότητας της για το σχηματισμό πλήρους δικαστικής κρίσης. Εναντίον της αρ. 7786/30.6.2009 απόφασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ο κατηγορούμενος άσκησε στις 18.11.2011 τη με αριθμό 1261/18.11.2011 έφεση, στην οποία αναφέρει ότι αυτή ασκείται εκπροθέσμως διότι κατά το χρόνο επιδόσεως της εκκαλούμενης αποφάσεως δεν ήταν άγνωστης διαμονής αλλά γνωστής δηλώνοντας ως τόπο διαμονής την ..., την οποία γνωστοποίησε στο δικαστήριο με την από 27.6.2007 εξουσιοδότηση προς τον τότε πληρεξούσιο δικηγόρο του Παύλο Χρονόπουλο για να τον εκπροσωπήσει στην πρωτόδικη δίκη κατά την δικάσιμο της 29.6.2007 ή σε οποιαδήποτε μετ' αναβολή. Προβάλλει δηλαδή ο εκκαλών με την έφεση του ακυρότητα της γενομένης προς αυτόν επιδόσεως της εκκαλούμενης. Όμως, όπως ήδη προεκτέθηκε, μόνη γνωστή κατοικία του εκκαλούντος, κατά τον άνω χρόνο επιδόσεως της άνω αποφάσεως και του κλητηρίου θεσπίσματος, ήταν η οδός ... αριθ. 3 του Δήμου ..., τα δε ενεργούντα τις επιδόσεις ως άνω όργανα δεν είχαν τη δυνατότητα να πληροφορηθούν κατά τον άνω χρόνο της επίδοσης ότι ο εκκαλών δεν κατοικούσε εκεί και ότι διέμενε πλέον σε άλλη διεύθυνση και συγκεκριμένα σε αυτήν που πρώτη φορά νομότυπα δηλώνει με το δικόγραφο της εφέσεως, αφού δεν είχε επιμεληθεί την αναγγελία στην εισαγγελική αρχή Πατρών, που ήταν αρμόδια και είχε παραγγείλει τις άνω επιδόσεις, την ως άνω αλλαγή της διεύθυνσης του, ώστε να κληθεί και επιδοθεί η απόφαση που ήδη εκκαλεί, ως γνωστής διαμονής. Είναι δε αδιάφορο το γεγονός ότι η ως άνω διεύθυνση που επικαλείται ο εκκαλών, ήταν γνωστή στη Διεύθυνση Μεταφορών της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Αχαΐας, η οποία εξέδωσε επ' ονόματι του την από 14.4.2008 άδεια κυκλοφορίας για ένα αυτοκίνητο της ιδιοκτησίας του, στην οποία αναφέρεται ως διεύθυνση κατοικίας η ..., αφού κατά το χρόνο της επίδοσης αυτή είναι τρίτο πρόσωπο και μη αρμόδια υπηρεσία για να παραγγείλει συναφείς με τις ως άνω επιδόσεις, σύμφωνα και με τα παραπάνω νομικά δεδομένα. Σημειωτέον ότι ούτε η κατά τα ανωτέρω μνεία της ... στη εξουσιοδότηση προς τον παραπάνω δικηγόρο συνιστά νόμιμο τρόπο γνωστοποίησης της διεύθυνσης κατοικίας του εκκαλούντος αφού δεν έγινε στην κατ1 άρθρο 156 παρ. 1 και 2 ΚΠΔ αρμόδια εισαγγελική αρχή, ενώ αντίθετο συμπέρασμα δεν συνάγεται από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα Ν. Α. αφού ούτε αυτός βεβαιώνει ότι ο εκκαλών προέβη σε νομότυπη δήλωση αλλαγής του τόπου κατοικίας του. Σύμφωνα με τα παραπάνω η επίδοση της εκκαλούμενης αποφάσεως νόμιμα και εμπρόθεσμα έγινε στον εκκαλούντα ως αγνώστου διαμονής παρά τα όσα αντίθετα υποστηρίζει ο εκκαλών στην έφεση, τα οποία αβάσιμα και απορριπτέα. Κατά συνέπεια, η κρινόμενη έφεση ασκήθηκε εκπροθέσμως στις 18-11-2011, δηλαδή μετά την πάροδο της προβλεπομένης από την άνω διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 473 ΚΠΔ, προθεσμίας των 30 ημερών, ήτοι μετά από ένα έτος και δέκα μήνες περίπου, αφού η εκκαλούμενη απόφαση επιδόθηκε νομίμως στον εκκαλούντα στις 9-2-2010, όπως προαποδεικνύεται. Με τα δεδομένα αυτά, η υπό κρίση έφεση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, κατ' άρθρο 476 παρ. 1 του ιδίου Κώδικα, όπως ορίζεται στο διατακτικό." Από την επισκόπηση του με χρονολογία 9-2-2010 αποδεικτικού επιδόσεως του ..., επιμελητή της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Πατρών, προκύπτει ότι επιδόθηκε στις 9-2-2010 στον κατηγορούμενο Ν. Μ., αντίγραφο της ερήμην του εκδοθείσας με αρ. 7786/30-6-2009 καταδικαστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πατρών, ως αγνώστου διαμονής, στο Δήμαρχο ..., γιατί όπως βεβαιώνεται στο αποδεικτικό αυτό του εντεταλμένου οργάνου επιδόσεως, το όργανο αυτό μετέβη στην οδό "άνευ διευθύνσεως", χωρίς να αναφέρει δηλαδή σε ποία οδό μετέβη και πού αναζήτησε τον κατηγορούμενο Ν. Μ. και βεβαιώνονται προσθέτως τα λοιπά τυπικά στοιχεία του εντύπου αποδεικτικού, ότι ο Ν. Μ. αναζητήθηκε στην διεύθυνση της τελευταίας γνωστής κατοικίας του και δε βρέθηκε εκεί αυτός ή άλλο από τα αναφερόμενα στο άρθρο 156 παρ.2 του ΚΠΔ πρόσωπα, αυτός δε, μετά από έρευνα του ανωτέρω οργάνου, προέκυψε ότι τυγχάνει άγνωστος και μετώκησε σε άγνωστη διεύθυνση, γι' αυτό και επέδωσε την απόφαση στο Δήμο .... Από το παραπάνω περιεχόμενο του αποδεικτικού επιδόσεως προκύπτει ότι το εντεταλμένο όργανο επιδόσεως της ερήμην καταδικαστικής αποφάσεως δε μετέβη σε ορισμένο τόπο κατοικίας του κατηγορουμένου, δεν προσδιορίζει σε ποία οδό μετέβη και αναζήτησε αυτόν και δεν τον βρήκε, αλλά θεωρώντας ανεπίτρεπτα αυτόν ως μη έχοντα ποτέ και κάπου γνωστή κατοικία, επέδωσε την απόφαση στο Δήμο ... ως άγνωστης διαμονής. Με τον τρόπο αυτό δε μπορεί να ελεγχθεί πού αναζητήθηκε ο κατηγορούμενος και αν αναζητήθηκε στην τελευταία από αυτόν γνωστοποιηθείσα στο πρωτόδικο δικαστήριο διεύθυνση της κατοικίας του, στην οδό ... ή στην αρχική διεύθυνση της οδού ... των ..., που διέμενε κατά τη μηνυτήρια αναφορά της αρμόδιας φορολογικής αρχής ή σε άλλη οδό, ώστε να δικαιολογείται η επίδοση ως αγνώστου διαμονής και να ελεγχθεί η εγκυρότητα της επιδόσεως.
Συνεπώς, η επίδοση αυτή είναι άκυρη και η προθεσμία εφέσεως κατά της ερήμην πρωτόδικης αποφάσεως δεν άρχισε να τρέχει, η δε ασκηθείσα στις 18-11-2011 έφεση του κατηγορουμένου, μη προκύπτουσας άλλης επιδόσεως της παραπάνω ερήμην καταδικαστικής αποφάσεως, είναι εμπρόθεσμη. Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Πατρών, που με την προσβαλλόμενη απόφασή του δέχθηκε ότι η εν λόγω επίδοση της ερήμην αποφάσεως ως άγνωστης διαμονής ήταν έγκυρη και ακολούθως η κριθείσα έφεση, ως ασκηθείσα μετά την προθεσμία των 30 ημερών του άρθρου 473 ΚΠΔ, εκπρόθεσμη, απορρίψαν στη συνέχεια την ασκηθείσα έφεση ως απαράδεκτη, έσφαλε και έτσι υπερέβη την εξουσία του. Επομένως είναι βάσιμος ο συναφής από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Η' του ΚΠΔ μοναδικός λόγος της κρινόμενης αιτήσεως αναιρέσεως. Μετά από αυτά, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου που απέρριψε την έφεση ως εκπρόθεσμη και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο που την εξέδωσε, αφού είναι δυνατή η συγκρότησή του από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως (άρθρο 519 ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί τη με αρ. 2485/4-7-2012 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πατρών. Και.
Παραπέμπει την υπόθεση, της με αρ. 1261/2011 εφέσεως του κατηγορουμένου Ν. Μ. του Γ., κατά της υπ' αριθμ. 7786/2009 απόφασης του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πατρών για νέα συζήτηση στο ίδιο ως άνω δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές εκτός εκείνους που δίκασαν προηγουμένως.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 19 Μαρτίου 2013.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 2 Απριλίου 2013.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ