Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 2261 / 2013    (Β2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)

Θέμα
Αποζημίωση, Άρνηση πρόσληψης υποψηφίου.




Περίληψη:
ΤΕΙ, προκήρυξη για πρόσληψη ωρομίσθιου διδακτικού προσωπικού, παραβίαση νόμου ως προς αξιολόγηση προσόντων και μη ανάθεση διδακτικού έργου σε υποψήφιο που κατατάχθηκε σε λάθος σειρά. Αξίωση αποζημίωσης. Πενταετής παραγραφή. Αβάσιμοι λόγοι για κακή εφαρμογή του νόμου, για μη λήψη υπόψη πραγμάτων και για έλλειψη αιτιολογίας. Απορρίπτει την αίτηση.




Αριθμός 2261/2013

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Β2 Πολιτικό Τμήμα

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους δικαστές Γεώργιο Γιαννούλη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Δημήτριο Μουστάκα, Χριστόφορο Κοσμίδη, Νικόλαο Τρούσα και Ασπασία Καρέλλου, Αρεοπαγίτες.
ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, την 12η Νοεμβρίου 2013, με την παρουσία και του γραμματέως Γεωργίου Φιστούρη, για να δικάσει την υπόθεση, μεταξύ:

ΤΟΥ ΑΝΑΙΡΕΣΕΙΟΝΤΟΣ: Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία "ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ (ΤΕΙ) ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ", πρώην "ΤΕΙ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ", όπως εκπροσωπείται νομίμως, που εδρεύει στην Καλαμάτα Μεσσηνίας και παραστάθηκε δια της πληρεξουσίας δικηγόρου Ευθυμίας Μάνου-Πανταζοπούλου, η οποία κατέθεσε προτάσεις.
ΤΗΣ ΑΝΑΙΡΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: Α. Κ., συζύγου Χ. Λ., κατοίκου ..., η οποία εμφανίσθηκε στο ακροατήριο χωρίς πληρεξούσιο δικηγόρο και δεν παραστάθηκε στη συζήτηση.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 30-6-2006 (ημερομηνία κατάθεσης) αγωγή της ήδη αναιρεσίβλητης, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καλαμάτας. Επί της αγωγής εκδόθηκε η 40/2008 απόφαση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και, κατόπιν ασκήσεως εφέσεως, η 88/2012 απόφαση του Εφετείου Καλαμάτας. Την αναίρεση της τελευταίας ζητεί το αναιρεσείον με την από 15-2-2013 αίτησή του.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης, που εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το πινάκιο, παραστάθηκε μόνο το αναιρεσείον, όπως σημειώθηκε.
Ο εισηγητής Αρεοπαγίτης, Χριστόφορος Κοσμίδης, ανέγνωσε την από 31-10-2013 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της αίτησης για αναίρεση της προσβαλλόμενης απόφασης.
Η πληρεξούσια του αναιρεσείοντος ζήτησε την παραδοχή της αίτησης και την καταδίκη της αντιδίκου στα δικαστικά έξοδα.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
1. Στο άρθρο 576 παρ.2 ΚΠολΔ ορίζεται ότι αν ο αντίδικος εκείνου που επισπεύδει τη συζήτηση της αίτησης αναίρεσης δεν εμφανισθεί ή εμφανισθεί, αλλά δεν λάβει μέρος σ' αυτήν με τον τρόπο που ορίζει ο νόμος, ο Άρειος Πάγος εξετάζει αυτεπαγγέλτως αν κλητεύθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα. Αν η κλήση επιδόθηκε νομότυπα προχωρεί στη συζήτηση παρά την απουσία εκείνου που έχει κλητευθεί.
Εν προκειμένω, όπως προκύπτει από την 1353/25-6-2013 έκθεση επιδόσεως του ..., δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Καλαμάτας, ακριβές αντίγραφο της υπό κρίση αιτήσεως αναιρέσεως, με την πράξη ορισμού δικασίμου και με πρόσκληση του αναιρεσείοντος προς την αναιρεσίβλητη για να παρασταθεί στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, επιδόθηκε νομίμως και εμπροθέσμως σ' αυτήν. Η αναιρεσίβλητη, όμως, κατά την εκφώνηση της υποθέσεως από τη σειρά του πινακίου της εν λόγω δικασίμου, εμφανίσθηκε στο ακροατήριο χωρίς πληρεξούσιο δικηγόρο και δεν παραστάθηκε στη συζήτηση, ούτε και είχε καταθέσει, κατ' άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ, δήλωση μη παραστάσεως σ' αυτή. Επομένως, η συζήτηση πρέπει να προχωρήσει παρά τη δικονομική απουσία της αναιρεσίβλητης (ΚΠολΔ 568 παρ. 4 και 576 παρ. 2).
2. Στο άρθρο 105 εδ.α' του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα (ΕισΝΑΚ, π.δ. 456/1984) ορίζεται ότι "Για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του δημοσίου κατά την άσκηση της δημόσιας εξουσίας που τους έχει ανατεθεί, το δημόσιο ενέχεται σε αποζημίωση, εκτός αν η πράξη ή παράλειψη έγινε κατά παράβαση διάταξης που υπάρχει για χάρη του γενικού συμφέροντος" και στο άρθρο 106 ΕισΝΑΚ ορίζεται ότι "Οι διατάξεις των δύο προηγούμενων άρθρων εφαρμόζονται και για την ευθύνη των δήμων, των κοινοτήτων ή των άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου από πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων που βρίσκονται στην υπηρεσία τους". Κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, για να στοιχειοθετηθεί ευθύνη του Δημοσίου ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου (ΝΠΔΔ) προς αποζημίωση, απαιτείται παράνομη πράξη ή παράλειψη ή υλική ενέργεια ή παράλειψη υλικής ενέργειας οργάνων του Δημοσίου ή του ΝΠΔΔ κατά την άσκηση της ανατεθειμένης σε αυτά δημόσιας εξουσίας, επίκληση και απόδειξη συγκεκριμένης ζημίας, καθώς και αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της παράνομης πράξεως ή παραλείψεως ή υλικής ενέργειας ή παραλείψεως υλικής ενέργειας και της επελθούσας ζημίας. Σε περίπτωση συνδρομής των προϋποθέσεων εφαρμογής των διατάξεων αυτών, το Δημόσιο και τα ΝΠΔΔ υποχρεούνται να αποκαταστήσουν κάθε θετική ή αποθετική ζημία, τα δε δικαστήρια της ουσίας μπορούν, επί πλέον, να επιδικάσουν σε βάρος τους χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης, κατ' εφαρμογή του άρθρου 932 του Αστικού Κώδικα (ΣτΕ 1759/2012).
3. Από τις διατάξεις των άρθρων 18 και 19 του ν. 1404/1983 (ΦΕΚ Α' 173), όπως αντικαταστάθηκαν με εκείνες του άρθρου 4 του ν. 2916/2001 "Διάρθρωση της ανώτατης εκπαίδευσης και ρύθμιση θεμάτων του τεχνολογικού τομέα αυτής" (ΦΕΚ Α' 114), σε συνδυασμό με τις διατάξεις του π.δ. 163/2002 "Διαδικασία και προϋποθέσεις πρόσληψης επιστημονικών συνεργατών, εργαστηριακών συνεργατών, εκπαιδευτικών ειδικών μαθημάτων (ΕΕΜ) και ειδικών συνεργατών στα Τεχνολογικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (ΤΕΙ)", (ΦΕΚ A' 149), που εκδόθηκε κατ' εξουσιοδότηση της διάταξης του άρθρου 19 παρ.10 του ν. 1404/1983, συνάγονται τα ακόλουθα. Για την κάλυψη των διδακτικών αναγκών των ΤΕΙ μπορεί να προσληφθεί με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου μέχρι ενός ακαδημαϊκού έτους, με δυνατότητα ανανέωσης μέχρι δύο ακόμη ακαδημαϊκών ετών, προσωπικό της κατηγορίας του Εκπαιδευτικού Ειδικών Μαθημάτων, για τη διδασκαλία ξένων γλωσσών ή φυσικής αγωγής. Τα απαιτούμενα για την πρόσληψη του προσωπικού αυτού προσόντα είναι εκείνα που απαιτούνται και για την πρόσληψη του Ειδικού Διδακτικού Προσωπικού των ΤΕΙ, το οποίο διδάσκει στο Κέντρο Ξένων Γλωσσών και Φυσικής Αγωγής, που έχει συσταθεί σε κάθε ΤΕΙ, τα μαθήματα των ξένων γλωσσών ή της φυσικής αγωγής. Τα προσόντα αυτά είναι πτυχίο ή δίπλωμα ΤΕΙ αντίστοιχης ειδικότητας και πενταετής, αξιόλογη διδακτική πείρα. Συνεκτιμώνται, επίσης, οι αναγνωρισμένοι μεταπτυχιακοί τίτλοι σπουδών, η επιστημονική δραστηριότητα, το συγγραφικό έργο, καθώς και η προηγούμενη εκπαιδευτική προϋπηρεσία στο ίδιο ή σε άλλο ΤΕΙ. Ως αξιόλογη διδακτική πείρα νοείται η διδασκαλία των ανωτέρω μαθημάτων τόσο στο δημόσιο όσο και τον ιδιωτικό τομέα. Αυτή πρέπει να αποδεικνύεται από επίσημα στοιχεία, όπως βεβαιώσεις των οικείων φορέων, προγράμματα διδασκαλίας ή οτιδήποτε άλλο, από το οποίο προκύπτει αναμφισβήτητα η παροχή διδακτικού έργου. Η διδακτική πείρα, για να αποτελέσει προσόν κατά την επιλογή και πρόσληψη των Εκπαιδευτικών Ειδικών Μαθημάτων, πρέπει να έχει προηγούμενη διάρκεια πέντε ετών. Εφ' όσον για κάποιον από τους υποψήφιους εκπαιδευτικούς διαπιστώνεται η ύπαρξη της προϋπηρεσίας αυτής, ως κυρίου προσόντος, ακολούθως συνεκτιμώνται τα λοιπά προσόντα, που πρέπει, επίσης, να αποδεικνύονται από επίσημα έγγραφα (αναγνωρισμένοι μεταπτυχιακοί τίτλοι σπουδών, επιστημονική δραστηριότητα, συγγραφικό έργο, υπηρεσιακές πιστοποιήσεις εκπαιδευτικής προϋπηρεσίας στο ίδιο ή άλλο ΤΕΙ κλπ) προκειμένου να πραγματοποιηθεί η αξιολόγηση και η τελική επιλογή των υποψηφίων. Τυχόν πλεονάζων χρόνος διδακτικής πείρας δεν λαμβάνεται υπ' όψη στη φάση αυτή, ώστε να αποκτήσει προβάδισμα ο υποψήφιος που διαθέτει τη χρονικά μεγαλύτερη διδακτική εμπειρία, διότι σε μια τέτοια περίπτωση θα στερούνταν σημασίας και θα καταργούνταν στην πράξη η ρύθμιση του νόμου για τη συνεκτίμηση των λοιπών προσόντων των υποψηφίων, η οποία δεν θα ελάμβανε ποτέ χώρα, δεδομένου του ότι πάντα θα υπήρχε υποψήφιος με διδακτική πείρα μεγαλύτερη, έστω και για ελάχιστο χρονικό διάστημα, από τους λοιπούς συνυποψήφιούς του.
Συνεπώς, η αξιόλογη διδακτική πείρα μετά τη λήψη του πτυχίου αποτελεί κύριο προσόν για την επιλογή των Εκπαιδευτικών Ειδικών Μαθημάτων στα ΤΕΙ, εφ' όσον είναι πενταετούς διάρκειας και, ακολούθως, συνεκτιμώνται τα λοιπά προσόντα, τα οποία έχουν επικουρικό χαρακτήρα και βάσει των οποίων γίνεται η τελική αξιολόγηση και κατάταξη των υποψηφίων. Μεταξύ των επικουρικών αυτών προσόντων είναι και η πρόσθετη εκπαιδευτική προϋπηρεσία στο ίδιο ή άλλο ΤΕΙ, της οποίας η χρονική διάρκεια λαμβάνεται υπ' όψη στην τελική αξιολόγηση όση και αν είναι, δεδομένου ότι στην περίπτωση αυτή δεν τίθεται ελάχιστο χρονικό όριο για τη συνεκτίμησή της.
4. Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από την επισκόπηση των διαδικαστικών εγγράφων, η αναιρεσίβλητη (ενάγουσα) εξέθετε στην ένδικη, από 30-6-2006 αγωγή ότι, έχοντας τα νόμιμα προσόντα, ήτοι πτυχίο Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού του Πανεπιστημίου Αθηνών και πενταετή, αξιόλογη διδακτική πείρα, υπέβαλε προς το αναιρεσείον (εναγόμενο) την από 8-6-2000 αίτηση συμμετοχής στην προκήρυξη για την πρόσληψη εκπαιδευτικού για τη διδασκαλία του ειδικού μαθήματος "Μαζικός Λαϊκός Αθλητισμός", μαζί με όλα τα κατά νόμο και τα κατά την κρίση της πρόσθετα δικαιολογητικά που αποδείκνυαν άπαντα τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα αυτής. Ότι τα αρμόδια όργανα του αναιρεσείοντος, ενεργώντας κατά παράβαση της αρχής της συγκριτικής αξιολόγησης των υποψηφίων για τη συγκεκριμένη πρόσληψη, με βάση την προκήρυξη και τις διατάξεις των άρθρων 18 και 19 του ν.1404/1983, καθώς και των άρθρων 1 και 2 του π.δ. 163/2002, σε συνδυασμό με την εφαρμογή της αρχής της ισότητας κατά την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας (που καθορίζει τα ακραία όρια της ευχέρειας αυτής), παρέβλεψαν το γεγονός ότι η αναιρεσίβλητη υπερείχε σαφώς, ως προς τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα, σε σύγκριση με το συνυποψήφιό της Ν. Β.. Ότι, κατόπιν αυτού, το αναιρεσείον κατέταξε την αναιρεσίβλητη στη δεύτερη θέση του πίνακα αξιολογήσεως των υποψηφίων, αντί της πρώτης και προσέλαβε, με διαδοχικές συμβάσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, κατά τα διδακτικά έτη 2000-01, 2001-02, 2002-03 και 2003-04, για τη διδασκαλία του ως άνω μαθήματος το συνυποψήφιό της, ενώ παρέλειψε να προσλάβει την αναιρεσίβλητη κατά τους ίδιους χρόνους, για το ίδιο αντικείμενο και με πλήρες ωράριο (ήτοι 12 ώρες εβδομαδιαίως, με τη διευκρίνιση ότι κατά το διδακτικό έτος 2001-02 την προσέλαβε μόνο για 6 ώρες εβδομαδιαίως, αναθέτοντας τις άλλες 6 στο συνυποψήφιό της). Ότι με τον τρόπο αυτό και εξ αιτίας της παρανομίας των αρμοδίων οργάνων του αναιρεσείοντος, η αναιρεσίβλητη υπέστη την αποθετική ζημία η οποία συνίσταται στην απώλεια των νομίμων αποδοχών, συνολικού ποσού 28.311,60 ευρώ, που θα είχε εισπράξει εφ' όσον είχε προσληφθεί και της οποίας η αποκατάσταση ζητείται με την αγωγή. Ότι, επί πλέον, από την εν λόγω παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά των οργάνων του αναιρεσείοντος, η αναιρεσίβλητη υπέστη και ηθική βλάβη, για την αποκατάσταση της οποίας απαιτείται ως χρηματική ικανοποίηση το ποσό των 690.000 ευρώ. Επί της αγωγής εκδόθηκε η 40/2008 οριστική απόφαση του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, με την οποία αυτή απορρίφθηκε στο σύνολό της, ως μη νόμιμη. Μετά την άσκηση εφέσεως εκ μέρους της αναιρεσίβλητης (ενάγουσας και εκκαλούσας), το Εφετείο, με τη νυν προσβαλλόμενη απόφαση, έκρινε ότι, με το ως άνω περιεχόμενο, η ένδικη αγωγή είναι επαρκώς ορισμένη και βρίσκει νομικό έρεισμα στις διατάξεις που αναφέρονται στις προηγούμενες σκέψεις (βλ. παραπάνω αρ.2 και 3). Κατόπιν αυτού, εξαφάνισε την τότε εκκαλούμενη απόφαση και δίκασε κατ' ουσία την αγωγή, κάνοντας εν μέρει δεκτό το κεφάλαιο για την αποζημίωση (διότι δέχθηκε παραγραφή για το υπόλοιπο μέρος αυτού) και απορρίπτοντας ως αβάσιμο το κεφάλαιο για τη χρηματική ικανοποίηση. Με την κρίση αυτή και τις συναφείς παραδοχές, που ταυτίζονται με τις εδώ αναφερόμενες, το Εφετείο αφ' ενός έλαβε υπ' όψη τον περί αοριστίας της αγωγής ισχυρισμό του αναιρεσείοντος, αλλά τον απέρριψε ως αβάσιμο και αφ' ετέρου ορθώς και με επαρκή αιτιολογία αποφάνθηκε ότι η αγωγή είναι νόμιμη και ερευνητέα κατ' ουσίαν. Επομένως, ο πρώτος και ο δεύτερος από τους λόγους της αιτήσεως, με τους οποίους υποστηρίζεται το αντίθετο και προσάπτονται στην προσβαλλόμενη απόφαση οι αναιρετικές πλημμέλειες του άρθρου 559 αρ.8 και 19 ΚΠολΔ, είναι αβάσιμοι.
5. Ο λόγος αναίρεσης από τη διάταξη του άρθρου 559 αρ.1 εδ. α' ΚΠολΔ ιδρύεται όταν παραβιάσθηκε κανόνας ουσιαστικού δικαίου. Ο κανόνας δικαίου παραβιάζεται αν δεν εφαρμοσθεί, ενώ συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις εφαρμογής του ή αν εφαρμοσθεί, ενώ δεν έπρεπε, καθώς και αν εφαρμοσθεί εσφαλμένα. Η παραβίαση εκδηλώνεται είτε με ψευδή ερμηνεία είτε με κακή εφαρμογή, δηλαδή με εσφαλμένη υπαγωγή. Εξ άλλου, το ν.δ. 496/1974 "περί Λογιστικού των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου" (ΦΕΚ Α' 204) ορίζει στο άρθρο 44 παρ.1 ότι "Παν χρέος προς το νομικό πρόσωπο παραγράφεται, εφ' όσον δεν ορίζεται άλλως υπό των διατάξεων του παρόντος, μετά πέντε έτη από της λήξεως του οικονομικού έτους εντός του οποίου εβεβαιώθη. (...)", στο άρθρο 48 ότι "1. Ο χρόνος παραγραφής των χρηματικών αξιώσεων κατά του ΝΠΔΔ είναι πέντε ετών, εφ' όσον δεν ορίζεται άλλως υπό του παρόντος. 2. (...). 3. Ο χρόνος παραγραφής των κατά του νομικού προσώπου αξιώσεων των υπαλλήλων τούτου, των επί σχέσει δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου μετ' αυτού συνδεομένων, εκ καθυστερουμένων αποδοχών ή άλλων πάσης φύσεως απολαβών ή αποζημιώσεων εξ αδικαιολογήτου πλουτισμού είναι δύο ετών. 4. (...)." και στο άρθρο 49 ότι "Η παραγραφή άρχεται από του τέλους του οικονομικού έτους καθ' ο εγεννήθη η αξίωσις και είναι δυνατή η δικαστική αυτής επιδίωξις". Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι οι αξιώσεις των υπαλλήλων των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου από καθυστερούμενες αποδοχές ή απολαβές οποιασδήποτε φύσεως ή αποζημιώσεις από αδικαιολόγητο πλουτισμό, οι οποίες ορίζονται και οφείλονται απ' ευθείας από το νόμο και των οποίων την πληρωμή αρνείται ή καθυστερεί το νομικό πρόσωπο για οποιοδήποτε λόγο, σύμφωνα με την έννοια, την οποία προσδίδουν τα όργανά του στο νόμο, χωρίς, όμως, από την άρνηση ή καθυστέρηση να παρακωλύεται η δικαστική επιδίωξη της αξιώσεως, υπόκεινται σε διετή παραγραφή. Όταν, αντιθέτως, για τη θεμελίωση του επί των αποδοχών ή των πάσης φύσεως απολαβών δικαιώματος απαιτείται η έκδοση πράξεως του νομικού προσώπου, την οποία παρανόμως παραλείπουν να εκδώσουν τα όργανά του, δηλαδή όταν δεν πρόκειται για ευθεία αγωγή λόγω αρνήσεως ή καθυστερήσεως καταβολής αποδοχών, αλλά για αγωγή αποζημιώσεως λόγω παραλείψεως οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας των οργάνων του νομικού προσώπου, σύμφωνα με τα άρθρα 105 και 106 του ΕισΝΑΚ, η παραγραφή είναι πενταετής (βλ. ΑΕΔ 9/2009, ΑΠ 984/2011).
Στην προκείμενη περίπτωση το Εφετείο, κατά τη διερεύνηση της ενστάσεως παραγραφής που είχε υποβάλει το αναιρεσείον, δέχθηκε ότι οι ένδικες αξιώσεις της αναιρεσίβλητης δεν είχαν ως έρεισμα τη λειτουργία σχέσεως εξαρτημένης εργασίας μεταξύ των διαδίκων, αλλά, αντιθέτως, είχαν αποζημιωτικό χαρακτήρα (ΕισΝΑΚ 105, 106), διότι προέρχονταν από την παράνομη άρνηση των αρμοδίων οργάνων αυτού να προβούν στις οφειλόμενες ενέργειες προκειμένου να προσλάβουν την αναιρεσίβλητη στη μοναδική, κενή θέση ωρομίσθιου εκπαιδευτικού για τη διδασκαλία του ειδικού μαθήματος του "Μαζικού Λαϊκού Αθλητισμού" (ήτοι την παρά το νόμο άρνησή τους να δημιουργήσουν σχέση εργασίας σύμφωνα με τη σχετική προκήρυξη). Και ότι, ως εκ τούτου, οι ένδικες αξιώσεις υπάγονταν στην πενταετή παραγραφή του άρθρου 48 παρ.1 του ν.δ. 496/1974, η οποία είχε συμπληρωθεί μόνο για τις εξ αυτών αναγόμενες στους μήνες Σεπτέμβριο έως και Δεκέμβριο του έτους 2000. Επομένως, ο τρίτος από τους λόγους της αιτήσεως, με τον οποίο υποστηρίζεται ότι οι ένδικες αξιώσεις υπάγονταν στη διετή παραγραφή του άρθρου 48 παρ.3 του ν.δ. 496/1974 και προσάπτεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η αναιρετική πλημμέλεια του άρθρου 559 αρ.1 ΚΠολΔ, είναι αβάσιμος
6. Με τον τέταρτο από τους λόγους της αιτήσεως, υπό την κατ' επίφαση αναιρετική προβολή της ελλείψεως επαρκούς αιτιολογίας (ΚΠολΔ 559 αρ.19), πλήττονται οι σαφείς και εμπεριστατωμένες, ουσιαστικές παραδοχές του Εφετείου ως προς το ότι η αναιρεσίβλητη υπερείχε του αντ' αυτής προσληφθέντος συναδέλφου της, διότι είχε χρονικώς ευρύτερο διδακτικό έργο στην υπηρεσία του αναιρεσείοντος, το ότι ως εκ τούτου θα έπρεπε να έχει προτιμηθεί στην πρόσληψη προς ανάθεση διδακτικού έργου και το ότι, εάν αυτό είχε συμβεί, θα είχε απασχοληθεί κατά τις διδακτικές ώρες για τις οποίες κρίθηκε ότι δεν απασχολήθηκε λόγω της παρανόμου συμπεριφοράς των οργάνων του αναιρεσείοντος. Επομένως, ο εξεταζόμενος λόγος είναι απαράδεκτος (ΚΠολΔ 561 παρ.1).
7. Ο πέμπτος από τους λόγους της αιτήσεως, με τον οποίο προβάλλεται η αιτίαση ότι το Εφετείο εσφαλμένως απέρριψε την υπέρ του αναιρεσείοντος ασκηθείσα πρόσθετη παρέμβαση του Ελληνικού Δημοσίου, είναι προεχόντως απαράδεκτος λόγω της αοριστίας του, διότι, ως εκ της συνοπτικότητός του, ουδόλως προσδιορίζεται με αυτόν σε τι συνίσταται το σφάλμα του δικαστηρίου της ουσίας ούτε και οι επί του ζητήματος αυτού παραδοχές, προκειμένου να λειτουργήσει σχετικώς ο αναιρετικός έλεγχος.
8. Σύμφωνα με τις σκέψεις αυτές και αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος αναιρέσεως, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση. Δικαστικά έξοδα υπέρ της αναιρεσίβλητης δεν θα επιδικασθούν, λόγω μη συμμετοχής αυτής στην αναιρετική δίκη (ΚΠολΔ 176, 183 και 191 παρ.2).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 15-2-2013 αίτηση περί αναιρέσεως της 88/2012 αποφάσεως του Εφετείου Καλαμάτας.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, την 10η Δεκεμβρίου 2013. Και
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, την 30η Δεκεμβρίου 2013.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή