Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 664 / 2013    (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αναιρέσεως παραδοχή, Αίτηση αναίρεσης Εισαγγελέα Α.Π..




Περίληψη:
Αίτηση Αναίρεσης του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου κατά απόφασης που κηρύσσει αθώες τις δύο κατηγορούμενες Υπαλλήλους, για Ψευδή Βεβαίωση και Απόπειρα καταπίεσης, για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας. Βάσιμος ο από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ ΚΠΔ σχετικός λόγος αναιρέσεως του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας για την αθώωση.




Αριθμός 664/2013

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

ΣΤ' Ποινικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Νικόλαο Ζαΐρη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο - Εισηγητή, Ειρήνη Κιουρκτσόγλου - Πετρουλάκη, Μαρία Βασιλάκη και Μαρία Γαλάνη - Λεοναρδοπούλου, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 2 Απριλίου 2013, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Νικόλαου Παντελή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, περί αναιρέσεως της 1006/2011 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Σύρου. Με κατηγορούμενες τις: 1) Χ. Μ. του Μ. και 2) Ε. Σ. του Φ., κατοίκων ..., που εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσια δικηγόρο τους Κωνσταντινιά Στάμου και με πολιτικώς ενάγουσα την Ε. Α. του Ι., κάτοικο ..., που δεν παρέστη.

Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Σύρου, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου ζητά τώρα την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην με αριθμό και ημερομηνία 40/19-11-2012 έκθεση αναιρέσεως, η οποία συντάχθηκε ενώπιον του Γραμματέως του Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου Γεώργιου Σωφρονιάδη και καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1235/2012.
Αφού άκουσε
Τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή η έκθεση αναίρεσης και τον πληρεξούσιο δικηγόρο των κατηγορουμένων, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του άρθρου 259 του ΠΚ, ορίζεται ότι "Υπάλληλος που με πρόθεση παραβαίνει τα καθήκοντα της υπηρεσίας του με σκοπό να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον παράνομο όφελος ή για να βλάψει το κράτος ή κάποιον άλλο τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών, αν η πράξη αυτή δεν τιμωρείται με άλλη ποινική διάταξη", κατά δε τη διάταξη του άρθρου 244 του ΠΚ, ορίζεται ότι "Υπάλληλος που εν γνώσει εισπράττει φόρους, δασμούς, τέλη ή άλλα φορολογήματα, δικαστικά έξοδα ή οποιαδήποτε δικαιώματα που δεν οφείλονται τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών".
Εξάλλου από τη διάταξη του άρθρου 505 παρ. 2 εδ. α' του ΚΠΔ προκύπτει ότι ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου δικαιούται να ζητήσει την αναίρεση οποιασδήποτε καταδικαστικής ή αθωωτικής απόφασης οποιουδήποτε ποινικού δικαστηρίου και για όλους τους λόγους που αναφέρονται στη διάταξη του άρθρου 510 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και αυτός της έλλειψης της απαιτούμενης από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 ΚΠΔ, ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας. Ειδικά όμως, προκειμένου για αθωωτική απόφαση, ενόψει του τεκμηρίου της αθωότητας που θεσπίζεται και από τη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 2 της ΕΣΔΑ, τέτοια έλλειψη αιτιολογίας που ιδρύει λόγο αναίρεσης, υπάρχει όταν δεν εκτίθενται καθόλου στην απόφαση πραγματικά περιστατικά είτε όταν δεν αιτιολογεί το δικαστήριο με σαφήνεια και πληρότητα γιατί δεν πείστηκε για την ενοχή του κατηγορουμένου από τα αποδεικτικά μέσα που προσδιορίζονται στα πρακτικά και τα οποία έλαβε υπόψη για τον σχηματισμό της κρίσης του.
Περαιτέρω, ως προς την έκθεση των αποδείξεων για να θεωρηθεί η δικαστική απόφαση ειδικά και εμπεριστατωμένα αιτιολογημένη πρέπει να προκύπτει από αυτήν ότι το δικαστήριο έλαβε υπόψη του και συνεκτίμησε όλα τα αποδεικτικά μέσα και όχι μόνο μερικά από αυτά προκειμένου να διαμορφώσει την κρίση του. Ειδικά η πραγματογνωμοσύνη, η οποία διατάσσεται κατά τα άρθρα 183 επ. του ΚΠΔ από ανακριτικό υπάλληλο ή ανακριτή ή το δικαστήριο, αποτελεί ιδιαίτερο αυτοτελές είδος αποδεικτικού μέσου και πρέπει να προκύπτει από την αιτιολογία της απόφασης ότι λήφθηκε υπόψη, τούτο δε συμβαίνει όχι μόνο όταν μνημονεύεται ειδικά και ρηματικά μεταξύ των αποδεικτικών μέσων, αλλά και όταν προκύπτει αναμφίβολα, από τις παραδοχές του αιτιολογικού της απόφασης, ότι συναξιολογήθηκε μαζί με όλα τα άλλα αποδεικτικά μέσα, ιδία όταν τα πορίσματα της πραγματογνωμοσύνης έγιναν δεκτά από το δικαστήριο και σε κάθε περίπτωση δεν είναι αντίθετα με αυτά ή όταν αντικρούονται αιτιολογημένα.
Στην προκειμένη περίπτωση, με την προσβαλλόμενη με αρ. 1006 /2011 απόφαση του, το δίκασαν Τριμελές Πλημμελειοδικείο Σύρου, που την εξέδωσε σε πρώτο βαθμό, κήρυξε αθώες τις δύο κατηγορούμενες υπαλλήλους των αποδιδόμενων σε αυτές αξιοποίνων πράξεων, ψευδούς βεβαίωσης και απόπειρας καταπίεσης.
Από την απόφαση αυτή προκύπτει ότι το παραπάνω δικαστήριο, αφού εκτίμησε τα προσδιοριζόμενα κατ' είδος αποδεικτικά μέσα, δέχτηκε στο αιτιολογικό του, κατά την αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του, τα ακόλουθα, κατά πιστή αντιγραφή, πραγματικά περιστατικά: "Από την ανωμοτί κατάθεση της πολιτικώς ενάγουσας, τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων, όλα τα έγγραφα που αναγνώσθηκαν στο ακροατήριο, και όλη την σχετική με την απόδειξη κύρια διαδικασία, δεν αποδείχθηκε ότι οι κατηγορούμενες τέλεσαν τις αποδιδόμενες σε αυτές κατηγορίες της ψευδούς βεβαίωσης και της καταπίεσης. Ειδικότερα, από τα προαναφερόμενα αποδεικτικά μέσα δεν προέκυψε ότι οι κατηγορούμενες βεβαίωσαν ψευδώς και κατά παράβαση των καθηκόντων τους τα όσα ανέφεραν στην 23/20-8-2007 έκθεση αυτοψίας αυθαίρετης κατασκευής, κατόπιν αυτοψίας σε οικοδομή της Ε. Α. στη θέση "..." ... . Ειδικότερα, κατά την αυτοψία διαπιστώθηκε ότι δε δύναται να θεωρηθεί η άδεια για ηλεκτροδότηση της διώροφης οικοδομής διότι δεν είχαν εφαρμοστεί οι εγκεκριμένες μελέτες της 725/1990 οικοδομικής άδειας της εγκαλούσας και δεν είχαν περατωθεί με ευθύνη της τελευταίας (εγκαλούσας) και του μηχανικού της Γ. Ψ. οι απαιτούμενες οικοδομικές εργασίες κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 7 του π.δ. 8/13-7-1993. Επιπλέον, μετά την έκδοση της 79/2001 οικοδομικής άδειας τροποποιήθηκε η αρχιτεκτονική μελέτη του ισογείου με αλλαγή χρήσης του και προσθήκη κατ' επέκταση αυτού, και του περιβάλλοντος χώρους, με αποτέλεσμα νόμιμα να επιβληθεί διακοπή εργασιών έως ότου προσκομισθεί επιμέλεια της εγκαλούσας και του μηχανικού της η έγκριση της ΚΑ' Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων και χορηγηθεί νόμιμα η αναθεώρηση της. Πέραν των ανωτέρω, διαπιστώθηκε και ορθά επισημάνθηκε στην προαναφερόμενη έκθεση αυτοψίας ότι είχαν γίνει αυθαίρετες εργασίες στο οικόπεδο. Για όλα τα παραπάνω ήταν ενήμεροι η εγκαλούσα και ο προαναφερόμενος μηχανικός, αφού είχαν λάβει κάθε σχετική πληροφορία από τη Διεύθυνση Πολεοδομίας Σύρου. Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω πρέπει να κηρυχθούν αθώες οι κατηγορούμενες σύμφωνα με όσα διαλαμβάνονται στο διατακτικό της απόφασης". Με τις παραδοχές της όμως αυτές, η προσβαλλόμενη απόφαση, με την οποία το δευτεροβάθμιο δικαστήριο κήρυξε αθώες τις δύο κατηγορούμενες υπαλλήλους, μηχανικούς της Διεύθυνσης Πολεοδομίας της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Κυκλάδων και για τις δύο ως παραπάνω αξιόποινες πράξεις που κατηγορούντο, περιέλαβε ελλιπή αιτιολογία.
Ειδικότερα, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση: α) δεν εξηγούνται οι λόγοι για τους οποίους τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκομίστηκαν και σημειώνονται στα πρακτικά δεν επαρκούν για την κατάφαση της ενοχής των κατηγορουμένων, β) δεν αναφέρονται καθόλου πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία και θεμελιώνουν τη μη συνδρομή της αντικειμενικής και υποκειμενικής υποστάσεως των ανωτέρω αξιοποίνων πράξεων, της ψευδούς βεβαίωσης και της απόπειρας καταπίεσης, που κατηγορούντο ότι διέπραξαν οι δύο υπάλληλοι μηχανικοί της Διεύθυνσης Πολεοδομίας της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Κυκλάδων, γ) στο ακροατήριο αναγνώσθηκε και η με διάταξη της Εισαγγελέως Πρωτοδικών Σύρου διαταχθείσα και διεξαχθείσα κατά το άρθρο 183 ΚΠΔ με α.α.3, αναγνωστέων εγγράφων, πραγματογνωμοσύνη του Αρχιτέκτονος Μηχανικού, μέλους του ΤΕΕ, Δ. Α., σχετικά με το αληθές ή ψευδές (αποδιδόμενο στις κατηγορούμενες) περιεχόμενο της, με αρ. .../20-8-2007 εκθέσεως αυτοψίας αυθαίρετης κατασκευής, μη προβλεπόμενων από την οικοδομική άδεια .../2001 παράνομων διαμορφώσεων οικοδομής της Ε. Α. και υπολογισμού των προστίμων ανέγερσης και διατήρησης αυθαιρέτου, που επέβαλαν οι κατηγορούμενες υπάλληλοι, μεγαλύτερων ποσών των νομίμων, για υπερβάσεις περιοχής της οικοδομής, μεγαλύτερης της πραγματικής. Από την εν λόγω αναγνωσθείσα στο ακροατήριο έκθεση προκύπτει συνοπτικά ότι υπάρχει ισόγειο ανεξάρτητο κτίσμα στην οικοδομή που δεν προβλέπεται στα εγκεκριμένα σχέδια, πλην είναι ψευδές αυτό που οι κατηγορούμενες βεβαιώνουν στην αυτοψία τους ότι έγινε διαμόρφωση μπροστά από την μεσοτοιχία και θάπρεπε να χρεωθεί ως υπέρβαση η επέκταση της περί τα 1,30μ. και όχι σε ολόκληρο το μήκος της και επεξηγείται γιατί οι υπολογισμοί των προστίμων που επιβλήθηκαν από τις κατηγορούμενες είναι λανθασμένοι. Επίσης στην έκθεση πραγματογνωμοσύνης αναφέρεται ότι η οικοδομή αυτή, με εκδοθείσα και μη ανακληθείσα άδεια, που δεν θα έπρεπε να είχε εκδοθεί ή έπρεπε να είχε ήδη ανακληθεί, λόγω θεμάτων νομιμότητας και μη έγκρισης από την αρχαιολογική υπηρεσία, προσθέτως είχε λήξει η ισχύς της άδειας και κακώς ελέγχθηκε και έγινε αυτοψία από τις κατηγορούμενες, σε σφάλμα των οποίων οφειλόταν η ανέγερση οικοδομής σε αρχαιολογικό χώρο, και δεν είναι ορθή η επιβολή των προστίμων για ανέγερση οικοδομής σε αρχαιολογικό χώρο, ενώ δεν προέβησαν σε ανάκληση της άδειας, παρά το ότι η Επιτροπή Εξέτασης Ενστάσεων Νέων Αυθαιρέτων της άνω Πολεοδομίας, κάνει δεκτή ένσταση της οικοπεδούχου και θέτει θέμα νομιμότητας και ανάκλησης της εν λόγω άδειας. Τις ως παραπάνω διαπιστώσεις της πραγματογνωμοσύνης, σε βάρος των κατηγορουμένων, η προσβαλλόμενη απόφαση στο προεκτεθέν αιτιολογικός της, ουδόλως αναφέρει, ούτε αντικρούει και επομένως δε συνάγεται με βεβαιότητα ότι συνεκτιμήθηκαν και λήφθηκαν υπόψη από το δικαστήριο για το σχηματισμό της αθωωτικής κρίσης του, μεταξύ των αποδεικτικών μέσων, και τα πορίσματα της παραπάνω εκθέσεως πραγματογνωμοσύνης, που συνιστά ιδιαίτερο και αυτοτελές αποδεικτικό μέσο και ουδόλως μνημονεύεται στο αιτιολογικό, ούτε κατ' είδος. Επομένως, η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και είναι βάσιμος ο από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ του ΚΠΔ σχετικός λόγος αναιρέσεως του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου.
Μετά ταύτα, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη με αρ. εκθ. 40/2012 αίτηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη 1006/2011 απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που τη δίκασαν προηγουμένως, (άρθρο 519 ΚΠΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί τη με αριθ. 1006/2011 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Σύρου. Και
Παραπέμπει την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο, που θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως αυτήν.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 16 Απριλίου 2013.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 26 Απριλίου 2013.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή