Θέμα
Ακυρότητα απόλυτη, Αγορανομικός Κώδικας.
Περίληψη:
Αγορανομική παράβαση άρθρ. 30 § 12 ΝΔ 136/45. Μη επίδοση αποτελεσμάτων εξετάσεως δείγματος στον υπεύθυνο επιχειρήσεως ο οποίος, προκειμένου για ανώνυμη εταιρία είναι το Διοικητικό της Συμβούλιο ή το πρόσωπο που αυτό έχει εκχωρήσει τα δικαιώματα εκπροσωπήσεως της εταιρίας. Δεκτός λόγος της αιτήσεως για απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας. Αναιρεί και παραπέμπει στο ίδιο Δικαστήριο.
ΑΡΙΘΜΟΣ 739/2010
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Δημήτριο Πατινίδη Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Χαράλαμπο Παπαηλιού, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο-Εισηγητή, Παναγιώτη Ρουμπή και Γεώργιο Μπατζαλέξη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του την 1η Δεκεμβρίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργίου Παντελή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση
του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ, κατοίκου ..., που παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Φαίδωνα Δημόπουλο, περί αναιρέσεως της 1192/2008 αποφάσεως Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θηβών. Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Θηβών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων -κατηγορούμενος ζητά την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 11 Μαρτίου 2009 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 481/09.
Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 171 παρ. 1 εδαφ. γ'του ΚΠΔ απόλυτη ακυρότητα, η οποία κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α'του ίδιου Κώδικα ιδρύει λόγο αναίρεση της απόφασης, επιφέρει και η μη τήρηση των διατάξεων, οι οποίες καθορίζουν την αναστολή της ποινικής διώξεως στις περιπτώσεις εκείνες που υποχρεωτικά την επιτάσσει ο νόμος, Τέτοια περίπτωση προβλέπει η διάταξη του άρθρου 28 παρ. 1 και 3 του ν,δ. 136/1946 "περί Αγορανομικού Κωδικός" κατά την οποία "ο κύριος του δείγματος ή ο εξ ου ηγόρασε τρίτος τούτο, δύναται να υποβάλη έφεση κατά του αποτελέσματος της πρώτης εξετάσεως επιδιδόμενη εντός 48 ωρών από της εις εκάτερον των ενδιαφερομένων επιδόσεως αυτού κατ1 άρθρον 27 παρ. 2 εδ. α' και δ' . Η προθεσμία της εφέσεως και η άσκησης ταύτης αναστέλλει την διαδικασία· της ποινικής διώξεως". Περαιτέρω κατά το άρθρο 27 παρ, 1 του πιο πάνω ν.δ. 136/1946 "κατά τη διενέργεια δειγματοληψίας λαμβάνονται δύο δείγματα κατά τα κεκανονισμένα υπό του Γενικού Χημείου του Κράτους ή άλλης αρμοδίας Κρατικής Υπηρεσίας, τα οποία αποστέλλονται τάχιστα μετά του σχετικού πρωτοκόλλου προς την αρμόδια Χημική Υπηρεσία κλπ.", ενώ στην παρ. 2 του ίδιου άρθρου ορίζεται ότι "περί της γενομένης εξετάσεως συντάσσεται έκθεση, η οποία αποστέλλεται εις την ερωτώσα αρχή, η οποία ανακοινεί το αποτέλεσμα της εξετάσεως δι' επιδόσεως εις τον κύριον του εξετασθέντος δείγματος". Αντίστοιχη προς τις ανωτέρω διατάξεις είναι και αυτή του άρθρου 19, με θέμα "κατ' έφεση εξετάσεις δειγμάτων" της ΥΑ 1100/1987 "Κώδικας Τροφίμων και Ποτών", στην οποία ορίζονται, στη μεν παραγραφ. 1 "ο κύριος του είδους από τον οποίο λήφθηκε το δείγμα, μπορεί να υποβάλει έφεση κατά του αποτελέσματος της πρώτης εξέτασης μέσα σε 48 ώρες από την επίδοση της έκθεσης στον ενδιαφερόμενο, όταν δε περάσει άπρακτη η προθεσμία αυτή, η έκθεση του χημικού που έκανε την πρώτη εξέταση γίνεται οριστική", στη δε παρ. 4 ότι "η προθεσμία της έφεσης και η άσκησή της, αναστέλλει τη διαδικασία της ποινικής δίωξης". Τέλος, κατά το άρθρο 154 παρ. 2 ΚΠΔ, η επίδοση ή η κοινοποίηση (κάποιου εγγράφου της ποινικής διαδικασίας) είναι άκυρες, αν δεν τηρηθούν οι διατάξεις των άρθρων 155-157, 159 και 165 (του αυτού Κώδικα). Στην προκειμένη περίπτωση ο αναιρεσείων καταδικάστηκε για πράξη που προβλέπεται και τιμωρείται από τις διατάξεις των άρθρων 26 παρ. 1α, 27 παρ. 1 και 98 του ΠΚ και του άρθρου 30 παρ. 12 του ΝΔ 136/1946, σε συνδ. με παράβαση του ΚΤ (ΥΑ 1100/87), συνιστάμενη στο ότι "στον ... στις 6 Ιουλίου 2004, με περισσότερες από μια πράξεις, που συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος, οποιαδήποτε παρέβη σύμφωνα με το Ν.Δ 136/1946 αγορανομική διάταξη που εκδόθηκε και δημοσιεύτηκε νόμιμα και η οποία ρυθμίζει αγορανομικά αντικείμενα. Συγκεκριμένα, υπό την ιδιότητα του ως νομίμου εκπροσώπου της εδρεύουσας στην ... εταιρείας με την επωνυμία: "ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΗ ΣΥΣΚΕΥΑΣΙΑ ΑΒΕΕ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΠΛΑΣΤΙΚΩΝ ΕΙΔΩΝ", δε συμμορφώθηκε με τις οδηγίες, γνωμοδοτήσεις και αποφάσεις της αρμοδίας Χημικής Υπηρεσίας, δια των οποίων καθορίζονται οι όροι, τους οποίους πρέπει να πληρούν τα εις την κατανάλωση προσφερόμενα αντικείμενα χρήσεως εδωδίμων και ποτών και οι όροι οι οποίοι πρέπει να τηρούνται κατά την κατεργασία και τη συντήρηση αυτών προς φύλαξη της δημόσιας υγείας και αποφυγή απάτης των αγοραστών. Ειδικότερα, κατά τον ως άνω χρόνο ελήφθησαν από τη Δ/νση Ανάπτυξης (Τμήμα Εμπορίου) της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης ..., στα πλαίσια διενεργουμένου αγορανομικού ελέγχου, από το εργοστάσιο της ανωτέρου εταιρείας στον ... τα ακόλουθα δείγματα προϊόντων αυτής, ήτοι: α ) το υπ' αριθ. 88/2004 δείγμα " ημιδιάφανο πλαστικό ποτήρι " σε κλειστή συσκευασία των 50 τεμαχίων, β ) το υπ' αριθ. 89/2004 δείγμα "πλαστικό ποτήρι " σε κλειστή συσκευασία των 48 τεμαχίων και γ ) το υπ' αριθ. 90/2004 δείγμα "πλαστικό ποτήρι" σε κλειστή συσκευασία των 50 τεμαχίων, δείγματα προϊόντων τα οποία σταλέντα στη Χημική Υπηρεσία ... προς χημική εξέταση ευρέθησαν "ΜΗ ΚΑΝΟΝΙΚΑ-ΑΠΟΚΛΕΙΟΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ" διότι: α) έχουν παρασκευασθεί από ανακυκλωμένα απορρίμματα πλαστικών, β) παρουσιάζουν γραμμώσεις, αυλακώσεις και στίγματα σκούρου χρώματος, που σημαίνει ότι δεν έχουν κατασκευαστεί με μέσα άμεμπτης καθαριότητας και σύμφωνα με τις ορθές πρακτικές κατασκευής, στοιχείο που είναι δυνατόν να προκαλέσει αλλοίωση των οργανοληπτικών χαρακτηριστικών των περιεχομένων σε αυτά τροφίμων, μη τηρώντας κατ' αυτόν τον τρόπο ο εν λόγω κατηγορούμενος με την ως άνω ιδιότητα του, τους όρους κατεργασίας των αντικειμένων χρήσείος τροφίμων και ποτών προς φύλαξη της δημόσιας υγείας και αποφυγή απάτης των αγοραστών".
Όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, κατά τη γενόμενη στις 6-7-2004 στις εγκαταστάσεις του εργοστασίου της άνω εταιρείας στον ... από το Τμήμα Εμπορίου της Διεύθυνσης Ανάπτυξης της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης ... στα πλαίσια διενεργούμενου αγορανομικού ελέγχου, δειγματοληψίας, από δείγματα προϊόντων της εταιρίας και συγκεκριμένα, από τα άνω αναφερόμενα, τα οποία στάλησαν στη Χημική Υπηρεσία ... προς χημική εξέταση, βρέθηκαν αυτά ως "μη κανονικά και αποκλειόμενα από την κατανάλωση", διότι περιείχαν τις πιο πάνω ατέλειες. Γι' αυτές συντάχθηκε η από 31-8-04 έκθεση εξέτασης του Γ.Χ.Υ Αθηνών, με γνωμάτευση του Χημικού, .... Από τα έγγραφα της δικογραφίας προκύπτει ότι περί αυτών συντάχθηκε το με αριθ. πρωτ. 5262/10-9-04 έγγραφο της άνω Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, το οποίο, μαζί με τα σχετικώς συνταγέντα με αριθμούς 5228, 5229 και 5260/10-9-04 έγγραφα της, όπως προκύπτει από το, 16-9-04 αποδεικτικό του υπαλλήλου της άνω Υπηρεσίας, επιδόθηκε για την προαναφερόμενη ΑΒΕΕ στον ..., χωρίς όμως να αναφέρονται στο άνω αποδεικτικό τα στοιχεία ταυτότητας του υπεύθυνου της επιχείρησης. Όμως, υπεύθυνος της επιχείρησης, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.1401/83, εφόσον αυτή ήταν η ανώνυμη εταιρεία, κατά το άρθρο 18 του Κ.Ν 2190/20, είναι το Διοικητικό Συμβούλιο ή ο εκπρόσωπος που ορίστηκε από αυτό και αναφέρεται στο καταστατικό της ΑΕ. Όπως δε προκύπτει από το ΕΜ/19584/19-12-2003 έγγραφο της Νομαρχίας Αθηνών, που υπάρχει στη δικογραφία και αναγνώστηκε, εκπρόσωπος της εταιρίας, με απόφαση του Διοικητικού της Συμβουλίου, είχε οριστεί ο Διευθύνων Σύμβουλος της εταιρίας, Χ (κατηγορούμενος - αναιρεσείων), στον οποίο είχαν εκχωρηθεί όλες οι εξουσίες και αρμοδιότητες για την εκπροσώπηση της εταιρίας και τη δέσμευσή της, μέχρι τις 30-6-2005, δηλαδή, και για τον επίδικο χρόνο. Όμως, παρόλα αυτά, από τα έγγραφα της δικογραφίας, τα οποία επιτρεπτώς επισκοπούνται από τον 'Αρειο Πάγο για την έρευνα της βασιμότητας του λόγου αναίρεσης, δεν προκύπτει ότι για το αποτέλεσμα αυτό της εξέτασης ειδοποιήθηκε ο υπεύθυνος της επιχείρησης αναιρεσείων, ώστε να υποβάλει, όπως είχε δικαίωμα, έφεση και να ζητήσει την εξέταση του δείγματος. Η επίδοση της πιο πάνω εξέτασης στο άνω πρόσωπο, το οποίο δεν προκύπτει ότι εκπροσωπούσε την ΑΕ, ούτε είχε σχέση με τη διοίκηση αυτής, είναι άκυρη και η ακυρότητα προκύπτει από το παραπάνω αποδεικτικό. Η ακυρότητα αυτή λαμβάνεται υπόψη από το δικαστήριο και, ως μη επίδοση των αποτελεσμάτων της εκθέσεως χημικής εξετάσεως στον ενδιαφερόμενο, νοείται και αυτή που έγινε άκυρα. Ενόψει αυτών, εφόσον δεν προκύπτει ότι έγινε επίδοση της ως άνω έκθεσης στον αναιρεσείοντα κύριο του δείγματος κατά την προαναφερόμενη έννοια, ώστε να τρέξει η προθεσμία υποβολής εφέσεως, το Δικαστήριο έπρεπε να διατάξει την αναστολή της ποινικής δίωξης του κατηγορουμένου. Επομένως το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Θηβών που έκρινε αντιθέτως και καταδίκασε τον αναιρεσείοντα για την αξιόποινη πράξη του όρθρου 30 παρ. 12 του Αγορανομικού Κώδικα, παραβίασε την πιο πάνω διάταξη του άρθρου 171 παρ. 1 εδ. γ' του ΚΠΔ και εντεύθεν αναιρετέα κατέστησε την προσβαλλόμενη απόφαση κατ' άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α' ΚΠΔ και τον βάσιμο περί τούτου πρώτο λόγο της αίτησης αναιρέσεως. Μετά από αυτά, η υπόθεση πρέπει να παραπεμφθεί για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο, γιατί είναι δυνατή η σύνθεση του από άλλους δικαστές, εκτός από αυτούς που δίκασαν προηγουμένως (αρ. 519 ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την 1192/2008 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θηβών.
Παραπέμπει την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο που θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 23 Φεβρουαρίου 2010. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 19 Απριλίου 2010.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ