Θέμα
Ακυρότητα απόλυτη, Πολιτικός ενάγων, Δημόσιο.
Περίληψη:
Πολιτική αγωγή. Απόλυτη ακυρότητα. Παράνομη η παράσταση του Ελληνικού Δημοσίου ως πολιτικώς ενάγοντος, το πρώτον στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο. Αναιρεί και παραπέμπει
Αριθμός 2292/2007
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ΄ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γεώργιο Σαραντινό, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Βασίλειο Λυκούδη, Ανδρέα Τσόλια, Ιωάννη Παπουτσή και Νικόλαο Ζαΐρη-Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 13 Νοεμβρίου 2007, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αθανασίου Κονταξή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση των αναιρεσειόντων-κατηγορουμένων 1)..... και 2)...., που εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσια δικηγόρο τους Αλεξάνδρα Μαύρου-Τσάκου, για αναίρεση της 14243/2006 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης, με πολιτικώς ενάγον το Ελληνικό Δημόσιο που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα από τον Υπουργό των Οικονομικών, το οποίο εκπροσωπήθηκε από τον Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους Αθανάσιο Τσιοκάνη.
Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του, διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ΄ αυτή, και οι αναιρεσείοντες-κατηγορούμενοι, ζητoύν την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 8 Ιανουαρίου 2007 αίτησή τους αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 131/2007.
Αφού άκουσε Τους πληρεξουσίους των διαδίκων που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σύμφωνα με το άρθρο 11 του Ν 2523/1997 "Διοικητικές και ποινικές κυρώσεις στη φορολογική νομοθεσία..." το Δημόσιο μπορεί να παρίσταται ως πολιτικώς ενάγων ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων και για τις αξιώσεις του που απορρέουν από τα αδικήματα του παρόντος νόμου. Η διάταξη του άρθρου 5 του ν.δ 2711/1953 εφαρμόζεται και στην περίπτωση αυτή. Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 5 του ν.δ 2711/1953 "περί τροποποιήσεως των περί Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και περί δικών του Δημοσίου διατάξεων", το Δημόσιο "δύναται δια τας εξ' οιουδήποτε αδικήματος απορρέουσας αξιώσεις αποζημιώσεώς του να παρίσταται ενώπιον του ποινικού Δικαστηρίου, προβάλλον ταύτας το πρώτον επ' ακροατηρίω άμα τη εκφωνήσει της υποθέσεως άνευ εγγράφου τινός προδικασίας και δια μόνης της δηλώσεως του νομίμου πληρεξουσίου του, καταχωριζομένης εις το οικείον πρακτικόν..". Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει ότι το Δημόσιο, κατ΄ εξαίρεση αυτών που ορίζει το άρθρο 68 Κ.Π.Δ, σχετικά με το χρόνο δηλώσεως παραστάσεως πολιτικής αγωγής, το περιεχόμενο και την προδικασία αυτής, διατηρεί πάντοτε το δικαίωμα να επιδιώξει τις περί αποζημιώσεως απαιτήσεις του, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που προκύπτουν από την αποφυγή απόδοσης των αναλογούντων στο Δημόσιο φόρων, συνεπεία διαπράξεως του αδικήματος της φοροδιαφυγής δια της αποδοχής εικονικών φορολογικών στοιχείων, ενώπιον του ποινικού δικαστηρίου, δια δηλώσεως του νομίμου εκπροσώπου του, που καταχωρείται στα πρακτικά με την εκφώνηση της υποθέσεως, πριν δηλαδή την απαγγελία της κατηγορίας και χωρίς καμία προδικασία της σχετικής αγωγής κ.λ.π. Εξ' άλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 171 αρ. 2 ΚΠΔ, απόλυτη ακυρότητα, που δημιουργεί λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α του ΚΠΔ, η οποία λαμβάνεται υπόψη αυτεπαγγέλτως σε κάθε στάδιο της διαδικασίας, ακόμη και στον Άρειο Πάγο, επιφέρει και η παρά το νόμο παράσταση του πολιτικώς ενάγοντος στη διαδικασία του ακροατηρίου και μάλιστα το πρώτον ενώπιον του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου. Τέτοια ακυρότητα υπάρχει όταν δεν συντρέχουν στο πρόσωπο του πολιτικώς ενάγοντος οι όροι της ενεργητικής και παθητικής νομιμοποιήσεως για την άσκηση της πολιτικής αγωγής, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 63 και 64 του ΚΠΔ και όταν παραβιάστηκε η διαδικασία, που έπρεπε να τηρηθεί σχετικά με τον τρόπο και το χρόνο ασκήσεως της υποβολής αυτής κατά το άρθρο 68 του ΚΠΔ. Τούτο ισχύει και για το Δημόσιο, χωρίς στο σημείο αυτό να έχει επιφέρει μεταβολή η διάταξη του άρθρου 5 του ν.δ 2711/1953, που έχει εφαρμογή και επί των αδικημάτων του ν.2723/1997, με την οποία απαλλάχτηκε το Δημόσιο μόνο από την υποχρέωση για τήρηση της επιβαλλόμενης από το άρθρο 68 του Κ.Π.Δ προδικασίας. Στην προκειμένη περίπτωση, από τα πρακτικά της δίκης επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθμό 14243/2006 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης που δίκασε (κατ' έφεση της υπ' αριθμό 46176/2004 αποφάσεως του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης), σε συνδυασμό με τα πρακτικά της πρωτοβάθμιας δίκης, που παραδεκτώς επισκοπούνται για την έρευνα της βασιμότητας του λόγου της αναιρέσεως, που αναφέρεται στην απόλυτη ακυρότητα λόγω της παρά το νόμο παράστασης του Ελληνικού Δημοσίου ως πολιτικώς ενάγοντος, προκύπτει ότι το Ελληνικό Δημόσιο δήλωσε, το πρώτον, ότι παρίσταται ως πολιτικώς ενάγον, για την ηθική βλάβη που υπέστη από την αξιόποινη πράξη, για την οποία καταδικάσθηκαν οι αναιρεσείοντες - κατηγορούμενοι, μόνο κατά τη δικάσιμο της 3ης Νοεμβρίου 2006, κατά την οποία εκδόθηκε η απόφαση του δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου. Η δικάσιμος όμως αυτή, δεν ήταν η πρώτη, αλλά εκείνη της 8ης Νοεμβρίου 2004, ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου. Κατά τη δικάσιμο όμως αυτή, της 8-11-2004 κατά την οποία οι κατηγορούμενοι και ήδη αναιρεσείοντες εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο συνήγορό τους και καταδικάσθηκε ο καθένας από αυτούς σε φυλάκιση 5 ετών, για την πράξη της φοροδιαφυγής, το Ελληνικό Δημόσιο δεν παρέστη κατά την, εκδίκαση της κατηγορίας, ούτε και εκπροσωπήθηκε, πολύ δε περισσότερο δεν προέβαλε κατά τη συζήτηση της υποθέσεως τις αξιώσεις του. Τούτο, έγινε για πρώτη φορά ενώπιον του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης, κατά την εκδίκαση των εφέσεων των εκκαλούντων-κατηγορουμένων, κατά την οποία το Ελληνικό Δημόσιο, δια του δικαστικού του Αντιπροσώπου, δήλωσε ότι παρίσταται ως πολιτικώς ενάγον κατά των κατηγορουμένων, αξιώνοντας την καταβολή προς αυτό, λόγω ηθικής βλάβης, του ποσού των 3.000 ευρώ για χρηματική ικανοποίησή του.
Με τον τρόπο όμως αυτό, που έγινε η δήλωση παράστασης του πολιτικώς ενάγοντος Ελληνικού Δημοσίου, όχι δηλαδή αμέσως μόλις εκφωνήθηκε η υπόθεση και πριν από την απαγγελία της κατηγορίας, κατά την ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου συζήτηση της υπόθεσης, αλλά το πρώτον ενώπιον του, κατ' έφεση, δικάζοντος Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης, δεν είναι νόμιμη σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν ανωτέρω, από αυτήν δε την παράνομη παράσταση του πολιτικώς ενάγοντος στο ακροατήριο (ανεξάρτητα από το γεγονός ότι δεν αντέλεξε ο πληρεξούσιος των κατηγορουμένων και ήδη αναιρεσειόντων) και, την επιδίκαση στη συνέχεια χρηματικής ικανοποίησης, λόγω ηθικής βλάβης, του ποσού των 3.000 ευρώ, επήλθε απόλυτη ακυρότητα, η οποία λαμβάνεται υπόψη και αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, σε κάθε στάση της δίκης, ακόμη και στον Άρειο Πάγο. Επομένως, είναι βάσιμος ο σχετικός, από το άρθρο 510 § 1Α του Κ.Π.Δ, λόγος αναίρεσης της προσβαλλόμενης απόφασης, γι' αυτό και, κατά παραδοχή αυτού, (μετά ταύτα παρέλκει η έρευνα των λοιπών λόγων αυτής), πρέπει να αναιρεθεί αυτή και ακολούθως να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο συντιθέμενο από άλλους δικαστές, εκτός από αυτούς που δίκασαν προηγουμένως (άρθρο 519 ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την υπ' αριθ. 14243/2006 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης. Και
Παραπέμπει την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, που θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές εκτός εκείνων που δίκασαν προηγουμένως.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 22 Νοεμβρίου 2007. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του, στις 17 Δεκεμβρίου 2007.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ