Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 978 / 2009    (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας ανεπάρκεια, Υπεξαγωγή εγγράφων.




Περίληψη:
Υπεξαγωγή εγγράφων. Αίτηση αναίρεσης καταδικαστικής αποφάσεως, για υπεξαγωγή εγγράφων με την επίκληση των λόγων: α) της απόλυτης ακυρότητας και β) της ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας. Υπάρχει τυπική αιτιολογία χωρίς αναφορά στα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, κυρίως για το σκοπό βλάβης. Αναιρεί για έλλειψη αιτιολογίας και παραπέμπει στο ίδιο Δικαστήριο. Παρέλκει η έρευνα για τους λοιπούς λόγους.




Αριθμός 978/2009

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Ζ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γρηγόριο Μάμαλη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Νικόλαο Ζαΐρη-Εισηγητή, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο, Παναγιώτη Ρουμπή και Κωνσταντίνο Φράγκο, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 4 Μαρτίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Δημητρίου-Πρίαμου Λεκκού (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος-κατηγορουμένου Χ, κατοίκου ......, που παρέστη με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Βασίλειο Αλεξανδρή, για αναίρεση της 56244/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών.
Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος, ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 11 Απριλίου 2008 αίτησή του αναιρέσεως ως και στο από 13 Φεβρουαρίου 2009 δικόγραφο των προσθέτων λόγων, που καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 755/2008.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Κατά την έννοια του άρθρου 222 ΠΚ, για τη θεμελίωση του εγκλήματος της υπεξαγωγής εγγράφου, που είναι έγκλημα υπαλλακτικώς μικτό, απαιτούνται: α) έγγραφο δημόσιο ή ιδιωτικό, κατά την έννοια του άρθρου 13 εδ. γ του ΠΚ, προορισμένο ή πρόσφορο έστω και ως δικαστικό τεκμήριο να αποδείξει γεγονός που έχει έννομη σημασία, β) απόκρυψη, βλάβη ή καταστροφή του εγγράφου, γ) να μην είναι κύριος ή αποκλειστικός κύριος του εγγράφου ο δράστης ή να είναι μεν κύριος αυτού, αλλά να έχει υποχρέωση, κατά τις διατάξεις του Α.Κ, προς παράδοση ή επίδειξη σε άλλον, δ) να ενήργησε ο δράστης προς τον σκοπό βλάβης τρίτου, δηλαδή του κυρίου ή του συγκυρίου του εγγράφου ή αυτού, που δικαιούται απλώς στην επίδειξη ή παράδοσή του, αδιάφορα αν επιτεύχθηκε ο σκοπός αυτός, αφού το έγκλημα αυτό είναι έγκλημα διακινδύνευσης, που αποσκοπεί στην αχρήστευση του εγγράφου ως αποδεικτικού μέσου, χωρίς να προσαπαιτείται και η επίτευξη της βλάβης, αφού η υπεξαγωγή είναι έγκλημα διακινδύνευσης, η οποία μπορεί να είναι είτε περιουσιακή, είτε υλική και να αφορά οποιοδήποτε πρόσωπο ή και απλώς ηθική. Εξάλλου, έλλειψη της κατά τα άρθρο 93 παρ. 3 του Συντάγματος παρ. 3 και 139 ΚΠΔ ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, που ιδρύει λόγο αναιρέσεως της καταδικαστικής αποφάσεως, κατά το άρθρο 510 περ. Δ' ΚΠΔ, υπάρχει στην καταδικαστική απόφαση, όταν δεν εκτίθενται σ' αυτήν με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του Δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελίωσαν και οι νομικοί συλλογισμοί, με τους οποίους έγινε η υπαγωγή των περιστατικών, που αποδείχθηκαν, στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόστηκε, αλλά και όταν η έκθεση των περιστατικών αυτών είναι ελλιπής ή ασαφής ή αντιφατική, ώστε να δημιουργείται αμφιβολία ως προς την τέλεση από τον κατηγορούμενο της πράξεως για την οποία κηρύχθηκε ένοχος. Περαιτέρω, εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, που ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Ε' του ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως, υπάρχει, όταν το Δικαστήριο αποδίδει στο νόμο έννοια διαφορετική από εκείνη που έχει πραγματικά, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υπάρχει, όταν το Δικαστήριο δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά, που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν, στη διάταξη που εφαρμόστηκε, αλλά και όταν η διάταξη αυτή παραβιάστηκε εκ πλαγίου, για το λόγο ότι έχουν εμφιλοχωρήσει στο πόρισμα της απόφασης, που ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να αποβαίνει ανέφικτος ο έλεγχος από τον Άρειο Πάγο της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσης. Στην προκειμένη περίπτωση το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών, που δίκασε ως εφετείο, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφασή του, και ειδικότερα από τις καταθέσεις των μαρτύρων που εξετάστηκαν στο ακροατήριο, τα έγγραφα που αναγνώστηκαν και την απολογία του κατηγορουμένου, δέχθηκε κατά την επικρατήσασα στο Δικαστήριο γνώμη της πλειοψηφίας ότι αποδείχθηκαν, κατά πιστή μεταφορά τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: "ότι ο κατηγορούμενος είναι καθηγητής στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και διευθυντής του εργαστηρίου μοριακής βιολογίας του ως άνω Πανεπιστημίου και ο μηνυτής καθηγητής του ιδίου ως άνω Πανεπιστημίου και διευθυντής του εργαστηρίου γενετικής. Τα δύο ως άνω εργαστήρια στεγάζονται στο ίδιο ως άνω Πανεπιστημιακό χώρο. Οι σχέσεις κατηγορουμένου και μηνυτή ήταν πολύ κακές και ειδικότερα ο μηνυτής είχε προσφύγει στο ΣτΕ κατά της προαγωγής του κατηγορουμένου στη θέση του τακτικού καθηγητή και υπήρχε μεταξύ τους ανταλλαγή μηνύσεων που καθιστούσε αδύνατη την οποιαδήποτε συνεργασία μεταξύ τους, ακόμη και αυτή την απλή, συνομιλία. Την 25.4.2002 απεστάλη μέσω courier προς τον μηνυτή ένας φάκελος που περιείχε τέσσερα σακουλάκια με σπόρους και τα σχετικά έγγραφα ήτοι την με αριθμό ...... φορτωτική της EXPRESS FLY και κλειστό φάκελο προερχόμενο από τον Οργανισμό Βάμβακος βάσει των οποίων θα έπρεπε το εργαστήριο γενετικής, το οποίο όπως προελέχθη διεύθυνε ο μηνυτής, να εξετάσει προκειμένου να ερευνηθεί αν οι σπόροι για την σπορά βαμβακιού είναι γενετικά τροποποιημένοι. Επειδή εκείνη την ημέρα απουσίαζε ο μηνυτής, τον εν λόγω φάκελο με τα σχετικά έγγραφα και τα τέσσερα σακουλάκια με σπόρους παρέλαβε ο κατηγορούμενος, αφού υπέγραψε τη σχετική απόδειξη παραλαβής ήτοι την ως άνω φορτωτική και στη συνέχεια δεν απέδωσε τα ως άνω έγγραφα στον μηνυτή προκειμένου να εξετάσει αυτά στο εργαστήριο του, δεδομένου μάλιστα ότι το έγγραφο μεταφοράς (φορτωτική) ανέγραφε ότι πρέπει να παραδοθεί στο εργαστήριο Γενετικής, υπόψη του Ψ1 (μηνυτή). Στη συνέχεια ο μηνυτής οχλήθηκε από την εταιρεία με την επωνυμία, η οποία διαμαρτυρήθηκε για ποιο λόγο δεν είχε ολοκληρωθεί η εξέταση των σπόρων βαμβακιού. Τότε ο μηνυτής, αφού διερεύνησε το θέμα, διαπίστωσε ότι τα παραπάνω έγγραφα, παρέλαβε ο κατηγορούμενος, ο οποίος διενήργησε τη σχετική εξέταση στο εργαστήριο μοριακής βιολογίας στο οποίο προΐσταται και απέστειλε το αποτέλεσμα στον Οργανισμό Βάμβακος μαζί με την εξέταση άλλων οκτώ σπόρων βάμβακος. Από τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά προκύπτει: 1) ότι ο κατηγορούμενος έλαβε στην κατοχή του τον φάκελο με τα τέσσερα σακουλάκια που περιείχαν σπόρους βαμβακιού, στο εξωτερικό των οποίων υπήρχε ένας κωδικός που χρησίμευε για την ταυτοποίηση του σπόρου, τα σχετικά έγγραφα που ανέφεραν την ιδιότητα των σπόρων και στα οποία εζητείτο η εργαστηριακή εξέταση τους και τα οποία είναι έγγραφα κατά την έννοια του νόμου αφού προορίζονται για να αποδείξουν γεγονός που έχει έννομες συνέπειες, ήτοι την παράδοση των σπόρων στον μηνυτή, τον προσδιορισμό τους και αίτημα για εργαστηριακή εξέταση και αποστολή της απάντησης στον ενδιαφερόμενο και μάλιστα σε εύλογο χρόνο καθόσον η περίοδος του Μαΐου είναι ο χρόνος σποράς του βαμβακιού, 2) απέκρυψε τα έγγραφα αυτά από τον μηνυτή με αποτέλεσμα να μη εξετάσει εργαστηριακά τους ως άνω σπόρους ο μηνυτής, 3) δεν είναι κύριος των εγγράφων αυτών, αφού τα έγγραφα αυτά στάλθηκαν προς τον μηνυτή (υπόψη κ. Ψ1) και 4) ενήργησε με σκοπό να βλάψει τον μηνυτή. Ειδικότερα ο σκοπός βλάβης του κατηγορουμένου προκύπτει από τα παρακάτω πραγματικά περιστατικά: 1) Ο κατηγορούμενος αν και είχε πολύ κακές σχέσεις με τον μηνυτή κατά τα παραπάνω εκτιθέμενα (δεν αντάλλασσαν ούτε κουβέντα), παρά ταύτα παρέλαβε τα επίδικα έγγραφα αν και ο μέσος συνετός άνθρωπος θα απόφευγε μια τέτοια ενέργεια. Το επικαλούμενο από τον κατηγορούμενο ότι ανέθεσε στην γραμματέα του να παραδώσει τα έγγραφα αυτά στον μηνυτή δεν αποδεικνύεται βάσιμο, καθόσον η τελευταία φέρεται ότι αναζήτησε μεν τον μηνυτή δεν τον βρήκε και στη συνέχεια άφησε τα επίδικα έγγραφα και τους σπόρους σε τυχαίο μέρος στο εργαστήριο μοριακής βιολογίας, το οποίο στη συνέχεια παρέλαβε τυχαία η επίκουρη καθηγήτρια Α και εξέτασε τους σπόρους και στη συνέχεια τυχαία τα αποτελέσματα των τεσσάρων επίδικων σπόρων συσχετίσθηκαν τυχαία με άλλα οκτώ σακκουλάκια σπόρων που τυχαία περιλαμβάνοντο στο ίδιο έγγραφο του οργανισμού βάμβακος με το οποίο ο τελευταίος ζητούσε την εξέταση των σπόρων. Τέλος, η δήλωση του κατηγορουμένου ότι δεν ζήτησε εξηγήσεις από τη γραμματέα του για την παραπάνω αμέλειά της να παραδώσει τα επίδικα έγγραφα στον μηνυτή, επιβεβαιώνουν την πρόθεσή του να μην παραδώσει τα έγγραφα αυτά στον μηνυτή. 2) Εξαιτίας των διαφορών τους, ο κατηγορούμενος ήθελε να παραμερίσει τον μηνυτή από την έρευνα των σπόρων βάμβακος και την εν γένει έρευνα στο εργαστήριο του, αφενός επειδή για την εξέταση των ως άνω σπόρων, το κάθε εργαστήριο ελάμβανε αμοιβή περίπου 1.000 ΕΥΡΩ, ποσοστό 90% των οποίων διαχειρίζεται ο Διευθυντής του Εργαστηρίου και διατίθεται για ερευνητικούς σκοπούς και αμοιβή του Διευθυντή του εργαστηρίου - μέσω ενός ειδικού λογαριασμού, αφετέρου προκειμένου να αφαιρέσει οποιαδήποτε επιρροή του μηνυτή στην επιστημονική κοινότητα, να τον καταστήσει αναξιόπιστο προς τις δημόσιες υπηρεσίες και τις εμπορικές εταιρείες για λογαριασμό των οποίων εγίνοντο οι εξετάσεις των σπόρων βάμβακος. Πρέπει, συνεπώς, να κηρυχθεί ένοχος ο κατηγορούμενος". Στη συνέχεια, το Δικαστήριο με την προσβαλλομένη απόφασή του, κήρυξε, κατά πλειοψηφία, ένοχο τον κατηγορούμενο-αναιρεσείοντα, της πράξεως της υπεξαγωγής εγγράφου και του επέβαλε ποινή φυλάκισης (2) μηνών, την εκτέλεση της οποίας ανέστειλε επί τριετία. Ειδικότερα, το Δικαστήριο που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφασή του, κατά την επικρατήσασα σ' αυτό γνώμη, κήρυξε ένοχο τον κατηγορούμενο-αναιρεσείοντα του ότι: "στην ...... και κατά τους παρακάτω χρόνους τέλεσε με πρόθεση τις ακόλουθες αξιόποινες πράξεις. Α) Στις 25-4-2002 με σκοπό να βλάψει άλλους απέκρυψε έγγραφο του οποίου δεν ήταν κύριος ή που άλλος είχε δικαίωμα κατά τις διατάξεις του αστικού δικαίου να ζητήσει την παράδοσή του. Συγκεκριμένα κατά τον παραπάνω τόπο και χρόνο, ενώ παρέλαβε τη με αριθμό ...... φορτωτική και κλειστό φάκελο, προερχόμενα από τον Οργανισμό Βάμβακος που προορίζονταν για το εργαστήριο Γενετικής του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών και έπρεπε να παραδοθούν στον εγκαλούντα Ψ1, τα απέκρυψε με σκοπό να βλάψει τόσο τον παραπάνω εγκαλούντα, όσο και το συγκεκριμένο εργαστήριο, του οποίου προΐσταται ο δεύτερος εγκαλών Ψ2".
Με τις παραδοχές, όμως, αυτές, η αιτιολογία της προσβαλλόμενης καταδικαστικής αποφάσεως, δεν είναι ειδική και εμπεριστατωμένη, όπως επιβάλλεται από το Σύνταγμα και το νόμο, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω, αλλά είναι καθαρά τυπική, αφού αποτελεί πιστή αντιγραφή του διατακτικού, χωρίς να εκτίθενται τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από τη αποδεικτική διαδικασία. Το διατακτικό δε της απόφασης, δεν δύναται να συμπληρώσει στην προκειμένη περίπτωση τις ελλείψεις αυτές του σκεπτικού, αφού ούτε λεπτομερές είναι, ούτε εκτίθενται στο περιεχόμενό του με σαφήνεια και πληρότητα, τα πραγματικά περιστατικά που συνιστούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος, για το οποίο εκδόθηκε η καταδικαστική απόφαση. Ειδικότερα, ούτε στο σκεπτικό ούτε στο διατακτικό, όπως από αυτά προκύπτει, καθορίζεται ο σκοπός της βλάβης και το είδος αυτής (περιουσιακή ή ηθική) του μηνυτή, αλλά γίνεται αορίστως δεκτό ότι ο κατηγορούμενος, απέκρυψε τα αναφερόμενα έγγραφα με σκοπό να βλάψει τον μηνυτή. Συγκεκριμένα, στο αιτιολογικό της, δεν διαλαμβάνονται τα περιστατικά εκείνα, από τα οποία το Δικαστήριο κατέληξε στην κρίση του για την ενοχή του κατηγορουμένου. Πράγματι: α) ενώ στο αιτιολογικό γίνεται δεκτό ότι οι εγκαλούντες δεν είναι άμεσα παθόντες από την πράξη, η οποία στρέφεται κατά του Γεωπονικού Πανεπιστημίου και ότι αυτοί (εγκαλούντες) δεν ζημιώθηκαν, αντίθετα στο διατακτικό γίνεται δεκτό ότι ο κατηγορούμενος ενήργησε με σκοπό να βλάψει το μηνυτή, χωρίς όμως, να γίνεται διάκριση ποιον συγκεκριμένα από τους δύο μηνυτές έβλαψε, ενόψει του ότι όπως προκύπτει από τα πρακτικά της δίκης, επί της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση και τα οποία παραδεκτώς επισκοπούνται, προκύπτει ότι αμφότεροι οι εγκαλούντες, ήτοι Ψ1 και Ψ2, είχαν δηλώσει ότι παρίστανται ως πολιτικώς ενάγοντες, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι με παρεμπίπτουσα απόφαση του δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου, είχε διαταχθεί η αποβολή τους, β) δεν προσδιορίζεται η ταυτότητα των συγκεκριμένων εγγράφων, τα οποία φέρεται ο αναιρεσείων να έχει υπεξαγάγει, αφού πέραν της επίμαχης φορτωτικής με αριθμό ......, δεν γίνεται οποιαδήποτε άλλη μνεία και αναφορά σε άλλα, εκτός της φορτωτικής, έγγραφα, τη στιγμή μάλιστα κατά την οποία επανειλημμένα στο αιτιολογικό γίνεται αναφορά ότι ο κατηγορούμενος, είτε παρέλαβε, είτε δεν απέδωσε, είτε ακόμη ότι έλαβε στην κατοχή του περισσότερα του ενός έγγραφα και γ) δεν εξειδικεύεται από ποια πραγματικά περιστατικά αιτιολογείται ότι ο κατηγορούμενος είχε σκοπό να αποκρύψει ή να καταστρέψει τα επίμαχα έγγραφα , ακόμη δε η βλάβη (ηθική ή περιουσιακή), την οποία υπέστη ο εγκαλών Ψ2, δ) ενώ η προσβαλλόμενη απόφαση στο αιτιολογικό της δέχεται, ότι ο αναιρεσείων ενήργησε με σκοπό να βλάψει το μηνυτή, στο διατακτικό αντίθετα γίνεται δεκτό ότι ο ίδιος ενήργησε με σκοπό να βλάψει άλλους. Η αιτιολογία, όμως, αυτή σύμφωνα με όσα αναπτύχθηκαν στην αρχή, δεν μπορεί να θεωρηθεί ειδική και εμπεριστατωμένη, αλλά είναι καθαρά τυπική, αφού δεν διαλαμβάνει πραγματικά περιστατικά, που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, ούτε τους νομικούς συλλογισμούς με τους οποίους έγινε η υπαγωγή εκείνων στη διάταξη που εφαρμόσθηκε και οι ελλείψεις αυτές δεν μπορεί να αναπληρωθούν από όσα περιέχονται στο διατακτικό, στο οποίο παραπέμπει το σκεπτικό. Επομένως, ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του Κ.Π.Δ. πρώτος λόγος αναιρέσεως του δικογράφου των προσθέτων λόγων, περί ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, είναι βάσιμος και ενόψει του ότι η υπό κρίση αιτήσεως αναιρέσεως περιέχει τουλάχιστον ένα παραδεκτό λόγο αναιρέσεως, και πρέπει, κατά παραδοχή αυτού να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, ενώ παρέλκει η έρευνα για τους λοιπούς λόγους αναιρέσεως, και μετά από αυτά να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο συγκροτούμενο από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως (άρθρο 519 Κ.Π.Δ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Αναιρεί την υπ' αριθμό 56244//2007 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών. Και

Παραπέμπει την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 26 Μαρτίου 2009. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 3 Απριλίου 2009.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή