Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 296 / 2013    (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Παράβαση καθήκοντος.




Περίληψη:
Παράβαση καθήκοντος Δημοτικού Συμβουλίου. Ηθική Αυτουργία. 1. Αβάσιμοι οι από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ και Ε ΚΠΔ λόγοι αναιρέσεως, για έλλειψη ειδικής αιτιολογίας και για εσφαλμένη εφαρμογή και ερμηνεία ουσιαστικής ποινικής διάταξης. 2. Το δεδικασμένο αποφάσεων των πολιτικών δικαστηρίων δεν είναι, κατ' άρθρο 57 ΚΠΔ, δεσμευτικό για τα ποινικά δικαστήρια.




ΑΡΙΘΜΟΣ 296/2013

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Νικόλαο Ζαΐρη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο - Εισηγητή, Γεώργιο Αδαμόπουλο, Ειρήνη Κιουρκτσόγλου-Πετρουλάκη και Μαρία Βασιλάκη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 22 Ιανουαρίου 2013, με την παρουσία του Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Ευάγγελου Παντιώρα (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση των αναιρεσειόντων - κατηγορουμένων: 1) Γ. Κ. του Π., 2) Γ. Τ. του Π., 3) Θ. Ν. του Α., 4) Ι. Π. του Π., 5) Ν. Ν. του Κ., 6) Π. Σ. του Δ. και 7) Χ. Λ. του Κ., κατοίκων ..., που εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Παναγιώτη Κουρή, περί αναιρέσεως της με αριθμό 2495-2496/2011 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Πατρών. Με συγκατηγορούμενο τον Α. Κ. του Γ. και πολιτικώς ενάγοντα τον Σ. Σ. του Η., κάτοικο ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Κωνσταντίνο Λέων.
Το Τριμελές Εφετείο Πατρών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και οι αναιρεσείοντες - κατηγορούμενοι ζητούν την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 1 Ιουνίου 2012 αίτησή τους η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 772/12.
Αφού άκουσε
Τους πληρεξούσιους δικηγόρους των διαδίκων, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του άρθρου 259 ΠΚ, ορίζεται ότι "υπάλληλος που με πρόθεση παραβαίνει τα καθήκοντα της υπηρεσίας του με σκοπό να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον παράνομο περιουσιακό όφελος ή για να βλάψει το κράτος ή κάποιον άλλον, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δυο ετών, αν η πράξη αυτή δεν τιμωρείται με άλλη ποινική διάταξη". Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι για να στοιχειοθετηθεί το έγκλημα της παράβασης καθήκοντος, δράστης του οποίου είναι υπάλληλος κατά την έννοια του άρθρου 13 εδάφ. α' και 263 Α του ΠΚ, απαιτούνται: α) παραβίαση υπηρεσιακού καθήκοντος το οποίο καθορίζεται με νόμο ή διοικητική πράξη ή με ιδιαίτερες οδηγίες της προϊσταμένης αρχής ή ενυπάρχει στη φύση της υπηρεσίας του υπαλλήλου, β)πρόθεση του δράστη, δηλαδή δόλος που περιέχει τη θέληση παραβάσεως του καθήκοντος της υπηρεσίας και γ) σκοπός του δράστη να προσπορίσει στον ίδιο ή σε άλλον παράνομη υλική ή ηθική ωφέλεια ή να επέλθει βλάβη στο κράτος ή σε κάποιον άλλον, χωρίς να απαιτείται και η επίτευξη του εν λόγω σκοπού. Για να συντρέχει δε ο σκοπός αυτός πρέπει όχι μόνον η βούληση του δράστη να κατατείνει προς αυτόν αλλά και η συμπεριφορά του, όπως αναπτύσσεται να μπορεί αντικειμενικά να οδηγήσει στην επίτευξή του. Ο όρος με σκοπό να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον παράνομο όφελος ή να βλάψει το κράτος ή κάποιον άλλον, λογικά σημαίνει ότι η πράξη όπως επιχειρείται από τον δράστη δύναται να οδηγήσει στην απαίτηση παράνομου οφέλους ή στην πρόκληση βλάβης τρίτων και επί πλέον, ότι η βούληση του δράστη κατευθύνεται στην απόκτηση του οφέλους ή στην πρόκληση της βλάβης. Έτσι, μεταξύ της πράξεως και του σκοπού οφέλους ή βλάβης πρέπει να υπάρχει μία τέτοια αιτιώδης σχέση ώστε η πράξη της παραβάσεως καθήκοντος, αν δεν είναι αποκλειστικός τρόπος, πάντως πρέπει να είναι πρόσφορος περιποιήσεως της σκοπουμένης βλάβης ή του σκοπουμένου οφέλους, πράγμα που συμβαίνει όταν το σκοπούμενο όφελος ή η σκοπούμενη βλάβη δεν μπορεί να επιτευχθεί παρά μόνον με την παράβαση του συγκεκριμένου καθήκοντος. Όταν δε ο σκοπός συνίσταται σε βλάβη του κράτους πρέπει να προσδιορίζεται και σε τι συνίσταται η βλάβη αυτή. Υπάλληλοι θεωρούνται και οι κρατικοί λειτουργοί που είναι κατά κανόνα άμεσα όργανα του κράτους επί των οποίων δεν νοείται διάκριση μεταξύ απλού υπαλληλικού και υπηρεσιακού καθήκοντος .
Περαιτέρω, κατά το άρθρο 6 παρ. 1 της ΑΙΒ/8577/8.9.1983 Υγειονομικής Διατάξεως, για την ίδρυση και λειτουργία καταστήματος ή εργαστηρίου ή εργοστασίου υγειονομικού ενδιαφέροντος απαιτείται άδεια της οικείας Αστυνομικής Αρχής, κατά δε την παρ. 5 του ίδιου άρθρου, θεωρείται ίδρυση νέου καταστήματος ή εργαστηρίου ή εργοστασίου υγειονομικού ενδιαφέροντος και συνεπώς απαιτείται νέα άδεια ιδρύσεως και λειτουργίας τούτου, η μεταφορά ή επέκταση ή αλλαγή ή μεταβίβασή του, καθώς και η ουσιώδης τροποποίηση των υγειονομικών όρων της λειτουργίας του. Εξάλλου, με το άρθρο 11 του ν. 2307/1995 ορίσθηκαν τα επόμενα: Για την χορήγηση αδειών ίδρυσης και λειτουργίας όλων των καταστημάτων και επιχειρήσεων, οι όροι λειτουργίας των οποίων ορίζονται με υγειονομικές διατάξεις, εφαρμόζονται οι ισχύουσες κάθε φορά υγειονομικές και άλλες διατάξεις (παρ. 1). Οι διατάξεις του π.δ. 180/1979 "Περί όρων λειτουργίας καταστημάτων πωλήσεως οινοπνευματωδών ποτών και κέντρων διασκεδάσεως", όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε μεταγενέστερα, εξακολουθούν να ισχύουν. Όπου στο ανωτέρω προεδρικό διάταγμα, για θέματα χορήγησης ή ανάκλησης ή αφαίρεσης αδειών ή σφράγισης των καταστημάτων, αναφέρεται "Αστυνομική Αρχή" ή "Αστυνομικός Διευθυντής" ή "Αρχηγός της Ελληνική Αστυνομίας" ή "Υπουργός Δημοσίας Τάξεως" νοείται το οικείο δημοτικό ή κοινοτικό συμβούλιο ... . Η παράβαση των διατάξεων της παραγράφου αυτής αποτελεί σοβαρή παράβαση καθήκοντος, τιμωρουμένη κατά τις οικείες διατάξεις του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα και κατά το άρθρο 259 του Ποινικού Κώδικα (παρ. 2). Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 15 παρ.7 εδ.β της ίδιας Υγειονομικής Διάταξης ΑΙΒ/8577/8-9-1983, εκδοθείσας με βάση τον α.ν.2520/1940, ορίζεται: " Για την απόκτηση αδείας λειτουργίας καταστήματος ή εργαστηρίου τροφίμων και ποτών στους αναφερόμενους στο προηγούμενο εδάφιο χώρους, δηλαδή σε ισόγειους ή άλλους χώρους πολυκατοικιών και γενικά οικημάτων στα οποία στεγάζονται κατοικίες, ο ενδιαφερόμενος υποβάλλει υπεύθυνη δήλωση του άρ. 8 του ν. 1599/1986, του διαχειριστή της πολυκατοικίας ή εν ελλείψει, του ιδιοκτήτη του χώρου, στον οποίο θα εγκατασταθεί το κατάστημα ή το εργαστήριο, στην οποία θα φαίνεται ότι ο κανονισμός της πολυκατοικίας ή εν ελλείψει κανονισμού, η πλειοψηφία των ιδιοκτητών των στεγαζομένων στο ίδιο κτίριο διαμερισμάτων, επιτρέπει τη χρήση του χώρου τούτου για τη λειτουργία του υπό ίδρυση καταστήματος ή εργαστηρίου. Η επισύναψη της δήλωσης αυτής, η οποία συμπληρώνει τα υπόλοιπα δικαιολογητικά, καθιστά υποχρεωτική την έκδοση της άνω αδείας από την αρμόδια αρχή και τούτο δεν αναιρεί την ευθύνη του υπογράψαντος την ως άνω δήλωση για το περιεχόμενο αυτής. Η κατά τα ανωτέρω χορηγηθείσα άδεια ανακαλείται, εφόσον υπάρξει απόφαση αρμοδίου δικαστηρίου περί του αναληθούς περιεχομένου της δήλωσης". Από τον συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων προκύπτει ότι από την έναρξη της ισχύος του ν. 2307/1995 η λειτουργική αρμοδιότητα των, κατά το π.δ. 181/1979 και της ΑΙΒ/8577/8.9.1983 Υγειονομικής Διατάξεως, Αστυνομικών Αρχών μεταφέρθηκε και στο μεν Δημοτικό ή Κοινοτικό Συμβούλιο ανατέθηκαν αποκλειστικά εφεξής τα θέματα της: α) χορήγησης, β) ανάκλησης, γ) αφαίρεσης αδειών ιδρύσεως και λειτουργίας και δ) σφράγισης των καταστημάτων, στον δε Δήμαρχο ή Πρόεδρο της Κοινότητας ανατέθηκε μόνον η έκδοση αποφάσεως. Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 46 παρ.1α του ΠΚ, με την ποινή του αυτουργού τιμωρείται όποιος με πρόθεση προκάλεσε σε άλλον την απόφαση να εκτελέσει την άδικη πράξη που διέπραξε. Από τη διάταξη αυτή συνάγεται ότι για την ύπαρξη ηθικής αυτουργίας απαιτείται να συντρέχουν αντικειμενικώς α)πρόκληση στον αυτουργό της αποφάσεως να διαπράξει ορισμένη άδικη πράξη, η οποία μπορεί να γίνει με οποιοδήποτε τρόπο ή μέσο, όπως με προτροπές (παρακίνηση, παρόρμηση, ενθάρρυνση), με παραινέσεις (συμβουλές κλπ), με πειθώ, φορτικότητα ή με εκμετάλλευση της επιβολής στον φυσικό αυτουργό, λόγω υπηρεσιακής ή άλλης εξαρτήσεως υποκειμενικά δε απαιτείται δόλος του ηθικού αυτουργού που περιλαμβάνει α) συνείδηση του ηθικού αυτουργού ότι παρήγαγε στον φυσικό αυτουργό την απόφαση για τη διάπραξη από αυτόν της αντικειμενικής υποστάσεως ορισμένου εγκλήματος, β)συνείδηση της συγκεκριμένης πράξεως στην οποία παρακινεί ο ηθικός αυτουργός.
Εξάλλου έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, η οποία ιδρύει λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως, κατά το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ, υπάρχει προκειμένου για καταδικαστική απόφαση όταν δεν αναφέρονται σ' αυτήν με σαφήνεια και πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις από τις οποίες προέκυψαν τα περιστατικά αυτά και οι σκέψεις με τις οποίες έγινε η υπαγωγή τους στις εφαρμοσθείσες ουσιαστικές ποινικές διατάξεις. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας επιτρέπεται η αλληλοσυμπλήρωση του σκεπτικού με το διατακτικό, που αποτελούν ενιαίο σύνολο, ενώ ως προς τις αποδείξεις αρκεί να αναφέρονται κατά το είδος τους χωρίς να είναι απαραίτητο να διευκρινίζεται από ποιο αποδεικτικό μέσο αποδείχθηκε κάθε παραδοχή. Ο δόλος δεν είναι κατ' αρχήν αναγκαίο, να αιτιολογείται ιδιαιτέρως, διότι ενυπάρχει στη θέληση παραγωγής των πραγματικών περιστατικών που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση της συγκεκριμένης αξιοποίνου πράξεως και εξυπακούεται ότι υπάρχει σε κάθε ειδικότερη περίπτωση τελέσεως εγκλήματος από την πραγμάτωση των περιστατικών αυτών, εκτός αν ο νόμος αξιώνει πρόσθετα στοιχεία για το αξιόποινο, όπως είναι να έχει τελεσθεί η πράξη εν γνώσει ορισμένου περιστατικού ή με πρόσθετο σκοπό ως υποκειμενικό στοιχείο του αδίκου ή να τελέσθηκε με δόλο ενδεχόμενο. Επί πλέον, κατά τη διάταξη του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' ΚΠΔ, λόγο αναιρέσεως της καταδικαστικής αποφάσεως ιδρύει και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία υπάρχει όταν το δικαστήριο αποδίδει στο νόμο διαφορετική έννοια από εκείνη την οποία αυτός πράγματι έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υπάρχει όταν το δικαστήριο προβαίνει σε εσφαλμένη υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών που δέχεται ότι αποδείχθηκαν στην εφαρμοσθείσα ουσιαστική ποινική διάταξη. Εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου συντρέχει και στην περίπτωση κατά την οποία το δικαστήριο της ουσίας παραβίασε ουσιαστική ποινική διάταξη εκ πλαγίου για το λόγο ότι στο πόρισμα της αποφάσεώς του, που περιλαμβάνεται στο σκεπτικό σε συνδυασμό με το διατακτικό αυτής και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις και λογικά κενά με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος από τον ’ρειο Πάγο της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νομίμου βάσεως.
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη 2495,2496/2011 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πατρών, οι αναιρεσείοντες, αναπληρωτής Δήμαρχος ο Θ.Ν., οι λοιποί πέντε Δημοτικοί Σύμβουλοι, καταδικάσθηκαν, σε δεύτερο βαθμό, για την αξιόποινη πράξη της παράβασης καθήκοντος οι ανωτέρω έξι, και ο έβδομος κατηγορούμενος Γ. Τ. για ηθική αυτουργία στην παράβαση καθήκοντος των λοιπών, σε ποινή φυλακίσεως πέντε μηνών ο καθένας, ανασταλείσα επί τριετία. Το δικαστήριο αυτό δέχθηκε, κατά την ανέλεγκτη αναιρετικά κρίση του, ότι από την εκτίμηση των μνημονευομένων στο αιτιολογικό κατ' είδος αποδεικτικών μέσων, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα, κατά πιστή μεταφορά, πραγματικά περιστατικά: Με τις υπ' αριθμ. .../1982 και .../1987 οικοδομικές άδειες του Πολεοδομικού Γραφείου Αιγιαλείας και Καλαβρύτων ανεγέρθηκε πολυόροφη οικοδομή σε οικόπεδο εμβαδού 47,60 τ.μ, κείμενο στη θέση "Κάτω Κοκκινές" ή "Κουβελέϊκα" εντός του εγκεκριμένου σχεδίου της πόλεως ..., η οποία (οικοδομή) υπήχθη στο σύστημα της οριζόντιας ιδιοκτησίας με την υπ' αριθμ. .../10-5-1990 πράξη συστάσεως οριζόντιας ιδιοκτησίας του Συμβ/φου Ακράτας Κων/νου Παλαιολογόπουλου που μεταγράφηκε νομίμως. Με την ανωτέρω πράξη προσδιορίσθηκαν οι αυτοτελείς, διηρημένες οριζόντιες ιδιοκτησίες του κτίσματος και οι κοινόχρηστοι και κοινόκτητοι χώροι αυτού, χωρίς να θεσπισθεί και κανονισμός της πολυκατοικίας. Εν συνεχεία, με το υπ' αριθμ. .../28-12-1993 συμβόλαιο του ιδίου ως άνω συμβ/φου νομίμως μεταγραφέν, ο όγδοος κατηγορούμενος Γ. Τ. αγόρασε το υπό στοιχ. Α-2 κατάστημα του πρώτου ορόφου της ανωτέρω οικοδομής, εμβαδού 169,18 τ.μ.. Στο εν λόγω κατάστημα από το έτος 1982 έως και τις αρχές του έτους 2006 λειτουργούσε συνεχώς κατάστημα υγειονομικού ενδιαφέροντος και συγκεκριμένα καφετέρια-πιτσαρία με νόμιμη άδεια. Αρχικά, από το έτος 1982 έως και το έτος 1988, λειτουργούσε σ' αυτό επιχείρηση με άδεια εκδοθείσα επ' ονόματί του ο μάρτυρας Γ. Κ., ενώ από το έτος 1988 έως και το έτος 1991 την ίδια επιχείρηση ασκούσε η εταιρία "Κ. Κ.-Γ. Τ. Ο.Ε." με άδεια εκδοθείσα στο όνομα του ομορρύθμου εταίρου Κ. Κ.. Τέλος από το έτος 1991 έως και τις αρχές Ιανουαρίου 2006 λειτουργούσε ίδια επιχείρηση στο ανωτέρω κατάστημα ο όγδοος κατηγορούμενος με άδεια που είχε εκδοθεί επ' ονόματί του. Στις 5-1-2006 ο όγδοος κατηγορούμενος υπέβαλε αίτηση προς τον Δήμο Αιγείρας, με την οποία ζήτησε να του χορηγηθεί άδεια λειτουργίας στο επίδικο κατάστημα επιχειρήσεως καφετέριας-καφέ μπαρ.
Κατά το άρθρο 15§7 εδ. α' της Υγειονομικής διατάξεως ΑΙΒ/8577/24-8/8-9-1983 "περί υγειονομικού ελέγχου και αδειών ιδρύσεως και λειτουργίας των εγκαταστάσεων επιχειρήσεων υγειονομικού ενδιαφέροντος, καθώς και των γενικών και ειδικών όρων ιδρύσεως και λειτουργίας των εργαστηρίων και καταστημάτων τροφίμων και ποτών", η οποία εκδόθηκε βάσει του α.ν.2520/1940 "στο εξής δεν επιτρέπεται η ίδρυση σε ισόγειους ή άλλους χώρους πολυκατοικιών και γενικά οικημάτων, στα οποία στεγάζονται κατοικίες, ορισμένων ειδών καταστημάτων και εργαστηρίων τροφίμων ή και ποτών, των οποίων η εγκατάσταση στους χώρους αυτούς απαγορεύεται από τον κανονισμό της πολυκατοικίας, ή, σε περίπτωση ελλείψεως κανονισμού, από την πλειοψηφία των ιδιοκτητών των στεγαζομένων στο ίδιο κτίριο κατοικιών, έστω και αν τα καταστήματα ή εργαστήρια αυτά πληρούν τους καθοριζομένους από την παρούσα και τις άλλες σχετικές Υγειονομικές διατάξεις όρους". Κατά δε το εδαφ. β' της ίδιας ως άνω παραγράφου, για την απόκτηση άδειας λειτουργίας καταστήματος ή εργαστηρίου τροφίμων και ποτών στους αναφερομένους στο προηγούμενο εδάφιο χώρους, ο ενδιαφερόμενος υποβάλλει υπεύθυνη δήλωση του ν. 105/1969 του διαχειριστή της πολυκατοικίας ή του ιδιοκτήτη του χώρου, στον οποίο θα εγκατασταθεί το κατάστημα ή εργαστήριο, στην οποία θα φαίνεται ότι ο κανονισμός της πολυκατοικίας ή εν ελλείψει, η πλειοψηφία των ιδιοκτητών των στεγαζομένων στο ίδιο κτίριο ΚΑΤΟΙΚΙΩΝ δεν απαγορεύει την χρήση του χώρου αυτού για την λειτουργία του υπό ίδρυση καταστήματος ή εργαστηρίου. Η επισύναψη της δηλώσεως αυτής, η οποία συμπληρώνει τα υπόλοιπα δικαιολογητικά καθιστά υποχρεωτική την έκδοση της ως άνω αδείας από την αρμόδια αρχή και τούτο δεν αναιρεί την ευθύνη του υπογράφοντος την ως άνω δήλωση για το περιεχόμενο αυτής. Η κατά τα ανωτέρω χορηγηθείσα άδεια ανακαλείται εφόσον υπάρξει απόφαση Δικαστηρίου περί του αναληθούς περιεχομένου της δηλώσεως".
Στην προκειμένη περίπτωση ο όγδοος κατηγορούμενος με την ανωτέρω αίτησή του προς τον Δήμο Αιγείρας υπέβαλε και διάφορα δικαιολογητικά, μεταξύ των οποίων και την από 5-1-2006 υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986, η οποία απαιτείτο από το προεκτεθέν άρθρο 15§7 της ΑΙΒ/8577/1983 Υγειονομικής Διατάξεως, στην οποία δήλωση, ως ιδιοκτήτης του χώρου στον οποίο επρόκειτο να λειτουργήσει το ανωτέρω κατάστημα δήλωνε ότι ο κανονισμός λειτουργίας της πολυώροφης οικοδομής στην οποία βρισκόταν το επίδικο κατάστημα, δεν απαγορεύει την ίδρυση λειτουργίας αυτού. Η ανωτέρω όμως υπεύθυνη δήλωσή του ήταν αναληθής καθόσον όπως προαναφέρθηκε, δεν είχε συνταχθεί κανονισμός της πολυκατοικίας. Συγχρόνως δε με την ανωτέρω δήλωση του υπέβαλε και την από 5-1-2006 υπεύθυνη δήλωσή του υπέβαλε και την από 5-1-2006 υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986 με την οποία εδήλωνε ότι "απωλέσθη η άδεια που είχα στο κατάστημά μου με την επωνυμία "ΠΙΘΑΡΙ" ΚΑΦΕΤΕΡΙΑ-ΠΙΤΣΑΡΙΑ άνευ εργαστηρίου". Εφόσον λοιπόν δεν υπήρχε κανονισμός έπρεπε, σύμφωνα με την προεκτεθείσα διάταξη της Υγειονομικής Διατάξεως, να προσκομίσει υπεύθυνη δήλωση του ν.1599/1986 ότι η πλειοψηφία των ιδιοκτητών των στεγαζόμενων στο ίδιο κτίριο διαμερισμάτων (μη συμπεριλαμβανομένων των λοιπών χώρων, καταστημάτων, βοηθητικών χώρων κ.λ.π.) επιτρέπει τη χρήση του ανωτέρω καταστήματος για την λειτουργία καφετέριας-καφε μπαρ. Σημειωτέον, ότι με την προεκτεθείσα .../10-5-1990 πράξη συστάσεως οριζοντίου ιδιοκτησίας είχαν συσταθεί στην παραπάνω οικοδομή ως αυτοτελείς ανεξάρτητες και διακεκριμένες οριζόντιες ιδιοκτησίες (διαμερίσματα) τα υπό στοιχεία Γ1-Γ2 και Γ3 διαμερίσματα. Η παραπάνω αίτηση του ογδόου κατηγορουμένου προς τον Δήμο Αιγείρας για την έκδοση αδείας λειτουργίας καταστήματος περιήλθε εις γνώση των ιδιοκτητών των τριών διαμερισμάτων της οικοδομής, οι οποίοι ήσαν αντίθετοι προς την λειτουργία του καταστήματος αυτού διότι πίστευαν ότι με τη χρήση μουσικής εντός αυτού θα προκαλείτο ηχορύπανση και θα καθίστατο δυσχερής η διαβίωσή τους στα ανωτέρω διαμερίσματά τους. Μετά ταύτα ο εγκαλών Σ. Σ. υπέβαλε στις 31-1-2006 στον Δήμο Αιγείρας έγγραφη αναφορά, με την οποία ενημέρωνε τον αρμόδιο Αντιδήμαρχο και τον πρόεδρο του Δημοτικού Συμβουλίου, ότι δεν είχε συνταχθεί κανονισμός στην επίδικη πολυκατοικία και ότι συνεπώς έπρεπε να προσκομισθεί από τον όγδοο κατηγορούμενο υπεύθυνη δήλωση ότι η πλειοψηφία των ιδιοκτητών των διαμερισμάτων (κατοικιών) της πολυκατοικίας δεν απαγορεύει την λειτουργία καφετέριας-καφε μπαρ στο επίδικο (Α.2. κατάστημα). Συγχρόνως ενημέρωνε τους ανωτέρω ότι ο ίδιος και η μητέρα του Α. Σ. που ήσαν ιδιοκτήτες δύο εκ των τριών διαμερισμάτων(κατοικιών) της πολυκατοικίας αντιτίθεντο στη χρήση του χώρου ως καφέ ή καφέ μπαρ ή σε άλλη συναφή χρήση. Στις 7-2-2006 και ο ιδιοκτήτης του τρίτου διαμερίσματος (κατοικίας) Γ. Κ. υπέβαλε στον Δήμο Αιγείρας υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986 με την οποία δήλωνε ότι αντιτίθετο στην λειτουργία του επιδίκου χώρου ως καφέ-κέντρου διασκεδάσεως και ζητούσε να μην χορηγηθεί σχετική άδεια από τον Δήμο στον όγδοο κατηγορούμενο. Επίσης στις 8-2-2006 και πριν τη συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου, η οποία έλαβε χώρα στις 19.00 της ίδιας ημέρας, ο εγκαλών και η μητέρα του Α. Σ. υπέβαλαν έγγραφη αίτηση-αναφορά προς τον Δήμο Αιγείρας, τον Αντιδήμαρχο Θ. Ν. (πρώτο κατηγορούμενο), ο οποίος εκτελούσε χρέη Δημάρχου (διότι ο Δήμαρχος Αιγείρας είχε τεθεί σε αργία) και προς τον Πρόεδρο του Δημοτικού Συμβουλίου Χ. Λ. (δεύτερο κατηγορούμενο) με την οποία τους ενημέρωναν, ότι τόσο οι ίδιοι όσο και ο ιδιοκτήτης του τρίτου διαμερίσματος της οικοδομής Γ. Κ. δεν επιθυμούσαν να χορηγηθεί η σχετική άδεια στον όγδοο κατηγορούμενο. Κατά την συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Αιγείρας, η οποία έλαβε χώρα στις 19.00 της 8ης Φεβρουαρίου 2006 παρευρέθησαν και ο εγκαλών και η μητέρα του Α. Σ., οι οποίοι ενημέρωσαν και προφορικά τόσο τον πρώτο και τον δεύτερο κατηγορούμενο(Αντιδήμαρχο και εκτελούντα χρέη Δημάρχου και Πρόεδρο του δημοτικού Συμβουλίου αντιστοίχως) όσο και τους υπόλοιπους κατηγορουμένους (3°, 4°, 5° και 7°) μέλη του δημοτικού συμβουλίου ότι δεν υπήρχε κανονισμός της πολυκατοικίας και ότι τόσο οι ίδιοι όσο και ο άλλος ιδιοκτήτης διαμερίσματος (κατοικίας) της πολυκατοικίας Γ. Κ. αντιτίθενται στην έκδοση της αιτηθείσης αδείας. Συγχρόνως το μέλος του Δημοτικού Συμβουλίου και δικηγόρος Αιγείρας Α. Ο. ενημέρωσε το δημοτικό συμβούλιο (και τους ανωτέρω κατηγορουμένους) ότι από σχηματισθέντα φάκελο προέκυπτε ότι δεν είχε συνταχθεί κανονισμός της πολυκατοικίας και για τούτο πρότεινε να αναβληθεί η συζήτηση του θέματος προκειμένου να "συμπληρωθεί ο φάκελος της υπό κρίση αδείας ως προς τα νόμιμα δικαιολογητικά με μέριμνα του αιτούντος (όγδοου κατηγορουμένου) και ειδικότερα να προσκομισθεί δήλωση της πλειοψηφίας των ιδιοκτητών των διαμερισμάτων της πολυκατοικίας με την οποία να δηλώσουν ότι αίρουν τις αντιρρήσεις τους και συμφωνούν με την συγκεκριμένη χρήση". Οι κατηγορούμενοι όμως, όντες υπάλληλοι κατά την έννοια των άρθρων 13α και 263Α του Π.Κ. και ασκούντες την ανατεθείσα σ' αυτούς δημόσια υπηρεσία, παρέβησαν με πρόθεση τα καθήκοντα της υπηρεσίας τους προκειμένου να προσπορίσουν στον όγδοο συγκατηγορούμενό τους παράνομο περιουσιακό όφελος και συγκεκριμένα, ενώ είχαν ενημερωθεί με τους προεκτεθέντες τρόπους, ότι η ένδικη αίτηση του ανωτέρω ογδόου κατηγορουμένου για την έκδοση αδείας λειτουργίας καταστήματος δε συνοδευόταν από τα νόμιμα δικαιολογητικά και ειδικότερα από την υπεύθυνη δήλωση του ν.1599/1986 των ιδιοκτητών των διαμερισμάτων (κατοικιών) της οικοδομής που προβλεπόταν από την διάταξη του άρθρου 15§7 της ΑΙΒ8577/1993 Υγειονομικής Διατάξεως ότι δεν αντιτίθεντο στην επίδικη χρήση του χώρου, εν τούτοις ενεργώντας με πρόθεση ενέκριναν κατά πλειοψηφία με την υπ' αριθμ. 8/8-2-2006 απόφασή τους (μειοψηφούντων του ανωτέρω δημοτικού συμβούλου Α. Ο. και άλλων τριών δημοτικών συμβούλων ήτοι των Π. Β., Π. Ρ. και Δ. Κ.) την χορήγηση αδείας ιδρύσεως και λειτουργίας καταστήματος υγειονομικού ενδιαφέροντος "ΚΑΦΕ ΜΠΑΡ" στον όγδοο κατηγορούμενο και εξουσιοδότησαν τον Δήμαρχο (1°) για την χορήγησή της, ο οποίος και χορήγησε τελικώς την (την υπ' αριθμ. πρωτ.67/15-2-2006) 2/2008 άδεια ιδρύσεως και λειτουργίας καταστήματος. Στην ανωτέρω δε παράβαση των υπηρεσιακών τους καθηκόντων προέβησαν προκειμένου να προσπορίσουν παράνομο περιουσιακό όφελος στον όγδοο με την λειτουργία του πιο πάνω καταστήματος. Όπως δε προέκυψε από την κατάθεση των εξετασθέντων μαρτύρων, οι ανωτέρω κατηγορούμενοι με την έκδοση της επίδικης αδείας ήθελαν να ωφελήσουν τον όγδοο, διότι τόσο ο ίδιος όσο και ο αδελφός του (ο οποίος υπήρξε μεταγενέστερα δημοτικός σύμβουλος) πρόσκεινταν στην πλειοψηφούσα παράταξη του δημοτικού συμβουλίου του Δήμου Αιγείρας στην οποία ανήκαν οι κατηγορούμενοι. Σημειωτέον ότι κατόπιν προσφυγής του εγκαλούντος η επιτροπή του άρθρου 18 ν. 2218/1994 της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδος με την υπ' αριθμ. 22/2006 απόφασή της ακύρωσε την 8/2006 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Αιγείρας. Τέλος, αποδείχθηκε ότι ο όγδοος κατηγορούμενος Γ. Τ. με συνεχείς αυτοπρόσωπες παραστάσεις του στον Δήμο Αιγείρας και με διαρκείς προτροπές, παραινέσεις, πειθώ και φορτικότητα έπεισε τους ανωτέρω συγκατηγορουμένους του (1°, 2°, 3°, 4ο, 5ο και 7ο) να παραβούν τα υπηρεσιακά τους καθήκοντα και να εγκρίνουν την χορήγηση αδείας λειτουργίας καταστήματος προς αυτόν καίτοι στην προκειμένη περίπτωση δεν είχε προσκομίσει όλα τα νόμιμα δικαιολογητικά, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, για την χορήγηση της υπό κρίση αδείας. Ενόψει των ανωτέρω πρέπει οι μεν πρώτος, δεύτερος, τρίτος, τέταρτος, πέμπτος και έβδομος των κατηγορουμένων να κηρυχθούν ένοχοι της αξιόποινης πράξεως της παραβάσεως καθήκοντος ο δε όγδοος της ηθικής αυτουργίας στην ως άνω πράξη".
Με αυτά που δέχθηκε το δικάσαν Τριμελές Εφετείο Πατρών, διέλαβε στο αιτιολογικό της προσβαλλόμενης 2495, 2496/2011 αποφάσεώς του, την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σε αυτήν, με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν από την αποδεικτική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του ως άνω εγκλήματος τελεσθέντος από αμέλεια, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τους συλλογισμούς, με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 13 α, 26 παρ. 1, 27, 46 παρ.1 α και 259, 263 Α του ΠΚ και 15 παρ.7 της Υ.Δ- ΑΙΒ/8577/8-9-1983, τις οποίες διατάξεις, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε, χωρίς να τις παραβιάσει ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου και δε στέρησε την απόφασή του νόμιμης βάσης.
Ειδικότερα, όσον αφορά τις επί μέρους αιτιάσεις και λόγους αναιρέσεως των αναιρεσειόντων: α) αναφέρονται στο αιτιολογικό με σαφήνεια και πληρότητα τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν από την αποδεικτική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση της αξιόποινης πράξης της παράβασης καθήκοντος και της ηθικής αυτουργίας σε αυτήν, β) από το σύνολο των παραδοχών του αιτιολογικού, σε συνδυασμό με το διατακτικό, που παραδεκτά αλληλοσυμπληρώνονται και συνιστούν ενιαίο σύνολο, προκύπτει ότι αναφέρεται η ακριβής ιδιότητα καθενός από τους έξι κατηγορουμένους στο Δήμο Αιγείρας και ότι αυτοί είχαν αρμοδιότητα για τη χορήγηση ή μη της αιτηθείσας από τον έτερο αναιρεσείοντα Γ. Τ. (ηθικό αυτουργό) αδείας καταστήματος υγειονομικού ενδιαφέροντος, γ) στο αιτιολογικό αναφέρεται ότι ελλείψει διαχειριστή πολυκατοικίας, ο κατηγορούμενος Γ. Τ. που ζήτησε την άδεια καταστήματος - καφεμπάρ με χρήση μουσικής, υπέβαλε την από 5-1-2006 υπεύθυνη δήλωση, σαν ιδιοκτήτης του χώρου στον οποίο θα εγκαθίστατο το άνω κατάστημα, στην οποία δήλωσε προς το Δημοτικό Συμβούλιο, σύμφωνα με το ν. 1599/1986, " ότι ο κανονισμός λειτουργίας της πολυόροφης οικοδομής στην οποία βρισκόταν το επίδικο κατάστημα, δεν απαγορεύει την ίδρυση λειτουργίας αυτού κλπ", πράγμα αναληθές και για το οποίο όλοι οι κατηγορούμενοι είχαν ενημερωθεί με έγγραφες αναφορές τριών άλλων συνιδιοκτητών, προ της κρίσιμης συνεδρίασης του Δημοτικού Συμβουλίου, που έλαβε κατά πλειοψηφία την απόφαση χορήγησης της άδειας λειτουργίας, αλλά και προφορικά κατά τη συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου από το μέλος αυτού Δικηγόρο Α. Ο., ότι στην εν λόγω πολυκατοικία δεν είχε συνταχθεί κανονισμός και έπρεπε, σύμφωνα με την προαναφερθείσα Υγειονομική Διάταξη ΑΙΒ/8577/8-9-1983, άρθρο 15 παρ.7 β, να υποβληθεί από τον Γ. Τ. ως δικαιολογητικό υπεύθυνη δήλωση, όχι αυτού μόνον, αλλά της πλειοψηφίας των ιδιοκτητών των στεγαζομένων στο ίδιο κτίριο κατοικιών ότι ο κανονισμός δεν απαγορεύει τη χρήση του χώρου αυτού για τη λειτουργία του υπό ίδρυση καταστήματος, ήτοι δεν ήταν υποχρεωμένοι να δεχθούν στο Δημοτικό Συμβούλιο την ανωτέρω ψευδή κατά περιεχόμενο υπεύθυνη δήλωση και να αποφασίσουν τη χορήγηση της αιτούμενης άδειας και εκδώσουν τη σχετική άδεια και θα 'πρεπε να απορρίψουν την αίτηση και να μη χορηγήσουν την σχετική άδεια λειτουργίας, η οποία μάλιστα και ακυρώθηκε μετά από προσφυγή του πολιτικώς ενάγοντος από την αρμόδια Επιτροπή της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδος. Ήτοι, σύμφωνα με την παραπάνω Υγειονομική Διάταξη, θα 'πρεπε να απορριφθεί από τους κατηγορουμένους μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου η αίτηση του Γ. Τ. ή να αναβληθεί η λήψη απόφασης, για να προσκομίσει άλλο νόμιμο δικαιολογητικό σύμφωνα με την Υ.Δ. ΑΙΒ/8577/8-9-1983, δ) αναφέρονται στο αιτιολογικό επαρκώς ο τρόπος και τα μέσα που χρησιμοποίησε ο κατηγορούμενος Γ. Τ., που καταδικάστηκε για ηθική αυτουργία στην άνω παράβαση καθήκοντος των λοιπών οργάνων του Δήμου Αιγείρας, και δη ότι με συνεχείς αυτοπρόσωπες παραστάσεις του στο Δήμο Αιγείρας και με διαρκείς προτροπές, παραινέσεις, πειθώ και φορτικότητα έπεισε τους συγκατηγορουμένους του να παραβούν τα υπηρεσιακά τους καθήκοντα και να εγκρίνουν την χορήγηση αδείας λειτουργίας καταστήματος σε αυτόν, καίτοι δεν είχε προσκομίσει όλα τα απαιτούμενα νόμιμα δικαιολογητικά, και δεν ήταν απαραίτητο να γίνει περαιτέρω εξειδίκευση των ανωτέρω τρόπων και μέσων που χρησιμοποίησε ο ηθικός αυτουργός, δ) με την αναφορά στην προσβαλλόμενη απόφαση ότι η αίτηση του πολιτικώς ενάγοντος Σ. Σ. είναι νόμιμη και πρέπει να γίνει δεκτή ως βάσιμη, για ποσόν 30 ευρώ σε βάρος καθενός κατηγορουμένου, ποσό ανάλογο με την ηθική βλάβη που του προκάλεσε η πράξη των κατηγορουμένων, ποσό που επιδίκασε με το διατακτικό, ενώ το αίτημα, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της αποφάσεως, "ότι ζητεί χρηματική ικανοποίηση ποσού 30 ευρώ από καθένα κατηγορούμενο, λόγω ηθικής βλάβης που του προκάλεσαν οι κρινόμενες πράξεις", είναι ορισμένο και νόμιμο, ο δε πολιτικώς ενάγων είχε δικαίωμα να ζητήσει χρηματική ικανοποίηση διαιρετά από κάθε κατηγορούμενο, ορθά ερμηνεύθηκαν και εφαρμόστηκαν από το δικαστήριο οι διατάξεις του νόμου περί πολιτικής αγωγής (άρθρα 63, 65, 68 ΚΠΔ, 932 ΑΚ) και δεν υπάρχει καμία ασάφεια ως προς ποίες πράξεις αφορά η πολιτική αγωγή, όπως αιτιώνται οι αναιρεσείοντες, αφού η πράξη είναι μία της παράβασης καθήκοντος και ηθική αυτουργία στην παράβαση αυτή. Επομένως, οι συναφείς, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' και Ε' του ΚΠΔ, λόγοι αναιρέσεως της κρινόμενης αιτήσεως, για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι.
Όλες οι λοιπές αιτιάσεις των αναιρεσειόντων, υπό την επίφαση της ελλείψεως πλήρους και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, πλήττουν την αναιρετικά ανέλεγκτη εκτίμηση των αποδεικτικών μέσων και την επί της ουσίας κρίση του Εφετείου και είναι απορριπτέες ως απαράδεκτες. Ο προβαλλόμενος αναιρετικός λόγος της παραβιάσεως του δεδικασ΅ένου, που, κατά τον αναιρεσείοντα, υφίσταται από την αναγνωσθείσα πολιτική απόφαση 201/2011 του Εφετείου Πατρών, και ΅ε την οποία απορρίφθηκε η έφεση του πολιτικώς ενάγοντος, κατά της υπ' αρ.126/2009 απόφασης του Μονο΅ελούς Πρωτοδικείου Καλαβρύτων, ΅ε την οποία είχε γίνει δεκτή η αγωγή του Γ.Τ. και τα δικαστήρια αναγνώρισαν, ότι η χρήση του επιδίκου καταστήματος είναι σύμφωνη με τον προορισμό του και υποχρέωσαν τους συνιδιοκτήτες να συναινέσουν στη λειτουργία επιχείρησης καταστήματος καφεμπάρ, είναι απορριπτέος ως αβάσι΅ος, αφού το δεδικασ΅ένο των αποφάσεων των πολιτικών δικαστηρίων δεν είναι, κατ' άρθρο 57 ΚΠΔ, δεσ΅ευτικό για τα ποινικά δικαστήρια, ενώ η μη αναφορά του αιτιολογικού ειδικά στα έγγραφα αυτά, τις δύο δικαστικές αποφάσεις, δε σημαίνει ότι το δικαστήριο τα αγνόησε, αφού στο αιτιολογικό αναφέρεται, ότι συνεκτιμήθηκαν όλα τα αναγνωσθέντα έγγραφα, άρα και οι αποφάσεις αυτές.
Συνεπώς και ο σχετικός από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' και ΣΤ' τρίτος λόγος αναιρέσεως της κρινόμενης αιτήσεως, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.
Μετά ταύτα, ελλείψει άλλου παραδεκτού λόγου αναιρέσεως για έρευνα, η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη και να καταδικασθούν οι αναιρεσείοντες στα δικαστικά έξοδα(άρθρο 583 παρ.1 ΚΠΔ) ως και στη δικαστική δαπάνη του παραστάντος πολιτικώς ενάγοντος (άρθρα 176, 183 ΚΠολ.Δ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει τη με αρ. εκθ. 17/1-6-2012 αίτηση των Θ. Ν. του Α., Χ. Λ. του Κ., Ι. Π. του Π., Π. Σ. του Δ., Γ. Κ. του Π. , Ν. Ν. του Κ. και Γ. Τ. του Π., περί αναιρέσεως της 2495, 2496/2011 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Πατρών. Και.
Καταδικάζει τους αναιρεσείοντες στα δικαστικά έξοδα εκ διακοσίων πενήντα (250) ευρώ τον καθένα, και όλους ομού στη δικαστική δαπάνη του παραστάντος πολιτικώς ενάγοντος εκ πεντακοσίων (500) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 14 Φεβρουαρίου 2013. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 25 Φεβρουαρίου 2013.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή